ελληνική μουσική
    885 online   ·  210.833 μέλη
    αρχική > e-Περιοδικό > Βιογραφίες

    Πάνος Τζαβέλλας: Ιχνηλατώντας τη ζωή ενός καλλιτέχνη - αντάρτη

    Με αφορμή τα 70 χρόνια από το θάνατο του «αντάρτη των ανταρτών», Άρη Βελουχιώτη (σ.σ. 16 Ιουνίου 1945) θυμόμαστε τον Πάνο Τζαβέλλα. Ένα σπουδαίο άνθρωπο και καλλιτέχνη, ο οποίος τραγούδησε τον Άρη και συνέβαλλε με όλες τους τις δυνάμεις, ώστε να παραδώσει στις επόμενες γενιές το πλούσιο υλικό των αντάρτικων τραγουδιών. 

    Πάνος Τζαβέλλας: Ιχνηλατώντας τη ζωή ενός καλλιτέχνη - αντάρτη

    Γράφει ο Παναγιώτης Κοτσώνης (travelogue)
    45 άρθρα στο MusicHeaven
    Τρίτη 04 Αύγ 2015

    Στο πρώτο μέρος του αφιερώματος παρουσιάζουμε τις σημαντικότερες στιγμές της ζωής του Πάνου, μέσα από τις οποίες διαμορφώθηκε η στάση ζωής του στα καλλιτεχνικά και κοινωνικά πράγματα.

    Αντικομφορμιστής μέχρι το τέλος της ζωής του, ο Τζαβέλλας ανήκει σε εκείνη τη σημαντική γενιά, η οποία προσέφερε τον ανθό της νιότης της, τόσο για να ανταπεξέλθει στο ιστορικό καθήκον της, την απελευθέρωση της χώρας από τον κατακτητή, όσο και για να υπερασπιστεί το – διόλου ουτοπικό - όραμα για μία διαφορετική κοινωνία με ουσιαστική δημοκρατία, δικαιοσύνη και κατάργηση κάθε μορφής εκμετάλλευσης.

    Τα χρόνια της Κατοχής και του Εμφυλίου

    Ο Πάνος Τζαβέλλας γεννήθηκε το 1925 στην Κοζάνη. Ο πόλεμος του ’40 τον βρίσκει μαθητή, όπου οργανώνεται στους παράνομους μηχανισμούς της Αριστεράς. Σε ηλικία 15 ετών δηλώνει εθελοντής «δεύτερης γραμμής» και φτάνει ως την Κορυτσά, μετά την κατάληψή της από τον Ελληνικό Στρατό. Μετά την κατάρρευση του μετώπου, επιστρέφει στην Κοζάνη, όπου οργανώνεται στην ΕΠΟΝ. Βγαίνει στο βουνό, εντάσσεται στον ΕΛΑΣ μέχρι την απελευθέρωση και με το ξέσπασμα του εμφύλιου πολέμου, προσχωρεί στο ΔΣΕ (σ.σ. Δημοκρατικό Στρατό Ελλάδας). Το 1947 πέφτει σε μία ενέδρα του εθνικού στρατού και τραυματίζεται στο πόδι. Αν και τραυματισμένος, σύρεται για πολλά μέτρα, ώσπου εντοπίζεται από τους διώκτες τους. Σώζεται ύστερα από παρέμβαση του επικεφαλής λοχαγού που επιθυμεί να τον παραδώσει, εμποδίζοντας έτσι τον χωροφύλακα να τον εκτελέσει επί τόπου. Το τραύμα του είναι σοβαρό και οι γιατροί αποφασίζουν να του ακρωτηριάσουν το δεξί πόδι, χωρίς να τον ρωτήσουν.

    Μόλις συνήλθε, ξεκίνησε ο μακρύς, δύσκολος δρόμος του… καταδίκες, φυλακίσεις, εξορίες. Αρχικά, σε μία από τις συνηθισμένες δίκες – παρωδία που γίνονταν εκείνα τα χρόνια σε ανάλογες περιπτώσεις, καταδικάζεται δυο φορές σε θάνατο, αρνούμενος να αποκηρύξει το ΚΚΕ.

