ελληνική μουσική
    461 online   ·  210.821 μέλη
    αρχική > e-Περιοδικό > Φταίνε Τα Τραγούδια

    Η ιστορία του ''Die Another Day'' της Madonna

    Η φροϋδική ανάγνωση ενός τραγουδιού-πρόκληση για ψυχανάλυση.

    Η ιστορία του

    Γράφει ο Κωνσταντίνος Παυλικιάνης (CHE)
    223 άρθρα στο MusicHeaven
    Τετάρτη 12 Σεπ 2018

    Το «Die Another Day» κυκλοφόρησε το 2002 και περιλαμβάνεται στο soundtrack της ταινίας James Bond «Πέθανε Μια Άλλη Μέρα» (Die Another Day) καθώς και στο άλμπουμ της Madonna «American Life», που κυκλοφόρησε τον Απρίλιο του 2003.

    Μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου του 2001, η Madonna ήταν σε μία εσωστρεφή διάθεση και άρχισε να γράφει τραγούδια για το επόμενο άλμπουμ της, το «American Life», με τον παραγωγό και συνεπή συνεργάτη της, Mirwais Ahmadzaï, ο οποίος είχε συνεργαστεί για πρώτη φορά μαζί της στο άλμπουμ «Music» (2000). Η ηχογράφηση άρχισε στα τέλη του 2001 αλλά τέθηκε σε αναμονή καθώς η Madonna πήγε στη Μάλτα για τα γυρίσματα της ταινίας «Η Κυρία Και Ο Ναύτης» (Swept Away, 2002) ενώ έπαιξε και στο θεατρικό έργο «Up For Grabs». Εν τω μεταξύ, η Metro-Goldwyn-Mayer (MGM) γυρνούσε την 20η ταινία James Bond, με τίτλο «Πέθανε Μια Άλλη Μέρα», σε σκηνοθεσία του Lee Tamahori. Η προηγούμενη ταινία James Bond, «Ο Κόσμος Δεν Είναι Αρκετός» (The World Is Not Enough, 1999), είχε γνωρίσει εμπορική επιτυχία και έφερε ακόμα περισσότερα χρήματα από τις δύο προηγούμενες ταινίες με τον Brosnan, φέρνοντας συνολικά έσοδα 362.000.000 δολαρίων απ’ όλο τον κόσμο και επιβεβαιώνοντας ότι το κινηματογραφόφιλο κοινό λάτρευε ακόμα τη δημιουργία του Fleming. Ωστόσο, το ομώνυμο τραγούδι του soundtrack από τους εναλλακτικούς Garbage δεν κατάφερε να γνωρίσει εμπορική επιτυχία στις Ηνωμένες Πολιτείες. Έτσι, οι νέοι υπεύθυνοι του μουσικού τμήματος της MGM ήθελαν έναν καλλιτέχνη ακόμα υψηλότερου προφίλ για να γράψει και να ερμηνεύσει το τραγούδι των τίτλων της επόμενης ταινίας.

    Η Madonna ήταν στην κορυφή της λίστας τους και σκέφτηκαν ότι είναι η ιδανική επιλογή για το τραγούδι του πρώτου Bond του 21ου αιώνα. Τραγουδίστρια-τραγουδοποιός με Νο 1 επιτυχίες για σχεδόν δύο δεκαετίες, η Madonna ήταν ένα από τα διαχρονικά είδωλα της γενιάς του MTV και πέντε φορές βραβευμένη με Grammy και σίγουρα καθόλου ξένη με τις κατασκοπευτικές ταινίες καθώς είχε παίξει στο «Dick Tracy» (1990), ενώ το πιο πρόσφατο βραβείο της ήταν για το χορευτικό Pop τραγούδι «Beautiful Stranger» για την (περίπου) κατασκοπευτική ταινία «Austin Powers: Ο Κατάσκοπος Που Με Κουτούπωσε» (Austin Powers: The Spy Who Shagged Me, 1999). Μάλιστα το «Beautiful Stranger» είχε μπει στο αμερικανικό Top 20 και κέρδισε και βραβείο Grammy στην κατηγορία Best Song Written For Visual Media.

    Εκτός από το «Beautiful Stranger», η Madonna είχε σημαντικό αριθμό επιτυχιών με τις συμμετοχές της σε άλλα Soundtracks, όπως το «Crazy For You» από την ταινία «Vision Quest» (1985), το «Into The Groove» από την ταινία «Ψάχνοντας Απεγνωσμένα Την Susan» (Desperately Seeking Susan, 1985), το «Live To Tell» από την ταινία «Πυροβολισμός Εξ Επαφής» (At Close Range, 1986), το «Who’s That Girl?» από την ταινία «Πιάστε Το Κορίτσι» (Who’s That Girl, 1987), το «This Used To Be My Playground» από την ταινία «Το Δικό Τους Παιχνίδι» (A League Of Their Own, 1992), το «I’ll Remember» από την ταινία «Δέκα Με Τόνο» (With Honors, 1994) και το «You Must Love Me» από την «Evita» (1996), καθώς και τη διασκευή του «American Pie» για την ταινία «The Next Big Thing» (2001).

    Η ίδια η Madonna ήταν μάλλον λιγότερο σίγουρη για το αν θα έπρεπε να συμφωνήσει: Κόμπιασα γι’ αυτό για λίγο. Όλοι θέλουν να κάνουν το τραγούδι μίας ταινίας James Bond και εμένα δεν μου άρεσε ποτέ να κάνω ό,τι αρέσει σ’ όλους τους άλλους. Είναι απλά μία διαστροφή που έχω. Αλλά τότε το σκέφτηκα και είπα, ξέρεις κάτι; Ο James Bond χρειάζεται να γίνει Techno.

    Στις 15 Μαρτίου του 2002, οι παραγωγοί της ταινίας, Michael G. Wilson και Barbara Broccoli ανακοίνωσαν: «Είμαστε ενθουσιασμένοι που η Madonna, η οποία αναγνωρίζεται ως η πιο συναρπαστική τραγουδοποιός και ερμηνεύτρια του κόσμου, συμφώνησε να συνθέσει και να τραγουδήσει για την πρώτη ταινία James Bond της νέας χιλιετίας. Έχει μία εξαιρετική αίσθηση στο γράψιμο και στην ερμηνεία μουσικής στις ταινίες και είμαστε περήφανοι που θα συνδράμει με το ταλέντο της στο “Die Another Day».

    Η Anita Camarata, εκτελεστική αντιπρόεδρος της MGM Music, είπε σχετικά με την επιλογή της Madonna:
    - Ήταν σημαντικό για μας να επιλέξουμε έναν καλλιτέχνη που θα καταλάβαινε δημιουργικά τη σχέση μεταξύ του τραγουδιού και της ταινίας. Με κάθε καλλιτέχνη, παίρνεις ένα ρίσκο. Αλλά η Madonna έχει ένα εξαιρετικό ιστορικό. Είχε γράψει τραγούδια για ταινίες πριν και ήταν πάντα τέλεια. Είναι πολύ έξυπνη καλλιτέχνις.

    Η πρώτη ένδειξη ότι ετοιμαζόταν ένα τραγούδι της Madonna για τη νέα ταινία με τίτλο «Die Another Day», ήταν στα μέσα Φεβρουαρίου του 2002 όταν πηγές από τους συντελεστές της ταινίας αποκάλυψαν ότι η Madonna ήταν σε διαπραγματεύσεις για να ερμηνεύσει το τραγούδι των τίτλων και ενδεχομένως να κάνει και μία σύντομη εμφάνιση στην ταινία. Η συμφωνία για το τραγούδι επιβεβαιώθηκε στα μέσα Μαρτίου, αν και η κινηματογραφική της εμφάνιση πήρε περισσότερο χρόνο για να οριστικοποιηθεί. Ορισμένοι δημοσιογράφοι ανέφεραν ότι υπογράφτηκε ένα ιδιαίτερα πολύπλοκο συμβόλαιο, το οποίο μπορεί να κόστισε στην MGM περίπου 1.000.000 δολάρια, συμπεριλαμβανομένης της αμοιβής της Madonna για τη μουσική και την υποκριτική της, την προώθηση του τραγουδιού, την κυκλοφορία του single και το μουσικό βίντεο. Η Madonna απέκτησε και έναν μικρό ρόλο στην ταινία, υποδυόμενη μία ξινή εκπαιδεύτρια ξιφασκίας ονόματι Verity (ένα δείγμα του ρόλου της είναι η φράση: «Βλέπω ότι χειρίζεσαι το όπλο σου καλά»), γεγονός που την κατέστησε ως την πρώτη ερμηνεύτρια τραγουδιού ταινίας Bond που υποδύεται ρόλο και στην ταινία, «ξεπερνώντας» την Sheena Easton που τραγούδησε το «For Your Eyes Only» εμφανιζόμενη στους τίτλους της ομώνυμης ταινίας Bond.

    Η δουλειά της Madonna στην 20η περιπέτεια του 007 σηματοδότησε μία αλλαγή που είδε τους συνθέτες των ταινιών Bond να έχουν όλο και μικρότερο έλεγχο στη διαδικασία της σύνθεσης του ομότιτλου τραγουδιού, με τους παραγωγούς να επιτρέπουν σε μεγάλα ονόματα μουσικών να έχουν δημιουργικό έλεγχο στα τραγούδια των τίτλων. Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι, σε αντίθεση με τις πολλές συνεργασίες μεταξύ του βασικού συνθέτη του Bond -John Barry- και των διαφόρων καλλιτεχνών που ερμήνευσαν τα τραγούδια των τίτλων, η κινηματογραφική μουσική του David Arnold είναι απούσα και από το παραμικρό κομμάτι του «Die Another Day». 

    Η ηχογράφηση του «Die Another Day» πραγματοποιήθηκε το 2002 στα Olympic Studios του Λονδίνου, με παραγωγούς τη Madonna και τον Mirwais Ahmadzaï. Στην ηχογράφηση του τραγουδιού συμμετείχαν οι εξής: Madonna (φωνητικά), Mirwais Ahmadzaï (programming), Tim Young (audio mastering στα Metropolis Studios του Λονδίνου), Mark “Spike” Stent (μίξη ήχου στα Olympic Studios και Westlake Audio), Michel Colombier (διεύθυνση εγχόρδων), Geoff Foster (μηχανικός εγχόρδων στα AIR Lyndhurst Studios του Λονδίνου), Tom Hannen, Simon Changer και Tim Lambert (βοηθοί).

    Οι εργασίες για το τραγούδι ξεκίνησαν μετά την ανακοίνωση της συμφωνίας και με την επιβεβαίωση ότι ο Γάλλος συνθέτης Michel Colombier θα είναι ο διευθυντής της ορχήστρας των εγχόρδων. Ο Colombier ήταν ένας βετεράνος συνθέτης, ο οποίος είχε υπογράψει, μεταξύ άλλων, τη μουσική για τις ταινίες «Έρωτας Δίχως Αύριο» (Against All Odds, 1984) και «Λευκές Νύχτες» (White Nights, 1985) και επιπλέον είχε συνεργαστεί πρόσφατα με τη Madonna και τον Ahmadzaï ενορχηστρώνοντας τα έγχορδα στο τραγούδι «Don’t Tell Me» από το άλμπουμ «Music».

    Η Madonna και ο Ahmadzaï δούλευαν πάνω στο επόμενο studio άλμπουμ της Madonna, όταν δέχθηκαν την κλήση από τους «ανθρώπους του Bond». Από τα δοκιμαστικά κομμάτια που είχαν για το άλμπουμ «American Life», ξεχώρισαν ένα που πίστευαν ότι θα ταίριαζε στην ταινία. Έστειλαν το demo στην MGM, που περιείχε «ένα Techno, ηλεκτρονικό κομμάτι ξαναγραμμένο για να ταιριάζει στην ταινία και τον τίτλο». Το στούντιο ανταποκρίθηκε θετικά στο demo αλλά ήθελαν το τραγούδι να αλλαχθεί ώστε να συνδέεται κατά κάποιο τρόπο με την παραδοσιακή μουσική των ταινιών James Bond. Αυτό ήταν το χρονικό σημείο που η Madonna και ο Ahmadzaï κάλεσαν τον Colombier να τους βοηθήσει.

    Μόλις ολοκληρώθηκε η δομή του τραγουδιού, η MGM έστειλε στον Michel Colombier (ο οποίος ήταν στο Los Angeles) μία πρόχειρη επεξεργασία της εναρκτήριας σκηνής της ταινίας, ενώ ο Mirwais Ahmadzaï έστειλε στον Colombier μία μεγαλύτερη εκδοχή του demo. Η αποστολή του Colombier ήταν να δημιουργήσει κάτι που να ταιριάζει το τραγούδι με τη μουσική της ταινίας. Στη συνέχεια, λοιπόν, πέταξε στο Λονδίνο για να διευθύνει ένα σύνολο 60 εγχόρδων στα AIR Lyndhurst Studios. Έτσι δημιούργησε ένα μείγμα εγχόρδων και παρεμβαλόμενων ηλεκτρονικών στροβίλων.

    Αφού ολοκληρώθηκαν τα ορχηστρικά τμήματα, ο Ahmadzaï πήρε το κομμάτι στο σπίτι του στο Παρίσι και έκανε μία πλήρη αναδιάταξη. Η Madonna ήθελε κάτι «μεγάλο και χάλκινο», κάτι που ο Ahmadzaï αρνήθηκε, αφού η Madonna το είχε ξανακάνει με το «Frozen» (1998). Ο Colombier εξήγησε ότι η τελική εκδοχή δεν έγινε με τον τρόπο που δόμησε αυτός το τραγούδι αλλά σύμφωνα με την μίξη και τις ιδέες του Ahmadzaï.

    Colombier: Αυτό που ακούτε δεν είναι αυτό που έγραψα. Ο τρόπος που βγήκε προς τα έξω είναι εντελώς του Mirwais. Είναι ένας επιδέξιος χειριστής. Εξήντα πραγματικά έγχορδα έπαιξαν ζωντανά και έγιναν ηχητικά αρχεία στον υπολογιστή του. Μπορούσαν να κοπούν σαν κομμάτια υφάσματος. Είναι εξαιρετικός σ’ αυτό.

    Ο Colombier σχεδίασε επίσης μία ορχηστρική εκδοχή του θέματος για πιθανή χρήση στους τίτλους του τέλους. Η Madonna παρακολουθούσε την ηχογράφηση στα Olympic Studios του Λονδίνου.

