ΜΑΝΩΛΗΣ ΦΑΜΕΛΛΟΣ
«Μην κουνάτε άλλο το δάχτυλο»
Της ΜΑΤΟΥΛΑΣ ΚΟΥΣΤΕΝΗ
Αν κανείς αναζητήσει τη λίστα με τους 30άρηδες εκείνους που αφήνουν μια χαραμάδα αισιοδοξίας στη μουσική σήμερα, θα βρει σίγουρα στις πρώτες θέσεις τον Μανώλη Φάμελλο. Τον τροβαδούρο με την ηλεκτρική κιθάρα, αλλά και την τόσο τρυφερή διασκευή τού «Κάπου νυχτώνει» του Σταύρου Κουγιουμτζή.
Εκείνον που πολέμησε την αμηχανία του κι εμφανίστηκε πέρυσι στον Κεραμεικό, αλλά και εκείνον που φέτος επιστρέφει στα παλιά. «Τα τελευταία χρόνια έκανα πολλές συνεργασίες, ανοίχτηκα και επιστρέφω σε κάτι που μου έλειψε». Να τον λοιπόν στο «Σταυρό Του Νότου» κάθε Παρασκευή και Σάββατο του Φεβρουαρίου. Μαζί του ο ανερχόμενος Θοδωρής Κοντάκος (τον ξεχώρισε στο Θεστιβάλ Τραγουδιού Θεσσαλονίκης) και η Λιάνα Παπαλέξη. Με αφορμή τις εμφανίσεις, μας υποδέχτηκε στο καίνουριο σπίτι του.
- Δεν αγχώνεσαι που για να διατηρείσαι στο χώρο πρέπει να δίνεις μία φορά το χρόνο «το παρών» είτε δισκογραφικά, είτε με εμφανίσεις;
«Δεν είμαι και ο πλέον δημοφιλής καλλιτέχνης με το τεράστιο κοινό που με ζητά γιατί δεν αντέχει. Επίσης, δεν υπάρχει άλλος στρατευμένος καλλιτέχνης να αναδείξει το έργο μου, οπότε αναλαμβάνω εγώ αυτό το βάρος», λέει γελώντας. «Η δική μου περίπτωση, όσο καλά και να πήγαιναν τα πράγματα, μου φαινόταν πάντα θνησιγενής. Πως όλα είναι πολύ εύθραυστα. Πως ό,τι έχω κερδίσει θα δυσκολευτώ πολύ να το κρατήσω».
- Ζεις μονίμως με αυτήν τη αγωνία;
«Εχω μάθει να ζω μέσα από διαδικασίες που έχουν έντονο το στοιχείο της αμφιβολίας. Δεν πανικοβάλλομαι, γιατί πολλά πράγματα στη ζωή μου τα έχω πετύχει μέσα από επιλογές στις οποίες πιέστηκα για να μπω. Κι αντίστοιχα, υπάρχουν άνθρωποι με τους οποίους πάσχισα να συνεργαστώ και στην πορεία είδα ότι δεν υπάρχει ταύτιση».
Μεταξύ Θεσσαλονίκης και Αθήνας
- Νιώθεις ότι έχεις ανάλογη σχέση και με το κοινό;
«Δεν ξέρω, διότι δεν είμαι καλλιτέχνης που θα έρθει να με ακούσει κανείς για να ανοίξει η καρδιά του. Θεωρώ ότι το υλικό μου είναι δύσβατο. Δεν είμαι καλλιτέχνης του σουξέ».
- Εξαρτάται τι εννοείς σουξέ.
«Εννοώ τον Νίκο Πορτοκάλογλου που έχει 20 πασίγνωστα τραγούδια. Ακόμα και τα πιο διαπεραστικά τραγούδια μου θέλουν το χρόνο τους. Είναι περισσότερο δεύτερης ανάγνωσης κομμάτια».
- Με τα χρόνια σου στο τραγούδι έχεις καταλήξει πού και με ποιους θέλεις να πορευτείς;
«Ακόμα δεν έχω οριοθετήσει τον εαυτό μου στον κόσμο της μουσικής. Κατάγομαι από έναν χώρο που δεν με κράτησε. Είμαι παιδί των συγκροτημάτων, του εναλλακτικού χώρου κι, όμως, δεν κατάφερα να παραμείνω σε αυτόν. Ημουν πάντα πολύ νερόβραστος για τους σκληροπυρηνικούς και από την άλλη πολύ ηλεκτρικός για τους έντεχνους. Κι ενώ τα ακούσματά μου είναι πιο εναλλακτικά, αντικειμενικά παρατηρώντας κανείς θα δει ότι εγώ παίζω σε πιο mainstream χωράφια. Αυτό που συνέβη με 'μένα είναι ότι πράγματα που έκανα περιφερειακά με μια πειραματική διάθεση έγιναν το κεντρικό μου θέμα κι αντίστοιχα το πάλαι ποτέ κεντρικό μου θέμα έγινε μια περιστασιακή ενασχόληση».
- Ενα διάστημα έδινες την εντύπωση ότι σου άρεσε περισσότερο ο ρόλος του παραγωγού-ενορχηστρωτή.
«Δεν υπήρχε κανένα σχέδιο ή κάποια κοσμοθεωρία πίσω από αυτό. Είμαι ένα παιδί που από τη Θεσσαλονίκη βρέθηκε στην Αθήνα και κάτι έπρεπε να κάνει για να ζήσει. Ηταν ένα παιχνίδι που είχα διάθεση να παίξω».
