Πάντα ήθελα να διηγηθώ αυτή την μικρή μου ιστοριούλα
και όνειρο μου είναι να την διηγηθώ στα εγγονάκια μου όταν θα μεγαλώσω και θα γίνω ένας "σεβάσμιος" παππούς.
Παππού πες μας την ιστορία που σε συγκλόνισε τόσο, όπως μας λες .
Κάποτε παιδιά μου στο χωριό της μητέρας μου στα Λουσικά έγινε ένα πάρτι γενεθλίων .
Η εορτάζουσα κοπέλα λεγόταν Μαρία .
Η οικογένεια της είχε εγκατασταθεί στο χωριό όταν εγώ εκπλήρωνα τη θητεία μου στη μαμά παρτίδα , πατρίδα ήθελα να πω , και όπως καταλαβαίνετε δεν τους γνώριζα τους ανθρώπους .
Ήταν καλοκαίρι Αύγουστος του `92 μόλις είχα πάρει το απολυτήριο και παραβρέθηκα στο πάρτι που σας προανέφερα .
Η Μαρία ήταν μια μελαχρινή επίγεια θεά που έμοιαζε με την Κάθριν Ζέτα Τζόουνς .
Η βραδιά κυλούσε βαρετά , αργά και βασανιστικά , εγώ ως συνήθως έπινα σαν μοσχάρι για να ξεχάσω , μακάρι να ήξερα τι ακριβώς , και πριν σφυρίξει ο διαιτητής τη λήξη της διαύγειας του μυαλού μου , είδα δεξιά μου το θαύμα της φύσης καθισμένο στην κούνια του κήπου .
Είδα την Σάλμα Χάγιεκ με πράσινα μάτια (φτυστή όμως!) να μου χαμογελά σαν σειρήνα , κι εγώ αδύναμος Οδυσσέας που τον τραβά μια ανίκητη έλξη κοντά της .
Το αλκοόλ ξεθύμανε ως δια μαγείας .
Βλέμμα σταθερό προς τον στόχο , χαμόγελο και πάμε .
- Κοπελιά η κούνια αυτή φτιάχτηκε για δυο και είναι κρίμα να την χαίρεσαι μόνη σου . Μπορώ να καθίσω δίπλα σου χωρίς να με αγγίζεις ;
( Γελούσε αμήχανα και με τις κόρες των ματιών διογκωμένες και σπινθηροβόλες, καλό σημάδι είπα μέσα μου.)
- Με λένε Ελένη και είμαι η αδερφή της Μαρίας. Εσένα αγενή εισβολέα στην ηρεμία μου πως να σε αποκαλώ ;
- Τζέγκις Χαν , γοητευμένος Τζέγκις χαν .
- Πολύ ψηλός δεν είσαι για Τζέγκις χαν ;
- Είμαι όσο ψηλός χρειάζεται και επίσης όσο καθιστός χρειάζεται (κάθομαι) για να θαυμάζω από κοντά έργα τέχνης .
- Ααα, τέτοιος είσαι ! Πως να το πω αυτό τώρα , θάρρος ή θράσος ;
- Έλξη και ροπή προς το ξεχωριστό λέγεται ,και δίπλα του ένας Γιώργος .
Γιώργο με λένε και ... δεν χάρηκα καθόλου (εννοώντας το αντίθετο) .
Νιώθω διπλά χαρούμενος γιατί σε γνωρίζω και γιατί δεν χρειάστηκε να κατατροπώσω κάποιον επίδοξο θαυμαστή .
Πως και μόνη σου ;
- Ε όχι και μόνη μου , ολοκληρο Τζέγκις χαν κατακτητή έχω δίπλα μου !
(Γελούσε και η νύχτα γέμιζε φως , η καρδιά μου σκίρτησε νικημένη πλάι στο βελούδινο υγρό βλέμμα της .
" Ελένη τα δίδυμα λακκάκια του χαμογέλιου σου είναι ξέχειλα στα μάγουλα σου
για να πίνουν οι έρωτες να ξεδιψάνε ...".
Ήθελα τόσο πολύ να της ψιθυρίσω τους στίχους του Παλαμά , μα ντρεπόμουν μήπως με θεωρήσει υπερβολικό , ποιόν , ...εμένα!
Το φεγγάρι Αυγουστιάτικο μας παρέσυρε , δεν κατάλαβα πότε τα δάχτυλα μου μπλέχτηκαν με τα δικά της , ζούσα σε όνειρο και την άκουγα υπνωτισμένος να μου μιλά για τη ζωή της , για το λόγο που ήρθαν εδώ , τα όνειρα της , για την ιδιαζόντως καλή εντύπωση που της έκανα .
