ελληνική μουσική
    534 online   ·  210.845 μέλη

    Έχει όνομα: τη λένε Βαρβάρα Αργυρίου. Και ήταν η μητέρα μου.

    AR-ON
    29.06.2013, 04:14

    Του Πέτρου Αργυρίου (αναδημοσίευση από το blog "Agria Zwa": http://agriazwa.blogspot.gr/2013/06/blog-post_4376.html).

    Δεν κρατάω πλέον λογαριασμό για τις αυτοκτονίες της κρίσης. Είμαι όμως απόλυτα βέβαιος ότι από χθες είναι +1. Και είμαι τόσο βέβαιος, γιατί αυτό το +1 που προστέθηκε στα μαθηματικά του θανάτου ήταν… η μητέρα μου.

    Από τους γονείς μου αποσυνδέθηκα συναισθηματικά πολύ νωρίς γιατί εκείνοι υποστήριζαν το σύστημα και με προετοίμαζαν για αυτό όπως κάναν όλοι οι νοικοκυραίοι της εποχής. Στα εφηβικά μου μάτια, η συναισθηματική μου απομάκρυνση από τους γονείς μου ήταν μια τιτάνια μάχη κατά του συστήματος που γνώριζα από τα μικρά μου πόσο στρεβλό και διεφθαρμένο ήταν χωρίς να χρειάζομαι κάποια δηλητηριώδη πολιτική κατήχηση για να με προγραμματίσει.

    Φυσικά, όσο δίκιο και αν είχα, είχα άδικο. Γιατί οι γονείς μου, όπως εκατομμύρια άλλοι γονείς, ήταν απλοί και αφελείς άνθρωποι που παγιδεύτηκαν από την γαλαντόμο τοκογλυφία του συστήματος της εποχής τους. Σφάλμα θανάσιμο για αυτούς και τη γενιά μου και όσες άλλες γενιές απομένουν να ρθουν, αλλά σφάλμα που οφειλόταν στην άγνοια. Ακριβώς χάρη στην πρόωρη αποσύνδεση μου και στην απόρριψη όλων των γονεϊκών στερεότυπων μπορώ αντικειμενικότατα να σας πω:

    Η μάνα μου ήταν αγία. Όπου έβλεπε ανάγκη έστεργε. Πέρασε χρόνια ολόκληρα στα νοσοκομεία της ντροπής και της οδύνης και έκανε εθελοντικά τη νοσηλεύτρια και την ψυχοπομπό σε δεκάδες συγγενείς, γνωστούς και αγνώστους. Αγκάλιαζε όποιο παιδί βρισκόταν στο διάβα της. Η ψυχή της δεν είχε το παραμικρό ψεγάδι. Τον παραμικρό δόλο. Η ανεξάντλητη αγάπη της ήταν η συνδετική κόλλα για την οικογένεια όλη. Αεικίνητη, με μια ζωντάνια που έβαζε κάτω όλα της τα παιδιά μαζί. Σήκωσε τόσους σταυρούς αγόγγυστα. Ποτέ δεν διαμαρτυρήθηκε για τίποτα. Δε ζήτησε τίποτα. Όλα για τους άλλους. Η Βαρβάρα για όλους και κανείς για τη Βαρβάρα. Δε καταδεχόταν να ζητήσει βοήθεια.

    Τα τελευταία χρόνια ήταν τα πιο δύσκολα της ζωής της, ακόμη και με τα τόσα που είχε περάσει. Η κρίση μπήκε στη ζωή της, στο νοικοκυριό της. Το μέλλον των τριών παιδιών της, όλα τους σπουδαγμένα, πουθενά στον ορίζοντα. Η σύνταξη του άντρα της καρατομήθηκε βάναυσα. Σύνταξη δουλεμένη και πληρωμένη μέχρι την τελευταία της στιγμή πήγε κάτω από το μισό. Σύνταξη κλεμμένη από τους πολιτικούς αλήτες. Η γκρίνια του πατέρα καθημερινή. Η πίεση αφόρητη. Η ψυχική επίθεση από τα μήντια που ήθελαν να μας κάνουν να συμμορφωθούμε με τη μαζική κλοπή περιουσιών, αξιοπρέπειας και ζωής, αδιάκοπη. Η μάνα σήκωνε τους σταυρούς όλων. Δούλευε ασταμάτητα στο νοικοκυριό της, με νυχτερινά τιμολόγια για να σώσει κανά ευρώ. Αμείλικτη με τον εαυτό της. Αδυσώπητη. Κοιμόταν 4 ώρες την ημέρα για να τα έχει όλα στην εντέλεια.

