ελληνική μουσική
    516 online   ·  210.830 μέλη
    αρχική > e-Περιοδικό > No_Music

    Ἀλέκος Παναγούλης - Ποίημα

    Ἂν χτυπήσουν τὴν πόρτα, μὴν ἀνοίξεις.
    Γράφει ο Φάντασμα (fantasma)
    3 άρθρα στο MusicHeaven
    Σάββατο 01 Δεκ 2007
    Ἀγωνίες
    Ἂν χτυπήσουν τὴν πόρτα, μὴν ἀνοίξεις.
    Ὅσο καὶ νὰ χτυποῦν.
    Πρέπει νὰ πιστέψουν πὼς τὸ σπίτι
    εἶναι ἀδειανό.
    Δὲν θὰ τὴ σπάσουν. Μὴ φοβᾶσαι.
    Ἂν τὴ σπάσουν,
    θὰ ξέρουμε πὼς μᾶς πρόδωσαν.
    Οὔτε κ᾿ ἐγὼ τὸ πιστεύω.
    Ναί, θὰ πυροβολήσω ἂν μποῦνε.
    Ἐσὺ δοκίμασε νὰ φύγεις.
    θὰ μπορέσεις.
    Γιὰ μᾶς θἆναι. Τόση ὥρα
    τριγυρίζουν τὸ σπίτι.
    Κύταξε ἀπ᾿ τ᾿ ἄλλο παραθύρι.
    Μὰ πρόσεχε.
    Ναί, βλέπω. Χτυπᾶνε ἀπέναντι.
    Μίλα σιγότερα.
    Ἀκοῦς; Φασαρία; Τί νὰ γίνεται;
    Κάποιον πιάσανε. Εἶναι γέρος.
    Τὸν χτυπᾶνε τὰ σκυλιά.
    Ἄτιμοι.
    Πόσους θὰ πιάσετε; θὰ μείνουν
    ὅσοι χρειάζονται καὶ περσότεροι.
    θὰ μείνουν καὶ δὲν θὰ σταυρώσουν
    τὰ χέρια.

    Ἀλέξανδρος Παναγούλης (1939 - Πρωτομαγιὰ 1976):
    πολιτικὸς ἀπὸ τὴν Ἀθήνα, ἀγωνιστὴς κατὰ τῆς δικτατορίας 1967-1974.




    σχολιάστε το άρθρο


    Για να στείλετε σχόλιο πρέπει να είστε μέλος του MusicHeaven. Παρακαλούμε εγγραφείτε ή συνδεθείτε

    #10564   /   01.12.2007, 00:22   /   Αναφορά
    ..τέτοιο σημάδι,αγώνα αδελφός

    τώρα σκοτάδι αύριο φως!
    #10565   /   01.12.2007, 01:56   /   Αναφορά
    Μ'αρεσε το πολυτονικο.
    #10577   /   01.12.2007, 15:16
    χαχα.... για να μαθαινουν οι νεώτεροι... :)

    #10566   /   01.12.2007, 11:32   /   Αναφορά
    "Πόσους θὰ πιάσετε; θὰ μείνουν

    ὅσοι χρειάζονται καὶ περσότεροι.

    θὰ μείνουν καὶ δὲν θὰ σταυρώσουν

    τὰ χέρια."



    Ναι!Ναι!







    Ενα ομορφο ποιημα για εναν μεγαλο αγωνιστη. Μπραβο σου!
    #10568   /   01.12.2007, 12:14
    Socrates-Pantelis, το ποίημα το έχει γράψει ο ίδιος ο Αλέκος Παναγούλης, στη φυλακή στο Μπογιάτι.



    Μπορείς να διαβάσεις ένα ενδιαφέρον άρθρο για τον ποιητή Παναγούλη, εδώ:

    http://www.ethnos.gr/article.asp?catid=11424&subid=2&pubid=145963




    #10569   /   01.12.2007, 12:48
    Oμολογω πως δεν εχω ασχοληθει με την ποιηση του Παναγουλη...κοινως μαυρα μεσανυχτα :-)

    Σ'ευχαριστω για την διευκρινιση. Ωστοσο μπραβο στο fantasma που το δημοσιευσε.

    #10576   /   01.12.2007, 15:15
    ειναι του ιδιου όπως καταλαβες...



    το εστειλα με σκοπο να προλάβω κοντα στην επετειο του πολυτεχνείου να δημοσιευτει..

    ..



