Δύο βλέμματα συναντώνται, δυο ψυχές αναριγούν, δύο σώματα αγγίζονται. Αυτή κι Αυτός. Όταν η οσμή του σώματός του γίνεται άρωμα γι΄αυτήν, τότε μέσα της -συχνά, χωρίς καν να το συνειδητοποιεί- τον ανακηρύσσει ως υποψήφιο πατέρα του παιδιού που θα ΄θελε να φέρει στον κόσμο.
Κάποτε φθάνει το πέρασμα του χρόνου και βλέπει το φως του κόσμου ο καρπός του έρωτα, της ερωτικής έκστασης και των αμοιβαίων προσπαθειών αποπλάνησης του Άλλου. Το ανθρώπινο βρέφος, το πλέον ανήμπορο και απροστάτευτο απ΄όλα τα θηλαστικά της γης.
Γέννηση, ο πρώτος οδυνηρός αποχωρισμός, ο πρώτος εκδιωγμός από έναν προσωπικό μικρό επίγειο παράδεισο, αυτόν της μήτρας στης οποίας τη ζεστασιά, τους απόκοσμους ρυθμικούς ήχους, το ημίφως, την εξασφαλισμένη καθημερινή τροφή και την ασφάλεια, υποσυνείδητα, πάντα θα θέλαμε να επιστρέψουμε, ιδίως όταν οι κακοτυχίες, οι ματαιώσεις και οι μεγάλες απογοητεύσεις της ζωής χτυπούν την πόρτα της ψυχής μας…
Γέννηση, ο πρώτος οδυνηρός αποχωρισμός από μια μαγική σωματική σύντηξη μέσα στο μητρικό σώμα. Και, από τη στιγμή εκείνη, ξεκινά ο μακρύς δρόμος μιας σειράς μικρότερων ή μεγαλύτερων αποχωρισμών, εγκαταλείψεων, πένθους, ελπίδων επανένωσης, ερώτων, πραγματικών επανενώσεων, απογοητεύσεων, χαράς, προσδοκιών και άλλων ματαιώσεων, μέχρι και την τελευταία στιγμή της ζωής, τον Θάνατο, την καθολική απώλεια της ύπαρξής μας που τόσο δύσκολα μπορεί να αποδεχθεί ο Άνθρωπος, με αποτέλεσμα να πλάθει ουράνιους Παραδείσους και Κολάσεις…
Γέννηση, ο πρώτος οδυνηρός αποχωρισμός και, λίγα λεπτά αργότερα, η γνώριμη οσμή, η πρώτη επανένωση πάνω στο μητρικό στήθος, όπου σωματική και ψυχική πείνα βρίσκουν την απαραίτητη γαλήνη. Η πρώτη συνάντηση του βρέφους, ως ξεχωριστής πλέον ύπαρξης, με το πρώτο υποκείμενο αγάπης του, που το βρίσκει στην επανένωση, μέσα από την επαναδημιουργία του περιβάλλοντος της μήτρας που αντιπροσωπεύεται πλέον από τη μητρική αγκαλιά…
Ένα βρέφος που αναπαύεται σε μια μητρική αγκαλιά. Από τα πιο αγαπημένα θέματα καλλιτεχνικής έκφρασης και το πιο λατρεμένο θέμα της χριστιανικής εικονογραφίας.
Η αναπόφευκτη μοίρα κάθε βρέφους είναι να πρέπει να αποχωρίζεται ξανά και ξανά και, στην καλύτερη περίπτωση, να ξαναβρίσκει το αρχικό υποκείμενο της αγάπης του, το πρόσωπο που περισσότερο από κάθε τι άλλο αγαπά, που μπορεί να ικανοποιεί κάθε του ανάγκη, τη μητέρα του. Οι αναπότρεπτοι αποχωρισμοί της ζωής, όμως, με την απύθμενη θλίψη και ανημπόρια που προκαλούν, σε συνδυασμό με την ανάγκη μιας λυτρωτικής αυτονομίας, οδηγούν στην αναγκαιότητα δημιουργίας μιας εσωτερικής εικόνας του αγαπημένου προσώπου που χάνεται, ώστε να λειτουργήσει ως υποκατάστατο και αναπλήρωση αυτής της απώλειας.
