ελληνική μουσική
    573 online   ·  210.844 μέλη
    αρχική > e-Περιοδικό > Καμία Συμπάθεια για τον Διάβολο

    Τα 100 Καλύτερα Albums Όλων Των Εποχών Νο. 87: Wall (Pink Floyd, 1979)

    Οι Pink Floyd μπήκαν υποτιμημένοι στη δεκαετία του ’70 με το Atom Heart Mother και βγήκαν υπερτιμημένοι με το Wall

    Τα 100 Καλύτερα Albums Όλων Των Εποχών Νο. 87: Wall (Pink Floyd, 1979)

    Γράφει ο Γιώργος Μπιλικάς (Orfeus)
    223 άρθρα στο MusicHeaven
    Πέμπτη 16 Φεβ 2017

    Οι Pink Floyd, είναι μία από τις πιο σπουδαίες μπάντες στην ιστορία της ροκ μουσικής και δεν πιστεύω να υπάρχει κάποιος που να διαφωνεί σ’ αυτό. 

    Δεν υπάρχει κανείς που να μην έχει ακούσει το DSOTM, το Wall, ή το WYWH και να μην τους έχει τοποθετήσει σε υψηλό επίπεδο. Και κομμάτια από αυτά τα συγκεκριμένα albums, είναι από τα πιο πολυπαιγμένα στο ραδιόφωνο. Αυτό μπορεί να είναι πολύ όμορφο, αλλά μπορεί και να μην είναι. Σε αντίθεση όμως με την τεράστια επιτυχία τους και το τεράστιο έργο που έχουν προσφέρει, λίγοι άνθρωποι τους “γνωρίζουν”. Αν σταματήσεις κάποιον στο δρόμο και του ζητήσεις να σου πει τίτλους από albums των Floyd, είμαι σίγουρος ότι οι 99 στους 100, θα σου πουν τo Wall, ή ίσως και το WYWH. Το θεωρώ άδικο να συμβαίνει αυτό, γιατί οι Pink Floyd, δεν είναι μόνο αυτά. 

    Συμφωνώ ότι το Comfortably Numb και το Another Brick in the Wall είναι υπέροχα τραγούδια, αλλά …έλεος! Οι Floyd δεν είναι μόνο αυτά. Πού είναι το Astronomy Domine, το Cymbaline, το San Tropez, το Pillow of Wings, το Time, το One of These Days ή το περίφημο Echoes; Πού είναι όλα αυτά;

    H λίστα των Rock Albums, του περιοδικού Rolling Stone, δίνει από 5 αστέρια στα DSOTM & WYWH, δίνει 4 στο Wall, και στα υπόλοιπα δίνει 2 ή 3. Αυτό σημαίνει ότι η πλειονότητα, δέχεται ότι “γνωρίζει” το γκρουπ από αυτά τα 3 albums. Πώς είναι όμως δυνατόν να αγνοούνται albums όπως τα Piper at the Gates of Dawn, Ummagumma, Atom Heart Mother, Meddle, Obscured by Clouds; Πώς είναι δυνατόν να αγνοείται το περίφημο και κορυφαίο Animals;

    Οι Pink Floyd δεν ήταν ΤΟ αγαπημένο μου γκρουπ. Ήταν όμως, ΑΠΟ τα αγαπημένα μου. Πρόκειται βέβαια –όπως έγραψα και πριν- για μία από τις πιο αξιοσημείωτες μπάντες στην ιστορία, παρ’ όλο που δεν είχαν την μουσικότητα που είχαν μπάντες όπως οι Who, την μελωδικότητα που είχαν οι Beatles, τον “αέρα” που είχαν οι Rolling Stones, ή την πολυπλοκότητα στη σύνθεση που είχαν οι Jethro Tull. Θεωρητικά, δεν είχαν τίποτα. Απέδειξαν όμως, ότι αν μπορείς να “ριχτείς” και να “χαθείς” μέσα στον ήχο σου, μέσα σ’ αυτό που εσύ δημιουργείς, τότε ξεπερνάς την οποιαδήποτε “αδυναμία” και μπορείς όχι μόνο να επιπλεύσεις, αλλά και να ανταγωνιστείς επάξια τους συναγωνιστές σου. 

