Το ωραιότερο μωρό, από ιδρύσεως Ελληνικού κράτους!!! Να μάθω, που μένει και έστω να είμαι γείτονας της. Να ξέρω ότι στον πάνω όροφο πλαγιάζει το κορμί αυτό. Να τη συναντώ στο ασανσέρ, με τα ψώνια από το supermarket, και να την βοηθάω να τα ανεβάσει πάνω. Να δυσκολεύεται να παρκάρει και να της παίρνω το τιμόνι από τα χέρια, και να το βάζω στην θέση του. Να την ακούω να μιλάει στο τηλέφωνο, και να λέει γλυκόλογα.
Σάσα… Μπάστα να ξεπεζέψω!
Ένα πλάσμα φτιαγμένο να κλείνει σπίτια και να ανοίγει ερμητικά ανοιχτά τα αντρικά στόματα. Όποιος την έχει δει να τραγουδάει στην πίστα φορώντας μόνο επιγονατίδες και κάτι ψιλά, πρέπει να αισθάνεται πολύ τυχερός γιατί είναι σαν να ήταν παρών στην πρώτη προπόνηση του Μαραντόνα με τα τσικό της Αρχεντίνος Τζούνιορ.
Γιατί η Σάσα έχει πολύ μέλλον μπροστά της. Ρωτήστε τις στρατιές αντρών που έχουν μείνει με το στόμα ανοιχτό βλέποντάς την να προχωρά στους διαδρόμους γραφείων στους δρόμους, στις αίθουσες τηλεοπτικών σταθμών φορώντας (χωρίς μποξεράκι) το ίδιο σκισμένο τζιν, στον κώλο φυσικά, που κάνει τα κλειστά παράθυρα ν' ανοίγουν!!!
Αχ, Σ Α Σ Α ........................
Η ΠΟΡΕΙΑ ΠΡΟΣ ΤΟ ΜΕΤΩΠΟ
«Ξημερώνοντας τ' Αγιαννιού, με την αύριο των φώτων, λάβαμε τη διαταγή να κινήσουμε πάλι μπροστά, για τα μέρη όπου δεν έχει καθημερινές και σκόλες. Έπρεπε, λέει, να πιάσουμε τις γραμμές που κρατούσανε ως τότε οι Αρτινοί, από Χείμαρρα ως Τεπελένι. Λόγω που εκείνοι πολεμούσανε απ' την πρώτη μέρα, συνέχεια, και είχαν μείνει σχεδόν οι μισοί και δεν αντέχανε άλλο.
Δώδεκα μέρες κιόλας είχαμε μείς πιο πίσω, στα χωριά. Κι απάνω που συνήθιζε τ' αυτί μας πάλι στα γλυκά τριξίματα της γης, και δειλά συλλαβίζαμε το γάβγισμα του σκύλου ή τον αχό της μακρινής καμπάνας, να που ήταν ανάγκη, λέει, να γυρίσουμε στο μόνο αχολόι που ξέραμε: στο αργό και στο βαρύ των κανονιών, στο ξερό και στο γρήγορο των πολυβόλων.
Νύχτα πάνω στη νύχτα βαδίζαμε ασταμάτητα, ένας πίσω απ' τον άλλο, ίδια τυφλοί. Με κόπο ξεκολλώντας το ποδάρι από τη λάσπη, όπου, φόρες, εκατοβούλιαζε ίσαμε το γόνατο. Επειδή το πιο συχνά ψιχάλιζε στους δρόμους έξω, καθώς μες στην ψυχή μας. Και τις λίγες φόρες όπου κάναμε στάση να ξεκουραστούμε, μήτε που αλλάζαμε κουβέντα, μονάχοι σοβαροί κι αμίλητοι, φέγγοντας μ' ένα μικρό δαδί, μια-μια εμοιραζόμασταν τη σταφίδα. Η φόρες πάλι, αν ήταν βολετό, λύναμε βιαστικά τα ρούχα και ξυνόμασταν με λύσσα ώρες πολλές, όσο να τρέξουν τα αίματα. Τι μας είχε ανέβει η ψείρα ως το λαιμό, κι ήταν αυτό πιο κι απ' την κούραση ανυπόφερτο. Τέλος, κάποτε, ακουγότανε στα σκοτεινά η σφυρίχτρα, σημάδι ότι κινούσαμε, και πάλι σαν τα ζα τραβούσαμε μπροστά να κερδίσουμε δρόμο, πριχού ξημερώσει και μας βάλουνε στόχο τ' αεροπλάνα. Επειδή ο Θεός δεν κάτεχε από στόχους ή τέτοια, κι όπως το 'χε συνήθιο του, στην ίδια πάντοτε ώρα ξημέρωνε το φως.