Η αγάπη, λοιπόν, συνδέεται αδιάρρηκτα με τον αποχωρισμό και τη θλίψη. Στη ρωγμή που δημιουργείται ανάμεσα στην ανάγκη σύντηξης με το πρωταρχικό υποκείμενο αγάπης, τη μητέρα, και του διαχωρισμού από αυτήν, εξαιτίας του αναπόφευκτου αποχωρισμού, γεννιέται η ανάγκη της ανθρώπινης δημιουργικότητας και καλλιτεχνικής έκφρασης που αποσκοπούν στην αναίρεση αυτής της εγκατάλειψης, στην αποκατάσταση του ψυχικού τραύματος που προκάλεσε και στο να καταστεί εφικτή η πολυπόθητη επανένωση…
Η καλλιτεχνική δημιουργία δεν είναι τίποτ΄άλλο από μια προσπάθεια σύνθεσης κομματιασμένων πρώιμων σωματικών και ψυχικών μνημών που ίσως αποκαταστήσουν αυτή τη ρωγμή που χάσκει επικίνδυνα εντός μας από την πρώτη στιγμή της ζωής μας. Οι διστακτικές ή αποφασιστικές πινελιές, το κομμάτι πηλού ή μαρμάρου, οι σκόρπιοι στίχοι, οι απροσκάλεστες νότες ή το κτίσιμο μιας ιστορίας, που, τελικά, μορφωποιούνται σε ένα ενιαίο όλον, δίνοντας την επιζητούμενη ψυχική λύτρωση, δεν είναι τίποτ΄άλλο από μια προσπάθεια αποκατάστασης της ρωγμής αυτής, της ξανασυνάντησης με την πρωταρχική μορφή αγάπης που είναι η νοσταλγία του μητρικού σώματος και η σύντηξη με αυτό…
Με αυτήν την έννοια, λοιπόν, κάθε καλλιτεχνική δημιουργία δεν είναι τίποτ΄άλλο παρά μια μικρή αυτοβιογραφία. Η σύνθεση σκόρπιων μνημών και συναισθημάτων που προκαλεί, όταν ολοκληρώνεται, ένα αίσθημα ανείπωτης ανακούφισης και λύτρωσης…
Είναι τυχαίο άλλωστε πως ο καλλιτεχνικός οίστρος βρίσκεται πάντα στο ζενίθ του μετά από έναν οδυνηρό (από)χωρισμό, μια μεγάλη απώλεια ή μια δυσβάσταχτη θλίψη…;;;
18 σχόλια - Στείλε ΣχόλιοΈνιωθε τόσο απέραντα μόνος που δεν είχε καν το κουράγιο να λυπηθεί τον εαυτό του. Μοναδική και αχώριστη συντροφιά του η γκρίζα συσκευή τηλεφώνου δίπλα του. Συχνά, διαπιστώνει, σχεδόν έντρομος, πως την κοιτά για ώρες, χωρίς, όμως, αυτή να βγάζει τον παραμικρό ήχο. Πολλές φορές, σηκώνει το ακουστικό για να δει αν έχει σήμα ή μήπως υπάρχει κάποια βλάβη και γι΄αυτό παραμένει τόσο βασανιστικά βουβό.
Έχει αρκετούς γνωστούς και συναδέλφους, μα ούτε κι αυτοί του τηλεφωνούν. Ούτε κι αυτός, όμως, τολμά να τηλεφωνήσει σε κάποιον. Ο φόβος του μήπως ενοχλήσει, μήπως διαπιστώσει κάποια, έστω και ελάχιστη, δυσαρέσκεια στη χροιά της φωνής του άλλου, τον παραλύει και μόνο που το σκέφτεται.