    Η Ιστορία

    Στα τέλη της δεκαετίας του '60, στο Cambridge της Aγγλίας οι Syd Barrett, Roger Waters, Nick Mason και Rick Wright σχημάτισαν τους Pink Floyd Sound, που πήραν το όνομά τους από ένα album των Blues μουσικών από τη Georgia, Pink Anderson & Floyd Council

    Λίγο αργότερα "συντόμευσαν" το όνομά τους σε Pink Floyd και εντάχθηκαν δυναμικά στο Βρετανικό ψυχεδελικό κίνημα, με εμφανίσεις στο φημισμένο κλαμπ UFO, δίνοντας μουσική έμφαση στον αυτοσχεδιασμό και ιδιαίτερο βάρος στα οπτικά εφέ και τους ειδικούς φωτισμούς κατά τις ζωντανές τους εμφανίσεις. Tο 1967 το ντεμπούτο album τους με τίτλο The Piper At The Gates Of Dawn, έδινε το στίγμα του Βρετανικού "καλοκαιριού της αγάπης". 

    O Barrett συνεισέφερε το μεγαλύτερο μέρος του υλικού, σταδιακά όμως η κατάχρηση παραισθητικών ναρκωτικών τον έκανε να χάνεται μέσα στον εαυτό του με σοβαρά προβλήματα επικοινωνίας. 

    Tα υπόλοιπα μέλη, φοβούμενα μια συνολική κατάρρευση του συγκροτήματος, πρόσθεσαν στη σύνθεση τον Dave Gilmour  τον Φεβρουάριο του 1968. H αποχώρηση του Barrett, ήρθε τον Aπρίλιο σαν φυσικό επόμενο. 

    Oι Pink Floyd συνέχισαν με τα albums A Saucerful Of Secrets, More & Ummagumma, ενώ η μαγνητοσκόπηση της live εμφάνισής τους στον ηφαιστειακό κρατήρα της Πομπηίας επρόκειτο να γίνει ένα από τα πιο αγαπημένα μουσικά βίντεο. 
    Tο Atom Heart Mother, αντιπροσώπευε μια πειραματική προσπάθεια σε συνεργασία με τον avant-garde συνθέτη Ron Geesin, με το οποίο εγκαινιάστηκε μια σειρά από εντυπωσιακά εξώφυλλα, σχεδιασμένα από το στούντιο Hipgnosis, αλλά κανένα από αυτά δεν συμπεριλάμβανε φωτογραφίες του συγκροτήματος. 

    Παράλληλα το γκρουπ άρχισε να εξελίσσει ένα παρακλάδι του Progressive Rock με επικά θέματα και μεγαλειώδεις αναπτύξεις. Mετά το Meddle, ήρθε η κοσμογονία του DSOTM, μιας από τις πιο επιτυχημένες ηχογραφήσεις όλων των εποχών. Ήταν μια δουλειά που για πρώτη φορά καθιέρωσε τον Waters σαν σημαντικό στιχουργό και τον Gilmour σαν ήρωα της κιθάρας, ενώ μεγάλη ήταν η σημασία του album και από τεχνική άποψη, με παραγωγή υψηλής πιστότητας και παιχνίδια με τη στερεοφωνική εικόνα. 

    Στο ίδιο περίπου ύφος ακολούθησε το WYWH, ενώ το εξώφυλλο του Animals εισήγαγε για πρώτη φορά την εικόνα του φουσκωτού γουρουνιού που έκτοτε συνδέθηκε με το γκρουπ και ιδιαίτερα με τις ζωντανές του εμφανίσεις. 

