Ζω σημαίνει επικοινωνώ!
22 Φεβρουαρίου 2017, 14:34
ΓΥΝΑΙΚΕΙΟΣ ΟΡΓΑΣΜΟΣ : κάποια ερωτήματα αντί απαντήσεων που ποτέ δεν δίνονται...


Αποτελεί αποτυχία ένας οργασμός που ποτέ δεν ήρθε; Αν ναι, αποτυχία ποιανού; Για ποιο λόγο χρειάζεται οι γυναίκες να προσποιούνται πως  έχουν οργασμό; Τι μας λέει η ύπαρξη του προσποιητού οργασμού; Τι για τις γυναίκες και τι για τους άνδρες; Γιατί ο άντρας ρωτά συχνά τη νέα του σύντροφο -και όχι την επί χρόνια σύζυγο ή σύντροφό του- αν τελείωσε; Νοιάζεται τόσο πολύ για αυτήν ή θέλει απλά μια επιβεβαίωση πως την απογείωσε στα ουράνια και άρα είναι ο εραστής που αυτή πάντα ονειρευόταν; Ποιος θα πρέπει να κρυφτεί, αν αποκαλυφθεί κάποια στιγμή η πραγματική αλήθεια πίσω από το φαινόμενο αυτό; Ποια η ευθύνη της κοινωνίας στη διαμόρφωση της σεξουαλικότητας και των διαφόρων εκφράσεών της;

Πολύ συχνά, διαβάζουμε ή/και μιλούμε για τον οργασμό (πραγματικό ή προσποιητό) σαν κάτι το μεμονωμένο, σαν μια τεχνική λειτουργία ή δυσλειτουργία με συγκεκριμένες προδιαγραφές που κάποιος μπορεί να κατακτήσει ή να αποκαταστήσει, αρκεί να ακολουθήσει τις οδηγίες αφελών, κακόβουλων ή εμπορικών δημοσιευμάτων και αναρτήσεων σε δημοφιλείς φυλλάδες, σε ιστοσελίδες χωνευτήρια του οτιδήποτε αλλοπρόσαλλου που μπορεί να «πουλήσει» ή αντιγράφοντας τους πρωταγωνιστές ή τις πρωταγωνίστριες διαφόρων επιτυχημένων τηλεοπτικών σειρών ή ταινιών…

Κι επειδή ο ματαιόδοξος και αφελής πιστεύει πάντα στις «εύκολες λύσεις» ή σε «συνταγές-θαύματα», αυτός δε που πνίγεται από τα μαλλιά του πιάνεται για να σωθεί, ο οργασμός, γενικά, εξακολουθεί σε μεγάλο βαθμό να αντιμετωπίζεται ως μια τεχνική λειτουργία που μπορεί να ενισχυθεί ή/και να αποκατασταθεί με την καλή διατροφή, με την εκμάθηση «έξυπνων» tricks ή με τη χρήση θαυματουργών φαρμακευτικών ή παραφαρμακευτικών σκευασμάτων, την ίδια στιγμή που ο προσποιητός οργασμός εξακολουθεί να ζει και να βασιλεύει…

Μα μήπως ο προσποιητός οργασμός είναι και ένας «αποτελεσματικός» τρόπος για τη γυναίκα να τελειώσει μια ανούσια, μη επιθυμητή ή ακόμα και επώδυνη ερωτική συνεύρεση; Μήπως το αποτέλεσμα της άγνοιάς της  για το πώς λειτουργεί το κορμί της ή το αποτέλεσμα της ντροπής της να ζητήσει από τον άντρα αυτό που πραγματικά την κάνει να νιώθει όμορφα; Μήπως ένας τρόπος της να ανταποκριθεί σε κάποιες προσδοκίες; Μήπως επειδή φοβάται την ερωτική απιστία του συντρόφου της, αν δεν είναι «sex and the city» θηλυκό η ίδια; Μήπως θέλει να φανεί ως το απελευθερωμένο, «σύγχρονο» και άγριο ερωτικά θηλυκό που θέλει το σύγχρονο life style ή μήπως το κάνει προς χάριν του συντρόφου της για να «ανυψώσει» το ευάλωτο εγώ ή πέος του (αν και αυτά τα δύο είναι συχνά ταυτόσημα) ώστε να τον κάνει να νιώσει ως σύγχρονος Ταρζάν και επιβήτορας ολκής σε κρεβατοκάμαρα;

Α, και μια τελευταία σκέψη: μήπως, τελικά, η γυναίκα προσποιείται οργασμό επειδή ο άντρας προσποιείται ευχαρίστηση στα προκαταρκτικά ή τα προσπερνά, έχοντας το νου του μόνο στο «ψητό»…;;;

ΥΓ. Εννοείται πως δεν προσδοκώ να τολμήσει να απαντήσει κάποιος σε κάποια από τα παραπάνω ερωτήματα, όταν αποσιωπούνται ή παραμένουν αναπάντητα, τα περισσότερα από αυτά, αιώνες τώρα.