Και όμως. Δεν τολμά να αποχωριστεί την γκρίζα, σαν τη ζωή του, συσκευή ούτε λεπτό. Έχει γίνει η μοναδική συντροφιά αλλά και ο καταναγκασμός του. Παλαιότερα, είχε βάλει προέκταση, για να μπορεί να την έχει μαζί του, σε όποιον χώρο του μικρού εργένικου διαμερίσματός του κι αν πήγαινε. Έφθανε ακόμα και μέχρι το μπάνιο, αλλά και το παράθυρο που έβλεπε προς τον μικρό, και κάθε άλλο παρά πολυσύχναστο, δρόμο, μπροστά από το σπίτι του, όπου περνούσε καθημερινά αρκετές από τις άδειες του ώρες. Μπορούσε να το ΄χει ακόμα και στο κρεβάτι του, αν ήθελε, και τύχαινε να το θέλει σχεδόν πάντα. Ήταν, γι ΄αυτόν, κάτι σαν τα λούτρινα ζωάκια που χρειάζονται για συντροφιά τους τα μικρά παιδιά για να μπορέσουν να κοιμηθούν μόνα στο κρεβάτι τους τις νύχτες…
Μερικά χρόνια μετά, αγόρασε ασύρματη συσκευή κι έτσι δεν χρειάζονταν πια η ενοχλητική προέκταση πάνω στην οποία θα μπορούσε να μπερδευτεί το πόδι του, με κίνδυνο να τραυματιστεί σοβαρά χωρίς να γίνει αντιληπτό από ΚΑΝΕΝΑΝ. Φανταζόταν, κάποιες φορές, τον εαυτό του σοβαρά τραυματισμένο και ακινητοποιημένο στο πάτωμα, ανήμπορο να σηκώσει ακόμα και το ακουστικό του τηλεφώνου του, και τον έπιανε κρύος ιδρώτας. Τύλιγε, λοιπόν, κουλούρα το καλώδιο της προέκτασης και το κουβαλούσε κι αυτό μαζί με το τηλέφωνο, όπου κι αν πήγαινε. Κάποια στιγμή, σκέφθηκε πως απέκτησε ακόμα έναν φίλο που τον κρατούσε από το χέρι προστατευτικά, όπως η μάνα το παιδί, και δάκρυσε…
Ακόμα περισσότερα χρόνια μετά, απέκτησε κινητό. Η χαρά του ήταν μεγάλη, όταν σκέφτονταν πως έτσι δεν θα χρειάζεται πια να είναι καθηλωμένος μέσα στο άχαρο εργένικο δυαράκι του, με το τηλέφωνο και την κουλούρα της προέκτασης στο χέρι, περιμένοντας να ακούσει το κουδούνισμά του, που το ΄χε μόνιμα καλού-κακού στη διαπασών, μην τυχόν και δεν το ακούσει. Δεν τον ένοιαζε που σίγουρα θα τρόμαζε πολύ, όπως κάποιες φορές συνέβη, όταν έτυχε να του τηλεφωνήσει κάποιος κατά λάθος…
Η αρχική του αισιοδοξία άρχισε ύπουλα να μετατρέπεται σε απόγνωση καθώς διαπίστωνε πως η μοναξιά ανάμεσα σε πολλούς είναι πολύ χειρότερη από τη μοναξιά του άχαρου εργένικου δυαριού του. Εκεί, τουλάχιστον, είχε την ψευδαίσθηση, αλλά και την ελπίδα, πως έξω τα πράγματα θα είναι καλύτερα, αρκεί κάποιος να βρει τη δύναμη να βγει από την ασφάλεια του σπιτιού του.