    Tο 1979 κυκλοφόρησε το Wall, με αυτοβιογραφικές αναφορές του Waters ο οποίος πλέον είχε ξεκάθαρα πάρει το πάνω χέρι. O αντι-εκπαιδευτικός λίβελος Another Brick In The Wall έγινε το πρώτο και μοναδικό τους No.1 single. Στο Wall βασίστηκε το ομώνυμο φιλμ του 1982 με πρωταγωνιστή τον Bob Geldof και πρωτοποριακά κινούμενα σχέδια από τον Gerald Scarfe, ο οποίος είχε σχεδιάσει το εξώφυλλο του album. 

    Τα Μέλη

    Roger Waters (Σεπτέμβριος 1943): Ο πατέρας του, σκοτώθηκε στις πολεμικές επιχειρήσεις του Anzio, όταν ακόμα ο Roger ήταν λίγων μηνών βρέφος. Στα παιδικά του χρόνια έπαιζε πάντα με πολεμικά παιχνίδια, ενίοτε και με πιστόλια …αληθινά. Τις νύχτες έμενε ξάγρυπνος ακούγοντας στο ραδιόφωνο τον σταθμό των ενόπλων δυνάμεων. Δεν έκανε φίλους και η εύκολη παραίτησή του από τις συναναστροφές τον έκανε αντικοινωνικό. Η ζωή του Roger από την αρχή της ήταν –και είναι ακόμα- ένα διαρκές πένθος για τον πατέρα που δεν γνώρισε ποτέ και ένα μίσος για το σύστημα και τις καταστάσεις που του τον “έκλεψαν”. Παρ’ όλο που κανείς δεν αμφισβητεί την στιχουργική του “ευφυΐα”, η δυσκολία να συμφιλιώσει τη θλίψη του με το μίσος του, δυσαρέστησε ένα μεγάλο μέρος από τους θαυμαστές του και του δημιούργησε αρκετά προβλήματα στην πορεία του. Ειδικός στα εφφέ και με το χάρισμα να γράφει εξαιρετικούς στίχους. Δεν ήταν όμως μελωδός. 

    David Gilmour (Μάρτιος 1946): Σε αντίθεση με τον Roger, ο Dave είχε “προσβάσιμους” γονείς. Στα 13 του, ένας γείτονας του έδωσε μία Ισπανική κιθάρα και το ταξίδι …ξεκίνησε. Το μεγαλύτερο μουσικό ταλέντο του Dave είναι το timing. Παντρεύει την καρδιά με την κιθάρα. “Πιάνει” το συναίσθημα. Το τρυφερό άγγιγμα των δαχτύλων του επάνω στις χορδές φτιάχνει την όλη ατμόσφαιρα, ακόμα και αν παίζει δύο νότες. Στα …νιάτα του, ακολούθησε τον πατέρα του στις ΗΠΑ και εκεί (με πλήρη ανεξαρτησία), έκανε διάφορες δουλειές. Αυτό τον βοήθησε να αποκτήσει την αυτοπεποίθηση να πετυχαίνει σε ότι κάνει και του φάνηκε πραγματικά χρήσιμο στον κατοπινό Φλοϋδικό …πόλεμο και ακόμα πιο αργότερα, όταν χρειάστηκε να σημάνει την “Καμπάνα της Μεραρχίας”. Ο Dave έχει μία μεγάλη συλλογή από μικρά αεροπλάνα και το χόμπυ του είναι να πετάει. Η πρώτη του αγάπη πάντως, παραμένει η μουσική. Έχει καλή φωνή και ένα στυλ στο παίξιμο της κιθάρας, που δημιούργησε ο ίδιος. Δεν έγινε ποτέ του Jimmy Page και όσο για τις ικανότητές του στην τραγουδοποιία …ας το αφήσουμε! 

