Ένα παιδί κοιτάει τ' άστρα (reload)
Γιατί βαριέται να τα μετρήσει...
26 Απριλίου 2020, 23:39
Τα ετερώνυμα έλκονται


Ο Τάκης, εξαιρετικό παιδί και καλής οικογενείας, ποτέ δεν έκανε πράγματα μη αποδεκτά. Με το σεις και με το σας στις γυναίκες, στους καθηγητές του, αργότερα στους εργοδότες του, με το πουκαμισάκι του, την τσάκισή του και πάει λέγοντας. Ώσπου μια μέρα παίρνει ένα απρόσμενο μήνυμα:

-          Πού είσαι ρε όμορφε;

-          Ορίστε;

-          Πού είσαι ρε όμορφε; εσύ δεν είσαι εκείνο το δικηγοράκι που πηγαινοέρχεται στο πταισματοδικείο κάθε τρεις και λίγο;

-          Σας παρακαλώ, ναι έρχομαι στο πταισματοδικείο, αλλά δεν νοιώθω δικηγοράκι και μη με αποκαλείτε «ρε».

-          Α , είσαι της συνομοταξίας που βάζει συντακτικό, οκ κατάλαβα. Λοιπόν, εγώ είμαι μέσα στο περίπτερο που έρχεσαι κάθε πρωί και παίρνεις τις καραμέλες σου και ξέχασες κάτι χαρτιά χτες, είδα το όνομά σου, σε βρήκα και σου έστειλα.

-          Και τι θέλει μια που δουλεύει σε περίπτερο από μένα;

-          Το τυρογαριδάκι σου! Τι να θέλει ρε κούφιε, να σε γνωρίσει θέλει!

-          Και τι κοινό έχουμε εμείς οι δυο για να γνωριστούμε;

-          Κάνεις συλλογή από στρινγκ;

-          Μα σας παρακαλώ δηλαδή!

-          Μα αυτό σου λέω κι εγώ, τι κοινό να έχουμε; Μου γυάλισες κι είπα να χτυπήσω! Αλλά για πολύ εύθραυστο μού κάνεις αδερφάκι μου!

-          Εγώ; Εγώ να ξέρετε είμαι πολύ σκληρός. Απλά εξεπλάγην.

-          Εξεπλάγην; Υπάρχει τέτοια λέξη; Να, τέτοια μου λες και μ’ ανάβεις.

-          Ρε που μπλέξαμε…

Την επόμενη μέρα ο Τάκης χαιρετάει τη μητέρα του, παίρνει τας ευχάς  του πατρός και ξαμολιέται για το μεροκάματο. Φτάνει έξω από το πταισματοδικείο και κάνει χωρίς να σκεφτεί τη συνηθισμένη του κίνηση να πάρει τις καραμέλες του.

-          Θα διαλέξω αυτές!

-          Καλώς το παιδί του σωλήνα! Τι κάνεις αγορίνα μου;

Τότε ο Τάκης θυμήθηκε τα χτεσινά μηνύματα.

-          Σας παρακαλώ, δώστε μου τις καραμέλες να φύγω. Εμείς οι δύο δεν έχουμε τίποτα κοινό.

-          Απόψε το βράδυ μπορούμε να αποκτήσουμε αν θες να βγούμε για ένα ποτάκι.

Εκεί ο Τάκης κόλλησε. Σταμάτησε να μιλά κάποια δευτερόλεπτα. Η αλήθεια είναι ότι στα δευτερόλεπτα ήρθαν πολλές σκέψεις στο μυαλό του. Ποτέ δεν του είχε ξανατύχει μια γυναίκα να ομολογεί με τόση επιμονή «έστω και μ’ αυτό τον τρόπο» τον έρωτά του προς αυτόν. Και τώρα που την πρόσεχε, πράγματι, ήταν μια πολύ όμορφη γυναίκα…

Ο Τάκης ξαφνικά άλλαξε πολιτική και αποφάσισε να δοκιμάσει αυτό το «νέο φρούτο» που μπήκε στη ζωή του έτσι παράξενα και επιβλητικά. Και η βόλτα και τα μάτσα-μούτσα πήγαιναν σύννεφο, αν και υπήρχε εμφανές πρόβλημα συνεννόησης.

