ελληνική μουσική
    518 online   ·  211.149 μέλη
    αρχική > e-Περιοδικό > Συνεντεύξεις

    Ο στιχουργός Σπύρος Γιατράς αποκαλύπτει τις ιστορίες των τραγουδιών του!

    Ο Σπύρος Γιατράς έχει γράψει τους στίχους σε πολλές από τις μεγαλύτερες επιτυχίες στην ιστορία της ελληνικής δισκογραφίας.

    Ο στιχουργός Σπύρος Γιατράς αποκαλύπτει τις ιστορίες των τραγουδιών του!

    Γράφει ο Κωνσταντίνος Παυλικιάνης (CHE)
    227 άρθρα στο MusicHeaven
    Δευτέρα 02 Απρ 2018

    Μπαίνοντας σ’ ένα κατάστημα οπτικών, το πιο φυσιολογικό πράγμα που θα δεις είναι οι προθήκες με τα γυαλιά. Στο κατάστημα, όμως, που διατηρεί ο Σπύρος Γιατράς το βλέμμα σου θα πέσει και στους χρυσούς και πλατινένιους δίσκους που κοσμούν τον τοίχο εκεί που τελειώνουν τα είδη οπτικών. Και αν είσαι και πιο προσεκτικός, θα προσέξεις τα λεξικά και τα βιβλία που βρίσκονται στο γραφείο του. Όλα αυτά μαζί, αποτελούν αναμφισβήτητα αντιπροσωπευτικό θέαμα της προσωπικότητας του Σπύρου Γιατρά. Αν δεν το γνωρίζεις, δύσκολα πιστεύεις ότι ο ιδιοκτήτης του καταστήματος αυτού έχει γράψει στίχους που έχει τραγουδήσει όλο το πανελλήνιο! Και όταν συζητήσεις μαζί του, εντυπωσιάζεσαι με τις γνώσεις που έχει και από το γεγονός ότι μπορεί να σου απαγγείλει εκ μνήμης ολόκληρα αποσπάσματα από έργα αρχαίων και σύγχρονων Ελλήνων -και όχι μόνο- συγγραφέων.

    Ο Σπύρος Γιατράς αποτελεί ξεχωριστή περίπτωση στιχουργού στην ελληνική δισκογραφία. Έχει γράψει τεράστιες επιτυχίες που έφτιαξαν ολόκληρες καριέρες αλλά και σημάδεψαν ζωές εκατομμυρίων απλών ανθρώπων με στίχους που γράφτηκαν σαν να μιλάνε στην καρδιά του καθενός από εμάς. Ο κατάλογος εντυπωσιακός:

    «Αν Δεν Είχα Και Σένανε» (Γιάννης Πάριος), «Της Γυναίκας Η Καρδιά», «Νομίζεις», «Καλύτερα Μαζί Σου Και Τρελός», «Μας Υποχρέωσες» (Στράτος Διονυσίου), «Όλα Τα ‘Δωσα Σε Σένα» (Δημήτρης Κοντολάζος), «Τηλέφωνο» (Θέμης Αδαμαντίδης), «Επειγόντως» (Δούκισσα), «Ένα Σου Σημάδι Μόνο» (Αντύπας), «Λέγε Ό,τι Θες», «Άλλοθι», «Δεν Πάω Πουθενά» (Βασίλης Καρράς), «Όλα Σ’ Αγαπάνε» (Αντύπας), «Ο Αετός», «Σώμα Μου», «Μήπως Είμαι Τρελός» (Νότης Σφακιανάκης), «Ένας Θεός» (Πλούταρχος), «Κατάσταση Εκτάκτου Ανάγκης» (Νίκος Μακρόπουλος) είναι ένα δείγμα μόνο, ενώ έχει γράψει και πολλές επιτυχίες για τα τρία πιο «καυτά» ονόματα της σημερινής αθηναϊκής νύχτας: τον Κωνσταντίνο Αργυρό, τον Νίκο Οικονομόπουλο και την Πάολα.

    Η συνέντευξη όμως έχει ως στόχο να αναδείξει κυρίως τις ιστορίες των τραγουδιών που κέρδισαν τη μάχη με το χρόνο -με κάποιες εξαιρέσεις- οπότε περιοριστήκαμε στις επιτυχίες του παρελθόντος.

    Σπύρος Γιατράς: Δεν μ’ αρέσει να μιλάω γιατί η σιωπή δεν κάνει ποτέ γκάφες. Καλύτερα να κάνεις κήρυγμα με τις πράξεις σου παρά με τα λόγια σου. Κι εμείς έχουμε συνηθίσει να κάνουμε κηρύγματα με τα τραγούδια μας. Η μάνα μου ήταν από την Κωνσταντινούπολη. Γεννήθηκε σε στρατόπεδο συγκέντρωσης. Είναι μια ιστορία πονεμένη. Ήτανε δούλα στο σπίτι του πατέρα. Τέλος πάντων… Από παιδάκι έγραφα, απλά πράγματα. Μετά, πιο πολύ ήμουν ποιητής. Γιατί έχω γράψει και ποιήματα καλά. Αυτός που μου άνοιξε, όμως, την πόρτα στη δισκογραφία ήταν ο Γιάννης Πάριος.

     

    ΑΝ ΔΕΝ ΕΙΧΑ ΚΑΙ ΣΕΝΑΝΕ – Γιάννης Πάριος
    (1983, μουσική: Αλέκος Χρυσοβέργης)

    Σ.Γ.: Η ιστορία του «Αν Δεν Είχα Και Σένανε» είναι λίγο διαφορετική από τ’ άλλα τραγούδια γιατί άρχιζε διαφορετικά. Αρχικά ο στίχος ήταν:
    «Την αγάπη της μάνας μου πιστεύω και ζω
    αλλιώς χαμένος θα ήμουνα σαν έναν ναυαγό
    που τον τρώνε τα ψάρια, τ’ ανθρωπόψαρα
    Βοήθα Παναγιά μου και μη χειρότερα.

    Την αγάπη της μάνας μου έχω και μ’ οδηγεί
    σ’ έναν πλανήτη έρημο, σε μια καμένη γη
    »

    Αρχικά ήταν να το τραγουδήσει ο Δημήτρης Μητροπάνος. Ο Μάτσας, όμως, είχε τη γνώμη ότι το τραγούδι αυτό έπρεπε ν’ αλλάξει στίχο γιατί ήτανε τετριμμένο το θέμα της μάνας και, όταν του είπα ότι το ‘χει πει ο Καζαντζίδης επιτυχημένα, εξεμάνη διότι ήταν την εποχή που είχε τη σύγκρουση με τον Καζαντζίδη. Το τραγούδι άλλαξε και έγινε:

    «Με προδώσαν οι φίλοι μου, μα να είσαι καλά
    που σα βράχος μού στάθηκες σε κάθε συμφορά.
    Μου κρατούσες το χέρι στα λασπόνερα
    Βοήθα Παναγιά μου και μη χειρότερα.

    Αν δεν είχα και σένανε, τι θα ήμουν στη γη
    Μπορεί αλήτης να ’μουνα, να ’χα καταστραφεί
    Όπου ρίξω το βλέμμα μου, μόνο πόνο θα δω
    και χιλιάδες παράπονα στον κόσμο αυτό
    Και βουλιάζει η ζωή μας στα λασπόνερα
    Βοήθα Παναγιά μου και μη χειρότερα
    ».

