Πάντα, από τα χρόνια του σχολείου, μ’ άρεσε να ψάχνω τα νοήματα των λέξεων, από πού προέρχονται. Όταν έφτασα στην Γ’ Λυκείου, τότε υπήρχαν ακόμα οι δέσμες, ήμουνα ανάμεσα στην Α’ (φυσική, χημεία, μαθηματικά) και την Γ’ (αρχαία, λατινικά, ιστορία).Η έκθεση κοινή σε όλες τις δέσμες. Τελικά όταν έχεις ένα δίλημμα διαλέγεις μια τρίτη λύση και είσαι μια χαρά! Χαχαχα! Πήγα Δ’ δέσμη (πολιτική οικονομία, ιστορία, μαθηματικά). Γιατί όπως πάντα ,είμαι καλή στα εντελώς αντίθετα, ήμουνα εξίσου καλή και στα μαθηματικά και στα αρχαία.
Τώρα που έχω και υπολογιστή σερφάρω σε site όπως το asprilexi από όπου έχω βρει τα στοιχεία αυτά που παραθέτω, αλλά και σε πολλά άλλα ,διαφορετικής θεματολογίας, όπως και σε site εκπαίδευσης. Κάπου είχα και μια ελπίδα ότι κάποτε μπορεί να διδάξω, αλλά οι βουλές του ΑΣΕΠ είναι άλλες… Να παίρνει 10 κοινωνιολόγους… Ας μην το θυμάμαι και συγχύζομαι, ότι σαν κοινωνιολόγοι δεν μπορούμε ούτε στην Ορεστιάδα να διοριστούμε (έχω συμφοιτήτρια που μένει εκεί, και δεν μπορεί ούτε εκεί να διοριστεί, δεν τα λέω από το μυαλό μου…)
Τέλος πάντων…
Μια γεύση ακολουθεί. Λέξεις και φράσεις που χρησιμοποιούμε και δεν ξέρουμε από πού προέρχονται. Άλλες λέξεις με τοπική προέλευση, άλλες που έχουμε δανειστεί από άλλες γλώσσες ή έχουμε δανείσει σε άλλες γλώσσες. Έχουμε μια ιδιαίτερα πλούσια γλώσσα. Μερικές λέξεις τις χρησιμοποιούμε καθημερινά και δεν ξέρουμε από πού προέρχονται, άλλες κοντεύουν να εκλείψουν με την απλοποίηση της γλώσσας μας.
1.Φοβού τούς Δαναούς και δώρα φέροντας
Από το λατινικό: timeo Danaos et dona ferentes (Βιργίλιος, Αινειάδα). Η φράση αποδίδεται στον Τρώα Λαοκόονα, ο οποίος προσπαθούσε να πείσει τους Τρώες να μη δεχτούν τον Δούρειο Ίππο.
Μεταφράζεται: Να φοβάσαι τους Δαναούς (ονομασία των Ελλήνων στον Τρωικό πόλεμο) ακόμη κι αν φέρνουν δώρα.
Η φράση χρησιμοποιείται για ανθρώπους απέναντι στους οποίους πρέπει να είναι κανείς πολύ επιφυλακτικός, ακόμα και στην περίπτωση που δείχνουν φιλική διάθεση.
2.Τον αράπη κι αν τον πλένεις, το σαπούνι σου χαλάς
Η παροιμία διδάσκει, κατά τον Ν. Πολίτη, «ότι ματαιοπονεί ο επιχειρών να διορθώση τον φύσει πονηρόν, ή να διδάξη τον ανεπίδεκτον μαθήσεως, ή ο ευεργετών αχάριστον».
