Δεν μπορούσα άλλο..έπρεπε να τα σταματήσω όλα αυτά. Μόνο που δεν ήξερα πως ακριβώς. Από τις ταινίες ότι είχα δει..
Πήγα στο μπάνιο κι άρχισα να γεμίζω την μπανιέρα νερό. Κρύο.. Δεν με ένοιαζε κ πολύ πια.
Μ’ ένα κοφτερό νυστέρι στο χέρι που πήρα από το εργαστήριο φεύγοντας, χαιρετώντας άλλη μια φορά σα να μην τρέχει τίποτα, κοιτούσα την μπανιέρα που γέμιζε. Έφτασε κάποια στιγμή εκεί που τα νερά φεύγουν από μια τρυπίτσα για να μην πλυμηρίσει ο τόπος. Για να αποτρέπει στιγμές σαν αυτές. Αυτοκτονικές..
Ξεγυμνώθηκα ολόκληρος. Με την λίγο παραπάνω κοιλιά μου να μου είναι πιστή εδώ και λίγο καιρό και να μη φεύγει από πάνω μου. Τις άτακτες τρίχες στο κεφάλι μου να αρνούμαι εδώ και καιρό να χτενίσω. Άγγιξα με τα ακροδάχτυλα του ποδιού μου το νερό. Πολύ κρύο.. Ένοιωθα ακόμα το κρύο.. ένοιωθα..
Βρέθηκα μέσα στην μπανιέρα με το νερό ως το σαγόνι, ξαπλωμένος και ήρεμος πλέον. Πιο δύσκολο μου φάνηκε να μπω μέσα στο κρύο νερό παρά αυτό που επρόκειτο να κάνω. Και που δεν ήξερα πως ακριβώς γίνεται. Πήρα το νυστέρι πάνω από το μάρμαρο της μπανιέρας και το έβγαλα από την θήκη του. Αυτή..την προστατευτική αλουμινένια θήκη..
Έκανα μια τελευταία βουτιά μέσα στην μπανιέρα. Λυγίζοντας τα πόδια μου μπήκα ολόκληρος μέσα. Το κεφάλι μου μούδιασε από το κρύο. Τεντώνοντας τα πόδια μου και κόντρα στην άλλη άκρη της μπανιέρας βγήκα πάλι έξω. Κι έμεινα έτσι με νερά να στάζουν από τα μαλλιά μου με κλειστά τα μάτια. Τίποτα δεν ακουγόταν..μόνο..
Μόνο μια σταγόνα. Και μετά άλλη μια..κι άλλη..
Η Βρύση έσταζε τις σταγόνες της ρυθμικά στην επιφάνεια του νερού. Μαζί με την σταγόνα άρχισα να χτυπάω έτσι ρυθμικά και τον δείκτη του χεριού μου πάνω στο πόδι μου. Και ο ήχος της σταγόνας σα να άλλαζε σιγά σιγά.. Ναι.. γινόταν σαν..παλαμάκια..??
Στην αρχή ένα και μετά πολλά. Σαν κόσμος πολύς να χειροκροτούσε ρυθμικά. Κάποιο ουρλιαχτό ενθουσιασμού ακούστηκε από το βάθος. Μια κοπέλα..σαν ανυπόμονη.. Κάποιος φώναξε «παμεεεεε!!!!» προστακτικά αλλά σα να περιμένει κάτι που ήθελε πολύ καιρό να το ακούσει . Κι όλο και πιο κοντά μου, και πιο δυνατά τα παλαμάκια..
Άνοιξα τα μάτια μου και στραβώθηκα στην αρχή. Με έτσουξαν και λίγο από τους πολλούς καπνούς. Όταν άρχιζε να σχηματίζεται εικόνα, διέκρινα πολλά χέρια, σηκωμένα ψηλά να κάνουν ακριβώς αυτό. Χτυπούσαν παλαμάκια ρυθμικά, χαρούμενα και περίμεναν..με περίμεναν να.. Ήμουν όρθιος τώρα, φορούσα την αγαπημένη μου μπλούζα με την ηλεκτρική κιθάρα, και στεκόμουν μπροστά από ένα μικρόφωνο. Ήμουν σίγουρος πια για το τι συνέβαινε..
