Σε αυτό το άρθρο, θα δούμε γενικές γραμμές αντιμετώπισης της μελωδίας και της συνοδείας.
Είναι πολύ συνηθισμένο για τους αρχάριους μαθητές αλλά και για τους πιο προχωρημένους, να στοχεύουν περισσότερο στο να παίξουν ένα κομμάτι και με τα δύο χέρια, σε γρήγορη ταχύτητα, χωρίς να δίνουν σημασία στο ηχητικό αποτέλεσμα.
Όλοι οι δάσκαλοι επιμένουμε στο αργό παίξιμο όταν πρόκειται για την πρώτη μελέτη, αλλά δύσκολα πείθουμε τον μαθητή να κάτσει να κάνει αυτή την εργασία. Όμως η πραγματική απόλαυση στη μουσική μελέτη βρίσκεται ακριβώς εκεί.
Αυτό βέβαια δεν ισχύει μόνο για τους πιανίστες. Ισχύει για όλα τα όργανα, αλλά και για τους τραγουδιστές όπου συνηθισμένο λάθος είναι να τραγουδάνε τους στίχους λες και διαβάζουνε μενού εστιατορίου, δίνοντας σημασία μόνο στο να μην υπάρχουν φάλτσα, χάνοντας έτσι την ουσία που είναι για όλα τα μουσικά όργανα και για το τραγούδι η εξής: ο μουσικός περιγράφει στο κοινό του μια ιστορία και προσπαθεί να μοιραστεί μαζί του τα συναισθήματα και τις εμπειρίες της ιστορίας του.
Το κοινό δεν μετράει φάλτσα. Το κοινό ελπίζει να συγκινηθεί.
Όταν εμείς δεν έχουμε δώσει καμία βαρύτητα στο να περιγράψουμε την ιστορία μας, καθώς δεν υπάρχει κανένα σενάριο πίσω από αυτό που παίζουμε εκτός του «να μην κάνω λάθη, να παίξω/τραγουδήσω όλες τις νότες σωστά», τότε το κοινό βαριέται. Δεν έχουμε συγκινήσει κανέναν. Ούτε καν τον εαυτό μας.
Σε όλα τα στυλ μουσικής, υπάρχει πάντοτε η μελωδία που υποστηρίζεται από τη συνοδεία. Ακόμα και στα αντιστικτικά έργα, κάποιες φωνές έχουν συνοδευτικό ρόλο (να χρωματίσουν αρμονικά τη γραμμή της μελωδικής γραμμής) ενώ η μελωδία περνάει από τη μια φωνή στην άλλη.
Πόσο μάλλον στη σύγχρονη μουσική και ιδιαίτερα στο πιάνο, συνήθως το δεξί χέρι παίζει τη μελωδία ενώ το αριστερό χέρι συνοδεύει και χρωματίζει τη μελωδία με συγχορδίες που περιέχουν μέσα νότες της μελωδίας.
Εάν η μελωδία έχει μοιραστεί και σε αριστερό και σε δεξί χέρι, δουλειά μας είναι να την ανακαλύψουμε και να την κάνουμε να ξεχωρίζει σε ένταση όταν παίζουμε και με τα δύο χέρια.
Στο δεξί χέρι μάλιστα, μπορεί να έχουμε μεν τη μελωδία, αλλά παράλληλα να παίζουμε και συγχορδίες. Πάλι, η μελωδία πρέπει να ξεχωρίζει ενώ οι υπόλοιπες νότες που πατάμε ταυτόχρονα εκείνη τη στιγμή χρειάζεται να ακούγονται πιο χαμηλά σε ένταση (στο επόμενο άρθρο θα δούμε τεχνικές που μπορούν να μας βοηθήσουν να πετύχουμε αυτό το αποτέλεσμα).
Για να καταλάβετε τη σημασία αυτής της προσπάθειας που χρειάζεται να γίνει ώστε να ξεχωρίσει η μελωδία, φανταστείτε έναν τραγουδιστή που ενώ τραγουδάει το κουπλέ ενός τραγουδιού, έχει δίπλα του τον κιθαρίστα να «τα σπάει» σε ένταση ή να παίζει το σόλο της ζωής του «θάβοντας» έτσι τη μελωδία της φωνής. Ακριβώς το ίδιο πράγμα συμβαίνει όταν παίζουμε ένα κομμάτι οποιουδήποτε στυλ χωρίς να έχουμε κάνει τη δουλειά που χρειάζεται στη μελέτη μας. Νομίζουμε ότι παίζουμε καλά επειδή παίζουμε σε γρήγορη ταχύτητα χωρίς λάθη, αλλά το ηχητικό αποτέλεσμα είναι μια βαβούρα.