Τότες, χωμένοι μες στις ρεματιές, γέρναμε το κεφάλι από το μέρος το βαρύ, όπου δε βγαίνουνε όνειρα. Και τα πουλιά μάς θύμωναν, που δε δίναμε τάχα σημασία στα λόγια τους - ίσως και που ασκημίζαμε χωρίς αιτία την πλάση. Άλλης λογής εμείς χωριάτες, μ' άλλω λογιώ ξινάρια και σιδερικά στα χέρια μας, που ξορκισμένα να 'ναι.
Δώδεκα μέρες κιόλας, είχαμε μείς πιο πίσω στα χωριά κοιτάξει σε καθρέφτη, ώρες πολλές, το γύρο του προσώπου μας. Κι απάνω που συνήθιζε ξανά το μάτι τα γνώριμα παλιά σημάδια, και δειλά συλλαβίζαμε το χείλο το γυμνό ή το χορτάτο από τον ύπνο μάγουλο, να που τη δεύτερη τη νύχτα σάμπως πάλι αλλάζαμε, την τρίτη ακόμη πιο πολύ, την ύστερη, την τέταρτη, πια φανερό, δεν ήμασταν οι ίδιοι. Μόνε σα να πηγαίναμε μπουλούκι ανάκατο, θαρρούσες, απ' όλες τις γενιές και τις χρονιές, άλλοι των τωρινών καιρών κι άλλοι πολλά παλιών, πού 'χαν λευκάνει απ' τα περίσσια γένια. Καπεταναίοι αγέλαστοι με το κεφαλοπάνι, και παπάδες θεριά, λοχίες του 97 ή του 12, μπαλτατζήδες βλοσυροί πάνου απ' τον ώμο σειώντας το πελέκι, απελάτες και σκουταροφόροι με το αίμα επάνω τους ακόμη Βούλγαρων και Τούρκων. Όλοι μαζί, δίχως μιλιά, χρόνους αμέτρητους αγκομαχώντας πλάι-πλάι, διαβαίναμε τις ράχες, τα φαράγγια, δίχως να λογαριάζουμε άλλο τίποτε. Γιατί καθώς όταν βαρούν απανωτές αναποδιές τους ίδιους τους ανθρώπους πάντα, συνηθάν στο Κακό, τέλος του αλλάζουν όνομα, το λεν Γραμμένο ή Μοίρα - έτσι κι εμείς επροχωρούσαμε ίσια πάνου σ' αυτό που λέγαμε Κατάρα, όπως θα λέγαμε Αντάρα ή Σύννεφο. Με κόπο ξεκολλώντας το ποδάρι από τη λάσπη όπου πολλές φορές εκατοβούλιαζε ίσαμε το γόνατο. Επειδή το πιο συχνά, ψιχάλιζε στους δρόμους έξω καθώς μες στην ψυχή μας.
Κι ότι ήμασταν σιμά πολύ στα μέρη όπου δεν έχει καθημερινές και σκόλες, μήτε αρρώστους και γερούς, μήτε φτωχούς και πλούσιους, το καταλαβαίναμε. Γιατί κι ο βρόντος πέρα, κάτι σαν πίσω απ' τα βουνά, δυνάμωνε ολοένα, τόσο που καθαρά στο τέλος να διαβάζουμε το αργό και το βαρύ των κανονιών, το ξερό και το γρήγορο των πολυβόλων. Ύστερα και γιατί ολοένα πιο συχνά, τύχαινε τώρα ν' απαντούμε, απ' τ' άλλο μέρος vα 'ρχονται, οι αργές οι συνοδείες με τους λαβωμένους. Όπου απιθώνανε χάμου τα φορεία οι νοσοκόμοι, με τον κόκκινο σταυρό στο περιβραχιόνιο, φτύνοντας μέσα στις παλάμες, και το μάτι τους άγριο για τσιγάρο. Κι όπου σαν ακούγανε για που τραβούσαμε, κουνούσαν το κεφάλι, αρχινώντας ιστορίες για σημεία και τέρατα. Όμως εμείς το μόνο που προσέχαμε ήταν εκείνες οι φωνές μέσα στα σκοτεινά, που ανέβαιναν, καυτές ακόμη από την πίσσα του βυθού ή το θειάφι. "Όι, όι μάνα μου", "όι, όι μάνα μου", και κάποτε, πιο σπάνια, ένα πνιχτό μουσούνισμα, ίδιο ροχαλητό, που 'λεγαν, όσοι ξέρανε, είναι αυτός ο ρόγχος του θανάτου.