    Έτσι, παρόντος του Μάτσα, του Αχιλλέα Θεοφίλου και του συνθέτη, Αλέκου Χρυσοβέργη, το τραγούδι δόθηκε στο Πάριο. Περιττό να σου πω ότι όταν το τραγούδησε ο Πάριος έγινε μεγάλη επιτυχία. Πούλησε την πρώτη μέρα περισσότερα από 50.000 αντίτυπα κι ύστερα από ένα μήνα περίπου έγινε δύο φορές πλατινένιος. Μεγάλο σουξέ και το σημαντικότερο απ’ όλα είναι ότι ήτανε από τα λίγα ζεϊμπέκικα τα οποία έχουν παραμείνει διαχρονικά και το μεγάλο ζεϊμπέκικο του μεγάλου τροβαδούρου, του μεγαλύτερου Έλληνα τραγουδιστή από συστάσεως του ελληνικού πενταγράμμου, του Γιάννη Πάριου. Αυτό το τραγούδι ήταν κι η απαρχή μιας μεγάλης πόρτας, η οποία άνοιξε για τη μεγάλη επιτυχία που επακολούθησε όσον αφορά το δίσκο που είχε τίτλο «Όταν Βραδιάζει». Ο Μάτσας αναφέρει την ιστορία του τραγουδιού και στο βιβλίο του («Πίσω Απ’ Τη Μαρκίζα»). Ήταν ένα από τα μεγάλα περιστατικά της μεγάλης καριέρας του «πατριάρχη» της ελληνικής δισκογραφίας, του Μίνωα Μάτσα, και ακολούθησε ο γιος του, Μάκης Μάτσας. Αυτή ήταν η πρώτη μου μεγάλη επιτυχία. Όταν λέω «επιτυχία» δεν εννοώ με την έννοια του τραγουδιού το οποίο τραγουδήθηκε εκείνη την εποχή, αλλά είναι ένα τραγούδι το οποίο έχει πουλήσει πάνω από 1.000.000 αντίτυπα και εξακολουθεί και σήμερα να είναι σε όλα τα μαγαζιά τη νύχτα και τη μέρα. Είναι ένα μεγάλο τραγούδι, ένα τραγούδι ορόσημο που δονεί την καρδιά ενός έθνους.   Ο Γιάννης Πάριος είναι αγαπημένος μου φίλος. Όταν έφευγε από το σπίτι του, κοιμότανε στο σπίτι μου. Κι εγώ πήγαινα στο σπίτι του και στην Πάρο... Με τίμησε με τη φιλία του κι εγώ τον αγαπώ πολύ γιατί πιστεύω ότι ήταν η πόρτα που άνοιξε για μένα στην καριέρα. 

     

    ΜΗ ΖΗΤΑΣ ΠΟΛΛΑ - Θέμης Αδαμαντίδης
    (1983, μουσική: Αλέκος Χρυσοβέργης. Β' εκτέλεση: Νότης Σφακιανάκης, 1992)

    Σ.Γ.: Το «Μη Ζητάς Πολλά» έχει κι αυτό την ιστορία του. Το πρωτοείπε ο Αδαμαντίδης.
    «Αν δεν ακούσω την καρδιά μου να χτυπάει,
    πώς να σ’ το πω το σ’ αγαπώ;
    Το κάθε βήμα μου εκείνη το μετράει
    και δεν πιστεύει σ’ έναν ενθουσιασμό.

    Μη ζητάς πολλά
    έχω κουραστεί, έχω πληγωθεί,
    πώς να σ’ αγαπήσω;
    Μη ζητάς πολλά,
    έλα μια βραδιά κι άντε στο καλό,
    μη γυρίζεις πίσω.

    Αν δε σε νιώσω μες στις φλέβες μου σαν αίμα,
    πώς να σ’ το πω το σ’ αγαπώ;
    Ούτε γι’ αστείο δε θα πω αυτό το ψέμα
    γιατί η αγάπη είναι κάτι δυνατό
    ».

    Αυτό, λοιπόν, το τραγούδι ξεκίνησε από μια συζήτηση που είχα με μία φίλη μου που είχε απαιτήσεις από αυτόν με τον οποίο συνδεόταν. Και είπα ότι είναι καλύτερα να κοιμηθείς μ’ ένα παράπονο παρά να ξυπνήσεις με μία τύψη. Συνήθως σε μία σχέση ο καθένας δίνει ό,τι έχει. Δεν μπορεί να δώσει ό,τι δεν έχει. Κι αυτό είναι αλήθεια, γι’ αυτό ό,τι σήμερα είναι απόλυτο, αύριο είναι σχετικό. Το τραγούδι το είπε πρώτος ο Αδαμαντίδης. Ένας μεγάλος τροβαδούρος, πραγματικά ένας συγκλονιστικός τραγουδιστής, ο οποίος -με λύπη μου, γιατί τον αγαπώ πάρα πολύ και τον αναγνωρίζω- έχει αντίπαλο τον εαυτό του. Θα μπορούσε να ήτανε σε ένα πολύ διαφορετικό επίπεδο γιατί το αξίζει. Γιατί είναι μια φωνή σπάνια, γιατί είναι μια φωνή που θα μπορούσε να είναι η συνέχεια του μεγάλου Καζαντζίδη. Κάποια στιγμή, λοιπόν, αυτό το τραγούδι αφού έγινε μεγάλη επιτυχία, ο Ηλίας Μπενέτος, αυτός ο μεγάλος Έλληνας παραγωγός με τον οποίο κάναμε μαζί τον Σφακιανάκη και τον αναδείξαμε με τα τραγούδια τα μεγάλα, τον «Αετό», το «Σώμα Μου», το «Μήπως Είμαι Τρελός», το «Παράλληλα», το «Είσαι Ένα Πιστόλι», τις «Σκιές» και όλα τα μεγάλα τραγούδια του Σφακιανάκη -πάνω από 30 τραγούδια- μου λέει:
    - Δεν το λέμε στον Νότη να το πει;
    - Ηλία μου, ό,τι πεις εσύ. Εγώ δεν έχω αντίρρηση
    .

    Ο Μπενέτος ήτανε πάντοτε «ανιχνευτής» μεγάλων φωνών και μεγάλων τραγουδιστών. Πραγματικά το είπαμε, το δέχθηκε βεβαίως ο Σφακιανάκης, κι έγινε ένα τραγούδι το οποίο τραγούδησε κι αυτός με μεγάλη επιτυχία κι έχει μείνει κι αυτό ένα διαχρονικό τραγούδι, το οποίο ακούμε πολλές φορές στα νυχτερινά κέντρα.

     

    ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ Η ΚΑΡΔΙΑ – Στράτος Διονυσίου
    (1983, μουσική: Αλέκος Χρυσοβέργης)

    Σ.Γ.: Ο Στράτος Διονυσίου είναι η κορυφή των κορυφών του λαϊκού τραγουδιού. Άρχοντας, σοβαρός, υπεύθυνος, πάντα καλοντυμένος και καθαρός, μια μεγάλη φωνή, αιώνια φωνή, που είχαμε την τύχη και ο συνθέτης κι εγώ να γράψουμε γι’ αυτόν πολύ μεγάλα τραγούδια μέχρι τη στιγμή που έφυγε από κοντά μας. Ήτανε ένα τραύμα για μας, ειδικά για μας που η καριέρα μας ήταν συνυφασμένη με την καριέρα αυτού του μεγάλου τροβαδούρου, και δυστυχώς τον χάσαμε πολύ νωρίς. Έφυγε πολύ νέος ο Στράτος μας… Η ιστορία «Της Γυναίκας Η Καρδιά» είναι μια ιστορία που θα μπορούσε να πει κανείς ότι είναι διαφορετική από τις άλλες. Καθόμουνα ένα βράδυ εδώ, στη θέση που με βλέπεις. Ήταν ένα βράδυ του Γενάρη, βροχερό και πολύ κρύο, και προσπαθούσα να σκεφτώ κάποιο θέμα που με απασχολούσε και είχε σχέση με την καλλιτεχνία εκείνης της εποχής. Γιατί εκείνη την εποχή είχαμε, εκτός από τον Πάριο και τον Διονυσίου, τον Βοσκόπουλο, τη Μαρινέλλα, τον Αντύπα, και προσπαθούσα εκείνη την ώρα να συγκεντρωθώ και να κάνω μία αρχειοθέτηση ορισμένων τραγουδιών μας. Μέσα στη βροχή, λοιπόν, από τη βιτρίνα αυτή που είναι μπροστά σου, είδα έναν άνθρωπο που έγερνε και τσαλαπατούσε. Στο μυαλό μου δημιουργήθηκε μια εικόνα τραγωδίας, ενός ανθρώπου προδομένου, ενός ανθρώπου που υποφέρει, αλλά δεν ξέρω τι μ’ έπιασε εκείνη την ώρα και άνοιξα την πόρτα. Τον έβλεπα… Μου δημιουργήθηκε ένα ερώτημα κι ύστερα έκατσα πάλι εδώ, στο γραφείο. Ήθελα να του μιλήσω, αλλά δεν του μίλησα. Πιο πολύ τα φαντάστηκα. Αλλά κάποια στιγμή, την ώρα που έφευγε, ένιωσα την ανάγκη να ξαναβγώ. Αυτός είχε φύγει. Γύρισα, πήρα τη γραφίδα μου, είχα μια κόλλα μπροστά μου κι έγραψα:

    «Φτωχέ διαβάτη της βροχής
    και ταξιδιώτη της ζωής
    η προδοσία μιας γυναίκας σε βαραίνει.
    Μην πίνεις άλλο και μεθάς
    και τη ζωή σου μη χαλάς,
    είναι γραφτό ό,τι αρχίζει να πεθαίνει.