Οι νέες κοπέλες/γυναίκες, τουλάχιστον, όλοι γνωρίζουμε πολύ καλά, πως μιλούν συχνά για τους νέους ερωτικούς τους συντρόφους, πόσο καλοί εραστές είναι, πως το κάνουν και άλλα ενδιαφέροντα, όχι όμως και για το αν οι ίδιες έχουν οργασμό, τι εννοούν με αυτόν ή αν μπορούν να τον αναγνωρίσουν...

3 σχόλια - Στείλε Σχόλιο
05 Φεβρουαρίου 2017, 11:01
Όταν η ντάμα καρό τρομοκρατεί, αντί ν΄αποπλανεί...


...η υπόσχεσή μου προς τον Ορφέα...

Από τα ηχεία ακούγονταν το τραγούδι του Πουλόπουλου «Όσα δεν βάζει ο λογισμός» που πυρπόλησε νοσταλγία και αναμνήσεις. Σάββατο βράδυ, και ο ελληνικός σύλλογος φόρεσε τα γιορτινά του για τον καθιερωμένο σαββατιάτικο χορό. Φαγητό και μπύρα από το μικρό εστιατόριό του όπου έκανα λάντζα, καθάριζα κρεμμύδια και πατάτες, σκούπιζα και καθάριζα, με αντάλλαγμα το φαγητό της ημέρας και ύπνο πάνω σε καρέκλες, μιας και δεν είχα που την κεφαλήν κλείνε, φρέσκος από Ελλάδα στα 19 μου και με εισιτήριο χωρίς επιστροφή.

Χαμένος στις σκέψεις μου και με κατεβασμένο κεφάλι σε μια γωνιά ένιωσα ένα χέρι να ακουμπά τον ώμο μου. Γύρισα και τον κοίταξα. Μου έκανε εντύπωση το καθάριο βλέμμα, η αποφασιστική έκφραση του προσώπου του και τα ασυνήθιστα μεγάλα και γυριστά τσίνουρα που στόλιζαν τα γκριζοπράσινα όμορφά του μάτια.

-«Μη στενοχωριέσαι», μου είπε, «λίγο-πολύ, όλοι τα περάσαμε αυτά».

Δεν γνωριζόμασταν προσωπικά, τον έβλεπα, όμως,  σχεδόν καθημερινά, μιας και έρχονταν στο σύλλογο, συνήθως μετά το μεσημέρι, για να πιει τον καφέ του και να παίξει καμιά παρτίδα σκάκι, πάντα με το ίδιο στρατιωτικό μπουφάν, τζην παντελόνι και αρβύλες.

Στα 23 του αυτός, γόνος πολύ πλούσιας παλιάς αριστοκρατικής οικογένειας της Σαλονίκης, σχεδόν πάντα χαμογελαστός και καλοδιάθετος, γενναιόδωρος, αθεράπευτα αισιόδοξος, υμνητής του Διονύσου, λάτρης του ωραίου φύλου και του ρεμπέτικου τραγουδιού. Ήξερε απ΄έξω κι ανακατωτά τους στίχους εκατοντάδων ρεμπέτικων τραγουδιών και διέθετε μια μοναδική ικανότητα να μπορεί να αποστάζει, εντελώς απρόσμενα, μαγικά και φιλοσοφημένα, την ουσία ενός περίπλοκου θέματος ή μιας συζήτησης, χρησιμοποιώντας πάντα τον κατάλληλο στίχο κάποιου ρεμπέτικου τραγουδιού.

- Απόψε θα έρθεις να σε φιλοξενήσω σπίτι μου, είπε, χόρτασες καρέκλα εδώ κι ένα μήνα. Αρκετά!

Έμενε μαζί με ένα παιδί από τον Πειραιά, Μαρινέρο το παρατσούκλι του, καθώς το είχε σκάσει επί χούντας από το καράβι στο οποίο είχε μπαρκάρει, μόλις αυτό πόντισε σε κάποιο λιμάνι της Σουηδίας.

