Από καιρό ήθελα να επιστρέψω σε τούτο το χώρο, απλά για να προσθέσω κάτι καινούργιο στην, εγκαταλειμμένη εδώ και καιρό, hi-tech γωνιά που επιχείρησα κάποτε ως άνοιγμα των οριζόντων των γνώσεων μου, αλλά και ως δοκιμή μιας νέας μορφής επικοινωνίας που με έβγαζε από τα συνήθη της δικής μου γενιάς. Αλλά «πολλά έξω να κάμω είχον», έτσι το ανέβαλλα συνεχώς, ίσως γιατί δεν είχα κάτι ουσιαστικό να παραθέσω! Ίσως πάλι γιατί όσα έχουμε να αντιμετωπίσουμε στη ζωή καθημερινά όταν όλα ανατρέπονται από οικονομικές κρίσεις, απώλεια δουλειάς, χρεωκοπίες, θανάτους, χωρισμούς, έρωτες και δεν συμμαζεύεται, μας αναγκάζουν να ξεχνάμε την έξω επικοινωνία και να επικεντρωνόμαστε στην επανασύσταση και επανασυγκόλληση του παζλ της ζωής μας. Η ανάγκη της αυτοσυντήρησης, της νέας αρχής, της επιβίωσης σε έναν κόσμο που καταρρέει και η προσμονή στο νέο Φεγγάρι ή το νέο Ήλιο (των πάλαι ποτέ αυτοχθόνων Ινδιάνων) που πάντα αποτελεί ελπίδα για ανάκαμψη!
Έτσι μ’ αυτά και μ’ αυτά το Blog έμεινε μόνο και σκονισμένο για καιρό, να θυμίζει κάποιες άλλες πιο ελπιδοφόρες εποχές όχι όμως και τόσο μακρυνές. Αν και το έχουμε βιώσει όλοι πολλές φορές στη ζωή μας φαντάζομαι, κάθε φορά το να διαλύεται η ζωή σου σε μια νύκτα και το επόμενο πρωί να προσπαθείς να μαζέψεις όσα κομμάτια απέμειναν για να φτιάξεις κάτι καινούργιο, προσφέρει πάντα μια νέα γνώση των δυνάμεων που νόμιζες ότι δεν είχες και των γερών βάσεων που έκτισε ο κάθε ένας από εμάς την προσωπικότητα του.
Δεν επανέρχομαι σε σένα φίλε blog για να γράψω κάτι πεφωτισμένο, ούτε κάτι έξυπνο, ούτε καν κάτι εμπνευσμένο με την απαραίτητη προσθήκη των κατάλληλων δόσεων χιούμορ για εντυπωσιασμό, αφού δεν το ’χω! Αφορμή ήταν τελικά κάτι πολύ απλό, ένα παλιό ξεχασμένο τραγουδάκι του φίλτατου Μηλιώκα με τίτλο «Μπαμπά μην τρέχεις»! Ένα τραγουδάκι που ακούγοντας το σήμερα το πρωί στο αυτοκίνητο από κάποια συχνότητα των ραδιοκυμάτων (ίσως και αριστερά των FM) καθώς ανηφόριζα για το γραφείο, μου έφερε στο μυαλό πολλούς συνειρμούς για την γενιά όλων των 40 και κάτι ψιλά και ίσως και των 40 παρά κάτι ψιλά! Αυτών που στο τέλος αποδεικνύονται ότι ανήκουν στους «Τελευταίους των Μοϊκανών», από πολλές απόψεις. Αυτή τη γενιά που η κρίση (κατά την γνώμη μου) έχει κτυπήσει περισσότερο και πιο τραγικά, αφού μόλις τελείωσε την πρώτη δεκαετία της μετουσίωσης των όποιων ονείρων και επιδιώξεων της με σκληρή δουλειά και πάλη! Και πάνω εκεί που άρχισε το νερό να μπαίνει στο αυλάκι και το βλέμμα στράφηκε σε καινούργιες οριοθετήσεις στόχων για τα επόμενα χρόνια η κρίση τα έφερε όλα τούμπα! Αυτό δεν σημαίνει ότι και όλες οι άλλες γενιές, δεν έχουν πληγεί οδυνηρά από την κρίση, αλλά εγώ εστιάζομαι στην δική μας γενιά που ξέρω και εμπιστεύομαι (όπως θα έλεγε και το διαφημιστικό σλόγκαν) και θυμήθηκα ένα κείμενο που είχα διαβάσει σε ένα blog ενός πολύ καλού μέλους του ΜΗ, αλλά το ξαναδιάβασα και προσφατα καπου στο διαδίκτυο και ταυτίζομαι πλήρως.