    Της γυναίκας η καρδιά είναι μια άβυσσος
    πότε κόλαση και πότε ο παράδεισος…
    »

    Ο πρώτος που άκουσε τον στίχο ήταν ο Γιάννης Πάριος. Και μου είπε τότε:
    - Μην γράψεις «Φτωχέ», γράψε «Σκυφτέ διαβάτη της βροχής».

    Όταν το είπε το τραγούδι στο στούντιο, ο Διονυσίου έγινε σαν παντζάρι. Κόκκινος. Εμείς ήμασταν απ’ έξω, αυτός ήτανε μέσα και βλέπαμε από το γυαλί. Τον είδαμε να γίνεται… τι να σου πω… Άλικος! Πορφυρός! Ήτανε τόσο συγκλονισμένος απ’ το τραγούδι κι όσο πήγαινε-πήγαινε και μόλις φτάνει στο στίχο «Της γυναίκας η καρδιά…» πετάξανε τα πάντα! Όπως έχω δει ανθρώπους να υποφέρουν ακούγοντάς το. Έγινε εθνικός ύμνος. Το τραγούδι το κάνανε επιτυχία οι γυναίκες. Περιττό να σου πω ότι θεωρείται μέσα στην πρώτη δεκάδα των μεγάλων ελληνικών τραγουδιών. Είναι συγκλονιστικό το τραγούδι. Η μουσική είναι του Αλέκου Χρυσοβέργη και τραγουδιέται παντού και πάντα. Το άκουσα σε όλες τις χώρες του κόσμου, σε όλους τους νομούς της Ελλάδος και είναι κάτι το οποίο πραγματικά με συγκινεί. Παραγωγός του τραγουδιού ήταν ο μεγάλος Γιώργος Μακράκης, ο οποίος έχει συνεργαστεί με τον Θεοδωράκη, τον Χατζιδάκι και είχε τους μεγάλους συνθέτες. Και σαν παραγωγός και σαν άνθρωπος είναι μια φυσιογνωμία αξέχαστη που πολλές φορές τηλεφωνάει και τα λέμε. Αυτή είναι με λίγα λόγια η ιστορία της «Γυναίκας Η Καρδιά». Το στίχο αυτό τον έχω δει γραμμένο σε μαγαζιά, το ‘χω δει γραμμένο σε αυτοκίνητα, το ‘χω δει γραμμένο σε φέιγ-βολάν, πού δεν το ‘χω δει γραμμένο; Κάποιος Κινέζος επιχειρηματίας το άκουσε και ρώτησε:
    - Τί λέει αυτό το τραγούδι;

    Του άρεσε φαίνεται η μουσική, γιατί τα λόγια δεν μπορούσε να τα καταλάβει, και ζήτησε να του εξηγήσουν τι λέει. Του είπαν τι λέει ο στίχος και ενθουσιάστηκε τόσο πολύ που μας έκανε ένα τηλέφωνο και είπε ότι θα ήθελε να πάμε να τον δούμε στην Κίνα, να πληρώσει τα εισιτήριά μας, τα διαφυγόντα κέρδη από τις δουλειές μας, και να πάμε να του πούμε γιατί ακριβώς γράψαμε αυτό το τραγούδι. Δεν πήγα αλλά ίσως μια μέρα, αν μου δοθεί η ευκαιρία και εξακολουθεί να τον ενδιαφέρει, να πάμε. Του άρεσε η φιλοσοφία. Είναι ένας λαός που έχει πολύ μεγάλη φιλοσοφία, με ιστορία και παραδόσεις. Έχει σημασία αυτό.

     

    ΜΕ ΦΟΒΙΖΕΙ ΤΟ ΑΥΡΙΟ – Θέμης Αδαμαντίδης
    (1984, μουσική: Αλέκος Χρυσοβέργης)

    Σ.Γ.: Κοίταξε, είναι το παρελθόν και το μέλλον που απασχολεί πάντοτε τον άνθρωπο. Αλλά το μέλλον είναι το παρελθόν που βγαίνει από άλλη πόρτα. Πραγματικά, όλους τους ανθρώπους τούς φοβίζει το μέλλον. Εκείνους που έχουνε συνείδηση, εκείνους που ξέρουν να είναι ελεύθεροι, να σκέφτονται και να δίνουν. Το «Με Φοβίζει Το Αύριο» είναι ένα τραγούδι που δεν είναι βέβαια ορόσημο στην καριέρα του Θέμη, γιατί γράψαμε μεγάλα τραγούδια για τον Θέμη, όπως το «Τηλέφωνο», το «Φοβάμαι», το «Μια Μεγάλη Εμπειρία» κ.ά, αλλά έκανε μεγάλη επιτυχία. Δείχνει στον άνθρωπο την ψυχολογική του κατάσταση όταν αντιμετωπίζει το αύριο. Είναι ένα τραγούδι που πραγματικά άρεσε στην εποχή του και έκανε μεγάλη «κατάσταση». Δεν ήταν της κλάσης των προηγουμένων τραγουδιών, αλλά ήταν ένα πολύ ωραίο τραγούδι. Ξέρεις, καμιά φορά υπάρχουν σημάδια στην καριέρα ενός στιχουργού που μένουν ανεξίτηλα κι υπάρχουν και τραγούδια τα οποία αρέσανε αλλά δεν έχουν τη δυνατότητα να μείνουν διαχρονικά.

    ΤΗΛΕΦΩΝΟ - Θέμης Αδαμαντίδης
    (1985, μουσική: Αλέκος Χρυσοβέργης)

    Σ.Γ.: Το «Τηλέφωνο» ήταν από τα σουξέ τότε. Ο Πετσίλας, ένας πολύ μεγάλος παραγωγός και άνδρας της Μούσχουρη, ήρθε ένα ωραίο πρωί και μας λέει:
    - Θέλω να μου γράψετε ένα τραγούδι που να ‘χει σχέση με το τηλέφωνο και να αναφέρεται σ’ αυτό.

    Ε, έγραψα τον στίχο, τον πήγα στον συνθέτη -πάλι ο Χρυσοβέργης- τον κοίταξε ο Αλέκος και έγραψε δύο versions. Αποφασίσαμε ποια είναι η καλύτερη και ο Πετσίλας το έβαλε σε προτεραιότητα και διαφημίστηκε πολύ. Έγινε μεγάλη επιτυχία. Έχει μείνει. Δεν είναι λαϊκό, είναι ελαφρό τραγούδι αλλά έχει κι αυτό την πλευρά του. Εμείς κάναμε τότε το δίσκο του Αδαμαντίδη, που στη μια πλευρά ήταν άκρως λαϊκό, με προμετωπίδα το «Φοβάμαι», και στη δεύτερη πλευρά προμετωπίδα ήταν το «Τηλέφωνο». Έγινε χρυσός και πλατινένιος.

    ΔΩΣ ΤΟΥ ΜΙΑ ΜΠΥΡΑ - Δημήτρης Κοντολάζος
    (1989, μουσική: Αλέκος Χρυσοβέργης)

    Σ.Γ.: Ε, εντάξει. Αυτό δεν ήταν ένα τραγούδι που έκανε καριέρα. Ακούστηκε ευχάριστα αλλά δεν είχε το μεγαλείο των άλλων και δεν μπορεί κανείς να το βάλει σαν ταυτότητα. Απλώς είναι ένα όμορφο τραγουδάκι. Είμαι σκληρός σ’ αυτό. Ο Δημήτρης Κοντολάζος είναι ένας μεγάλος τραγουδιστής, ένας τραγουδιστής με τον οποίο κάναμε μαζί πολλά τραγούδια με κορυφή το «Όλα Τα ‘δωσα Σε Σένα».  