    Colombier: Στην ορχηστρική εκδοχή, υπάρχει μία στιγμή που πήγα σχεδόν σε μία αίσθηση τανγκό. Στην πρόβα το έκαναν ενστικτωδώς εξαιρετικά καλά. Όταν ξεκινήσαμε να το ηχογραφούμε, απλά χάθηκε η «σπίθα». Η Madonna, η οποία ήταν στο θάλαμο, άρπαξε το μικρόφωνο και τους είπε: «Δεν είναι αρκετά σέξι, σκεφτείτε το σεξ!». Συμμετείχε πραγματικά. 

    Η πλούσια ενορχήστρωση των εγχόρδων από τον Colombier παρείχε το δραματικό στοιχείο, ειδικά στα εναρκτήρια μέτρα πριν μπει η φωνή της Madonna. Χρόνια αργότερα, η Madonna επαίνεσε τη συνεισφορά του Colombier:
    - Ο Mirwais έφερε τον Michel σε μένα. Αυτό το τραγούδι είναι τόσο κινηματογραφικό... Είμαι πολύ ενθουσιασμένη όταν συνεργάζομαι με ζωντανή ορχήστρα. Αυτά τα έγχορδα στο «Die Another Day» είναι ανατριχιαστικά και γι’ αυτό το λόγο είναι ένα από τα αγαπημένα μου τραγούδια.

    Οι αινιγματικοί στίχοι της Madonna ήταν περίεργοι («I'm gonna keep this secret / I'm gonna close my body now») αλλά οι ηλεκτρονικοί Pop ρυθμοί του Mirwais, που κυριαρχούν στο τραγούδι, έκαναν το «Die Another Day» το πιο ηχητικά νευρικό θέμα James Bond που βγήκε ποτέ. Λίγο αργότερα, η Madonna ζήτησε από τον Colombier να γράψει μουσική για την ταινία της «Η Κυρία Και Ο Ναύτης» (Swept Away, 2002), η οποία θα έβγαινε στους κινηματογράφους ένα μήνα πριν την ταινία James Bond.

    Το τραγούδι «Die Another Day» πέρασε από διάφορες παρεμβολές. Μπορεί ο τίτλος του τραγουδιού αρχικά να μην ήταν ο ίδιος με της ταινίας, αλλά όταν η Madonna είδε το πρόχειρο υλικό προσάρμοσε κατά κάποιο τρόπο το τραγούδι στο θέμα της ταινίας και άλλαξε τον τίτλο του σε «Die Another Day». Ο σκηνοθέτης Tamahori είπε σχετικά:
    Όταν το άκουσα για πρώτη φορά, ήμουν λίγο ανήσυχος επειδή φαινόταν να έχει παύσεις και εκκινήσεις και δεν ακουγόταν τόσο υποβλητικό. Αλλά (η
    Madonna) το ξαναέγραψε –το ρεφρέν γράφτηκε για την ταινία και νομίζω ότι έκανε μία αρκετά σημαντική διαφορά.

    Αφού χρησιμοποιήθηκε στην εναρκτήρια σκηνή, το τραγούδι παίχτηκε συνολικά για 13 λεπτά κατά τη διάρκεια της ταινίας. Αδιαφορώντας για τις συνήθειες των ομολόγων της στις ταινίες Bond, η Madonna εκπληρώνει την υπόσχεση του τραγουδιού να αποφύγει τα κλισέ παραλείποντας οποιαδήποτε αναφορά σε πράγματα του 007, επιλέγοντας αντ’ αυτού μία αναπάντεχη αναφορά στον πατέρα της ψυχανάλυσης. Συγκεκριμένα, στο ρεφρέν η Madonna επαναλαμβάνει το στίχο «I guess I'll die, another day» και το ολοκληρώνει με μία αναφορά στον Αυστριακό νευρολόγο Sigmund Freud («Sigmund Freud, analyze this»). Αυτή είναι μία πολύ περίεργη στιγμή: γιατί, όταν καλείται να πουλήσει άλλη μία δόση James Bond σε ένα διαρκώς πρόθυμο κοινό, η Madonna αγνοεί το σενάριο και αντ’ αυτού επικαλείται τον Φρόιντ;

    Μερικά μέρη του τραγουδιού είναι γεμάτα με αναλύσεις που συνάδουν με τη φιλοσοφία για την ενόρμηση του θανάτου από το βιβλίο του Φρόιντ «Πέρα Από Την Αρχή Της Ηδονής» (Jenseits des Lustprinzips, 1920). Τέτοια παραδείγματα είναι οι στίχοι «I’m gonna delay my pleasure», «I’m gonna destroy my ego» και «I’m gonna close my body now». Θα μπορούσε η Madonna να προσφέρει το τραγούδι της ως πρόκληση για μία ψυχανάλυση, αν αναλογιστεί κανείς ότι κάποια στιγμή η τραγουδίστρια γελάει κάπως διαβολικά και ψιθυρίζει στο μικρόφωνο «I need to lay down». Επίσης, θα μπορούσε να προσφέρει το τραγούδι της στον ακροατή ως ανάλυτες ονειρικές εικόνες, όπως προτείνει ο εναρκτήριος στίχος «I'm gonna wake up, yes and no». Είτε συνειδητά, είτε ασυνείδητα, η Madonna τίμησε το συμβόλαιό της με την MGM κάνοντας αναφορά στο «Πέρα Από Την Αρχή Της Ηδονής», στο βαθμό που αυτό είναι το κείμενο που εξηγεί ακριβώς την απόλαυση να παρακολουθεί κανείς μία ταινία James Bond. Η αναφορά της Madonna στον Φρόιντ συνιστά την καλύτερη δυνατή διαφήμιση της ταινίας. Ταυτόχρονα, μας κάνει να αναρωτηθούμε: έχει διαβάσει πράγματι η Madonna το «Πέρα Από Την Αρχή Της Ηδονής»; Φαίνεται να είναι πιθανό, δεδομένης της συνέπειας με την οποία το τραγούδι «Die Another Day» θέτει διάφορα ζητήματα. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η Madonna είχε κάτι ιδιαίτερα φροϋδικό στο μυαλό της, δεδομένου ότι απαιτεί μία φροϋδική ανάγνωση του τραγουδιού της.

    Η ίδια η Madonna εξήγησε το νόημα του τραγουδιού στο περιοδικό Genre:
    - Το τραγούδι που έγραψα για την ταινία Bond μιλάει για την καταστροφή του εγωισμού σου και αντιπαραθέτει τη μεταφορά της πάλης ενάντια στο καλό και στο κακό και τοποθετείται σ’ όλο το σύμπαν του Bond. Ο James Bond είναι στη φυλακή και βγαίνει από τη φυλακή. Όπως σ’ όλες τις ταινίες Bond, κάποιος τον κυνηγάει ή αυτός κυνηγάει κάποιον και είναι πάντα ένας αγώνας ενάντια στο καλό και το κακό. Ήθελα να το πάω σε άλλο επίπεδο. Είναι ένα είδος αλληγορίας του τύπου «παλεύω με τον εαυτό μου».

    Το τραγούδι ξεκινάει με τα έγχορδα που συνεχίζουν για 11 δευτερόλεπτα, οπότε και μπαίνει η Madonna. Τα έγχορδα κερδίζουν πάλι την προσοχή γύρω στο 2:20 του τραγουδιού. Κατά τη διάρκεια του μεσαίου κουπλέ ακούγεται το γέλιο της Madonna και το τραγούδι τελειώνει με την παρεμβολή ηλεκτρονικών στροβιλισμών και το σβήσιμο της ορχήστρας. Η αμερικανική εφημερίδα The Village Voice έγραψε ότι το τέλος του τραγουδιού θυμίζει τη χρήση των τυμπάνων και του μπάσου στο είδος της microhouse, περιγράφοντάς το ως «κακοφωνία αρμονικών αποσπασμάτων». Ο χρόνος του τραγουδιού είναι στα 4/4 και με το γρήγορο τέμπο των 130 beats το λεπτό. Επιπλέον, είναι γραμμένο στο κλειδί Μι μείζονα (E major).

    Το «Die Another Day» είναι γεμάτο με ηλεκτρονικές ανθηρολογίες και έχει αυτή τη φευγαλέα και σασπένς ατμόσφαιρα που είναι απαραίτητη σε όλα τα θέματα Bond. Ωστόσο, το τραγούδι ποτέ δεν προσαρμόστηκε στην κύρια μουσική της ταινίας. Ο Ahmadzaï, ο οποίος είχε κάνει ήδη τη μίξη και την ηχογράφηση των άλλων τραγουδιών για το «American Life», εξήγησε ότι η διαδικασία ήταν συχνά επίπονη, αλλά με μία φιλοσοφία που αντικατοπτρίζεται στην ενορχήστρωση της μουσικής. Όπως είπε, ήθελαν μινιμαλιστική παραγωγή για το τραγούδι αλλά την ίδια στιγμή έκαναν τον ήχο να ακούγεται «φουτουριστικός».

    Η παγκόσμια πρεμιέρα της ταινίας πραγματοποιήθηκε στο Royal Albert Hall στο Λονδίνο, όπου η Madonna συναντήθηκε με την βασίλισσα Ελισάβετ Β’.
    Το τραγούδι θα κυκλοφορούσε επίσημα στις 10 Οκτωβρίου, αλλά μερικές μέρες νωρίτερα διέρρευσε στο ραδιοφωνικό σταθμό Ζ100 της Νέας Υόρκης, ο οποίος το έπαιξε για πρώτη φορά και στη συνέχεια διαδόθηκε στο Internet. Η Madonna και το επιτελείο της, οι οποίοι μάλιστα ισχυρίζονταν ότι δεν είχαν τελειώσει ακόμα το τραγούδι, εξοργίστηκαν όταν έμαθαν ότι διέρρευσε και τελικά το «Die Another Day» κυκλοφόρησε επίσημα σε single στις 22 Οκτωβρίου του 2002, σχεδόν 18 μήνες μετά την κυκλοφορία του προηγούμενου single της Madonna «What It Feels Like For A Girl» και 20 χρόνια μετά το πρώτο της single «Everybody», που είχε κυκλοφορήσει τον Οκτώβριο του 1982.

    Μετά την επίσημη κυκλοφορία του, το «Die Another Day» παιζόταν συνεχώς από τους μεγάλους ραδιοφωνικούς σταθμούς των Η.Π.Α. και γνώρισε αμέσως εμπορική επιτυχία καθώς έφτασε στο Νο 3 της Μεγάλης Βρετανίας και στο Νο 8 των Η.Π.Α. ενώ έγινε Νο 1 στην Ισπανία, Ιταλία, Καναδά, Λίβανο, Ρουμανία και Σλοβακία, Νο 2 στην Αυστρία, Δανία και Ελλάδα, Νο 4 στη Γερμανία, Ελβετία, Σουηδία και Φινλανδία, No 5 στη Νορβηγία και Ολλανδία, Νο 7 στο Βέλγιο, Νο 9 στην Ιρλανδία, Νο 11 στην Αυστραλία, Νο 15 στη Γαλλία, Νο 19 στην Ουγγαρία και Νο 22 στη Νέα Ζηλανδία.

    Ήταν το 35ο single της Madonna που μπήκε στο αμερικάνικο Top 10, ξεπερνώντας έτσι κατά ένα single τους Beatles, οι οποίοι είχαν 34 singles στο Top 10, και μένοντας μόλις ένα πίσω από τον Elvis Presley ως ο καλλιτέχνης με τα περισσότερα singles στο αμερικανικό Top 10. Επίσης, ήταν το 44ο single της Madonna που μπήκε στο αμερικάνικο Top 40 –τα περισσότερα από κάθε άλλον καλλιτέχνη- σπάζοντας το ρεκόρ της Aretha Franklin με τις 43 εμφανίσεις στο Top 40.

    Το «Die Another Day» φτάνοντας στο Νο 8 των Η.Π.Α. έγινε το πρώτο τραγούδι James Bond που μπήκε στο αμερικανικό Top 10 από το 1985 (τότε που οι Duran Duran είχαν ανέβει στο Νο 1 με το «A View To A Kill»). Ήταν και η υψηλότερη θέση που έφτασε τραγούδι της Madonna από το Φεβρουάριο του 2001, όταν το «Don’t Tell Me» είχε φτάσει στο Νο 4.

    Αργότερα, το «Die Another Day» συμπεριλήφθηκε στο άλμπουμ της Madonna «American Life», βοηθώντας το να γίνει πλατινένιο και Νο 1 στις Η.Π.Α. Επίσης, συμπεριλήφθηκε και στο «Celebration» (2009), το τρίτο άλμπουμ με τις μεγαλύτερες επιτυχίες της τραγουδίστριας. Επιπλέον, κυκλοφόρησαν και πολλές εκδοχές του τραγουδιού: Album Version, Brother Brown’s Bond-Age Club, Calderone & Quayle Afterlife Mix, Deep Sky Edit, Deepsky Mix, Dirty Vegas Dub, Dirty Vegas Main Mix, Radio Edit, Thee Die Another Dub, Thee RetroLectro Mix και Thunderpuss Club Mix.

    «I'm gonna avoid the cliché» λέει ένας από τους στίχους του τραγουδιού, το οποίο προκάλεσε μία αμφίσημη αντίδραση. Η μεγάλης ακτινοβολίας προσωπικότητα της Madonna και η βαριά προώθηση από την ταινία έκαναν το τραγούδι επιτυχία, αλλά το κομμάτι έλαβε μικτές αντιδράσεις από τους μουσικοκριτικούς και το κοινό. Μία ομάδα κριτικών έκρινε θετικά την απομάκρυνση από τις παραδοσιακές μουσικές επενδύσεις των ταινιών Bond και την είδαν ως τη μόνη πραγματικά πετυχημένη εκσυγχρονιστική προσπάθεια για ένα τραγούδι Bond που θα μπορούσε να παιχθεί και στα clubs. Άλλοι άσκησαν αρνητική κριτική στην παραγωγή, την οποία θεώρησαν ότι είναι πληκτική, και ότι δόθηκε έμφαση κυρίως στο στυλ παρά στην ουσία, με αποτέλεσμα το «Die Another Day» να έχει γίνει μονοδιάστατο, επίπεδο, θορυβώδες, άκεφο και επαναλαμβανόμενο, παρά τη σκληρή προσπάθεια της Madonna να κάνει το τραγούδι υπερβολικά έξυπνο. Μερικοί έκριναν ότι είναι ένα από τα χειρότερα και πιο αποτυχημένα τραγούδια που ακούστηκαν σε ταινία Bond (ακόμα δεν είχε βγει το «Spectre» με το… «Writing’s On The Wall») και ότι ήταν η αρχή του τέλους για τη Madonna.

