Blogάκι μέ σπιράλ
Είναι σίγουρο οτι υπάρχει θεός,αλλά δέν είναι ο Θεός
03 Φεβρουαρίου 2017, 12:37
Ονειρεφιάλτες


Καθώς έτρωγα το ωραίο μου τζατζίκι με μπόλικη μουστάρδα επάνω,άκουσα πίσω μου μια φωνή:

«Πάμε να φύγουμε,χάσαμε!»

Γύρισα και κοίταξα παντού,μα δεν φαινόταν κανείς.

 «Πάμε να φύγουμε,χάσαμε!»,ξανακούστηκε η φωνή.Κοίταξα καλύτερα και είδα να’ρχεται προς το μέρος μου ένας κοντούλης που φορούσε μιά κιτρινομπλέ φόρμα πιτσιλισμένη με μπογιές.Κρατούσε ένα καρβέλι ψωμί κι’ένα σκοτεινόχρωμο μπουκάλι που είχε μέσα ένα απροσδιόριστο υγρό.

«Ψωμί και μπύρα για μια ημέρα»,είπε ακουμπώντας τα μπροστά μου. «Δικά σου είναι».

Τον κοίταξα με κάποια δυσπιστία. «Πώς κι’έτσι;» τον ρώτησα.

«Ε,δεν θα τα πάρης τζάμπα»,μού απάντησε. «Αφού θα δουλέψης».

Γύρισε και μού έδειξε ένα μπιντόνι.

«Θ’ανακατέψης το μίνιο που υπάρχει μέσα σ’αυτό το πεντογάλονο»,μού εξήγησε. «Να,μ’αυτό εδώ το ξύλο».

Πήρα το ξύλο και δοκίμασα ν’ανακατέψω το υγρό.Ηταν αρκετά πηχτό και με δυσκολία το ανακίνησα.Ο κοντούλης ήρθε δίπλα μου.

«Να,έτσι» μού είπε,παίρνοντας το ξύλο.Θαύμασα με πόση ευκολία δούλευε το υγρό κι’ακολούθησα τις κινήσεις του.Πέντε λεπτά αργότερα είχα μάθει το «κόλπο» κι’ανακάτευα το μίνιο με άνεση.Μα επειδή το ν’ανακατεύης ένα υγρό είναι ανιαρή δουλειά,κάποια στιγμή αποκοιμήθηκα,φαίνεται,και όλα γύρω μου εξαφανίστηκαν-καρβέλια.μπουκάλια και πεντογάλονο.Βρέθηκα ξαφνικά σ’έναν απέραντο πράσινο κάμπο.

«Πάμε να φύγουμε,χάσαμε!» ξανακούστηκε η γνώριμη φωνή κι’εμφανίστηκε τώρα ένας άλλος τύπος.

«Γνωρίζεις να κάμνης λαμαρινοδουλειές;» με ρώτησε. «Γιατί θέλω να σού αναθέσω μία».

Εφερε μπροστά μου ένα μεγάλο κομμάτι λαμαρίνα.

«Θα το τρίψης μ’αυτό το γυαλόχαρτο,μέχρι να γίνη λείο».

«Και τι θα μού δώσης;» τον ρώτησα. «Ο προηγούμενος μ’έβαλε ν’ανακατεύω μίνιο σ’ένα πεντογάλονο και μού’δωσε για πληρωμή ψωμί και μπύρα,μα δεν πρόλαβα να φάω ή να πιώ και όλα εξαφανίστηκαν.Αν είναι να μού κάνης κι’εσύ τα ίδια,άσε καλύτερα».

«Πρέπει απαραιτήτως να σού δώσω κάτι;»

«Ε τι;για την ψυχή του Καρδινάλιου θα το κάνω;»

«Κρίμα!Και σε νόμιζα καλόν άνθρωπο» είπε ο τύπος κι’εξαφανίστηκε.Εμεινα μόνος μου καταμεσής στον πράσινο κάμπο και-το κυριώτερο-πεινούσα και δεν είχα τι να φάω.