     

    ΕΠΕΙΓΟΝΤΩΣ - Δούκισσα
    (1989, μουσική: Αλέκος Χρυσοβέργης)

    Σ.Γ.: Αυτό είναι μεγάλο σουξέ. Ήταν από τα μεγάλα σουξέ της Δούκισσας και είναι και πολύ σημαντικό στην καριέρα της. Τη μεγάλη αυτή κυρία -γιατί επρόκειτο περί μεγάλης κυρίας, ένα κορίτσι πανέμορφο, ένα κορίτσι σπουδαίο σαν άνθρωπος, σαν προσωπικότητα και σαν γυναίκα- τη θυμάμαι με πολύ αγάπη. Δεν υπάρχει πια στη ζωή μας. Το τραγούδι αυτό, το πήρε με χαρά. Εκείνη την εποχή δημιούργησε πολλούς οπαδούς. Το είπε πάρα πολύ ωραία. Είναι μία πολύ όμορφη στιγμή στη δημιουργία -γιατί η δημιουργία είναι μεγάλο πράγμα.

    ΝΟΜΙΖΕΙΣ - Στράτος Διονυσίου
    (1989, μουσική: Αλέκος Χρυσοβέργης)

    Σ.Γ.: Α, καλά! Αυτός είναι και ο τίτλος του δίσκου, ο προτελευταίος, του μεγάλου αυτού βάρδου, του «τρομακτικού» αυτού ανθρώπου, του «τρομακτικού» αυτού τραγουδιστή -με την έννοια ότι ήταν κάτι διαφορετικό από τους άλλους. Είχε μια μεγαλοπρέπεια. Σ’ αυτόν το δίσκο έγιναν 10 τραγούδια σουξέ! Το «Νομίζεις» είναι ένα τραγούδι που αναφέρεται στη σκέψη του ανθρώπου ότι κάτι συμβαίνει, αλλά δεν συμβαίνει αυτό, συμβαίνει κάτι αντίθετο απ’ αυτό που θέλει να πει. Δεύτερη φωνή έκανε η Κική Λουκά. Ήταν ένας δίσκος ο οποίος έμεινε ορόσημο. Ήταν κάτι διαφορετικό από τους άλλους. Μου έλεγε ο Μάτσας ότι δεν προλαβαίνανε τις παραγγελίες. Τους τελειώνανε τα αντίτυπα. Είναι ένας δίσκος που τον αγάπησα μ’ όλη τη δύναμη της ψυχής μου -γιατί αγάπη είναι το ενδιαφέρον για την ευτυχία του άλλου και τη δικιά μας, καλλιτεχνικά μιλάω πάντα. Ήμουνα ο πρώτος που πήγα στον Ευαγγελισμό όταν ο μεγάλος Διονυσίου «έφυγε». Ενώ από το «Νομίζεις» πήραμε μεγάλη δόξα, νιώθω κάθε φορά μια στεναχώρια γιατί ήταν κάτι το οποίο «έφευγε». Και δεν είχε ακόμη σιγάσει ο θόρυβος που είχε δημιουργήσει αυτός ο δίσκος και δυστυχώς χάσαμε τον μεγάλο Στράτο. Εμείς γράψαμε περισσότερα από 40 τραγούδια στον Στράτο, τα περισσότερα μεγάλες επιτυχίες, και ήτανε κάτι που είχανε ταυτίσει μαζί μας. Διονυσίου κι εμείς είμαστε ένα πράγμα. Δεν ξέρω τι μπορώ να πω. Ήμασταν σε μια περίοδο δημιουργίας μεγάλης κι ένα από τα όπλα μας, και μάλιστα ατομικό όπλο, βόμβα υδρογόνου, ήταν ο Διονυσίου. Το «Νομίζεις» έχει και λίγη, θα μπορούσα να πω, «μαγική εικόνα» του ανθρώπου ο οποίος σκέφτεται πέρα από τον εαυτό του, πέρα από το αύριο. Και καμιά φορά αναζητά τον εαυτό του μέσα στον εαυτό του. Αυτό ήταν το «Νομίζεις».

    ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΜΑΖΙ ΣΟΥ ΚΑΙ ΤΡΕΛΟΣ - Στράτος Διονυσίου
    (1989, μουσική: Αλέκος Χρυσοβέργης)

    Σ.Γ.: Αυτό έχει την ωραιότερη εικόνα. «Πέταξα τα σκεπάσματα και φόρεσα ό,τι βρήκα». Ήταν ένα τραγούδι που πραγματικά συγκίνησε όλο το πανελλήνιο τότε και τώρα και για πάντα, γιατί είναι ένα τραγούδι άμεσο. Έχει εικόνες. Τα τραγούδια τα δικά μας πετύχανε γιατί έχουνε εικόνες. Και όταν φτάνει στο απόγειο «Καλύτερα μαζί σου και τρελός, παρά μονάχος μου και λογικός» δείχνει όλη την ψυχολογία αυτουνού του ανθρώπου που αγαπάει. Και τη δικιά μας. Όλοι έχουμε αγαπήσει και, όπως έλεγε κι ο μέγας Μητροπάνος, «αλίμονο σ’ αυτούς που δεν αγάπησαν». Αυτό είναι πραγματικά ένα τραγούδι που δείχνει την ψυχολογία και την αίσθηση ενός ανθρώπου που αγαπάει και μέσα σ’ αυτό δείχνει την ψυχολογία και την αίσθηση του Έλληνα. Είναι ελληνικό γνώρισμα. Λέω πολλές φορές, αν δεν μπορείς να μ’ αγαπάς, θέλω να με μισήσεις. Πάντοτε συμβιβάζομαι με τις ακραίες λύσεις. Ο Έλληνας ή αγαπάει ή δεν αγαπάει. Ό,τι κάνει, το κάνει με ένταση. Το «Καλύτερα Μαζί Σου Και Τρελός» ήτανε για τον Διονυσίου. Όταν όμως ο μέγας Θεοφίλου, ο πρώτος τη τάξει Έλληνας παραγωγός, από Αλεξίου, Νταλάρα, Παπακωνσταντίνου, δεξί χέρι του Μάτσα και προσωπικός κι αγαπημένος μου φίλος, ένας άνθρωπος ο οποίος ήτανε ο ίδιος καλλιτέχνης μεγάλου βεληνεκούς και μεγάλη προσωπικότητα, ένας άνθρωπος ο οποίος έχει και κρίση σωστή και μόρφωση μεγάλη και εμφάνιση, άκουσε το «Καλύτερα Μαζί Σου Και Τρελός» είπε να πάρουμε ολόκληρο τον δίσκο του Διονυσίου. Αυτό ήτανε η αρχή και πήραμε ολόκληρο τον δίσκο. Ενθουσιάστηκε με το τραγούδι γιατί πραγματικά ήτανε πολύ σημαντικό τραγούδι.

     

    ΜΑΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΣ - Στράτος Διονυσίου
    (1989, μουσική: Αλέκος Χρυσοβέργης)

    Σ.Γ.: Ο Αχιλλέας Θεοφίλου έκανε για μένα ένα «ατόπημα». Από αγάπη βέβαια. Μου είπε:
    - Γιατί δεν γράφεις «Με υποχρέωσες»;
    - Αχιλλέα, το «Μας υποχρέωσες» έχει ειρωνεία. Είναι πιο δυνατό.

    Βέβαια, το κατάλαβε ο Αχιλλέας. Πουλιά στον αέρα έπιανε. Αυτή τη λέξη την έλεγε ο πατέρας μου. «Μας υποχρέωσες». Μου το έλεγε ειρωνικά όταν του έλεγα καμιά δικαιολογία για τα σφάλματα που έκανα -γιατί καμιά φορά δεν διορθώνεται το λάθος, διορθώνει αυτόν που το έκανε. Και όταν του έλεγα καμιά δικαιολογία φαιδρή, μου έλεγε:
    - Καλά. Μας υποχρέωσες!

    Από κει το πήρα και δημιουργήθηκε όλο αυτό το τραγούδι, το οποίο πραγματικά ήταν τρομερό. Όταν το έλεγε δε, ήτανε συγκλονιστικός. Έγινε μεγάλη επιτυχία, πολύ μεγάλη επιτυχία.