Η παροιμία συνοψίζει αρχαίο αισώπειο μύθο, σύμφωνα με τον οποίο ο κύριος ενός Αιθίοπα, νομίζοντας πως ο δούλος του είναι μαύρος από την απλυσιά, προσπαθούσε επίμονα πλένοντάς τον να τον καθαρίσει. Ο Λουκιανός παραδίδει και την παροιμιώδη σχετική φράση: Αιθίοπα σμήχειν = (από αμάθεια) πλένω Αιθίοπα, για να τον κάνω λευκό. Αξιομνημόνευτη η διάδοση της παροιμίας και στην Ασία, όπου, βέβαια, δεν γίνεται λόγος για αράπη, αλλά για μαύρη αρκούδα, κουρούνα ή κάρβουνο.
3.Κάθε κατεργάρης στον πάγκο του
Παροιμιώδης φράση που παραπέμπει στο σκληρό καθήκον της κωπηλασίας των καταδίκων στα πλοία.
Η λέξη κατεργάρης, μεσαιωνική, που δηλώνει πλέον τον παμπόνηρο, τον πανούργο άνθρωπο, είχε αρχικά τη σημασία: ο λάμνων (= κωπηλάτης) εις κάτεργον (= πλοίο στο οποίο δούλευαν κατάδικοι, γαλέρα), θέση του στο πλοίο ήταν ο πάγκος, σανίδα πάνω στην οποία κάθονταν οι κωπηλάτες.
4.Κάνε το καλό και ρίξ' το στο γιαλό
Παραλλαγή της τουρκικής παροιμίας eyligi yap, denize at (= κάνε το καλό και ρίξ' το στη θάλασσα).
Σημασία: δεν πρέπει να προσδοκούμε ανταπόδοση από μια καλή πράξη.
5.Ένας κούκ(κ)ος / ένα χελιδόνι δεν φέρνει την άνοιξη
Η έννοια: οι μεμονωμένες ενέργειες δεν φέρνουν αποτέλεσμα. Αντίστοιχη αρχαία ελληνική παροιμία: μία χελιδών έαρ ου ποιεί
Αρκετές οι νεοελληνικές παροιμιακές και στερεότυπες φράσεις με τον κούκκο:
- σαν τον κούκ(κ)ο, δηλ. ολομόναχος.
- τρεις κι ο κούκ(κ)ος, δηλ. ελάχιστα άτομα, ελάχιστη προσέλευση.
- μου κοστίζει ο κούκ(κ)ος αηδόνι, δηλ. ακριβοπληρώνω κάτι, δίνω περισσότερα από την πραγματική του αξία.
6.Του Κουτρούλη ο γάμος
Η φράση ανάγεται στο ομώνυμο θεατρικό έργο του Αλέξανδρου Ρίζου Ραγκαβή (1845), ο οποίος διακωμώδησε παλιά λαογραφική παράδοση, κατά την οποία ο Κουτρούλης - πραγματικό πρόσωπο που το όνομά του παραπέμπει στη λαϊκή λέξη κουτρούλης = κοντοκουρεμένος ή φαλακρός - τέλεσε τους γάμους του στη Μεθώνη με λαμπρότητα περιώνυμη. Η φράση χρησιμοποιείται για να περιγράψει καταστάσεις που χαρακτηρίζονται από ευθυμία και αναστάτωση ιδιαίτερη.
7.Ζάλο
Βήμα, βηματισμός, πήδημα. Επίσης: η πατημασιά, το χνάρι (κυρίως στον πληθ.): επήρε τα ίδια ζάλα για να τον βρει. Ετυμολογείται από το ουσ. της αρχαίας σάλος (= φουσκοθαλασσιά, κλυδωνισμός - ταρακούνημα του πλοίου λόγω θαλασσοταραχής). Η λέξη χρησιμοποιείται στον Ερωτόκριτο: «Kι ωσά φεγγάρι λαμπυρός εφαίνετο στη μέση είς Kαβαλάρης, κ’ ήρχετο την Tζόγια να κερδέσει, σ’ ένα φαρί μαυρόψαρο, όμορφο και μεγάλο, πηδώντας και χλιμίζοντας ήκανε κάθε ζάλο». Ζάλα ονομάζονται ακόμη τα βήματα του χορού: πβ. το περίφημο πεντοζάλι – όνομα που σύμφωνα με την παράδοση προέρχεται από τον «πέμπτο ζάλο», το πέμπτο «βήμα», δηλ. την πέμπτη κατά σειρά ευκαιρία - απόπειρα για απελευθέρωση της Κρήτης από τους Τούρκους (: την πέμπτη επανάσταση των Κρητικών κατά το 1770).
