Η όποια κριτική κάνει ασκεί ο καλλιτέχνης με το έργο του στον τρόπο ζωής της κοινωνικής πραγματικότητας που βιώνει είναι πάντα καλοδεχούμενη αν και ως κριτική πάντα ερεθίζει ... Μα χωρίς αυτήν την κριτική και την κοινωνική ζύμωση (ταξική πάλη) οι κοινωνίες δεν βρίσκουν τον βηματισμό τους προς το μέλλον. Αυτός ο βηματισμός όμως όπως και η εξέλιξη της ιστορίας δεν ακολουθεί μια ευθύγραμμη πορεία , έχει μια σπειροειδή εξελικτική πορεία αυτό σημαίνει ότι το θετικό μπορεί να γίνεται αρνητικό και να εναλλάσσετε σε μια πάλη των αντιθέτων στο διηνεκές . Τώρα οι μετά Χριστό προφήτες καλό είναι να περιορίζουν τις αντικομουνιστικές τους επιδιώξεις που χαζά χαζά αφήνουν να εννοηθεί ότι η όποια κριτική δικαιώνει τον ξεπεσμένο καπιταλισμό στο ποιό βάρβαρο για τους λαούς στάδιο του τον Ιμπεριαλισμό .
Και αν σου χάιδεψα τα βελούδινα ροδοπέταλα.
Κι όταν σε κοίταξα κι απρόσμενα συνάντησα τα πράσινα φύλλα σου, έκλεισα την εικόνα στην καρδιά της ανθοδέσμης σου.
Κόκκινα γαζιά στα πέταλα των λουλουδιών σου κρεμασμένα στη φθορά του αύριο στο χάσιμο της συνέχειας.
Τρέχουν τα πράγματα με συνέπεια και συνέχεια τρέχει και ο νους μας με διακοπτόμενα τιτιβίσματα.
Άπλωσαν οι φυλλομένες κλάρες σου καταπάνω μου.
Με αγκάλιασαν.
Οι δροσοσταγόνες της νιότης σου έγιναν τα δάκρυά μου.
Περπάτησα πολύ κάτω απ τον ήλιο.
Περπάτησα πολύ κάτω από τη βροχή.
Θέλησα να ξεπλύνω τη θάλασσα να τη στολίσω με βαρκούλες κι αέρηδες. Να βάλω στεφάνια χρυσά με υπομονή φορτωμένα στα κατάρτια τους, με θυμάρι και ρίγανη να μυρώσω την πνοή τους. Άσπρα να γίνουν καθαρά απ τα καυτά δάκρια που πέφτουν. Πέφτουν και ζεματούν την καρδιά μου.
Τυλιγμένη στη καταχνιά με το μαντίλι σου το μαύρο. Στο πέλαγος καθρεπτίζεις τον ουρανό τα δάση τα βουνά τον πόνο του πατέρα που χάνει το σπλάχνο του.
Η μορφή σου κλείνει μέσα της την αντάρα του κόσμου.
Το θάνατο που γέννησε τη ζωή. Την άλλη.
Νερό και θάλασσα και πέλαγος και βουνά, μαλώνουν με τα πεύκα και τις οξιές τα πουλιά και τους γλάρους για τις λύπες σου.
Σε ποιόν καμβά ζωγραφίζεις το δρόμο μας με τι χρώματα γράφεις τις νύκτες τις τεράστιες με ποια ηλιαχτίδα σβήνεις ανατρέπεις το σήμερα και χαράσσεις και χαράζεις το μέλλον .
Στην εικόνα σου βλέπω την αδικία τη φτώχια το αδιέξοδο τον άνεργο γιό τον νεκρό στρατιώτη.
Στα μάτια σου στα μεγάλα σου μάτια που άφωνα ήσυχα καρτερικά ζουν τα ροδοπέταλα τα βελούδινα υπάρχει καρφωμένη η πορεία της ζωής.
Αυτής που δεν την διαλέξαμε που δεν την αρνηθήκαμε που δεν την κλάψαμε μα απλά τη βάζουμε στη ρότα του χρόνου μας….. ζούμε.
ο κόσμος τους, σχηματισμένη η σφραγίδα της φυλακής
κίνηση επιβραδυνόμενη τέλος σίγουρο.
Πάγωσε το όνειρο η φαντασία κλαίει.
Ο χώρος μας ο χρόνος μας η ταλάντευση μας
ζούσαν πάνω στη φλόγα στη θέρμη του νήματος μας.
Το μεγάλο μαζικό καταστροφικό τους όπλο μπορεί να σκοτώνει χιλιάδες.
Δεν μπορεί να τους σκοτώσει όλους.
Όμως η νέα τάξη επιστημονικά μεθοδικά ισοπεδώνει την ανθρωπότητα.
Πρώτα τον πολιτισμό δηλαδή τον τρόπο σκέψης.
Ε μικρέ φοβοκουρασμένε ανθρωπάκο
ξέρουν αυτοί απ τα πειράματα.
Ίσα που να μπορείς να σταθείς να δουλέψεις .
Τρομαγμένος με καχύποπτο βλέμμα
στωικά παραδομένος στα ένστικτα της δίψας τις ανίκανης να σε χορτάσει .
Υποκατάστατο της βρομερής αναξιοπρέπειας προσπαθεί να ισορροπήσει ψυχικά και νευρολογικά .
Οι Δούλοι έσπαγαν τα εργαλεία εμείς <καίμε> τους επιστήμονες που δίνουν τη γνώση τους στους εκμεταλλευτές .
Αστοί πολυεθνικάριοι ιδιόκτητες μονοπωλιακών και οφσόρ εταιριών αν δεν σας ανατρέψουμε, πρέπει να παρακαλάτε για αυτό,
θα πνιγείτε στο τέλμα που δημιουργείτε Μες στα σκατά .
Ο Μολιέρος καταδυκτικός, ψηλαφίζει τους ψεύτες γιατρούς δικολάβους αγάπες γαμπρούς
και δίνει στα άδολα νιάτα το προνόμιο της αλήθειας και της καλλιτεχνικής έκφρασης.
Ο μεγάλος καυστικός αυτός λογοτέχνης αν σήμερα ζούσε δεν ξέρω αν θα μπορούσε να κρατήσει το χιούμορ του η αν θα πέταγε τους κεραυνούς του Δία τις βροντές του ή αν θα έφερνε ξανά τον κατακλυσμό του Δευκαλίωνα.
Πάντως θα άνοιγε το κουτί της Πανδώρας να βγουν έξω οι λαϊκές αντιδράσεις. Υγρό πυρ θα έλουζε τις ώρες που μαίνεται η σύγκρουση.