-          Για ψιλοφλώρος είσαι τέλειος!

-          Θα συνεχίσεις να μου μιλάς έτσι;

-          Τέλειο σε είπα.

-          Και ψιλοφλώρο με είπες.

-          Ε δεν είσαι κι ο Έλβις Πρίσλευ. Αν σ’ ενοχλεί να τ’ αλλάξω.

-          Βεβαίως να το αλλάξεις!

-          Κοίτα δε ξέρω, νομίζω είμαι λίγο ανώμαλη.

-          Γιατί ;;;;

-          Γιατί μ΄  αρέσεις ρε παιδί μου αν και συνήθως μ’ αρέσουν οι ψιλοφλώροι.

-          …..

Μ’ αυτά και μ’ αυτά προχωρούσε ο χρόνος και η τύπισσα έμπαινε βαθιά στην καρδιά του Τάκη. Αποφάσισαν λοιπόν να κάνουν το επόμενο βήμα. Έπρεπε να την παρουσιάσει στους γονείς του. Αλλά ως γόνος μεγαλοαστικής οικογενείας, έπρεπε να ‘χει το κορίτσι και το ανάλογο υπόβαθρο. Έτσι άρχιζε να προσπαθεί να την πείσει να φύγει απ’ το περίπτερο και να δουλέψει κάπου πιο κυριλέ.

-          Τι ξέρεις να κάνεις στη ζωή σου;

-          Να πετάω γλάστρες. Πού το πας;

-          Πρέπει να βρεις μια άλλη δουλειά για να μπορώ να σε εμφανίσω στους δικούς μου.

-          Ε καλά δε θα ρθω στους γονείς σου με το περίπτερο, χωρίς αυτό θα ρθω, θα φαίνομαι.

-          Ξέρεις οι γονείς μου είναι λίγο παράξενοι άνθρωποι.

-          Το κλούβιο πάει από γενιά σε γενιά.

-          Δε θέλουν να είμαι με γυναίκα με τόσο ταπεινό επάγγελμα.

-          Και τι να γίνω; Δούκισσα των Κάτω Πετραλώνων; Θα μας τρελάνει το νεογνό.

-          Πρέπει να κάνεις δουλειά γραφείου.

-          Τώρα τι κάνω δηλαδή; Απλά δεν κάθομαι σε γραφείο, κάθομαι μέσα στο περίπτερο.

-          Να στο πω αλλιώς, Πρέπει να γράφεις κάτι.

-          Και στο περίπτερο γράφω, παίζω καμιά τρίλιζα με τη φίλη μου.

-          Να γράφεις σοβαρά πράγματα.

-          Λύνω και σταυρόλεξα.

-          Πιο σοβαρά.

-          Καλά, όταν θ ανακαλύψω το φάρμακο κατά της μαλακίας, θα τα γράψω μην το ξεχάσω και θα σε πάρω τηλέφωνο πρώτο-πρώτο.

-          …..

Ο Τάκης συμμάζεψε όσο μπορούσε τα πράγματα, της έμαθε και ειδικό λεξιλόγιο να μπορέσει να συγκινήσει τους γονείς του και πήγε να τους τη συστήσει. Εκπλησσόταν με την επιλογή του, να επιλέξει μια τόσο «λαϊκή» γυναίκα, αλλά η αλήθεια είναι ότι του άρεσε πάρα πολύ και την είχε ερωτευτεί.

Μπαίνει στο σπίτι, αρχίζουν οι συνήθειες χαιρετούρες, και αρχίζει μια πολύ εκλεπτυσμένη «ανάκριση» από τον πατέρα.