    Πριν από 20 μέρες, αιφνίδια, κάτω από όλη αυτή την πίεση και με τον όλο πόνο που είχε στωικά συσσωρεύσει η καλή μου μάνα κατέρρευσε. Το μικροσκοπικό ζωντόβολο με την τόση ζωή έγινε σκιά του εαυτού της. Δεν ήθελε να φάει. Δεν ήθελε να μιλήσει. Μάταιοι οι γιατροί.

    Κάποτε η μάνα μου, με τις εκλάμψεις θυμοσοφίας που είχε, με είχε αγγίξει βαθύτατα λέγοντας μου: "Παιδί μου σε θαυμάζω: Είσαι σαν το φοίνικα. Κάθε φορά που πέφτεις σηκώνεσαι". Προσπάθησα να της αντιγυρίσω το δάνειο ψυχής. Να της πω "μάνα, θυμάσαι; Φοίνικας είσαι και εσύ". Μα το σκοτάδι είχε σβήσει τον σπινθήρα της.

    Μες στη θολούρα της έλεγε παλαβομάρες. Έλεγε στα παιδιά της, σε εμάς, πως αυτή μας δολοφόνησε. Πως μας κατέστρεψε. Ζητούσε κατανόηση για το έγκλημα της. Ζητούσε να παραδοθεί στους αστυνομικούς. Ζητούσε την παραδειγματική τιμωρία της. Τιμωρία γιατί όλη τη ζωή της ήταν αγία. Η τηλεόραση μιλούσε από μέσα της. Έλεγε πως αυτή τα έφαγε όλα. Τα δισεκατομμύρια. Αυτή τα έκλεψε. Ζητούσε να παραδοθεί στην αστυνομία.

    Καταλάβαινε το σκοτάδι στο μυαλό της. Την ήξερε την αρρώστια πολύ καλά τόσους και τόσους που είχε συνοδοιπορήσει καρτερικά στο τελευταίο τους της ζωής ταξίδι. Δε θα παραδιδόταν στην ασθένεια. Τη χάσαμε μέσα από τα χέρια μας.

    Όταν άλλοι στην ηλικία  της τρέμουν το θάνατο, αυτή, εκείνα τα μοιραία δευτερόλεπτα που ο πατέρας μου πήγε να σβήσει το μάτι της κουζίνας, άνοιξε το παράθυρο της κρεβατοκάμαρας και έκανε την ηρωική της έξοδο. Σιωπηλά, αδιαμαρτύρητα, πήρε τους σταυρούς της μαζί της, να βαρύνει το σώμα της πούπουλο των 43 κιλών, να την πάρει στα σοβαρά ο θάνατος που εκείνη πάντα τον έπαιρνε αψήφιστα σε σχέση με τον εαυτό της. Δεν έκανε ο θάνατος ηρωίδα τη μάνα μου. Όχι όπως έγινε με τον ήρωα Δημήτρη Χρίστουλα. Ηρωίδα ήταν η μάνα μου στην καθημερινότητα της. Μια μικρή καθημερινή ηρωίδα.

    Ακούσαμε κραυγές από κάτω. Μόλις την είδαμε από το μπαλκόνι πεσμένη δίπλα στα σκουπίδια, ο καθένας από εμάς, από την οικογένεια της που λάτρευε, σπάσαμε. Η κολώνα του σπιτιού μας είχε σπάσει, τα κόκκαλα της είχαν σπάσει. Πέσαμε ο καθένας από εμάς σαν χάρτινοι πύργοι στο πάτωμα σφαδάζοντας από τους λυγμούς.

    Κατεβήκαμε κάτω, μέσα στο κεραυνόπληκτο πλήθος. Η μάνα μας μας άφησε έτσι όπως την θυμόμασταν: ούτε αμιχή. Ούτε σταγόνα αίματος να κηλιδώσει την όψη της. Όλα μέσα της. Όλη η ζημιά εσωτερικά. Όπως στη ζωή, έτσι και στο θάνατο. Το κοριτσάκι μας.

    Ο πατέρας μου τραβούσε τα μαλλιά του. Το σπουργιτάκι μου. Το κατσικάκι μου. Αχ περιστεράκι μου! Ήταν ακόμη ερωτευμένος μαζί της, με την σύντροφο της ζωής του. Δεν έκλαιγε για αυτόν. Για εκείνη έκλεγε. Κανείς δεν έκλαιγε για τον εαυτό του. Όλοι κλαίγαμε που χάθηκε κάτι τόσο σπάνιο. Είμαι δολοφόνος φώναζε ο πατέρας μου. Είμαι εγκληματίας. Όχι ο πατέρας μου δεν ήταν δολοφόνος. Ένας καλός άνθρωπος είναι. Χωρίς πλέον τη λατρεμένη του σύντροφο.

