Απ’ το παράθυρο τις νύχτες κρυφοκοιτάζει μια σκιά. Μοιάζει με άνθρωπο, ωστόσο κανείς δεν μπορεί να πει πλέον με σιγουριά πως ξέρει την αλήθεια. Πάνε μήνες που έχουν ξεκινήσει τα συμβούλια. Βρίσκονται κάθε δύο μέρες πριν βασιλέψει ο ήλιος και ανακατεύουν τις απόψεις. Μικρά αποκόμματα από εφημερίδες που ίσως έχουν κάποια σχέση, πληροφορίες που αναπαράγονται από στόμα σε στόμα, ίχνη από τα παπούτσια που έμειναν στο νωπό χώμα από τις περασμένες βροχές. Ρίχνουν στη μάχη κατασκόπους και υποκλοπείς. Πουλιά που έτυχε να δουν μια κίνηση, μέλισσες που επιχείρησαν να περάσουν το τζάμι, αδέσποτα που ίσως άκουσαν κάποιον ήχο. Ύστερα μαλώνουν πάντα για περίπου μιάμιση ώρα, κάποιος κάνει το πρώτο βήμα προς τα πίσω και ύστερα ακολουθούν οι υπόλοιποι, έχοντας κατά νου πως κάνουν το σωστό. Τα βρίσκουν και χαμογελούν εκ νέου κι ανήσυχα για την κατάσταση που εξακολουθεί να ισχύει. Μετά από δύο νύχτες ξανά τα ίδια για ένα βήμα πίσω.
Η σκιά κοιτάζει συνεχώς δίχως να μιλάει. Μένει άγρυπνη, με το φως να καίει, δίπλα στο παράθυρο. Άλλοτε ανάβει και τσιγάρο προστατεύοντας με τη χούφτα της την πρώτη φλόγα από τον άνεμο. Κοιτάζει εξακολουθητικά προς τα έξω, άλλοτε γυρνά το κεφάλι στον ουρανό, άλλοτε προς τα κάτω λες και προσπαθεί να φωτογραφίσει το χρόνο που περνά από την εικόνα που δίνει το παράθυρο προς τα έξω. Μια νύχτα που φυσούσε μανιασμένα τη θυμούνται να ανοίγει το τζάμι και να απλώνει το χέρι προς τα έξω. Φυσικά το γεγονός δεν είδαν οι ίδιοι, δεν είχε όμως σημασία. Κάποιο πουλί από τα περαστικά το είδε με την άκρη του ματιού του- δεν ήταν και σίγουρο, το σκοτάδι ήταν βαθύ και με τον αέρα έδινε μάχες να ισορροπήσει πάνω από το έδαφος. Άπλωσε το χέρι η σκιά λοιπόν έξω από το παράθυρο και άρχισε να φιλτράρει με τα δάχτυλα τον αέρα. Να μετρά τα απωθημένα του και τις ζωές που είχε ζήσει περνώντας από εκεί. Γιατί όμως να το κάνει αυτό, ποια η σκοπιμότητα, ποια η αφορμή και εν πάση περιπτώσει δεν είναι πράγματα αυτά, εν μέσω μιας ανύποπτης νυκτός και ενώ ίσα που είχε αρχίσει ο κόσμος να συνηθίζει την παρουσία της σκιάς μέσα από το τζάμι. Συνεδριάσεις και μαλώματα και κάμποσα βήματα πίσω.
Μέχρι που μια νύχτα το φως δεν άναψε ξανά και οι κατάσκοποι και οι υποκλοπείς δεν έβλεπαν για να κάνουν το καθήκον τους, αποχωρώντας για τις δουλειές που είχαν εξ’ αρχής οριστεί. Έτσι οι γείτονες σταμάτησαν να μαζεύονται κάθε δυο μέρες πριν βασιλέψει ο ήλιος. Σταμάτησαν να ανακατεύουν τις απόψεις, να καταθέτουν στοιχεία και υπόνοιες, να συλλέγουν πληροφορίες. Σταμάτησαν τα βήματα προς τα πίσω εν όψει υποχωρήσεων.
Κι όλα καλά.
Γλυκό του κουταλιού Εμμονές Καρρέ Φιξ Κλεμμένα Μνημορραγίες Σχέδια & εικασίες
Photo courtesy of Sotiris Kouvopoulos - www.cadu.gr Template design by Jorge |