Τα πυρπολικά του Κανάρη να πλευρίζουν την άρπαγα εξουσία να λευτερώνουν το λαό.
Και ο μεγάλος μουσουργός του λόγου σε ποιον δίνει την εντολή του μέλλοντος ποιος ο επόμενος αρχιτέκτονας της ζωής ,η συλλογική σκέψη,
η συλλογική εργασία, η λαϊκή εξουσία .
Ξέρεις το να αγανακτείς και να ξεσπάς να σκούζεις δεν χρίζει σκέψης το να κτίζεις ζωή χωρίς εκμετάλλευση θέλει οργάνωση και γνώση.
Ο αέρας βαρύς σκοτεινός οι άνθρωποι ζουν στις σκιές των διαφωνιών
Που κοιτιούνται καχύποπτα ίσως περίεργα στο μύλο των ισχυόντων.
Και να που κινούνται ανθεπιχειρήματα εκατέρωθεν.
Κλαίνε σπαράσσουν μάλλον άκομψα ζουν τον ξεπεσμό της ηλιαχτίδας.
Ημέρα άφαντη στεγνή μυροκαμένη μοναχική θολός τόπος έμβρυο ημιθανές
Ξεκούρδιστη ντροπή άχρωμο σκοτάδι ήχος αβάσταχτα ανάρμοστος που μεγάλωνε
την ένταση της παιδικής επίθεσης σε δακρυσμένα πατήματα άμμου.
Κοντά σε Θερμοπύλες ακούμπαγε να ξεκουράσει τον Αίαντα
νύχτα άγρυπνο το καντήλι ατέλειωτος ο κόπος της αντοχής απομόνωση ένταση ο ενδοτισμός η βλακεία η ραδιουργία ειλικρινής δεν μπορεί να φανταστεί το δεύτερο λόγο καθαρά ανάρμοστος απροσάρμοστος στην προσαρμοστικότητα αγαθός στις μάχες με τους ανεμόμυλους φορτώνει τον εύοσμο έρωτα ανάμεσα στις δυό του πλάτες και καμώνεται πως τον κουβαλά σε τόπους όλο φωτιά και θειάφι κίτρινους πονηρούς δύσοσμους ντυμένους το ένδυμα της στιγμής που καίνε τις μάγισσες. Πέρασαν μέρες και χρόνια πολλά θα περάσουν κι άλλα με μας αντάμα και όχι μα σαν ροδίζει η αυγή όλα θα σβήνονται και θα ξαναρχίζει ο καυτός ήλιος.
Άστρα της αυγής μωβ πράσινα χρυσά λούζουν την ανθρωπότητα με φως και νοσταλγία
Κύματα χρωματιστά ποτίζουν το μέλλον που δροσίζουν οι πρωινοί αέρηδες,
Εκείνες τις ώρες που στοχάζεσαι το αύριο κουρνιάζει μέσα στα φυλλώματα της ελπίδας μας το όνειρο πως δεν θα γίνει ποτέ πιά πόλεμος.
Μα φοβάμαι τους ανθρώπους που δεν έχουν δει τα πρωινά άστρα.
Τα μάτια μας κουράζονται να αγναντεύουν αυτό που έρχεται από την ανηφόρα του χρόνου.
Το τεράστιο καραβάνι των αχινών περπατά στη στεριά αθόρυβα αρματωμένοι με τα χιλιάδες αγκάθια τους πάνοπλοι έτοιμοι
Δεν μπορούν να τελειώσουν τον πόλεμο γιατί αυτός χρειάζεται να πολεμούν την κούραση που προκαλούν τα γεράματα.
Κάνουν τόπο στα χρώματα στα φώτα ζώνουν τα δέντρα τους θάμνους τα λουλούδια του Μάη της πρώτης του μέρας με τα νεκρά κορμιά τους φρέσκα ευωδιαστά παγκόσμια στολίδια διαμάντια λαμπερά στάλες δροσερές στα νιάτα του κόσμου.
Τώρα που κρατάς το χέρι, μια πεπονόφλουδα πρόσεχε,
η ακρόπολη γκρεμισμένη από το Ερεχθείο λείπουν οι κόρες
τα μπουκάλια κενά με διάφανα χρώματα
τα γήπεδα η χώρα τα δάση προσφορά στον πολιτισμό του της των τέλος πάντων υπανθρώπων
κίτρινο μέταλλο και ωραία μεταξωτά λόγια μακριά από το φαγητό που έχουμε ανάγκη
το σχολείο την αίσθηση της σιγουριάς της ασφάλειας
το πολιτισμός της εργασίας που δημιουργεί τα ανθρώπινα θαύματα όταν κοινοκτημονούντε
τότε που ενσωματώνουν τις καλές τέχνες μέσα στις καθημερινές δράσεις ως πρέπει.
Φαντασία και πάλη χρειάζεται να οργώσεις το χώμα να σπείρεις τους σπόρους τους όμορφους τους από παλιά φυλαγμένους για τέτοιους καιρούς,
δύσκολους να τους πω, μαύρους να τους πω, άχαρους, απολίτιστους.
το κουράγιο το θάρρος η αισιοδοξία η αυταπάρνηση ο αλτρουισμός συνοδεύουν τη φλόγα τη χαλκοκίτρινη που καίει και ζεσταίνει ένα πανάρχαιο όνειρο που περασμένο μέσα από ντοπιολαλιές μύθους και ιστορίες για πρώτες εποχές χαρούμενες, χωρίς χρυσό κι ασήμι και παντοδύναμους θεούς,
που υπόσχονται γλυκούς παραδείσους αν είσαι καλό παιδί!!!!
Ήρθε όμως η εποχή της βλάστησης να η ώρα που ξέρεις πως αλλιώς δεν μπορεί να γίνει
Πρέπει να δεις τα τριαντάφυλλα τα κόκκινα και τα γαρίφαλα να πρασινίζουν να ανθούν δώσε μας κουράγιο το έχουμε ανάγκη έλα κοίτα οι άλλοι ξεκινήσανε.
Γράφω για σένα μόνο. Καθώς η ζωή, ο χρόνος ας πούμε καλύτερα, δε μας δίδαξαν πολλά.
Ούτε τα σχολεία τους βοήθησαν την αλόγιστη καρδιά μου να αγαπά λιγότερο
και αγαπά <<πολλά ωραία>> μα και πιο ωραία.
Που φιλούν τα όνειρα στις προσδοκίες των ανθρώπων. Αυτά τα πολύ ωραία τα κρατάμε φυλαγμένα κάτω απ το βλέφαρο μη τα μάθουν απότομα οι απονήρευτοι και η ακατανόητη έκφραση του προσώπου τους χαλάσει.