8.Μαγαζί
Εμπορικό κατάστημα ή εργαστήριο. Το μεσαιωνικό μαγαζί(ο)ν προέρχεται από το ιταλικό magazzino και αυτό από το αραβικό makhazin = πληθυντικός του makhzan (= αποθήκη). Στην αρχαία ελληνική λέγεται εμπόριον, σκηνή, καπηλείον ή πωλητήριο.
9.Καρναβάλι
Η γιορτή της αποκριάς και οι εκδηλώσεις που τη συνοδεύουν: η απόκρεως και αι κατ’ αυτήν μεταμφιέσεις. Η λέξη αποτελεί μεταφορά του γαλλικού carnaval και του ιταλικού carnevale, λέξης με λατινικές ρίζες: caro (γεν. carnis = κρέας) + levo (= σηκώνω, απομακρύνω). Θεωρείται ότι αποτελεί μίμηση των Βακχείων (τελετές προς τιμήν του Βάκχου: προσωνύμιο του Διονύσου), των Κρονίων (εορτή στην Αθήνα προς τιμήν του Κρόνου) ή κατάλοιπο των λαϊκών εορτών της αρχαιότητας.
10.Παραβάν
Ξένη λέξη. Ελληνιστί: παραπέτασμα. Από το γαλλ. paravent < para [< ρ. parer = προφυλλάσσομαι < λατ. paro = παρασκευάζω, ετοιμάζω] + vent (< λατ. ventus = άνεμος].
11.Αλκοόλ
Η λέξη προέρχεται από το μεσαιωνικό λατινικό alcohol (= ουσία προερχόμενη από απόσταξη), που ετυμολογείται από την αραβική λέξη al kuhul, ένα είδος μαύρης πούδρας που χρησιμοποιείται για να βάφουν οι γυναίκες της ανατολής τα βλέφαρά τους. Το όνομα χρησιμοποιήθηκε αργότερα για εξευγενισμένα αρώματα και τελικά για το απόσταγμα του κρασιού, την αιθυλική αλκοόλη με το αιθέριο άρωμα. Tη λέξη την καθιέρωσε ως επιστημονικό όρο ο Λαβουαζιέ. Οι Έλληνες χρησιμοποιούν για το αλκοόλ τον όρο οινόπνευμα, λόγια λέξη του 19ου αι. (το πνεύμα του οίνου, απόδοση του γαλλ. esprit de vin).
12.Ρεπό
Στα γαλλικά repos σημαίνει «ακινησία, ανάπαυση». Το ρήμα από το οποίο προέρχεται η λέξη (< reposer = αναπαύω, ησυχάζω) ετυμολογείται από το μεταγενέστερο λατ. repausο, ρήμα με ελληνικές ρίζες (< αχώριστο μόριο re- + ρ. pausο < λατ. ουσ. pausa < αρχ. παύσις).
13.Αλαφροήσκιωτος
Αλαφροήσκιωτος και ελαφροήσκιωτος. Ο έχων ελαφράν την σκιάν, αυτός που, κατά τη λαϊκή παράδοση και τις λαϊκές δοξασίες, έχει την ικανότητα, το χάρισμα, να διακρίνει μη αισθητά όντα (αόρατες δυνάμεις: στοιχειά, φαντάσματα, ξωτικά, ήσκιους κ.τ.ο.). Σύνθετη λέξη από το επίθ. ελαφρός/αλαφρός και το ουσ. ήσκιος. Αλαφροήσκιωτε καλέ, για πες απόψε τι ‘δες (Δ.Σολωμός, ελεύθεροι Πολιορκημένοι, Σχεδίασμα Γ΄).