Ο καιρός πέρασε και κάποια στιγμή απέκτησε υπολογιστή, facebook και, με έναν μαγικό τρόπο, εκατοντάδες ψηφιακούς φίλους. Η χαρά του ήταν απερίγραπτη. Άρχισε να εκθέτει σε δημόσια θέα την προσωπική του ζωή, φωτογραφίες, εμπειρίες και ό,τι πολυτιμότερο είχε, με τη βεβαιότητα πως έτσι θα ΄ρθει ακόμα κοντύτερα με τους άλλους, πως επιτέλους θα αποκτήσει δικούς του πραγματικούς φίλους. Κάποια στιγμή, κοιτώντας τη σιωπηρή, σαν τη συσκευή του τηλεφώνου του οθόνη του υπολογιστή του, συνειδητοποίησε πως κανείς δεν του ζητά να δείχνει όσα ο ίδιος δείχνει, να ενδιαφέρεται να μάθει πως ο ίδιος νιώθει. Απλά, συλλέγει “likes” που, αν δεν του τα δώσει κάποιος «φίλος», νιώθει τόση μα τόση απογοήτευση. Συνειδητοποίησε, ακόμα, πως, στις συζητήσεις των διαφόρων ιστότοπων που συμμετέχει καθημερινά, δεν είναι τίποτα παρά ένας απρόσκλητος επισκέπτης που, είτε εμφανιστεί είτε όχι, κανείς δεν τον αναζητά, σε κανέναν δεν λείπει…
Συνειδητοποίησε έντρομος πως η μοναξιά δεν είναι πλέον μόνον ΑΠΟΜΟΝΩΣΗ αλλά και ΑΠΟΚΛΕΙΣΜΟΣ…
8 σχόλια - Στείλε ΣχόλιοΜητέρα,
μπόρεσα, τελικά, να βρω τη δύναμη να σου γράψω, αν και δεν είμαι σίγουρη γιατί το κάνω και τι θέλω να σου πω. Μου φέρθηκες τόσο σκληρά από μικρό παιδί που μου είναι ακόμα και τώρα δύσκολο να πιστέψω πως μία μάνα μπορεί να βασανίζει τόσο απάνθρωπα και ανελέητα το πλάσμα που έφερε η ίδια στον κόσμο και που εξαρτάται απόλυτα από αυτήν.
Δυστυχώς για μένα, ίσως και για σένα, έγινες αυτό που ποτέ δεν θα ΄θελες να είχες γίνεις -όπως μου έλεγες κάποιες φορές, όταν γλύκαινε κάπως το βλέμμα σου- δηλαδή σαν τη δική σου μητέρα. Όμως, ποτέ δεν έκανες κάτι γι΄αυτό. Νιώθω απέχθεια για σένα κάθε φορά που θυμάμαι πως αρνιόσουν πως είχαν συμβεί, γεγονότα που με έκαναν να παρακαλάω να πεθάνω γιατί δεν άντεχα τόσο ψυχικό πόνο και τόση σκληρότητα από σένα. Έρχονταν στιγμές που ένιωθα πως έχω τρελαθεί, πως είμαι πολύ κακός άνθρωπος που φαντάζομαι τέτοια πράγματα για την ίδια τη μητέρα μου. Δεν ήμουν, όμως, τρελή. Ακόμα και τώρα, όταν τα θυμάμαι, νιώθω ακόμα και το μέγεθος της απόγνωσης και της φρίκης που μου προκαλούσαν.
Θυμάσαι, όταν σε παρακάλεσα κάποια φορά να μη δουλεύεις τόσο πολύ για να σε βλέπω λίγο, τι απάντησες με εκείνο το τρομακτικό ειρωνικό σου ύφος; «Σιγά μη στερηθώ τα όμορφα πράγματα που θέλω να αγοράζω, μένοντας μαζί σου». Θυμάσαι, όταν ήμουν 8 χρονών που με ούρλιαζες, χωρίς να καταλαβαίνω γιατί, πως δεν πρόκειται όχι μόνο να μου πάρεις δώρο για τα γενέθλιά μου, αλλά και δεν θα σβήσω καν κεράκια σε τούρτα, επειδή δεν το αξίζω και πως δεν αξίζω καν να ζω; Έκλαιγα όλο το βράδυ μόνη μου στο δωμάτιό μου, μην τολμώντας να έρθω να σου πω να με λυπάσαι λίγο, αφού δεν μπορείς να μ΄αγαπάς.