    Για πολλούς φαίνεται πως το πνευματικό παιδί της Madonna είναι ελαττωματικό. Βέβαια η Madonna ποτέ δεν φοβήθηκε να δοκιμάσει νέα πράγματα, αλλά η δουλειά της συνήθως δεν περιλαμβάνει υπηρεσίες της μιας στάσης (one-stop shopping) ακόμα και στο πιο ανιαρό και ανούσιο υλικό της. Το σίγουρο είναι ότι, ακούγοντας το τραγούδι, καταλαβαίνει κανείς ότι η Madonna δεν ενδιαφέρθηκε ιδιαίτερα να προσαρμόσει τις μουσικές της ευαισθησίες στο καθιερωμένο ύφος των τραγουδιών Bond, καθώς η μουσική του «Die Another Day» δε φέρει καμία χαρακτηριστική μελωδία που να παραπέμπει στην παραδοσιακή φόρμουλα μουσικής έκφρασης που εφαρμόστηκε σχεδόν σε όλες τις ταινίες James Bond, γεγονός που από τους Τζεϊμσμποντικούς θεωρήθηκε ύβρις.

    Η Αγγλίδα συγγραφέας Lucy O’Brien έγραψε στη βιογραφία «Madonna: Like An Icon» (2007) ότι η Techno σύνθεση και τα φωνητικά που τραυλίζουν έκαναν το τραγούδι «ένα σχεδόν αντι-Bond θέμα». Το αμερικανικό μουσικό περιοδικό Spin ήταν θετικό στην κριτική του, γράφοντας ότι είναι ένα «λαμπρό, μελοδραματικό τραγούδι, που ακούγεται σαν στωική απάντηση σ’ έναν κόσμο που έχει τρελαθεί». Το Billboard επισήμανε ότι το «Die Another Day» απέχει πολύ από τους μελωδικούς στοχασμούς της Shirley Bassey, της Nancy Sinatra, του Paul McCartney, ακόμα και των Duran Duran. Τα εφέ στη φωνή της Madonna είναι αρκετά, με συνέπεια η φωνή να καθίσταται πρακτικά μη ανθρώπινη. Ωστόσο, η σύνθεση με πολλούς τρόπους είναι ένας απόηχος του εφευρετικού και πειραματικού «Music» (2000), του όγδοου άλμπουμ της τραγουδίστριας, χάρη στην επανασύνδεσή της με τον δημιουργό και παραγωγό Mirwais Ahmadzaï. Επιπλέον, το Billboard έγραψε για το «Die Another Day» ότι «είναι ένα παράξενο κομμάτι, κάπως ξεκάρφωτο, λίγο ανόητο και όχι τόσο μελωδικό καθώς είναι άκρως στυλιζαρισμένο –αλλά ποτέ δεν πρέπει να υποτιμάμε τα κίνητρα της ανθεκτικής στο χρόνο Madonna. Και σίγουρα, με την επαναλαμβανόμενη ακρόαση, υπάρχουν αρκετά έξυπνα τεκταινόμενα και ένα πιασάρικο ρεφρέν που βυθίζεται στη συνείδηση για να κάνει το τραγούδι μία μαγευτική διαδρομή. Οι δογματικοί του James Bond μάλλον θα βρουν τους εαυτούς τους να αναστατώνονται που το παραδοσιακό μελόδραμα που χαρακτηρίζει τέτοια θεματικά τραγούδια εδώ απουσιάζει, αλλά το ραδιόφωνο άρπαξε το κομμάτι εβδομάδες πριν την επίσημη κυκλοφορία του, γεγονός που σίγουρα θα αναζωπυρώσει τις φλόγες της δημοσιότητας για την επερχόμενη κίνηση. Η Madonna βρήκε και πάλι το κέντρο του στόχου».

    Στο βιβλίο «Madonna: The Complete Guide To Her Music», ο συγγραφέας Rikky Rooksby περιέγραψε το τραγούδι ως «μελωδικά πληκτικό και αρμονικά επαναλαμβανόμενο» και ένιωσε ότι η επεξεργασία του Ahmadzaï δεν επέτρεψε το τραγούδι να ξεδιπλώσει πλήρως τη δυναμική του, ωστόσο εκφράστηκε θετικά για τα έγχορδα και τις συγχορδίες. Ο Rooksby κατέληξε λέγοντας ότι το «Die Another Day» αποκαλύπτει πολλά για την υποβάθμιση της ποιότητας της τραγουδοποιίας σε σχέση με τα πρώτα τραγούδια των ταινιών James Bond και δεν ήταν ιδιαίτερα καλύτερο από το «The World Is Not Enough». Επίσης είπε ότι ο στίχος με τον Sigmund Freud ήταν ο πιο έξυπνος στίχος σε όλο το άλμπουμ «American Life». Το Entertainment Weekly επέκρινε το τραγούδι ως «επίπεδο κομμάτι James Bond», προσθέτοντας ότι απέτυχε να γίνει ένα κλασικό τραγούδι της Madonna. Οι αμερικανικές εφημερίδες Los Angeles Times και Wall Street Journal το αποκάλεσαν «χαζό» και «τενεκεδένιο», και το περιοδικό Variety το αποκάλεσε «μπανάλ». Οι New York Times στην κριτική τους για το «Die Another Day» περιέγραψαν τα φωνητικά της Madonna ως «ηλεκτρονικά ενισχυμένα τιτιβίσματα».

    Το μουσικό βίντεο

    Το μουσικό βίντεο σκηνοθετήθηκε από τη σουηδική ομάδα Traktor, γνωστή για αρκετές τηλεοπτικές διαφημίσεις, και με διευθυντή φωτογραφίας τον Χάρη Σαββίδη. Τα γυρίσματα έγιναν από τις 22 έως τις 27 Αυγούστου του 2002 στα Hollywood Center Studios στην Καλιφόρνια. Προηγουμένως, το Μάιο του 2002, η Madonna είχε στείλει ένα χειρόγραφο γράμμα στους Traktor μαζί με μία δοκιμαστική έκδοση του «Die Another Day». Η ομάδα ήταν στην Πράγα γυρίζοντας ένα μουσικό βίντεο για τους Prodigy. Στην αρχή νομίζανε ότι επρόκειτο για κάποιο αστείο, δεδομένου ότι η επιστολή ήταν μεγάλη και χειρόγραφη. Αλλά ακούγοντας το τραγούδι αναγνώρισαν τη φωνή της Madonna. Στη συνέχεια τούς ζητήθηκε να πάνε στα Pinewood Studios του Λονδίνου για να παρακολουθήσουν μία μισοτελειωμένη εκδοχή της ταινίας με την παραγωγό Barbara Broccoli. Αργότερα, οι Traktor κάλεσαν τη Madonna στο σπίτι τους στο Λονδίνο, για να συζητήσουν για το βίντεο. Μέχρι το καλοκαίρι του 2002 είχαν διαμορφώσει μία ιδέα για το βίντεο με τις παρεμβάσεις της Madonna.

    Ο Ole Sanders, μέλος της ομάδας Traktor, είπε σε μία συνέντευξή του στη νορβηγική εφημερίδα Dagbladet:
    - Λαμβάναμε καθημερινά e-mails με σχόλια που ήταν συνοπτικά, σαφή και ενίοτε διασκεδαστικά. Η Madonna εργάζεται σκληρά, με σύνεση και λεπτομέρεια, και ήταν σαφές σ’ εμάς για ποιο λόγο παρέμενε στην κορυφή για 20 χρόνια. Δεν υπήρχε περίπτωση να είναι κάποιος απροετοίμαστος, με ασαφείς ιδέες που θα τις μεταμφίεζε ως δημιουργικές. Δεν υπήρχε μέρος να κρυφτεί. Στην αρχή, είχαμε την αίσθηση ότι το project είναι ανόητο και μετά το βρήκαμε διασκεδαστικό και ότι θα έχει απήχηση. Το σχέδιο μας έφερε σε επαφή με ενδιαφέροντες ανθρώπους τόσο του κινηματογράφου όσο και της μουσικής.

    Το βίντεο δημιουργήθηκε ως ανεξάρτητο κλιπ της Madonna και σταιρείται πλάνων από την ταινία James Bond, αν και περιέχει επιρροές που παραπέμπουν στον James Bond. Εξελίσσεται σε τέσσερα διαφορετικά μέρη, το καθένα εκ των οποίων περιλαμβάνει μία ή περισσότερες Μαντόνες, και δεν κάνει καμιά μεγάλη προσπάθεια να τα συνδέσει με κάποια κυρίαρχη αφήγηση. Στο βίντεο αυτό η Pop diva και ρωμαλέα ξεμυαλίστρα εμπλέκεται στον κόσμο της ίντριγκας και της κατασκοπείας. Η Madonna υποδύεται ένα μυστικό πράκτορα σε καταστάσεις που αψηφά το θάνατο και που θυμίζουν σκηνές από ταινίες του πράκτορα 007 από το παρελθόν. Σε μία σκηνή είναι δεμένη σε ηλεκτρική καρέκλα, σε μία άλλη διπλοί πράκτορες κρατάνε το κεφάλι της μέσα στο νερό, και σε μία τρίτη συμμετέχει ο ανιψιός του Harold Sakata –που είχε υποδυθεί τον Oddjob στον «Χρυσοδάκτυλο»- να πετάει θανατηφόρα καπέλα στη Madonna όπως είχε κάνει ο θείος του στον Sean Connery πίσω στο 1964. Η Madonna εμφανίζεται ως κρατούμενη σε θάλαμο βασανιστηρίων, ενώ βλέπουμε και εικόνες όπου ξιφομαχεί με τον εαυτό της πάνω σ’ ένα κόκκινο χαλί, έχοντας από τη μία την καλή πλευρά της τραγουδίστριας (με λευκή ενδυμασία) και από την άλλη την κακή (μαύρη ενδυμασία), κάνοντας έτσι μία έμμεση αναφορά στον cameo ρόλο της στην ταινία, όπου υποδύθηκε την εκπαιδεύτρια ξιφασκίας. Ο αγώνας λαμβάνει χώρα σε ένα φαινομενικό παλάτι, του οποίου οι αίθουσες είναι στολισμένες με πανοπλίες. Σε παράλληλη ιστορία, οι πληγές των δύο εαυτών της Madonna αντικατοπτρίζονται σε μία φυλακισμένη, κακοποιημένη και μελανιασμένη Madonna, η οποία είναι αλυσοδεμένη και περιορισμένη σ’ ένα μικρό υγρό κελί. Η Madonna προσπαθεί απεγνωσμένα να ξεγελάσει τους απειλητικούς Κορεάτες βασανιστές της και στο τέλος γλυτώνει την ηλεκτρική καρέκλα δραπετεύοντας με μία εντυπωσιακή κίνηση και αφήνοντας τους φρουρούς σαστισμένους. Στην τέταρτη σκηνή βλέπουμε τη Madonna μέσα σε αρκετές οθόνες και φαίνεται να κρατάει κάποια συλλεκτικά κομμάτια. Κάθε πλάνο θέτει κι ένα μοναδικό σύνολο προκλήσεων. Το βίντεο εναλλάσσεται ελεύθερα και γρήγορα μεταξύ αυτών των σκηνών, γεγονός που υποδηλώνει την ταυτόχρονη αφηγηματική τους, και τις συνδέει ελλιπώς προς το τέλος όταν οι ξιφομάχοι σπάνε ένα παράθυρο περνώντας από μέσα του και βρίσκουν τον εαυτό τους στην τέταρτη σκηνή, με τα συλλεκτικά αντικείμενα James Bond να είναι σε κίνδυνο να αποτελέσουν την παράπλευρη απώλεια της σκληρής μονομαχίας.  

    Η μεταπαραγωγή και τα οπτικά εφέ για το βίντεο έγιναν από τη Moving Picture Company (MPC) του Λονδίνου. Δημιούργησαν «αόρατα» εφέ για τις σκηνές της μονομαχίας, επιτρέποντας τη Madonna να γυρίσει δύο χαρακτήρες. Οι Traktor εξήγησαν ότι σε κάθε πλάνο του βίντεο χρησιμοποιήθηκαν κάποια οπτικά εφέ, των οποίων το συντονισμό ανέλαβε ο κορυφαίος καλλιτέχνης της ομάδας, Christophe Allender. Οι σκηνοθέτες δεν ήθελαν να χρησιμοποιήσουν πάρα πολλές λήψεις για τις σκηνές της μονομαχίας, γιατί πίστευαν ότι θα περιοριζόταν η δημιουργική ελευθερία τους. Συμπεριλήφθησαν και άλλα εφέ που σχετίζονταν με τη σκηνή της μονομαχίας, προσθέτοντας σπασμένα γυαλιά, πληγές, όπως το κόψιμο που εμφανίζεται στο μπράτσο της Madonna, και «αίμα» -στην πραγματικότητα κέτσαπ και σάλτσα Worcester- που κηλιδώνει τον τοίχο. Καθώς η μονομαχία γυρίστηκε μπροστά σε πράσινη οθόνη, προστέθηκαν ψηφιακά καρέ παραθύρων ώστε να μπορεί ο θεατής να προσαρμοστεί στο κρησφύγετο. Ο καλλιτέχνης Ziggy Zigouras της MPC χρησιμοποίησε λήψη σε ανάλυση 2K που προσάρμοσε σύμφωνα με τις οδηγίες των Traktor. Τέλος, αντί να ντεγκραντάρει την εκτύπωση του φιλμ, η MPC χρησιμοποίησε τα αρνητικά για να πετύχει πιο ευκρινείς και καθαρότερες εικόνες.

    Τα περισσότερα από τα εφέ της Moving Picture Company που δημιουργήθηκαν για το βίντεο εμπίπτουν στην κατηγορία των «αόρατων». Μ’ αυτό τον τρόπο η Madonna μάχεται πειστικά με τον εαυτό της τόσο ως καλή όσο και ως κακή «M» και προστέθηκε ρεαλισμός στον αγώνα και στις επακόλουθες πληγές.
    Traktor: Για διάφορους λόγους, υπάρχουν εφέ σχεδόν σε κάθε πυροβολισμό. Είναι μία απόδειξη των ικανοτήτων των κεφάτων τεχνιτών της MPC, που νομίζεις ότι δεν υπάρχει κανένα εφέ. Ως συνήθως, νιώσαμε ασφαλείς γνωρίζοντας ότι με την MPC δεν χρειαζόταν να απενεργοποιήσουμε τις κάμερες ή να χάσουμε πολύτιμο χρόνο για τεχνικά θέματα που δεν καταλαβαίνουμε. Αν ο Christophe (Allender) πει ότι κάτι δεν γίνεται, εμείς απλά αφήνουμε τη σουίτα, την κλειδώνουμε και παίρνουμε τα τσιγάρα του μέχρι να αναγκαστεί να βρει τη λύση από ανάγκη. Ποτέ δεν αποτυγχάνει! 