Ήταν φορές που εσέρνανε μαζί τους κι αιχμαλώτους, μόλις πιασμένους λίγες ώρες πριν, στα ξαφνικά γιουρούσια που κάναν τα περίπολα. Βρωμούσανε κρασί τα χνώτα τους, κι οι τσέπες γιομάτες κονσέρβα ή σοκολάτες. Όμως εμείς δεν είχαμε, ότι κομμένα τα γιοφύρια πίσω μας, και τα λίγα μουλάρια μας κι εκείνα ανήμπορα μέσα στο χιόνι και στη γλιστράδα της λασπουριάς.
Τέλος κάποια φορά, φανήκανε μακριά οι καπνοί που ανέβαιναν μεριές-μεριές, κι οι πρώτες στον ορίζοντα κόκκινες, λαμπερές φωτοβολίδες.»
«Ένα το χελιδόνι * Κι η άνοιξη ακριβή
Για να γυρίσει ο ήλιος * θέλει δουλειά πολύ
Θέλει νεκροί χιλιάδες * να ‘ναι στους τροχούς
Θέλει κι οι ζωντανοί * να δίνουν το αίμα τους»
Οδυσσέας Ελύτης
«Το Άξιον Εστί»
Γράμμα απο το δικό μας ΜΕΤΩΠΟ
Μονάκριβε γιε μου, σήμερα μπορεί να εξέλειπαν οι εχθροί με τα κανόνια και τις ξιφολόγχες. Μπορεί να εφησυχάσαμε και να ξεχάσαμε να πολεμάμε, μα «οι Βάρβαροι είναι να ‘ρθουν σήμερα»!
Άλλης λογής εμείς χωριάτες, μ' άλλω λογιώ ξινάρια και σιδερικά στα χέρια μας, οι Νεοέλληνες, με άλλω λογιώ μάχες να πολεμήσουμε!
Η Πατρίς μπορεί να μην κινδυνεύει, μα κινδυνεύουν όσοι και όσα την αποτελούν γιατί η Πατρίς κοιμάται!
Αυτός ο κόσμος «με φωτιά και με μαχαίρι πάντα προχωρεί»! Κι εμείς γελάγαμε στις γειτονιές την «άλλη» μέρα!
Κοιμήσου ήσυχα αγόρι μου, «αυτός ο κόσμος δεν θα αλλάξει ποτέ», δεν έχουμε την διάθεση μα και το θάρρος!
Τα χάσαμε μέσα στον χρόνο, στο βόλεμα και την πολύ συνάφεια ……!!!!
14 σχόλια - Στείλε Σχόλιο"Και να αδελφέ μου
Που μάθαμε να κουβεντιάζουμε
ήσυχα,
ήσυχα,
κι απλά ………………."
Ήσυχη και παράξενη εποχή,
αρχές του αιώνα!
Σαν κάτι καινούργιο να παραμονεύει,
σαν να είναι εδώ να γεννηθεί ένα παιδί
ή να χαθεί η υπομονή!
Ίσως η ιστορία να ρθεί αναμασημένη
σαν φάρσα!
Μα εδώ, το νιώθεις, κάτι νέο κρύβεται
Στα μάτια, στις φωνές ………………
Σ’ όλα αυτά που ψιθυρίζαμε χρόνια αδελφέ,
στα σκοτεινά,
με τις φωνές χαμηλωμένες από φόβο
……. ή ντροπή!
Σαν Συνωμότες!!!
Το καινούργιο μπορεί να μην είναι λύτρωση
μα θα ‘ναι ΝΕΟ!
Μπορεί να γίνει θηλιά για τους επομένους
στο τέλος του αιώνα (πάντα έτσι δεν γίνεται άραγε?)