    Το Δεκέμβρη 1949 μεταφέρεται στις φυλακές της Κεφαλλονιάς και από εκεί σταδιακά, περνάει από όλες σχεδόν τις φυλακές της Ελλάδας, ιδιαίτερα από τις φυλακές των Επτανήσων (Κέρκυρα, Ζάκυνθος, Λευκάδα). Κωμικοτραγικό στοιχείο αποτελεί το γεγονός πως επρόκειτο για φυλακές που έχτισε ο Άγγλος Στρατηγός Μαίτλαντ, στρατιωτικός διοικητής των Ιονίων Νήσων από το 1816, ο οποίος έμεινε στην ιστορία για τον αυστηρό και σκληρά μοναρχικό τρόπο που διοίκησε, αλλά και για τα σκληρά διωκτικά μέτρα που έλαβε εναντίον των Επτανησίων που βοηθούσαν τους επαναστατημένους Έλληνες το 1821. Παρέδωσε την Πάργα στον Αλή - πασά και μάλιστα, εμπόδισε τους κατοίκους της να πάρουν μαζί τους τα τιμαλφή και τις ιερές εικόνες τους, που πούλησε στον Αλή για 150.000 λίρες.

    Είναι μία χαρακτηριστική περίπτωση που αποδεικνύει τον πραγματικό ρόλο των εκάστοτε «συμμάχων» και δη, των Άγγλων, των οποίων ο χαρακτήρας της ανάμιξής του παρέμεινε ίδιος εκατό και πλέον χρόνια αργότερα στα Δεκεμβριανά, τον Εμφύλιο πόλεμο κτλ.

    Η αρχή της μουσικής του πορείας

    Ο Πάνος Τζαβέλλας, όπως λέει σε συνέντευξή της, η σύντροφος της ζωής του Νατάσσα Παπαδοπούλου, «από μικρός έπαιζε κιθάρα και αγαπούσε αυτό το όργανο. Ακόμα και στην φυλακή πελέκησε ένα ξύλο και έκανε το μπράτσο, χάραξε τα διαστήματα με μαθηματικούς υπολογισμούς, χάλασε μια καραβάνα και έκανε τα τάστα και εκεί επάνω τέντωσε έξι σύρματα. Μέσα στην φυλακή πάνω σε χαρτιά από τσιγάρα έμαθε να γράφει σωστά. Έμαθε να συλλαβίζει και να προφέρει σωστά τις λέξεις που αργότερα του χρησίμευσε στην μουσική καριέρα του. Μελετούσε με σύστημα και εξασκούνταν στην κιθάρα».

    Ο ίδιος σε μία από τις ελάχιστες συνεντεύξεις του, είχε δηλώσει:

    «Έχω ανατραφεί από μικρός με τις μελωδίες που άκουγα στα πανηγύρια από λαϊκές κομπανίες, με τις ψαλμωδίες της Εκκλησίας, με τα ρεμπέτικα, τα ποντιακά τραγούδια και τα δημοτικά. Οι ρίζες της ζωής μου βρίσκονται ακριβώς εδώ. Είμαι Έλληνας. Δηλαδή, παγκόσμιος»

    Πάνος Τζαβέλλας: Ιχνηλατώντας τη ζωή ενός καλλιτέχνη - αντάρτη

    Το 1957 τον βρίσκει στις φυλακές της Χαλκίδας. Το 1958 αρρωσταίνει βαριά από τη νόσο του Buerger, οπότε – κάθε άλλο, παρά ως ένδειξη φιλευσπλαχνίας - βγαίνει από τη φυλακή το 1959. Οι φύλακες τον βάζουν σε ένα φορείο και τον αφήνουν έξω από το νοσοκομείο των κρατουμένων για να μην πεθάνει μέσα στη φυλακή τους. Τον μαζεύουν παλιότεροι σύντροφοί του και το 1961 με τη βοήθεια του ΚΚΕ φεύγει στην Σοβιετική Ένωση για θεραπεία. Εκεί νοσηλεύεται τρία χρόνια και θεραπεύεται από την ασθένεια που υπέστη στις φυλακές. Παράλληλα, εκεί του δόθηκε η ευκαιρία να σπουδάσει μουσική.