     

    ΕΓΩ ΑΓΑΠΗ ΜΟΥ ΕΓΩ - Βασίλης Καρράς
    (1991, μουσική: Αλέκος Χρυσοβέργης)

    Σ.Γ.: Αυτό ήταν ένα μέτριο τραγούδι αλλά ο Βασίλης, επειδή είναι ένας πολύ μεγάλος λαϊκός καλλιτέχνης -βάρδος πραγματικός, τιτάνας, γίγαντας!- το τραγούδησε κι ακούστηκε πολύ. Δεν είναι από τα μεγάλα του τραγούδια. Είναι απλά ένα καλό, ωραίο τραγούδι. 

    ΕΝΑ ΣΟΥ ΣΗΜΑΔΙ ΜΟΝΟ - Αντύπας
    (1991, μουσική: Αλέκος Χρυσοβέργης)

    Σ.Γ.: Αυτό είναι το καλύτερο τραγούδι της καριέρας του μεγάλου τραγουδιστή, του Αντύπα. Να έχεις υπόψη σου ότι φέτος το έζησα πολύ. Στο Club 22, όπου τραγουδούσε με τον Κιάμο, ο Αντύπας άρχιζε μ’ αυτό. Μόλις έβγαινε και έλεγε «Στείλε σε παρακαλώ, ένα σου σημάδι μόνο, μία ελπίδα για να ζω, να παλεύω με τον πόνο», έπεφτε το μαγαζί! Ουρλιάζανε σαν να ήτανε δαιμονισμένοι. Όλοι το τραγουδάγανε μαζί. Δεν έχω δει τόσο τρέλα. Χρόνια είχα να δω τέτοια τρέλα όπως είδα σ’ αυτό το τραγούδι. Μόνο στα μεγάλα μας τραγούδια, τα οποία είναι και πολλά. Δεν είναι λίγα. Όλοι οι άνθρωποι έχουνε πονέσει και περιμένουνε κάποια στιγμή κάτι να επανέλθει. Η επαναφορά είναι η ελπίδα του ανθρώπου. Κι όπως ξέρεις, η ελπίδα πεθαίνει τελευταία. Γι’ αυτό, λοιπόν, αυτό το τραγούδι άφησε εποχή και δεν θα σταματήσει ποτέ. Είναι πραγματικά ένα τραγούδι-τανκς. Σαρώνει. Πάντα θα σαρώνει. Πολύ επιτυχημένο. Η δε μουσική του είναι εκπληκτική. Γιατί ο συγκεκριμένος συνθέτης, ο Χρυσοβέργης, είναι τζαζίστας. Έχει μεγάλες δυνατότητες σαν συνθέτης και απόδειξη είναι οι μεγάλες επιτυχίες που έχουμε κάνει στην ελληνική μουσική σκηνή. Στο μουσικό βίντεο του τραγουδιού έπαιξε η Ελένη Μενεγάκη ντυμένη αεροσυνοδός κι ο Αντύπας πιλότος.

     

    ΛΕΓΕ Ο,ΤΙ ΘΕΣ - Βασίλης Καρράς
    (1991, μουσική: Αλέκος Χρυσοβέργης)

    Σ.Γ.: Εντάξει, εντάξει. Αυτά τώρα είναι μεγάλα σουξέ. Το «Λέγε Ό,τι Θες» δεν έχει μεγάλο στίχο αλλά έχει πολύ καλή μουσική. Γιατί είναι απλό: «Λέγε ό,τι θες λέγε, εγώ θα σ’ αγαπώ». Δεν έλεγε τίποτα ιδιαίτερο ο στίχος. Το κουπλέ λέει κάποια πραγματάκια που είναι σημαντικά αλλά στο ρεφρέν δεν έχει τίποτα αξιόλογο στιχουργικά, αλλά πέτυχε ο συνθέτης μουσική καλή. Είναι ελαφριά ωραία μουσική, ψυχολογικά όμορφη. «Εγώ θα σ’ αγαπώ», δεν πα να λες ό,τι θες. Σε γουστάρω και σ’ αγαπάω. Λέγε μου ό,τι θες. Σιγά το στίχο ρε παιδιά. Δεν το περιμέναμε ότι θα γνώριζε τόση επιτυχία. Εγώ είμαι πάντοτε διστακτικός. Προφήτης μετά το γεγονός δεν γίνεται κανένας. Η επιτυχία δεν εξαρτάται από σένα. Αυτό είναι το κακό.

    ΑΛΛΟΘΙ - Βασίλης Καρράς
    (1992, μουσική: Αλέκος Χρυσοβέργης)

    Σ.Γ.: «Άλλοθι». Συνήθως είναι οι δικαιολογίες που βρίσκουμε, οι οποίες δεν επαρκούν ή είναι χωρίς νόημα, και το σημαντικότερο πολλές φορές είναι ότι δεν έχουνε βάση. Όταν θέλουμε να δικαιολογηθούμε, συνήθως η δικαιολογία είναι χειρότερη από την πράξη! (γέλια). Θα σου πω μια ιστορία μ’ έναν βασιλιά, ο οποίος είπε στον πρωθυπουργό του:
    - Θα σε αλλάξω!
    - Γιατί να με αλλάξεις; Να με κάνεις πρωθυπουργό και για άλλα 5 χρόνια!

    Και του είπε ο βασιλιάς:
    - Θα σε κάνω αν κάνεις μία ελεεινή και άθλια πράξη αλλά η δικαιολογία να είναι χειρότερη από την πράξη.
    - Μάλιστα.

    Κι όπως καθότανε ο βασιλιάς και παρακολουθούσε την παρέλαση, πάει αυτός και του πιάνει τον κώλο! Του λέει ο βασιλιάς:
    - Τί κάνεις ρε;
    - Συγνώμη μεγαλειότατε! Νόμιζα ότι ήταν η βασίλισσα!

    (γέλια)

    Τα έκανε μπουρδέλο αυτός! Κατάλαβες;

    ΔΕΝ ΠΑΩ ΠΟΥΘΕΝΑ - Βασίλης Καρράς
    (1992, μουσική: Αλέκος Χρυσοβέργης)

    Σ.Γ.: Καλά, αυτό είναι η ταμπέλα του Καρρά. «Δεν πάω πουθενά, εδώ θα μείνω». Είναι ο άνθρωπος που του λένε «φύγε» κι αυτός δεν έχει σκοπό να φύγει. Δεν μετακινείται γιατί έχει τους λόγους του κι ο λόγος είναι πάντα η αγάπη. «Η αγάπη μου είσαι εσύ και δεν σ’ αφήνω». Δεν πάω πουθενά, εδώ θα μείνω. Ό,τι και να κάνεις, ό,τι και να πεις, ό,τι και να σκεφτείς, εγώ μένω εδώ. Δεν έχω τίποτε άλλο εκτός από σένα. Είναι ύμνος αγάπης αυτός. Είναι ένα συγκλονιστικό τραγούδι γιατί όχι μόνο έκανε τρομερές πωλήσεις, γιατί όχι μόνο τραγουδήθηκε παντού και θα τραγουδιέται πάντα, αλλά είναι κι ένα τραγούδι που δείχνει την απόγνωση ενός ανθρώπου, ο οποίος προσπαθεί να βρει μια αδιέξοδο σ’ αυτό που νιώθει αλλά τελικά δεν την βρίσκει. Μένει στα ίδια. Ξέρεις γιατί; Όσοι δεν έχουν όνειρα πεθαίνουν από έκπληξη. 