Μα για εμάς αδελφέ,
Θα είναι το τέλος του εφησυχασμού
Θα είναι η αρχή του στίγματος ………
9 σχόλια - Στείλε Σχόλιο
Μαζέψαμε και σας παρουσιάζουμε σήμερα τα πενήντα (50), ναι καλά διαβάσατε…. πενήντα, πιο καυτά αναπάντητα ερωτήματα της ζωής μας!
Ένα ερώτημα να απαντούμε κάθε μήνα, θα μας πάρει κάτι περισσότερο από τέσσερα χρόνια να συμπληρώσουμε το πάζλ!!
Σε δουλειά να βρισκόμαστε δηλαδή!!
Όσοι κατέχουν τις απαντήσεις σε κάποια από αυτά τα βασικά ερωτήματα, παρακαλούνται να τις καταθέσουν πάραυτα, να μάθουμε κι εμείς οι υπόλοιποι!
Μέχρι να απαντηθούν όλα, εγώ αποσύρομαι!
Πάμε λοιπόν:
1. Από τι υλικό είναι φτιαγμένο το πελεκούδι και καίγεται συνέχεια;
2. Σε ποια ακριβώς περιοχή του ουράνιου θόλου βρίσκεται το σφοντύλι;
3. Ποιος και ποτέ ενημέρωσε τον Ταρζάν ότι τον λένε έτσι;
4. Γιατί ο Donald Duck όταν βγαίνει από το μπάνιο φοράει πετσέτα ενώ κυκλοφορεί τις υπόλοιπες ώρες χωρίς παντελόνι;
5. Τι σκατά σημαίνει επιτέλους Ζαβαρακατρανεμιά;
6. Ποιος είναι επιτέλους ο ανιψιός του Μπάρμπα Μπεν και ποιος του Μπάρμπα Στάθη;
7. Η απαγόρευση του καπνίσματος σε χώρους εργασίας ισχύει και στις καπνοβιομηχανίες;
8. Πως λύνει το πρόβλημα με τα οδοντικά σύμφωνα, όποιος μιλάει έξω από τα δόντια;
9. Μπορεί κάποιος να αποφασίσει οριστικά ότι είναι αναποφάσιστος;
10. Θα είχε διαφορά αν αντί να τραβάει κανείς ένα ζόρι, το έσπρωχνε;
11. Όταν κάποιος με μανία καταδιώξεως, καταδιώκεται πραγματικά, λέμε ότι θεραπεύτηκε;
12.. Γιατί τα ντουλάπια στα αστυνομικά τμήματα έχουν κλειδαριές;
13. Με ποια ακριβώς επιχειρήματα έπεισε ο Νώε τα ψάρια να αφήσουν το νερό και να μπουν στην κιβωτό;
14. Η λέξη 'Αμφιλοχίας' κρύβει κάποιο σεξουαλικό υπονοούμενο;
15. Ποιος ήταν ο αντικειμενικός σκοπός αυτού του Αλέξη όταν κρυβόταν πίσω από τις λέξεις;
16. Υπάρχει λογική απάντηση στην ερώτηση 'Γύρισες';
17. Γιατί χρειάζονται πλύσιμο οι πετσέτες του ντους αφού όταν τις χρησιμοποιούμε είμαστε καθαροί;
18. Αφού ο άνθρωπος προέρχεται από τον πίθηκο γιατί υπάρχουν ακόμη πίθηκοι;
19. Πως πήρε το όνομά της η μακαρονάδα 'πουτανέσκα';
20. Τι σημαίνει κάθομαι όρθιος;
21. Οι γοργόνες κάνουν απολέπιση;
22. Τα ΑΤΜ γιορτάζουν της Αναλήψεως;
23. Γιατί τις λέμε ατομικές βόμβες αφού σκοτώνουν πολλούς;
24. Πώς λέγεται ένα αγριογούρουνο όταν είναι ήρεμο;
25. Ο ΤΕΝ-ΤΕΝ δε θα έπρεπε να λέγεται TWENTY;
26. Γιατί λέγονται πολύ-θρόνες αφού κάθεται μόνο ένας;
27. Τι γεύση έχουν τα λυσσακά;
28. Σε τι τεστ επιδεξιότητας υποβάλλεται ο κώλος ώστε να αποκτήσει τελικά δικαίωμα στο μεταξωτό βρακί;