Μυστικά ταλαιπωρημένα με αγάπη και ζάχαρη αχνή γλυκιά παρωδία δράματος παιγμένου σε υποτονικούς ρόλους. Προπαίδεια για αόριστα όρια που κουράζουν το θάνατο και βαρυγκωμούν το χάρο, δουλειά καθημερνή από το πρωί ως το βράδυ.
Χρόνος ατέλειωτος απρόσωπος με σταματημένα ρολόγια. Δεν έχεις να πας πουθενά δεν σε περιμένει κανείς δεν έχεις νόρμα κλείνεις το μάτια και δεν βλέπεις τίποτε ζεις στον αστερισμό του καρότου το μαστίγιο είναι δίπλα σου και τα παιδιά με αυτό πηδούν σχοινάκι.
Δεν μιλάς γιατί ήδη έχουν όλα ειπωθεί και τι τι θα πουν οι άλλοι αυτός μιλά είναι επικίνδυνος γιατί τι λέει;
Μα μα για το μουσακά για το χαλβά για τα πουλιά α! για τα πουλιά, αχ αυτό το κελάιδισμα κάποτε κάποτε όταν η Ευτυχία.
Ζούσε μού λέγε πως είχε χαρούμενο χρώμα και μ’ αυτό ζωγράφιζαν πάνω στα κόκκινα αυγά… που σα σπουν τσουγκρίζοντας το ένα με τα’ άλλο ξεπηδά η ζωή μυρωδάτη κάθε φορά έτοιμη για το ραντεβού της άνοιξης και μπουμπουκιάζουν τα κλαδιά κι ομορφαίνει η πλάση που ξελογιάζει τα βήματα στο δρόμο με τ’ όνομα ελπίδα για ειρήνη κι ανθρωπιά.
Μα τώρα σώπα η ατέλειωτη ώρα στα ρολόγια καταπίνει το λόγο.
Σταματημένα αναίσθητα στα θέλω που ξέχασες πως υπάρχουν πολύ δε περισσότερο ότι λέγονται κιόλας.
Λίγο ξεχασμένος πάνω στη θύμηση λίγο φοβισμένος στο ακρωτήρι του φάρου τα λόγια χαράζω στα βράχια και τα χώνω στη γη βαθιά στην καρδιά της να μπολιάσω το είναι της. της μαυροφορούσας. Ακόμη τούτη η άνοιξη ραγιάδες ραγιάδες…
Κι ήθελε ακόμη πολύ να μεγαλώσει ο ερχομός του απόβραδου. Η ώρα που μετρώ τις ελλείψεις μου ντυμένες στις μορφές και στα χρώματα τους. Η πάλη ασίγαστη λες και αντιγράφει την πορεία της άνοιξης. Οι τέσσερεις εποχές απροσδιορίστου διαρκείας στριφογυρνούν στο διάστημα. Το αίμα ο θυμός η βία οι δολοφονίες οι εκβιασμοί. ο φόρος υπεραξίαςΗ άγνοια ρωτά τους αιώνες της στέρηση, γυμνή από φτιασίδια.Της τάξης μας συστατικό η κοινή μας μοίρα. Της τάξης μας ουσιαστικό η ακούραστη υπομονή. Δυσκολευόμαστε να καταλάβουμε τις φούριες των μικροαστών Μα μάθαμε να τις ξεχωρίζουμε.Και σίγουροι σφυρίζουμε τη διεθνή,εμπρός τις γης... με χαμηλή φωνή ζυγώνω του αγώνα της τις δυσκολίες. Κάθε έπαρση μας είναι ξένη κάθε στάση της ιστορίας κατανοητή.Εδώ οι εργάτες της Γαλλικής κομούνας δίπλα οι Αμερικάνες κλωστο υφάντρες πιο δω τα κόκαλα των εργατών του Λαυρίου. Οι εξόριστοι οι φυλακισμένοι οι αντάρτες του ΕΛΑΣ και του ΔΣΕ και ξανά οι εξόριστοι, οι εκτελεσμένοι, οι βιασμένοι,τα μεγάλα μάτια των μικρών παιδιών έντρομα και βουβά σα σπούν την πόρτα οι κομουνιστοφάγοι για να τρομοκρατήσουν, να κάμψουν την τάξη μας. Παρέλαση των εκατομμυρίων της τάξης μαςΚαι τούτη η σύγκρουση δε θα είναι η τελευταία. Ξέρουμε ποια με επιστημονική γνώση τα βήματα της πάλης και αυτό τους τρομάζει, τώρα ποιο δύσκολα θα μας μπερδέψουν. Το κόμμα μας φάρος άσβηστος το προσκλητήριο μας για γνώση και πάλη για εξουσία του προλεταριάτου.Εδώ φτάσαμε σε σημείο κομβικό η επανάσταση είναι υπόθεση του παγκόσμιου προλεταριάτου.Η πάλη ασίγαστη λες και αντιγράφει την πορεία της άνοιξης. Γιατί οι εποχές όσες κι αν έρθουν όσο κι αν καθυστερήσουν εμείς θα είμαστε εκεί για να συνεχίζουμε το δρόμο μας.Της τάξης μας συστατικό η κοινή μας μοίρα. Της τάξης μας ουσιαστικό η ακούραστη υπομονή.Τώρα εργάτη τώρα εμείς χιλιάδες χρόνια μετά την πρώτη αυγή της εκμετάλλευσης είμαστε στη λευκαυγή στο κατώφλι της κατάργησης της. Και να με τη μεγάλη μας κατάκτηση το κόμμα μας.Εμείς οι εργάτες πατάμε στη γνώση της επιστήμη, της εξέλιξης, στη θησαύριση της πείρας των αγώνων και στην ανάπτυξη της θεωρίας μας.Κι έτσι τα όνειρα θα πάρουν δικαίωση όχι στην εκδίκηση μα στο χάραγμα ενός καινούριου κόσμου στην δημιουργία μιας πάστας ανθρώπων που επιδέχονται εξέλιξη.
Αστερόσκονη στ’ αστέρια κοχύλια πορφυρά ακτίνες σκοτεινές περιοχές του σύμπαντος λάμπουν δίπλα στο φως.
Ψωμί σταφύλια δύο κιλά κρέας πορτοκάλια πορτοκαλάδα.
Μαγεριό με τη μυρωδιά της νοστιμιάς που κλείνει μέσα του όλα αυτά τα υλικά που συντελούν απλά στην ομορφιά της ζωής.