Η σωστή μελέτη θα μας χαρίσει επίσης έναν εξαιρετικό ήχο.
Μπορούμε να παρομοιάσουμε μια μελωδική γραμμή, ένα μουσικό θέμα, με μια λεκτική πρόταση, καθώς η σύνθεση της μουσικής δεν είναι παρά μετάφραση των σκέψεων και των εμπειριών, των συναισθημάτων που έχει ο συνθέτης.
Παράδειγμα:
«Ήθελα τόσο να σε δω εχθές» (πρώτο κομμάτι της μελωδικής γραμμής)
«αλλά εσύ βγήκες με τους φίλους σου» (δεύτερο κομμάτι μελωδικής γραμμής)
Όλες οι μελωδίες είναι χτισμένες με αυτή τη λογική. Οι μελωδίες έχουν καμπύλες που εμείς πρέπει να ακολουθούμε για να βγαίνει νόημα.
Η κάθετη ανάγνωση δεν μας βοηθάει να ακολουθήσουμε τις καμπύλες αυτές. Στην πραγματικότητα, όταν δεν έχουμε αντιληφθεί τις καμπύλες της μελωδίας παίζουμε τα τραγούδια ως εξής:
«Η - θε- λα το- σο να Ι σε Ι δω Ι ε-χθες» γιατί δίνουμε μεγαλύτερη σημασία στο ποιες νότες παίζονται ταυτόχρονα στο κάθετο παίξιμο της μουσικής (αριστερό-δεξί χέρι)
Στη μελωδική γραμμή, κάποιες νότες έχουν μεγαλύτερη σημασία από άλλες. Κάποιες ενδιάμεσες νότες μας οδηγούν σε πιο βασικές.
Παράδειγμα λάθος προσέγγισης:
Οι κάθετες γραμμές ανάμεσα στα πεντάγραμμα μας δείχνουν το λάθος τρόπο μελέτης που όμως είναι πολύ συνηθισμένος. Κάθε όγδοο δηλαδή, αντιμετωπίζεται σαν να είναι μελωδία από μόνο του. Σκεφτόμαστε κάθετα, παίζουμε κάθετα.
Παράδειγμα σωστής προσέγγισης:
Εάν αντιμετωπίσουμε τη μελωδική γραμμή με οριζόντια αντίληψη, θα δούμε ότι κάθε φθόγγος έχει απόλυτη σχέση με τον επόμενο και τον προηγούμενο. Στο συγκεκριμένο παράδειγμα όπου η μελωδία έχει στο πρώτο μέτρο επαναλαμβανόμενο σολ στη μελωδική γραμμή, κάθε σολ θα πρέπει να ακούγεται δυνατότερα από το προηγούμενο. Οι επόμενες νότες του μοτίβου χρειάζεται σταδιακά να χαλαρώσουν σε ένταση ώστε να βρεθούμε στην αρχική ένταση από την οποία ξεκινήσαμε. Εκεί, στο τέλος του δεύτερου μέτρου, έχουμε στην πραγματικότητα ένα κόμμα, που μας οδηγεί σε μια δεύτερη μουσική πρόταση η οποία είτε θα καταλήξει σε άνω τελεία είτε σε τελεία.
Το αριστερό χέρι χρειάζεται πάντοτε να ακούγεται χαμηλότερα από τη μελωδία. Ακόμα και το αριστερό χέρι έχει μια καμπύλη μελωδική γράμμη. Κάθε νότα του αριστερού χεριού οδηγεί σε κάποια άλλη. Εάν καταφέρουμε να δώσουμε και στο αριστερό χέρι χρωματισμούς σε ότι αφορά τις δυναμικές του, τότε θα έχουμε καταφέρει να γίνουμε εξαιρετικοί στην μουσική απόδοση των κομματιών με τα οποία καταπιανόμαστε (τεχνικές για να παίζουμε το αριστερό χέρι πιο χαμηλά σε ένταση από το δεξί θα δούμε στο επόμενο άρθρο).
Αν σου αρέσει να γράφεις για μουσικά θέματα, σε περιμένουμε στην ομάδα συντακτών του ιστορικού, ανεξάρτητου, πολυφωνικού, υγιούς και δημοφιλούς ηλεκτρονικού περιοδικού μας.
Στείλε το άρθρο σου
σχολιάστε το άρθρο