Ιωάννα, θα τηρήσω στη γραφή το τοπικό ιδίωμα της γλώσσας...
(Όσοι δεν είστε εξοικειωμένοι...μη γελάτε...
)
ΤΟ ΜΑΡΓΟΥΔΙ
Του Μαργούδι κι ν' Αλεξαντρής
βγαίνουν στην αυλή κρυφά κρυφά
Τσ' είδγι γειτουνιά κι πουσπουρίζ'
στ' είδγι μάνα της κι μουρμουρίζ'
Στο 'πα βρε Μαργούδι μ', να μη βγαιν'ς
έξω στην αυλή κρυφά κρυφά
Άμα θέλεις, μάνα, δείρε με,
πάλι ΄γω θα βγαίνω στην αυλή
για να βλέπω τουν Αλεξαντρή.
ΠΗΓΑ ΣΤΟΥΝ ΠΕΡΑ ΜΑΧΑΛΑ
Πήγα στουν πε - πήγα στουν πέρα μαχαλά
κι άκουσα μια - κι άκουσα μια αηδονολαλιά
Μάνα την κο- μάνα την κόρη έδερνε
κόρη τη μα- κόρη τη μάνα έλεγε:
"Χτύπα με μάνα δυνατά, λέγε τα λόγια σιγανά
να μην τ' ακούσ' η γειτονιά και πει πως Φράγκος μ' αγαπά".
"Κι αν σ' αγαπά τι σ' έστειλε;" "Χρυσό λεμόνι μ' έστειλε,
και το λεμόνι ράγισε, κι αυτά τα λόγια λάλησε:"
"Για φάγε με, για ρίξε με, για στον αφέντη στείλε με"
"Δεν το 'φαγα, δεν το ΄ριξα, μον' στον αφέντη μ΄το στειλα".
ΤΣΑΝΑΚΑΛΙΩΤΙΣΣΑ
Τι με θωρείς,τι με θωρείς και κρύβεσαι και μπαίνεις και κλειδώνεις,
Γιαννούλα - Γιαννούλα Τσανακαλιώτισσα,
και μπαίνεις και κλειδώνεις, Γιαννούλα - Γιαννούλα για σέν' αρρώστησα.
και μένα την και μένα την καρδούλα μου βαριά τηνε πληγώνεις,
Γιαννούλα - Γιαννούλα Τσανακαλιώτισσα,
βαριά τηνε πληγώνεις Γιαννούλα - Γιαννούλα, για σεν' αρρώστησα.
Και γιατί δε μας το λες, και γιατί δε μας το λες
και γιατί δε μας το λες μόνο κάθεσαι και κλαις.
Έβγα Γιαννού - έβγα Γιαννούλα μ' στο χορό, κατέβα στο σεργιάνι,
Γιαννούλα - Γιαννούλα Τσανακαλιώτισσα,
κατέβα στο σεργιάνι, Γιαννούλα - ΓΙαννούλα, για σεν' αρρώστησα,
για να σε δουν, για να σε δουν τα μάτια μου κι ο πόνος μου να γειάνει
Γιαννούλα - Γιαννούλα Τσανακαλιώτισσα,
κι ο πόνος μου να γειάνει, Γιαννούλα - Γιαννούλα για σέν΄αρρώστησα,
Και για τί δε μας το λεςκαι γιατί δε μας το λες
και γιατί δε μας το λες μόνο κάθεσαι και κλαις.
Αγάπα με να σ' αγαπώ, θέλε με να σε θέλω
γιατί θα 'ρθει ένας καιρός, να θες και να μη θέλω.
ΜΑΝΑ ΚΙ ΓΙΟΣ ΜΑΛΩΝΑΝΙ
Μάνα κι γιος μαλώνανι, μάνα κι γιος μαλώνανι,
σ' ένα στενό, σ' ένα στενό σοκάκι
Η μάνα λέγει τουν υγιό, η μάνα λέγιε τουν υγιό
κι υγίος λέγιε, κι υγιός λέγει τη μάνα:
"Που τ'ν ηύρες γιε μ' αυτήν τη νια, αυτήν τη μαυρουμάτα;"
'που τρεις ψηλές, 'που τρεις λιγνές, 'που τρεις μακρομαλλούσες."
"Γιε μου για δε με ρώτησις, να δώσου την ευκή μου;"
"Ρώτησα την καρδούλα μου κι αυτή μου λέγει πάρ' την.
Αν μ΄αγαπάς μανούλα μου μι δίνεις την ευκή σου"
"Μι την ευγκή μου γιόκα μου να πάρεις την καλή σου"
....Και σε λιγάκι στέλνω και τα υπόλοιπα δύο...