Σκόρπιες σκέψεις και ιδέες ενός ανήσυχου μυαλού
Η ζωή θέλει χαμόγελο
06 Φεβρουαρίου 2011, 03:53
Χωρίς σχόλιο...
ζωή  αγάπη  ελπίδα  χαμόγελο  

Ήταν κάποτε ένα κορίτσι που ζούσε σε έναν τόπο που λεγόταν Παραλογιστάν. Σε αυτόν τον τόπο οι άνθρωποι ζούσαν και επιβίωναν μέσα σε ένα κλίμα παραλογισμού και έδιναν καθημερινά αγώνα να τα καταφέρουν, σε δύσκολες συνθήκες. Αυτό όμως αντί να τους κάνει πιο αδελφωμένους για να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα, αντίθετα τους έκανε πιο κακούς και ζηλιάρηδες. Ο κάθε ένας μισούσε το διπλανό του και ευχόταν το κακό του. Προτιμούσε να καεί το σπίτι του αν μπορούσε να έχει τη σαδιστική ικανοποίηση να βλέπει το σπίτι του διπλανού του να καίγεται.

Στο Παραλογιστάν βασίλευε η κακία, η ζήλεια, το μίσος, ο παραλογισμός, η ανεργία, η διαφθορά. Κάτω από τον ήλιο του έκαναν πάρτι τα 7 θανάσιμα αμαρτήματα, αυτά, και άλλα τόσα..

Η κοπέλα πάλευε να επιβιώσει σε αυτόν τον δύσκολο καιρό. Είχε την απόλυτη συμπαράσταση της οικογένειας της.

Ζούσε σε ένα μικρό σπίτι κοντά στο κέντρο της πρωτεύουσας της μικρής χώρας με τους παράξενους αυτούς κατοίκους, που είχαν αποδεχτεί εν μέρει τη μοίρα τους και ελάχιστα προσπαθούσαν να την αλλάξουν, όταν όμως ξυπνούσαν από το λήθαργο και προσπαθούσαν, ξέσπαγαν βίαιες ταραχές.

Η κοπέλα μορφώθηκε, απέκτησε τρόπους, κοινωνική συμπεριφορά ευγενική, χαμογελούσε συχνά, έλεγε ‘’ευχαριστώ’’ ,έκανε το καλό όταν μπορούσε, αγαπούσε τη ζωή.

Στην αγέλαστη κοινωνία ξεχώριζε το γέλιο της. Αυτό που ζήλεψαν και θέλησαν να της κλέψουν. Η ίδια η ζωή στο Παραλογιστάν.

Χρόνο με το χρόνο έβλεπε να ανεβαίνουν άνθρωποι που δεν αξίζουν, χωρίς τρόπους, χωρίς μόρφωση, μόνο και μόνο επειδή είχαν την τύχη να έχουν υψηλές γνωριμίες και διασυνδέσεις. Όλα αυτά σε επαγγελματικό επίπεδο. Σε προσωπικό επίπεδο, έβλεπε τον εαυτό της, τον τόσο κοινωνικό, να μαραζώνει μόνη, ενώ άλλες κοπέλες, με άσχημη συμπεριφορά, χωρίς τρόπους, χωρίς μόρφωση, και με έμφυτη κακία, να έχουν τις καλύτερες τύχες, και να κάνουν τη ζωή δύσκολη στο ταίρι που είχε την ατυχία να τις συναντήσει. Αυτό ήταν και η απόδειξη ότι στο Παραλογιστάν οι μόνες αξίες που επικρατούσαν ήταν το μέσο, οι γνωριμίες, η ομορφιά, και το χρήμα. Φυσικά και δεν υπήρχε χώρος για τέχνη, για πολιτισμό, για αξιοκρατία. Άνθρωποι που δεν διέθεταν ένα ή και όλα από αυτά, απλά δεν είχαν καμία θέση στο Παραλογιστάν και μονίμως θα έβλεπαν το τρένο της ζωής να περνάει χωρίς αυτούς. Άνθρωποι με ψυχικά χαρίσματα, μέτριας εμφάνισης, ή ακόμα και άνθρωποι ανάπηροι, δεν θα είχαν ποτέ μια ζωή φυσιολογική, όπως αξίζει σε κάθε ζωντανό οργανισμό, μόνο και μόνο επειδή έκαναν το λάθος να μην ανήκουν στη χρυσή μετριότητα, στον μέσο όρο και έκαναν το θανάσιμο λάθος να είναι διαφορετικοί.

