ελληνική μουσική
    747 online   ·  210.832 μέλη
    αρχική > e-Περιοδικό > No_Music

    Πειραματική Ποιητολογοπλασία

    Πειραματική Ποιητολογοπλασία, όταν το Συναίσθημα θέλει να Μεταμορφωθεί σε Λόγο.
    Γράφει το μέλος pol-gt
    3 άρθρα στο MusicHeaven
    Παρασκευή 11 Ιαν 2008
    Η ΜΑΡΙΑ ΤΩΝ ΘΡΙΑΜΒΩΝ ( Η δικιά μου Μαρία )


    Απλωμένοι απέραντοι Ανοιξιάτικοι τάπητες
    φτάνουν τα βήματά μου και γίνονται ένα
    φέρνοντας μου στολίδια δικά σου
    και δυο μονοπάτια λησμονιμένα
    από ιππότη της λιγοσύνης...

    Όποιον δρόμο από τους δύο κι αν διαλέξω
    λιοπύρι η δίψα σου
    ματωμένα πουλιά συνοδεία στα πέρατα
    του τέλους τους,
    παγιδευμένη σ' ένα ποτάμι στενό αναζητώντας λίγη ανάσα στις όχθες του
    ορμητικ' όμως αυτό δεν αφήνει, θυμίζοντας τρικυμία μιας γεμάτης σελήνης,
    ενός παλιού Φεβρουάριου, παγωμένου και αργοπορημένου
    να σου γνέφει ν' αρχίσης τους θρίαμβους.

    Θα περίμενε ποτέ κανείς
    τα βελούδινα χρώματα μιας πεταλούδας να κάνουν τον ήλιο
    να λάμπει ωραίος; υπηρέτης πάντοτε από ανθρώπων την εξουσία
    μεσ' τους αιώνες πότιζε καρτερικά
    τον μόχθο της πλάσης, ώσπου ήρθες εσύ με τους θρίαμβους μιας αιώνιας στιγμής
    και τον έκανες στέμμα σου
    στην κρυφή χώρα του Θρίαμβου.

    Νά 'μαι κι εγώ, σαν τους αέρηδες που δεν 'μάθαν να ριζώνουν σε τόπο,
    πότε βιαστικοί θορυβώντας τρομαγμένοι από ξίφος ιππότη της λιγοσύνης
    πότε, χαϊδεύοντας απαλά φορώντας ενδύματα μιας ξένης χαράς,
    έχασα τα δαχτυλίδια που μου φόρεσες όλα, μεθυσμένος από κρίνα μακρινού κατακτητή
    επιστρέφω υπηρέτης ζητιάνων που δεν έχει τη δύναμη να κάνει κακό,
    αχθοφόρος μου φτάνει των λαμπρών σου θριάμβων.


    -2-

    Γνωρίζεις πως οι θρίαμβοί σου, Μαρία των θρίαμβων
    δεν είναι κατίσχυση αθλητή μέσα στο στάδιο
    ούτε πύρρειος νίκη κατάκτησης απόμακρων τόπων θαρραλέας Βασίλισσας
    κι ούτε ακόμη δεν είναι, φωνηδίες παιδιών που κέρδισαν στο παιγχνίδι
    και θέλ' η χαρά τους να γίνει κλαρί για δυο καρδερίνες που ανέμελα δέχονται το στόλισμα των παιδιών.
    Δεν χωρούνε οι θρίαμβοι σου σε τόπους χαράς και σ' απόμακρες χώρες
    ούτε στη δόξα στεφανωμένου με φύλλα ελιάς αγωνιστή του σταδίου.

    Ξέρεις τι είναι; Η Πλάση στις πρώτες εφτά της στιγμές!
    Εσύ. Οι θρίαμβοι σου. Η Πλάση Τελειομένη.