    κι εγω δεν εχω ασχοληθει και πολυ να ειμαι ειλικρινης... παρ ολα αυτα ειναι πολυ ενδιαφερον ολη η σταση της ζωης του...



    ευχαριστώ..

    #10575   /   01.12.2007, 15:11   /   Αναφορά
    ορίστε το αφιέρωμα που αναφέρει ο vouliakis για να μη ψάχνετε:



    Στην αίθουσα του Στρατοδικείου Αθηνών, το πρωί της 17η Νοεμβρίου 1968, ο 29χρονος τότε Αλέξανδρος Παναγούλης στέκεται όρθιος στο εδώλιο του κατηγορουμένου και ακούει τη θανατική καταδίκη του.



    Δις εις θάνατον ήταν η απόφαση. Ο λόγος που δεν εκτελέστηκε ήταν ένας: η διεθνής κατακραυγή, που ξεσηκώθηκε μπροστά στο ενδεχόμενο να θανατωθεί ένας σύγχρονος Αρμόδιος ή Αριστογείτονας. Αυτός που στις 13 Αυγούστου 1968 αποπειράθηκε να σκοτώσει τον δικτάτορα Γεώργιο Παπαδόπουλο.



    Ο ίδιος έδειχνε να περιφρονεί τον θάνατο. Λίγες μέρες πριν, με την απολογία του στο Στρατοδικείο, είχε πει απευθυνόμενος στους δικαστές του, ότι το κύκνειο άσμα κάθε γνήσιου αγωνιστή είναι ο επιθανάτιος ρόγχος μπροστά στα πολυβόλα του εκτελεστικού αποσπάσματος.



    Η απολογία του ίσως αποτελεί το ωραιότερο ποίημα του Παναγούλη, ο οποίος, εκτός από μαχητής πολιτικός, υπήρξε και ποιητής. Δικοί του είναι οι στίχοι στο πασίγνωστο τραγούδι του Μίκη Θεοδωράκη «Πάλης ξεκίνημα...», που ακούγεται από χιλιάδες στόματα σε κάθε επέτειο του Πολυτεχνείου.



    Ο Αλέξανδρος Παναγούλης γεννήθηκε στη Γλυφάδα στις 2 Ιουλίου 1939. Ηταν ο δευτερότοκος γιος της Αθηνάς και του Βασίλη Παναγούλη, αξιωματικού του Στρατού Ξηράς.



    Ο μεγαλύτερος αδελφός του, Γιώργος Παναγούλης, προσπάθησε να δραπετεύσει από την Ελλάδα τις πρώτες μέρες του απριλιανού πραξικοπήματος, αλλά δολοφονήθηκε από τη χούντα. Ο μικρότερος αδελφός του είναι ο Στάθης Παναγούλης, βετεράνος του αντιδικτατορικού αγώνα και μετέπειτα βουλευτής.



    Ο Αλέξανδρος Παναγούλης είχε ενταχθεί από τα χρόνια της φοίτησής του στη Σχολή Μηχανολόγων Ηλεκτρολόγων του Μετσόβιου Πολυτεχνείου στις κεντρώες πολιτικές δυνάμεις. Ανήκε στην Οργάνωση Νέων Ενωσης Κέντρου, που μετονομάστηκε σε Ελληνική Δημοκρατική Νεολαία (ΕΔΗΝ). Μεταδικτατορικά ανέλαβε την προεδρία αυτής της οργάνωσης.



    Με την εγκαθίδρυση της δικτατορίας λιποτακτεί από το στράτευμα, όπου υπηρετεί τη θητεία του. Περνά στην παρανομία και ιδρύει την αντιδικτατορική οργάνωση «Εθνική Αντίσταση».



    Για ένα μικρό χρονικό διάστημα καταφεύγει στην Κύπρο για να επανέλθει γρήγορα στην Ελλάδα. Μαζί με στενούς συνεργάτες του σχεδιάζει την απόπειρα δολοφονίας του δικτάτορα.



    Είναι Τρίτη 13 Αυγούστου 1968, πρωί πρωί. Η αλεξίσφαιρη λιμουζίνα του Παπαδόπουλου, με τη συνοδεία μοτοσικλετών και αυτοκινήτων της Ασφάλειας, κατευθύνεται από το Λαγονήσι στην Αθήνα. Είναι η καθημερινή καλοκαιρινή διαδρομή του δικτάτορα.