Η ενεργητικότητα των ανθρώπων τόσο διαφορετική σε κάθε ένα διαφορετική από άλλη συνταγή αξιών μίγμα επιδιώξεων αισθητικής απόσταγμα νοστιμιάς στα κελάρια της ανθρωπότητας.
Δίπλα στη δυστυχία του οργανωμένου κοινωνικού συστήματος στις συμβάσεις που δείχνουν ή κρύβουν το θησαυρό της ασχήμιας του μεμονωμένου όντος που μπλεγμένο στα δίχτυα του καθρεπτίζει μια εικόνα ζωής αλλοιωμένη πορεία στο βάθος της αν… ελεύθερης επιλογής.
Αστερόσκονη στ’ αστέρια κοχύλια πορφυρά ακτίνες σκοτεινές περιοχές του σύμπαντος λάμπουν δίπλα στο φως.
Ψωμί σταφύλια δύο κιλά κρέας πορτοκάλια πορτοκαλάδα.
Στο μαγέρικο του πολέμου ζει ο θάνατος αχνίζει παρατεταμένα αναλείπτετε ο βόρβορος και ντύνεται το κάλος. Δακρύζει ανεξήγητο γιατί ο ζωντανός ο πόλεμος δεν εξηγείτε δεν ιστορείτε.
Και το φως που είναι το λαμπρό μας μέλλον, ας πούμε, μια παραίσθηση για την αίσθηση του παρόντος αναγκαία καταλυτική ουσία απαράμιλλα σμιλεμένη.
Πράσινα τα φύλλα της κληματαριάς της αγαπημένης μου με τις χοντρές ρόγες και το χοντρό σταφύλι.
Δροσερό παθιασμένα όμορφο, ακριβά, μοναδικής γεύσης. Στριφογυριστές οι βέργες οι κληματσίδες οι ρίζες βαθιά χωμένες στα σπλάχνα της γης ρουφούν αργά την αποθηκευμένη τροφή.
Στην παχιά της σκιά πλησίασα τα αστροφώτιστα διαστήματα που στολίζουν τα μάτια σου αυτά με τους πηχυαίους τίτλους ήρεμα γλυκά σαν σε σελίδες εγκυκλοπαίδειας που βρήκα αστέρια και λάμψεις.
Μα οι εποχές τις δίνουν μια άλλη όψη η κάθε μια την ποτίζουν ξεχωριστά με λίγα δάκρια ίσως και πολλά.
Κάθε μικρό ρυάκι δάκρια, ξέρετε το κάθε ένα μοιάζει με διαμάντι γευστικά θαλασσί αλμυρό οπτικά.
Γκρι το τσιμέντο γκρι το χαμόγελο γκρι το σούρουπο που περνά πάνω από τα τριαντάφυλλα του κήπου το γρασίδι δροσερό θαρραλέο καλύπτει ξεκάθαρα κάθε χώρο.
Κουράζει η ξιπασμένη εξουσία τα έσχατα σημεία του μέλλοντος
πικραίνουν τις πέτρες τα βουνά
μα εξοργίζει τα χρώματα τα κάδρα του καλλιτέχνη
οι ζωγραφιές φωνάζουν κλαίνε φοβερίζουν.
Οι μάζες μαθαίνουν κοιτάζουν το παλιό,
να αφουγγράζονται το καινούριο πικράθηκαν και θα μεθύσουν.
Από νωρίς το πρωί έκλαψα για τους νεκρούς του κόσμου
εκατοντάδες χιλιάδες νεκροί από το χέρι της εξουσίας ανά τους αιώνες πεθαίνουν
Καθαρά θα στο πω καθαρά θα στο περιγράψω αν μπορώ Αν μπορώ ξύνω το κεφάλι ξύνω το ξινό ξύλο Φτιάχνω ένα κεφάλι πολλά κεφάλια από ξύλο Ζω στη σκέψη στον πολιτισμό του ξύλου. Θα στο πω ξανά ξινά επαναληπτικά ίσως κούφια Προϋπήρχαν πολιτισμοί καλύτεροι η χειρότεροι δεν ξέρω. Μα ξύλινος που υπονοεί πολιτιστική ακαμψία Μη αντίληψη της ευαίσθητης πλευράς του φεγγαριού.? Καθαρά θα στο πω χεριάζετε να τα λέμε καθαρά Πολλά κεφάλια έφτιαξα σα δάσκαλος και γλύπτης του νου Σκάλισα λεπτές γραμμές και αποχρώσεις σκέψεις κέντησα χρώματα και ήχους Σε ένα κόσμο ξύλινο που καίγεται και κουβαλά νερό με τρύπιο δοχείο. Σε έναν ήλιο ολοφώτεινο λαμπρό άσπρο που του κλέβω το φως Θα πω την αλήθεια μου την αλήθεια που κλέβει το μέλλον μου το ψέμα μου Όνειρο γλυκό για καλύτερη σμίλη. Τι ξυλοποιεί το λόγο τον άνθρωπο τις σχέσεις μας Τι κοινωνία γεννά αυτό το τέρας πως και πόσο χειρότερα μπορούν Να είναι τα πράγματα.
Καθαρά σύννεφα στον ουρανό τον γεμίζουν πέρα πέρα τον όγκο του ζωγραφίζοντας όνειρα που έχουν ξεφύγει από τον ύπνο κάποιων ταλαίπωρων βιοπαλαιστών και ανεμπόδιστα φιγουράρουν στον μπερντέ του ουράνιου στερεώματος.
Ανώνυμα προς μεγάλη μας χάρη και με την άνεσή μας μπορούμε μέσα από αυτό το ιδιότυπο γκάλοπ να γνωρίσουμε ,με παραβολικό τρόπο, τις κρυφές τις ποιο μύχιες σκέψεις τα ποιο πικρά θέλω των ανθρώπων που περνούν δίπλα μας που εργάζονται στην πόλη μας.
Πολλές φορές κατά την ανάγνωσή τους μας μπαίνει η υποψία πως κάποια από τα αποδρώντα μας όνειρα προέρχονται από τις διπλανές πόλεις καθώς τα θέματα τους ταιριάζουν πιότερο στις συνθήκες αυτών των περιοχών ακόμα και γεγονότα που διαδραματίστηκαν εκεί φαίνονται να ταιριάζουν.
Μπορείς κάποιες φορές να ξεχωρίσεις και το επάγγελμα του ονειρευτή τη διάρκεια του ονείρου και αυτό δείχνει πόσο η κρυφή αυτή επιθυμία τον ταλαιπωρεί που χάνει εκείνες τις στιγμές του ονείρου την ανθρώπινη του ιδιότητα και μετατρέπετε σε ένα είδος μάντη που προλέγει που παρουσιάζει απόκρυφες σκέψεις που η ηθική μας δεν επιτρέπει να ομολογήσομε ούτε στον εαυτό μας καθόσον στον χρόνο της ημέρας δεν μπορούμε ούτε να τα φανταστούμε ως άλλος δόκτωρ Τζέκιν.
