Ο πρώτος λεν πουλάει χαρτιά, ο δεύτερος χρυσάφι
αμφότεροι το εμπόρευμα το έχουνε στο ράφι
πολύχρωμα εξώφυλλα στον έναν θ' αντικρίσεις
βιβλίων που'χουν ποίηση, διηγήματα ή ρήσεις.
Πολύχρωμες πέτρες, φυλαχτά, βραχιόλια, δαχτυλίδια
έχει ο άλλος δίπλα του μα όλα άψυχα και ίδια
πίσω απ' τις πόρτες και των δυο, ο θησαυρός μεγάλος
ένας πουλάει μόρφωση, ένας πουλάει κάλλος.
Αν σε γεμίζει ο χρυσός, αυτόν θα προτιμήσεις
αν θέλεις άνοιγμα του νου, τον άλλον θα τιμήσεις
διαχρονικό το μενταγιόν που'χει διαμάντια αράδα
μα αιώνιος ο Πλάτωνας και η Ομήρου Ιλιάδα.
Υπάρχουν τόσες ζυγαριές που ανόμοια ζυγίζουν
μα βάρος σοφίας και μυαλού ποιές το υπολογίζουν;
άλλος ζητά το σώμα του απλά να καλλωπίσει
άλλος ζητάει το μυαλό με γνώση να γεμίσει.
Εγώ κριτής δεν ήμουνα κι ούτε ποτέ θα γίνω
είμαι του κόσμου ποιητής κι έτσι θα παραμείνω
δε μου γυαλίζει ο χρυσός και το βαρύ διαμάντι
νοιώθω απλός περπατητής που'χει τον κόσμο αγνάντι.
Μα εσείς που κοροϊδεύεται τον κόσμο της κουλτούρας
που επιτελεί ο χρυσός για σας το έργο της σημαδούρας
πάρτε μια μέρα απόφαση, μπείτε στο βιβλιοπώλη
να γίνουν οι δρόμοι σας πολλοί, χρυσοί κι ακτινοβόλοι.