14.Ουτοπία
Χίμαιρα, όνειρο, φαντασία.
Η λέξη πλάστηκε το 1516 από τον Thomas More για το περίφημο ομώνυμο έργο του De insula Utopia (Περί της νήσου Ουτοπίας).
Σ’ αυτό ο Άγγλος φιλόσοφος αφηγείται ότι κάποιος φανταστικός φίλος του έφτασε μαζί με τον Αμέρικο Βεσπούκι σ’ ένα νησί, την Ουτοπία, τόπο κατοικίας σοφών και ευτυχισμένων ανθρώπων, που διοικούνταν με ένα υποδειγματικό σύστημα.
Η λέξη είναι λατινική και πλάστηκε από το ελληνικό ού τόπος (= ανύπαρκτος).
Έτσι, η Ουτοπία του Thomas More χρησιμοποιείται για να δηλώσει κάθε προγενέστερη ή μεταγενέστερη χιμαιρική πολιτεία που παρουσιάζεται ως ιδεώδης (πβ. την ιδεώδη Πολιτεία του Πλάτωνα).
15.Ρηξικέλευθος
Ο τέμνων, ο διανοίγων οδόν· (μεταφορικά) ο επιχειρών τολμηρώς νέον τι, ο ρέκτης, ο προοδευτικός: αυτός που έρχεται σε ρήξη με το παρελθόν και επιχειρεί τολμηρά κάτι νέο, πρωτοποριακό, ο νεωτεριστής, ο καινοτόμος. Λόγια λέξη που προέρχεται από το ελληνιστικό επίθετο ρηξικέλευθος < ρήξις (< ρήγνυμι = θραύω, σπάζω) + κέλευθος (= οδός, δρόμος).
16.Οδός Πατησίων
Οφείλει την ονομασία της στην ομώνυμη συνοικία της Αθήνας. Το τοπωνύμιο Πατήσια υπάρχει από τα χρόνια της Τουρκοκρατίας, ίσως από κάποιο Τούρκο Πατίς-Αγά, που είχε κτήματα εκεί. Σύμφωνα με άλλη εκδοχή προέρχεται από τον αρχαίο δήμο της Βατής, που τοποθετείται στα σημερινά Πατήσια, και ιδίως από τον επιρρηματικό τύπο Βατήσι (= προς την Βατήν). Παλαιότερα η περιοχή ονομαζόταν Παραδείσια. Η οδός Πατησίων στις αρχές του 20ου αι. ήταν εξοχική περιοχή με πολλούς ανθόκηπους και δέντρα και, γι’ αυτό, συνήθης τόπος περιπάτου των Αθηναίων. Στην αρχή της - και συγκεκριμένα στο ισόγειο της οικίας Καυταντζόγλου - υπήρχε το περίφημο «καφενείον των ευ φρονούντων» (= των σωφρόνων, των συνετών), ή «καφενείον των γερόντων», εξαιτίας της ηλικίας των θαμώνων του. Η περιοχή γύρω από το τέρμα της οδού Πατησίων από τις αρχές του 20ου αι. επικράτησε να λέγεται Αλυσίδα, εξαιτίας της αλυσίδας που έφραζε το δρόμο του Ποδονίφτη (παραπόταμου του Κηφισού) όταν περνούσε το «Θηρίο», το θρυλικό τραίνο της Αττικής, που καταργήθηκε το 1925. Στην Αλυσίδα, που ήταν πραγματικός ανθόκηπος, πήγαιναν οι νέοι των πρώτων δεκαετιών του αιώνα για να γιορτάσουν την Πρωτομαγιά.