    Επιστρέφει το 1965 στην Ελλάδα συνεχίζοντας τους αγώνες του για τη δημοκρατία και την ελευθερία μέσα από τις γραμμές της Ε.Δ.Α. και της παράνομης – τότε – οργάνωσης του ΚΚΕ. Παράλληλα, ξεκινά την πρώτη του καλλιτεχνική δουλειά σε μπουάτ της Πλάκας. Αρχικά, τραγουδά σε καπηλειά για ένα πιάτο φαί.

    «Πήρα τις πατερίτσας μου, πήγα στις υπόγειες ταβέρνες, στα καπηλειά και για ένα πιάτο φαγητό, βρέθηκα κοντά στους ανθρώπους, τους απόμαχους, τους ταπεινούς και τους καταφρονεμένους».

    Κατόπιν, γνωρίζει στο «Καφενείο των μουσικών» τον Αντώνη Γιατράκο και αρχίζει να τραγουδά για πρώτη φορά με αμοιβή 20 δραχμές στα «Παγωνάκια». Δουλεύει σε καμπαρέ, ταβέρνες, σκυλάδικα και σε κάθε είδους στέκια. Γνωρίζεται με τους συνθέτες του Νέου Κύματος και συνεργάζεται με τον Μάνο Λοΐζο και τον Χρήστο Λεοντή.

    Τα χρόνια της Χούντας

    Η δικτατορία του 1967 κλείνει τις μπουάτ και ο Τζαβέλλας βρίσκεται ξανά στη φυλακή, κατηγορούμενος για αγώνα και παράνομη δράση ενάντια στη Χούντα. Το 1968 καταδικάστηκε ξανά, σε είκοσι χρόνια φυλάκιση στις φυλακές Αβέρωφ και ύστερα στον Κορυδαλλό Στην ασφάλεια, οι δεσμώτες αδιαφορώντας για την κακή κατάσταση της υγείας του, τον υποβάλλουν σε φρικτά βασανιστήρια.

    Ύστερα από αλλεπάλληλες αιτήσεις κατορθώνει να του δοθεί η άδεια για μία κιθάρα. Ωστόσο, ο όρος είναι να παίζει στα πλυσταριά χωρίς ηχείο. Γνώριζαν καλά ότι το τραγούδι γεμίζει με σθένος τους κρατούμενους. Παρόλα αυτά, μελετάει τους ρεμπέτικους δρόμους, το δημοτικό τραγούδι, την βυζαντινή μουσική. Στον Κορυδαλλό φτιάχνει χορωδία με τους νέους συγκρατούμενούς του, στήνει θεατρικές παραστάσεις και κυρίως καταγράφει τα τραγούδια της Εθνικής Αντίστασης, τα οποία θεωρούσε χρέος του να τα διαδώσει στους νέους.

    «Μπροστά μου έχω τις μορφές των αγωνιστών που έπεσαν για να χαρούν όλοι οι άνθρωποι την ομορφιά της ζωής. Γι’ αυτούς τραγουδώ, μ’ αυτούς είμαι πάντα συντροφιά, αυτοί με εμπνέουν, αυτοί μου δίνουν δύναμη να συνεχίσω τον αγώνα τους, με το τραγούδι και την κιθάρα, για έναν κόσμο πιο ανθρώπινο».

    Το 1971, λόγω της κλονισμένης υγείας του, εξασφαλίζει την αποφυλάκισή του με το νόμο «περί ανηκέστου βλάβης» και λίγο αργότερα γνωρίζεται με τη Νατάσσα Παπαδοπούλου, φοιτήτρια ακόμα της Ανωτάτης Εμπορικής, με την οποία θα μοιραστεί τη ζωή του.

    Έχοντας μαζέψει το υλικό απ' όλα τα Αντιστασιακά τραγούδια, αλλά και με δικές του συνθέσεις, στήνει στην Πλάκα «Το Αντάρτικο Λημέρι».

    Το 1972, έγινε η πρώτη συναυλία με δικά του πολιτικά τραγούδια. Ο χώρος ήταν γεμάτος ασφάλεια.