    -3-

    Τα χρέη μου πολλά, ανυπολόγιστα στους αμέτρητους άθλους της ιώβειας
    υπομονής σου, οι κόσμοι τον τίτλο του μέγα αδικευτή μου δώσαν στην Βίβλο
    της ζωής σου. Εφτασφράγιστη πύλη ο κόσμος του ελέους, επέτρεψε
    να εισέλθω τα λάφυρα να προσκυνήσω που οι αδικίες μου με στέφανα
    στην πλάση σου κοσμίσαν. Η χώρα των Κριτών με καλεί για εγκλήματα
    να λογοδοτήσω κατά της Ανθρωπότητας, φρουρούς συνοδείας όρισε τα
    ρυάκια των δακρύων σου που ζαρκάδι τρομαγμένο έπινες, ενώ στη χώρα
    της Καρδιάς η ετυμηγορία βγήκε επί εσχάτης προδωσίας η εσχάτη των ποινών
    μα με δική σου εντολή δεν εκτελείτε. Επιστολή από τη χώρα των Καρπών
    με σφραγίδα εξουσίας με καλεί στην τάξη υπενθυμίζοντας πως το παράπονό μου
    είναι από το δέντρο της αδικίας που ο ίδιος μου καλλιέργησα.


    -4-

    Σύντροφος, μάνα δεύτερη, δασκάλα. Εσύ. Τους πόνους μου έτρεχες να σηκώσεις
    τα βάρη μου να αναπαύσεις, τους δρόμους μου να καθαρίσης. Και το αντάλλαγμα;
    Το αντάλλαγμα. Το δηλητήριο της ασέβειάς μου. Πήρα ένα Κόσμο, του άδειασα
    ότι πιο όμορφο είχε, και τον γέμισα δηλητήριο. Πως να σηκώσω αυτήν την ατιμία,
    πως να πάρω πίσω την αδικία Θέ μου; Θεέ μου; Θεέ μου;


    -5-

    Τα είχα όλα μιά φορά και ήθελα άλλα τόσα...


    *** *** *** *** ***

    Προσωπικό Δόγμα


    Μεσ' του βίου των αστοχιών τη ζάλη
    και την μέθη των χαρών
    στις οδούς της πρώτης Εύας και τα βάρη του Αδάμ
    τόπος βρέθηκε γαλήνης, στη θυσία του Αβραάμ.

    Ποια ελευθερία είναι αυτή που μπορεί να οδηγήσει
    στην μακαριότητα της Ιστορίας; Ποιος φωτισμός
    είναι ικανός να σβήσει και το πιο πυκνό σκοτάδι;
    Ποια φορεσιά θα ζεστάνει το πιο βαρύ ψύχος
    στην καρδιά και ποια βήματα στους καύσωνες
    της ερημιάς σε όαση θα μας βγάλουν;

    Ω! Ελευθεροφροσύνη! Εσύ που πηγάζεις από την
    συνέπεια του Προσωπικού Δόγματος στη σύγκλιση
    με το Δόγμα του Υιού του Ανθρώπου!

    Πάροικος εγώ σε δουλικό αέναο παρόν
    την πύλη της Ελευθερίας που Μετάνεια τη λένε
    δεν ετόλμησα με πείσμα να διαβώ,
    παντοτινά εξόριστος απ' την Πατρίδα πια,
    που χώρα της Αγάπης ονομάζουν.


    *** *** *** *** ***


    Οι συγνώμες


    Παρέα θέλησα απόψε, τους νυκτερινούς ξένους,
    επισκέπτες της θύμησης.
    Μα δεν ήταν ντυμένοι τις στοργές που χάϊδευαν κάποτε
    δυό λευκά περιστέρια του έρωτα.

    Οι μυρουδιές της χαράς σου την πρώτη μας άνοιξη
    είχαν κάνει τα άνθη να πάρουν το χρώμα του γέλιου σου.
    μειλίχια το καλοκαίρι τραγουδούσε ο ήλιος μας
    όταν το φως του τα μάτια σου στην πλάση αστράφτανε.
    και σαν ήρθε η ώρα να γδύσει η ζήση το κορμί μου
    απ' την πράσινη φορεσιά που τα χέρια σου πλέξαν
    μ' έντυσες με τα καθαρά της καρδιάς σου κρυφά γιορτινά.
    οι παγεροί του χειμώνα αέρηδες ποτέ δεν με έκαψαν
    ασπίδα είχα της ανάσας την ζέση σου καθώς ψιθύριζαν
    μέλι τα μάτια σου.

    Η ώρα περνούσε με τους επισκέπτες μου γρήγορα
    όταν δίψασαν τα ποτήρια της συγνώμης τους γέμισα
    με το καθαρότερο νερό της πλάσης
    που σε μια κάμαρα της μνήμης εφύλαξα.
    Τα δάκρυα της Μαρίας εκείνης που έναν κόσμο
    με Θρίαμβους γέμισε.