Σαστισμένος ακόμα δεν ήξερα τι να πω. Ποιο τραγούδι να ξεκινήσω? Ήταν σα να το ξεραν όλοι εκτός από μένα. Κοίταξα δεξιά και αριστερά μου. Δυο αγαπημένα μου πρόσωπα με τα γνωστά τους όργανα περασμένα πάνω τους. Ο Αργύρης με κοιτούσε σα να μου έλεγε «άντε ρε μαλάκα, πάλι ξεχάστηκες?» και με παρότρυνε να μπω με ένα συνεχές νεύμα προς το μικρόφωνο μπροστά μου.. Μετά με την γνωστή φάτσα της απελπισίας πλησίασε το δικό του μικρόφωνο και άρχισε να τραγουδά.. δεν πήγαινε άλλο φαίνεται η αγωνία. Το κοινό έπρεπε να ακούσει κάποια στιγμή και τους στίχους.. «just because I m losing, doesn’t mean I lost, doesn’t mean I m lost, doesn’t mean I ll stop, doesn’t mean I will cross..»
Στη δεύτερη στροφή είχα καταλάβει πλεόν τι πρέπει να κάνω, που βρίσκομαι και τι ακριβώς κάνω πάνω στη σκηνή! Μπήκα κι εγω κι άρχισα να παρασύρομαι από την μαγεία του τραγουδιού. Τη μαγεία του κόσμου από κάτω.. Χαμήλωσα το βλέμμα και κουνούσα ρυθμικά το κεφάλι μου μαζί με τον ρυθμό.. Τα μάτια μου έπεσαν πάνω στα πόδια μου.. Ήμουν ξυπόλυτος..
Οι πατούσες μου ήταν πολύ κρύες σαν να βρίσκονταν μέσα σε κρύο νερό. Η μουσική και ο κόσμος άρχισε να χαμηλώνει..να χάνεται.. και το ρυθμό του τραγουδιού συνέχισε.. μια σταγόνα.. Μια μόνο σταγόνα.. και μετά άλλη μια.. κι άλλη..
Άνοιξα τα μάτια μου. Ήμουν μέσα σε μια μπανιέρα, ξαπλωμένος, με νερό μέχρι το σαγόνι.. Νερό κρύο και.. και κόκκινο. Μα πως γίνεται να ναι τόσο κόκκινο το νερό. ..Δεν καταλάβαινα. Τρόμαξα. Ταρακούνησα το κεφάλι μου όσο πιο δυνατά μπορούσα για να συνέλθω κι έκανα να σηκωθώ να βγω. Μα όλο γλυστρούσα.. σα να μην είχα δύναμη να κρατηθώ στα πόδια μου. Τέντωσα το χέρι μου να φτάσω μια πετσέτα που κρεμονταν δίπλα. Μόλις το χέρι μου βγήκε από το νερό έγινε κατακόκκινο.. «Μα τι..?Αίματα?» δεν αναρωτιόμουν πια. Καταλαβα τι είχε γίνει.. Τρόμαξα ακόμα περισσότερο! Με όση δύναμη είχα έφτασα την πετσέτα και την τύλιξα σφιχτά γύρω απ τις πληγές μου. Έγειρα το κορμί μου προς τα έξω και έπεσα στο πάτωμα του μπάνιου. Σέρνοντας άνοιξα την πόρτα..
«Πρέπει να παραδεχτώ ότι χρειάζομαι βοήθεια», σκέφτηκα.. «χρειάζομαι βοήθεια», φώναξα..
«Μπορεί την επόμενη φορά, ή ακόμα κι αυτή, η μουσική να μην είναι εκεί για να με σώσει..»
Αλέξης Π.
- Στείλε Σχόλιο