    Τη διετία 1973-1974, παίζει στην μπουάτ «Πέμπτη Εποχή» με το Θωμά Μπακαλάκο, τον Μάνο Αβαράκη που έπαιζε φυσαρμόνικα, αλλά και με το Νικόλα Άσιμο. Με τον Άσιμο, μάλιστα, τους συνέδεσε μία φιλία ως το τέλος. Εξάλλου, ο Τζαβέλλας τον επηρέασε βαθιά στον τρόπο σκέψης του από τα πρώτα χρόνια. Θεωρούσαν και οι δύο ότι η τέχνη είναι ενταγμένη σε κάποιο αγώνα, ωστόσο ο καθένας αντιλαμβανόταν με το δικό του τρόπο αυτόν τον αγώνα. Δεν είναι τυχαία η αναφορά που κάνει ο Τζαβέλλας στο τραγούδι του «Ο προφητής των Εξαρχείων», γραμμένο για τον Άσιμο, 20 χρόνια μετά το θάνατό του:

    «Αχ, βρε Νικόλα

    Η επανάσταση δεν είναι άρπα-κόλα

    Ούτε αγανάκτηση, τυφλή οργή»



    Τα χρόνια της μεταπολίτευσης

    Με τη μεταπολίτευση, το πολιτικό τραγούδι είναι αναμφίβολα στο προσκήνιο και ταυτόχρονα αναβιώνει το αντάρτικο τραγούδι. Η πτώση της Χούντας το 1974, βρίσκει τον Τζαβέλλα στη μπουάτ «Λημέρι», και το 1975 και για πέντε χρόνια στη μπουάτ «Λήδρα». Εκεί συμμετέχει και ο κατοπινά γνωστός ηθοποιός Ηλίας Λογοθέτης, ο οποίος με το κόκκινο φουλάρι του έλεγε τα ιταλικά επαναστατικά τραγούδια.

    Επιπλέον, στις διάφορες μπουάτ με τον Πάνο Τζαβέλλα κατά καιρούς συνεργάστηκαν μαζί του ο Γιώργος Ζωγράφος και ο Μουφλουζέλης. Επίσης, στα πρώτα τους βήματα ο Λαυρέντης Μαχαιρίτσας, Γιάννης Ζουγανέλης, Ισιδώρα Σιδέρη, Σάκης Μπουλάς, Γιώργος Μεράντζας.

    Πάνος Τζαβέλλας: Ιχνηλατώντας τη ζωή ενός καλλιτέχνη - αντάρτη

    Τα τραγούδια του παρουσιάζονται σε συναυλίες, που δίνονται σε ανοικτά γήπεδα και πανεπιστήμια σ' όλη την Ελλάδα (Ιωάννινα, Άρτα, Ξάνθη, Δράμα, Φλώρινα, Ρόδο, Κρήτη κ.α.). Το 1982 πραγματοποιεί δυο μεγάλες συναυλίες στο Θέατρο του Λυκαβηττού και στο γήπεδο του Πανιωνίου. Στην Ελληνική τηλεόραση έχουν καταγραφεί ζωντανά τραγούδια του συνθέτη-στιχουργού, τα οποία μιλάνε για τα προβλήματα των καιρών μας.

    Δεν έλειψαν βεβαίως και μία σειρά συναυλιών στο εξωτερικό, όπου παρουσιάζεται το έργο του και στις τηλεοράσεις (Βουλγαρική, Βελγική, Σουηδική). Μάλιστα, το 1981, πήγε στην Γερμανία, καλεσμένος από τη γερμανική ραδιοφωνία και τηλεόραση W.D.R. για να συμμετάσχει σε ζωντανή εκπομπή μεγάλης ακροαματικότητας, όπου τραγούδησε τραγούδια αντάρτικα και της Κατοχής, καθώς και δικές του συνθέσεις. Επίσης, κατά την εκεί παραμονή του, πραγματοποίησε και ορισμένες συναυλίες σε διάφορες πόλεις της Γερμανίας για τους Έλληνες μετανάστες και τους φοιτητές, όπως ήταν η πόλη Άαχεν (06.03.81), η Νυρεμβέργη (14.3.81) κ.ά.