    Σημαντική ήταν και η συμβολή του Jean-Clement Soret, κολορίστα της MPC. Οι Tractor είχαν μία πολύ σαφή ιδέα για το τι ήθελαν και ο Soret έδωσε ζωή στις ιδέες τους, εξερευνώντας με διαφορετικούς βαθμούς κορεσμού προκειμένου να επιτευχθούν ευκρινέστερες και καθαρότερες εικόνες. Στο πλαίσιο αυτό χρησιμοποίησε εργαλεία ακονίσματος για να ενισχύσει τις λεπτομέρειες των σπασμένων γυαλιών.
    Jean-Clement Soret: Απαιτούνταν δύο διαφορετικές οπτικές. Η πρώτη, για τις σκηνές της ξιφασκίας, ήταν μία γυαλιστερή, κομψή ματιά που έπρεπε να είναι όσο το δυνατόν πιο φωτεινή και να διατηρεί όλες τις λεπτομέρειες. Η δεύτερη ήταν μία ακατέργαστη, πιο βρώμικη ματιά για το θάλαμο των βασανιστηρίων και το δωμάτιο με την ηλεκτρική καρέκλα

    Το βίντεο ξεκινάει σε ένα ζοφερό σκηνικό με μία μελανιασμένη και γεμάτη αίματα Madonna να σέρνεται μέσω ενός σκοτεινού διαδρόμου από δύο στρατιώτες και να την ρίχνουν σε μία καρέκλα ενός θαλάμου βασανιστηρίων. Αυτή αρχίζει να τραγουδά το πρώτο κουπλέ του τραγουδιού ενώ οι δεσμοφύλακές της την κοροϊδεύουν. Μία άλλη σκηνή δείχνει δύο ανθρώπους να ξιφασκούν, με τον έναν να φοράει μαύρα ρούχα και τον άλλον λευκά. Η Madonna συνεχίζει να ψηλαφίζει διάφορα αντικείμενα στο θάλαμο βασανιστηρίων και να χορεύει. Καθώς επαναλαμβάνει τις λέξεις «Sigmund Freud», οι στρατιώτες την αρπάζουν ξανά και βρέχουν το κεφάλι της σε παγωμένο νερό.

    Οι δύο άνθρωποι που ξιφομαχούσαν βγάζουν τις μάσκες τους και αποκαλύπτεται ότι και οι δύο είναι η Madonna. Εκπλήσσονται βλέποντας ο ένας τον άλλον και συνεχίζουν τη βίαιη σύγκρουσή τους. Η μαύρη Madonna βρίσκει ξώφαλτσα το στομάχι της λευκής Madonna, το οποίο αντικατοπτρίζεται στο στομάχι της Madonna που είναι φυλακισμένη στο δωμάτιο. Αυτή κινείται πάνω σε μία κρεμασμένη από το ταβάνι αλυσίδα και σπάει έναν καθρέφτη στον τοίχο. Η μαύρη Madonna μπαίνει σ’ ένα σκοτεινό δωμάτιο ρίχνοντας τη λευκή Madonna στον τοίχο. Στο δωμάτιο βρίσκονται διάφορα αντικείμενα από ταινίες James Bond και οι δύο Μαντόνες μάχονται ανάμεσά τους. Εν τω μεταξύ, στο θάλαμο βασανιστηρίων, η Madonna ενώ κρύβεται πίσω από την ηλεκτρική καρέκλα εμφανίζεται να τυλίγει ένα μαύρο δερμάτινο λουρί γύρω από το αριστερό της χέρι. Παρόλο που δεν υπάρχουν φυλακτά στο λουρί, είναι σαφές ότι πρόκειται για φυλακτήριο/τεφιλίν, γιατί τυλίγει προσεχτικά τον ιμάντα γύρω από τα δάχτυλά της, προκειμένου να καταστήσει τον εαυτό της απρόσβλητο από την επιθυμία του εγώ. Επίσης, σε όλο το βίντεο έχει στο δεξί της βραχίονα ένα τατουάζ με τα εβραϊκά γράμματα λάμεντ (αντίστοιχο του ελληνικού λάμδα), άλεφ (άλφα) και βαβ (δίγαμμα).

    Η Madonna συνεχίζει να κλωτσάει, να φτύνει και να γελάει, σαν να απολαμβάνει τα βάσανά της, κι έτσι οι φρουροί αποφασίζουν να την βάλουν στην ηλεκτρική καρέκλα. Πίσω στη μάχη μεταξύ της λευκής και της μαύρης Madonna (κατ’ ουσίαν στη μάχη εναντίον του εγώ της), η λευκή παίρνει μία βαλλίστρα και πετυχαίνει τη μαύρη στο στήθος. Η μαύρη Madonna πέφτει κάτω και ταυτόχρονα ένας στρατιώτης ανοίγει το διακόπτη της ηλεκτρικής καρέκλας. Οι στρατιώτες γελούν δυνατά σκεπτόμενοι ότι η Madonna θα καεί αλλά, καθώς καθαρίζει ο καπνός, βλέπουν ότι ως εκ θαύματος το σώμα της έχει εξαφανιστεί και δεν υπάρχουν υπολείμματα στην καρέκλα. Αμέσως σπεύδουν να ελέγξουν την καρέκλα και παρατηρούν ότι υπάρχουν σ’ αυτήν τρία γράμματα (לאו), τα ίδια που υπήρχαν στο τατουάζ της Madonna. Ξύνουν τα κεφάλια τους αμήχανοι και βλέπουν ένα όραμα ενός γενειοφόρου άνδρα που γελάει μαζί τους. Στη συνέχεια βλέπουμε τη Madonna να τρέχει έξω από το θάλαμο βασανιστηρίων και να ανοίγει την πόρτα. Το βίντεο τελειώνει με τη Madonna να διαφεύγει από το διάδρομο της φυλακής και να ενσωματώνεται στην εμβληματική εισαγωγική σκηνή των ταινιών James Bond με το όπλο να σημαδεύει.

    Για πρώτη φορά η υπόθεση μουσικού βίντεο ταινίας Bond εναρμονίστηκε με τους τίτλους της αντίστοιχης ταινίας. Αναγνωρίζοντας την πρόκληση να «ντύσει» μουσικά την εναρκτήρια σκηνή της ταινίας «Πέθανε Μια Άλλη Μέρα», στην οποία ο Bond είναι φυλακισμένος και βασανισμένος για πάνω από ένα χρόνο στη Βόρεια Κορέα, η Camarata της MGM ένιωσε ότι η Madonna «εξέθεσε την ουσία της ταινίας. Είναι πολύ πιο δύσκολο να γράψεις για την εναρκτήρια σκηνή απ’ ό,τι στο παρελθόν. Συνέβαλε στο να στηθεί η ιστορία με το τραγούδι της», προσθέντονας ότι οι παράξενες ψυχολογικές αναφορές της MadonnaI'm gonna destroy my ego... Sigmund Freud... Analyze this») ήταν η αντίληψή της σχετικά με αυτά που συνέβαιναν στην ταινία. Ο σχεδιαστής των τίτλων, Daniel Kleinman, ομολόγησε αργότερα ότι το τραγούδι δημιούργησε προβλήματα: «Οι εικόνες και η μουσική ήταν πολύ δύσκολο να συμβιβαστούν. Αν αποφάσιζα για το ποιο μουσικό κομμάτι θα πήγαινε σε μία σκηνή με τον Bond να υπόκειται σε βασανιστήρια, κατά πάσα πιθανότητα δεν θα επέλεγα το συγκεκριμένο τραγούδι».

    Το συνολικό κόστος παραγωγής ανήλθε σε πάνω από 6.000.000 δολάρια, καθιστώντας το ένα από τα πιο ακριβά μουσικά βίντεο που γυρίστηκαν ποτέ. Πολλά από τα χρήματα που δαπανήθηκαν προορίζονταν για τα γραφικά, τα οποία στις μέρες μας θα κόστιζαν περίπου 200 δολάρια αν τα έκανε κάποιος απόφοιτος κολεγίου, αλλά εκείνη την εποχή ήταν πολύ ακριβά. Επίσης ξοδέψανε πολλά χρήματα για την ίδια τη Madonna. Πιθανότατα θα μπορούσε να υπάρξει μία πολύ καλύτερη διαχείριση των χρημάτων.

    Η πρεμιέρα του βίντεο πραγματοποιήθηκε στις 10 Οκτωβρίου του 2002 στα κανάλια του MTV σε όλο τον κόσμο, κάτι που συνέβη για πρώτη φορά στην ιστορία του μουσικού καναλιού, το οποίο πάντως αφαίρεσε κάποιες κηλίδες αίματος από το βίντεο. Το βίντεο συμπεριλήφθηκε και στην ενισχυμένη (enhanced) έκδοση του single, μαζί με το «Making Of The Video», ενώ συμπεριλήφθηκε και στη συλλογή «Celebration: The Video Collection», που κυκλοφόρησε το Σεπτέμβριο του 2009.

    Το «Die Another Day» μοιάζει να ψιθυρίζει «Μην διακόπτεις την καθημερινή σου ρουτίνα. Καταπολέμησε το φόβο του θανάτου μ’ ένα σήκωμα του ώμου». Ο Mirwais αγωνίζεται να εξουδετερώσει μία βόμβα-synthesizer προτού εκραγεί και η Madonna δηλώνει «Its not my time to go», ίσως ως μία παρατήρηση στους επικριτές της που προέβλεψαν την αποχώρησή της.

    Η οπτική προώθηση του «Die Another Day» αποτελεί ένα ακόμα παράδειγμα του πόση βία μπορεί να δείξει η Madonna για να θίξει το θέμα της. Η Joanna Rydzewska, μία από τους συγγραφείς του βιβλίου «Representing Gender In Cultures», ανέλυσε ότι οι βίαιες εικόνες στο βίντεο του τραγουδιού ήταν ένας τρόπος της Madonna να απεικονίσει τη βία που είχε αντιμετωπίσει κατά τη διάρκεια του ταραχώδους γάμου της με τον ηθοποιό Sean Penn και πρόσθεσε ότι το βίντεο ερχόταν σ’ αντίθεση με την εξαιρετική ανεξαρτησία που διαθέτει η Madonna ως καλλιτέχνης. Το τέλος του βίντεο πυροδότησε συζητήσεις σχετικά με τις λέξεις που εμφανίζονται στην ηλεκτρική καρέκλα, μία φράση που θα μπορούσε να ερμηνευθεί ποικιλοτρόπως. Τα εβραϊκά σημάδια συμβολίζουν επίσης τη βεβαιότητα και την έλλειψη αμφιβολίας. Η Madonna πιστεύει πραγματικά ότι μπορεί να εξαφανιστεί από την ηλεκτρική καρέκλα και, όπως μπορείτε να δείτε στο βίντεο, το καταφέρνει.

    Σύμφωνα με τη Sidney Morning Herald, ορισμένοι μελετητές του ιουδαϊσμού ενοχλήθηκαν από τα εβραϊκά θρησκευτικά κείμενα και αντικείμενα που εμφανίζονται στο βίντεο. Τα εβραϊκά γράμματα που εμφανίζει η Madonna, σχηματίζουν ένα από τα 72 ονόματα του Θεού και υποδηλώνουν την ελάττωση του εγωισμού με σκοπό τη σύνδεση με τη χαρά και την ικανοποίηση. Φορώντας τεφιλίν απεικόνιζε τη μείωση της επιθυμίας του λαβείν και την ενίσχυση της επιθυμίας να μοιραστεί. Αλλά το να φοράει μία γυναίκα τεφιλίν εξακολουθεί να μην αποτελεί κοινή πρακτική και μάλιστα το να τα φοράει μία γυναίκα που δεν είναι Εβραία μπορεί να θεωρηθεί από κάποιους Εβραίους ως ιεροσυλία.

    Για μερικούς Εβραίους, η καμπάλα προορίζεται για άρρενες μελετητές άνω των 40 ετών, οι οποίοι θεωρούνται αυθεντίες στο Τορά και το Ταλμούδ. Είναι γνωστό ότι η τραγουδίστρια/ηθοποιός έδειξε ενδιαφέρον για την απόκρυφη παράδοση των Εβραίων, λόγω της ενασχόλησής της με το Κέντρο Καμπάλα στο Los Angeles. Το Κέντρο Καμπάλα παίρνει ουσιαστικά την καμπάλα από τον Ιουδαϊσμό και κηρύττει ότι η διδασκαλία της θα πρέπει να είναι διαθέσιμη σε όλους.

    Ο Billy Phillips, διευθυντής επικοινωνιών του Κέντρου, αρνήθηκε να πει εάν το Κέντρο Καμπάλα είχε κάποια εννοιολογική συμμετοχή στο βίντεο, αλλά επιβεβαίωσε ότι η Madonna πράγματι παρακολουθούσε μαθήματα εκεί και ότι έλαβε ένα αντίγραφο των «72 Ονομάτων του Θεού» πριν κάνει το βίντεο. 
    Τα γράμματα που φορά στο χέρι της η Madonna είναι ένα από τα ονόματα του Θεού (τα οποία δεν πρέπει να λέγονται δυνατά) και είναι ένα όνομα που παραπέμπει στη «μεγάλη απόδραση… απόδραση από τις επιθυμίες του εγώ, τις εγωιστικές τάσεις και τη νοοτροπία του «εγώ πρώτος». Στη θέση τους, αποκτάς την αλήθεια της ζωής και δώρα που διαρκούν για πάντα: οικογένεια, φιλία, ολοκλήρωση. Το τεφιλίν είναι ένα εργαλείο για να μας βοηθήσει να δέσουμε (όπως ο Αβραάμ έδεσε τον Ισαάκ) τις αρνητικές μας επιθυμίες. Το τεφιλίν είναι μία κεραία που έλκει τις ισχυρές πνευματικές δυνάμεις που μας βοηθούν να εκκαθαρίσουμε τη ροπή μας προς το κακό», είπε ο Billy Phillips.

    Έτσι, στο βίντεο, η Madonna καταφέρνει να ξεφύγει από τους ανακριτές της, οι οποίοι αντιπροσωπεύουν ίσως τις «εγωιστικές επιθυμίες». Κάποια στιγμή, αφού η Madonna έχει τυλίξει το τεφιλίν γύρω από το χέρι της, η λευκή Madonna σκοτώνει τη μαύρη Madonna, γεγονός που θα μπορούσε να ερμηνευτεί ότι η τραγουδίστρια «σκότωσε τις κακές της τάσεις».