Εκεί που αναρωτιόμουν τι έπρεπε να κάνω και πώς να ξαναγυρίσω στο σπίτι μου και στο μουσταρδιασμένο τζατζίκι μου,εμφανίστηκε ένας τρίτος μυστήριος με τρία πόδια,που φορούσε επίσημο κουστούμι και βατραχοπέδιλα.Αυτός ούτε φαϊ μού έφερε,ούτε μού ανέθεσε κάποια δουλειά,τίποτε.

«Φαίνεστε πολύ προβληματισμένος»,μού είπε. «Σε τι μπορώ να σας βοηθήσω;Είμαι προϊστάμενος γαλακτωματοποιητής,με πολύ καλό HLB και πιστοποίηση από την διεθνή ένωση γαλακτωματοποιητών.Εχω ειδίκευση τόσο στα o/w γαλακτώματα όσο και στα w/o γαλακτώματα».

Δεν πάμε καλά,σκέφτηκα.Οι γαλακτωματοποιητές είναι χημικές ουσίες,δεν μιλάνε.Πώς βρέθηκα εδώ;Μια χαρά καθόμουν στο σπιτάκι μου.Αν δεν είχα δεχτεί ν’ανακατέψω αυτό το καταραμένο μίνιο,δεν θα είχα αποκοιμηθεί και δεν θα έβλεπα τώρα αυτό το όνειρο απ’το οποίο δεν μπορούσα ούτε να ξυπνήσω-είχα βεβαιωθεί γι’αυτό επειδή όσο κι’αν κουνούσα το κεφάλι μου,όσο κι’αν με χαστούκιζα,τίποτε δεν άλλαζε.Παρέμενα στον ίδιο πράσινο κάμπο με έναν τρίποδο τύπο να με κοιτάζη ασκαρδαμυκτί.

«Λοιπόν;Τι μπορώ να κάνω για σας;» επανέλαβε ο τρίποδας.

«Να με στείλης πίσω στο σπίτι μου!» του απάντησα,ελαφρώς αγενώς-ίσως έφταιγε και το ότι ο πρώτος τύπος με είχε αφήσει με την κρυάδα του ψωμιού και της μπύρας που δεν είχα προλάβει να απολαύσω.

«Δυστυχώς,αυτό δεν είναι μέσα στις δυνατότητές μου» είπε αυτός. «Μπορώ να σας μετατρέψω σε εναιώρημα,σε κρέμα,σε οποιοδήποτε είδος συστήματος διασποράς θέλετε,αλλά αυτό που μού ζητάτε είναι αδύνατον».

«Τότε,ξεκουμπίσου από δώ και άσε με στην ησυχία μου».

Και λέγοντας αυτό,σήκωσα ακουσίως το δεξί μου χέρι.Αστραπιαία βρέθηκα μέσα σ’ένα θάλαμο που τα τοιχώματά του ήταν γεμάτα διακόπτες,λαμπάκια και διάφορες οθόνες.Ολα αυτά τα πράγματα αναβόσβηναν-ακόμη και τα κουμπάκια-και ακουγόταν από παντού ένας ήχος σαν γκλινκτουκτσακμπουμφλίπ.Πάλι έμπλεξα, σκέφτηκα.Απ’το κακό στο χειρότερο πάμε.Δέν βλέπω να γυρνάω σπίτι μου απόψε.

Τότε ξανακούστηκε η γνωστή φωνή «πάμε να φύγουμε,χάσαμε!».Εκνευρίστηκα ακόμη περισσότερο γιατί από πού θα έφευγα;Ο θάλαμος δεν είχε καμμία πόρτα ούτε άλλου είδους έξοδο.

«Πάτα το μπλέ κουμπάκι»,ξανάπε η φωνή,σαν να είχε καταλάβει την απορία μου

Ποιό μπλέ κουμπάκι απ΄όλα;Εκατοντάδες μπλέ κουμπάκια υπήρχαν σ’αυτό το καταραμένο δωμάτιο.

«Ποιό μπλέ κουμπάκι να πατήσω;» ρώτησα

«Οποιο να’ναι» ήρθε η απάντηση.