Η κοινωνία του Παραλογιστάν μισεί και φοβάται τη διαφορετικότητα γιατί η θέση των ισχυρών κλονίζεται από αυτή.

Αυτοί που κατείχαν την εξουσία της αλλόκοτης αυτής χώρας, προσπαθούσαν να αποκοιμίζουν τις συνειδήσεις των κατοίκων. Τους ωθούσαν να διχάζονται πάντα σε δυο στρατόπεδα. Χρησιμοποιούσαν τον αθλητισμό για παράδειγμα, το ποδόσφαιρο, για να τους φανατίσουν και να τους τυφλώσουν, να μην βλέπουν όσα συμβαίνουν την ώρα που σπάνε την πόλη και τα γήπεδα, την ίδια ώρα που ψήφιζαν νόμους για να τους βυθίσουν περισσότερο στην ανυπαρξία και την ανεργία. Ακόμα και τα ναρκωτικά κυκλοφορούσαν, σχετικά ελεύθερα, με την συνενοχή όλων όσων ήταν φανερά κατά αυτών, αλλά στην πραγματικότητα έκλειναν τα μάτια όταν περνούσαν μπροστά τους.

Κάθε μέρα βίαιες συγκρούσεις, επιθέσεις, ληστείες, κλοπές, ανασφάλεια.

Οι λίγοι που ήταν έστω και ελάχιστα διαφορετικοί και ήθελαν να προσφέρουν, είχαν και τα λιγότερα μέσα να επηρεάσουν τις εξελίξεις.

Αυτά έβλεπε η κοπέλα αυτή. Πόσο μικρή και ασήμαντη είναι, ένας αριθμός μες το πλήθος, όπως τόσοι άλλοι. Αδύναμη να επηρεάσει τις εξελίξεις, αδύναμη να αλλάξει τα πράγματα.

Μόνο να αντιστέκεται, όσο μπορεί και με όποιο τρόπο μπορεί.. Αυτό μπορούσε να το κάνει και το έκανε.

Η μεγαλύτερη επανάσταση είναι να μένεις διαφορετική σε έναν κόσμο πανομοιότυπο.

Η χώρα αυτή στο παρελθόν ήταν τελείως διαφορετική. Οι κάτοικοι ενδιαφέρονταν περισσότερο για όσα συνέβαιναν. Είχαν αποτελέσει πρότυπο πολιτισμού, πριν πολλά πολλά χρόνια. Έδωσαν τα φώτα και κατέληξαν τελικά να μείνουν εκείνοι χωρίς φως, τυφλοί. Ήταν παράδειγμα προς μίμηση και τελικά κατέληξαν παράδειγμα προς αποφυγή.

Μια γενική κρίση αξιών επικρατούσε. Η εικόνα λατρευόταν όπως τίποτα άλλο, η επιφάνεια ήταν το ζητούμενο. Το χρήμα εξουσίαζε τα πάντα. Κανένας σεβασμός στην ανθρώπινη ύπαρξη. Αν ήσουν φτωχός ήξερες ότι η μοίρα σου επιφυλάσσει δυσκολίες και αντί να σου δίνει το χέρι η κοινωνία να σε σηκώσει, αντίθετα, σου ρίχνει κλωτσιά να πας παρακάτω.

Η κοπέλα αυτή πάλευε με μόνο της εφόδιο όσα πίστευε. Τις αξίες που είχε στη ζωή. Όσα οι γονείς της την έμαθαν. Να έχει ψηλά το κεφάλι και να μην επιτρέπει κανέναν να την μειώνει και να την θεωρεί κατώτερη του, να προσπαθεί να της στερήσει το δίκιο.