Ο θησαυρός της συλλογής μας άρχισε να μεγαλώνει τόσο που μπήκαμε στη πορεία ομαδοποίησης θεματολογικά έτσι η εργασία αυτή μεγάλωσε, απαιτεί πολλές ώρες της ημέρας και αρκετούς ανθρώπους να βοηθούν.
Όμως τα όνειρα σαν αντανάκλαση της ζωής μας δεν επιτρέπετε να τα ξεχάσουμε μα δεν μπορούμε άλλωστε .
Μέσα σ αυτά κατοικεί το αύριο μιας και το παρελθόν μας τα οδηγεί.
Έτσι μάθαμε να εκτιμούμε τα όνειρα να τα υπερτιμούμε μάλιστα μιας και οι ελπίδες μας οι διορατικότητες μας οι ανάγκες μας για την επόμενη μέρα περνά μέσα από τα ταπεινά όνειρα του ονειρευτή .
Η εξέλιξη της ζωής ξεκινά με τα όνειρα καθώς ο παγωμένος ζητά τη φωτιά.
Πολλές φορές τα όνειρα παρεξηγούνται σα να εκφράζουν μια απραγματοποίητη υπόθεση και ονειροπαρμένες συμπεριφορές .
Έτσι μας ζητούν να ξεκοπούμε από αυτά, καθόσον είναι αδύνατο να απαλλαγούμε από την τυραννική πολλές φορές πραγματικότητα του παρόντος του πάντα νέου παρόντος με τα χαρακτηριστικά του χθες και τις προϋποθέσεις του μέλλοντος.
Στα μανταλάκια του ουρανού μπερντέ ξεχώρισα και κάποια δικά μου όνειρα μα τα βρήκα φτωχά ταπεινά έτσι με την εμβέλεια τους δεν έκανα για να παίξουν τόσο σημαντικό ρόλο στην ιστορία μας μόνο λίγη γλύκα θα έδιναν στον καφέ μου και προσεκτικά με μπόλικη ταπεινότητα τα έβαλα στην άκρη της κατάταξης να πάρουν προτεραιότητα άλλα πιο σπουδαία που οι αλλαγές τους κοσμοϊστορικές δείχνουν .
Μα ξέρετε για να γίνει ένα όνειρο πραγματικότητα δεν είναι απλή υπόθεση.
Είναι νομίζω μια διαδικασία αρκετά σύνθετη.
Μια πρακτική που μάλλον κατηγορείται, πολλές φορές κινεί υποψίες ανατρεπτικές της υπάρχουσας κοινωνικής δομής και συνήθειας . Άλλοτε πάλι λοιδορούνται .
Ίσως το εκπαιδευτικό σύστημα να έπρεπε σαν ένα ακρογωνιαίο συστατικό του να έχει τη δημιουργία προσωπικοτήτων που η πραγματοποίηση των ονείρων θα βρίσκετε στο ιστό του μαθησιακού πεδίου.
Σκύβοντας στον πολιτισμό μας στην ακίνητη πορεία του μπορούμε να αναγνωρίσουμε την πρόοδο μέσα από την αμετακίνητη εξέλιξη ιδιωμάτων και συνθηκών.
Υπάρχουν όνειρα παγκόσμιας εμβέλειας μα και δυσκολίες που η ζωή τις λύνει με ιστορικά προτσές αναπάντεχα.
"Καταχνιά" (Κατοχή-Αντίσταση-Απελευθέρωση) (Μουσική: Χρήστος Λεοντής, Στίχοι: Κώστας Βίρβος, Κείμενα: Νικηφόρος Βρεττάκος) Συναυλία του Χρήστου Λεοντή στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών τον Ιανουάριο του 2000 στα πλαίσια των εκδηλώσεων για την Ε’Σύνοδο της Βουλής των Εφήβων (1999-2000). Διοργάνωση Βουλή των Ελλήνων. Τραγουδούν: Λάκης Χαλκιάς, Νένα Βενετσάνου, Δώρος Δημοσθένους. Αφήγηση: Χρήστος Τσάγκας. Συμμετέχουν: Η Μεγάλη Ορχήστρα Ελληνικής Μουσικής Δήμου Αθηναίων,Η Μικτή Χορωδία "Φίλοι Μοντέρνας Μουσικής" υπό τη διεύθυνση-διδασκαλία του Δημήτρη Παπαδημητρίου και η Μικτή Χορωδία Νέων Δήμου Κηφισιάς υπό τη διεύθυνση-διδασκαλία του Γιώργου Αρβανίτη. Διευθύνει ο Χρήστος Λεοντής. Τηλεσκηνοθεσία Αντώνης Μακαρώνας. (Αρχείο:Θανάση Γιώγλου)
σε τονική απόχρωση ανοιχτότερη από τα φύλλα της γαρυφαλλιάς
με τα ολόμυρα κόκκινα γαρύφαλλα να στολίζουν το μάρμαρο κάτω απ το κάσομα του στη μικρή γλάστρα…
πήλινη και δίπλα το κουτί της κονσέρβας ανέμελα παρατημένο έτσι χωρίς λόγο για να χαλά την απίστευτη ισορροπία της εικόνας του κάδρου όπως θα έλεγε ο Φώτο γράφος.
Μα τι είναι τέλος αυτό ή αυτά τα παράθυρα ;
Γιατί με κάνουν τόση εντύπωση η εναρμόνια ομορφιά των παρατημένων δίχως συντήρηση αυτών παραθύρων του άβαφου ωχρού τοίχου που αποτελεί τμήμα στον ακάλυπτο χώρο πολυώροφων οικοδομών .
Μα όχι δεν είναι όλα κλειστά.
Βλέπω σε κάποια τα κουρτινάκια κρεμασμένα απ τα καρφιά μέσα από τα τζάμια λίγο πιο πάνω από τη μέση έτσι που το φως να έρχεται ανεμπόδιστα μα να κρατά απέξω τα βλέμματα να εμποδίζουν την όραση.
Αναγορεύουν την ζωή μέσα απ αυτό σεβαστή απαραβίαστη μυστική κλισμένη στην εσωτερικότητα στη μοναξιά στη μοναδικότητα .