    Nick Mason (Ιανουάριος 1944): Ο Nick συντρόφευε τον πατέρα του στο Vintage Sports Car Club και αργότερα εξέλιξε αυτό το πάθος παίρνοντας μέρος ο ίδιος σε κούρσες με σπορ αυτοκίνητα. Έχει δε, μία μεγάλη συλλογή από αυτά. Σήμερα εξακολουθεί να τρέχει με τις Ferrari, τις Bugatti και τις Maserati του, για δική του ευχαρίστηση. Τα περισσότερα μέρη από τα τύμπανα που έπαιζε, ήταν …λούπες. Ικανότητα στην τραγουδοποιία; Ανύπαρκτη. 

    Rick Wright (Ιούλιος 1945 – Σεπτέμβριος 2008): Όταν ο Rick έπρεπε να αποφασίσει τι σπουδές να ακολουθήσει, κάποιος του σύστησε να γίνει αρχιτέκτονας. Όταν όμως συνάντησε τον Nick και τον Roger, κατάλαβε ότι θέλει να γίνει μουσικός. Τα υπόλοιπα είναι ιστορία. Η μεγάλη αγάπη του Rick ήταν να το σκάει με το 22 μέτρων σκάφος του, όποτε είχε την ευκαιρία. Εξαιρετικός στα πλήκτρα, με γλυκιά φωνή, αλλά την κατέστρεψε από την κοκαΐνη. Είχε την ικανότητα να γράφει πολύ όμορφα τραγούδια, αλλά σκόνταψε πάνω στον …Roger Waters

    Syd Barrett (Ιανουάριος 1946 – Ιούλιος 2006): Ο Syd είχε μία φυσιολογική παιδική ηλικία και οι γονείς του ήταν αξιαγάπητοι. Σαν μαθητής στο σχολείο ήταν δημοφιλής και τα ενδιαφέροντά του, είχαν μία γκάμα που έπιανε από το camping και τα σπορ και έφτανε μέχρι το θέατρο και τη ζωγραφική. Ο πατέρας του, ενθάρρυνε τα μουσικά του ενδιαφέροντα, κάνοντάς του δώρο ένα μπάντζο και αργότερα μία κιθάρα. Δυστυχώς όμως ο Dr. Barrett, πέθανε όταν ο Syd ήταν 14 ετών και αυτό υπήρξε το “καταλυτικό” ψυχικό του τραύμα. Ο Syd και ο Dave ήταν φίλοι από πολύ μικρά παιδιά και μάθαιναν ο ένας τον άλλον κιθάρα. Ο Dave ήταν καλύτερος κιθαρίστας, αλλά ο Syd είχε σπουδαίο ταλέντο στο στίχο. Το ιδρυτικό μέλος των Pink Floyd που όλοι σέβονται, είναι κληρονομιά και μύθος. Υπέροχος τραγουδοποιός και μανιακός με την δημιουργία ήχων από το κάθε αντικείμενο που έβρισκε μπροστά του. Πρόλαβε να κάνει ένα αριστούργημα πριν να “φύγει”. Ασφαλώς θα είχαν διαφορετική τύχη μαζί του. Καλύτερη ή χειρότερη, δεν μπορεί κανείς να το πει. Διαφορετική όμως ναι. 

    Το Album

    The Wall (1979, Columbia) 
    Μία πραγματικότητα που είχαν να αντιμετωπίσουν οι Pink Floyd, ήταν ότι στις συναυλίες τους, έρχονταν όλο και περισσότερος κόσμος. Αυτό ήταν φυσικό να συμβαίνει, γιατί όταν προσθέτεις έργο στο έργο, είναι επόμενο να κερδίζεις καινούργιο κοινό. Πρέπει όμως να προσέχεις ταυτόχρονα και το παλαιότερο. Αυτό ήταν ένα μεγάλο πρόβλημα για τον Roger. Θα ήθελε ευχαρίστως να πετάξει έξω από το ρεπερτόριο του γκρουπ το Echoes ή το Careful with that Axe Eugene, αφού ο κόσμος ζητούσε συνεχώς να ακούει το Money. Τι θα έκανε όμως με τους παλαιότερους; Παράλληλα, το κοινό είχε αρχίσει μέσα στον θαυμασμό του, να γίνεται και επιθετικό σε τέτοιο σημείο που το γκρουπ άρχισε να φοβάται για την ασφάλειά του. Αποφάσισαν να σηκώσουν μία φαρδιά αλλά όχι πολύ ψηλή μπάρα που να χωρίζει το κοινό από το γκρουπ, αλλά σε μια συναυλία της περιοδείας για το Animals, ένας τρελαμένος θαυμαστής, σκαρφάλωσε στη μπάρα, ανέβηκε στη σκηνή και ο Roger τον πέταξε κάτω με …κλωτσιές! 



