Καρρέ Φιξ
Στημένα φιξ καρρέ του σινεμά φαντάζουν όλα...
26 Οκτωβρίου 2008, 20:24
12
Μνημορραγίες  

Πιάσ’ του πεύκου μια βελόνα να παίξει ο δίσκος πέλαγα. Εγώ δεν έχω μέγα ανάστημα μα από το Άλφα ως το Ωμέγα προσκυνώ το διάστημα.

Μ’ είχε ρωτήσει ένα βράδυ ο Γ. μεταξύ σοβαρού κι αστείου, κρασιού και μερικών καταπληκτικών πιάτων που είχε μαγειρέψει η Ε.,  τους πέντε υπεράνω πάσης υποψίας σημαντικότερούς μου ελληνικούς δίσκους κι εγώ του απάντησα μαλακίες. Οι τρεις δίσκοι στην τύχη. Ο πρώτος σίγουρος ήταν το Άξιον εστί- από την αρχή μέχρι το τέλος. Με τα αναγνώσματα πλήρη (όχι αλά Κιμούλης), με τον βαρύτονο να σέρνει βουνά, την χορωδία κύμα στο Αιγαίο και τον τραγουδιστή στρατηλάτη στο μέτωπο. Ο δεύτερος ήταν οι Γραμμές των οριζόντων του ’91. Οι υπόλοιποι ήταν έμπνευση της στιγμής μόνο και μόνο για να δείξω πως δεν αιφνιδιάστηκα. Κι όντως δηλαδή, ηττημένος ήμουν όχι αιφνιδιασμένος. Κι αυτό όχι γιατί δεν είχα γνώση των κατά γενική ομολογία σημαντικών δίσκων του ελληνικού τραγουδιού, μα γιατί δεν είχα γνώση των δικών μου. Αδιάβαστος λοιπόν. Υπογραφή, που λέγαμε στο δημοτικό.

Το θέμα ήρθε να μου χτυπήσει το παράθυρο μετά από καιρό, όταν το μάτι μου έπεσε τυχαία στον δίσκο που είχε κάνει τότε η Λίνα με τον Αντύπα για την Πρωτοψάλτη. Τα σουξέ του ακούγονται ακόμα: Διθέσιο, Λάβα, Post love, Εμείς οι δυο. Το δικό μου όμως ήταν άλλο, ήταν (και είναι) στο 12. Σούμα όλα διά τον αριθμό τους, κατάταξη και μπήκε τρίτος. Μετά από καιρό συνέβη το ίδιο με τα Χρυσόψαρα των Πυξ Λαξ που την φανέλα τίμησε υπέρ του δέοντος ο Πίνακας. Έπειτα του Αιώνα η παράγκα του Μικρούτσικου, το Ένα του Σωκράτη, η Ρωμαϊκή Αγορά του Χατζιδάκι παρέα με την Αθανασία, η μέγιστη Θητεία του Μαρκόπουλου και του Ελευθεριόυ…χίλια μύρια που σίγουρα σπάνε την λίστα των πέντε που μου ζητήθηκε χωρίς να μπορεί κανένα να κάνει πίσω. Και όλα να κερδίζουν τις μάχες με το outsider. 

Πώς γίνεται ρε γαμώτο; Γίνεται. Και πιο πολύ όταν έχεις την τάση να δένεις τα πρωτεύοντα με τα σουξέ του κάθε δίσκου. Η «Ρόζα» με το ζεϊμπέκικο ξημερώματα στη μέση του δρόμου, το «Έπαψες αγάπη» με εκείνη που μου έκοψε τον αέρα στο σχολικό λεωφορείο, το «Μην τον ρωτάς τον ουρανό» και η «Αθανασία» με τους Αέρηδες στην Πλάκα, «Της σιωπής» με κάθε χειρόγραφο που μένει πίσω, τα «Μαλαματένια λόγια» με τη Μαρία φτάνοντας Πέραμα. 

Μα είναι το δώδεκα της Λίνας και το κάθε δώδεκα να δίνει σ’ ολάκερο τον δίσκο μια θέση στο χρυσό ράφι του καθενός. Και πώς μπορεί να χωράει μόνο πέντε αυτό το ράφι όταν επί μια ολόκληρη ζωή κάνεις (και θα κάνεις) τη μια μαλακία πίσω από την άλλη στην προσπάθεια να διακρίνεις (ούτε καν να αποκτήσεις) την ουσία των πραγμάτων. Όχι μια αράδα τραγούδια που φτιάχτηκαν από άλλους και ανήκουν σε κάθε ακροατή. Ποια πέντε μου λες λοιπόν ρε Γ.;

*Photo by Annie
**Δίπλα, στο mp3 player, ακούτε το 12.