29. Υπάρχει επιστημονική εξήγηση γιατί το παρδαλό κατσίκι έχει μεγαλύτερη αίσθηση του χιούμορ από τα υπόλοιπα μονόχρωμα;
30. Το @ σε τι ακριβώς μοιάζει με το παπάκι;
31. Δεν είναι σατανική σύμπτωση όποιος βρίσκεται στην τουαλέτα όταν χτυπάς να ονομάζεται 'άλλος';
32. Ο Κουτρούλης πόσους προσκεκλημένους έχει τελικά στο γάμο του;
33. Υπάρχει κάποιος ψυχοπαθής που δημιουργεί συστηματικά λάκκους στις φάβες;
34. Γιατί όταν οι τράπεζες στέλνουν 'τελευταία ειδοποίηση' για μια δόση, στη συνέχεια αθετούν την υπόσχεσή τους και ξανασχολούνται μαζί μας ;
35. Τι βύσμα έχει τελικά αυτός ο ουδείς και όλοι τον θεωρούν αναντικατάστατο;
36. Στην Αφρική πως ονομάζεται το αράπικο φιστίκι;
37. Πόσο περήφανος για το σώβρακό του είναι ο Σούπερμαν ώστε να το φοράει πάνω από το παντελόνι;
38. Γιατί του διαόλου η μάνα δε δοκιμάζει να μείνει πιο κοντά;
39. Η τσαπα-τσούλα, είναι αγρότισσα ελευθέρων ηθών;
40. Τι χρησιμεύει η τρύπα στα ντόνατς;
41.- Αυτός που βρίσκεται παγιδευμένος ανάμεσα στο 'γκρεμό' και στο 'ρέμα', έφτασε εκεί κολυμπώντας ή σκαρφαλώνοντας;
42. Αυτός που γράφει το 'ακόμα πιο νόστιμο' στις συσκευασίες των γατοτροφών, πώς είναι τόσο σίγουρος;
43. Τι μέσο χρησιμοποιεί ένα βουνό για να πάει στον Μωάμεθ;
44. Αυτό το 'διαφανές-περιτύλιγμα-με-τις- φουσκάλες-που-κάνουν-τσούκου- τσούκου-και-κάθονται-όλοι-και- τις-σπάνε-σαν-υπνωτισμένοι', ξέρει κανένας πως λέγεται με μία λέξη;
45. Γιατί οι αριθμοί στο κομπιουτεράκι είναι τοποθετημένοι ανάποδα σε σχέση με τους αριθμούς στα τηλέφωνα;
46. Αφού λένε πως το κολύμπι κάνει καλό στη σιλουέτα πως εξηγούν τις φάλαινες;
47. Οι επιγραφές που λένε πως 'επιτρέπουν την είσοδο μόνο σε σκυλιά που οδηγούν τυφλούς', περιμένουν να διαβαστούν από τα σκυλιά ή από τους τυφλούς;
48. Τι εργαλεία έχουν πια αυτά τα 'πράσα' και πιάνουν συνέχεια διάφορους εκεί;
49. Πόσα χρόνια διαρκεί ένα 'ζαμάνι';
50. Στην ερώτηση 'θέλετε να γίνετε δωρητής οργάνων;' η απάντηση ' πάρτε τα αρχίδια μου ', θεωρείται θετική ή αρνητική;
Παω στο Φουρνο να ψωνισω,
ελπιζω οταν θα γυρισω
να χουν περασει καποια χρονια!
Αν αργήσω…… φάτε!
ΔΗΘΕΝ
4 σχόλια - Στείλε Σχόλιο
Αν η ώρα ήταν δώδεκα παρά ένα λεπτό και σου έλεγαν ότι στις δώδεκα ακριβώς θα πέθαινες (θα αναχωρούσες από τον μάταιο τούτο κόσμο), τι θα έκανες;
Το πιο πιθανό να κρατούσες την αναπνοή σου περιμένοντας το μοιραίο, γεμάτος τρόμο και αγωνία!
Κάποιος άλλος ίσως να σπαταλούσε το λεπτό που του απέμενε για να διαμαρτύρεται και να μεμψιμοιρεί για την άσχημη μοίρα που τον βρήκε!
