Η είσοδος στο προαύλιο του κτιριου ήταν κλεισμένη με μια τεράστια καγκελοπορτα. Μια μικρότερη είσοδος στο πλαι έδινε την προσβαση, ωστόσο κι αυτή είχε τρία ορθογωνια κάγκελα μπροστά της ως εμπόδια-αγνωστο για ποιο λόγο - τα οποια σε υποχρεωναν να διασχίσεις με ζιγκ ζαγκ το πεζοδρόμιο για να μπεις.
Η πρωινή νεροποντή είχε αφήσει τα σημάδια της στο οδοστρωμα. Φύλλα, λάσπες και λακκούβες με νερό που μετατρέπονται σε παγίδες για τον αφηρημενο. Μια από αυτές δίπλα ακριβώς στα δυο από τα προαναφερθεντα εμπόδια. Ο πρώτος πεζός που θέλησε να διαβει την μικρή πορτα μοιραία βούτηξε μέσα της. Περιεργως, όμως, το ίδιο έκανε και ο δεύτερος και ο τριτος. Λες και κάποια αόρατη αλυσίδα υποχρέωνε τα πόδια τους να συντονιζονται σε έναν κοινό βηματισμό, με μόνο σκοπό τη βουτια στα βρωμονερα. Σαν αστραπή πέρασε από το μυαλό μου η σκέψη ότι η διάταξη των καγκελων ήταν τέτοια που οδηγούσε απαρεγκλιτα στη λακκούβα και άρα έπρεπε με κάποιον τρόπο να ανοίξω τον διασκελισμο μου περισσότερο - ίσως και να κανω ένα "χαριτωμενο" άλμα- προκειμένου να γλιτώσω τα ποδια μου από το λασπολουτρο.
Κι όμως... Φτάνοντας στο καγκελακι ειδα οτι όλα αυτα ήταν περιττές κι ανούσιες σκεψεις. Το μόνο που χρειαζοταν ήταν να διαφοροποιηθω από το "κοπαδι". Με αλλα λόγια να κάνω το ζιγκ ζαγκ προς την αντιθετη κατεύθυνση και την εσωτερική μεριά του πεζοδρομιου, όπου νερά, φύλλα και λακκούβες δεν " καταδέχθηκαν" να "κατασκηνώσουν."