Οι φίλοι από μακριά να με πειράζουν με νοήματα , ο πιο κολλητός μου τότε ο Γρηγόρης να με κοιτά περίεργα τόσο που έλεγα μέσα μου ... καλά ζηλεύει ο άτιμος που ανάμεσα στο ουίσκι και στις γυναίκες προτιμά σαν Ιρλανδός το πρώτο !
Α, ρε ταραμοκεφτέ έλεγα μέσα μου , θα σε κανονίσω μόλις τελειώσει η υπέροχη πτήση .
Δυστυχώς για μένα η προσγείωση δεν άργησε να έρθει .
- Άντε Ελενάκι , η ψυχή μου χόρτασε , καιρός να φροντίσουμε και τη σάρκα .
Σήκω , πάμε να χορέψουμε . Της πιάνω αποφασιστικά το αλαβάστρινο χεράκι μα εκείνη το τραβά ευγενικά και διστακτικά .
- Γιώργο μου ... είναι κάτι που δεν σου είπα .
>> Με κοιτούσε με ένα παράπονο μικρού κοριτσιού που της έκρυψαν τις κούκλες.
Και συνέβη εκείνη τη στιγμή μπροστά στα μάτια μου αυτό που με κάνει να ντρέπομαι ακόμα και τώρα που σας γράφω .
Περνά από μπροστά μας η μητέρα της σέρνοντας ένα αναπηρικό καροτσάκι .
- Βλέπω Ελενάκι είχες την τιμητική σου σήμερα ! Ο εγγονός του παππού του Γιώργου Κ. δεν είσαι ; Ώρα για ύπνο καλή μου , δεν κουράστηκες ακόμα ;
- Κ...καλ ... καλησπέρα σας κυρία Δήμητρα , ναι εγώ είμαι . Να χαίρεστε την Μαρία . (Την είχα δει μια φορά στο μπακάλικο , που με θυμήθηκε !)
Σαστισμένος έβλεπα την κυρία Δήμητρα να σέρνει το όνειρο μου σε καροτσάκι , είχα χάσει τη φωνή μου από ντροπή που την έκανα να νιώσει τόσο άσχημα και άβολα .
Βουτάω απ το γιακά το Γρηγόρη :
- Είσαι μαλάκας ρε ! Χάθηκε να μου ψιθυρίσεις στο αυτί τι συμβαίνει , έγινα ξεφτίλα και στενοχώρησα την κοπέλα !
- Που να σε πλησιάσω Δον Ζουάν της δεκάρας που είχατε κολλήσει σαν στρείδια !
Χαιρέτησα με κατεβασμένο κεφάλι την Μαρία και κατηφόρισα για το σπιτι του πάππου με την ψυχή στα πόδια .
Δεν το χωρούσε ο νους μου , έκανα ένα πακέτο τσιγάρα σε μισή ωρα , ξαπλωμένος ανάσκελα στο ντιβάνι , είχα τρελαθεί !
Τι γκάφα ήταν αυτή δεν μπορούσα να το χωνέψω .
Την επόμενη μέρα κόντευε να μεσημεριάσει δεν άντεξα , βρήκα το τηλέφωνο του σπιτιού της και πήρα να επανορθώσω .
Μου απαντά μια γυναικεία σιγανή φωνή .
- Παρακαλώ !
- Ελένη πήρα να σου ζητήσω μια τεράστ...
- Η Μαρία είμαι Γιώργο , μισό λεπτό να στη δώσω ...
Μια χορωδία αγγέλων σε γυναικεία φωνή μου απαντά
- Τι κάνει ο αιμοβόρος μογγόλος και υψηλότατος κατακτητής μου ;
- Ντρέπεται , ντρέπεται πολύ ο κατακτητής σου .
Ελένη μου είμαι τόσο βλάκας που δεν κατάλαβ...
- ( μελωδικό κοριτσίστικο γελάκι) . Καλά δεν ήσουν και υποχρεωμένος να ξέρεις.
Γιατί δεν έρχεσαι από δω να πιούμε καφεδάκι και να μου απολογηθείς με την ησυχία σου ;
>> Αυτό περίμενα να ακούσω και άφησα το τηλέφωνο να κρέμεται
και τον κήπο της θείας μου με ένα κόκκινο τριαντάφυλλο λιγότερο .
Φτάνω δειλά -δειλά στην είσοδο του σπιτιού της και προς μεγάλη μου έκπληξη ανοίγει την πόρτα ο μπαμπάς της ο κύριος Σωτήρης , βλοσυρός , αρχοντάνθρωπος πρώην καπετάνιος .
Με μια λαχτάρα στην καρδιά και το τριαντάφυλλο κρυμμένο , προχώρησα στο σαλόνι που με περίμενε η Δουλτσινέα μου καθισμένη με περίσσια χάρη στον δερμάτινο καναπέ , και ένα πλατύ χαμόγελο .