-          Και που δουλεύεις είπαμε;

-          Σε ένα περιπτ… Εεεεε σ’ ένα γραφείο ταξιδίων.

-          Α πολύ όμορφα, στέλνεις δηλαδή κάθε μέρα κόσμο σ’ άλλες χώρες.

-          Κι ακόμα παραπέρα. (τη σκουντάει ο Τάκης)

-          Και αυτόν τον καιρό ποια χώρα είναι ο πιο δημοφιλής προορισμός;

-          Εεεεε… να μην είναι…εεεεε… η Συρία; (ο Τάκης να χτυπιέται δίπλα)

-          Αφού εκεί γίνεται πόλεμος!

-          Και γιατί εγώ την ακούω όλη την ώρα;

Πετάγεται ο Τάκης.

-          Δεν το εννοούσε έτσι.

Ξαναμιλάει ο πατέρας.

-          Κάτσε ρε Τάκη, εκείνη δουλεύει, εσύ ξέρεις καλύτερα; Εκείνη κλείνει τα εισιτήρια. Και ποιοι πάνε στη Συρία δηλαδή, οι Έλληνες;

Τα χει ψιλοπαίξει η τύπισσα.

-          Ναι οι Έλληνες πάνε. Ξέρεις, σου λέει, από το να πεθάνω σαν  ηλίθιος εκεί που κάθομαι, δε πάω να ρίξω και καμιά τουφεκιά να χει σασπένς το πράγμα;

-          Βλέπεις οι Έλληνες αγόρι μου; Πάντα πρώτοι στις μάχες του πολέμου, ποτέ δεν έπεσε το ηθικό μας, απ’ τα αρχαία χρόνια πολεμήσαμε για έναν καλύτερο κόσμο και ακόμη πολεμάμε! Γιατί όπως είπε και ο Τσώρτσιλ «οι ήρωες πολεμούν σαν Έλληνες». Εσύ τι λες κόρη μου.

-          Εγώ λέω ότι έχω υποσχεθεί ένα φάρμακο στο γιο σας, αλλά πιείτε και σεις καμιά γουλίτσα!

6 σχόλια - Στείλε Σχόλιο
12 Απριλίου 2020, 14:51
Αυτός, αυτοί και τα μυστήρια (ο λοιμός στην αρχαία Αθήνα)


Η ιστορία να ξέρετε είναι όπως μια εγχείρηση σκωληκοειδήτιδας, όσα στομάχια και αν ανοίξεις, πάνω-κάτω τα ίδια θα βρεις μέσα. Έτσι κι η ιστορία, όσοι αιώνες και αν περάσουν, όσα επιτεύγματα και αν γίνουν, το ανθρώπινο μυαλό δεν αλλάζει. Το μόνο που αλλάζει είναι ότι κάνουμε λιγότερες ερωτήσεις γιατί το έχουμε πιάσει το σενάριο.

Έχουμε ένα συν εμείς οι σύγχρονοι Έλληνες σε σχέση με τους αρχαίους. Εμείς έχουμε αυτούς να καθαρίζουν για όλα. Όταν δηλαδή βγάζουμε το σύγχρονο εαυτό μας φίσκα στη γελοιότητα, έρχεται ένα ρητό του Σωκράτη, μια σύλληψη του Ευριπίδη και διασώζουν την κατάσταση. Αυτοί όμως ήταν σε πιο δύσκολη μοίρα, γιατί δεν είχαν πιο αρχαίους να καθαρίζουν γι’ αυτούς.

Έτσι έπρεπε να βρουν τρόπους να διασώζουν τη δική τους επιπολαιότητα καθώς μη φανταζόμαστε ότι ήταν μια κοινωνία γεμάτη με σούπερ- Γκούφυ, είχαν και αυτοί τις αδυναμίες τους.

