Έγιναν τρεις. Σε κάποιο τραπεζι έξω από μια σκηνή η ένα τροχόσπιτο θα παίζουν τάβλι, θα κάνουν παρεα πινοντας ούζο και τρωγοντας στρομπια. Θα ακούνε παλιά λαϊκά και θα χορεύουν ζεϊμπέκικο. Ο ένας βαρύ αντρικιο, ο άλλος θα προσποιείται τον μεθυσμένο για να τους κάνει να γελούν κι ο τρίτος θα βουτά για γυαλιστερές. Θα ξεκουράζονται κάτω από τα πεύκα δίπλα στην θαλασσα με τα αστρα-αχινους.
Θα βλέπουν μόνο ήλιο και γαλάζιο ουρανό μακριά από καλώδια, ΜΕΘ και άσπρους τοίχους.
Κι εσύ ο τέταρτος που έμεινες πίσω, να ξέρεις πως είμαι εδώ. Πως σε αγαπάω πολύ και τρεμω για σένα. Και πως μαζί θα αντεξουμε κάθε απωλεια...