    Με αφορμή αυτό το περιστατικό, φαντάστηκε τη δημιουργία ενός τείχους μεταξύ του συγκροτήματος και του κοινού και τον Ιούλιο του 1978 παρουσίασε στα υπόλοιπα μέλη της μπάντας ένα demo 90 λεπτών με τίτλο Bricks in the Wall με κύριο θέμα την εγκατάλειψη και την προσωπική απομόνωση. Η ιστορία επικεντρώνεται σε έναν χαρακτήρα, τον Pink, ο οποίος είναι βασισμένος στα παιδικά χρόνια και στις προσωπικές εμπειρίες του Roger. Όλα ξεκινούν με την απώλεια του πατέρα του κατά την διάρκεια του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου και συνεχίζουν με την γελοιοποίησή του και την κακοποίησή του  από τους δασκάλους του, την υπερπροστατευτική του μητέρα και τέλος την διάλυση του γάμου του. Όλα αυτά, συμβάλλουν στην ενδεχόμενη αυτό-επιβληθείσα απομόνωσή του και η απομόνωση αυτή, παριστάνεται με ένα εικονικό τείχος. Οι τραυματικές του εμπειρίες παριστάνονται με τούβλα στο τείχος (bricks in the wall) που σιγά-σιγά το χτίζουν και ολοκληρώνουν την απομόνωσή του από την κοινωνία. Ο ήρωας γίνεται τελικά αστέρι της ροκ, που εθίζεται στη χρήση ναρκωτικών, και παθαίνει εκρήξεις βίας. Με την κατάρρευση του γάμου του, τελειώνει το χτίσιμο του τείχους ολοκληρώνοντας έτσι την απομόνωση του από την ανθρώπινη επαφή. Η κρίση του Pink κλιμακώνεται, και πιστεύει ότι είναι ένας φασίστας δικτάτορας. Βασανιζόμενος όμως αργότερα από ενοχές, δικάζει τον εαυτό του να γκρεμίσει το τείχος, για να βρει άνοιγμα προς τον έξω κόσμο.



    Ο Roger όχι μόνο “παίζει” με τα προσωπικά του βιώματα, αλλά εκθέτει ολοκληρωτικά τον εαυτό του αφού είναι γνωστό πως είναι αντικοινωνικός και πως η συμπεριφορά του προς τα υπόλοιπα μέλη της μπάντας ήταν “Δεσποτική”.  Στο Wall λέει για τη θλίψη που αισθάνεται στη ζωή του και για το παρελθόν του. Μιλάει για το πένθος που νιώθει για την απώλεια του πατέρα του. Ένα πένθος –που όπως έγραψα και πριν- εξακολουθεί να το “κουβαλάει” μέχρι σήμερα.  

    Θα σε δυσαρεστήσω όμως αγαπητέ μου αναγνώστη, γιατί θα γράψω ότι το Wall δεν είναι το καλύτερό του, αλλά αυτή είναι η πραγματικότητα. Το Wall όντως δεν είναι το καλύτερό του! 