Όταν ήρθε ο λοιμός στην Αθήνα, στα χρόνια του Πελοποννησιακού πόλεμου, οι Αθηναίοι τα είδαν κωλυόμενα. Ξεκίνησε από τον Πειραιά αυτή η μεταδιδόμενη νόσος, ευτυχώς δεν υπήρχε τότε Ολυμπιακός στην πόλη, γιατί με το μυαλό που κουβαλάνε σε κάθε πτώση ασθενούς αντί για φάρμακο θα ζητούσαν πέναλτι.    

Η νόσος κινήθηκε με γρήγορους ρυθμούς στην πόλη των Αθηνών  ενώ οι αγγελοκρουσμένοι της εποχής κατηγορούσαν τους Σπαρτιάτες για βιολογικό πόλεμο. Το θέμα είναι ότι οι Σπαρτιάτες βαριόντουσαν να πουν καλημέρα, ο βιολογικός πόλεμος τους μάρανε!

Άλλοι έτρεχαν σε μαντεία και σε ναούς να σωθούν. Όταν είδαν ότι ούτε αυτό δε δούλεψε, άρχισαν να κατεβάζουν καντήλια και αγίους, αποδεικνύοντας γι’ άλλη μια φορά οι αρχαιοι πόσο μπροστά ήτανε.

Κατά το Θουκυδίδη ο λοιμός ξεκίνησε από την Αιθιοπία, προωθήθηκε στην Αίγυπτο, πέρασε στην  περσική αυτοκρατορία κι από κει ήρθε στον Ελλαδικό χώρο. Στην Αθήνα, όπως αναφέρεται, επειδή εκεί δε έβαζαν κώλο κάτω κι όλοι πηγαινοέρχονταν, δεν έμεινε ούτε ξυπνητήρι όρθιο. Στην Πελοπόννησο την έβγαλαν καθαρή, καθώς δε χρειάζεται να τρέχεις στα καφενεία σώνει και καλά να παίξεις την ποκίτσα σου, το ρίχνεις στην καραντίνα και παίζεις κι απ’ το ίντερνετ.

Δε χρειάζεται να σε βρει ο λοιμός αυτός για να καταλάβεις πόσο επώδυνος είναι. Μόνο η περιγραφή του Θουκυδίδη αρκεί για να σε πιάσει λόξυγκας και να αρχίσεις να γράφεις διαθήκες. Ξεκινούσε λέει απ’ το κεφάλι σα να χες φάει κουτουλιά από Αεκτζή. Μετά κατέβαινε προς το φάρυγγα ενώ έβηχες σαν Ζάσταβα που του χε χαλάσει η εξάτμιση κι έφτυνες αίμα σα να βλέπεις τη σύνταξή σου μετά τον Κατρούγκαλο. Κατέβαινε στην καρδιά και ένοιωθες τα αιμοπετάλιά σου να κάνουν τραμπολίνο. Σου ριχνε και μία στο στομάχι να αρχίσει το τσιρλιπιπί ενώ το χρώμα σου είχε γίνει σα χρωματιστό ρούχο που το έβαλες για πλύσιμο με τα λευκά. Εσωτερικά είχες ανεβάσει θερμοκρασία ιπποπόταμου πριν παλέψει με το λιοντάρι ποιος θα φάει τον ξαπλωμένο βούβαλο. Ξαφνικά εκεί που όλα πήγαιναν ρολόι (του 1920) σου ερχόταν και ο τελικός τουβρουτζάς και γινόσουν ασπρόμαυρη ανάμνηση. Σ’ άλλους επεκτεινόταν και στα άκρα και δε μπορούσαν να μουτζώσουν την τύχη τους ενώ υπήρχαν και τα τζόβενα της εποχής που το ξεπεράσανε.  

Άλλοι, λέει ο Θουκυδίδης, που ήταν καλά,  επισκεπτόντουσαν αυτούς που είχαν γίνει απ’ το λοιμό σα χαλάκι του μπάνιου και κολλούσαν κι αυτοί. Ενώ οι γιατροί που πάλευαν να σώσουν τους ασθενείς, κολλούσαν επίσης και κατέληγαν κι αυτοί να μοιάζουν σαν αφίσα της Φιλιώς Πυργάκη.  