    Το 2003, το βίντεο κέρδισε βραβείο στα MVPA Awards στην κατηγορία Soundtrack Video Of The Year ενώ ήταν και υποψήφιο στα MTV Video Music Awards για το καλύτερο βίντεο από ταινία. Το 2004, η τραγουδίστρια αποφάσισε να πραγματοποιήσει ένα πνευματικό προσκύνημα στο Ισραήλ για να εμβαθύνει στην Καμπάλα. Ωστόσο, ορισμένοι υπερορθόδοξοι Εβραίοι φοβούνταν ότι η αυξανόμενη δημοτικότητα του κινήματος της Καμπάλα μεταξύ των μη Εβραίων δεν είναι τίποτα περισσότερο από μία τάση που εξευτελίζει τις θρησκευτικές τους πεποιθήσεις και διαμαρτυρήθηκαν για το ταξίδι της Madonna, λέγοντας ότι η τραγουδίστρια ντρόπιασε τη θρησκεία με την εμφάνισή της στο μουσικό βίντεο, όπου φορούσε φυλακτήρια/τεφιλίν στο χέρι της (ένα εβραϊκό έθιμο που συνήθως τηρούν οι άντρες). Οι Ισραηλινοί την συμβούλεψαν να μην πραγματοποιήσει το ταξίδι της, αλλά η Madonna, η οποία υιοθέτησε και το εβραϊκό όνομα Εσθήρ και φόρεσε στον καρπό της το κόκκινο βραχιόλι –σήμα κατατεθέν της Καμπάλα- είπε ότι η πίστη της στον εβραϊκό μυστικισμό είναι σοβαρή και ότι είναι ενοχλημένη για τις κατηγορίες ότι η πίστη της δεν είναι τίποτα περισσότερο από μία μόδα. Έτσι, πραγματοποίησε την επίσκεψή της στους τάφους των Εβραίων σοφών καθώς και σε ιερούς τόπους, όπως τον Τάφο της Ραχήλ στις παρυφές της Βηθλεέμ, παρά το γεγονός ότι η λυδία λίθος για πολλούς οπαδούς της Καμπάλα, ή τουλάχιστον γι’ αυτούς που συγκεντρώνονται γύρω από το Δυτικό Τείχος του Ιουδαϊσμού, ήταν το πόσο ύφασμα θα φορούσε το «Material Girl» στα χέρια, τους ώμους και τα πόδια.

    Η σχέση του «Die Another Day» με τον Φρόιντ

    Το βάθος στο οποίο η Madonna έχει μελετήσει τον Φρόιντ, και η αυστηρότητα της εν λόγω μελέτης, είναι δύσκολο να εκτιμηθεί ή ακόμα και να εξακριβωθεί.

    Το «Πέρα Από Την Αρχή Της Ηδονής» είναι ίσως το πιο ενδιαφέρον έργο του Φρόιντ. Το κείμενο είναι διάσημο όχι μόνο για τη θεωρητική τόλμη του αλλά και επειδή εγκαινιάζει την τελική τοπολογική φάση της καριέρας του Φρόιντ και εισάγει τις πάντα αμφιλεγόμενες έννοιες του επαναλαμβανόμενου καταναγκασμού και του ενστίκτου του θανάτου. Το σώμα της επιστημονικής εργασίας για το «Πέρα Από Την Αρχή Της Ηδονής» είναι συγκλονιστικό, έχοντας αιτιολογηθεί με σχόλια μήκους βιβλίων από στοχαστές μεταξύ των οποίων ο Jacques Derrida, ο Jacques Lacan και ο Jean Laplanche (βλέπε το «La Carte Postale: De Socrate à Freud Et Au-delà» του Jacques Derrida, το «Le Séminaire» του Jacques Lacan και το «Vie Et Mort En Psychanalyse» του Jean Laplanche, που αντιπροσωπεύουν τρία από τα πιο αυστηρά και σημαντικά σχόλια πάνω στο «Πέρα Από Την Αρχή Της Ηδονής»). Το «Πέρα Από Την Αρχή Της Ηδονής» είναι ένα κείμενο που αναφέρεται στην επανάληψη, την επιθυμία, το δέσιμο και το λύσιμο της λίμπιντο, και τον αγώνα της ενόρμησης του θανάτου με το ερωτικό ένστικτο. Επίσης αναφέρεται στο τραύμα, τα όνειρα και την επιβολή. Αυτό είναι και το κείμενο όπου ο Φρόιντ ασχολείται με το παιχνίδι του μικρού εγγονού του με τα «fort!» και «da!», μία από τις πιο άμεσα αναγνωρίσιμες στιγμές του Φρόιντ ακόμα και σε μη ειδικούς. Πρόκειται για ένα περίπλοκο κείμενο, ακόμα και στο βαθμό που ο Φρόιντ υπονομεύει συχνά τα δικά του επιχειρήματα όποτε έρχονται ενστάσεις στο μυαλό του. Μάλιστα έφτασε ακόμα και στο σημείο να αποποιηθεί τα επαναστατικά του πορίσματα, επιμένοντας ότι και ο ίδιος δεν έχει πειστεί από τις νέες υποθέσεις του, ούτε περιμένει να πειστεί ο αναγνώστης. Και όμως, οι επιπτώσεις των εικασιών του υποχρεώνουν εδώ τον Φρόιντ να αναθεωρήσει κεντρικά δόγματα της ψυχαναλυτικής θεωρίας και αυτές τις αναθεωρήσεις τις κάνει ακριβώς σ’ αυτό το κείμενο. Εδώ για πρώτη φορά, για παράδειγμα, παραδέχεται ότι ορισμένα όνειρα δεν είναι εκπληρώσεις επιθυμιών και ότι θα μπορούσε να υπάρχει κάτι τέτοιο ως πρωτογενής μαζοχισμός. Εδώ ο Φρόιντ έκανε μία σημαντική ανακάλυψη. Τόλμησε να διερευνήσει την ύπαρξη μίας άλλης διαδικασίας. Η ανακάλυψη του ενστίκτου του θανάτου σηματοδοτεί μία πραγματική επανάσταση στην ψυχανάλυση: άσχετα από τον αφοπλιστικό βαθμό αβεβαιότητας με τον οποίο ο Φρόιντ προτείνει την ιδέα, ποτέ δεν απομακρύνεται από την έννοια της ενόρμησης του θανάτου σε κανένα από τα μεταγενέστερα γραπτά του. Ως εκ τούτου, το «Πέρα Από Την Αρχή Της Ηδονής» διαβάζεται πολλές φορές ως το πρώτο κείμενο της τελευταίας φάσης της καριέρας του Φρόιντ: κείμενα τόσο κεντρικά όπως τα «Εγώ Και Το Εκείνο», «Ο Πολιτισμός Πηγή Της Δυστυχίας» και «Ψυχολογία Των Μαζών Και Ανάλυση Του Εγώ», ακολουθούν τις υποθέσεις που εισήχθησαν εδώ. Εν μέρει λόγω των αποθεμάτων του σε νέες συγκλονιστικές έννοιες και της παράξενης συνήθειας να υπονομεύει τα ίδια του τα διαβολικά επιχειρήματα καθώς τα παρουσιάζει, το «Πέρα Από Την Αρχή Της Ηδονής» κατατάσσεται συνήθως μεταξύ των πιο δύσκολων κειμένων του Φρόιντ.

    Οι θεωρίες του «Πέρα Από Την Αρχή Της Ηδονής» απλώθηκαν σε μία αξιόλογη έκταση στο τραγούδι της Madonna και έφεραν μαζί τους σημαντικές επιπτώσεις –ακόμα και να μας αναγκάσει να επανεξετάσουμε τι μπορεί να σημαίνει το να «πεθαίνεις μια άλλη μέρα». Το «Πέθανε Μια Άλλη Μέρα», όπως όλες οι ταινίες Bond, είναι μία ταινία δράσης για την κατασκοπία που διατηρείται όσο το δυνατόν πιο ευγενική στο πρόσωπο της διεθνούς κατεργαριάς. Όμως, σε αντίθεση με πολλές ταινίες Bond, η βρετανική υπηρεσία πληροφοριών υπονομεύθηκε εκ των έσω: αυτή τη φορά ο Bond προδόθηκε από ένα άτομο που αποκηρύχθηκε από τους εργοδότες του και τώρα πρέπει να δράσει (κυρίως) μόνος του για να λύσει ένα τρομακτικό μυστήριο. Οι εικόνες και οι διάλογοι της ταινίας περιέχουν αναφορές κλείνοντας το μάτι σχεδόν σε κάθε προηγούμενη ταινία της σειράς, γεγονός που υποδηλώνει ότι ο ίδιος ο James Bond –τόσο στην πλοκή της ταινίας όσο και στην κουλτούρα του 21ουαιώνα- θα πεθάνει μία άλλη μέρα.

    Το τραγούδι της Madonna δεν επιχειρεί καμία από αυτές τις αυτο-συγχαρητήριες χειρονομίες και αντ’ αυτού εμποτίζει την τιμητική φράση με μία ολόκληρη σειρά νέων, και συγκεκριμένα φροϋδικών, εννοιών. Το δικό της «Die Another Day» δεν είναι θέμα αντοχής αλλά φαίνεται περισσότερο να αναφέρεται στη διαπραγμάτευση και την αναβολή. Οι στίχοι της Madonna πλαισιώνουν τον τίτλο και το ρεφρέν του τραγουδιού σε σχέση με ένα εσωτερικό και ευέλικτο ένστικτο θανάτου: «I think I’ll find another way... I guess I’ll die another day». Αρθρώνοντας αυτούς τους στίχους, η Madonna δεν μιλά ως η φωνή που αρνείται το θάνατο αλλά ως ο οργανισμός που δεσμεύεται για τη μοναδικότητα του δικού του θανάτου. Θα πεθάνει μία άλλη μέρα επειδή, όπως το θέτει, «δεν είναι η ώρα μου να φύγω» (it’s not my time to go). Ή, αν προτιμάτε την έκδοση του Φρόιντ, «ο οργανισμός επιθυμεί να πεθάνει μόνο με το δικό του τρόπο» (Standard Edition XVIII: 39). Στο θεωρητικό μοντέλο του Φρόιντ, οι αρχές της ηδονής και της πραγματικότητας εργάζονται για να αποφευχθεί η θεμελιώδης πορεία προς την καταστροφή: αν και «ο σκοπός της ζωής είναι ο θάνατος», τα ένστικτα του έρωτα και του θανάτου διαπραγματεύονται μία συμβιβαστική λύση, αυτή που ο Φρόιντ αποκαλεί «επιμήκυνση του δρόμου προς το θάνατο» (SE XVIII: 38, 40, με έμφαση στο πρωτότυπο). Με όρους του Φρόιντ, «μία ομάδα ενστίκτων ορμά προς τα εμπρός έτσι ώστε να επιτευχθεί ο τελικός σκοπός της ζωής όσο το δυνατόν ταχύτερα, … η άλλη ομάδα κάνει μία αιφνίδια κίνηση προς τα πίσω για να κάνει ένα νέο ξεκίνημα κι έτσι να παρατείνει το ταξίδι» (SE XVIII: 41). Σύμφωνα με τον Φρόιντ, ο θάνατος είναι πάντα μία εσωτερική διαδικασία: κάθε οργανισμός βρίσκει τον προτιμότερο και καταλληλότερο τρόπο να πεθάνει αναβάλλοντας την ώθηση που θα κατέστρεφε τον οργανισμό αμέσως.

    Ο Φρόιντ αποκαλεί αυτή την αναβολή «βραχυκύκλωμα» (SE XVIII: 39), μία μεταφορά που γίνεται κατάφορα κυριολεκτική στο τέλος του μουσικού βίντεο του «Die Another Day». Το βίντεο μετασταθμεύει διάφορα θέματα από την ταινία «Πέθανε Μια Άλλη Μέρα», συμπεριλαμβανομένων των σκηνών της ξιφασκίας και των βασανιστηρίων.

    Μπορούμε να κατανοήσουμε το μουσικό βίντεο ως μία σειρά εικόνων ονείρου, δεδομένου μάλιστα ότι η Madonna αρχίζει το τραγούδι με το στίχο «I’m gonna wake up, yes and no». Το «yes and no» σημαίνει ότι βρισκόμαστε ακριβώς στο πεδίο του ασυνείδητου, όπου τα «ναι και όχι» είναι δυσδιάκριτα (όπως είναι η τοποθέτηση του Φρόιντ, τουλάχιστον, στο δοκίμιο «Άρνηση», SE XIX: 235-239). Μέσα σ’ αυτές τις εικόνες ονείρων, οι καθρέφτες σπάνε, τα φετιχοποιημένα συλλεκτικά κομμάτια γίνονται κυριολεκτικά… κομμάτια και οι Μαντόνες που μάχονται η μία την άλλη θυμίζουν το «William Wilson» του Edgar Allan Poe περισσότερο από κάθε ταινία Bond. Μέχρι το τέλος του τραγουδιού η Madonna εξακολουθεί να μην έχει ξυπνήσει: σ’ ένα ασυνήθιστο φαινόμενο, ακόμα και για τη χορευτική μουσική, τα έγχορδα μπαίνουν και βγαίνουν κατά βούληση του παραγωγού και αναμειγνύονται με την παραμορφωμένη φωνή της Madonna, δημιουργώντας ένα εφέ ανάλογο με τη διαλείπουσα ικανότητα ενός ατόμου να ακούει όταν κοιμάται. Γι’ αυτούς τους λόγους, το μουσικό βίντεο με την ηλεκτρική καρέκλα μπορεί να ειδωθεί ως ένα όνειρο τιμωρίας. Στο «Πέρα Από Την Αρχή Της Ηδονής», ο Φρόιντ εξηγεί ότι τα όνειρα τιμωρίας είναι στην πραγματικότητα ευχάριστες εκπληρώσεις επιθυμιών, με την έννοια ότι «απλώς αντικαθιστούν τις απαγορευμένες εκπληρώσεις επιθυμιών από την κατάλληλη τιμωρία γι’ αυτές. Δηλαδή, πληρούν την επιθυμία της αίσθησης της ενοχής, η οποία είναι η αντίδραση στην αποβληθείσα παρόρμηση» (SE XVIII: 32). Στη συνέχεια, η Madonna αναγνωρίζει με βλοσυρό τρόπο στους στίχους ότι «για κάθε αμαρτία πρέπει να πληρώσω» («for every sin I’ll have to pay») και το γέλιο της υποδηλώνει μία έντονη ευχαρίστηση γι’ αυτόν τον διακανονισμό. Στο μουσικό βίντεο, λοιπόν, είμαστε προφανώς μάρτυρες μίας αμιγούς απόλαυσης.  