Το πρωί των γενεθλίων μου, όμως, ήρθες και με ξύπνησες χαμογελαστή, δίνοντάς μου ένα φιλί στο μέτωπο. Νόμιζα πως ονειρεύομαι και δεν ήθελα να ξυπνήσω. Ήσουν, όμως, εσύ που είπες πως μου ετοίμασες πρωινό και πως μετά θα πάμε μαζί στην πόλη για να μου αγοράσεις ό,τι δώρο θέλω για τα γενέθλιά μου. Στη διαδρομή προς το κέντρο, μιλούσαμε και κάναμε σχέδια για το τι θ΄αγοράζαμε. Όταν, τελικά, είδα σε ένα κατάστημα μια μπλούζα, καθόλου ακριβή, για να μη ξοδέψεις πολλά χρήματα για μένα και ίσως θυμώσεις, έτσι το σκέφθηκα, εσύ άρχισες να με φωνάζεις μπροστά στον κόσμο, όπως τόσες άλλες φορές, για το πόσο αφελής και ανόητη είμαι που πίστεψα πως μου αξίζει δώρο γενεθλίων τόσο άχρηστη που είμαι. ‘Επαιξες αυτό το φρικτό θέατρο, μόνο κα μόνο για να με πληγώσεις ακόμα περισσότερο…
Σε μισώ γιατί μου στέρησες τον πατέρα μου. Σε μισώ για τα ατέλειωτα ψέματά σου. Σε μισώ γιατί ποτέ δεν μπόρεσα να εμπιστευθώ ή ν΄αγαπήσω κάποιον. Σε μισώ για όλα αυτά και για το πώς θα προτιμούσες να είχα πεθάνει παρά να έχω γεννηθεί. Σε μισώ γιατί με γέννησες, ενώ ποτέ σου δεν με θέλησες. Σε μισώ γιατί με γέννησες για να έχεις κάποιον να μισείς.
ΣΕ ΜΙΣΩ!!!
Θα ΄θελα, όμως, να ξέρεις πως βρήκα το κουράγιο να θέλω να συνεχίσω να ζω ή καλύτερα να αρχίσω να ζω. Δεν είμαι τόσο αδύναμη όσο και οι δυο μας τόσο λαθεμένα πιστεύαμε. Αφού γλύτωσα από τα νύχια σου, θα καταφέρω να αντέξω τα πάντα. Κανείς δεν θα με σταματήσει πια, ούτε καν ΕΣΥ! Σε μισώ γιατί ακόμα μου λείπεις αφόρητα, γιατί ακόμα ονειρεύομαι πως έρχεσαι, μου λες πως μ΄αγαπάς και πως θα ήθελες να είσαι η καλή μου μανούλα. Αυτό ήταν ό,τι δυσκολότερο μπορούσα να γράψω, μαμά.
ΜΑΜΑ, Σ΄ΑΓΑΠΩ!!!