«Η Γενιά λοιπόν των 40 και κάτι ήμαστε μια γενιά σε συνεχή αναμονή! Περάσαμε την παιδική μας ηλικία περιμένοντας.
Έπρεπε να περιμένουμε δύο ώρες μετά το φαγητό πριν κολυμπήσουμε, δύο ώρες μεσημεριανό ύπνο για να ξεκουραστούμε και τις Κυριακές έπρεπε να μείνουμε νηστικοί όλο το πρωί για να κοινωνήσουμε.
Ακόμα και οι πόνοι περνούσαν με την αναμονή...
Κοιτάζοντας πίσω, είναι δύσκολο να πιστέψουμε ότι είμαστε ακόμα ζωντανοί… Εμείς ταξιδεύαμε σε αυτοκίνητα χωρίς ζώνες ασφαλείας και αερόσακους. Κάναμε ταξίδια 10 και 12 ωρών, πέντε άτομα σε ένα Φιατάκι και δεν υποφέραμε από το «σύνδρομο της τουριστικής θέσης». Δεν είχαμε πόρτες, παράθυρα, ντουλάπια και μπουκάλια φαρμάκων ασφαλείας για τα παιδιά. Ανεβαίναμε στα ποδήλατα χωρίς κράνη και προστατευτικά, κάναμε ωτο-στοπ, καβαλάγαμε μοτοσικλέτες χωρίς δίπλωμα. Οι κούνιες ήταν φτιαγμένες από μέταλλο και είχαν κοφτερές γωνίες.
Ακόμα και τα παιχνίδια μας ήταν βίαια. Περνάγαμε ώρες κατασκευάζοντας αυτοσχέδια αυτοκίνητα για να κάνουμε κόντρες κατρακυλώντας σε κάποια κατηφόρα και μόνο τότε ανακαλύπταμε ότι είχαμε ξεχάσει να βάλουμε φρένα. Παίζαμε «μακριά γαϊδούρα» και κανείς μας δεν έπαθε κήλη ή εξάρθρωση.
Βγαίναμε από το σπίτι τρέχοντας το πρωί, παίζαμε όλη τη μέρα και δεν γυρνούσαμε στο σπίτι παρά μόνο αφού είχαν ανάψει τα φώτα στους δρόμους. Κανείς δεν μπορούσε να μας βρει. Τότε δεν υπήρχαν κινητά. Σπάγαμε τα κόκκαλα και τα δόντια μας και δεν υπήρχε κανένας νόμος για να τιμωρήσει τους «υπεύθυνους».
Ανοίγανε κεφάλια όταν παίζαμε πόλεμο με πέτρες και ξύλα και δεν έτρεχε τίποτα. Ήταν κάτι συνηθισμένο για παιδιά και όλα θεραπεύονταν με λίγο ιώδιο ή μερικά ράμματα.. Δεν υπήρχε κάποιος να κατηγορήσεις παρά μόνο ο εαυτός σου. Είχαμε καυγάδες και κάναμε καζούρα ο ένας στον άλλο και μάθαμε να το ξεπερνάμε.
Τρώγαμε γλυκά και πίναμε αναψυκτικά, αλλά δεν ήμασταν παχύσαρκοι. Ίσως κάποιος από εμάς να ήταν χοντρός και αυτό ήταν όλο. Μοιραζόμασταν μπουκάλια νερό ή αναψυκτικά ή οποιοδήποτε ποτό και κανένας μας δεν έπαθε τίποτα. Καμιά φορά κολλάγαμε ψείρες στο σχολείο και οι μητέρες μας το αντιμετώπιζαν πλένοντάς μας το κεφάλι με ζεστό ξύδι.