Ο πατέρας της με κοιτούσε αυστηρός και αμίλητος από την κορφή μέχρι τα νύχια και με έκανε να νιώθω λιγάκι άβολα .
Μέσα μου για να πάρω θάρρος ψέλλιζα την ατάκα του Χατζηχρήστου (κυρ Σουτήρη μου , ακυρ-Σουτήρη μου) δεν μου πας στο γεροδιάολο να μας αφήσεις λίγο μόνους !
Ήταν και λιγάκι πιο ψηλός και πιο γεροδεμένος ο ακυρΣουτήρης , πραγμα που δυσκολευε κομματακι την κατασταση .
Οι κρυφές μου ευχές έπιασαν τόπο και άρχισε η απολογία μου .
- Γλυκεία μου δεν ήξερα, δεν κατάλαβα ...
- Ότι τα πόδια μου αρνούνται να βαδίσουν σε αυτόν το μάταιο κόσμο , έτσι ;
Με θεωρείς μια ανήμπορη ανάπηρη έτσι δεν είναι ;
Άντε πες το !
( τα ροζ χειλάκια της είχαν πεισμώσει ) . Δεν καταλαβαίνεις ότι με το να απολογείσαι μου υπενθυμίζεις την αδυναμία μου ; Νόμιζα ότι είσαι διαφορετικός από τους άλλους αλλά...
- Τα επιχειρήματα μου τέλειωσαν Ελένη ... πιάνω με τις παλάμες μου το ζωγραφιστό προσωπάκι της και την φιλώ με πάθος ανομολόγητο . Οι ώμοι της χαλάρωσαν , η ανάσα της έκανε και τα ξερόφυλλα να ανθίζουν ,σηκώθηκε και το τελευταίο κύτταρο του σώματος μου .
Μείναμε έτσι για ένα πεντάλεπτο , αγνοώντας τον κίνδυνο του διπλανού δωματίου που έβλεπε εκπομπή για τις ένοπλες δυνάμεις .
Ντράπηκα τόσο πολύ , ένιωθα ότι εκμεταλλευόμουν μια ιδιαίτερη κατάσταση .
Χαμηλώσαμε και οι δυο τα μάτια .
- Γιώργο θα με πας βόλτα ; θέλω μια αγκαλιά στο ηλιοβασίλεμα .
- Μα πως ! Εγώ , εσύ ... ο μπαμπάς σου δεν ....
- (Χαμογέλασε )Ησύχασε , δεν είναι τόσο αγροίκος όσο δείχνει , και το καροτσάκι μου κι εγώ είμαστε πουπουλάκια !
Φτάσαμε σε ένα ονειρικό ερημικό τοπίο πίσω από το σχολείο του χωριού γεμάτο ελιές και στο βάθος να στέκεται όρθιος ο κάμπος ξανθομάλλης με μουσκεμένο μέτωπο και ματωμένα στήθη απ τον θερισμό του Ιούνη , σίγουρος για τους κόπους του και για την αποστολή του.
- Γιώργο από την πρώτη στιγμή που σε είδα ...
- Μην το πεις σε παρακαλώ ... κι εγώ το ίδιο νιώθω .
Μείναμε αρκετή ώρα αμίλητοι , αφήνοντας τα μάτια να εκφράσουν αυτό που δεν μπορούν να φανερώσουν χίλια “μονογράμματα” μαζί και “άσματα ασμάτων” .
- Γιώργο … θέλω να κάνουμε ερώτα .
- Ελένη ... συγκεντρώσου ! Πως , δηλαδή δεν είναι ότι δεν , αλλά είναι δυνατόν ... μα είναι τεχνικά αδύνατο , πως !
- Χα , χα! Χαζούλη μου , όταν μια γυναίκα θέλει ...
πιάσε με απ τη μέση και σήκωσε με να πιαστώ απ το κλαδί της ελιάς .
- Α , εσύ είσαι πιο τρελή , απ ότι φανταζόμουν...
- Σκάσε και ... κολύμπα γλυκέ μου ! (πιο θεληματική κι από Θεά Ήρα) .
Έσκασα λοιπόν και κολύμπησα ... και αφού μάζεψα όλα τα κοράλλια του βυθού της
κατάλαβα για πολλοστή φορά ότι ο άνθρωπος δεν μπορεί να ζήσει μακριά απ τη φύση . Από τότε λάτρεψα τις ελιές και τις ανακαλύψεις του Κουστώ .
Ηταν το πιο όμορφο τσιγάρο που έχω καπνίσει .
Έπειτα είχαμε μια βουβή συνωμοτική χαρά μέσα μας που δεν βγάζαμε μιλιά
για να μην χαλάσουμε την μαγεία .