    Στις 7.40 η αυτοκινητοπομπή περνά από ένα γεφυράκι, που βρίσκεται στο 31ο χιλιόμετρο της εθνικής οδού Αθηνών - Σουνίου. Κόβει ταχύτητα, γιατί υπάρχει στροφή. Μια τρομερή έκρηξη τραντάζει τον τόπο. Από τύχη σώζεται ο Παπαδόπουλος. Η Ασφάλεια ξεχύνεται προς τη μεριά της παραλίας, αναζητώντας τον δράστη.



    Μερικές ώρες αργότερα θα συλλάβουν μέσα σε μια σπηλιά τον Παναγούλη, που δεν είχε κατορθώσει να φτάσει έγκαιρα στην παραλία. Η βενζινάκατος που τον περίμενε δεν ήταν δυνατόν να περιμένει.



    Οδηγείται στο ΕΑΤ ΕΣΑ και βασανίζεται άγρια από τους Θεοφιλογιαννάκο, Μάλλιο και Μπάμπαλη. Δεν λυγίζει. Ο ίδιος απολογούμενος στο Στρατοδικείο θα πει:



    «Η ανάκρισις ήρχισε κλιμακουμένη από της περιοχής των γρονθοκοπημάτων, των εγκαυμάτων, της φάλαγγος και των ραυδισμών μέχρις και της περιοχής των σεξουαλικών βασανιστηρίων. Δεν αποδέχομαι την βίαν ως μέσον ούτε την πολιτικήν δολοφονίαν, αλλά εις την προκειμένην περίπτωσιν διά να αλλάξη η κατάστασις η οποία μας επεβλήθη διά της βίας, μόνον διά της βίας ημπορεί να αλλάξη. Δεν έχει σημασίαν ότι ημείς απετύχαμεν. Αλλοι έρχονται μετά από εμάς. Δεν υποχωρώ διότι γνωρίζω ότι το ωραιότερον κύκνειον άσμα οιουδήποτε πραγματικού αγωνιστού είναι ο επιθανάτιος ρόγχος προ του εκτελεστικού αποσπάσματος, παρά ενώπιον μιας τυραννίας, και αυτήν την θέσιν αποδέχομαι».



    Για τη στάση που τήρησε κατά την ανάκριση μίλησε ύστερα από μερικά χρόνια ένας από τους βασανιστές του, ο Θεοφιλογιαννάκος. Μίλησε στη δίκη των βασανιστών, στο πλαίσιο μιας εμετικής απολογίας:



    «Ο Παναγούλης ήταν ο μόνος που δεν λύγισε ποτέ. Ο υπ αριθμόν ένα αντιστασιακός. Οταν του είπα πως εγώ θα τον βοηθήσω να διαφύγει, αρκεί να πάει στο εξωτερικό και να μας αφήσει ήσυχους, μου απάντησε: "Λάθος πόρτα χτύπησες, Θεοφιλογιαννάκο. Ο Παναγούλης θα δραπετεύσει και θα βγει". Αυτός είναι αντιστασιακός».



    Ο ίδιος ο Ιωαννίδης τον επισκέφτηκε στο κελί του. Εκτός εαυτού φώναξε:



    «Εγώ θα σε τουφεκίσω, Παναγούλη».



    Για να πάρει την απάντηση:



    «Δεν έχεις αρχ...».



    Συγκατηγορούμενοί του στη δίκη ήταν οι Λευτέρης Βερυβάκης, Γιάννης Κλωνιζάκης, Νίκος Λεκανίδης, Νίκος Ζαμπέλης, Γιώργος Ελευθεριάδης, Γιώργος Αβράμης, Στάθης Γιώτας, Αρτέμης Κλωνιζάκης, Τζάννος Βαλασέλης, Αντώνης Πρίντεζης, Δημήτρης Τιμογιαννάκης, Αλέξανδρος Σιγάλας, Βασίλης Αναστασόπουλος και Μιχάλης Παπούλας.



    Ο Παναγούλης μεταφέρεται στην Αίγινα για να εκτελεστεί. Ομως, οι διεθνείς αντιδράσεις ήταν τέτοιες που απέτρεψαν τον τυφεκισμό. Ετσι τον φέρνουν στις Στρατιωτικές Φυλακές Μπογιατίου.



    Τον Ιούνιο του 1969 δραπέτευσε με τη βοήθεια του δεσμοφύλακά του Γιώργου Μωράκη. Δεν βρήκε ασφαλές καταφύγιο, με αποτέλεσμα να συλληφθεί έπειτα από πέντε μέρες.