    Μιλούσαν κι έλεγαν διάφορα
    οι επισκέπτες από μακρυά
    κι εγώ κοιτούσα παράφορα
    τα μνημεία μου που είναι πλέον πικρά.

    Τις νοσταλγίες που θα κάνουν τα χρώματ' απ' τ' άνθη
    μαστίγιο γι' αυτά που τράβηξες κοντά μου δύσκολα πάθη.
    το φως του ήλιου μάεστρος στο φέγγος των άστρων
    όταν θα μου λένε για πόνους της ψυχής σου των κάστρων.
    κι όταν γεμίζουν τα πόδια μου χρυσοκιτρινοπράσινες
    φυλλωσιές, κι αρχίζει να βρέχει
    εκείνη θα λέω κλέει, ο πόνος
    πάλι στην καρδιά της θα τρέχει.
    ο χειμώνας θα είναι γυμνός
    κι ο αέρας στο εξής παγερός
    δίχως εσένα μάτια μου
    που δε σε ζέστανα στα χάδια μου.


    *** *** *** *** ***


    Εσωδρόμια


    Βιάστηκες ψυχή να συμαζέψεις,
    στης συλφίδας τούτης την ύπαρξη,
    όλους τους χαμένους σου παράδεισους
    την συντέλεια σου πόθησες εκεί
    μα ποτέ δεν σου ανήκαν τα δειλινά εκείνα.

    Μην γογγύζεις λοιπόν
    ο κήπος των πρωτόπλαστων ποτέ δεν σου ανήκε
    ξέχνα το δέντρο της ζωής
    δεν το χωρά ο νους σου,
    η καθάρια φορεσιά της γύμνιας
    πληγώθηκε
    όταν πέφτανε τ' αστέρια.

    Μάζεψε λοιπόν τα πεσμένα στάχυα
    των δρόμων σου
    και χτύσε την καλύβα σου μ' αυτά
    προσμένοντας το τελευταίο σου ταξίδι.

    -2-

    Δεν το μπόρεσες περιπλανόμενος
    στους ξερότοπους της μοίρας σου
    ούτε μια γωνιά δειλινής ξεκούρασης
    να διαμορφώσεις όμορφη.

    Κάθε σου θάνατος όμως
    στο βροντοφώναζε,
    θέλω να σε πάρω σαν αργοξεψυχά η μέρα
    θέλω να σε κερδίσω τις στιγμές που παρελθόν
    γίνετε η μέρα,
    γιατί δεν μου 'τοιμάστηκες;

    Γιατί περιπλανόμενος, δεν αρχόντισες ποτέ.
    Σαν τους ανέμους δίχως αρχή και τέλος
    ποτέ δεν στάθηκες σε τόπο αρχοντικό,
    δεν σου ταίριαζε η αρχοντιά ψυχή,
    μα του πένη η μοίρα.

    -3-

    Στους αγώνες τους για το αιώνιο ποθητό
    της ψυχής, οι άρχοντες των αγώνων
    και πολέμων
    διαβώντας μέσα απ' όλα τα γήινα και ουράνια
    κατέφθαναν στην περιοχή εκείνη που άξια
    αγνωσία ονομάσαν,
    είναι μια περιοχή άγνωστη, τίποτε
    δεν κινείτε εκεί μέσα πλέον,
    συνεπαίρνεται ο νους από την ακινησία εκείνη
    μη νοιώθωντας πριν και μετά,
    που ήταν και τι έφτιαχνε,
    ποια νοήματα εργαζόταν, πριν φτάσει στην αγνωσία,
    και πλυμηρίζει απλά όλος, μια αίσθηση ευτυχίας ανερμήνευτη.

    Δίχως την αίσθηση της ανερμήνευτης αυτής ευτυχίας
    άγνωστη αγαπημένη,
    αφουγκραζόμενος με τα μάτια το πρόσωπό σου
    αρπάχτηκε ο νους μου στη χώρα της αγνωσίας,
    εκεί που δεν υπάρχει λόγος να μπορεί
    να ερμηνεύσει τα γήινα και τα ουράνια.