     

    ΕΙΣΑΙ ΕΝΑ ΠΙΣΤΟΛΙ - Νότης Σφακιανάκης
    (1992, μουσική: Αλέκος Χρυσοβέργης)

    Σ.Γ.: Αυτό είναι το μοναδικό τραγούδι που έδωσε τον τίτλο του σε άλμπουμ του Σφακιανάκη. Σε όλη του τη δισκογραφική δουλειά μέχρι σήμερα, κανένα CD του δεν έχει τίτλο από τραγούδι που είναι μέσα. Όλα έχουν άλλους τίτλους. Το «Είσαι Ένα Πιστόλι» είναι ο μοναδικός δίσκος που έχει τίτλο από τραγούδι. Η έμπνευση για τους στίχους του τραγουδιού είναι μια εικόνα που όταν μια γυναίκα σε διώχνει κι εσύ την αγαπάς πολύ, είναι σαν να έχει πάρει ένα πιστόλι και να σε πυροβολεί. Αυτή είναι η εικόνα που μου ήρθε στο μυαλό. Είναι άγριο τραγούδι. «Είσαι εφιάλτης», «με κυριεύεις», «σ’ αγαπώ κι ας είσαι μαύρη συμφορά». Όταν έγινε στίχος πια η εικόνα, ήταν τόσο περιγραφικός ο στίχος που πραγματικά έπιασε τον συνθέτη καλά. Έκανε πολύ καλή μουσική, πάρα πολύ καλή μουσική. Ως συνήθως. Κι είναι πολύ έξυπνο αυτό που έκανε ο Ηλίας Μπενέτος, αυτός ο μέγας παραγωγός, που έβαλε ένα τραγούδι στην αρχή της καριέρας του Σφακιανάκη που ήτανε επιθετικό. Είναι επιθετικό το τραγούδι. Δεν είναι τραγούδι αγάπης. Είναι ένα τραγούδι που θέλει να σε ξεσκίσει. «Είσαι ένα πιστόλι που με σημαδεύει». Μου ανοίγει τρύπες. Σκληρές λέξεις. Πέτυχε, λοιπόν, αυτό που έκανε. Έγινε μεγάλη επιτυχία και τραγουδιέται ακόμη. Ήταν η επίθεση που ήθελε να κάνει ο παραγωγός, ο οποίος παραγωγός το έχει στήσει καλά όλο αυτό. Ειδικά με τον Σφακιανάκη, αυτός ήταν η κορυφή.

    ΟΛΑ Σ’ ΑΓΑΠΑΝΕ - Σταμάτης Γονίδης
    (1992, μουσική: Αλέκος Χρυσοβέργης)

    Σ.Γ.: Αυτό είναι πολύ μεγάλο τραγούδι. Πάρα πολύ μεγάλο τραγούδι. Τρομερά μεγάλο τραγούδι! Το είπε ένας πολύ μεγάλος τραγουδιστής. Ο τραγουδιστής των πεντατονικών. Ο Σταμάτης Γονίδης είναι… αγλάισμα, είναι κάτι το ξεχωριστό. Φωνητικά δε, το είπε με τέτοιο τρόπο που ήτανε συγκλονιστικός. Πραγματικά έχω ακούσει όλες τις μεγάλες φωνές της Ελλάδος, από τον Τερζή μέχρι τον Διονυσίου και από τον μέγα Πάριο μέχρι τη Μαρινέλλα και τον Βοσκόπουλο -σ’ ένα τραγούδι μάλιστα του Βοσκόπουλου, το «Μη Ζητάς Ψυχή Δεν Έχω», έβαλα και τα κλάματα- αλλά όταν το άκουσα εκστασιάστηκα. Και έκταση ψυχής και έκσταση του πνεύματος. Νομίζω ότι είναι από τις ωραιότερες στιγμές του Χρυσοβέργη. Και νιώθω περηφάνεια και για τους στίχους αυτούς. Τους έχει ντύσει με τόσο ωραία μουσική αυτός ο μεγάλος συνθέτης… Το άκουσα και με τον Πάριο στο Μέγαρο Μουσικής. Έχω τόσες θύμισες μ’ αυτό το τραγούδι… Πολλές φορές το τραγουδάω και μόνος μου. Κι ας λέει ο Πάριος ότι άμα μιλάω κάθεσαι και μ’ ακούς και άμα τραγουδάω θες πόδια για να τρέχεις. Δεν τραγουδάω καλά. Αλλά καλύτερα παράφωνος παρά βουβός και άφωνος.    

     

    ΑΝ ΧΑΘΕΙΣ ΤΙ ΘΑ ΚΑΝΩ - Βασίλης Καρράς
    (1993, μουσική: Αλέκος Χρυσοβέργης)

    Σ.Γ.: Αυτό το τραγούδι είναι λίγο… «μπίτλικο». Είχε μια χαρά και μια εξομολόγηση ενός ανθρώπου ο οποίος είναι ερωτευμένος και φτάνει στο σημείο να πει «θα πεθάνω άμα φύγεις εσύ». Είναι βέβαια υπερβολή. Η υπερβολή είναι μια αλήθεια που έχει χάσει το ήθος της. Αλλά έχει μια ομορφιά γιατί, πραγματικά, πόσοι δεν είπαμε «αν μου φύγεις θα πεθάνω»; Είναι πολύ ωραίο τραγούδι. 

    ΜΑ ΕΣΥ ΜΕ ΚΑΙΣ - Νότης Σφακιανάκης
    (1993, μουσική: Αλέκος Χρυσοβέργης)

    Σ.Γ.: Αυτό είναι τραγούδι ψυχής για τον άνθρωπο που έχει προδοθεί και δίνει όλη του τη δύναμη στο γεγονός της υποδούλωσης μιας αγάπης που έχει δώσει αυτός κι αυτή τον πετάει σαν τη στάχτη του τσιγάρου. Τον σκορπάει. Μιλάει για την αδιαφορία μιας γυναίκας που πολλές φορές είναι συγκλονιστική και στην καρδιά ενός ανθρώπου είναι σημάδι ανεξίτηλο σ’ αυτόν που αγαπάει. 

     

    Ο ΑΕΤΟΣ - Νότης Σφακιανάκης
    (1994, μουσική: Αλέκος Χρυσοβέργης)

    Σ.Γ.: Αυτό γράφτηκε στην ταφόπλακα των παιδιών που σκοτώθηκαν για την πατρίδα. Είναι ο «εθνικός ύμνος» της Σχολής Ικάρων κι όλων των Βαλκανίων. Αυτό είναι το μεγαλύτερο ελληνικό τραγούδι γιατί, να σου πω, έχει και εικόνα. Έχει τρομερή εικόνα. Έχουμε ζηλέψει ο Αλέκος κι εγώ το «Είμ’ Αητός Χωρίς Φτερά» του Χατζιδάκι. Κι είπε ο Αλέκος να γράψουμε ένα τραγούδι πολύ δυνατό. Και το γράψαμε. Εγώ λέω «Ο αετός πεθαίνει στον αέρα, ελεύθερος και δυνατός / Της απονιάς όταν τον βρίσκει η σφαίρα, τον αγκαλιάζει ο ουρανός». Είναι ένα τραγούδι ονειρικό. Πιστεύω ότι είναι ένα τραγούδι στην κορωνίδα των κορωνίδων. Είναι πάρα πολύ μεγάλο. Τόσο μεγάλο τραγούδι σαν τον «Αετό» δεν υπάρχει. Ο «Αετός» είναι μόνος του και μετά είναι όλα τ’ άλλα. Αυτό είναι ένα βιβλίο της ελληνικής μουσικής που πρέπει να τραγουδιέται.

     

    ΝΤΑΒΑΤΖΗΣ - Νότης Σφακιανάκης
    (1996, μουσική: Αλέκος Χρυσοβέργης)

    Σ.Γ.: Αυτό είναι ένα τραγούδι που πραγματικά δείχνει μια μεριά ενός κόσμου της νύχτας. Όλοι ξέρουμε την έκφραση αυτή, όλοι την έχουν πει σε διαφορετικά επίπεδα, άλλοι «οικονομικοί νταβατζήδες», άλλοι «ερωτικοί νταβατζήδες», άλλοι νταβατζήδες χρυσού, χρημάτων, συναισθημάτων κ.ο.κ. Είναι ένα τραγούδι χαρακτηριστικό και που είχε το πιο ακριβό βίντεο την εποχή εκείνη. Γυρίστηκε στην Αίγυπτο και στοίχισε πανάκριβα. Πολύ καλό τραγούδι. Τραγουδάρα. Γαμώ τα τραγούδια! Είναι ένα τραγούδι που δείχνει μια κατάσταση, η οποία είναι ονειρική, φανταστική. Είναι και λίγο απωθημένο μου γιατί αυτούς τους ανθρώπους τούς σιχαινόμουνα από τη φύση μου.     