    Το βίντεο των Traktor περιλαμβάνει διαφορετικές καταστάσεις από εκείνες της ταινίας, παρά τα κοινά θεματικά τους στοιχεία. Οι τίτλοι στην αρχή της ταινίας, σχεδιασμένοι να συνοδεύσουν το τραγούδι της Madonna, εμφανίζονται σε μία σκηνή με τον James Bond να βασανίζεται με σκορπιούς σε μία βορειοκορεάτικη φυλακή. Σε αντίθεση με τη σκηνή βασανιστηρίων από την ταινία «Πέθανε Μια Άλλη Μέρα», ο θάλαμος βασανιστηρίων του μουσικού βίντεο δεν περιλαμβάνει ούτε σκορπιούς ούτε φωτιές από την κόλαση. Αντί γι’ αυτά, βρίσκουμε έναν σκοτεινό, λιγότερο «επίσημο», χώρο φυλακής με σιδερένια δεσμά και μία ηλεκτρική καρέκλα σε στιλ της δεκαετίας του 1950. Οι εικόνες δεν είναι επιλεγμένες από την ταινία, παρά τις περιστασιακές οπτικές αναφορές σε προηγούμενους κακούς του Bond (για παράδειγμα, ένας από τους δήμιους έχει μεταλλικά δόντια). Η επεξεργασία τονίζει επίσης τις διαφορές μεταξύ αυτών των καταστάσεων, καθώς η ακολουθία των σκηνών στην ταινία συμπιέζει οπτικά το χρόνο, καθώς υποδηλώνεται ότι πέρασαν 14 μήνες εξαντλητικής αντοχής μέσα σε μόλις λίγα λεπτά χρόνου στην οθόνη. Το μουσικό βίντεο, από την άλλη πλευρά, δεν κάνει καμία παρόμοια προσπάθεια να τεκμηριώσει ή να υμνήσει την αντοχή της Madonna, ούτε απεικονίζει κάποιο αργό και προμελετημένο βασανιστήριο. Η ηλεκτρική καρέκλα απαιτεί έναν πολύ διαφορετικό τρόπο βασανιστηρίων από αυτόν που προμηνύουν οι σκορπιοί στο «Πέθανε Μια Άλλη Μέρα». Στο τέλος του βίντεο, η Madonna διαφεύγει προκλητικά από την προσπάθεια του βασανιστή της να τη θανατώσει με ηλεκτροπληξία. Από την άλλη, ο James Bond δεν κάνει καμία προσπάθεια να ξεφύγει από τους απαγωγείς του και στην πραγματικότητα ζητά να επισπευστεί η εκτέλεσή του ακόμα κι αν του επιτραπεί απλά να φύγει ως μέρος μίας συμφωνίας έπειτα από μία εκτός οθόνης διαπραγμάτευση μεταξύ της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Κορέας. Η ηλεκτρική καρέκλα κυριαρχεί στο μουσικό βίντεο με τη δυσοίωνη αμεσότητά της, πράγμα που συνεπάγεται μία φυγή προς το θάνατο –θάνατος όχι με τρόπο που θα ήθελε κάποιος αλλά με τον τρόπο και στο χρόνο που είναι πιο βολικός για το κράτος. Ακριβώς όταν φαίνεται στο μουσικό βίντεο ότι η μαχητικότητα της Madonna οδεύει στο τέλος της, αυτή δραπετεύει από την ηλεκτρική καρέκλα μέσω ενός απροσδόκητου «βραχυκυκλώματος». Η ηλεκτρική καρέκλα του βίντεο παρουσιάζεται ως στοιχείο άμεσης και συντριπτικής απόλαυσης του θανάτου και αναγκάζει τη Madonna να υποδυθεί ένα άτομο που πρέπει να υπερπηδήσει αυτό το εμπόδιο και να ξεφύγει από αυτή την απόλαυση.

    Έτσι, η υπόσχεση της Madonna να «καθυστερήσει την ευχαρίστησή της» (I'm gonna delay my pleasure) βγάζει ψυχαναλυτικό νόημα στο πλαίσιο του φροϋδικού βραχυκλώματος. Για τον Φρόιντ, η αρχή της πραγματικότητας δεν εγκαταλείπει την πρόθεση του να νιώσει κάποιος χαρά στο τέλος, αλλά παρόλα αυτά απαιτεί και καταφέρνει την αναβολή της ικανοποίησης, ως ένα πρώτο βήμα στο μακρύ και έμμεσο δρόμο προς την ευχαρίστηση (SE XVIII: 10). Η Madonna ξεγλιστάει μέσα από ένα σύννεφο καπνού αλλά ένα κόκκινο σαν αίμα γραφικό σε στυλ Bond θυμίζει στο θεατή ότι, αποφεύγοντας την καρέκλα, η Madonna δεν γλίτωσε εντελώς το θάνατο αλλά υπήρξε απλά μία επιμήκυνση του δρόμου προς αυτόν (Φρόιντ SE XVIII: 40).

    Αλλά πώς η ηλεκτρική καρέκλα έρχεται να μεταδώσει την περίπλοκη μορφή της απόλαυσης; Σύμφωνα με την άποψη του Φρόιντ, η μηχανική βία θα απελευθέρωνε μία ποσότητα σεξουαλικής διέγερσης αλλά, από την άλλη πλευρά, η ταυτόχρονη σωματική βλάβη θα δέσμευε την υπερβολική διέγερση (SE XVIII: 33). Η Madonna, μόνη με την ηλεκτρική καρέκλα, προετοιμάζει τον εαυτό της για την εκκρεμή ηλεκτροπληξία της δένοντας το αριστερό της χέρι με ένα δερμάτινο λουρί. Παρά το φρενήρη ρυθμό της, αυτή η πράξη του δεσίματος μοιάζει κάπως με εκείνη της πρωινής προσευχής στην Καμπάλα. Εκτιμώντας στην αρχή ότι ήταν ασαφές για το αν αυτή η προσευχή ήταν η κατάλληλη προετοιμασία για την ηλεκτρική καρέκλα ή για την επακόλουθη απόδραση, το «Πέρα Από Την Αρχή Της Ηδονής» μας επιτρέπει να διαβάσουμε αυτή την παράσταση ως μία άλλη κυριολεκτική απόδοση του φροϋδικού μοτίβου. Για τον Φρόιντ, το δέσιμο της ερωτικής ενέργειας εξαχνώνει τη νεκρική απόλαυση στην αναβολή της. Η διαδικασία του δεσίματος, τόσο για τον Φρόιντ όσο και για τη Μαντόνα, επιτρέπει στον οργανισμό να πεθάνει άλλη μέρα.

    Το δέσιμο του χεριού της Madonna στην προετοιμασία της για το θάνατο προλέγει μία άλλη σκηνή δεσίματος –τη σύντομη εμφάνισή της στην ταινία «Πέθανε Μια Άλλη Μέρα». Η Madonna υποδύεται μία αισθησιακή εκπαιδεύτρια ξιφομαχίας ονόματι Verity. Σε μία από τις λίγες ατάκες της, ζητάει από τον Bond να τη βοηθήσει να δέσει τον κορσέ. Ο Bond, υποδυόμενος από τον Pierce Brosnan, απαντά με αινιγματικό αλλά ερωτικό  ζήλο «Γιατί όχι;». Αυτή η πράξη ευγένειας γρήγορα ακολουθείται από μία εξίσου ευγενική αλλά παρόλα αυτά ξέφρενη μονομαχία μεταξύ του Bond και του Gustav Graves, ο οποίος είναι ένας από τους επιτελείς της Verity. Η ταινία περιλαμβάνει μία εκτεταμένη σκηνή ξιφομαχίας μεταξύ του Bond και του Graves, αμφότερων ντυμένων στα λευκά. Αλλά όταν το θέμα της ξιφομαχίας λαμβάνεται ξανά στο μουσικό βίντεο, εμφανίζεται με μία στρεβλότητα: η μονομαχία είναι τώρα μεταξύ της Madonna, ντυμένης στα λευκά, και ενός ανώνυμου αντιπάλου ντυμένου στα μαύρα. Μία δεύτερη στρεβλότητα ακολουθεί λίγο αργότερα: όταν ο ντυμένος στα μαύρα ξιφομάχος βγάζει τη μάσκα του, αποκαλύπτεται ότι είναι η Madonna. Η μαύρη ξιφομάχος μένει έκπληκτη με το στόμα ανοιχτό σ’ αυτή τη σύμπτωση (όπως ενδεχομένως και ο θεατής), πριν συνεχίσει τη μονομαχία ακόμα πιο επιθετικά απ’ ό,τι πριν. Η τελική στρεβλότητα είναι ότι, μυστηριωδώς, όταν η μία από αυτές κόβει την άλλη, η πληγή εμφανίζεται στο σώμα μίας τρίτης Madonna, η οποία είναι φυλακισμένη σε έναν απομακρυσμένο θάλαμο βασανιστηρίων. Αυτή η τελευταία Madonna, φυλακισμένη και απούσα από τη μονομαχία, υποφέρει τους τραυματισμούς της μακρόθεν. Είναι αρκετά προφανές ότι το «Πέρα Από Την Αρχή Της Ηδονής» θα μπορούσε να διαβαστεί ως η σκηνοθεσία μίας μεταφορικής «μονομαχίας» μεταξύ του Έρωτα και του Θανάτου και θα ήταν αρκετά εύκολο να διανείμει κανείς τους ρόλους των μονομάχων, δηλαδή της λευκής και της μαύρης Madonna. Αλλά η αβεβαιότητα του Φρόιντ σχετικά με την ύπαρξη του ενστίκτου του θανάτου και τη μη αμοιβαία σχέση που τοποθέτησε μεταξύ της αρχής της ηδονής και του πιθανού «πέρα» ακυρώνει την πραγματοποίηση αυτής της σύνδεσης. Ωστόσο, αυτή η μεταφορά της ξιφομαχίας γίνεται πιο ενδιαφέρουσα όταν εκλαμβάνουμε την τρίτη, και εκτοπισμένη, Madonna ως έμμεση απεικόνιση της μεταφοράς στον επαναλαμβανόμενο καταναγκασμό, ένα θέμα που ο Φρόιντ διερευνά διεξοδικά στο «Πέρα Από Την Αρχή Της Ηδονής».

    Αναζητώντας ένα παράδειγμα που θα μεταφέρει το τραγικό βάρος του καταναγκασμού της επανάληψης, ο Φρόιντ μας παραπέμπει στο ποίημα «Απελευθερωμένη Ιερουσαλήμ» του Τορκουάτο Τάσσο. Ο Φρόιντ αποκαλεί το έργο του Τάσσο ως «την πιο συγκινητική εικόνα μίας μοίρας, όπως αυτής» (SE XVIII: 22), με το «αυτής» να εννοεί τον επαναλαμβανόμενο καταναγκασμό. Στον απολογισμό του Φρόιντ, ο ήρωας του Τάσσο, Ταγκρέδος, σκοτώνει άθελά του την αγαπημένη του, Κλορίντα, σε μία μονομαχία ενώ εκείνη φοράει την πανοπλία ενός εχθρικού ιππότη. Σε αυτό το πλαίσιο μπορούμε να επισημάνουμε τις πανοπλίες που αποτελούν το υπόβαθρο για τις Μαντόνες που μονομαχούν στο μουσικό βίντεο. Και βέβαια τα αποκαλυπτήρια του μαύρου μαχητή εμπεριέχουν μία παράξενη σύγκριση με την περίπτωση της Κλορίντα. Αλλά το μέρος της ιστορίας του Τάσσο που απεικονίζει τον καταναγκασμό της επανάληψης έρχεται μετά: ο Φρόιντ λέει ότι ο Ταγκρέδος κόβει με το ξίφος του ένα ψηλό δέντρο, αλλά από το κόψιμο ρέει αίμα και ακούγεται η φωνή της Κλορίντα, της οποίας η ψυχή ήταν φυλακισμένη στο δέντρο. Ο Φρόιντ εκλαμβάνει αυτή τη δεύτερη, δενδρόβια επίθεση ως απόδειξη του καταναγκασμού να επαναλαμβάνεται η σκηνή του τραύματος, γεγονός που παρακάμπτει την αρχή της ηδονής. 

    Μέσα από τις αλληγορίες της ξιφομαχίας, τόσο ο Φρόιντ όσο και η Μαντόνα απεικονίζουν το πάθος της επανάληψης και ο καθένας τους λέει αυτό το παραμύθι μέσα από μία φαινομενικά υπερφυσική σειρά εκτοπισμένων τραυμάτων και από μία μονομαχία με κάποιον αλλόκοτα οικείο. Σίγουρα η εκτεταμένη χρήση ξιφομαχιών και καλολογικών στοιχείων της ταινίας, που παρέχει το πρόσχημα για το ρόλο της Madonna, υποδεικνύει τη ξιφομαχία ως ιδιαίτερα κατάλληλο όχημα και για το μουσικό βίντεο της τραγουδίστριας. Αλλά το βίντεο τοποθετεί τη σκηνή της ξιφομαχίας με έναν πολύ διαφορετικό και ιδιαίτερα φροϋδικό τρόπο. Περιγράφοντας τον επαναληπτικό καταναγκασμό ως το σύμπτωμα ενός τραύματος, ο Φρόιντ δικαιολογεί την ανάγκη του «πέρα» από την αρχή της ηδονής. «Η παρόρμηση της επανάληψης ανακαλεί επίσης εμπειρίες του παρελθόντος που δεν περιλαμβάνουν καμία πιθανότητα απόλαυσης» (SE XVIII: 20). Η Madonna, συνειδητά ή όχι, απεικονίζει τον καταναγκασμό της επανάληψης μάλλον ικανοποιητικά: κατά τη διάρκεια ενός τραγουδιού τεσσάρων λεπτών, αποφασίζει να «πεθάνει μία άλλη μέρα» πάνω από 25 φορές. Για τον Φρόιντ, ο καταναγκασμός να επαναλαμβάνεις πράξεις ή φράσεις είναι ένα σημάδι «μεταφοράς νεύρωσης», ένα πρόβλημα που μερικές φορές αναδύεται μέσα στην ψυχανάλυση και μπορεί να περιπλέξει περαιτέρω τις περιπτώσεις τραύματος (SE XVIII: 18).