    Δες: Ο πρώτος δίσκος είναι φανταστικός. Τραγούδια όμως όπως το Vera και το Bring the Boys Back Home, με αρρωσταίνουν. Θα μου πεις ότι αυτό είναι προσωπικό μου θέμα και το δέχομαι, αλλά …ξαναδές: Το θέμα δεν είναι καινούργιο. Η ερημιά, η μοναξιά και η κατάθλιψη έχουν ειπωθεί στο παρελθόν από τους Who, στο Tommy. Η αυστηρότητα και η σκληρότητα των δασκάλων στα σχολεία, ειπώθηκαν από τους Kinks, στο Schoolboys in Disgrace. O ήρωας που θέλει να αλλάξει τα πάντα και να βγει στην επιφάνεια, ειπώθηκε πάλι από τους Who, στο Quadrophenia. Το Wall έχει όμορφες στιγμές και είναι πολύ καλός δίσκος, αλλά δεν είναι ΤΟ αριστούργημα. 



    Ο πρώτος δίσκος είναι υπέροχος. Όλοι ξέρουν το Another Brick in the Wall, το Thin Ice και το Mother. Ο δεύτερος έχει κι’ αυτός τις στιγμές του με το Hey You και το Comfortably Numb. Το ξαναγράφω. Είναι ένας πολύ καλός δίσκος, αλλά δεν είναι ο καλύτερος και δεν αξίζει αυτή τη φήμη που τον περιβάλλει. Θεωρώ επίσης μεγάλη αδικία το ότι πολλοί άνθρωποι, το πρώτο πράγμα που έρχεται στο μυαλό τους όταν σκέφτονται τους Pink Floyd, είναι το Wall. Το Animals για παράδειγμα, είναι πάρα πολύ ανώτερο. Και είναι ανώτερο …παντού! 
    Κλείνοντας, θέλω να γράψω ότι οι Pink Floyd μπήκαν στη δεκαετία του ’70 με το υποτιμημένο Atom Heart Mother και βγήκαν με το υπερτιμημένο Wall



    Πηγές:
    1) Encyclopedia of Rock & Roll (Rolling Stone)
    2) Καμία Συμπάθεια για τον Διάβολο (Orfeus) (http://www.musicheaven.gr/html/modules.php?name=News&file=article&id=1115)

    Ευχαριστώ για την ανάγνωση…





    Γίνε ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ

    Αν σου αρέσει να γράφεις για μουσικά θέματα, σε περιμένουμε στην ομάδα συντακτών του ιστορικού, ανεξάρτητου, πολυφωνικού, υγιούς και δημοφιλούς ηλεκτρονικού περιοδικού μας.

    Στείλε το άρθρο σου

    σχολιάστε το άρθρο


    Για να στείλετε σχόλιο πρέπει να είστε μέλος του MusicHeaven. Παρακαλούμε εγγραφείτε ή συνδεθείτε

    #29554   /   16.02.2017, 14:21   /   Αναφορά
    Η εποχή Barrett ήταν (το) κάτι άλλο (ακόμα ακούω το TPATGOD αλλά και το παρανοϊκό Madcap laughs). Και ναι, συμφωνώ...Animals και πάλι Animals!
    CHE
    #29555   /   18.02.2017, 08:28   /   Αναφορά
    Το «Wall» άντλησε την έμπνευσή του από την εξοντωτική, από κάθε άποψη, περιοδεία των Pink Floyd για το δίσκο «Animals». Στη διάρκεια εκείνης της περιοδείας, ο μπασίστας και τραγουδιστής του συγκροτήματος, Roger Waters, υπέκυψε στην κούραση που είχαν προκαλέσει ο ελάχιστος ύπνος, οι πολλοί σταθμοί και ο αμείωτος θαυμασμός του κόσμου. Μια βραδιά που οι Pink Floyd έδιναν συναυλία στο Ολυμπιακό Στάδιο του Montreal στον Καναδά, καθώς έπαιζαν το δεύτερο μέρος του «Pigs On The Wing», διάφοροι θεατές πετάγανε πυροτεχνήματα. O Waters άρχισε να βρίζει και να δείχνει φανερά εκνευρισμένος. Στην ίδια συναυλία ένας οπαδός, που βρισκόταν στην πρώτη σειρά, φώναζε και ούρλιαζε συνέχεια. Όταν αυτός ο οπαδός προσπάθησε να ανέβει στη σκηνή, ο Waters του φώναξε: «Come here piggy, piggy, come» και όταν αυτός πλησίασε αρκετά, ο Waters τον έφτυσε στο πρόσωπο. Αργότερα ο Waters σκέφτηκε καλύτερα τόσο το συγκεκριμένο γεγονός όσο και σε ποιο σημείο τον είχε εκτοξεύσει η δημοτικότητα των Pink Floyd.