Ένα τραγούδι παλιό που τραγουδούσαν οι Αθηναίοι της εποχής ήταν το εξής κατά τον Θουκυδίδη ««Θα έλθη δωρικός πόλεμος και λοιμός μαζί μ᾽ αυτόν.» Φυσικά η ορθογραφία έπαιζε μεταξύ λιμού και λοιμού ανάλογα την περίσταση. Ενώ οι πιο πλούσιοι Αθηναίοι βλέποντας το τέλος να έρχεται το είχαν ρίξει στα αεροπλανικά. Κανείς δεν πέθανε από έρωτα ούτως ή άλλως, μόνο ο Ρωμαίος και η Ιουλιέτα, κι αυτοί τελικά όπως μας διηγείται ο Σαίξπηρ, τελικά δεν πέθαναν από έρωτα αλλά από μαλακία συνενόηση. Ευτυχώς όμως ήρθε η Βουγιουκλάκη στους «Βροντάκηδες και Φουρτουνάκηδες» κι αποκατέστησε την ιστορική μνήμη του μεσαιωνικού ζευγαριού γιατί ένα άγχος το είχαμε.

Συνομωσιολογίες, επισκέψεις σε σπίτια και πολύ σεξ. Αυτός ήταν ο λοιμός για τους αρχαίους Αθηναίους. Συγκρίνοντάς το με τώρα, μήτε σ’ αυτά τους μοιάσαμε, για τόσο άχρηστοι. Φυσικά δε ξεχνάμε και τον λοιμό που έπεσε στο ελληνικό στρατόπεδο επί εποχής Τροίας, αλλά και το λοιμό επί Καποδίστρια. Θα τα αναλύσουμε κι αυτά με περισσή αντικειμενικότητα και επιστημονικό λόγο αναντάμ παπαντάμ.

1 σχόλια - Στείλε Σχόλιο
11 Απριλίου 2020, 20:57
Καθείς εφ' ω ετάχθη


Ο Στράτος ήταν καλό παιδί και από σπίτι αν και κομμάτι παρεξηγημένος. Τελείωσε το σχολείο με «άριστα» ενώ οι καθηγητές του ομολογούσαν ότι η βαθμολογία αυτή ήταν μονόδρομος. «Το θέλουμε το σπιτάκι μας» σιγοψιθύριζαν όταν τον σήκωναν με την ασπίδα του αριστείου σαν τον Μαζεστίξ. Φυσικά το «άριστα» αυτό είχε κοντά ποδάρια, γιατί οι έπαινοι είναι σαν τα διακοποδάνεια, αν δεν υπάρχει κεφαλαιάκι από πίσω σε παίρνει ο κατήφορος και μοιάζεις σαν παρατράγουδο της Αννίτας Πάνια.

Όμως ο Στράτος κατάφερε και επεβίωσε στηριζόμενος στην μοναδική τέχνη που ήξερε τόσο καλά, στο μάρκετινγκ. «Στέλλα κρατάω μαχαίρι» ήταν το μότο του, το οποίο τον βοήθησε να αναρριχηθεί στα υψηλότερα κλιμάκια της κοινωνικής υποστάθμης, από κρυμμένο πάγκο στη λαϊκή μεταπήδησε στο σερβιτοριλίκι μαγαζιών της παραλιακής, έπειτα άρχισε να χτυπιέται στα γυμναστήρια, φούσκωσε τα μπράτσα του κάνοντας τα σα μοσχαροκεφαλές, σβούρηξε και δύο τατουάζ με κάτι σταυρούς και μοναστήρια και έπιασε πόρτα σε μπουζουκτσίδικο πέντε αστέρων, να μπάζει και βγάζει κόσμο ανάλογα με τη φορολογική τους δήλωση.