    Λίγες στιγμές μονάχα έπειτα
    στο γυρισμό του νου
    στο δικό του τόπο
    εκεί όπου τρέχουν σα ρέματα ορμητικά οι σκέψεις
    και οι εμπνεύσεις
    ένοιωσε στο πρόσωπο εκείνο το δικό σου
    εκείνο που οι άρχοντες
    φόβο Θεού 'νομάσαν,
    όχι το φόβο του δειλού,
    μα το φόβο μη πληγώσουν
    το αιώνιο ποθητό τους.

    -4-

    Προσπάθησα μουσική να συνθέσω μόνο με τον ήχο
    των νερών. Τους ήχους σε κατηγορίες να χωρίσω
    πρώτα, έτσι ώστε κάτι σαν όργανα να κάνω που πα-
    ράγουν μουσικό ήχο ιδιαίτερο το καθένα, κι όλα
    μαζί την ορχήστρα συνθέτουν. Έτσι λοιπόν ξεχώρι-
    σα τον ποταμό με όλους τους ιδιαίτερους ήχους,
    όταν το νερό ορμητικά διασχίζεται στα βράχια ή
    όταν τα παπιά κυνηγάν το ένα το άλλο για να ζευγ-
    αρώσουν, τους αμέτρητους παφλασμούς του καταρ-
    ράκτη, και διάφορες άλλες βοές... Τους ήχους
    έπειτα των ωκεανών, όταν τα δελφίνια τον ύμνο
    της χαράς τους πλέκουν στις επιφάνειες, ή όταν
    οι θάλασσες τα τέλη τους δηλώνουν μα και τις
    αρχές, σ' όλες τις ακτές... Το βρόχινο νερό σαν
    άλλο μπάσο, τον ήχο του καθώς αγγίζει τις διάφο-
    ρες επιφάνειες σα να δηλώνει υποσυνείδητα πως
    είμαι κι εγώ η πηγή της ζωής, καθώς ακουμπά στο-
    ργικά τις φυλλωσιές των δέντρων, και την ντυσιά
    των αθώων περιστέρων, το χώμα καθώς φτάνει
    και ζωή του δίνει, ή όταν ακόμη στα ποτάμια επιστρ-
    έφει για να γίνει λιγάκι αργότερα ξανά βροχή...

    Έτσι, ξεχωρίζοντας τα μουσικά μου όργανα, θέλησα
    ένα στέμμα να σου πλέξω, μοναδικό στον κόσμο σύ-
    μβολο εξουσίας για τον τόπο της καρδιάς μου όπου
    άναρχες δυνάμεις τον κάνουν να φαίνεται σα ρημα-
    γμένος τόπος καταστρεμένος, και να σου το φορέσω
    με όλη τη μεγαλοπρέπεια της τελετής που αρμόζει.

    Κι όπως σε κάθε μεγάλη τελετή γίνονται πριν τα δο-
    κιμαστικά, ώστε η τελετή που θ' ακολουθήσει, να
    είναι μουσική, έτσι κι εγώ έπιασα το στέμμα το μονα-
    δικό στον κόσμο, να σου το φορέσω στη μονάκριβη
    κορυφή σου, μα δεν τα κατάφερα...

    Μόλις αντίκρυσα το πρόσωπό σου μιά αόρατη δύναμη
    μου έδεσε τα χέρια...

    Η δύναμη της θέλησής σου...

    -5-

    Σαν τη δυνατή λάμψη του ήλιου που δεν
    μπορούμε κατάματα ν' αντικρύσουμε, το
    πρόσωπό σου σαν άλλος φωστήρας ψηλά
    άφταστος, ακατάδεχτος στο καθαρτήριο
    στέμμα της μουσικής πανδεσίας μου, ητ-
    τημένος επιστρέφω στους δικούς μου τό-
    πους των εμπνεύσεων λες και στη μονα-
    ξιά τους μόνο μου ανήκεις, στην ηρεμία
    της ήσυχης θλίψης τους, κι αντικρύζω
    εκεί μέσα τους πόνους σου. Θέλω ν' α-
    πλώσω τα χέρια μου βλαστούς να τους
    κάνω και να τους φυτέψω σε άπατα χώ-
    ματα της καρδιάς μου, ανθοί να γίνουν
    ποτιζόμενοι με αθάνατο νερό αρχέγονων
    θεών ημίθεων ανθρώπων, και να σε καλ-
    έσω έπειτα υπήκοο να με χρίσης στο βασ-
    ίλειο της καρδιάς μου.

