Όταν όλα γύρω μοιάζουν άχρωμα.
Όταν όλα γύρω είναι σιωπηλά και περιμένουν από μένα να τους δώσω φωνή.
Όταν έχω κουραστεί να μιλάω, γιατί κάθε φορά τα ίδια πράγματα λέω, οι ίδιες λέξεις βγαίνουν κουρασμένες απ’ τα χείλη μου.
Τότε φέρνω στο μυαλό μου γεγονότα που άφησα πίσω, πόρτες που άνοιξα και πέρασα από μέσα τους, χωρίς να κλείσουν, όπως πάντα, στο πρόσωπο μου με δύναμη.
Όταν έχεις συνηθίσει οι πόρτες να κλείνουν στο πρόσωπο σου με δύναμη, από ανθρώπους που δεν έχουν μάθει να ανοίγουν πόρτες στο όνειρο, και προτιμούν να τσαλαπατήσουν πράγματα που δεν καταλαβαίνουν…
Τότε όταν οι άλλες πόρτες άνοιξαν και πέρασες από μέσα τους, το νιώθεις σαν μικρό θαύμα.
Όταν όλοι σε αντιμετωπίζουν σαν να σε δείχνουν με το δάκτυλο και να ψιθυρίζουν μεταξύ τους «προσοχή, διαφέρει», και να ξέρεις ότι το λένε για σένα με ζήλεια, επειδή εκείνοι το μόνο που γύρεψαν πάντα είναι να συμβιβαστούν μέσα σε όσα φτάνει το μυαλό τους και τα βιώματα τους…
Τότε όλοι οι υπόλοιποι, εκείνοι, που δεν σε δείχνουν με το δάχτυλο σαν να σε στιγματίζουν και να σου κρεμάνε την ταμπέλα, μετράνε διπλά στα μάτια σου…
Τότε η χαρά τους είναι και χαρά σου.
Γιατί πάντα ο φίλος στη χαρά φαίνεται. Στη λύπη, όλοι τρέχουν για ελεημοσύνη, για να κάνουν την καλή πράξη της ημέρας.
Όταν όμως δεν χαίρονται με τη χαρά σου, δεν μπορείς να πεις την λέξη «φίλος». Είναι πολύ ιερή για να σκορπιέται άδικα.
Στη λύπη, ξέρεις να πάς στη γωνίτσα και να γλείψεις τις πληγές.
Στη χαρά θέλεις να φωνάξεις πόσο όμορφα νιώθεις.
Όταν όλα γύρω σου μοιάζουν με τραπουλόχαρτα που φύσηξες και έπεσαν, αρκεί λίγες στιγμές να σκύψεις στον εαυτό σου. Είναι τελικά όλα τόσο μαύρα; Ίσως και όχι. Αν εσύ τα βάψεις ροζ, μωβ, γαλάζια, κίτρινα, κόκκινα. Αν τους παίξεις μια φάλτσα συγχορδία και μετά γελάσεις. Αν γελάσεις με τον εαυτό σου, με το πόσο μπορεί να αλλάξει η διάθεση σου, πόσο πρέπει να τρελαίνει αυτό τους γύρω σου.
Γιατί το έχεις σκεφτεί.
Αγρίμι πάντα. Γυμνή από αγάπη. Νιώθεις πως έχεις ξεχάσει, δεν ξέρεις τι σημαίνει. Και την φοβάσαι… Ένας Θεός ξέρει πόσο… Πόσο φοβάσαι να αφεθείς… Γιατί όλες τις φορές που το έκανες, που στάθηκες άξια μπροστά στην αγάπη, αυτή κράταγε μαχαίρι, όχι στο χέρι της, αλλά στην τσέπη. Και τα φοβάσαι αυτά τα μαχαίρια… Αυτά που κρύβονται στις τσέπες και δεν τα βλέπεις… Πόσο τα φοβάσαι…
Και αποφεύγεις να αφεθείς… Και αποφεύγεις να δώσεις… Και αποφεύγεις να πάρεις… Και αποφεύγεις να αγαπήσεις… Και αποφεύγεις να πληγωθείς…
Γιατί μόνο εσύ ξέρεις πόσο πονάει αυτό. Η πληγή δεν κλείνει. Ίσως και ποτέ. Πάντα κουβαλάμε παλιές πληγές. Όσο κι αν έκλεισαν, οι αλλαγές του καιρού, ένα βλέμμα, μια σύμπτωση, μια συνάντηση, ένα τραγούδι, μια κίνηση, μπορεί να πονέσουν εκ νέου.
Κι έχεις τόσο βαρεθεί να πονάς.
Και κάπου εκεί καταλήγεις μόνη.
Και κάπου εκεί καταλήγεις χωρίς πληγές αλλά και χωρίς ουσία.
Και κάπου εκεί το μαχαίρι εσύ, η ίδια, το στρέφεις στον εαυτό σου, γιατί δεν ξέρεις που να το στρέψεις. Δεν φταίει κανείς και ταυτόχρονα φταίνε όλοι.
Κάπου εκεί το μαχαίρι ξύνει την παλιά πληγή.
Αλλά οι κατεστραμμένοι άνθρωποι είναι επικίνδυνοι, ξέρουν ότι μπορούν να επιβιώσουν…
7 σχόλια - Στείλε Σχόλιοαγάπη ελπίδα ζωή ταξίδι αλλαγή αναμνήσεις σκέψεις γνώσεις παράξενα σοφίες δημιουργία διάφορα στιγμές ευχές χαρά χαμόγελο όνειρο ιδέες νοσταλγία συμπεράσματα συνταγές συνταγή ανέκδοτα φιλία θυμός μοναξιά ιστορία λιμάνι ψυχή λέξεις Μουσική παραμύθι περι ζωής μουσικής φιλίας έρωτα χαμόγελου ποιήμα σιωπή πιστεύω συμπέρασμα χιούμορ χιουμορ ζωγραφική συμβουλές τραγούδια ταινία ταινίες γάμος μετακόμιση παρέα ευτυχία χρήσιμα site ψηφιδωτό στιγμες