Μία μία ανοίγουν ξανά, για να ματώσουν...για λίγο...και πάλι να κλείσουν μέχρι την επόμενη φορά. Μέρες και μέρες τώρα κρύβονται μέσα μου λόγια, φτάνουν μέχρι την άκρη των δακτύλων μου και πάλι επιστρέφουν για να χαθούν στο χάος του χρόνου που τρέχει και αδυσώπητος κυνηγά την καθημερινότητα. Έμαθα να χαϊδεύω κάθε ουλή της ψυχής και να την αγκαλιάζω, έμαθα να ρίχνω βάλσαμο για να απαλύνω τον πόνο από το καθετί. Ακόμη κι όταν γίνονται μέσα μου θρύψαλλα κομμάτια του εαυτού μου.
Όλα όσα έγιναν αυτό το διάστημα με βάζουν σε θέση διπλή, μου προσδίδουν υπόσταση διττή. Από τη μια να τα ζω, να τα βιώνω, να πονάω, να γελάω, να ποθώ, να κλαίω...κι από την άλλη ψυχρός παρατηρητής του εαυτού μου. Κάπως έτσι δεν ήμουν, όμως, πάντα; Να θέτω ερωτήματα στο εγώ μου και πάλι το εγώ να απαντά. Μόνο που δεν ακουγα πάντα τις απαντήσεις μου...
Η διαφορά απλά πλέον είναι ότι αναγνωρίζω και ξέρω τι είναι αυτό που γιατρεύει. Ποιες είναι εκείνες οι στιγμές που με κρατούν αγκαλιά και με σηκώνουν όποτε πέφτω. Κι επιλέγω αυτές, τις λίγες, ακόμη κι αν πρέπει να γίνομαι σκληρή ή να δώσω κάτι παραπάνω από σωματικό κουράγιο για να τις βρω... ακόμη και να βάλω μάσκες για να μην φανεί στους πολλούς τι νιώθω.