17.Οδός Σταδίου
Το Παναθηναϊκόν, ή καλλιμάρμαρον, στάδιον της Αθήνας, στις πλαγιές του λόφου του Αρδηττού, στο οποίο οφείλει την ονομασία της η οδός, ανοικοδομήθηκε κατά τη διετία 1895-1896 με χρηματοδότηση του Γεωργίου Αβέρωφ προκειμένου να διεξαχθούν εκεί οι πρώτοι Ολυμπιακοί Αγώνες, στον ίδιο τόπο βρισκόταν το αρχαίο στάδιο της Αθήνας, που ιδρύθηκε το 330 π.Χ. επί άρχοντος Λυκούργου, για τη διεξαγωγή γυμνικών αγώνων. Σ’ αυτό προστέθηκαν μαρμάρινα καθίσματα σε μορφή πετάλου το 140 μ.Χ., με δωρεά του Ηρώδη του Αττικού, ο οποίος είχε οριστεί αθλοθέτης των Παναθηναίων - εορτή από την οποία έλαβε και το όνομά του. Στη θέση που βρίσκεται σήμερα η οδός Σταδίου - η οποία ονομάστηκε έτσι διότι στο αρχικό σχέδιο της πόλης των Αθηνών, που δεν εφαρμόστηκε ποτέ, προβλεπόταν να φτάνει μέχρι το Παναθηναϊκό Στάδιο - υπήρχε το ρέμα του Βοϊδοπνίχτη, που κατέβαινε από το λόφο του Λυκαβηττού και η περιοχή ήταν σχεδόν αδιάβατη. Κατά το 19ο αι., όταν διαμορφώθηκε σε οδό, πήρε την ονομασία «οδός Φειδίου» και, μετέπειτα, «οδός Ακακιών», ενώ για μικρό χρονικό διάστημα μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου πήρε το όνομα του βρετανού ηγέτη Ουΐνστον Τσώρτσιλ.
18.Παντρεμενάδικα
Ονομασία της βορειοδυτικής περιοχής του Αρδηττού. Εκεί κατά τα πρώτα χρόνια του βασιλιά Γεωργίου του Α΄ υπήρχαν ξύλινα παραπήγματα που φιλοξενούσαν «ύποπτα» κέντρα αναψυχής στα οποία σύχναζαν άστεγα ερωτικά ζευγαράκια. Στην ίδια περιοχή κατά την παράδοση στα τέλη του 19ου αι. έγινε ένας τρικούβερτος γάμος ανάμεσα σ’ έναν γραφικό Αθηναίο, που ήταν τότε 80 ετών, και σε μια κατά πέντε χρόνια μικρότερή του Αθηναία – ευτυχής κατάληξη έρωτος που είχε αναπτυχθεί πριν πενήντα χρόνια!
19.Αναφιώτικα
Συνοικία της Αθήνας στη βόρεια πλευρά της Ακρόπολης που δημιουργήθηκε αυθαίρετα γύρω στα 1860 από Αναφιώτες (καταγόμενους από την Ανάφη) τεχνίτες και εργάτες, οι οποίοι είχαν έρθει στην πρωτεύουσα για να εργαστούν στις ανασκαφές της Ακρόπολης αλλά και για να προσφέρουν έργο στην ανοικοδόμηση της Αθήνας. Παραδίδεται πως οι πρώτοι που οικοδόμησαν αυθαίρετα και εγκαταστάθηκαν σ’ αυτή την περιοχή ήταν ένας χτίστης και ένας ξυλουργός από την Ανάφη, ο Γεώργιος Δαμίγος και ο Μάρκος Σιγάλας.
20.Παγκράτι
Ίσως πρόκειται για αρχαίο τοπωνύμιο, συνδεόμενο με το ιερό του Παγκράτους Ηρακλέους, του οποίου αρχαιολογικά ευρήματα μετακλασικών χρόνων αποκαλύφθηκαν κοντά στη νότια όχθη του Ιλισού ποταμού, βορειοανατολικά του Παναθηναϊκού Σταδίου. Το προσωνύμιο συνδέεται με το επίθετο της αρχαίας ελληνικής παγκρατής (< παν + κράτος = ο έχων παν κράτος, τήν πάσαν εξουσίαν, ο παντοδύναμος).