Κάποιος άλλος όμως ίσως να προσπαθούσε να πάρει όσες περισσότερες αναπνοές μπορούσε μέσα σε ένα λεπτό, να σκεφτόταν όλα όσα όμορφα έζησε (όσα μπορούσε να θυμηθεί σε ένα λεπτό) και να χαμογελούσε!
Ποιος από τις τρεις αυτές αντιδράσεις έχει αξιοποιήσει καλύτερα το λεπτό που του απέμεινε να ζήσει; Ποιος έζησε για ένα λεπτό και χάρηκε την ζωή του;
Προφανές δεν είναι;
Οι άνθρωποι από την φύση μας γουστάρουμε να κολλάμε στα άσχημα που μας συμβαίνουν στην ζωή! Να τα εξυψώνουμε με μια αυτοκαταστροφική διάθεση, ξεχνώντας παράλληλα όλα τα ωραία που μας χάρισε η ζωή μας! Εξιδανικεύουμε το κακό που μας συμβαίνει παραμελώντας τον εαυτό μας, τις αντοχές του και την ευτυχία που δικαιούμαστε! Αμελούμε την αυτοπεποίθηση μας και παραδιδόμαστε με ευκολία στις αδυναμίες μας!
Αφήνουμε τα άσχημα να μας καταβάλουν, διαμαρτυρόμενοι για όλα, γκρινιάζοντας για την μοίρα μας, για την κακία του κόσμου, για όσους μας έβλαψαν, για όσους δεν μας καταλαβαίνουν, για έρωτες που δεν ευοδώθηκαν και πάει λέγοντας! Λυγίζουμε και γεμάτοι με μαζοχιστικές διαθέσεις γινόμαστε έρμαιο των άσχημων καταστάσεων για να έχουμε δικαιολογίες για την αδυναμία μας να εκπληρώσουμε όσα θελήσαμε, όσα ονειρευτήκαμε!
Γενικά τα βάζουμε με την τύχη μας, τη μοίρα μας, το κισμέτ μας, το ριζικό μας!!
Μήπως όμως (όπως έλεγε και ο Ναπολέοντας) «τύχη είναι η συνιστάμενη των δυνατοτήτων μας;»
Ίσως τελικά, λέω τώρα, να μην υπάρχουν συμπτώσεις στην ζωή και στην μοίρα μας; Μήπως ο κάθε άνθρωπος φτιάχνει μόνος του το πεπρωμένο του;
Διότι στο κάτω – κάτω η ζωή μας μπροστά στην αιωνιότητα διαρκεί απλά ένα λεπτό!
Μήπως αυτό το λεπτό που μας χαρίστηκε, πρέπει να είμαστε σε θέση να το ζήσουμε; Να πάρουμε όσες περισσότερες ανάσες μπορούμε και να χαρούμε το κάθε δευτερόλεπτο του που είμαστε υγιής, ζωντανοί και δυνατοί;
Μήπως λέω (εγώ ο αδαής),
Μήπως……..;
11 σχόλια - Στείλε Σχόλιο
Δεν ήταν η βροχή
Μα η ψυχή που δεν είχε που να ακουμπήσει
Εδώ στο Νότο
Με βρήκες πάλι
Να χαράζω μόνος στο φως
τα μονοπάτια του πεπρωμένου
και της καρδιάς
Ήρθες να ξυπνήσεις πάλι
αγαπημένες αισθήσεις
Και τ’ άγγιγμα που δεν άντεξε
σαν βάζο κομμάτια έγινε
Ένα ταγκό στην άκρη της
ερήμου
Θα χουμε πάντα εμείς την αγάπη
Μα δεν την χαρήκαμε
Στο φεγγάρι την γράψαμε
την νύκτα που οι Σαρακίνοι
κούρσευαν την Ιβηρική
Eκεί σαν τελευταία παράσταση
στο Μπολτσάνο
μου άφησες το φιλί
κι ύστερα φορώντας το προσωπείο
χάθηκες με μια υπόσχεση
«Θα ξαναγυρίσω, να θυμάσαι…..»
Μα δεν ξέρω πια αν θέλω να γυρνάς
σαν αγαπημένη αίσθηση
Κάθε φορά ο χορός πληγώνει
Κι εγώ δεν έχω άλλες αντοχές
να στροβιλίζομαι
στην ολόφωτη πίστα του ουρανού
μονάχος ……….