Η μοίρα όμως είναι σαν υποψήφιος δήμαρχος σε εκλογές, πάντα θα σε πετύχει εκεί που δεν τον περιμένεις και θα σε πρήξει λέγοντας σου ότι έχεις προβλήματα που δεν τα ήξερες και θα ρθει να στα λύσει. Γιατί η μοίρα έχει αυτόν τον προορισμό, να σε κάνει να αισθάνεσαι χαζός, να αρχίζεις να αναρωτιέσαι, να τα κάνεις μπουρδέλο στη ζωή σου επειδή σου ξύπνησε μέσα σου ένστικτα, για να ρθει η ίδια στο τέλος να σου πει «καλά, μαλάκας είσαι;»

Έτσι και ο Στράτος, παίζοντας τον τροχονόμο στη μπουζουκλερί των καημών και των οδυρμών, έρχεται μπροστά του η εικόνα από το παρελθόν! Ο φίλος του ο Μιχάλης από το σχολείο.

-         Εδώ δουλεύεις ρε Στράτο; Εσύ που οι καθηγητές μόλις σε έβλεπαν τρέχανε να κρυφτούνε από το θάμπος που προκαλούσαν οι γνώσεις σου;

-         Εεεε… ξέρεις…το χόμπι μου κάνω, μη με βλέπεις έτσι σαν αρκούδο, μέσα μου είμαι τίγκα στην ευαισθησία!

-         Εσύ που όταν γράφαμε μαθηματικά πήρες το μοιρογνωμόνιο και μέτρησες το σαγόνι του μαθηματικού πριν και μετά και εκείνος εκστασιασμένος σού έβαλε 20 χαραμίζεσαι στα μπουζούκια;

Ο Στράτος ένοιωσε τη γη να ανοίγει και να τον καταπίνει σαν αντιβίωση. Όχι, όχι, ο προορισμός του δεν ήταν αυτός! Πού είναι το αγόρι εκείνο που μόλις εμφανιζόταν στις σχολικές αίθουσες οι καθηγητές έκαναν τον σταυρό τους; Πού όταν έρχονταν οι δικοί του να ρωτήσουν για την επίδοσή του, οι καθηγητές έσταζαν μέλι στην κριτική τους γι’ αυτόν…

-         Το παιδί σας είναι παράδειγμα προς μίμηση κύριε Φουσκομούρη.

-         Είναι τόσο γερός μαθητής δηλαδή;

-         Το συζητάτε; Προχτές σήκωσε με το ένα χέρι τον καθηγητή της γεωγραφίας και τον έκανε σβούρες για να χαρτογραφήσει καλύτερα την περιοχή!

Όλα αυτά ήταν δύσκολο να ξεχαστούν. Η συνάντηση με τον Μιχάλη ήταν μια σφαλιάρα στη ζοφερή και μονότονη πραγματικότητά του. Και ήταν η πρώτη σφαλιάρα που έτρωγε στη ζωή του κι αυτή ήταν από έναν τσιλιμπίθρα τόσο δα! Ο εγωισμός του βάρεσε κόκκινο, η θλίψη έτρεχε με εκατό χιλιόμετρα την ώρα και η ανυπομονησία του να ξανακερδίσει το χαμένο έδαφος απλώθηκε μέσα του σαν αντίσκηνο. «Θα γίνω τζιτζιφιόγκος!» μονολόγησε και από το επόμενο πρωί έβαλε σε εφαρμογή το σχέδιό του.

Ο Μιχάλης ο τσιλιμπίθρας ανέλαβε να τον καθοδηγήσει στο δύσκολο έργο της αξιοποίησης του σχολικού του αριστείου.

-         Θα πας να γραφτείς στο ανοιχτό πανεπιστήμιο.

-         Και τι θα κάνω κει μέσα;

-         Ευρωπαϊκή ιστορία, να μάθεις για τους προγόνους μας.

-         Μα έχουν πεθάνει, τι με νοιάζει ;

-         Μπορεί να πέθαναν αλλά  με όσα έκαναν έμειναν στην αιωνιότητα!

-         Τι λέει ο χαζος, ποια αιωνιότητα, αφού πέθαναν είπαμε.