     

    ΣΩΜΑ ΜΟΥ - Νότης Σφακιανάκης
    (1996, μουσική: Αλέκος Χρυσοβέργης)

    Σ.Γ.: Αυτό είναι ξεχωριστό τραγούδι. Η καρδιά, η σκέψη, όλα παίζουν συμβουλευτικό ρόλο. Το βασικό πράγμα είναι το σώμα. Αυτό παίρνει τις αποφάσεις γιατί ζει αυτό που συμβαίνει. Τα άλλα είναι λίγο θεωρία. Γι’ αυτό ένας αλκοολικός είναι δύσκολο να ξεφύγει από τον αλκοολισμό ή ένας πρεζάκιας, ένας ναρκομανής. Γιατί το σώμα καθορίζει τα πάντα. Οι παλιοί λέγανε «Και γαρ ο μαι δειν τα του σώματος δυστυχήματα τοις της ψυχής επιτηδεύμασιν ιάσθαι καλοίς» (σ.σ.: Λυσίας, Υπέρ του Αδυνάτου), δηλαδή ότι μπορείς να θεραπεύσεις με τα προτερήματα της ψυχής τα ελαττώματα του σώματος. Είναι ψέμα. Το σώμα έχει βαρύνουσα γνώμη. Αυτό κάνει κουμάντο. Το σώμα έχει απαιτήσεις. «Του σώματος που θέλει και ζητεί» λέει ο Καβάφης στο ποίημα «Ομνύει»: «ν’ αρχίσει πιο καλή ζωή». «Αλλ’ όταν έλθ’ η νύχτα με την δική της δύναμι / του σώματος που θέλει και ζητεί, στην ίδια μοιραία χαρά, χαμένος, ξαναπηαίνει». Δηλαδή το σώμα νικάει την ψυχολογία. Δεν μπορεί κανείς να νικήσει το σώμα. Το βίντεο του τραγουδιού αναφέρεται στα ναρκωτικά. Σαν ιδέα είναι καλό το βίντεο κλιπ. Θα μπορούσε να ήτανε σεξουαλικό, θα μπορούσε να ήτανε χίλια δυο άλλα πράγματα, αλλά είναι επιτυχημένο γιατί η νίκη του σώματος επί της ψυχής είναι καθοριστική στο συγκεκριμένο τραγούδι. Αυτό το τραγούδι είναι εκτός της εποχής των ερωτικών. Είναι κάτι το ξεχωριστό. Αυτό είναι «έντεχνο» τραγούδι. Έντεχνο με την έννοια της πραγματικότητας. Δηλαδή, είναι έντεχνο αν λέει μια μαλακία και να μου λένε ότι αυτό δεν είναι έντεχνο επειδή η μουσική πάει «έτσι»; Εγώ δεν το πιστεύω. Το λέει κι ο Πορτοκάλογλου αυτό. Δεν υπάρχει έντεχνο και άτεχνο. Υπάρχει καλό και κακό τραγούδι.

     

    ΕΝΑΣ ΘΕΟΣ - Γιάννης Πλούταρχος
    (1998, μουσική: Αλέκος Χρυσοβέργης)

    Σ.Γ.: Αυτό είναι η αρχή μιας μεγάλης καριέρας. Είναι υπερβατικό τραγούδι. Πολύ μεγάλο τραγούδι. Είναι ένα τραγούδι έξω απ’ τ’ ανθρώπινα. «Στην περασμένη μας ζωή ήσουν λουλούδι κι ήμουν βροχή. / Δεν κάναμε έρωτα, δε φιληθήκαμε / στο χώμα γίναμε και ενωθήκαμε». Το είπε και πολύ καλά. Ο Πλούταρχος είναι πολύ μεγάλος τραγουδιστής. Είναι στα χνάρια του Πουλόπουλου. Το τραγούδι αυτό το έχασε ο Σφακιανάκης. Δεν το κατάλαβε.

     

    ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ - Νότης Σφακιανάκης
    (1998, μουσική: Αλέκος Χρυσοβέργης)

    Σ.Γ.: Κοίταξε να σου πω. Κι εσύ κι εγώ και όλοι μας, μέσα στο βάθος της ψυχής μας έχουμε μια κρυφή πλευρά του εαυτού μας. Μια αγάπη που δεν έγινε, που ξόφλησε άσχημα. Κι ύστερα την καλύπτουμε με κάτι άλλο, που πιθανόν να καλύπτει κι αυτό το πλευρό. Αλλά μένει κάτι μέσα. «Ήταν μια αγάπη δυνατή όμως στη δύσκολη στιγμή την παρατήσαμε. Χωρίς αιτία κι αφορμή πέσαμε πάνω σαν τρελοί και τη διαλύσαμε». Όλοι έχουμε μια τέτοια αγάπη παλιά μες στην ψυχή μας. Λένε για την πρώτη αγάπη και τα λοιπά. Κι εμένα η πρώτη μου αγάπη με περιφρόνησε. Θα σου πω όμως κάτι. Όταν φύγεις και πετύχεις, τους εγκατέλειψες. Όταν φύγεις και αποτύχεις, σε διώξανε.     

     

    ΜΗΠΩΣ ΕΙΜΑΙ ΤΡΕΛΟΣ - Νότης Σφακιανάκης
    (1999, μουσική: Αλέκος Χρυσοβέργης)

    Σ.Γ.: Έχει το ωραιότερο κουπλέ που έχω γράψει. «Το σχήμα του κορμιού σου στο κρεβάτι μου έχει μείνει κι εγώ στο πάτωμα κοιμάμαι». Είναι εικόνα, όμως, ε; Για να μην χαλάσει το σχήμα του κορμιού της στο κρεβάτι, κοιμάται στο πάτωμα. Τόση αγάπη πια. Μπορεί να ‘χεις πάει με 2, 3, 5, 10 γυναίκες, δεν ξέρω -ο καθένας λέει αριθμούς περίεργους κι εγώ δεν τα πιστεύω αυτά- υπάρχουν όμως γυναίκες που μπορεί σεξουαλικά να σε συγκλονίσανε. Μία τέτοια υπόθεση είναι αυτή. Είναι από μια γυναίκα που σε συγκλονίζει και μένει το ερωτικό της θέμα. Το κρεβάτι της. Μπορεί να ήτανε τίποτα αλλά το κρεβάτι της να ήταν συγκλονιστική εμπειρία. Η σχέση μπορεί να είναι και συναισθηματική αλλά η εμπειρία η σεξουαλική να υπερέβαινε τον συναισθηματισμό. Είναι πολύ μεγάλο τραγούδι κι έχει μια μουσική ιδιαίτερη γιατί ο συνθέτης εδώ βγάζει μια άλλη μουσική, η οποία πραγματικά ήταν εντυπωσιακή για ζεϊμπέκικο. Είναι ζεϊμπέκικο αλλά παράξενο. Έχει πετύχει κάτι διαφορετικό. Μεγάλο τραγούδι, μεγάλο σουξέ, μεγάλη μουσική, μεγάλη ερμηνεία. Δυστυχώς, ο Νότης θέλει να μιλάει. Αλλά δεν μπορώ να μπω μέσα στο μυαλό του. Γιατί αυτός, αν δεν έκανε αυτή την τακτική, οι ουρές που θα έκαναν για να τον ακούνε -γιατί ξέρεις ότι είχε το μεγαλύτερο fan club στην Ελλάδα- θα ήταν τεράστιες. Ο Νότης είχε αυτή τη δύναμη, γιατί είναι καλλίφωνος και «ιδιαιτερόφωνος», είναι πολύ σημαντικό αυτό που σου λέω. Πολιτικό άτομο να είναι, πολιτικοποιημένος ναι, να πιστεύει ό,τι θέλει, αλλά… δεν υπήρχε λόγος να ανακατευτεί με τον πολιτικό λόγο. Είδες τί σου ‘πα στην αρχή; Η σιωπή δεν κάνει ποτέ γκάφες. Νόμος. Τραγούδα. Αφού σε θέλουν όλοι. «Είναι γραφτό ό,τι αρχίζει να πεθαίνει», όπως έχω γράψει στο «Της Γυναίκας Η Καρδιά». Ό,τι έχει ακμή, έχει και παρακμή. Είναι νόμος αυτό. Ό,τι υπάρχει, ύστερα δεν υπάρχει. Ό,τι αρχίζει κάποτε τελειώνει. Όμως, μεταξύ αυτών υπάρχει μια λέξη. Τρόπος σκέψης, τρόπος διαγωγής και αξιοπρέπειας. Όταν τσαλαπατήσεις την αξιοπρέπειά σου και τα θάψεις όλα, δεν μένει τίποτα. Σβήνουν όλα. Ξέρεις πόσο απέχει η Κυριακή των Βαΐων από το Πάσχα; Εφτά μέρες. Οι ίδιοι που του φωνάζανε «Ωσαννά εν τοις υψίστοις», φωνάζανε και «άρον, άρον σταύρωσον Αυτόν»! Σε εφτά μέρες γίνανε όλα αυτά. Γι’ αυτό πρέπει να προσέχει κανείς. Χρειάζεται καλή διαχείριση.

