Σαν σήμερα στις 8 Φλεβάρη του 1972, ο Μάρκος Βαμβακάρης πέρασε στην ιστορία, αφήνοντας τεράστια παρακαταθήκη: Το μπουζούκι, έγινε λαϊκό όργανο, και καταξιώθηκε ως τέτοιο, χάρις σ' αυτόν. Η λαϊκή ορχήστρα με κυρίαρχα τα μπουζούκια, που πρώτος εισήγαγε, ήταν πλέον θεσμός .Ο ίδιος, πέθανε αποθεωμένος, θρύλος του λαϊκού τραγουδιού, και αιώνιος πατριάρχης.
Ο Τεκές
Και τι δεν έχει ειπωθεί για τούτον.
Ο Σπύρος Παπαϊωάννου µου είχε δώκει ένα βιβλίο µε διηγήματα.
Το υπέγραφε, αν θυµάµαι καλά. Αρχιτέκτονας, Κωνσταντινουπολίτης.
Εμπεριείχε κει μέσα ένα μακρύ αφήγημα, «Ο τεκές του Χατζηµηνά».
Κείµενο ιερής λογοτεχνίας. Ο Μάρκος, σαν περιέγραφε τους τεκέδες,
εξεκίναγε πρωτίστως: «Ύπηρχεν άκρα ησυχία». Για ν' ακούσουν.
Όπως και στα Καφέ Αµάν στις ερήμους, όταν οι καμηλιέρηδες
κατέβαιναν να ξαποστάσουν, ξεκίναγαν τα ντέρτια τους
µ ένα αµααααν, μακρόσυρτο.
Και πάνω στο μακάµι και στο µακρύ σύρσιµο της φωνής, εφεύρισκαν το στιχάκι.
Απ' εκεί εγεννήθη ο αµανές και το καµηλιέρικο ζεϊμπέκικο, στο ρυθμό της γκαμήλας,
για να µην πάει σ' άλλο ρυθµό ο ζεϊµπέκης και στη φούρλα, σπάσει καµιά µέση.
Ε, λοιπόν, οι τεκέδες είναι οι παππούδες των θεάτρων τέχνης,
όπως ο διθύραµβος είναι η αρχή της τραγωδίας.
Γιατί στους τεκέδες ύπηρχεν ο επίλεκτος χώρος. Με επίλεκτους, στο άκουσµα
και στα όργανα.
Στην ερυθρόλευκη φυλή των Ταραχουµάρας, στο Μεξικό ή στο Μπαλί,
ακόµα στα τεµένη των Γιουρούκων ή στη Νέα Ορλεάνη, στους χώρους των µπλουζ
ή στην ’φρικα µε τις τουµπάνες, υπάρχει το κύτταρον που εγέννησε τα πρωτοποριακά θέατρα.
Μια φορά, λοιπόν, ο Μάρκος υπό βροχήν επέστρεφε από τον τεκέ στο σπιτικό του.
Στο δρόµο σκόνταψε σ' ένα παλιόξυλο. Το σήκωσε. Το περιεργάστηκε και στον ώµο, το 'φερε στο κονάκι. Την εποµένη το πήγε στον Ζοζέφ. «Πού το 'βρες;»
«Στο δρόµο». «’σ' το. Καλό είναι». Τι καλό... τριακόσια χρόνια µουριά ήτο.
Ο Ζοζέφ έβγαλε τέσσερα όργανα. Ένα κράτησε ελόγου του και τα τρία στο Μάρκο.
Η ψύχα. Η καρδιά του ξύλου της µουριάς είναι κόκκινη.
Εκείνο το κόκκινο µπουζούκι από την ψύχα της µουριάς το 'πιανε στις χερούκλες του κι αναστέναζε. Πόσα απογέµατα. Σούρουπα. Πόσα ταξίµια... Σαν πήγε κατά κάτω ο Μάρκος, τούτο το µπουζούκι ο Ντοµινίκος και ο Στέλιος του το βάλανε κοντά.
Καλά κάµανε. Ποιος θα το κρατούσε στα χέρια του για να το παίξει, µετά το Μάρκο
και σαν το Μάρκο.
(Από το βιβλίο Μύθος ρεμπέτικος- Μάρκος Βαμβακάρης)
9 σχόλια - Στείλε Σχόλιο