Εκείνο το βράδυ δεν κλείσαμε μάτι, μιλώντας για την πολιτική κατάσταση στην πατρίδα, καπνίζοντας, πίνοντας μπύρες και ακούγοντας τραγούδια του Μίκη, από ένα μικρό κασετόφωνο, που άλλοτε προκαλούσαν τον επαναστατισμό της νιότης μας και άλλοτε το δάκρυ μας…

Ο ύπνος στο πάτωμα, πάνω σε ένα υποτυπώδες συνθετικό υπόστρωμα για  υπνόσακο, ήταν σαν σε πουπουλένιο στρώμα, μετά από τον σχεδόν ενός μήνα ύπνο πάνω σε καρέκλες. Όταν ξύπνησα το πρωί, είχαν φύγει ήδη για τις δουλειές τους. Δίπλα στο μαξιλάρι μου, βρίσκονταν άθικτο ένα πακέτο τσιγάρα PRINCE, η μάρκα μου. Δεν κατάφερα να συγκρατήσω τα δάκρυά μου από την απρόσμενη γενναιοδωρία ενός ανθρώπου που καλά-καλά δεν γνώριζα, εγώ ο κατά τα άλλα ψύχραιμος…

Δυο-τρεις φορές τη βδομάδα, γυρνούσε σπίτι σχεδόν χαράματα και κάποιες άλλες καθόλου. Κάποια φορά πειράζοντας τον, του είπα : «Άσε και καμιά σουηδέζα για μας, ρε φιλαράκι!». Η απάντησή του ήταν άμεση: «Μακάρι να ΄ταν σουηδέζες αυτές που με ξενυχτούν και όχι ντάμες καρό!» Βλέποντας την απορία μου, συνέχισε: «Αν θέλεις, μπορείς να΄ρθεις μαζί μου κάποιο βράδυ για να σου τις γνωρίσω…».

Η ατμόσφαιρα ήταν όπως τη φανταζόμουν. Καπνός από τσιγάρα, τσόχινα μεγάλα στρογγυλά τραπέζια και γύρω τους σχεδόν αμίλητοι και πολύ σοβαροί 5-6 άντρες στο καθένα που, μόλις μπήκα, στράφηκαν όλοι τους προς το μέρος μου, κοιτώντας με διερευνητικά από πάνω ως κάτω και, όπως μου φάνηκε, κάπως καχύποπτα.

«Καλησπέρα, παιδιά, είναι δικός μου, όλα καθαρά», είπε ο φίλος μου και αυτοί ξαναγύρισαν αργά το κεφάλι προς την πράσινη τσόχα.

Κάθισα 2-3 μέτρα μακριά από το τραπέζι που βολεύτηκε ο φίλος μου, πίνοντας το ουίσκι που μου έφερε η όμορφη κοκκινομάλλα Γιουγκοσλάβα. Από τη θέση που βρισκόμουν, μπορούσα να παρακολουθώ άνετα το παιχνίδι. Γνώριζα καλά το πόκερ από Ελλάδα. Μου έμαθε τα μυστικά του ο θείος Χάρης, παλιός καπετάνιος του ΕΛΑΣ, με 25 χρόνια φυλακής και εξορίας στην πλάτη, μέγας μποέμ, γλεντζές και Δον Ζουάν μέχρι μεγάλης ηλικίας…

Επιστρέφοντας σπίτι, του έκανα δειλά κάποιες παρατηρήσεις για ορισμένα πονταρίσματά του και πως, κατά τη γνώμη μου, θα έπρεπε να είχε καταστρώσει τη στρατηγική του. Με κοίταξε απορημένος, λέγοντας απλά : «Ρε συ το ΄χεις. Από πού μας ξεφύτρωσες;»

Από τότε, άρχισε να με παίρνει συχνά μαζί του, να ζητά τη γνώμη μου και να συζητά μαζί μου διάφορες πιθανότητες και ενδεχόμενα. Με άκουγε πάντα πολύ προσεκτικά, μέχρι τη μέρα που πηγαίνοντας για τη λέσχη μου λέει: «Ρε συ, τι θα έλεγες αν σου ζητούσα να παίξεις αντί για μένα. Τα λεφτά δικά μου και τα κέρδη μισά-μισά».