    -6-

    Βινιέτα οι απόηχοι καλοδεχούμενοι στην ακροφωλιά
    της βίβλου μου. Δικαστής φοβερός με καλεί και τρο-
    μάζω. Δίκοπο ξίφος στα χέρια του, μα τη δέση στη φ-
    ωτιά να σφυρηλατήση θέλει και θέλω στην καπνιά του
    κάματου. Συγκαταβατικά πανίσχυρος, μα τους ευκάλ-
    υπτους τους αφάνισε η ξηρασία της απουσίας σου.

    Θεά η αγάπη ή Θεός, ξανά και ξανά ρωτώ το κελάηδ-
    ημα στη φωνή μου. Κέδρος θα μου πει σαν έρθει Άν-
    οιξη στη μορφή σου. Όμορφα μικρά στολίδια της πλ-
    άσης οι ανταύγειες στις φωνηδίες σου, πνίγονται στα
    πεζοδρόμια γύρω μου αφού λείπεις εσύ.

    Η πεζότητα των δρόμων πάντα με φόβιζε. Στη δική
    μου καταχνιά θέλω
    να σ' αγγίξω το φώς μου να βρω
    αγγαλιά να σε πάρω
    και 'κεί να χαθώ
    στου φιλιού σου τη δέση
    να πω ξαναζώ
    δίχως πια φόβους
    στο ρυθμό μου να μπω.

    -7-

    Έρωτας είναι...


    Αυγινό φως η ημερότητα του έρωτα, στις ψυχές παντόγνωστα
    μονοπάτια ζωγραφίζει σαν τον θεραπευτή, που την ποθητή ία-
    ση δωρίζει σε χρέη αγάπης. Στο άγγιγμα με τ' ακροδάχτυλα
    της όσφρησης στα κρίνα η δροσιά του γεμίζει με χαραυγή τον
    τόπο των εμπνεύσεων στη χώρα των ανθρώπων. Ο έρωτας εί-
    ναι οι σιωπηλοί ήχοι της φύσης που καλεί να γνωρίσουμε τη ζωή.
    Οι πολύχρωμοι ανοιξιάτικη ανθοί απλωμένοι στα λιβάδια της πλ-
    άσης η γλώσσα της, λίγα από τα λόγια που καλούν εμπιστευτικά
    να τρυγίσουμε στους ήχους της απολαυστικούς καρπούς θαλπο-
    ζωής.

    Πανάχραντος στα ξίφη της πεζότητας ακουμπά στα λαμπερά χρ-
    ώματα του παγονιού τη στιγμή των πόνων του Γολγοθά. Η θέλ-
    ηση της ζωής σταματά στο απάνδεκτα των εποχών της πλάσης.
    Ο έρωτας είναι συγκατάβαση στους καρπούς των εποχών, αγάπη
    στη σπορά και στο θέρος, στο κλάδεμα και στον τρύγο. Μία στιγμή
    αιωνιότητας σπόρος του έρωτα. Και η πλάση γη Άγνωστης Αγαπη-
    μένης που καλλιέργεια ποθεί.

    Στο χαμόγελο των παιδιών ο περιηγητής των αιώνων την περίτεχνη
    ζωγραφιά ιχνηλατεί και στο γέλιο τους τον ύμνο της φύσης για τον
    έρωτα σαν άλλες φωνηδίες πουλιών αποκωδικοποιεί. Εραστής της
    σοφίας είναι αυτός που επέλεξε τους εκλεκτικότερους καρπούς στη
    ζήση. Χαρμολύπη στα ρουθούνια του οι κατακτήσεις. Χαρμοσύνη
    τα βασίλεια της ύπαρξης μα στη χώρα των ανθρώπων άπλετη η λύπη
    τρομαγμένων πουλιών απ' τη χαμέρπεια ζαλισμένων ανόητων κουρ-
    σάρων. Ιερέας μυστικού θεού ο έρωτας, στη στιγμή της πλάσης μιά
    στιγμή προσθέτει ακόμη. Έρωτας είναι η ιεροσύνη της ύπαρξης. Κι
    ο ποιητής ένας πιστός υπηρέτης της απλά.