    Η τεράστια επιτυχία που είχε γνωρίσει το «Dark Side Of The Moon» (1973) και το «Wish You Were Here» (1975) παγίδεψε τους Pink Floyd, οι οποίοι μετατράπηκαν άθελά τους σε ένα συγκρότημα αρένας. Εκεί που ήταν συνηθισμένοι να παίζουν μπροστά σε μερικές εκατοντάδες, τώρα πλέον οι συναυλίες τους προσέλκυαν πολλές χιλιάδες κόσμου. Η παλιά μαγεία μεταξύ του συγκροτήματος και του κοινού, που ήταν πλέον απρόσωπο, είχε χαθεί. Μοιραία οι περίπλοκοι αυτοσχεδιασμοί στους οποίους επιδίδονταν οι Pink Floyd στη σκηνή, βαθμιαία άρχισαν να δίνουν τη θέση τους στις μεγάλες επιτυχίες που ζητούσε το κοινό, η μεγάλη πλειοψηφία του οποίου δεν καταλάβαινε τι ήθελε να τους πει ο Roger Waters με τα τραγούδια του. Όσο το αστέρι των Pink Floyd μεγάλωνε, τόσο αυξάνονταν και οι οπαδοί που δεν μπορούσαν να εισχωρήσουν βαθιά –και γι’ αυτό δεν μπορούσαν να εκτιμήσουν- τη τέχνη του συγκροτήματος.
    Όπως δήλωσε πολύ αργότερα ο ίδιος, ο Waters είχε αρχίσει να φαντάζεται βόμβες να πέφτουν κατά τη διάρκεια της συναυλίας πάνω στους θεατές και αυτοί να είναι τόσο εκστασιασμένοι μέσα στην ηδονή της μουσικής, που να ουρλιάζουν από δέος και να ηδονίζονται με τον πόνο. Τέτοιες και πολλές ακόμη σκηνές φανταζότανε καθώς έπαιζε μπροστά σε ένα τόσο μεγάλο κοινό. Φυσικά και τα υπόλοιπα μέλη των Pink Floyd ένιωθαν παρόμοια αποξένωση με το κοινό τους, αλλά δεν τη βίωναν σε τόσο έντονο και διεστραμμένο βαθμό όσο ο Waters.
    Ο Roger Waters βρέθηκε σε αδιέξοδο και τελικά βγήκε εκτός εαυτού. Έπρεπε, λοιπόν, να κάνει μία ενδοσκοπική «βουτιά» στον εαυτό του και, μέσω της αυτοκριτικής, να μπορέσει να ξαναγίνει αυτός που ήτανε κάποτε. Από τον Ιανουάριο του 1978 απομονώθηκε και μέσα από διεργασίες αυτοκριτικής, μίσους, αλλοτρίωσης και πολλές φορές αυτολύπησης με τάσεις αυτοκτονίας, συνειδητοποίησε ότι η συμπεριφορά του ήταν κακή και ότι όσο η καριέρα του έπαιρνε την ανηφόρα τόσο μεγάλωνε το εγώ του. Από εκείνη τη στιγμή, όπως έλεγε, γεννήθηκε η ιδέα να γράψει ένα άλμπουμ για την αλλοτρίωση ενός αστέρα της μουσικής βιομηχανίας. «Τότε διαπίστωσα ότι ανάμεσα σε εμάς και το κοινό μας υψώθηκε ένας τοίχος και αυτό οφείλεται στην αλαζονεία και την απληστία μας».
    Έτσι, μέσα από τη σκοτεινή πλευρά του εαυτού του και συγκλονισμένος από τις πράξεις του, έβγαλε αυτόν τον κύκλο οργισμένων τραγουδιών που αποτέλεσε το magnum opus του: το album «The Wall», το οποίο ήταν η προσωπική του εξομολόγηση για την αποξένωσή του από το κοινό. Παράλληλα, όμως, ήταν και μια σχεδόν αυτοβιογραφική διήγηση για τη σχέση του με τη μητέρα του, την παράνοια του εκπαιδευτικού συστήματος -μια κρεατομηχανή που μετατρέπει τα παιδιά σε άβουλα πλάσματα-, την προδοσία της πρώην γυναίκας του, αλλά και τη σύγκρουσή του με την αδηφάγο μουσική βιομηχανία.