Μοιραία έφτασε σε ηλικία που οι περισσότερες κοπέλες ονειρεύονταν να γίνουν από ελεύθερες, σκλάβες της κουζίνας και του νοικοκυριού, να αποκτήσουν σύζυγο, παιδιά, πεθερικά, κουμπάρους, υποχρεώσεις, τραπεζώματα, ανακατέματα, τσακωμούς, μπερδέματα.

Η κοπέλα ήταν αντίθετη προς όλα αυτά. Ήξερε ότι ένα ζευγάρι ποτέ δεν είναι μόνο του, όλο και κάποιος θα κινεί τα νήματα. Μαριονέτες σε ένα θέατρο παραλόγου, με πολύ κακές ερμηνείες.. Του πιστού, κουβαλητή σύζυγου, που υψώνει κεφάλι και κάνει τον άντρα όπου τον παίρνει αλλά κατά βάθος είναι ο αιώνιος μπέμπης της μαμάς του, και της πιστής, γλυκειάς συζύγου ,που περνάει τα πάνδεινα από τα μπερδέματα τρίτων στο σπίτι της και κυρίως της μαμάς του μπέμπη- σύζυγου, στις 9 των 10 περιπτώσεων, εκτός αν ο σύζυγος της είναι ορφανός.

Αυτά έβλεπε σε όλα, μα όλα, τα ζευγάρια που ήξερε. Έναν πρώτο καιρό σχετικά όμορφο, και μια απογοητευτική συνέχεια.

Εκείνη όμως ήθελε να είναι ελεύθερο πουλί. Να είναι ο εαυτός της. Να μην κάνει ό, τι της λένε. Να μην ακούει τις σειρήνες που θέλουν να την κάνουν να μην ονειρεύεται και να συμβιβαστεί.

Η χειρότερη λέξη για την κοπέλα αυτή ήταν η λέξη συμβιβασμός. Όταν της την έλεγες, ένιωθε να την βρίζεις, θα προτιμούσε περισσότερο να την βρίζεις παρά να την αναγκάσεις να συμβιβαστεί, γιατί αυτό για να γίνει προυποθέτει να ξεχάσει όλα όσα αγαπάει και να ζήσει μια ζωή μαριονέτας που τις κουνάνε άλλοι τα νήματα και χορεύει χορούς που όχι απλά δεν ξέρει, αλλά δεν έχει ακούσει ούτε τις ονομασίες τους.

Όμως ήρθε κάποιος που έμοιαζε διαφορετικός. Αλλιώς μεγαλωμένος. Λιγομίλητος. Ευγενικός. Πράος. Πίστεψε ότι θα κατευνάσει την τρικυμία της. Έγινε το λιμάνι της.

Εκείνη όμως είχε μάθει να μην αράζει σε λιμάνια.. Να κυκλοφορεί στα πέλαγα..  Κι αυτό το λιμάνι πως θα την κρατούσε..

Τα μάτια της δεν χαμογελούσαν. Το χαμόγελο ανέτειλε και έδυε μόνο στα χείλη. Όλο και πιο σπάνια.

Βούλιαξε σε μια καθημερινότητα, μέτρια σε συγκινήσεις, σε εμπειρίες, χωρίς πάθη, με λάθη. Συντροφική μεν, αλλά ρουτινιασμένη και βαλτωμένη δε.

Της φαινόταν ότι η κάθε μέρα με καρμπόν είχε ξεπηδήσει από την προηγούμενη.

Το λιμάνι άρχισε να της φαίνεται όλο και πιο καταθλιπτικό. Όλο και πιο μικρό, πιο στενό. Πιο συννεφιασμένο. Το μόνο που ζητούσε ήταν να το φωτίσει. Δεν ήθελε να ξανοιχτεί στο πέλαγος. Την ζητούσε πια την στεριά.

Ήθελε να ζήσει με πάθος. Να πλημμυρίζει η ζωή της χρώματα. Η κάθε μέρα να έχει και άλλο χρώμα. Όμως οι μέρες πεισματικά βάφονταν γκρι.

Ζούσε και έλπιζε. Για τη μέρα που θα γέμιζε χρώματα.

Ήταν σίγουρη ότι θα ερχόταν. Ήθελε να το πιστεύει. Πάντα αισιόδοξη ήταν. Πάντα όμως έτρωγε τα μούτρα της γιατί στο Παραλογιστάν δεν αρκεί να ελπίζεις και να είσαι αισιόδοξος. Η ίδια η πραγματικότητα συχνά σε προσπερνάει.