    Τι είναι έρωτας; Η ιεροσύνη της ελευθερίας.
    Τι είναι έρωτας; Μύηση στο φώς.
    Τι είναι έρωτας; Το χαμόγελο του παιδιού ζωγραφισμένο απ' τα χέ-
    ρια της πλάσης.

    Τι είναι έρωτας; Ο πολεμιστής της πλάσης που
    στό 'να χέρι το ζύγη κρατά
    και στ' άλλο το ξίφος ψηλά.

    Η σύνδεση των κόσμων κάτω από την αρμονική ιερουργία της πλάσης,
    ο ανθός που λαμπυρίζει τον ήλιο, η πλούσια γύρη κολλημένη στα πόδια
    και στο φτέρωμα της μελισσούλας, έρωτας είναι. Το μυστικό πρόσωπο
    της άγνωστης αγαπημένης έρωτας είναι.

    Έρωτας είναι...

    -8-

    Σουρουπώνει ο ουρανός ανάπαυση στων ανθρώπων τον κάματο.
    Ταξιδιάρικα πουλιά τα σύννεφα όλων των ειδών, θυμίζουν γεγονότα
    που η ψυχή μαζί τους ζυμώθηκε κάνοντας άρτο τη μοναξιά.
    Λευκά είναι τα σύννεφα πάντοτε και γίνονται μαύρα όταν ήλιος
    δεν τα πιάνει. Ανατολές διάβασα πάνω τους και φευγαλαίες χαρές.
    Μάτια σοφά κάποια φορά σκεπτικά, άλλοτε με χαμόγελο κι άλλοτε
    με μια πικρία. Η θέση μας κάνει τα σύννεφα μαύρα, αυτά είναι πάνλευκα
    σαν το χιόνι που σαν μπαμπάκι απαλά αγγίζει τους τόπους του κάματου.
    Η θέση μας κάνει σκιερά τα σύννεφα, σαν τ' όνειρο μικρού παιδιού που
    θέλει, τον κόσμο να κατακτήσει, σηκώνοντας όλους τους πόνους των ανθρώπων
    και τις αγωνίες, χαρίζοντας τους την χαρά σιωπηλά.

    Θα μπορέσω άραγε κάποτε να πω τη λέξη σ' αγαπώ
    χωρίς ενοχές πως τον όρκο αφωσίωσης θα παραβώ;

    -9-

    Όταν η αίσθηση πλέον δείξει στην ψυχή
    το πόσο άτιμη υπήρξε και το βάρος των αδικιών που έπραξε
    είτε με σκέψη είτε με λόγο είτε με πράξη,
    τις αγωνίες τους πόνους και τις καταστροφές που σ' άλλες ψυχές τελείωσε,
    τότε με μιά άλλη αίσθηση γνωρίζει πως τίποτε δεν της ανήκει πλέον
    από τα πράγματα των Κόσμων, πως ακόμη και στο άκουσμα
    μιας μουσικής μελωδίας ή στην ενατένιση ακόμη της χαράς της Φύσης
    στους πολύχρωμους ανθούς, προδωσία πράττει κατά της ύπαρξης.
    Τίποτε δεν της ανήκει μιας άτιμης ψυχής. Τίποτε εκτός ένα μονοπάτι.
    Το ξεπλήρωμα των οφειλών της.
    - Ψυχή υπήρξες μέγιστη άτιμη. Ο Θεός των χριστιανών να σε λυπηθεί και να σου δώσει
    τρόπους, χρόνους και γνώση να προλάβεις τα χρέη σου να ξεπληρώσεις.


    *** *** *** *** ***


    ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΕΤΡΑΛΟΓΙΑ


    -1-

    Οι στιγμές της απόλυτης μοναξιάς μου
    είναι τούτες
    στη συνειδητοποίηση πως μία ψυχή
    έφυγε για πάντα από κοντά μου
    δίχως πριν να πάρει από 'μένα
    όλα όσα δικαιωματικά της ανήκαν.

    Τι μπορεί τάχατις να ελαφρύνει
    το βάρος αυτού του πόνου;
    αιώνιος χρεωστής σ' ένα ταξίδι άγνωστο
    δίχως πια τη δική σου παρηγοριά
    το σπάνιο, μα όμορφο χαμόγελό σου
    την μεθυστική καλοσύνη σου,
    που μόνο ο δόκιμος της απλότητας
    είχε την ικανότητα να κοινωνίση,
    το παράπονο σου, αλέτρι τούτες τις στιγμές
    θέλω κοντά σου νά 'ρθω
    να κλάψω μες την αγκαλιά σου
    μητέρα, Μητέρα...
    καλή αντάμωση γλυκιά μου... ...
    καλή αντάμωση...