    Τόσο ο Ελληνικός όσο και ο ξένος Τύπος αναφέρεται στον Αγωνιστή τραγουδοποιό, Πάνο Τζαβέλλα, φτάνοντας ακόμη και στην Κίνα, να μεταφράζεται το πολύ γνωστό και αγαπημένο τραγούδι, «Κυρ-Παντελής». Πρόκειται για το πλέον εμβληματικό τραγούδι του Τζαβέλλα, που περιγράφει τον καθημερινό άνθρωπο, ο οποίος απέχει από τα κοινωνικό, ιστορικό γίγνεσθαι, κοιτάζοντας τη «δουλίτσα» του και την οικογένειά του. Φαινομενικά δεν μπορεί να του προσάψει κάποιος κάτι αρνητικό. Αλλά επί της ουσίας, ο κυρ-Παντελής και οι - κάθε λογής - φιλήσυχοι και μικροαστοί όμοιοί του, με τη στάση τους, καταστρέφουν το βασικό στοιχείο των ανθρώπων που είναι η συλλογική ευθύνη και δράση έναντι της ιδιωτικής απομόνωσης, χωρίς τελικά να προσφέρουν τίποτα στους άλλους, παρά μόνο στον εαυτό τους.

    Στη δεκαετία του '80, ο Πάνος Τζαβέλλας βρίσκεται στην καρδιά της Αθήνας, στα Εξάρχεια, όπου εκεί είναι συγκεντρωμένα τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα της χώρας, Πανεπιστήμια, Ακαδημίες, Πολυτεχνείο, κέντρο δηλαδή, του φοιτητικού και προοδευτικού επαναστατικού κινήματος.

     

    Το πέρασμα στη νέα εποχή

    Τη δεκαετία του ’90 ξεκινάει το συγγραφικό του έργο, κυκλοφορώντας συνολικά 3 βιβλία:

    1. ΑΝΤΑΡΤΟ-ROCK, Εκδ. Ελεύθερος Διάλογος, 1992
    2. Ζιγκ-Ζαγκ στο Δάσος του Θανάτου, Εκδ. Παπαζήση, 2002
    3. Σφαίρες από ποίηση, Λόγια από μουσική

    Εκείνη τη δεκαετία ξεκινάει να εμφανίζεται στα Εξάρχεια, σε ένα μαγαζί που το είχε ο Θωμάς Χαλβατζής, αδελφός του Σπύρου Χαλβατζή του ΚΚΕ. Το πήρε μαζί με τη Νατάσσα και το ονόμασαν «Περεστρόικα». Ακολούθησαν και άλλες σκηνές, όπως η «Εταιρεία Ελλήνων Σκηνοθετών», η «Κλωθώ».

    Η καλλιτεχνική του πορεία συνεχίστηκε μέχρι και πριν λίγα χρόνια προτού φύγει από τη ζωή, σε διάφορες μουσικές σκηνές της Αθήνας και του Πειραιά, πάντα αποστασιωποιημένος, πηγαίνοντας κόντρα στα καλλιτεχνικά κυκλώματα, αφού «τα κλειδιά της μουσικής εδώ στην Ελλάδα τα κρατούν οι πολυεθνικές εταιρείες και τα Μέσα Μαζικού Εκμαυλισμού».

    Η θέση του αυτή, αποτυπώθηκε και τραγουδιστικά στο τραγούδι «Η πουτάνα (τηλεόραση)»

    Οι μάχες για τον Πάνο Τζαβέλλα δεν τελείωσαν μέχρι τα τελευταία του χρόνια. Και όλες τις έδωσε με αξιοπρέπεια και δυναμισμό. Ακόμη κι όταν στα τελευταία χρόνια κάηκε το σπίτι του στον Πειραιά ενώ ήταν μόνος του. Σύρθηκε μέχρι την ταράτσα με το ένα πόδι, ώσπου να τον βρούνε αγκαλιά με την κιθάρα του, ενώ οι φλόγες τύλιγαν το σπίτι.

    Μετά από την τελευταία του μάχη που έδωσε με την επάρατο νόσο στο Νοσοκομείο Ερυθρός, όπου και νοσηλευόταν τους τελευταίους μήνες, έφυγε από τη ζωή στις 27 Ιανουαρίου 2009, σε ηλικία 84 ετών. Η κηδεία του ήταν πολιτική και κατόπιν επιθυμίας του ίδιου, τα χρήματα που θα δίνονταν για στεφάνια κατατέθηκαν προς ενίσχυση της οικογένειας της Κωνσταντίνας Κούνεβα, η οποία λόγω της συνδικαλιστικής δράσης της, ένα μήνα νωρίτερα, και ενώ επέστρεφε από τη δουλειά της στο σπίτι της, δέχτηκε επίθεση από δύο αγνώστους, που την περιέλουσαν με βιτριόλι και την υποχρέωσαν να το καταπιεί, προκαλώντας απώλεια της όρασης από το ένα μάτι και ζημιές σε εσωτερικά όργανα.