2 σχόλια - Στείλε Σχόλιο
17 Οκτωβρίου 2008, 02:44
Τι με κοιτάς;
Εμμονές  

Χόρεψε πάνω στο φτερό του καρχαρία μα πριν απ’ όλα παίξε στον άνεμο τη γλώσσα σου και ύστερα γέλα.

Τι κι αν αλλού σε λέγαν Γιουδήθ κι εδώ Μαρία το φίδι πάντοτε θα σχίζεται στον βράχο με τη σμέρνα.

Τι με κοιτάς; Θα σου θυμήσω εγώ που μ' είδες. Κι αν δεν σ' αρέσει γίνε μου θάνατος. Σκέτος.

3 σχόλια - Στείλε Σχόλιο
12 Οκτωβρίου 2008, 18:50
Πού είχαμε μέινει;
Μνημορραγίες  

Πού είχαμε μείνει; Α, ναι. Ακούγαμε απαγγελίες της Δημουλά· ένα ποίημα για τη βροχή και διαφωνούσαμε φωναχτά και γελαστά για το πώς θα πρέπει να γράφεται το «σι» της βροχής. Κι έλεγες σίγμα γιώτα. Κι έλεγα σίγμα ύψιλον σαν να’ τανε εσύ αυτός ο ήχος. Και να λέει η Κική το σίγμα γιώτα και να μειδιώ αμήχανα που το σκέφτομαι λάθος και να ξέρω πως είναι σωστό το σίγμα ύψιλον της βροχής. Κι έξω να έχει λιακάδα και κρύο ενός Φλεβάρη ψεύτη  και να μην μου κάνει η καρδιά να αφήσω το πάπλωμα και τον ζεστό καφέ με τις πολλές κουταλιές για να βγω να ταΐσω τον σκύλο σφίγγοντας το μπουφάν γύρω από τους ώμους, να ρίξω το νερό στα λουλούδια, να τσεκάρω το γραμματοκιβώτιο, να με δει η γειτόνισσα με τις πυτζάμες έντεκα η ώρα το μεσημέρι. Θα βγεις εσύ ή εγώ; Νοστάλγησα την μυρωδιά της πρωινής εφημερίδας ανακατεμένη με τον καφέ που κοντεύει να παγώσει και εκείνη τη βανίλια που κρέμασες στο ράφι πάνω από το γραφείο να δροσίζει. Πάνε χρόνια; Λίγα ή πολλά; Η μνήμη δεν με βοηθά· ποτέ δεν βοηθούσε. Πάντα σκυμμένος πάνω από βιβλία και χαρτιά, λογαριασμούς, υποχρεώσεις, γραμμάτια και μια οθόνη γεμάτη χιόνια (έχουμε λάθος στραμμένη την κεραία), ξέχασα να πρέπει να θυμάμαι. Ξέχασα πώς είναι να θυμάμαι. Μόνο πιες το νερό ως το τέλος- δεν κάνει μόνο μια γουλιά. Μόνο ντύσου καλά και σκούπισε τα μαλλιά με την πετσέτα γιαατί ο καιρός δεν αστειεύεται (πότε αστειευόταν; μην παίζεις με το ρημαγμένο μου μνημονικό. Ποτέ δεν μας λυπήθηκαν οι καιροί). Μόνο σταμάτα αυτά τα γραψίματα και θα κάψεις την ψυχή σου. Θα βγεις εσύ. Και θα ταΐσεις τον σκύλο σφίγγοντας το μπουφάν γύρω από τους ώμους σου, θα ρίξεις νερό στα λουλούδια και θα τσεκάρεις το γραμματοκιβώτιο ενώ θα σε κοιτά η γειτόνισσα που είσαι με τις πυτζάμες στις έντεκα η ώρα το μεσημέρι. Και θα’ σαι εσύ.

1 σχόλια - Στείλε Σχόλιο
Συγγραφέας
aiolos_m
Χρήστος A. Μιχαήλ
Αιθεροβάμων
από Σαλαμίνα


Περί Blog
blogs.musicheaven.gr/aiolos_m

Κομμάτια της ζωής ξεκολλημένα, καθαρισμένα κι εκτεθειμένα σε βιτρίνα δίχως τζάμι. Όποιος θέλει απλώνει το χέρι και παίρνει.

Tags

Γλυκό του κουταλιού Εμμονές Καρρέ Φιξ Κλεμμένα Μνημορραγίες Σχέδια & εικασίες



Επίσημοι αναγνώστες (13)
Τα παρακάτω μέλη ενημερώνονται κάθε φορά που ανανεώνεται το blogΓίνε επίσημος αναγνώστης!

Πρόσφατα...
Δημοφιλέστερα...
Αρχείο...


Φιλικά Blogs

Links
Photo courtesy of Sotiris Kouvopoulos - www.cadu.gr
Template design by Jorge