Από τη βραδιά εκείνη και μετά, δεν ξανάπιασε τράπουλα στο χέρι. Στο παιχνίδι, αντιπροσώπευα εγώ πλέον το συνεταιριλίκι μας. Τις περισσότερες φορές, γυρίζαμε με σημαντικά κέρδη σπίτι, σε σημείο που να σταματήσει τη δουλειά του αυτός, εγώ να βρω δικό μου σπίτι, να αγοράσω αυτοκίνητο και να περνούν καλά κοντά μας και αρκετοί άλλοι φίλοι απένταροι. Ήταν δύο χρόνια αυτοκρατορικά και ζωής χαρισάμενης σαν σε παραμύθι.

«Δικέ μου, που σε βρήκα;» έλεγε και ξανάλεγε ο φίλος μου «Τι κρυφό ταλέντο έκρυβες μέσα σου και δεν το ΄ξερες ούτε συ!».

Όλα τέλειωσαν εκείνο το βράδυ, παραμονή Πρωτοχρονιάς. Έγινε ένα πολύ χοντρό παιχνίδι που ξέφυγε, για κάποιον λόγο, αρκετά για τα δεδομένα της συγκεκριμένης λέσχης που συχνάζαμε. Κύριος «υπαίτιος» ο τύπος απέναντί μου που φαινόταν πως έχασε τη μπάλα εντελώς. Έμοιαζε, στην κυριολεξία, σαν πρόβατο για σφαγή. Πόνταρε με τρόπο που κάποιος έμπειρος ή καλός παίχτης καταλάβαινε, πριν καν μοιραστεί η τράπουλα, τι φύλλο έχει. Κάποιες φορές, όταν βόλευε, προσπάθησα να τον «προστατέψω» με διάφορους έμμεσους τρόπους, για να μη γίνει κάποια παρεξήγηση με τους άλλους, αλλά αυτός λες και δεν καταλάβαινε τίποτα.

Μετά το τέλος της ατέλειωτης αυτής βραδιάς, φύγαμε από το κολαστήριο με ένα ιλιγγιώδες ποσό στις τσέπες μας. Για κάποιο λόγο, όμως, δεν αισθανόμουν καθόλου καλά. Είχα μια ένταση και ταραχή πρωτόγνωρη καθώς, όπως μου λέγανε κι οι φίλοι μου, η ψυχραιμία και νηφαλιότητα που μπορώ να διατηρώ ακόμα και σε ακραίες καταστάσεις είναι σχεδόν αλλόκοτη. Την επομένη έσκασαν τα δυσάρεστα μαντάτα. Η γυναίκα του μεγάλου χαμένου βρίσκονταν σε κρίσιμη κατάσταση στο νοσοκομείο, μετά από μια σοβαρή απόπειρα αυτοκτονίας, όταν έμαθε πως ο σύζυγός της έχασε όλες τις οικονομίες χρόνων πολλών στην ξενιτειά και ενώ ετοιμάζονταν να επιστρέψουν μόνιμα στην πατρίδα.

Αρρώστησα. Τα χρήματα έκαιγαν στις τσέπες μου και δεν ήθελα καν να τ΄αγγίξω. Τα ένιωθα σαν κατάρα που έγιναν η αιτία να χαροπαλεύει, τη στιγμή εκείνη, μια νέα γυναίκα και μητέρα δύο ανήλικων παιδιών, στην εντατική ενός νοσοκομείου.

Μίλησα στο φίλο μου και δεν έφερε την παραμικρή αντίρρηση. Έδειχνε μόνο πολύ συγκινημένος. Πήγαμε στο νοσοκομείο και βρήκαμε τον αξιολύπητο άντρα. Χωρίς πολλά λόγια, του επέστρεψα όλα τα χρήματα που είχε χάσει. Μας κοιτούσε αποσβολωμένος και ακίνητος με τα δάκρυα του να κυλούν από τα μάτια του.

Από τότε και μέχρι σήμερα, δεν έχω ξαναπιάσει τράπουλα στα χέρια μου, ούτε καν για πασιέντζα, κι ας ήταν, κάποιες φορές,  οι προκλήσεις άκρως δελεαστικές…

12 σχόλια - Στείλε Σχόλιο
Συγγραφέας
sven
από ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΕΥΡΥΤΕΡΑ ΠΡΟΑΣΤΙΑ


Περί Blog
blogs.musicheaven.gr/sven



Επίσημοι αναγνώστες (39)
Τα παρακάτω μέλη ενημερώνονται κάθε φορά που ανανεώνεται το blogΓίνε επίσημος αναγνώστης!

Πρόσφατα...
Δημοφιλέστερα...
Αρχείο...


Φιλικά Blogs

Links