Πάτησα ένα κουμπί,στην τύχη.Αμέσως βρέθηκα σε μιά έρημο-μιά απέραντη έρημο που δεν είχε τίποτε άλλο εκτός από άμμο που έκαιγε και μού τσουρούφλιζε τις πατούσες.

Τι θα γίνη,θα περιπλανιέμαι έτσι αιωνίως;Δεν ήταν και κανένας άλλος σ’αυτήν την έρημο.

Τότε θυμήθηκα πως πρίν βρεθώ εδώ είχα σηκώσει το χέρι μου.Μήπως να το ξανασήκωνα;Μπορεί να με έβγαζε κάπου αλλού-σε κάποια άλλη διάσταση ίσως.Χειρότερα απ’αυτό εδώ το μέρος σίγουρα δεν θα ήταν-και ένιωθα ήδη έτοιμος για έγκαυμα πρώτου βαθμού.

Σήκωσα το δεξί μου χέρι ξανά.Τώρα βρέθηκα να κολυμπάω σε μια απέραντη φουρτουνιασμένη θάλασσα που σήκωνε κύματα δέκα μέτρα ύψος.Ούτε κάν μια σανίδα να επιπλέη γύρω μου δεν υπήρχε,να πιαστώ τουλάχιστον απ’αυτήν ώστε να μείνω στην επιφάνεια χωρίς να χρειάζεται να κουνάω συνεχώς χέρια και πόδια.Αργά ή γρήγορα θα κουραζόμουν και ο πνιγμός ήταν αναπόφευκτος…

Τι κάνουμε τώρα;Ξανασηκώνουμε το δεξί χέρι πάλι;Δεν βλέπω να υπάρχη άλλη λύση.Οπότε…

Ξαφνικά όμως μού ήρθε μια ιδέα.Μα ναι,πώς δεν το σκέφτηκα νωρίτερα;Κάθε φορά που σήκωνα το δεξί χέρι, μεταφερόμουνα σε χειρότερη κατάσταση απ’αυτήν που ήμουν.Μήπως λοιπόν σήκωνα το λάθος χέρι;

Μα ναι,αυτό θα ήταν!Το δεξί χέρι με έφερνε σε εφιαλτικές καταστάσεις.Αρα αν σήκωνα το αριστερό ,θα είχε το αντίθετο αποτέλεσμα.Ακόμα κι’αν δεν ήταν γραφτό να ξαναγυρίσω στο σπίτι μου,τουλάχιστον θα μεταφερόμουν σε κάποιο καλύτερο μέρος.Αρκεί,βεβαίως,να υπήρχε τζατζίκι και μουστάρδα.Πάμε λοιπόν,ένα-δύο-τρία ωπ!

Πάει η θάλασσα.

Γύρω μου το απόλυτο σκοτάδι.Και η αίσθηση ότι συνεχώς έπεφτα στο κενό.

«Βοήθεια!Πέφτω!» φώναξα ασυναίσθητα.

Τότε ακούστηκε μια φοβερή βροντή,σαν να έσκαγε βόμβα εκατομμυρίων μεγατόννων μέσα στο κεφάλι μου, γύρω απ’αυτό,παντού.Και μέσα απ’όλον αυτόν τον χαλασμό,ξεχώρισε μια ψιλή-ψιλή φωνούλα:

«Πάμε να φύγουμε,χάσαμε!».

- Στείλε Σχόλιο


Για να στείλετε σχόλιο πρέπει να έχετε συνδεθεί ως μέλος. Πατήστε εδώ για να συνδεθείτε ή εδώ για να εγγραφείτε.

Επιστροφή στο blog
Συγγραφέας
hastaroth
Επιμελητής πτήσεων & TRI κουνουπιών
από Urantia


Περί Blog
blogs.musicheaven.gr/hastaroth

Τά πάντα όλα...καί τά κοάλα τίποτα!



Επίσημοι αναγνώστες (11)
Τα παρακάτω μέλη ενημερώνονται κάθε φορά που ανανεώνεται το blogΓίνε επίσημος αναγνώστης!

Πρόσφατα...
Δημοφιλέστερα...
Αρχείο...


Φιλικά Blogs

Links