    Κατά την εισαγωγή του θέματος της μεταφοράς της νεύρωσης, ο Φρόιντ περιγράφει μία σκηνή όχι σ’ έναν τραυματικό πόλεμο, ούτε σε όνειρα. Αντ’ αυτού, μας προσκαλεί στο γραφείο του (SE XVIII: 18). Ζώντας αυτή τη νεύρωση, η Madonna τοποθετεί τον εαυτό της σε μία παρόμοια κατάσταση, αναλαμβάνοντας το ρόλο του νευρωτικού αναλυόμενου, προσφέροντας προκλητικό γέλιο και ψιθυρίζοντας στο μικρόφωνο «I need to lay down» («πρέπει να παραδοθώ»), στα δύο τρίτα της διάρκειας του τραγουδιού. Ως εκ τούτου ο Φρόιντ –και φυσικά ο ακροατής που στο άκουσμα αυτής της ομολογίας συμμαχεί προσωρινά με τον Φρόιντ- γίνεται κύριος ή πατέρας (χάρη στη μεταφορά) που είναι σε θέση να εγκρίνει και να εποπτεύσει την «παράδοση» της Madonna. Η έκφραση της Madonna, ταυτόχρονα σεξουαλικά προκλητική και κάπως απειλητική, δείχνει ότι έχει υιοθετήσει μία υστερική στάση σε σχέση με τον Φρόιντ. Στη φροϋδική-λακανική σκέψη, η υστερική είναι εξ ορισμού αισθησιακή, παιχνιδιάρα, ανατρεπτική και γλυκά απειλητική. Πράγματι, αυτή ζητάει από τον αναλυτή/κύριο να δείξει το υλικό του σε μία φαινομενική προσπάθεια να υποταχθεί στη γνώση του κυρίου, αλλά το πράττει μέχρι να γίνουν γρήγορα αντιληπτά τα κενά ή οι τρύπες στη γνώση του κυρίου. Εδώ μπορεί να επισημανθεί ότι η Madonna δεν λέει απλά ότι ο Φρόιντ «αναλύει αυτό» («Analyze this»), αλλά μάλλον παρουσιάζει το αίτημά της κατ’ επανάληψη («analyze this!/analyze this!/analyze this, this, this, this, this…»), έτσι ώστε να δείχνει μία ατελείωτη ροή «υποταγής» στην εξουσία του Φρόιντ. «There’s so much more to know», τραγουδάει αποφασιστικά η Madonna, υποσχόμενη εν τω μεταξύ ότι θα το κρατήσει μυστικό («I'm gonna keep this secret»). Η υστερική, εξηγεί ο Γάλλος ψυχαναλυτής Ζακ Λακάν, είναι σε αναζήτηση ενός κυρίου που να μπορεί να κυριαρχηθεί. Έτσι, το «I need to lay down» της Madonna, συνεπικουρούμενο από τα σεξουαλικά θέλγητρά της, την ομολογία της αδυναμίας της και το αίτημά της για ανάλυση, βρίσκει μία παραδόξως αποσταθεροποιητική χορδή για τη σκηνή της ανάλυσης. Η Madonna, γελώντας διφορούμενα, καθώς απευθύνεται στον Φρόιντ για ανάλυση, εκτελεί τόσο μία πράξη ανυπακοής του ύφους «Papa don’t preach» όσο και μία πράξη αποπλάνησης του ύφους «Justify my love».

    Αλλά η προθυμία της Madonna να επιτευχθεί μία υστερική στάση, υπονομεύεται από μόνη της από την απόφασή της να «πεθάνει μία άλλη μέρα». Όπως επισημαίνει ο Λακάν «η υστερική φτάνει στο στόχο της αμέσως» (Seminar XV, 21.2.68, X 9). Η Madonna του «Die Another Day» ενδιαφέρεται πράγματι να φλερτάρει με τον Φρόιντ και να απαιτήσει την έκθεση της γνώσης του. Αλλά οι αποφάσεις της να καθυστερήσει την ευχαρίστησή της («delay my pleasure») και να καταστρέψει το «εγώ» της («destroy my ego») δείχνει μια άλλη στάση, η οποία θα μπορούσε να επεκταθεί πέρα από την ικανοποίηση της ευχαρίστησης/δυσαρέσκειας και πραγματικού/εξωπραγματικού. Ο Λακάν υποθέτει λανθασμένα ότι ο Φρόιντ ήταν ο μόνος υπεύθυνος για την επίλυση αυτού του προβλήματος για τους υστερικούς ασθενείς. Αλλά η Madonna, εν γνώσει ή εν αγνοία της, αφαιρεί την ευθύνη από τον Φρόιντ παίρνοντας πάνω της αυτή την πράξη αναστολής.

    Σε μία σκηνή του μουσικού βίντεο, η Madonna αρπάζει ένα καπέλο (ένα από τα εφόδια των κακών στις ταινίες James Bond) και το πετάει μακριά σαν παιδικό παιχνίδι. «Gone!», ανακοινώνει η τραγουδίστρια καθώς στέλνει το καπέλο μακριά, σε μία απολαυστική ένδειξη δεξιοτεχνίας. Αυτή η χειρονομία σχετίζεται ίσως με αυτό που είπε η τραγουδίστρια νωρίτερα στο τραγούδι, ότι δηλαδή έχει έρθει για να εργαστεί και να παίξει («I've come to work, I've come to play»). Κατά την άποψη του Φρόιντ, τα παιδικά παιχνίδια είναι διαδικασίες στις οποίες κυριαρχούμε  και αρχίζουμε τον επαναληπτικό καταναγκασμό. Κι έτσι φαίνεται σχεδόν αναπόφευκτο που στην αμέσως επόμενη φράση η Madonna αναλαμβάνει το ρόλο του αναλυόμενου («I need to lay down») και στη συνέχεια κλειδώνεται σε μία ατέρμονη μανία να επαναλαμβάνεται: το μόνο που μπορεί να πει για το υπόλοιπο τραγούδι είναι παραλλαγές της φράσης «Υποθέτω ότι θα πεθάνω μία άλλη μέρα» («I guess I’ll die another day») και τίποτα άλλο. Επιπλέον, το Disco ύφους drum machine, που στο μεγαλύτερο μέρος του τραγουδιού ήταν διακοπτόμενο, τώρα συνεχίζει χωρίς διακοπή. Αλλά ακόμα κι αν διασώθηκε από τη φαινομενικά ακούραστη συγκοπτόμενη ενορχήστρωση των εγχόρδων, πιάστηκε σ’ έναν ατελείωτο βρόχο επανάληψης που διαρκεί περισσότερο απ’ όλα τ’ άλλα όργανα. Σύμφωνα με τον Φρόιντ, οι εμμονές με το θάνατο (ή, όπως το θέτει, «που συνεπάγονται κίνδυνο για τη ζωή») προσεγγίζουν την υστερία στον «πλούτο» των συμπτωμάτων τους, αλλά εκτείνονται επίσης και πέρα από την υστερία «ξεπερνώντας την κατά κανόνα» (SE XVIII:12).

    Ο Φρόιντ παίρνει πάνω του την ευθύνη να περιορίσει τις επαναλαμβανόμενες εκφράσεις που μπορεί να προκύψουν από τέτοιες καταστάσεις: παραδέχεται ότι ο γιατρός πρέπει να προσπαθεί να διατηρήσει αυτή τη μεταβίβαση της νεύρωσης εντός των στενότερων ορίων. Δηλαδή να πιέσει όσο το δυνατόν περισσότερο το κανάλι της μνήμης και να επιτρέψει όσο το δυνατόν λιγότερο να αναδειχθεί ως επανάληψη (SE XVIII: 19). Αλλά η Madonna έχει ήδη επισημάνει τη δική της διέξοδο από αυτή τη σταθεροποίηση και συνεπώς πράγματι έχει βρει έναν άλλο τρόπο («found another way»): οι προηγούμενες υποσχέσεις της ότι θα κλείσει το σώμα της («close my body now») και ότι θα αναστείλλει τις αισθήσεις της («suspend my senses») εκπληρώνονται στο μουσικό βίντεο στις σκηνές που δένεται. Ο Φρόιντ, όπως κι η Madonna, θα έκανε τον οργανισμό να κλείσει το σώμα του με μία διαδικασία δεσίματος, ώστε να αναστείλει τις αισθήσεις του. Έτσι, το δέσιμο, το κλείσιμο του σώματος και η αναστολή των αισθήσεων είναι άρρηκτα συνδεδεμένες διαδικασίες όμοιες μ’ αυτές της Madonna και του Φρόιντ. Στο «Πέρα Από Την Αρχή Της Ηδονής», ο Φρόιντ περιγράφει το δέσιμο και τη σύνδεση των ενεργειών ως μία «κρούστα» που σχηματίζεται γύρω από το σώμα και που θα αμβλύνει την εν δυνάμει τραυματική επίδραση των εξωτερικών ερεθισμάτων (SE XVIII: 24-33). Στο βίντεο, το κόψιμο που διαπερνά τη σωματική θωράκιση των Μαντόνων που ξιφομαχούν απεικονίζεται ως μία επίδραση τραυματική. Κατά τον Φρόιντ, περιγράφουμε ως τραυματική κάθε εξωτερική διέγερση που είναι αρκετά ισχυρή ώστε να σπάσει το προστατευτικό κάλυμμα, ένα γεγονός που απεικονίζεται κυριολεκτικά στο μουσικό βίντεο.

    Το τατουάζ της Madonna στο βίντεο αναγγέλλει εξίσου αποτελεσματικά αυτό το πολύπλοκο σύστημα προστασίας ενάντια στην απόλαυση, και μάλιστα δείχνει ότι, όπως ισχυρίζεται ο Λακάν, η απόλαυση αποξενώνεται από το πρόσωπο μέσω της εμφάνισης ενός δείκτη-συμβόλου. Το βίντεο δείχνει τη Madonna να χρησιμοποιεί κυριολεκτικά ένα σύμβολο για να προστατεύσει τον εαυτό της από τους αφόρητους κραδασμούς της απόλαυσης, την οποία η τραγουδίστρια συνδέει προφανώς με τον Θεό και την απαγόρευση. Η Madonna, δένοντας τον εαυτό της μανιωδώς στο πλαίσιο της προετοιμασίας για την ηλεκτρική καρέκλα, επιδεικνύει ένα ψεύτικο τατουάζ με εβραϊκά γράμματα στο δεξί της χέρι. Προφέροντας τα γράμματα (από δεξιά προς τα αριστερά) ως «λάμεντ», «άλεφ» και «βαβ» (κατά προσέγγιση ΛΑΒ), η λέξη είναι ίσως μία ασυνήθιστη μορφή της εβραϊκής λέξης για το «όχι» αλλά μπορεί να είναι επίσης ένα από τα ονόματα του Θεού. Με το «όχι» και το «όνομα του Πατρός» συνδυασμένα ως λογοπαίγνιο πάνω στο σώμα της, η Madonna δείχνει οπτικά ότι έχει μαρκαριστεί από το γράμμα αλλά μπορεί ακόμα να απολαύσει το Άλλο. Αυτή η μορφή απόλαυσης, την οποία ο Λακάν συνδέει με τη μυστικιστική θρησκευτική έκσταση, είναι η ανταμοιβή γι’ αυτούς (κυρίως για τις γυναίκες) που μπορούν να διαχειριστούν τον περιορισμό τους και τις συστολές που επιφέρει το Όνομα του Πατρός. Ο Λακάν υποστηρίζει ότι ο γυναικείος μυστικισμός είναι «κάτι σοβαρό» ακόμα και αν οι ασκούμενοι «δεν ξέρουν τίποτα γι’ αυτόν» -διατύπωση που εξηγεί την αντιλαμβανόμενη αντίφαση ότι η Madonna, η οποία ισχυρίζεται ότι λαμβάνει πολύ σοβαρά την Καμπάλα, έχει κατηγορηθεί ότι χειρίζεται τη μυστική παράδοση με τρόπο που δείχνει άγνοια (Lacan Seminar XX 76).

    Με το σώμα της να φτάνει υποθετικά στα όριά του, η Madonna του βίντεο ξεσπά σε μία φαινομενικά εντυπωσιακή και θανάσιμη έκφραση απόλαυσης που την κάνει να αναγνωρίσει την ευχαρίστηση που νιώθει καθώς το σώμα της υποφέρει. Το αινιγματικό τατουάζ παρουσιάζει μία περίπτωση γυναικείας απόλαυσης που, όπως λέει ο Λακάν, επιτρέπει στη γυναίκα να απολαύσει όχι μόνο μέσω του συμβόλου αλλά και σε άμεση σχέση με το Άλλο (Seminar XX 64-77). Όπως εξηγεί ο Λακάν, μερικά τατουάζ μπορούν να θεωρηθούν ως υλοποιήσεις της λίμπιντο και σίγουρα υπάρχουν για το Άλλο (Seminar XI 205-206). Επισημαίνοντας την «ερωτική» τους λειτουργία, ο Λακάν υποστηρίζει ότι με κάποια τατουάζ το υποκείμενο καταφέρνει να ενσωματώσει την υποκειμενικότητα και την επιθυμία (Seminar XI 206). Το τατουάζ της Madonna, που παραπέμπει άμεσα στη διαλεκτική ανατροπή του υποκειμένου και την άμεση πρόσβασή του στο Άλλο, σημαίνει ότι ακόμα κι αν η Madonna δεν έχει καταστρέψει πραγματικά το εγώ της, αυτό έχει ωστόσο εκτοπιστεί και αποξενωθεί. Εύστοχα, μόλις η Madonna εξαφανίζεται από την ηλεκτρική καρέκλα στο τέλος του βίντεο, τα γράμματα από το τατουάζ της εμφανίζονται σαν να είχε καεί το τατουάζ μόνο του στην ηλεκτρική καρέκλα. Ωστόσο, αυτή η ένδειξη του «όχι» σ’ αυτό το νέο πλαίσιο φαίνεται να εξυμνεί περισσότερο το γεγονός ότι η Madonna παρέτεινε το δρόμο προς το θάνατο παρά να εξυμνεί το Όνομα του Πατρός. Εμφανίζεται ως δείκτης της διαφυγής της Madonna και αυτό είναι γιατί έχουμε ήδη δει ότι η λευκή ξιφομάχος Madonna, σε μία φαινομενικά άσχετη σκηνή, ρίχνει ένα βέλος στην καρδιά της μαύρης Madonna (σκηνή που θα μπορούσε να ειδωθεί και ως τον Έρωτα που ξορκίζει τον Θάνατο).