ΥΓ. 1 Κάποια στιγμή, εντελώς διαισθαντικά, της ζήτησα να προσπαθήσει να γράψει μία επιστολή στη νεκρή μητέρα της, όπου να αναφέρει το οτιδήποτε θα ΄θελε να της είχε πει. Είχαν περάσει τρία χρόνια από το θάνατό της και, αντί του οποιουδήποτε πένθους, το απύθμενο μίσος για τη μητέρα της παρέμενε αναλλοίωτο, πνίγοντας κάθε άλλο συναίσθημα εντός της και μη επιτρέποντάς την να ζήσει. Ήταν μόνον 28 χρονών. Μετά από αυτή τη συμβολική αλλά και πραγματική ρωγμή του μίσους της, άρχισε κάτι να χαράζει σιγά-σιγά εντός της…
ΥΓ. 2 Το κείμενο το έγραψα με το δικό μου τρόπο, όπως το θυμόμουν…
16 σχόλια - Στείλε ΣχόλιοΥπάρχουν ακόμα πολλοί άνδρες που, στην ερώτηση αν μπορεί να υπάρξει φιλία ανάμεσα σε έναν άνδρα και μια γυναίκα, αποφεύγουν να απαντήσουν καταφατικά μην τυχόν και θεωρηθούν λιγότερο άνδρες, και άλλοι που απαντούν αρνητικά με τρόπο που περισσότερο υποδηλοί την ανάγκη τους να φανούν στους άλλους ως περισσότερο αρσενικά, παρά μια προσπάθεια επί της ουσίας απάντησης στο εν λόγω ερώτημα.
Η φιλία ανάμεσα σε γυναίκες και άνδρες είχε ιστορικά όλα τα προγνωστικά σε βάρος της. Η βαθιά και αληθινή φιλία είναι εφικτή μόνο μεταξύ ανδρών, έλεγε ο Αριστοτέλης, και η άποψη αυτή επηρεάζει τη θεώρησή μας περί φιλίας έως και σήμερα. Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, φιλία μπορεί να υπάρξει μόνο μεταξύ ισοτίμων, και η γυναίκα στην αρχαιότητα -και για πολλούς ακόμα και μέχρι τις μέρες μας- δεν θεωρούνταν ισότιμη του άνδρα, ούτε το ίδιο ευφυής και λογική όπως αυτός.
Οι ελάχιστες φιλικές σχέσεις μεταξύ ανδρών και γυναικών που υπήρξαν τους προηγούμενους αιώνες ήταν εφικτές εξαιτίας της ύπαρξης παραγόντων, όπως η ανώτερη κοινωνική τάξη και μόρφωση της γυναίκας, που αντιστάθμιζαν το κατώτερο της ανθρώπινης υπόστασής της. Μόνο τον 18ο και 19ο αιώνα αρχίζουν να αλλάζουν σταδιακά τα πράγματα και να θεωρούνται οι γυναίκες ως φορείς μιας ιδιαίτερης ευαισθησίας που τις καθιστά ενδιαφέροντες συνομιλητές…
Ένας άλλος πολύ σημαντικός παράγοντας επιρροής της θεώρησής μας για τη φιλία ανάμεσα στα δύο φύλα είναι η παντοκρατορία των ετεροφυλοφιλικών αξιών. Αυτό σημαίνει πως οι αξίες αυτές πολύ εύκολα παραπέμπουν σε ερωτισμό και ερωτική ποιότητα σχέσεων ανάμεσα στα δύο φύλα παρά σε φιλία. Η επικράτηση των μικροαστικών αξιών καθόρισε και το τι θεωρείται ως φυσιολογικό ακόμα και στον κόσμο των συναισθημάτων. Σύμφωνα με την μικροαστική ηθική, τα έντονα αισθήματα και η σεξουαλικότητα, ανάμεσα σε έναν άντρα και μία γυναίκα, επιτρέπονται μόνον εντός γάμου. Αυτή η μικροαστική ιδεολογία περί αγάπης καθόρισε, φυσικά, και τα όρια της φιλίας που άρχισε να περιορίζεται πλέον ανάμεσα σε άτομα που δεν έχουν καμία συγγενική ή ερωτική σχέση μεταξύ τους.
