Photo: Sven
Για τρεις βδομάδες, έδινες έναν πολύ γενναίο, αλλά άνισο, απ΄ότι αποδείχθηκε, αγώνα. Χωρίς όλους εμάς που τόσο σ΄αγαπήσαμε δίπλα σου, έσβησες μόνος, πνιγμένος στα καλώδια, στα μόνιτορ και στις διασωληνώσεις. Δεν σου άξιζε ένα τόσο δραματικό και μοναχικό τέλος, αγαπημένε μας φίλε. Εσύ, που έσωσες τόσες και τόσες ζωές ασθενών σου (συνανθρώπων σου, όπως προτιμούσες να λες), δεν κατάφερες να κρατηθείς στη ζωή για να καθίσουμε, για μία ακόμη φορά, γύρω από το τόσο φιλόξενο χριστουγεννιάτικο τραπέζι του σπιτιού σου και να σου φέρω, όπως κάθε χρόνο, το αγαπημένο σου φαγητό που σου μαγείρευα.
Χθες, σου είπαμε το τελευταίο αντίο, από μακριά, όμως. Κοντύτερα η οικογένειά σου, κι εμείς οι υπόλοιποι, μια χούφτα φίλοι στενοί και συνάδελφοί σου από το πανεπιστήμιο, μακρύτερα, να κοιτούμε βουβοί κι ακίνητοι, σαν σε Αγγελοπουλικό σκηνικό, τους νεκροθάφτες, με στολές εντατικής, να σκεπάζουν με γρήγορες κινήσεις τον πρόχειρο τάφο…
Δεν σου πήρα στεφάνι από λουλούδια γιατί αυτά μαραίνονται. Σου έπλεξα ένα δικό μου από όμορφές μας αναμνήσεις, γιατί μόνον τέτοιες υπάρχουν, κι έτσι δεν πρόκειται ποτέ να μαραθεί. Μπορεί να έφυγες από κοντά μας, μα θα είσαι πάντα παρών μέσα μας, κάνοντάς μας να νιώθουμε ευγνώμονες για όλα όσα μας έδωσες, για όλα όσα ήσουν…
Ευχαριστώ, αγαπημένε φίλε, από τα βάθη της καρδιάς μου, για όλα αυτά τα χρόνια της μοναδικής σου φιλίας που ήταν πάντα ένα ασφαλές κι απάνεμο λιμάνι. Ευχαριστώ για τις όμορφες στιγμές, για την αγάπη και την έγνοια που πάντα γενναιόδωρα μας έδινες. Προσπαθώ να μετριάσω τον πόνο, λέγοντας στον εαυτό μου αυτό που εσύ πάντα έλεγες στους φοιτητές σου, για να τους καθησυχάσεις, όταν δεν καταφέρνατε να σώσετε κάποιον ασθενή: «C’ est la vie». Δεν τα καταφέρνω, όμως, όπως κι εσύ άλλωστε. Μπορεί να το έλεγες, αλλά αμέσως μετά κλεινόσουν στο γραφείο σου για να μη δει κανείς τα βουρκωμένα όμορφα γαλάζια μάτια σου...
2 σχόλια - Στείλε Σχόλιο