    Η μάνα μου δεν άφησε σημείωμα. Δεν προλάβαμε να πούμε ένα αντίο, να ακούσουμε τις τελευταίες της επιθυμίες, να της κρατήσουμε το χέρι, να της χαϊδέψουμε τα μαλλιά, να της δώσουμε ένα φιλί στο μάγουλο. Έφυγε μπροστάρησα, περήφανη και μόνη.

    Ο θάνατος της μάνας μου θα μας αφήσει με ακόμη περισσότερα χρέη. Όπως είχα προβλέψει χρόνια πριν για τη χώρα, μετά βίας μπορούμε να θάψουμε τον νεκρό μας, τόσο ζωντανό μέχρι πριν από μερικές στιγμές. Μας άφησε όμως μια πλούσια κληρονομιά. Την τεράστια ψυχή της. Ένα μικρό κομματάκι από την ψυχή της να δέσει τη ραγισμένα μας από τον τόσο άδικο χαμό της καρδιά μας. Να μας κάνει όχι σκληρότερους αλλά καλύτερους ανθρώπους. Μια κληρονομιά που οφείλουμε να τιμήσουμε. Ελπίζω, μόνο να ελπίζω μπορώ, πως θα φανούμε αντάξιοι του κληροδοτήματος της. Της αγάπης της για όλους τους ανθρώπους.

    Ήμουν από τους πρώτους που κατέδειξα το θέμα των αυτοκτονιών της κρίσης. Μια από αυτές ήρθε και στοίχειωσε το σπίτι μας και τη ζωή μας. Η μάνα μου προσπαθούσε να μας πείσει πως ήταν δολοφόνος. Πως μας σκότωσε. Η μάνα μου δεν ήταν δολοφόνος. Ήταν αγία. Ο πατέρας μου φώναζε πως ήταν δολοφόνος. Πως την άφησε να πεθάνει. Δεν είναι δολοφόνος. Είναι ένας καλός άνθρωπος. Ούτε εγώ είμαι δολοφόνος ούτε κανένας από την οικογένεια μου.

    Ξέρω όμως ποιος είναι ο δολοφόνος της μάνας μου. Δεν ήταν το χέρι του βέβαια που την έσπρωξε από το παράθυρο. Αυτό έγινε με τη δική της βούληση και με το ανίκητο της, ηρωικό σχεδόν πείσμα στην αξιοπρέπεια. Ήταν όμως αυτός ο δολοφόνος που έβαλε τη μεγάλη και ασήκωτη κοτρώνα πάνω στην πλάτη της, ακριβώς πάνω από τους σταυρούς της που για δεκαετίες  πρόθυμα και αγόγγυστα σήκωνε με τα 43 της κιλά. Ήταν όμως αυτός που την ανάγκασε, αυτή την αεικίνητη ακαταπόνητη γυναίκα να ακινητοποιηθεί στο κρεβάτι της ντροπής δίπλα στο παράθυρο στης απόδρασης της από την ζωή. Και μόνο αυτό το παράθυρο μπορούσε να δει πλέον σαν έξοδο από ένα πόνο εσωτερικό τόσο φριχτό που ούτε να τον ψελλίσει δεν μπορούσε. Αυτός ο δολοφόνος, ο κατά συρροή δολοφόνος με την άδεια και την ασυλία να σκοτώνει με δηλητήρια ή σιγαστήρα, είναι το πολιτικό σύστημα της χώρας.  Και για αυτό το τέρας πρέπει να επανέλθει η θανατική ποινή.

    Καλή ανάπαυση Βαρβάρα μας, γλυκό μας κοριτσάκι!!! 

    Πέτρος Αργυρίου

    (Η Βαρβάρα Αργυρίου, με την λατρεμένη της κορούλα, Καλοκαίρι 2012)


    TRAVELOGUE
    29.06.2013, 10:21

    Η μεγαλύτερη ύβρις και χυδαιότητα ενός συστήματος που συντηρεί την εκμετάλλευση, που απομυζεί το μόχθο των ανθρώπων. Μόχθο που πρόθυμα καταβάλλουν οι άνθρωποι, προσπαθώντας να δουν τις ελπίδες τους και τα όνειρα τους να πραγματώνονται... προσπαθώντας να βγάλουν άλλη μια μέρα.

