Παράφωνες ηχούσαν μιά ζωή στα αυτιά μου οι ιαχές τών κατ’ επίφαση ρεαλιστών τής συμφοράς και τής κακιάς τής ώρας. Εχει παρέλθει το ρομαντικό τραινάκι.Τώρα σκάνε βόμβες που πιτσιλούν παντού οξείδια, που αφήνουν αυτήν την γαμημένη μεταλική γεύση, που τρέφονται με οξυγόνο και αποταμιευμένες υποσχέσεις.Και έχω σκυλοβαρεθεί τούς ξερόλες... Κοιτάζω, πολύ μελαγχολικά, τα κομφετί τών καιρών να πέφτουν χαρμόσυνα στην λεωφόρο που παρελαύνουν οι ημέρες μία-μία καμαρωτές, λές και κάτι κατάφεραν, και νοιώθω οτι αυτή η παρέλαση είναι ένας Ρωμαικός θρίαμβος, ερήμην θεατών… Σκάνε βεγγαλικά, βγαίνουν έκτακτα δελτία ειδήσεων, η τηλεθέαση χτυπάει κόκκινο, ανοίγω το ψυγείο, και βρίσκω μέσα μιά νότα που έπαιξα πρίν κάτι χρόνια. Πάω να την αγγίξω, και βλέπω οτι έχει λήξει.... Εχεις δει, μεγάλε, στην ζωή σου, ληγμένη νότα; Πανοραμικά ανατινάζεται η νύχτα εντός μου, και σπάει σε χίλιες λάμψεις και χρώματα,τα σκυλιά το σκάνε τρομαγμένα,τα αγάλματα ζωντανεύουν και απεκδύονται, πράγματα που λάτρεψα ενδίδουν και ηττώνται, και εγώ δεν βρίσκω λόγια για να εκφράσω την ταπεινωτική όψη εκείνου του μικρού τίποτα που καταφέρνει να μας κάνει τόσο, μα τόσο καθημερινούς..... Στρίβω στην γωνία, βλέπω τα τρόλλευ, τα λεωφορεία, και όλα μοιάζουν στην θέση τους...Απόλυτα ξένα και απρόσωπα.Εχω ένα παπάκι, να μου κάνει Πά-πά-πά....Και δεν μου καίγεται καρφί, αν εσύ περνάς, και δεν μου ξαναμιλάς...
…Μόνο που αφαιρούμαι κάποιες γλυκές ώρες, όταν βλέπω την άχαρη πολιτεία στολισμένη με αμέτρητες χιλιάδες φωτάκια, πέρλες και γιορντάνια και μαρμαρυγές…. Το σκοτάδι έρχεται να κρύψει τα τρωτά και τα τρωθέντα, και να αποενοχοποιήσει…Είναι τα ήσυχα βράδια, που η Αθήνα λάμπει σαν μεγάλο καράβι… Είναι τότε , που αποσύρομαι εκτός μου, και αφήνω το αεράκι να με περιφέρει σαν μικρό χνουδωτό κλέφτη, που τρυπώνει σε μικρά δωμάτια, μήπως και κάποιο παιδικό χέρι τον φυλακίσει απαλά στην παλάμη του, και αφού κάνει μια ευχή, τον ξαναφυσήξει προς την ελευθερία. «Κι όμως, είναι όμορφα,» σκέπτομαι…Πίσω από την ανία των καθημερινών σχέσεων και των συναναστροφών, ακόμα και μέσα στην Αθήνα των μοναχικών θανάτων, όταν η ημέρα επαναβαπτίζεται στην νύχτα, έρχονται στιγμές που σου γνέφει ο εαυτός σου συνωμοτικά, και σε παίρνει από το χέρι ,να σε σεργιανίσει στην χώρα της χαμένης σου μαγείας. Μικρές απαραίτητες ανάσες αληθινής ζωής, για να μην ξεχνάς ότι στο βάθος σου είσαι πολύ καλύτερος από αυτό που αναγκάζεσαι να υιοθετείς , ότι μπορείς ακόμα να χαμογελάς χωρίς σκοπιμότητα, και οτι κάθε νόμισμα έχει δύο όψεις. Απλά, να φροντίσεις το νόμισμα αυτό να μην είναι κίβδηλο. Για να μπορείς να είσαι εσύ. Για να μην είσαι απλά μια συναλλαγή ακόμα. Για να είσαι καί άξιος να αγαπιέσαι, καί ικανός να αγαπάς…
3 σχόλια - Στείλε ΣχόλιοΣκέψεις... Αναφορές σε τραγούδια... Ελεύθερη γραφή και δοκίμια... Λογοτεχνία Σκέψεις Στίχοι μου Στίχοι μου... σχόλια Χιούμορ χιούμορ Χιούμορ...