****Η μουσική επένδυση είναι το LiberTango του Astor Piazzolla (τον άνθρωπο που έμαθε τον πλανήτη να χορεύει Tango, ίσως το τελευταίο…….)
9 σχόλια - Στείλε Σχόλιο
- Ουκ ήλθον ες γήν Τρωάδ’, άλλ’ είδωλον ήν -
- Τι φής; Νεφέλης αρ, άλλως είχομεν πόνους πέρι;
(Ευριπίδης «Ελένη»)
Τι έζησα και πως;
Για ποια ξεκίνησα και ποια η ζωή μου έταξε;
Για ποια πολέμησα και ποιες ήττες μου είχε στρώσει η ζωή;
Μου είχες ψιθυρίσει κάποτε πως οι άνθρωποι γίνονται σοφοί μέσα από τις συμφορές!
Και μετά το φώναξες στον άνεμο να απλωθεί,
Να το ακούσουν όλοι ως τα πέρατα!
Κάποτε πίστευα κι εγώ πως φτιαχνόμαστε από αυτά που έχουμε πετύχει,
Μα έμαθα πως όσα είχαμε την δυνατότητα να μην πετύχουμε μας έφτιαξαν!
Ο άνθρωπος τελικά μπορεί να γίνει ο χειρότερος εχθρός τους εαυτού του!
Όποιος νικά τους άλλους είναι δυνατός,
Όποιος νικά τον εαυτό του είναι ισχυρός,
Μα όποιος ξέρει ότι όταν πεθάνει δεν θα καταστραφεί ….
Παραμένει αιώνιος!
Η κάθε γενιά παλεύει για το στίγμα της!
Μα στην τελική κρίση όλοι μπαίνουμε στο λούκι!
Σαν άλλος Τεύκρος άκουσα κι εγώ τον Μαντατοφόρο,
Ότι τόσος πόνος
Τόση ζωή
Πήγαν τελικά στην άβυσσο,
Διότι δεν έχει πια περιθώριο για επαναστάσεις!
Χαμένες γενιές στο τίποτα που τους προσφέραμε,
Που μας πρόσφεραν!
Συμβιβασμένες γενιές,
«Δοσμένες στις μυλόπετρες, σαν το στάρι»!
Γιατί παλέψαμε αδελφέ;
«Για ένα πουκάμισο αδειανό;
Για μια Ελένη»;
**Αφιερωμένο σ’ όσους αγαπήσαμε μα δεν θα ξαναγυρίσουν!
5 σχόλια - Στείλε Σχόλιο
- Παρακαλώ
- Έλα ρε, ο Δημήτρης είμαι! Ο Μιχάλης τελείωσε! Έφυγε! Τον βρήκανε χθες….
Το τηλέφωνο έμεινε παγωμένο στο χέρι!
………………………………………………………
Την τελευταία φορά μου είχες πει «Δεν ξαναπέφτω! Καθάρισα!»
Σε πίστεψα! Ήθελα να σε πιστέψω, από ανάγκη κι ας το είχες πει χιλιάδες φορές, ρε Μιχάλη, κι ας το είχαμε παλέψει και μαζί και μόνος σου! Μα κάθε φορά έτρεχες να επιστρέψεις στους ψεύτικους κόσμους σου! Κι ας είχες υποσχεθεί…….
Από τότε που παίζαμε στην αλάνα έφτιαχνες τους δικούς σου κόσμους! Τους είχες ανάγκη, διότι αυτόν που σου έχανε φτιάξει οι δυο που σε έφεραν στην ζωή δεν ήταν για σένα! Για κανέναν δεν ήταν! Μα τον άντεχες γιατί δεν ήξερες άλλον! Αυτόν σου έμαθαν!
Κι όμως το πάλευες! Έφτιαχνες διάφορους κόσμους στο μυαλό σου για να μπορείς να κρύβεσαι, από τις φωνές, τους τσακωμούς, το ξύλο την κακοποίηση….
Μετά άρχισες να απλώνεσαι! Και μαζί μας και με άλλους, αυτούς που σου υποσχέθηκαν ψεύτικα όνειρα, ψεύτικες αποδράσεις, τα άσπρα, τα λευκά όνειρα που οδηγούσαν μόνο στην καταστροφή!