Και είναι εκείνα σημεία ή σημάδια ζωής, μέσα απ τον ωχρό τον τοίχο που βλέπει κι αερίζετε απ τον χώρο τούτον του ακάλυπτου, κι ονείρων και πόθων που τους κρατούν ζωντανούς για να τους βρει το αύριο και το αύριο…. να μελετάν τα χρεούμενα να γίνουν, η γαρυφαλλιά η απλωμένη πετσέτα η μουσική που αδέσμευτη βγαίνει στον αέρα παρέα με τη μυρωδιά του φαγητού που βράζει.
Ξέρω τα παράθυρα όλα δεν είναι πράσινα μα αυτό δεν αλλάζει ούτε τον ακάλυπτο ούτε το εσωτερικό του παραθύρου .
Από ένα παράθυρο μπορείς να κοιτάς μέσα αλλά και έξω..
σε τονική απόχρωση ανοιχτότερη από τα φύλλα της γαρυφαλλιάς
με τα ολόμυρα κόκκινα γαρύφαλλα να στολίζουν το μάρμαρο κάτω απ το κάσομα του στη μικρή γλάστρα…
πήλινη και δίπλα το κουτί της κονσέρβας ανέμελα παρατημένο έτσι χωρίς λόγο για να χαλά την απίστευτη ισορροπία της εικόνας του κάδρου όπως θα έλεγε ο Φώτο γράφος.
Μα τι είναι τέλος αυτό ή αυτά τα παράθυρα ;
Γιατί με κάνουν τόση εντύπωση η εναρμόνια ομορφιά των παρατημένων δίχως συντήρηση αυτών παραθύρων του άβαφου ωχρού τοίχου που αποτελεί τμήμα στον ακάλυπτο χώρο πολυώροφων οικοδομών .
Μα όχι δεν είναι όλα κλειστά.
Βλέπω σε κάποια τα κουρτινάκια κρεμασμένα απ τα καρφιά μέσα από τα τζάμια λίγο πιο πάνω από τη μέση έτσι που το φως να έρχεται ανεμπόδιστα μα να κρατά απέξω τα βλέμματα να εμποδίζουν την όραση.
Αναγορεύουν την ζωή μέσα απ αυτό σεβαστή απαραβίαστη μυστική κλισμένη στην εσωτερικότητα στη μοναξιά στη μοναδικότητα .
Και είναι εκείνα σημεία ή σημάδια ζωής, μέσα απ τον ωχρό τον τοίχο που βλέπει κι αερίζετε απ τον χώρο τούτον του ακάλυπτου, κι ονείρων και πόθων που τους κρατούν ζωντανούς για να τους βρει το αύριο και το αύριο…. να μελετάν τα χρεούμενα να γίνουν, η γαρυφαλλιά η απλωμένη πετσέτα η μουσική που αδέσμευτη βγαίνει στον αέρα παρέα με τη μυρωδιά του φαγητού που βράζει.
Ξέρω τα παράθυρα όλα δεν είναι πράσινα μα αυτό δεν αλλάζει ούτε τον ακάλυπτο ούτε το εσωτερικό του παραθύρου .
Από ένα παράθυρο μπορείς να κοιτάς μέσα αλλά και έξω..
Ξαφνικά έχασα τον ειρμό τη σειρά των σκέψεων, που λένε,
δεν ξέρω πως και γιατί αλλά πράγματα που μου συμβαίνουν στην καθημερινότητα μου νιώθω πως έχουν μια συνέχεια μια αλληλουχία μια ακαθόριστη σχέση κάποια αιτία που πλέκονται έτσι τα γεγονότα τα συμβάντα μεταξύ τους ενώ φαίνονται άσχετα.
Ποτέ δεν συμπαθώ εύκολα ίσως και πραγματικά κάποιον, παίζει κι αυτό το ρόλο του.
Λέτε να συμβαίνει μόνο σε μένα, πως μα πως μπορώ να το μάθω. Κι αν το μάθω τη να κάνω, μετά τη θα κάνω. Υπάρχει τρόπος; Γιατί συμβαίνει; Γιατί δεν μπορώ να αγαπήσω; Φταίω εγώ φταίνε οι άλλοι; Κάτι έξω από τους ανθρώπους κάποιος δαίμονας ίσος μας μάτιασε ο διάβολος και οι καλικάντζαροι έστησαν χορό στη πλάτη εκατομμυρίων ανθρώπων.
Ίσως μα είναι πολύ απλοϊκή εξήγηση βολική ώστε να μη χρειαστεί να σκίσουν τα διπλώματα τους ψυχίατροι ψυχολόγοι σεξολόγοι κοινωνιολόγοι μια απλή ‘η έστω σύνθετη εξομολόγηση με άφεση αμαρτιών το πρόβλημα θα λύση, τις ανησυχίες της συνείδησης θα αποκοίμιση το ποίμνιο θα εξακολουθήσει την προσευχή και τη νηστεία το νου και το κορμί να τιμωρήσει γιατί ο σατανάς τα έχει κυριαρχήσει.
Μα πάλι τη θα γίνει όπια εξήγηση κι αν δώσεις τον κόσμο πως θα επιδιορθώσεις; Μόνο που στον κόσμο τίποτε δεν είναι τυχαίο, άλλωστε έχουν λαμπροί επιστήμονες μουτζουρώσει πολλές σελίδες για να το τεκμηριώσουν, και το μυαλό σου άμα στύψης τη λογική και την πραγματικότητα αγγίξεις ίσως την ανασφάλεια την εκμετάλλευση την απάτη την πίνα και τις αρρώστιες συναντήσεις γεννήματα πολέμου και εμπόρων.
Οι έμποροι των εθνών ακόμα δεν πέθαναν είναι αδυσώπητοι αδίσταχτοι και έχουν επιτελείς μορφωμένους χαμογελαστούς ικανούς να κουμαντάρουν τον κόσμο. Νομίζω πως το πρώτο πράγμα που σφυγμομετρούν είναι αυτό το αίσθημα της ανακατωσούρας που νιώθω κι εγώ αυτή την αποξένωση και συνεπώς την αίσθηση ότι δεν έχεις να κρατηθείς από πουθενά. Συνεπώς κλίσου στο καβούκι σου περιχαρακώσου στον λειψό τον άρτο τον επιούσιο προσπάθησε να βρεις κάποιες ατομικές λύσεις ‘ η σε πιο σικ έκδοση κάποιες προσωπικές διεξόδους.
Και τώρα που κάπως δώσαμε μια εικόνα τι; Τι να κάνεις για τη ζωή που περνά και χάνετε, κατανοείς πως δεν σου άξιζε να πλανιέσαι σε αδιέξοδα που πέρα από την συγκαλυμμένοι αλυσίδα του σκλάβου σου στερεί τη δύναμη για πραγματική επαφή; 29/05/08
Κάπου στο ξέφωτο του δάσους όμορφα πολύχρωμα αγριολούλουδα απελευθερώνουν το μυστήριο της ύπαρξης.
