Ανίχνευσα και περιδιάβηκα το κορμί της από πάνω ως κάτω και το αντίστροφο. Σκαρφάλωσα στις πιο ψηλές κορφές της, γονάτισα, τις προσκύνησα, τις άγγιξα απαλά με τ΄ακροδάκτυλά μου και τις φίλησα σαν κάτι ιερό κι ευλογημένο. Αγνάντεψα από ΄κει πάνω τα οροπέδια και τις πεδιάδες της που φάνταζαν από ψηλά, με τη βοήθεια των παιχνιδισμάτων από το φως του ήλιου που πάει να ξαποστάσει, σαν φίνο βελούδο που όμοιό του δεν υπάρχει. Βυθίστηκα στα σκιερά φαράγγια της, ξεδίψασα απ΄τις πηγές τους και μύρισα αχόρταγα τις μοναδικές μυρουδιές τους.
Γνώρισα τη σοφία των γερόντων της, κάτω από αιωνόβιους πλάτανους σε πλατείες μικρών ορεινών χωριών, με τη συνοδεία της ντόπιας ρακής που ποτέ δεν σώνονταν και με τα συνοδευτικά της να μαρτυρούν το μοναδικό πλούτο και τη γονιμότητα της μάνας γης της…
Γνώρισα αγέρωχους βοσκούς που τα ηλιοσκαμμένα πρόσωπά τους ήταν πιστό αντίγραφο του άγριου ορεινού τοπίου γύρω τους…
Γνώρισα ψαράδες να κεντούν με απίστευτη μαεστρία τα λαβωμένα από την πάλη με τα άγρια κύματα δίχτυα τους, ρίχνοντας κάθε τόσο κι ένα βλέμμα προς το ανοιχτό πέλαγος που αναθεματίζουν μα, ταυτόχρονα, λατρεύουν…
Γνώρισα το Μάνο, μέσω ενός καλού μου φίλου από το Λασίθι που οργώνει τα βουνά και τα λαγκάδια του νησιού, άλλοτε μαζεύοντας βότανα και μυρωδικά, άλλοτε κυνηγώντας κι άλλοτε απλά και μόνο για να νιώσει το μεγαλείο της φύσης και τη μηδαμινότητα του Ανθρώπου μπροστά σ΄αυτό. Ο Μάνος, λοιπόν, ζει μόνιμα -με τη γυναίκα και τα δύο μικρά παιδιά του- σ΄ένα υψόμετρο γύρω στα 1 000 μέτρα, αρκούμενος, σχεδόν αποκλειστικά, σ΄αυτά που του δίνει η φύση. Άντρακλας θεριό στην όψη, μα τρυφερός στην ψυχή και βαθυστόχαστος στη σκέψη. Ανήκει στην κατηγορία εκείνων των ανθρώπων που εμείς οι υπόλοιποι δυσκολευόμαστε να κατανοήσουμε τα κίνητρα και τις επιλογές τους και που μας κάνουν να αρχίσουμε να αμφισβητούμε το τι πραγματικά μπορεί να σημαίνει ευτυχία και ποιο είναι το πραγματικό νόημα της ζωής…
Γνώρισα νιούς και νιές, σε παραδοσιακά πανηγύρια, να στροβιλίζονται εκστασιασμένοι στο ρυθμό του πεντοζάλη, βγαλμένο από τα σπλάχνα της λύρας με τη βοήθεια των δοξαριών μαέστρων λυράρηδων…
Προσκύνησα στο πέτρινο κυκλικό ναό του ορθόδοξου Αγίου των ερωτευμένων και της Αγάπης, του Άγιου Υάκινθου, στα ορεινά Ανώγεια και σε υψόμετρο 1 200 μέτρων, που κάθε χρόνο, στις 3 του Ιούλη, γιορτάζεται με διάφορες πολιτιστικές εκδηλώσεις και όμορφες μουσικές και τραγούδια ελλήνων και ξένων καλλιτεχνών…
Έφαγα στην εκπληκτική ταβέρνα στην είσοδο του φαραγγιού του Αγίου Αντωνίου, κάτω από τον παχύ ίσκιο των κισσών και των δένδρων και δίπλα ακριβώς από το μικρό ρέμα με τα κρυστάλλινα νερά που, αν θες, σε ξεδιψούν ή, αν προτιμάς, κλείνεις τα μάτια και γλυκά σε νανουρίζουν…
Δεν μπορώ να μην αναφέρω την όμορφη Χιόνα με το μοναδικό ταβερνάκι της πάνω στον λαξεμένο βράχο και θέα τα τυρκουάζ νερά του πελάγους που του φιλούν, άλλοτε πολύ τρυφερά και άλλοτε πολύ παθιασμένα, τα πόδια, φθάνοντας ακόμα ψηλότερα, λες και θέλουν να τον σφιχταγκαλιάσουν ή ακόμα και να τον καταπιούν…
Τέλος, έζησα την ευλογία του να ζεις και να μπορείς να απολαμβάνεις τη μεγαλοσύνη της φύσης και του Σύμπαντος, μέσα από τις υπέροχες Ανατολές, τα μοναδικά ηλιοβασιλέματα και τις συγκλονιστικές έναστρες νύχτες, καθισμένος, μέσα στην απόλυτη σιγαλιά, πάνω στη μισοβυθισμένη στη γη πέτρα, κάτω από την παμπάλαια ελιά της μικρής αυλής του παλιού πατρικού της Μαριάνθης, στο μικρό ορεινό χωριό με θέα το Λιβυκό πέλαγος και τους ατέλειωτους ελαιώνες που κατρακυλούν στην πλαγιά του βουνού μέχρι εκεί που αρχίζει η απεραντοσύνη του…
5 σχόλια - Στείλε Σχόλιο