- Πώς πήρες την απόφαση να φύγεις από τη Θεσσαλονίκη;
«Εχω ζήσει μια πόλη που κάποια στιγμή κοίταξα γύρω μου και δεν υπήρχε πια. Είναι μια πόλη με δύο πρόσωπα: έχει την στέρεη παράδοση να γεννάει πράγματα, έχει ένα λιμάνι -ανοικτή αγκαλιά για πολύ κόσμο. Εχει, όμως, και μια υπερσυντηρητική, υπερορθόδοξη σκοτεινή πλευρά που τα τελευταία χρόνια σε πολλές πτυχές της ζωής έχει επικρατήσει. Εχουν φτάσει να καλύψουν τα πάντα ο γύρος και τα μπουζούκια. Σε αυτήν την απραξία είχα βολευτεί κι εγώ κι όταν αναζήτησα το κάτι παραπάνω, μοιραία το βρήκα στην Αθήνα».
- Την Αθήνα πώς την βρήκες;
«Στην αρχή μου άρεσαν όλα. Επειτα ήρθαν οι αποκαρδιωτικές εμπειρίες. Για παράδειγμα, η πρώτη μου "εκδρομή" στη Μεσογείων ήταν μια απογοήτευση. Είχα αφήσει κάποια δείγματα της μουσικής μου στις εταιρείες κι ουδέποτε κανείς ασχολήθηκε. Γι' αυτό αυτοανακηρύχθηκα σε τραγουδοποιό και έβγαλα το πρώτο μου άλμπουμ μόνος. Με τα χρήματα που είχα μαζέψει από τα ιδιαίτερα που έκανα σε παιδάκια κι αφού έπεισα τους φίλους μου να συμμετάσχουν στο όραμά μου».
- Τώρα ξεθωριάζουν οι εταιρείες και κάνουν πλέον κουμάντο οι επιχειρηματίες των κέντρων.
«Λογικό, γιατί εκεί υπάρχει το χρήμα. Εχω κουραστεί πια να συζητάω το πόσο βλακώδες είναι το αποτέλεσμα καλλιτεχνικά στις πίστες. Αισθάνομαι ότι ακόμα και οι μονομάχοι στις ρωμαϊκές αρένες είχαν περισσότερα καλλιτεχνικά αιτήματα. Τα κλουβιά, η φούστα, το γεράκι, ο Ζορό και όλα αυτά τα αξιολύπητα ευρήματα είναι μια άθλια γκροτέσκα πόζα. Ολα γίνονται για λόγους φθηνού εντυπωσιασμού ή για να γελάσουμε. Αλλωστε, γι' αυτό πηγαίνουμε σε αυτούς τους χώρους. Η επέλαση της σαβούρας, πάντως, δεν είναι νέο φαινόμενο».
- Κι επίσης δεν φταίνε για όλα οι πίστες.
«Σύμφωνοι. Οσο κι αν με παίρνει ο ύπνος στις μεγάλες πίστες, αισθάνομαι πολλές φορές κομμάτι αυτού του κόσμου. Ασε που αρκετά πρόσωπα αυτού του χώρου τα βρίσκω συμπαθή κι αγαπητά. Ορισμένα, πολύ περισσότερο από κάποιους ημέτερους έντεχνους εναλλακτικούς. Εχουμε πολλά παλαιοκομμουνιστικά συμπλέγματα στο χωριό μας. Περισσότερο πείθει η πόζα παρά η μουσική πρόταση. Από τη μια ο αντιεξουσιαστής, από την άλλη ο αλκοολικός, λίγο παρακάτω ο ονειροπόλος. Δεν αφήνω τον εαυτό μου έξω από αυτό, αλλά είναι λυπηρό να έχουμε τόσους πολλούς πατριάρχες, αιρετικούς, καταραμένους ποιητές που μας κουνάνε το δάκτυλο ή απλά απαξιούν τα πάντα».
- Οπότε;
«Οπότε έχω καταλήξει σε δύο κρίσιμα συμπεράσματα: πρώτον, ότι όσο εξακολουθεί να μην μου αρέσει το ούτι, δεν θα γίνω έντεχνος. Δεύτερον, προτιμώ να χασμουριέμαι στα μεγάλα μαγαζιά όπου δεν θα με παρεξηγήσει κανείς».
- Μη μου πεις ότι δεν ένιωσες κι εσύ λίγο δάσκαλος ή σωτήρας όταν ασχολήθηκες με το Φεστιβάλ Τραγουδιού Θεσσαλονίκης.
«Είμαι ανεπαρκής να σώσω οποιονδήποτε. Για μένα το στοίχημα είναι να δώσεις βήμα σε κάποιους ανθρώπους που έχουν λόγο και δεν βρίσκουν άλλη διέξοδο. Αυτό που βρίσκω αντιαισθητικό είναι η όποια τηλεψηφοφορία που δεν νομίζω ότι αντανακλά σώνει και καλά τις προτιμήσεις του κόσμου. Αλλωστε, ο κόσμος σιγά σιγά πρέπει να βγει από τη φάρσα της τηλεσυμμετοχής και να βρει ιδιωτικά τις δικές του προτιμήσεις».
- Μιλάς λες και σε πείραξε που κέρδισαν τις δύο πρώτες θέσεις δύο λαϊκά τραγούδια.
«Απλώς αναρωτιέμαι τι νόημα έχει να παραδίδεις στη δημοκρατία του όχλου την προσπάθεια για δημιουργία που κατέβαλαν τόσοι άνθρωποι...»
ενετ 29/01/2006