Σε αντίθεση με τις γυναίκες, η πλειοψηφία των ανδρών θεωρεί πως είναι αδύνατη η φιλία μεταξύ ανδρών και γυναικών. Γιατί συμβαίνει αυτό; Έχει να κάνει με τη βιολογία των δύο φύλων; Είναι θέμα τεστοστερόνης, σεξουαλικής ορμής ή δαρβινικής λογικής που θέλει τον άνδρα επιβήτορα από τη φύση του προς εξασφάλιση της διαιώνισης του είδους;
Εάν πρόκειται για θέμα βιολογίας -όπως πολλοί, κυρίως άνδρες, ατεκμηρίωτα υποστηρίζουν- τότε θα πρέπει να λυπόμαστε τους «κακόμοιρους» τους βιαστές που υπέκυψαν στην πρωτόγονη δύναμη της ανδρικής τους φύσης. Εάν υποθέσουμε πως καταργούνταν από αύριο όλες οι ποινές για το βιασμό, τότε θα πηγαίναμε πρωί-πρωί στο σπίτι της καλύτερής μας φίλης να τη βιάσουμε; Το παράδειγμα είναι ακραίο αλλά καταδεικνύει και το ακραίο του ισχυρισμού περί ανδρικής βιολογίας…
Δεν είναι παράλογο ένας άνδρας να σκεφθεί, να νιώσει ή να θελήσει να κάνει έρωτα με μία φίλη του. Αυτό, όμως, είναι εντελώς διαφορετικό από το να θεωρούμε πως δεν μπορεί να υπάρξει φιλία ανάμεσα στα δύο φύλα και αυτό να το αναγάγουμε σε μια παγκοσμίως ισχύουσα αλήθεια. Αν ίσχυε κάτι τέτοιο, τότε θα ήταν σαν να λέγαμε πως, επειδή κάποιος, που βρίσκεται σε μόνιμη σχέση ή είναι παντρεμένος, φαντασθεί ερωτικά μια άλλη γυναίκα αυτό είναι ταυτόσημο με απιστία ή με το ότι η σχέση ή ο γάμος του έχει πάψει να υφίσταται.
Υπάρχει, βεβαίως, διαφορά ανάμεσα σε έναν άνδρα που του αρέσει μία γυναίκα, η οποία δεν τρέφει ανάλογα για αυτόν αισθήματα, και ο οποίος γίνεται, μην έχοντας άλλη επιλογή, φίλος της, και σε έναν άλλον άνδρα που ποτέ δεν πλησίασε μία γυναίκα έχοντας ερωτικές επιδιώξεις, θέλοντας απλά τη φιλία της, επειδή την εκτιμά και τη θαυμάζει ως άνθρωπο. Ο πρώτος πιθανώς να έχει καταπιεσμένα αισθήματα που, ίσως με το χρόνο, πάψουν να υφίστανται, ο δεύτερος, όμως, μπορεί κάλλιστα να δημιουργήσει μια στενή φιλική σχέση με τη συγκεκριμένη γυναίκα.
Αν οι άνδρες καταφέρουμε να απαλλαγούμε από το σύνδρομο του επιβήτορα που μας κάνει να θέλουμε ή να πρέπει να καβαλήσουμε οποιοδήποτε θηλυκό κινείται στον βλεμματικό μας ορίζοντα, τότε ίσως γίνουμε απείρως πιο ερωτικοί, ίσως καταφέρουμε να συμφιλιωθούμε πρώτα με τον εαυτό μας και κατόπιν και με τη Γυναίκα, βλέποντάς την πρωτίστως -ακόμα και αν δεν είμαστε ερωτευμένοι μαζί της- ως Άνθρωπο με πολλές πιθανές ομορφιές και χάρες, και όχι μόνο ως ένα σώμα ή τμήμα σώματος για το οποίο χάνουμε σύντομα το ενδιαφέρον μας μόλις το γευτούμε…
Τα πράγματα αρχίζουν σιγά-σιγά να αλλάζουν(;), μα ο δρόμος εξακολουθεί να είναι μακρύς…
- Στείλε Σχόλιο