Μιχάλη, αγόρι μου, εκείνος ο κόσμος δεν ήταν για σένα, μα δεν κατάφερες να τον αποχωριστείς ποτέ!
Το παλέψαμε! Το πάλεψες!
Δεν τα καταφέραμε! Δεν τα κατάφερες!
Κάθε φορά που κτύπαγε άγνωστος αριθμός στο τηλέφωνο, σκεφτόμουν που έπρεπε να έρθω! Από πού θα ξεκίναγε πάλι η αγωνία!
Τότε, έψαχνες λες την ευτυχία, όλοι την ψάχναμε φίλε, αλλά όχι έτσι! Ανεβοκατέβαινες L.A. και πλατεία, σιγοψιθυρίζοντας Άσημο! Ένα βράδυ σε είχα δει να κρατάτε χεράκια και να κατηφορίζετε στο φως του φεγγαριού! Μάρκος και Άννα, σκέφτηκα, δεν μίλησα! Πέρασες, ήσουν τόσο….. δεν μ’ αναγνώρισες! Ούτε αυτό δεν μπορούσες να κάνεις κάποιες φορές! Μα η ευτυχία δεν έμεινε! Ποτέ δεν έμενε, χανόταν κάθε πρωί! Ίσως για να βρει την δική της δόση, δεν ξέρω ….. ποτέ δεν έμαθα!
Κι όταν ήρθες πάλι να με βρεις, εκεί στον βορρά, στην πόλη που δεν σταματάει η βροχή ποτέ… .. το παλέψαμε ξανά! Ακόμα έχω τα σημάδια στο μπράτσο από τα νύχια που μου έμπηγες κάθε βράδυ! Πόναγες! Δεν μίλαγα, απλά προσευχόμουν! Δεν ήξερα άλλο!
Κι ύστερα εδώ! Παρέα! Εγώ, εσύ, ο Δημήτρης, η Θάλεια, ο Κώστας! Σαν τότε στην αλάνα! Μας υποσχέθηκες! Δεν κράτησες όμως!
Δεν σε κατηγορώ! Το ξέρω ήταν δύσκολο! Το σαράκι έτρωγε κομμάτι κομμάτι κάθε σάρκα σου! Κάθε απομεινάρι της ψυχής σου!
Προχθές από το γιαπί! Σε ξάπλωσα πίσω! Όλη την διαδρομή δεν κουνήθηκες! Σκεφτόμουν! Δεν θα το άντεχα να σε χάσω! Γιατί όλοι εμείς ήμασταν ψεύτικοι, ρε φίλε! Εσύ ήσουν το αληθινό μας κομμάτι! Ο ήρωας των παιδικών μας χρόνων, που άντεχες όσα εμείς δεν ξέραμε αν ποτέ μπορούσαμε……
Απέτυχα! Δεν μπόρεσα….. συγχώρα με! Προσπάθησα όμως να σε τραβήξω, να σε έχω «καθαρό»! Δεν ήξερα πια τι άλλο!
…………………………………………………………………………………
Έκλεισα το τηλέφωνο!
Η κοινωνία, μας έχει κάνει την αλήθεια μας βρώμικη…….
Τι άλλο να κάνω;
Θα την λαδώσω για να ζήσω παραπάνω!
Να δω τις στάχτες μου να σέρνονται στον άνεμο…
Να με ξεκάνω!
……………………………………………………………………….
Μην ακούς Μιχάλη, δεν τελείωσες, τώρα αρχίζει το πραγματικό ταξίδι!
Η άσπρη σκόνη τελείωσε! Οι πόνοι τέλειωσαν! Μα όχι εσύ Αγόρι μου!
Δεν έφυγες, απλά κανένας δεν σε βρήκε ποτέ, ακόμα και μέσα στο όνειρο σου…….
Γεια σου Φίλε!
Θα σε ξαναβρώ στις αλάνες του ουρανού! Να κλοτσήσουμε ξανά μαζί την π…να την μπάλα, και μαζί της θα κλοτσάμε κι ένα κομμάτι από την ζωή που μας πλήγωσε!
Καλή αντάμωση, Άρχοντα!!!
5 σχόλια - Στείλε Σχόλιο
Photo courtesy of Sotiris Kouvopoulos - www.cadu.gr Template design by Jorge |