     

    ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΕΚΤΑΚΤΟΥ ΑΝΑΓΚΗΣ - Νίκος Μακρόπουλος
    (2004, μουσική: Αλέκος Χρυσοβέργης)

    Σ.Γ.: Αυτό ήταν σε μια εποχή που όλοι ήμασταν σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης. Είναι γενικό. Όλοι οι άνθρωποι περνάμε αυτή τη στιγμή που πρέπει ν’ αποφασίσουμε με ποιους θα πάμε και ποιους θ’ αφήσουμε. Η ζωή δεν λογαριάζει τη μελαγχολία του καθενός. Κι έρχεται η στιγμή που θ’ αποφασίσεις με ποιους θα πας και ποιους θ’ αφήσεις. Εκείνη, λοιπόν, η στιγμή είναι η κατάσταση εκτάκτου ανάγκης. Αυτή η δύναμη που έχει ο άνθρωπος να πάρει μια απόφαση, γιατί έχει ανάγκη.

    Εδώ και περίπου 40 χρόνια υπάρχει μία συνεργασία, με αξιοθαύμαστη συνέπεια, με τον συνθέτη Αλέκο Χρυσοβέργη.

    Σ.Γ.: Είναι η χημεία. Έδεσε. Είχαμε και πολλά ενδιαφέροντα. Παίζαμε και μπάλα μαζί. Εκεί γνωριστήκαμε. Χτύπησε το πόδι του και τον πήγα σπίτι. Την ώρα που πηγαίναμε τον ρώτησα:
    - Τί δουλειά κάνεις;
    - Συνθέτης.
    - Κι εγώ γράφω.
    - Τί γράφεις; Φέρε να δω!

    Μέχρι τότε είχα γράψει κάτι τραγουδάκια με τον Πιτσιλαδή. Αλλά ο Πιτσιλαδής δεν ήταν λαϊκός. Ήταν καλό παιδί, με τα πιάνα του, καλός συνθέτης αλλά όχι λαϊκός. Με τον Αλέκο Χρυσοβέργη κάναμε μία πορεία μεγάλη. Μυθική πορεία. Ο Αλέκος είναι χαρισματικό άτομο. Και σαν χαρακτήρες είμαστε ο ένας διαμετρικά αντίθετος από τον άλλον. Τα ετερώνυμα, όμως, έλκονται και τα ομώνυμα απωθούνται. Δεν είμαστε ίδιοι, είμαστε δύο διαφορετικοί άνθρωποι. Καμία σχέση. Σημασία έχει το ταλέντο του. Του λες τον πιο διανοητικό στίχο επιπέδου 150% και τον πιάνει. Και γράφει μουσική πάνω εκεί. Εδώ είναι η μαγκιά. Και λες «τι κάνει αυτός τώρα»! Τα τραγούδια μας ήταν τραγούδια-ορόσημα και για τους τραγουδιστές και για τον κόσμο και για μας. Μας άρεσε να γράφουμε αυτό που αρέσει στον κόσμο, όχι αυτό που γουστάρουμε μόνο εμείς. Και είναι όλα τα τραγούδια μελετημένα και προσεγμένα. Δεν γράφαμε ό,τι να ‘ναι. Τα τραγούδια που γράφαμε και δεν ήταν αξιόλογα τα πετάγαμε. Είμαστε μαζί 37 χρόνια. Ό,τι γράψαμε μπήκε σε διάδρομο, μπήκε στην ιστορία της ελληνικής μουσικής σκηνής. Δεν έγραψα χιλιάδες τραγούδια, αλλά γίνανε πολλά επιτυχίες. Δεν αγαπούσα όλα τα «παιδιά» μου. Τα τραγούδια είναι τα «παιδιά» του στιχουργού και του συνθέτη. Εγώ δεν είπα ποτέ «τα τραγούδιαμου». Λέω «τα τραγούδιαμας». Γιατί αυτό είναι το σωστό. Δεν μπορείς να λες «τα τραγούδια μου». Γιατί άμα υπάρχουν δύο μαγαζιά και στο ένα μιλάνε ενώ στο άλλο παίζουν μουσική, εσύ πού θα πας; Εκεί που παίζουν μουσική. Δεν θα πας εκεί που μιλάνε. Βέβαια «εν αρχή ην ο λόγος». Έχουν ίση αξία λοιπόν. Να έχει ωραίο στίχο αλλά και η μουσική παίζει πολύ σημαντικό ρόλο. Να παντρευτεί η μουσική με το στίχο. Και να σου πω και κάτι; Δεν πήγαμε με τα νερά τους. Δεν κάναμε αυτό που θέλανε. Αλλά, αν κάνω αυτό που θέλει κάποιος άλλος, δεν θα ήμουν εγώ. Θα ήμουν οι άλλοι. Κατάλαβες; Κι η κόλαση είναι οι άλλοι. Έτσι είπε ο Σαρτρ. Συνεργάστηκα και με τους τέσσερις πυλώνες της ελληνικής δισκογραφίας: τους παραγωγούς Αχιλλέα Θεοφίλου, Γιώργο Μακράκη, Ηλία Μπενέτο και Φίλιππο Παπαθεοδώρου. Επίσης, είχα την τύχη να συνεργαστώ με μεγάλους συνθέτες και τραγουδιστές. Ο Πάριος είναι η δύναμη και η αδυναμία μου. Ο Βοσκόπουλος είναι η μεγάλη μου αγάπη. Μετά τον Πάριο. Πρώτος απ’ όλους είναι ο Πάριος. Και με τον Πάριο κοντά βάζω και τον Καρρά. Αυτοί είναι οι ψυχές μου. Το εργοστάσιο των ψυχών μου. Είναι πολύ σοβαρό αυτό που σου ‘πα. Ωστόσο είμαι ακριβοθώρητος. Τώρα επειδή ήρθες κι είσαι ένας νέος άνθρωπος και βασίζεσαι σ’ αυτά που σου λένε στιχουργοί και συνθέτες, μπορώ να σου πω ότι μαζί σου ανοίχθηκα λιγάκι και σου είπα κάποια πράγματα, τα οποία συνήθως δεν τα αναφέρω γιατί είναι προσωπικές οι πληροφορίες αυτές (σ.σ. αναφέρεται σε πληροφορίες που ΔΕΝ συμπεριλήφθηκαν στη δημοσίευση). Δεν θέλω να εμφανίζομαι πουθενά. Δεν μ’ ενδιαφέρει τόσο πολύ η προβολή μου. Με την έννοια της δουλειάς μου, μ’ αρέσει. Με την έννοια του «εγώ» δεν μ’ αρέσει γιατί τίποτα δεν κάνει τον άνθρωπο πιο γελοίο όσο η επιθυμία να φαίνεται σπουδαίος. Κι εγώ δεν έχω καμιά τέτοια επιθυμία. Αυτός που κάνει θόρυβο, να ξέρεις ότι είναι πάντα ο χαλασμένος τροχός.    





    Γίνε ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ

    Αν σου αρέσει να γράφεις για μουσικά θέματα, σε περιμένουμε στην ομάδα συντακτών του ιστορικού, ανεξάρτητου, πολυφωνικού, υγιούς και δημοφιλούς ηλεκτρονικού περιοδικού μας.

    Στείλε το άρθρο σου

    σχολιάστε το άρθρο


    Για να στείλετε σχόλιο πρέπει να είστε μέλος του MusicHeaven. Παρακαλούμε εγγραφείτε ή συνδεθείτε