Στο γαλάζιο οικόπεδο βρέθηκε ο αγκάθινος, συρματένιος φράχτης. Ποιος τον έστησε εκεί; Ίσως να υπήρχε από την αρχή του χρόνου, την άκρη του καιρού.
Μια μικρή τριανταφυλλιά άνθισε στη βάση του. Λευκά τα άνθη της, αγνά σαν αύρες και ανάσες αγγέλων. Άρχισε να σκαρφαλώνει αργά αργά, ένα αγκάθι τη φορά πάνω στον φράχτη για να βρεθεί στην άλλη πλευρά του γαλάζιου οικοπέδου. Σε κάθε βήμα τα λευκά πέταλα σκίζονταν, μάτωναν, πονούσαν και γίνονταν κόκκινα, όπως το φιλί του πάθους. Στάλα στάλα άνθιζαν τα νέα λουλούδια, σκορπούσαν ευωδιές, κάλυπταν τον φράχτη. Υπέροχο το θέαμα, δε νομίζεις; Ένας λευκοκόκκινος πίνακας στη μέση του γαλάζιου οικοπέδου, λουσμένος στο φως.
Κοίτα, ωστόσο, λίγο πιο προσεχτικά, αφουγκράσου, γεύσου από κοντά την λεπτομέρεια. Πίσω από την επιφάνεια κρύβεται πόνος και αίμα. Η τριανταφυλλιά έδωσε κάθε της πνοή, για να δημιουργήσει αυτήν την ομορφιά. Όπως μια καρδιά που πιάστηκε στον φράχτη του έρωτα...
Μολυβιές χαραγμένες σε σκόρπιες σελίδες από ημερολόγια ζωής..
Τα βαθύτερα θέλω μας είναι εκείνα που ξεδιπλώνονται τις νύχτες.
Εκείνα που μας λείπουν ακόμη κι όταν όλα μοιάζουν ιδανικά.
Εκείνα που γεμίζουν την καρδιά κι αδειάζουν την ψυχή.
Εκείνα που μας αφήνουν χωρίς ανάσα.
Εκείνα που ποτέ δεν τελειώνουν.