    Πράγματι, η σύνθεση του «The Wall» αποτέλεσε αληθινή ψυχική δοκιμασία για τον Roger Waters, κάτι σαν προσωπική λύτρωση. Έτσι, όταν στα τέλη του 1978 εμφανίστηκε στο συγκρότημα με demos που γέμιζαν όχι ένα αλλά τρία albums, τα υπόλοιπα μέλη έμειναν έκπληκτα καθώς είχαν απομακρυνθεί από το συγκρότημα και την ομαδική δουλειά και δεν είχαν να προσφέρουν καθόλου καινούριο υλικό. Αυτό έκανε έξαλλο τον ιδιαίτερα ιδιότροπο Waters, ο οποίος δεν είχε καλές σχέσεις με τους υπόλοιπους. Δεν δίσταζε σε κάθε περίπτωση να δείχνει ότι αυτός είναι ο αρχηγός, με αποτέλεσμα τα υπόλοιπα μέλη να αγανακτούν με τη συμπεριφορά του και να θέλουν να επιβάλλουν μια ισορροπία. Το ποτήρι όμως είχε ξεχειλίσει για τον Waters. Η ψυχροπολεμική κατάσταση που είχε αρχίσει να εμφανίζεται ανάμεσα στους Pink Floyd είχε φτάσει στην κορύφωσή της. Ο Waters έχοντας αγανακτήσει με το γεγονός ότι ο Wright μετά το «Wish You Were Here» προσέφερε ελάχιστα στο συγκρότημα δεν του άφησε δεύτερη επιλογή. Απαίτησε, λοιπόν, την αποχώρηση του Wright διαφορετικά δεν θα παρέδιδε τα demos και οι Pink Floyd θα έμεναν χωρίς υλικό για δίσκο.
    Τελικά, μετά από έντονους διαπληκτισμούς, ο Wright συμφώνησε να φύγει από το συγκρότημα μετά την κυκλοφορία και την προώθηση του «The Wall». Ο Waters με τη σειρά του παρέδωσε τα demos στους υπόλοιπους αλλά ήταν προφανές ότι κάποια κομμάτια έπρεπε να κοπούν ή να διαγραφούν τελείως για να χωρέσουν έστω σε διπλό δίσκο. Γενικά, από μουσικής άποψης, η δουλειά του Waters δεν άρεσε πολύ στους υπόλοιπους. Ο Gilmour έκρινε πως μερικά κομμάτια έπρεπε να αλλαχθούν από λίγο έως ριζικά ενώ το ένα demo από τα τρία απορρίφθηκε και τελικά χρησιμοποιήθηκε αργότερα στον προσωπικό δίσκο του Roger Waters «The Pros And Cons Of Hitchhiking».
    #29556   /   19.02.2017, 20:40   /   Αναφορά
    Υπέροχο αρθρο Γιωργο! Αλλα και οι πληροφορίες του CHE εξίσου σημαντικές!!! Ειλικρινά μπράβο σας!
    #29557   /   20.02.2017, 13:31   /   Αναφορά
    πολύ καλή δουλιά, υλικό για να μαθαίνουν οι νέοι και να ακούνε για να μας θυμούνται