Η άμμος ατελείωτη, απέραντη έκταση καυτής ύλης άνυγρης στεγνής ζωής μαρτυρικού βηματισμού μέχρι την επόμενη όαση πράσινη στιγμή στο χάος.
Νερό διαυγές, άρωμα μιας ένωσης πανάρχαιας με τον κάματο.
Κάθαρση συνέπεια και υπόσχεση δύναμης φανός και φάρος δίπλα στην όαση, λιμάνι ατάραχο κι ατάραχτο από λέξεις και γράμματα.
Γραμμάτια απλήρωτα, κόπος που βάλθηκες να ανταλλάξεις με χρήμα, τη δύναμη του όπλου βλέπεις. Ο καθένας μπορεί να καταλάβει τη στιγμή που πρόδωσες τον άνθρωπο.
Θεϊκά δικαιολογητικά φοβέρες και κατάρες τριγυρνάς πάνω από τα κεφάλια μας δεμένες στο θεϊκό μαστίγιο σου και στους κεραυνούς κάποιου Δία. Όλοι πρέπει να υποταχτούν.
Δεν θυμώνουν δεν ξεσπούν για το άδικο που τους συμβαίνει φροντίζεις να το κρύψεις μα το άδικο το νιώθεις σε πνίγει και ας μην το κατανοείς επαρκώς.
Κόμπος δεμένων αισθημάτων τα μάτια κοιτούν για σύντροφο να βρουν
Στεγνή και ξερή γεύση χάνετε το έδαφος γκρεμίζεσαι ώρα πολύ ……….. απλώνεις τα χέρια κάπου να κρατηθείς.
Σκας στον πάτο ενός βαράθρου το κορμί ταλαιπωρημένο ζαλάδα το τυλίγει σα νεφέλωμα, δεν βλέπεις καλά μισοσκόταδο από κάπου ψηλά έρχεται αχνό φως αρχίζει να σαλεύει.
Μόνος στο πουθενά μα όχι ,όχι δεν είναι μόνος
και άλλοι ταλαιπωρημένοι αδύναμοι στο κορμί στα αισθήματα στο νου
γενιές και γενιές καταπίεσης στο περιθώριο της γνώσεις βουτηγμένοι στο ανεξήγητο
ανάβουν θυμίαμα και ξορκίζουν το κακό που αναπόφευκτα θα τους ευρύ.
Έχουνε δρόμο μπροστά γενιές πολλές θα τον περπατήσουν
και σαν η ώρα βρει τη στιγμή που πρέπει
οι καταραμένοι θα ξεπλύνουν τον κάματο θα πάρουν τη ζωή σε άλλη διάσταση
τα μάτια θα βλέπουν αλλιώς κι όλα αλλιώς θα τα καταλαβαίνουν.
Τα αγριολούλουδα σε άλλα χρώματα θα τα βλέπεις και η ύπαρξη αξία άλλη θ’ έχει
Δε φτάνεις τα άστρα που θέλεις να τα αλλάξεις χρώμα.
Πάντα ήθελες κάτι να μας πεις κάτι για !… μα ποτέ δεν πρόλαβες να μας το τελειώσεις πάντα κάποιος σε διέκοπτε και εσύ ευγενείς φύση και θέση πάντα παραχωρείς χώρο στους άλλους.
Στον κουμπαρά του απωθημένου σου βάζεις χαρτάκια πράσινα κόκκινα γραμμένα η άγραφα τσαλακωμένα η βελούδινα σα τον φιλάργυρο που μαζεύει λύρες όχι για να τις ξοδέψει μα για να τις βλέπει να παίρνει δύναμη από αυτές όταν ακουμπά πάνω τους το βλέμμα του.
Δειλός όπως είναι δίνει κουράγιο στο εγώ του βαυκαλίζετε με τα πανέμορφα χαρτάκια του, εφευρίσκει λόγους ύπαρξης πλουτίζοντας τον κουμπαρά του.
Στον άνεμο ποτέ δεν τα εμπιστεύτηκε να μην του τα μαρτυρήσει, βάζει μάλιστα πέτρες στις τσέπες του σακακιού του έτσι λιανός που είναι φοβάται μη του το πάρει και το σηκώσει.
Έχει τακτικά δοσοληψίες με το θησαυρό του κι ανεβαίνει στου ουρανού τα ποιο πορφυρά τα σύννεφα σα τα διαβάζει χάνετε εκεί πάνω ώρες ατέλειωτες.
Μέσα του τρέχει ένα δάκρυ έχει κάνει μάλιστα ένα αυλάκι ανάμεσα στα φύλλα της καρδιάς.
Mα σε κανέναν δε το μαρτυρά ετούτο το μαράζι το έχει κρύψει τόσο καλά στο μέσα της μέρος που κοντεύει να ξεχάσει και ο ίδιος γιατί είναι τόσο λυπημένος.
Με τις αναμνήσεις ταλαιπωρημένες μαύρες με μακρουλές μορφές λιγνές να συναλλάσσονται μεταξύ τους ανακατώνονται μέσα μου, παλεύουν επάνω στα εσώψυχά μου τραυματίζουν τον ουρανό ματώνουν τη σκέψη τη λογική.
Παράλογη, οδηγούν πορεία, ναυτία, πια η πραγματικότητα;
Το παραμύθι πανέμορφο ιστορία γλυκιά γλυκό του κουταλιού σταφύλι με χάντρες κέρινες ρόγες σταρένιες παραμυθένιες.
Αφήσου ανέβα στο πλεούμενο του Μωυσή πέρνα μαζί του το Νείλο χαλάρωσε. Μα ποιος κάνει παιχνίδι; ποιος κανονίζει τι θα πεις τα μάτια τι θα βλέπουν τι θα σου κελαηδάνε.
Έτσι τραυματισμένο πουλί ζωντανό τρομαγμένο, χωρίς γέφυρες στο χάος του γαλάζιου στο μαρτύριο του ήλιου χωρίς δρόμους επιστροφής τώρα πια κρανίου τόπος. Δεν ακούγεσαι…… δεν ακούγεσαι……… νιώσε το άρωμα,
μη περιμένεις τον κεραυνό,
πλύσου με τη βροχή τρίψε την άμμο στο κορμί σου κοκκίνισε το δέρμα σου νιώσε τη δύναμη που έχεις,
δίωξε την απογοήτευση την αδυναμία αυτό που σε θολώνει κράτα τον φίλο από το χέρι έτσι για να παίρνεις κουράγιο δύναμη, σαν τον γιο του Ποσειδώνα και της Γης (Ανταίος)
Ρώτησα κι αν δεν έχεις φίλο; Πολλοί δεν έχουν μου είπε.