    Δεν νοιάστηκε ποτέ να μαζέψει «βιός». Πάντα, μοίραζε στις διάφορες αντιστασιακές ενώσεις, μέρος των ποσοστών από τους δίσκους του με τα αντάρτικα τραγούδια. Ταξίδεψε πολύ με τη Νατάσσα σε διάφορα μέρη του κόσμου. Ινδία, Θιβέτ, Νεπάλ, Κασμίρ, Πακιστάν, Μαρόκο, Κίνα. Τα χρόνια στην εξορία και στη φυλακή, προφανώς τον στιγμάτισαν. Έτσι, κοιμόταν χειμώνα-καλοκαίρι στο μπαλκόνι. Όταν κοιμόταν, έβαζε πάντα στα μάτια του μία πετσέτα, συνήθεια που του είχε μείνει από το κελί. Για να παρακολουθούν καλύτερα τους φυλακισμένους, οι δεσμοφύλακες άφηναν πάντα ανοιχτό το φως. Λένε πως, οι καλλιτέχνες δεν μπορούν να γίνουν οι ήρωες των τραγουδιών τους. Ο Πάνος Τζαβέλλας, όμως, έζησε όπως λένε όλα τα τραγούδια του. Όλα εκτός από ένα, αφού ποτέ δεν συμβιβάστηκε στο ρόλο του κυρ-Παντελή.

    (Στο δεύτερο μέρος του αφιερώματος, θα παρακολουθήσουμε τη δισκογραφική δραστηριότητα του Πάνου Τζαβέλλα)

    Πηγές:

    • Άρθρο της Λουκίας Χουλιάρα στην ιστοσελίδα www.koutipandoras.gr, 1/12/2013
    • «Ελληνικό Ροκ», Μανώλης Νταλούκας, Εκδ. Άγκυρα, 2006
    • Εφημερίδα «Ριζοσπάστης», 28/1/2009
    • Συνέντευξη της Νατάσσας Παπαδοπούλου στη Δέσποινα Κουρουπάκη για το tvxs.gr, 23/1/2011
    • Συνέντευξη της Νατάσσας Παπαδοπούλου στη Αγγελική Δημοπούλου για το tvxs.gr, 25/1/2014
    • «Κόκκινοι δραπέτες 1920-1940», Κώστας Γκριτζώνας, Εκδ. Γλάρος, 1985
    • «ΑΝΤΑΡΤΟ-ROCK», Πάνος Τζαβέλλας, Εκδ. Ελεύθερος Διάλογος, 1992
    • Εφημερίδα «Ριζοσπάστης», 26/6/2002
    • Εφημερίδα «Ριζοσπάστης», 18/8/2002

    Πάνος Τζαβέλλας: Ιχνηλατώντας τη ζωή ενός καλλιτέχνη - αντάρτη





    Γίνε ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ

    Αν σου αρέσει να γράφεις για μουσικά θέματα, σε περιμένουμε στην ομάδα συντακτών του ιστορικού, ανεξάρτητου, πολυφωνικού, υγιούς και δημοφιλούς ηλεκτρονικού περιοδικού μας.

    Στείλε το άρθρο σου

    σχολιάστε το άρθρο


    Για να στείλετε σχόλιο πρέπει να είστε μέλος του MusicHeaven. Παρακαλούμε εγγραφείτε ή συνδεθείτε

    #29239   /   04.08.2015, 14:02   /   Αναφορά
    Όμορφο άρθρο. Παρότι έχω τις ιδεολογικές αποστάσεις μου, δεν μπορώ να μην αναγνωρίζω την μαχητικότητα αυτών των ανθρώπων, που εκόμισαν στην τέχνη με θυσίες και διώξεις, είτε έβγαλαν από την εργασία τους χρήματα είτε όχι. Πολίτες του αγώνα και όχι ιδιώτες του πολιτικού οπορτουνισμού.
    #29271   /   16.09.2015, 13:27   /   Αναφορά
    τον γνωρισα στα φοιτητικα μου χρονια...σεμνος ,αξιοπρεπης...αυτο που λενε λαικος αγωνιστης.....