-         Όμως αφήσαν από πίσω τους έργο!

-         Κι ο παππούς μου όταν πέθανε άφησε πίσω του μια βέσπα αλλά δεν το κάναμε και θέμα!

Αλλά το χτίσιμο της προσωπικότητας δεν έμεινε εκεί , αλλά επεκτάθηκε και σε άλλες ενασχολήσεις.

-         Θα πας να μάθεις σαξόφωνο.

-         Αυτό που φυσάς και κάνει σα ξυπνητήρι;

-         Θα παίζεις τζαζ μ’ αυτό.

-         Θα με τζάσουν όλοι μ’ αυτό.

-         Έτσι αποκτάς πολιτισμό.

-         Έτσι αποκτάς πονοκέφαλο.

-         Και με τα σκυλάδικα δεν αποκτάς πονοκέφαλο;

-         Τότε γιατί να χτυπηθώ να μάθω κάτι για να πετύχω κάτι που ήδη έχω;

Βέβαια, χωρίς και το υψηλότερο κομμάτι της τέχνης, την ποίηση, δεν μπορεί κάποιος να αυτοαποκαλείται μορφωμένος ούτε να διεκδικήσει μία θέση στο διανοουμενιστικό γίγνεσθαι.

-         «Θάνατος είναι οι κάργιες που χτυπιούνται» Καρυωτάκης.

-         Κυνηγός;

-         Ποιητής βρε! Άκου το άλλο: «Για ένα πουκάμισο αδειανό, για μια Ελένη»

-         Στριπτιζού η Ελενίτσα;

-         «Έβραζε το κύμα του γαρμπή» λέει ο Καββαδίας!

-         Τον Καββαδία δεν τον ξέρω, αλλά για την Καιτούλα τη Γαρμπή κόβω φλέβα!

-         Κι εγώ λέω να την κόψω, τώρα επί τόπου!

-         Έλα σταμάτα, δε λέει έτσι το τραγούδι, μη βάζεις δικά σου..

Ο Στράτος πήρε το δρόμο της προκοπής σιγά-σιγά. Ο Μιχάλης προσπαθούσε να τον βουτήξει σε μια νέα νοοτροπία χωρίς προστασίες,  ξενύχτια και άσωτη ζωή. Ο Στράτος άφησε μαλλί, έκανε χωριστρούλα, ξεφούσκωσε λίγο ενώ άρχισαν να τον ζώνουν φιλοσοφικά ερωτήματα πιο σύνθετα πλέον.

-         Να ζει κανείς ή να μη ζει, λέει ο Σαίξπηρ. Τι λες και συ Μιχάλη;

-         Αιώνιο δίλημμα.

-         Και;

-         Αυτή είναι η απάντηση, αιώνιο δίλημμα!

-         Κι αν σου δώσουν 10.000 ευρώ να φας κάποιον, ακόμα δίλημμα είναι;

-         Η ανθρώπινη ζωή Στράτο δεν κοστίζει χρήματα, είναι κάτι ανώτερο, πότε θα το καταλάβεις; Ξέφυγε πια από τον υπόκοσμο που ζούσες!

-         Εγώ να ξεφύγω, αλλά έχω μείνει ρέστος. Ξέρεις κανένα δίλημμα με κανένα κλεμμένο μηχανάκι μπας και βγάλω κανένα χιλιάρικο;

Η μόρφωση και η διεκδίκηση μιας καλύτερης ζωής απαιτούν θυσίες.  Πέντε χιλιάδες ευρώ οι σπουδές, άλλα πολλά χιλιάρικα τα φροντιστήρια, οι μουσικές, οι παραστάσεις, τα βιβλία. Ο Στράτος νοιώθει εξαντλημένος ενώ ο Μιχάλης περήφανος για το έργο του.