    Οδηγείται προσωρινά σε στρατόπεδο στο Γουδή για να επιστρέψει πάλι στο Μπογιάτι, όπου του επιβάλλεται «ποινή του εντοιχισμού», όπως λέει ο ίδιος. Τον περιμένει η απομόνωση. Το κελί που έφτιαξαν ειδικά γι αυτόν ήταν κάτι σαν αντίγραφο τάφου. Αρκετές είναι οι απόπειρες δραπέτευσης που κάνει, αλλά χωρίς επιτυχία.



    Για να μπορέσει να αντέξει σ' αυτές τις ασφυκτικές συνθήκες αρχίζει να γράφει ποιήματα. Δεν σταματά να γράφει ακόμα και όταν του αφαιρούν το χαρτί και το μολύβι. Τότε τη γραφική ύλη αντικαθιστούν το αίμα του σαν μελάνι και ο τοίχος του κελιού σαν χαρτί.



    Η χούντα του πρότεινε την απονομή χάριτος, αλλά εκείνος αρνήθηκε. Απελευθερώθηκε τον Αύγουστο του 1973, όταν το καθεστώς των συνταγματαρχών προσπάθησε να εμφανιστεί με το προσωπείο της φιλελευθεροποίησης.



    Αυτοεξορίζεται στην Ιταλία. Γνωρίζεται με την Οριάνα Φαλάτσι. Η φημισμένη Ιταλίδα δημοσιογράφος, που πέθανε πρόσφατα, αποδίδει στον Παναγούλη την εξής φράση: «Δεν επεδίωξα να σκοτώσω έναν άνθρωπο. Επεδίωξα να σκοτώσω έναν τύραννο».



    Στις 17 Νοεμβρίου 1974, στις πρώτες μετά την πολιτική μεταβολή του Ιουλίου εκλογές, ο Αλέξανδρος Παναγούλης εκλέγεται βουλευτής με την Ενωση Κέντρου.



    Πρωτοστατεί στον αγώνα για την κάθαρση και τον εκδημοκρατισμό. Ερχεται σε σύγκρουση με το κόμμα του, από το οποίο αποχωρεί. Παραμένει στη Βουλή ως ανεξάρτητος βουλευτής.



    Την πρωτομαγιά του 1976 σκοτώνεται σε τροχαίο ατύχημα, στη λεωφόρο Βουλιαγμένης. Ο Τύπος της εποχής θεώρησε εξαιρετικά ύποπτο το συγκεκριμένο τροχαίο, δεδομένου ότι σε λίγες μέρες ο Παναγούλης θα αποκάλυπτε τα αρχεία της ΕΣΑ.



    ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ

    Αίμα για μελάνι, ο τοίχος για χαρτί



    Στη φρικτή απομόνωση των Φυλακών Μπογιατίου ο Αλέξανδρος Παναγούλης έγραψε μερικά εξαιρετικά εμπνευσμένα ποιήματα. Πολλοί τα κατατάσσουν στις πρώτες γραμμές της στρατευμένης λογοτεχνίας.



    Οι συνθήκες υπό τις οποίες έγραφε ήταν συχνά τραγικές. Οι ανθρωποφύλακες του αφαιρούσαν το χαρτί και το μολύβι. Ετσι χρησιμοποιούσε σαν γραφική ύλη το αίμα του. Το περιγράφει ο ίδιος σ' ένα του ποίημα με τον τίτλο «Η διεύθυνσή μου».



    Ενα σπιρτόξυλο για πέννα/αίμα στο πάτωμα χυμένο για μελάνι/το ξεχασμένο περιτύλιγμα της γάζας για/χαρτί/Μα τι να γράψω;/Τη Διεύθυνσή μου μονάχα ίσως προφτάσω/Παράξενο και πήζει το μελάνι/Μες από φυλακή σας γράφω/στην Ελλάδα.



    Γράφτηκε στις Στρατιωτικές Φυλακές Μπογιατίου στις 5 Ιουνίου 1971, έπειτα από ξυλοδαρμό.



    Τρεις είναι οι ποιητικές συλλογές που εκδόθηκαν στην Ιταλία διαρκούσης της χούντας. «Το πρώτο Μπογιάτι», «Το δεύτερο Μπογιάτι» και «Μέσα από τη φυλακή σας γράφω, στην Ελλάδα». Γνωστότερο απ όλα τα ποιήματά του είναι το «Πάλης ξεκίνημα», που μελοποίησε ο Μίκης Θεοδωράκης.