- Και μετά παππού τι έγινε ; Πες μας θα σκάσουμε από περιέργεια ...!
- Τώρα Γιωργάκη μου θα σου πω . Βρε συ μικρή , δεν σου έχω πει να μην ανακατεύεις με την μαγκούρα τα κάρβουνα στο τζάκι !
Τη μασιά για φιγούρα την έχουμε ; Άντε σύρε να μου φέρεις το τσίπουρο κόλλησε το στόμα μου τόση ώρα μπούρου -μπούρου !
Τι μαλακισμένο εγγονάκι έκανα !
- Παππού θα το πω στη μαμά !
- Πες το , κι εγώ θα της πω ότι παίζατε το γιατρό με τον Χρηστάκη της γειτόνισσας δυο ώρες !
- Συνέχισε ρε παππού μας έσκασες !
-Καλά καλά τζιέρι μου συνεχίζω.
Την γύρισα στο σπιτι της , είχε πια σουρουπώσει για τα καλά , αποκαμωμένοι και με φουσκωμένα τα στήθη μας κρυφή χαρά .
Του κάκου όμως ο πατέρας της μας περίμενε με αγωνία στην πόρτα .
- Είπαμε να πάτε βόλτα , όχι να κάνετε το γύρο της Πελοποννήσου !
- Μπαμπακούλη μου γλυκέ !
Καληνύχτισα το Ελενάκι και πάω να φύγω σιγά σιγά και σαν βρεγμένη γάτα γεμάτος ενοχές , που πολλαπλασιάστηκαν όταν άκουσα πίσω μου τη φωνή του κυρ-Σωτήρη .
- Που πας εσύ ; Μου χρωστάς μια εξήγηση νομίζω !
Έχασα τη γη κάτω απ τα πόδια μου , ο κυρ-Σωτήρης με κοιτούσε σαν να ήξερε , εγώ κοιτούσα από ένστικτο το παράθυρο , όχι την πόρτα .
- Ξέρω τι κάνατε και που πήγατε !
- Εεεμ , εγώ δεν , ξέρετε...
- Ξέρω, ξέρω και για τον ελαιώνα και για το κλαδί που την κρέμασες για να κάνετε έρωτα !
- Έχετε γεια βρυσουούουλες , λόγκοι βουνά ...
- Έλα να σ` αγκαλιάσω λεβέντη μου ! (γλύκανε το υφος του) .
- Κύριε Σωτήρη ... νιώθω πράγματα για την κόρη σας , δεν είμαι παλιοχαρακτήρας.
- Το ξέρω παλικάρι μου , το ξέρω .
Εσύ τουλάχιστον την έφερες σπίτι , ενώ οι προηγούμενοι την άφηναν κρεμασμένη στο κλαρί της ελιάς!
- Εγώ ... όπου φύγει - φύγει ακυρ Σουτήρη μου ! Απ το παράθυροοοοο!
Παππού @#$$#@!@^%@! νομίζω ότι ήρθε η ώρα να σε ξαναστείλουμε στο ίδρυμα !
Θα μπορείς εκεί να συνμαλακίζεσαι όση ώρα θες με τους υπόλοιπους ψοφόγερους !!!
Αει σιχτίρ παππού . Για να ακούμε τις ερωτομπουγατσολογίες σου , χάσαμε τόση ώρα εκπομπής στην "υγειά μας " με το γέρο-Σπύρο Παπαδόπουλο !
§§§ Πάτρα 3 Δεκεμβρίου σωτήριον έτος 2009. Κωνσταντοπούλειος οίκος ευγηρίας .
Τώρα που σου γράφω Θρασύβουλε έχουμε ρύζι λαπά .
Ευτυχώς Χριστούγεννα έρχονται θα έρθει η φίλη μας η Cascada
να μας διώξει τον πόνο .
Βαράει παλαμάκια και η μασέλα μου όταν τη βλέπω .
video | |
Because the night... belongs to lovers !
Because the night ...
belongs to us !
Πρόσωπα και καταστάσεις ουδεμία σχέση έχουν με την πραγματικότητα . Μιάοοο!
18 σχόλια - Στείλε Σχόλιο
Κάτι θυμήθηκα! 10...9 ...8...7... Eρχομαι από παντού και ... tajabone Αβάσταχτη ελαφρότητα ... Αναφορές - υπενθυμίσεις Απορίες Αφιερώσεις Βιτριολικόν ! Γλωσσάρι ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΕΣ Παπαράτσι αγάπη μου ! Ποίηση Σκέψεις ΣΤΙΧΟΙ ; Τραγούδια που αγαπώ Φιλοσοφικές αναζητήσεις