    Στους στίχους, το μουσικό βίντεο και την ταινία, βλέπουμε μία οικεία συνομιλία μεταξύ της Madonna και του Φρόιντ. Πρέπει να θυμόμαστε ότι αυτή η συζήτηση πρέπει να εξυπηρετήσει εμπορικούς σκοπούς με έναν εξαιρετικά προσδιορισμένο τρόπο: το τραγούδι σχεδιάστηκε για να χρησιμεύσει ως εμπόρευμα από μόνο του (ως επιτυχημένο single), ως διαφήμιση του εαυτού του (μέσω του μουσικού βίντεο), ως διαφήμιση για τη Madonna καθώς εκλαμβάνεται ως εμπορικό σήμα του εαυτού της, ως διαφήμιση για την ταινία και ως σημαντικό μέρος αυτής ακριβώς της ταινίας που υποτίθεται ότι διαφημίζει. Χρησιμοποιώντας (και υπονοώντας) έννοιες από το «Πέρα Από Την Αρχή Της Ηδονής», η Madonna πρόσφερε στους ακροατές μία διακριτική εξήγηση για τις απολαύσεις που περίμεναν το κοινό της ταινίας. Όταν ο κόσμος πλήρωνε 7 ευρώ για να δει τον νέο Bond, δεν πήρε τίποτα το καινούριο: πράγματι, το γεγονός ότι το «Πέθανε Μια Άλλη Μέρα» μπορούσε να μαζέψει πάνω από 160.000.000 δολάρια στο box office παρά το ότι πρόσφερε στο κοινό μόνο ό,τι είχε ήδη δει 19 φορές στα τελευταία 40 χρόνια, παραπέμπει στη μεγάλη απόλαυση και στη δυνατότητα της υπεραξίας που συνδέεται με τον καταναγκασμό της επανάληψης. Ο Φρόιντ φυσικά θα δυσκολευόταν να κατανοήσει αυτό το φαινόμενο, το οποίο αμφισβητεί τον ισχυρισμό του ότι «η καινοτομία είναι πάντα η κατάσταση της απόλαυσης» (SE XVIII: 35). Αλλά παρόλα αυτά είναι σαφές ότι οι φίλοι του κινηματογράφου, όπως κι οι αναγνώστες, απολαμβάνουν ιδιαίτερες μορφές ευχαρίστησης από ιστορίες με μεγάλη πλοκή. Ο Peter Brooks δίνει τη δική του άποψη, για τις επιθυμίες των αναγνωστών, στην κλασική του μελέτη αφηγηματολογίας «Reading For The Plot». Δεν είναι έκπληξη το γεγονός ότι ο Brooks βασίζει το μοντέλο της αφηγηματικής ευχαρίστησης σε μία προσεκτική ανάγνωση του «Πέρα Από Την Αρχή Της Ηδονής». Το θεωρητικό μοντέλο του Brooks προϋποθέτει ότι οι θεατές ταινιών με βαριά πλοκή, όπως το «Πέθανε Μια Άλλη Μέρα», θα ένιωθαν ευχαρίστηση από την εξισορρόπηση δύο ενστίκτων: ενός που επιδιώκει προς το τέλος της ταινίας και ενός που καθυστερεί αυτό το τέλος ακολουθώντας ένα πλάγιο μονοπάτι προς την κατεύθυνση αυτή (Brooks 103-104). Υπό το πρίσμα αυτό, όταν η Madonna μας θυμίζει το «Πέρα Από Την Αρχή Της Ηδονής», εκ προθέσεως ή όχι, κάνει νεύμα προς το συγκεκριμένο θεωρητικό πλαίσιο που μπορεί να εξηγήσει τη διαχρονική αίγλη του James Bond στους θεατές. Αυτή η μορφή ευχαρίστησης αναγγέλλει μία έντονη αντίθεση με τη λαϊκή αντίληψη της καριέρας της Madonna, που ως γνωστόν σημαδεύτηκε από αμέτρητες προσωπικές επανεφευρέσεις. Ενώ ο φιλμικός χαρακτήρας του Bond εξελίχθηκε σιγά-σιγά στα δεκάδες χρόνια φθοράς, η Madonna ως Pop star χτύπησε πολλές φορές τους ακροατές ως τολμηρή, απρόβλεπτη και εύπλαστη προσωπικότητα για πάνω από το δεύτερο μισό της καριέρας του Bond. Αλλά η στάση της Madonna για το «Die Another Day», παρά το γεγονός ότι δρομολογείται μέσω του απροσδόκητα πραγματικά τολμηρού έργου του Φρόιντ, εδώ ως συνήθως εξυπηρετεί κατά κύριο λόγο τα συμφέροντα των εταιριών της βιομηχανίας του πολιτισμού. Όμως, επιδιώκοντας την πιο σταθερή αιτία της επιθυμίας της, αποκάλυψε ότι οι θεατές μπορούν να βιώσουν στο «Die Another Day» μερικές από τις απολαύσεις του ασυνείδητου εαυτού τους καθώς περνούν το δρόμο τους μέσα από τις αναρίθμητες ενσαρκώσεις του μύθου του James Bond.

    (David Sigler, «“Sigmund Freud, Analyze This”: How Madonna Situates “Die Another Day” Beyond the Pleasure Principle», University of Calgary/Department of English, Οκτώβριος 2006, μετάφραση: Κωνσταντίνος Παυλικιάνης)     


    Το τραγούδι «Die Another Day» ήταν υποψήφιο για Χρυσή Σφαίρα Καλύτερου Πρωτότυπου Τραγουδιού και για δύο βραβεία Grammy, στις κατηγορίες Best Dance Recording και Best Short Form Music Video. Πολλοί –ανάμεσά τους και ο Elton John- το χαρακτήρισαν ως το χειρότερο τραγούδι από ταινία Bond. Λέγεται μάλιστα πως η Madonna δεν παρευρέθηκε στην απονομή των βραβείων Χρυσής Σφαίρας, όπου επρόκειτο να καθίσει δίπλα στον Elton John, επειδή ήθελε να τον αποφύγει μετά τον σχολιασμό του. Σε συμφωνία με τη διχογνωμία των κριτικών, το «Die Another Day» ήταν και υποψήφιο για Χρυσό Βατόμουρο για το χειρότερο τραγούδι, ενώ η ίδια η Madonna κέρδισε το βραβείο για τον Χειρότερο Β’ Γυναικείο Ρόλο για την εμφάνισή της στην ταινία.

    Παρά τις αρχικές πληροφορίες, που ήθελαν τη Madonna να ερμηνεύει το «Die Another Day» μπροστά στη βασίλισσα Ελισάβετ στην πρεμιέρα της ταινίας στο Royal Albert Hall, στις 18 Νοεμβρίου του 2002, η τραγουδίστρια απλά παρευρέθηκε στην εκδήλωση. Δύο χρόνια αργότερα, το 2004, συμπεριέλαβε το τραγούδι στην παγκόσμια περιοδεία Re-Invention World Tour. Αρχικά επιλέχθηκε ως το τελευταίο τραγούδι του προγράμματος αλλά τελικά προτιμήθηκε το «Holiday», με το «Die Another Day» να περιλαμβάνεται στο τρίτο μέρος της παράστασης και να αποτελεί ένα από τα highlights του show χάρη στη high energy απόδοσή του. Φορώντας ένα κορσέ σχεδιασμένο από τη Chanel, η Madonna και οι χορευτές της εκτελούσαν μία χορογραφία που έμοιαζε με ταγκό, ενώ στα σκηνικά εμφανιζόταν ένας γέρος στο νεκροκρέβατό του. Τα εβραϊκά σύμβολα του βίντεο εμφανίστηκαν και πάλι, αυτή τη φορά στις οθόνες, και οι χορευτές τύλιξαν φυλακτά γύρω από τα χέρια τους. Η παρουσίαση έλαβε θετικές κριτικές από την εφημερίδα The Boston Globe, η οποία εξήγησε ότι «η χορογραφία αφηρημένης αίθουσας χορού του “Die Another Day” ήταν ένα κομψό αντίδοτο στις επαναλαμβανόμενες περιστροφές στις οποίες επιδίδεται η επόμενη γενιά Pop stars». Προς το τέλος του τραγουδιού, οι χορευτές έδεναν την τραγουδίστρια σε μία ηλεκτρική καρέκλα και -όπως ακριβώς και στο βίντεο- έφτυνε έναν από τους φρουρούς της. Στη συνέχεια, για να πενθήσει το θάνατό της και καθώς υψωνόταν πάνω από τη σκηνή, η Madonna ξεκινούσε να τραγουδάει το «Lament» από την «Εβίτα». Αυτή η απόδοση του «Die Another Day» συμπεριλήφθηκε στο ζωντανό άλμπουμ της Madonna «I’m Going To Tell You A Secret» (2006). 

    Τέσσερα χρόνια αργότερα, το «Die Another Day» προστέθηκε στην περιοδεία Sticky & Sweet Tour (2008-2009) ως βίντεο. Για το σκηνικό του τραγουδιού, η Madonna ντυνόταν με στολή πυγμάχου, τονίζοντας τα ήδη μυώδη χέρια της. Σε αντίθεση με τις συνηθισμένες της εμφανίσεις ως ντίβα, εδώ έδειχνε πρόθυμη να λερωθεί για την τέχνη της. Στη σκηνή, δύο χορευτές εκτελούσαν έναν ψεύτικο αγώνα πυγμαχίας σε μία θαυμάσια χορογραφία, ενώ στο βίντεο η Madonna αντιπροσώπευε την ψυχή τους (περίπου σαν το θέμα του αυθεντικού video-clip). Το δυνατό και σκοτεινό βίντεο του Tom Munro έδειχνε ένα τεχνικό νοκ-άουτ της Madonna στο ρινγκ, με το αίμα της να πετάγεται σ’ όλη την οθόνη. Καθώς ακουγόταν ένα γρήγορο remix του τραγουδιού από τον DJ Enferno, η εκτέλεση αυτή ολοκληρωνόταν με την τραγουδίστρια να πέφτει στο έδαφος επί οθόνης, αλλά με την Madonna να αναδύεται από το κάτω μέρος της σκηνής. Το περιοδικό Slant έγραψε ότι το βίντεο υπογράμμιζε τα μυικά χέρια της τραγουδίστριας, προσθέτοντας ότι η Madonna είναι πρόθυμη να λερωθεί για χάρη της τέχνης της και μερικές φορές χάνεται πίσω από τους χορευτές της, αν και γρήγορα υπενθυμίζει στο κοινό ότι ακόμα έχει τον έλεγχο. Η απόδοση αυτή καταγράφτηκε κατά τη συναυλία που έδωσε στο Μπουένος Άιρες της Αργεντινής το Δεκέμβριο του 2008 και συμπεριλήφθηκε στο CD και DVD «Sticky & Sweet Tour» (2010).

    Κατά τη διάρκεια της περιοδείας MDNA Tour (2012), η Madonna πραγματοποίησε μία συναυλία στο L’ Olympia στο Παρίσι αποκλειστικά για μέλη, μπροστά σε 2.700 άτομα, όπου και τραγούδησε το «Beautiful Killer» με μέρη από το «Die Another Day». Στο σκηνικό προβάλλονταν αποσπάσματα από ταινίες του Γάλλου ηθοποιού Alain Delon. Αυτή την εκτέλεση την τραγούδησε η Madonna μόνο στη συγκεκριμένη συναυλία της περιοδείας.
    Το «Die Another Day» δεν το διασκεύασε κανένας καλλιτέχνης με εκτόπισμα, αλλά το 2013 ήρθε από τη Ρωσία με αγάπη το synth Pop ντουέτο Dust Heaven και το έκανε ακόμα χειρότερο.

    Σε μία δημοσκόπηση για το βρετανικό τηλεοπτικό show του Channel 4 «James Bond’s Greatest Hits», το «Die Another Day» ψηφίστηκε στην 9ηθέση ανάμεσα σε 22 τραγούδια, αλλά ήρθε εντυπωσιακά πρώτο στις ηλικίες κάτω των 24 ετών. Η εφημερίδα Daily Telegraph το κατέταξε στην πέμπτη θέση των καλύτερων τραγουδιών James Bond, περιγράφοντάς το ως electro R&B, το οποίο ήταν «εκφραστικά παράξενο, βάναυσα σύγχρονο, ικανοποιητικά πρωτότυπο και ενθυμητικό της σκοτεινής καρδιάς του Bond. Συν ότι η Madonna φαίνεται πραγματικά σαν να δίνει μάχη για τον Bond είτε στο κρεβάτι είτε στο πεδίο μάχης. Ή και τα δύο». Το περιοδικό Rolling Stone το κατέταξε ως το έβδομο καλύτερο τραγούδι Bond στη λίστα με τα 10 καλύτερα θεματικά τραγούδια του James Bond.

     

    DIE ANOTHER DAY – Madonna

    I'm gonna wake up, yes and no
    I'm gonna kiss some part of
    I'm gonna keep this secret
    I'm gonna close my body now

    I guess, die another day (x4)

    I guess I'll die another day (Another day) (x3)
    I guess I'll die another day

    Sigmund Freud
    Analyze this (x3)

    I'm gonna break the cycle
    I'm gonna shake up the system
    I'm gonna destroy my ego
    I'm gonna close my body now

    Uh, uh

    I think I'll find another way
    There's so much more to know
    I guess I'll die another day
    It's not my time to go

    For every sin, I'll have to pay
    I've come to work, I've come to play
    I think I'll find another way
    It's not my time to go

    I'm gonna avoid the cliché
    I'm gonna suspend my senses
    I'm gonna delay my pleasure
    I'm gonna close my body now

    I guess, die another day
    I guess I'll die another day
    (x2)

    I think I'll find another way
    There's so much more to know
    I guess I'll die another day
    It's not my time to go

    Uh, uh

    I guess, die another day
    I guess I'll die another day
    (x2)

    Another day (x6)

    Κωνσταντίνος Παυλικιάνης

     


    Tags
    Μουσικά Είδη:DanceDiscoDubPopSoundtracksTechnoΜουσικά Όργανα:ΈγχορδαΜουσική Γενικά:ραδιόφωνοσυνέντευξηΚαλλιτέχνες:VegasPaul McCartneyAretha FranklinBillboardDuran DuranElvis PresleyMadonnaGrammyΜουσική Εκπαίδευση:συγχορδίες



    Γίνε ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ

    Αν σου αρέσει να γράφεις για μουσικά θέματα, σε περιμένουμε στην ομάδα συντακτών του ιστορικού, ανεξάρτητου, πολυφωνικού, υγιούς και δημοφιλούς ηλεκτρονικού περιοδικού μας.

    Στείλε το άρθρο σου

    σχολιάστε το άρθρο


    Για να στείλετε σχόλιο πρέπει να είστε μέλος του MusicHeaven. Παρακαλούμε εγγραφείτε ή συνδεθείτε