    Η ελπίδα και τα όνειρα στέκουν σαν μικρά φωτάκια ενός χωριού που βλέπεις στο απέναντι βουνό, διασχίζεις τα ζιγκ - ζαγκ του δρόμου οδηγώντας, μα δεν φτάνεις ποτέ. Ώσπου στην πιο επικίνδυνη στροφή του δρόμου φουντάρεις στο κενό χάνοντας την πορεία. Κι αν τύχει και βρεθεί κάποιος εκεί κοντά, ίσως ισχυριστεί ότι πήγαινες σαν παλαβός, ότι φούνταρες μόνος. Κι όμως το όχημα - που κανείς δεν θα εξετάσει - ήταν σμπαραλιασμένο. 

    Θα σε διαβάλλουν, θα σε πούνε τρελό ή ψυχωτικό, ώστε μαζί με εσένα να χαθούν και τα όνειρά σου ή ελπίδες σου. Έτσι, θα χαθεί κι ο κίνδυνος τα όνειρα σου να γίνουν σπορά για τους επόμενους... Γι΄αυτούς που θέλουν να αλλάξουν το όχημα της εκμετάλλευσης...της αριθμολογανείας... της παλιανθρωπιάς...

    Η αντιμετώπιση των ψυχώσεων

    Μια κοινωνία ολόκληρη
    που πάσχει από ψυχώσεις
    με κέντρα ψυχιατρικά
    δεν πρόκειται να σώσεις

    Η ψύχωση παράγωγο
    βαθύτερης αιτίας
    κυρίως οικονομικής
    δομής της κοινωνίας

    Στη θεραπεία παράλληλα
    θα πρέπει να κοιτάξεις
    απ’ την αιτία ριζικά
    τον κόσμο ν’ απαλλάξεις

    Και το κακό στη ρίζα του
    αν το αντιμετωπίσεις
    πολιτικοοικονομικά
    θα πρέπει να χτυπήσεις

    Ποίηση: Γιάννης Νεγρεπόντης


    sillia
    29.06.2013, 12:06

    Kαλημέρα.

    Είναι το πρώτο θέμα που άρχισα να διαβάζω και απ' την αρχή ένοιωσα δυσάρεστα για την μάνα που κουρασμένη πια αποφάσισε να μην συνεχίσει να μην ολοκληρώσει το ταξίδι της ζωής της !

    Σκέφτηκα αρκετά πριν πάρω θέση και αυτό γιατί μέσα μου έχω αρκετό υλικό που πεισματικά το κρατάω στην πιο σκοτεινή πλευρά της ψυχής μου!Αυτό.... γιατί αν το δει ήλιου φως θα γίνει μια κραυγή που με την συσσωρευμένη δύναμη τόσων χρόνων θα ακουστεί εκεί ψηλά κι ένα μεγάλο γιατί θα φτάσει..... ΕΝΑ ΓΙΑΤΙ που ποτέ όμως δεν θα πάρω απάντηση !

    Λυπάμαι τους ανθρώπους που μη έχοντας στηρίγματα και αποθέματα ψυχολογικά γράφουν το τέλος τους με αυτό τον τρόπο !

    Τις κακουχίες και τα δύσκολα χτυπήματα από όπου κι αν προέρχονται πρέπει να τα αντιμετωπίζουμε με σθένος και με δύναμη ψυχής με μόνη σκέψη να κερδίσουμε τον όποιο εχθρό έχουμε απέναντί μας που απειλεί εμας τη οικογένειά μας τους ανθρώπους που αγαπάμε !Είμαστε πολεμιστές και από την στιγμή που μπαίνουμε σε μια μάχη πρέπει να είμαστε και καλοί πολεμιστές αυτό πρέπει να διδαχτούμε πρώτα εμείς και κατόπιν να το διδάξουμε και στους γύρω μας !

    Αυτή είναι η σωστή γραμμή !

    Το σύστημα και το κάθε σύστημα μπορεί να ζητάει την εξαθλίωση μας να μας βλέπει να σερνόμαστε σαν φαντάσματα στους δρόμους κι όσο του δίνουμε αυτήν την ικανοποίηση ότι τα καταφέρνει τόσο πιο πολύ τρέφεται και γεννά αρρωστημένες ιδέες !

    Η γυναίκα από την φύση είναι μια αγκαλιά μια μεγάλη αγκαλιά που θα κλείσει μέσα σε αυτή παιδιά άντρα φίλους ό,τι υπάρχει και κινείται γύρω της !