Ένα χαμόγελο προσπαθεί να στερεώσει στα μάτια.. Να το δει να ανατέλλει.. Μα αυτό πεισματικά καρφιτσώνεται και σταματά στα χείλη.

Λίγα ζήτησε στη ζωή της και όλα είχαν να κάνουν με αξίες. Κανένα υλικό αντάλλαγμα δεν την συγκινούσε.

Αγάπη ζήτησε. Ελπίδα, όνειρο, αλήθεια, πάθος, έρωτα.

Κι ένα χαμόγελο να φύγει από τα χείλη και να εγκατασταθεί στα μάτια..

Το λιμάνι συννεφιάζει. Στα μάτια της δυο σύννεφα. Βροχή.

Στο Ουράνιο τόξο εναποθέτει τις ελπίδες της. Να πλημμυρίσει χρώματα.

 

Γιατί ό, τι υπήρξε μια φορά δε γίνεται να πάψει να έχει υπάρξει…

 

Και καταβάθος ξέρει ότι παρόλο που

Λίγοι καλοί κι αυτοί μοιραίοι παραιτημένοι κατά βάθος

 

Στο τέλος

τα πρόβατα τους λύκους θα τους φάνε.

 


Και το χαμόγελο θα ανατείλει στα μάτια, θα μείνει εκεί..

 

Η ψυχή θα γεμίσει χρώματα και το λιμάνι θα πάψει να είναι συννεφιασμένο και στενό και θα χωράει τα όνειρά της..

4 σχόλια - Στείλε Σχόλιο

kithara-woman (06.02.2011)
Ακριβως έτσι..
Καλημέρα!Ευχαριστώ για την ανάγνωση και το σχολιάκι! :-))
KIT_KAT (06.02.2011)
"Ήθελε να ζήσει με πάθος. Να πλημμυρίζει η ζωή της χρώματα. Η κάθε μέρα να έχει και άλλο χρώμα. Όμως οι μέρες πεισματικά βάφονταν γκρι.
Ζούσε και έλπιζε. Για τη μέρα που θα γέμιζε χρώματα."
Αυτό μάλλον εκφράζει πολύ κόσμο...την καλησπέρα μου Αυγή! :)
kithara-woman (07.02.2011)
Έτσι πιστεύω..Τι άλλο μας έχει μείνει,από το να ονειρευόμαστε..
Καλό βράδυ!! :-))

Για να στείλετε σχόλιο πρέπει να έχετε συνδεθεί ως μέλος. Πατήστε εδώ για να συνδεθείτε ή εδώ για να εγγραφείτε.

Επιστροφή στο blog
Συγγραφέας
kithara-woman
Αυγή
από ΚΑΤΕΡΙΝΗ


Περί Blog
blogs.musicheaven.gr/kithara-woman

σκέψεις,ιδέες,ποιήματα,χιουμοριστικά κείμενα και σχόλια

Tags

αγάπη ελπίδα ζωή ταξίδι αλλαγή αναμνήσεις σκέψεις γνώσεις παράξενα σοφίες δημιουργία διάφορα στιγμές ευχές χαρά χαμόγελο όνειρο ιδέες νοσταλγία συμπεράσματα συνταγές συνταγή ανέκδοτα φιλία θυμός μοναξιά ιστορία λιμάνι ψυχή λέξεις Μουσική παραμύθι περι ζωής μουσικής φιλίας έρωτα χαμόγελου ποιήμα σιωπή πιστεύω συμπέρασμα χιούμορ χιουμορ ζωγραφική συμβουλές τραγούδια ταινία ταινίες γάμος μετακόμιση παρέα ευτυχία χρήσιμα site ψηφιδωτό στιγμες



Επίσημοι αναγνώστες (21)
Τα παρακάτω μέλη ενημερώνονται κάθε φορά που ανανεώνεται το blogΓίνε επίσημος αναγνώστης!

Πρόσφατα...
Δημοφιλέστερα...
Αρχείο...


Φιλικά Blogs

Links