21.Αιγάλεω
Πήρε το όνομά του από το ομώνυμο βουνό της Αττικής (Εγκαλέου Όρους), από το οποίο ο Ξέρξης παρακαλούθησε το 480 π.χ τη ναυμαχία στο θαλάσσιο στενό της Σαλαμίνας. Η λέξη Αιγάλεω ετυμολογείται από τις λέξεις αίγες = κύματα, και λάας = πέτρα, λίθος βράχος. Είναι δηλαδή ο βράχος στον οποίο χτυπούν τα κύματα. Το Αιγάλεω είναι σχετικά νέος οικισμός και δημιουργήθηκε γύρω από το παλιό Μπαρουτάδικο, κυρίως στην περίοδο του Μεσοπολέμου.
22.Αιγαίο
Αιγαίον πέλαγος ή Αιγαίος πόντος: ουδέτερο του επιθέτου της αρχαίας ελληνικής αιγαίος, λέξη αβέβαιης ετυμολογίας. Πιθανώς προέρχεται από το ουσιαστικό αίξ, αιγός (= γίδα). Σ’ αυτή την περίπτωση, αιγαίον ονομάζεται ο τόπος με τις πολλές γίδες – προφανώς προτού η ξηρά καλυφθεί με νερά και μεταβληθεί σε πέλαγος! Εξάλλου, αίγες ονομάζονται και τα μεγάλα κύματα, που μοιάζουν με «προβατάκια», ή ακριβέστερα με αγέλη αιγών, οπότε αιγαίον πέλαγος σημαίνει κυματόβρεχτη θάλασσα. Κατ’ άλλους συνδέεται ετυμολογικά με τη λέξη αιγίς (= καταιγίδα), οπότε αιγαίον ονομάζεται ο τόπος που ξεσπούν συχνά καταιγίδες. Άλλοι το συνδέουν με το ρήμα αίσσω (= ορμώ), προφανώς από την ορμή των κυμάτων. Κατά το μύθο το πέλαγος πήρε την ονομασία του από τον Αιγέα, τον πατέρα του Θησέα, ο οποίος ρίχτηκε σ’ αυτό και πνίγηκε, όταν πίστεψε ότι ο γιος του Θησέας είχε σκοτωθεί από τον φοβερό Μινώταυρο, βλέποντας το πλοίο του να επιστρέφει από την Κρήτη με μαύρο ιστίο αντί του λευκού που του είχε υποσχεθεί σε περίπτωση επιτυχίας.
(πηγή: asprilexi.gr)
ΥΓ: Η γνώση είναι κάτι καλό. Και δεν μιλάω για τη γνώση του σχολείου και του πανεπιστημίου αλλά αυτή που μας ωθεί μόνοι μας να ανακαλύπτουμε και να γνωρίζουμε πράγματα, καταστάσεις που δεν γνωρίζαμε, να προσλαμβάνουμε νέες παραστάσεις. Άλλη μια ενδιαφέρουσα πηγή γνώσης είναι και τα ταξίδια, που μας γνωρίζουν νέους πολιτισμούς ή απλά ήθη και έθιμα του δικού μας τόπου. Προσωπικά λατρεύω τα ταξίδια.
Η γνώση είναι μια αέναη διαδικασία που δεν σταματάει ποτέ.
9 σχόλια - Στείλε Σχόλιο
αγάπη ελπίδα ζωή ταξίδι αλλαγή αναμνήσεις σκέψεις γνώσεις παράξενα σοφίες δημιουργία διάφορα στιγμές ευχές χαρά χαμόγελο όνειρο ιδέες νοσταλγία συμπεράσματα συνταγές συνταγή ανέκδοτα φιλία θυμός μοναξιά ιστορία λιμάνι ψυχή λέξεις Μουσική παραμύθι περι ζωής μουσικής φιλίας έρωτα χαμόγελου ποιήμα σιωπή πιστεύω συμπέρασμα χιούμορ χιουμορ ζωγραφική συμβουλές τραγούδια ταινία ταινίες γάμος μετακόμιση παρέα ευτυχία χρήσιμα site ψηφιδωτό στιγμες