Δεν είχαμε Playstations, Nintendo 64, 99 τηλεοπτικά κανάλια, βιντεοταινίες με ήχο surround, υπολογιστές ή Ιnternet. Εμείς είχαμε φίλους.. Κανονίζαμε να βγούμε μαζί τους και βγαίναμε.. Καμιά φορά δεν κανονίζαμε τίποτα, απλά βγαίναμε στο δρόμο και εκεί συναντιόμασταν για να παίξουμε κυνηγητό, κρυφτό, αμπάριζα, μπάλα... μέχρι εκεί έφτανε η τεχνολογία. Περνούσαμε τη μέρα μας έξω, τρέχοντας και παίζοντας. Φτιάχναμε παιχνίδια μόνοι μας από ξύλα.. Χάσαμε χιλιάδες μπάλες ποδοσφαίρου. Πίναμε νερό κατευθείαν από τη βρύση, όχι εμφιαλωμένο, και κάποιοι έβαζαν τα χείλη τους πάνω στη βρύση. Κυνηγούσαμε σαύρες και πουλιά με αεροβόλα στην εξοχή, παρά το ότι ήμασταν ανήλικοι και δεν υπήρχαν ενήλικοι για να μας επιβλέπουν.
Πηγαίναμε με το ποδήλατο ή περπατώντας μέχρι τα σπίτια των φίλων και τους φωνάζαμε από την πόρτα. Φανταστείτε το! Χωρίς να ζητήσουμε άδεια από τους γονείς μας, ολομόναχοι εκεί έξω στο σκληρό αυτό κόσμο! Χωρίς κανέναν υπεύθυνο! Πώς τα καταφέραμε;
Στα σχολικά παιχνίδια συμμετείχαν όλοι και όσοι δεν έπαιρναν μέρος έπρεπε να συμβιβαστούν με την απογοήτευση. Κάποιοι δεν ήταν τόσο καλοί μαθητές όσο άλλοι και έπρεπε να μείνουν στην ίδια τάξη. Δεν υπήρχαν ειδικά τεστ για να περάσουν όλοι. Τι φρίκη!
Κάναμε διακοπές τρεις μήνες τα καλοκαίρια και περνούσαμε ατέλειωτες ώρες στην παραλία χωρίς αντηλιακή κρέμα με δείκτη προστασίας 30 και χωρίς μαθήματα ιστιοπλοΐας, τένις ή γκολφ.
Φτιάχναμε όμως φανταστικά κάστρα στην άμμο και ψαρεύαμε με ένα αγκίστρι και μια πετονιά. Ρίχναμε τα κορίτσια κυνηγώντας τα, όχι πιάνοντας κουβέντα σε κάποιο chat room και γράφοντας : ) : D : P
Είχαμε ελευθερία, αποτυχία, επιτυχία και υπευθυνότητα και μέσα από όλα αυτά μάθαμε και ωριμάσαμε.»
Και τώρα καλούμαστε να σηκώσουμε ξανά το βάρος της όποιας αποτυχίας των σαθρών θεμελίων της κοινωνίας που ποτέ δεν ήταν αγγελικά πλασμένη, αλλά εμείς ως γενιά βρισκόμασταν παιδιόθεν στο μεταίχμιο των με κινηματογραφική ταχύτητα αλλαγών της! Καλούμαστε να ανασύρουμε από την παλιά ντιβανοκασέλα της Μάνας μας (εκεί που γλυκά φύλαγε με τρυφερότητα όλες τις παιδικές μας αναμνήσεις) τα ξύλινα σπαθιά μας και με την ίδια άγνοια κινδύνου να ορμήσουμε ξανά για να ξαναστήσουμε όσα κτίσαμε και χάσαμε σε μια νύκτα! Όπως τότε που ορμούσαμε ο ένας για να κτυπήσουμε τον άλλο, καθώς το επέτασσαν οι κανόνες του παιχνιδιού της γειτονιάς, αγνοώντας τις συνέπειες ενός ανοικτού κεφαλιού ή μιας βαθιάς πληγής!
«Ακόμα σαν να ακούω τη Μαμά μου,
Να ’ρθεις νωρίς
Μην πας μακριά
Και να προσέχεις…..»
10 σχόλια - Στείλε Σχόλιο
Photo courtesy of Sotiris Kouvopoulos - www.cadu.gr Template design by Jorge |