-         Και τώρα ρε Μιχάλη τι έγινε δηλαδή;

-         Τι θες να γίνει;

-         Έμαθα τι σημαίνει παγκοσμιοποίηση, κλωνοποίηση, φυματίωση, αλλοτρίωση, πώς βγάζουνε λεφτά μ’ αυτά;

-         Μα εγώ δε σου τα έδειξα για να βγάλεις λεφτά. Δουλειά έχεις.

-         Ποια δουλειά ρε Μιχάλη που έχω έξι μήνες να πατήσω; Εσύ δε μου είπες να εκμεταλλευτώ το αριστείο μου;

-         Ναι και τώρα κατάλαβες ότι το αριστείο σου δεν το πήρες λόγω της αξίας σου αλλά επειδή έκλαναν μέντες οι καθηγητές με το που σ’ έβλεπαν. Το εκμεταλλεύτηκες μια χαρά , πληρωμένος δολοφόνος, πορτιέρης, τι άλλο θες απ’ τη ζωή σου; Το μεροκάματο που έβγαζες θα το ζήλευαν πολλοί! Αλλά έπρεπε να μάθεις όλα αυτά τα πράγματα για να καταλάβεις τι είχες!

Ο Στράτος ήταν έτοιμος να τον ασβεστώσει σε μια γωνιά του τοίχου να παριστάνει την Καρυάτιδα. Αλλά η παιδεία  που μόλις είχε κατακτήσει μπήκε μπροστά και τη γλίτωσε ο έρμος ο Μιχαλάκης. Ο Μιχαλάκης που ήρθε να παίξει το ρόλο της μοίρας, αυτής της «θού Κύριε φυλακήν τω στοματί μου»!

Άνεργος, ψιλοτραμπούκος πλέον, όχι πολύ, ψιλομορφωμένος πλέον, όχι πολύ, κατάλαβε ότι από δω και στο εξής πρέπει να ακολουθήσει το δρόμο της μοίρας. Αυτής που μοιάζει σαν τον τροχό της τύχης. Όσα και να βγάλεις, πάντα κάπου παραμονεύει η χρεωκοπία και σου χαμογελά..

1 σχόλια - Στείλε Σχόλιο
Συγγραφέας
mprizas
Γιώργος
Πετάω πέτρες
από ΝΕΟ ΦΑΛΗΡΟ


Περί Blog
blogs.musicheaven.gr/mprizas

Ζω ένα δράμα...



Tags

50 χρόνια μπροστά... Grande Bretagne Haute-culture... see through συντακτικό τζιβάνες ααα... αλλαξοκωλιές Βζζζζουμ Γκόρτσος! Γκόρτσος! Δρακουμέλ Ελλάδα- Αχ πατρίδα μου γλυκειά! Επίκαιρα: Ούτε που τα θυμάμαι Ευτυχισμένοι μαζί Ήταν ωραία στη Μοζαμβίκη... θου κύριε καλλιγραφία αδερφή γιαπί κάργες Καρχαρίες Κοκό κουλτούρα μας να φύγουμε Λίγο καλύτεροι από μένα... λοίμωξη Μάγια η μέλισσα καραμπουζουκλής τσόντα Μελέτη σκιάχτρο Συγγρού Μόγλης μπατανόβουρτσες μπουρμπουλήθρες Μπουτάκια Ντάμπο το ελεφαντάκι ξενΕΡΩΤΩΝ διάλογοι... Οι ηττημένοι της ιστορίας... Όταν ήμουνα παθιάρης... πηγάδι μεγιεμελέ juventus πολυμίξερ αστροφεγγιές captain-Iglo προφήτης Ηλίας φάλαινα Τσε σαμιαμίδι φουλ της ντάμας αστερίας Τις πταίει Ψώνια στο καμπαναριό



Επίσημοι αναγνώστες (48)
Τα παρακάτω μέλη ενημερώνονται κάθε φορά που ανανεώνεται το blogΓίνε επίσημος αναγνώστης!

Πρόσφατα...
Δημοφιλέστερα...
Αρχείο...


Φιλικά Blogs

Links