    Πάλης ξεκίνημα, νέοι αγώνες/Οδηγοί της ελπίδας οι πρώτοι νεκροί./Οχι άλλα δάκρυα, κλείσαν οι τάφοι/Λευτεριάς λίπασμα οι πρώτοι/νεκροί./Λουλούδι φωτιάς βγαίνει στους/τάφους/Μήνυμα στέλνουν οι πρώτοι/νεκροί./Απάντηση θα πάρουν ενότητα κι/αγώνα/Για να χουν ανάπαυση οι πρώτοι/νεκροί.



    Η «Διαδρομή» είναι ένα ποίημα παλίντονο και πυρωμένο. Οταν το διαβάσει κανείς δεν το ξεχνά.



    Τρία βήματα μπροστά/και τρία πίσω πάλι./Χίλιες φορές την ίδια διαδρομή/Εξη χιλιάδες βήματα.../Ο σημερινός περίπατος με κούρασε/ίσως γιατί τα βήματα μετρούσα/Τώρα σταμάτησα/μα αύριο/αντίθετα θα αρχίσω να βαδίζω/(η ποικιλία ομορφαίνει τη ζωή)/και κάτι άλλο σκέφτομαι/μικρότερα τα βήματα αν κάνω/τέσσερα - τέσσερα μπορεί να τα μετρώ!/Καλά το σκέφτηκα/Πιο όμορφη να γίνει η διαδρομή!...



    Σε καβαφικό ύφος είναι γραμμένη η «Σκιά».



    Είναι κι αυτό σπαρακτικό.



    Αγάπησα το Φως πολύ/Ετσι κατόρθωσα ένα κερί ν ανάψω/και το θαμπό, το λιγοστό του φως, το κέρναγα/Μα πριν χαρά να νιώσω και γι αυτό/μ απελπισία είδα βαρύ/να ρίχνω αλλού και το σκοτάδι/Αφού το ίδιο φως που εγώ κρατούσα/με του κορμιού μου τη Σκιά/σκοτάδι γέμιζε τις στράτες που περνούσα.



    Οι συνθήκες τρομοκρατίας που επικρατούσαν στις γειτονιές στα χρόνια της χούντας περιγράφονται με ένταση στο ποίημα «Αγωνία». Εκφράζεται όμως και η πεποίθηση ότι παρά τις απώλειες οι τάξεις της αντίστασης θα πυκνώνουν.



    Αν χτυπήσουν την πόρτα, μην ανοίξεις/Οσο και να χτυπούν./Πρέπει να πιστέψουν πως το σπίτι/είναι αδειανό./Δεν θα τη σπάσουν. Μη φοβάσαι/Αν τη σπάσουν/θα ξέρουμε πως μας πρόδωσαν/Ούτε κ εγώ το πιστεύω./Ναι, θα πυροβολήσω αν μπούνε./Εσύ δοκίμασε να φύγεις/θα μπορέσεις./Για μας θάναι. Τόση ώρα/τριγυρίζουν το σπίτι./Κύταξε απ τ άλλο παραθύρι/Μα πρόσεχε./Ναι, βλέπω. Χτυπάνε απέναντι/Μίλα σιγότερα./Ακούς; Φασαρία; Τι να γίνεται;/Κάποιον πιάσανε. Είναι γέρος./Τον χτυπάνε τα σκυλιά/Ατιμοι./Πόσους θα πιάσετε; Θα μείνουν/όσοι χρειάζονται και περσότεροι./θα μείνουν και δεν θα σταυρώσουν/τα χέρια.



    Η «Υπόσχεση» γράφτηκε στην απομόνωση του Μπογιατίου τον Φεβρουάριο του 1972. Γράφτηκε όχι για να δικαιολογήσει τα δάκρυα που ο πόνος και η οργή ανέβαζαν στα μάτια, αλλά για να επιβεβαιώσει μια απόφαση.



    Τα δάκρυα που τα μάτια μας/θα δείτε ν αναβρύζουν/ποτέ μην τα πιστέψετε/απελπισιάς σημάδια./Υπόσχεση είναι μοναχά/γι Αγώνα υπόσχεση».



    ΘΟΔΩΡΗΣ ΡΟΥΜΠΑΝΗΣ



    (ethnos.gr)
    #10582   /   01.12.2007, 19:34   /   Αναφορά
    ήρωας...
    #13114   /   17.04.2008, 15:25   /   Αναφορά
    Όμορφο... Και σε πολυτονικό!