    -2-

    Στις χάρτινες στιγμές των αναμνήσεων
    αναζητώ τις δικές σου
    γεμάτες σου στιγμές
    τότε που εγώ σαν σκιά μόνο περνούσα
    στις γέμησεις αυτές της ζωής σου τις χαρές
    γιατί με παρέσυρε η βιάση
    κι έχασα κάθε στάση
    της καρτερικής μουσικής σου αγκαλιάς.

    >
    όχι όμως αυτά που τ' όνομά σου τα φωτίζει
    είναι ασφαλισμένα μακρυά από χέρι πειρατή
    που στη ζωή του έμαθε με ξένο κόπο να διαβένει

    του πόνου σου τη φωταυγή σημάδι θα τη βάλω
    γιατί σαν ανταμώσουμε χαράς θα είν' η ώρα
    ποτισμένη με τους ίδρωτες των μόχθων των δικών σου
    και 'γώ σα 'να μικρό παιδί
    στη μουσική σου αγκαλιά
    τη στοργικά ζεστή θε νά 'μπω.


    -3-

    Κόρη, πάμε να φύγουμ' απ' εδώ...
    στο σπίτι θέλω να πεθάνω... ...

    Αυτό είναι αρχοντιά, αρχόντισσα μεγάλη
    όχι οι εντολές των δυνατών, των πλούσιων βασιλέων
    μέσ' από χρυσαφένιες στραφτερές στολές που ξένους κόσμους φέρουν
    αλλοκοτιές της θάμπωσης του καντηλιού που ήλιο το λογιάσαν.
    πάμε κόρη μου απ' εδώ...
    τις μνήμες πίσω ξέχασα στο σπίτι αφημένες, τις θέλω στο ταξίδι μου αυτό
    ο κρίνος πού 'ναι; που είναι ο κρίνος;... ...
    ο κρίνος πήρε τη δική σου αρχοντιά, αρχόντισσα αρχόντων
    το θάμα τό 'ζησα, στο άγγιγμα του, πρόλαβε πριν γίνω μνήμη κοντά σου για να έρθω
    πριν ρουθουνίσω πάνω του τη μνήμη της οσμής σου
    ανοιξιάτισε καρπός τ' άνθη σου, αρχόντισσα, τριγύρω
    με κύκλωσαν οσμές πολύχρωμες αρχοντικών ανθών
    που αλλοκοτιά δεν τις λογάει πλουσίων βασιλέων
    τυλιγμένων στου φόβου τα ενδύματα αστέρων τη φιλία

    αυτό είναι αρχοντιά, αρχόντισσα δική μου
    πως η στοργή σου έκανε τον κρίνο μεσ' τα χέρια μου το θάμα σου ν' ανθίσει
    αυτό είναι αρχοντιά, αρχόντισσα ανθέων
    πως η δική σου Άνοιξη δεν έχει αλλοκοτιά μα φως ελπιδοφόρου ήλιου
    αυτό είναι αρχοντιά κρυφή κι αρχόντων πόθος μυστικός
    σ' ενός κρίνου τη βασιλική μορφή ν' αγγίξουνε τον εαυτό τους.


    -4-

    "Άμωμοι εν οδώ αλληλούια" αρχοντικά κελάδησε'
    πριν από 'μένα δυο στιγμές
    τους άρχοντες να υμνήσει

    γιατί ετούτοι αρχόντισαν στ' αλήθεια, αρχοντίσατε δίχως γονιού χρυσών δαχτυλιδιών παρηγοριά
    τη νήσο των σειρήνων επεράσατε μ' αγάπη, κι όχι φόβο, κι αυτές εσεβαστήκανε
    κι έδειξανε το δρόμο.
    έφτασες την Ιθάκη σου λοιπόν το ποθητό καρδιάς σου το παλάτι
    κάθε στιγμή του είσαι εσύ, δεν έχει μέσα του το ξένο δεν το χώρεσε
    μα τούτη είναι 'κείνη η άμωμη λεβέντισα κρυφή σου αρχοντιά!