    Η γυναίκα μάνα το ομορφότερο τραγούδι που πρέπει να νανουρίζει τα παιδιά της είναι το τραγούδι της “μαγκιάς”έτσι το λέω εγώ ΤΟ ΤΡΑΓΟΎΔΙ ΤΗΣ ΖΩΗΣ...... εσείς πείτε το όπως σας ταιριάζει καλύτερα !

    Οι στίχοι γραμμένοι με αγάπη με πόνο με αίμα πολλές φορές ...για την μουσική συνεργάζεται και εναρμονίζεται η ψυχή με τη καρδιά και το αποτέλεσμα είναι αισιοδοξία δύναμη ελπίδα για το αύριο που έρχεται και λέει ..... ΕΊΜΑΣΤΕ ΓΕΝΝΗΜΕΝΟΙ ΝΑ ΠΑΛΕΥΟΥΜΕ ΝΑ ΚΕΡΔΙΖΟΥΜΕ ΚΑΙ ΝΑ ΑΠΟΛΑΜΒΑΝΟΥΜΕ ΤΙΣ ΝΙΚΕΣ ΜΑΣ !

    Και αφού είμαστε αποδείξουμε ότι είμαστε καλοί πολεμιστές αντέχουμε με αξιοπρέπεια και τις ήττες μας ....και αυτές μέσα στο παιχνίδι της ζωής είναι !

    υ,γ.Την συνέχεια την έκανα delete... ένοιωσα ότι παραβίαζα κομμάτι ζωής που όσο κι αν μου ανήκε δεν έχω αυτό το δικαίωμα ! 

    -----------------

    Αν θεωρήσω τον εαυτό μου μαγνήτη... με ανησυχεί το ΤΙ ελκύω!!!!

    [ τροποποιήθηκε από τον/την sillia, 30-06-2013 19:37 ]


    meryl82
    02.07.2013, 22:24

    Χεράκια που κρατώντας τα τριαντάφυλλα

    κι απ' τη χαρά ζεστά των φιλημάτων,

    χεράκια που κρατώντας τα τριαντάφυλλα

    χτυπήσατε τις πόρτες των θανάτων·

    ματάκια μου που κάτι το εδιψάσατε

    και διψασμένα εμείνατε ποτήρια,

    ματάκια μου που κάτι το εδιψάσατε

    κι εμείνατε κλεισμένα παραθύρια·

    ω, που' χατε πολλά να ειπείτε, στόματα,

    κι ο λόγος σας εδιάλεξε για τάφο,

    ω, που' χατε πολλά να ειπείτε, στόματα,

    και τον καημό δεν είπατε που γράφω·

    μάτια, χεράκια, στόματα,

    ιστορήστε μου τον πόνο κάποιας ώρας,

    κάποιου τόπου μάτια, χεράκια, στόματα,

    ιστορήστε μου τον Πόνο των Πραγμάτων και του Ανθρώπου.

    ''Ποίημα του Κώστα Καρυωτάκη - Θάνατοι του 1919''

    Υ.Γ πιστευω πως τα λόγια είναι περιττά. Σε τέτοιες στιγμές, ας μιλήσει η σιωπή του ποιήματος!!!!

     


    rigas
    05.07.2013, 19:09

    Αντίο

    Έκλεισε ένας κύκλος,
    μιλάς σιγά - σιγά
    το πεπρωμένο ειν' αδύνατο ν' αλλάξεις.
    Τόσοι σε γνωρίζουν,
    όσο κι αν έφτασες ψηλά
    τα δεσμά σου τώρα δεν μπορείς να σπάσεις.

    Οι θύμησες πολλές,
    ατέλειωτα τα χρόνια
    δύσκολο πάντα θα 'ναι το ταξίδι τ' ουρανού.
    Παράξενες σκηνές,
    στα πέτρινα τ' αλώνια
    πάντα πονάει το σώμα στα γυρίσματα του νου.

    Έγειρε ο Θεός, 
    επάνω σου το βλέμα
    μια μόνο μάχη, άνιση, τον πόλεμο θα κρίνει.
    Αέρινο το χέρι,
    κι η κλωστή σου μεταξένια
    τι κι αν πάλεψες σκληρά, το χατήρι Του θα γίνει._

    --

    Εύχομαι τουλάχιστον τα ίδια & χειρότερα σε όλα τα αλήτικα σκουλήκια κι όσους του πλαισιώνουν, που σέρνονται ανάμεσά μας καθημερινά.