Γι αυτό είναι τόσοι πολλοί οι λυπημένοι. . . . . τόσοι νιώθουν μελλοθάνατοι.
Κάθε εικόνα κάθε φωτογραφία μια στιγμή από το αναπάντεχο το τυχαίο που κυβερνά τη ζωή.
Που τόσο θέλουμε να προγραμματίσουμε και δε μας κάνει τη χάρη.
Της χρωστάμε χάρη που δε μας κάνει τη χάρη!
Να κάθετε πειθήνια και να την οργανώνουμε να την προγραμματίζουμε να την μετατρέπουμε σε άχαρη και πεζή πραγματικότητα.
Που πιθανόν και να μας λυπάται να αναγνωρίζει στην όψη μας τη δειλία το φόβο για το άγνωστο, εδώ που τα λέμε δεν αρέσει να σε ξεβολεύουν απρόσμενα συμβάντα και δοσοληψίες του σατανά !
Ανθρώπινες ατσαλοσύνες κατεργαριές αόρατες.
Αμέσως άρχετε στο νου μια τεράστια δίνη, που κάνει ας πούμε ένα μίξερ ένα τεράστιο μίξερ και δεν γνωρίζεις αλλά αναγνωρίζεις διαισθάνεσαι το απρόσμενο αν σε μια τέτοια για άγνωστο λόγο βρεθείς;
Πολύπλοκη αναπάντεχη πορεία στο διάβα του χρόνου.
Έκπληξη να το στοιχείο που ανατρέπει τη λύπη τη χαρά την ισορροπία.
Θέλω πράγματα αξεπέραστα μοναδικά με τρώει η αγονία η ζήλια για τα δημιουργήματα των άλλων. Δεν μπορώ να φανταστώ πως κάποιος ρε παιδί μου τα καταφέρνει καλύτερα η έστω καλά είναι θάνατος, αισθήματα νέκρωσης με αγκυλώνουν γιατί δεν το σκέφτηκα, παράξενη απολογία άξια ολοκληρωμένης ανάλυσης του εγώ ενός ανθρώπου που λέει στον καθρέφτη του πόσο καλός και αξιόλογος είναι.
Βέβαια νομίζω όχι πάντα υπάρχουν στιγμές και άτομα που οι συνέπειες της επιτυχίας τους ενοχλούν λιγότερο.
Θαυμασμός της ιδέας της μοναδικότητας, του σπάνιου συνδυασμού λεπτών και άδηλων αποχρώσεων της πραγματικότητας, συνδυαστική ικανότητα υψηλών προσδοκιών.
Αυτή άρχισε να με ρωτά έχεις κάποιες υποψίες για μένα; Μου έλεγε. Λέγε
Κάπου πρέπει να μάθω τι γένους είναι;
Πως γεννήθηκε;
Ποιος ο σκοπός της;
Τι θα ρισκάρω για αυτήν;
Πόσο μπορεί να ζήσει φυλακισμένη.
Έχω την ουσία της μα όχι την εικόνα της.
Αλήθεια έχει τέτοια.
Φωτογραφίζω τον κύκλο πιθανών δεν βλέπω τίποτα.
Και οι άλλοι το ίδιο.
Πήραν την κυρία μαθηματικά άνοιξαν όλες τις μαθηματικές της σελίδες έψαξαν στις γραμμές τους διάβασαν ξαναδιάβασαν μα του κάκου η πιθανότητα απτόητη έβγαζε κοροϊδευτικά τη μικρή της γλώσσα και μαστίγωνε την υπομονή μου και όλο με τράβαγε γεμάτο περιέργεια, μου σφήνωνε στο μυαλό την εμμονή. Τώρα δέσμιος της φυλακισμένος της την έχω πατήσει στα μαγικά της δόκανα ακίνητος κι αδύναμος να ξεφύγω από την ανάγκη να γνωρίζω. γνώση.
Καθαρό το καράβι μας
Καθαρό το κατάρτι μας ίσιο λευκό το πανί μας.
Αλήθεια σύμβολο αγνό λευκό σύμβολο πράξη και θέση.
Χρώμα χαρακτήρας, ιδιώτης ούσα.
Ουσία των μεγεθών του σύμπαντος.
Αεράκι απαλό στο ζεστό απόγευμα χαδιάρικο πέρασμα
αισιόδοξη εικόνα κι ας είμαι με άδειο στομάχι κι ας μη ξέρω πότε θα χω ψωμί.
Τα μάτια μου βλέπουν τη θάλασσα τα όνειρά μου τα βλέπω μέρα. Χιλιάδες τα κύματα απαλά σαν τ’ απογευματινό αγεράκι συνεχίζουν τη ζωή και όταν εγώ φεύγω.
Χιλιάδες άνθρωποι αναπνέουν κι όταν κοιμάμαι. Ξέχασα να πω όλοι αναπνέουν οξυγόνο πίνουν νερό προσπαθούν για το φαγητό.
Διαφέρουν στα αισθήματα και στην επεξεργασία τους. Νιώθουν αλλιώς τον ήλιο. Ζουν αλλιώς και για άλλους λόγους ο καθείς.
Στο άσπρο πανί της καρδιάς μας χρωματιστοί λεκέδες, Λεκέδες από συναισθήματα που φιλτράρισαν τη πορεία μας από αυτά που μας βοήθησαν να περπατήσουμε απέναντι
και να λυγίσουμε τους κόπους τα βάσανα.
Άραγε ποιός άνομος άνεμος τα φέρνει στα πανιά μας.
Εσύ και εδώ στα ζεματισμένα λιθάρια της βουνοπλαγιάς βλέπεις δρόμους που ανοίγουν πόρτες για το αύριο. Και μας καλείς όλους να βαδίσουμε σε αυτούς . Η καρδιά σου είναι ακούραστη η θέληση σου αλύγιστη η υπομονή σου ατελείωτη τα μάτια σου κοιτούν το μέλλων σαν τους προβολείς που φέγγουν το σκοτάδι. Κι εμείς βλέπουμε με τα μάτια σου το αύριο, πόσο γλυκαίνει η καρδιά μας, πυρώνει η φαντασία για μέρες καλές χωρίς τις πίκρες της εκμετάλλευσης. Φυτεύεις λουλούδια στην αυλή και λουλακιές βάφεις της γλάστρες. Δεν ξέρω πώς αλλιώς να περιγράψω την αισιοδοξία την αστείρευτη.