    Εις μνήμην Κυριακής Π. το γένος Μ.


    *** *** *** *** ***


    Στον αδελφό



    Στο βλογημένο στρατί,
    σ' αντάμωσα στην δύσκολη στενή του περασιά
    τραχύς ο Κάματος της Μοναξιάς
    μα ο δρόμος τούτος μας ανήκει
    οι πληγές δεν ματώνουν, κι αν φέρουν
    πελώριου βράχου βάρος πόνου δυνατού
    αστέρινη φορεσιά θα γίνουν του 'ρανού,
    φωτιστικά χαμόγελα' στις πιο στενές μας περασιές
    το λείαιμα δεν θα πάψουμε,
    να φτάσουμε το Αιώνιο Ποθητό.

    Μάγων Αστέρα' κόσμησε, πιστό ΄ρανοδηγό
    το ταξίδι μας κοπιαστικό' χωρίς σταματημό
    έρημης αιωνιότητος διάρκεια η των Δώρων προσφορά
    ας προσφέρουμε μαζί με τους ποιμένες κι εμείς ευλαβικά
    των Αγγέλων το τραγούδι' το ουράνιο Ωσαννά.


    *** *** *** *** ***


    ΤΟ ΒΛΕΜΜΑ

    Το βλέμμα σου
    θείων ερώτων διάστασις
    με σφάζει και μ' ανασταίνει ταυτόχρονα
    ένα θαύμα θέλω να ζήσω
    και να κλείσω τη ζωή μου σ' αυτό
    δείξε μου μονοπάτι να γίνω
    εσύ.



    σχολιάστε το άρθρο


    Για να στείλετε σχόλιο πρέπει να είστε μέλος του MusicHeaven. Παρακαλούμε εγγραφείτε ή συνδεθείτε

    #11216   /   11.01.2008, 21:50   /   Αναφορά
    τι ωραια που ειναι ΟΛΑ!!!!!!!!!!!ειναι πραγματικά τελεια!!!!!!!!!!Συγχαρητηρια pol-gt !!:)
    #11218   /   11.01.2008, 21:52   /   Αναφορά
    Πραγματικά αριστουργήματα.... Και το συναίσθημα διάχυτο παντού... Πολύ ωραία!!!!!
    #11297   /   15.01.2008, 20:25   /   Αναφορά
    Εφόσον σας άρεσαν ψυχούλες μου γλυκές σκέφτηκα να ανοίξω ένα μπλοκ στο MusicHeaven και να αναρτήσω όσα έχω γράψει με τον τίτλο >. Βέβαια πάρα πολλά από αυτά γράφτηκαν κάτω από συνθήκες καθόλα έλλειψης έμπνευσης μα ήταν μία περίοδο όπου δεν ήμουν σε θέση να διακρίνω αυτήν, χαρακτηρίζοντας τις όποιες κινήσεις μέσα μου ως τέτοιες, δηλαδή, στιγμές ή ώρες έμπνευσης. Δεν ήταν αυτό όμως. Αυτό που ήταν ήταν, ορισμένες άτακτες κινήσεις μέσα στην έρημο, κατά έναν σώφρονα νου, της ψυχολογικής αδράνειας.



    Έτσι, άλλο είναι έμπνευση και άλλο είναι άτακτη ψυχολογική κίνηση ή αλλοιώς, αψυχολόγητη εσωτερική ενέργεια, κάτι που δυστυχώς πολλές φορές είναι δισδιάκριτο με συνέπειες πάντοτε σχεδόν οδυνειρές.



    Όμως η λογοτεχνία δεν παύει να εμπνέει. Ορισμένα από αυτά που ανήκουν στα > ήταν έμπνευση, κατά κάποιο τρόπο, από ποιήματα άλλων συγγραφέων. Έτσι, θέτω κι εγώ τα δικά μου, ας μου επιτραπεί, έργα, στη διάθεση όλων.
    #13291   /   25.04.2008, 09:46   /   Αναφορά
    Πανέμορφα! Όλα! ...και κάποια ακόμα πιο πολύ!
    #13557   /   04.05.2008, 22:02
    Σ' ευχαριστώ Νεκταρία!

    #13560   /   04.05.2008, 22:26   /   Αναφορά
    ωραία...