Έγραψα ένα τραγούδι λαϊκόμέσα απ' της ζωής το καρδιοχτύπι.Κι όμως βρεθήκανε δυο τύποινα μου πουν πως είναι τραγικό.
αθηναϊκό, θεϊκό
Ξεχνάμε τον αέρα
τον αθηναικό
Και πάμε σα τη σφαίρα
ταξίδι θεικό
Καλαμαριά,ψαριά
Στην όμορφη Καλαμαριά
με το απέραντο γαλάζιο
κάναμε την τέλεια ψαριά
με τον φίλο μου τον Οράτιο.
κόλαση, όραση
Είχε ένα σώμα κόλαση
και χείλη αμαρτία
Μου θάμπωσε την όραση
κι έγραψε ιστορία
μανάβης,ανάβεις
Θέλω στο σπίτι μου να΄ρθείς
τα φώτα να ανάβεις
μα ηλεκτρολόγος είμαι θαρρείς;
εγώ ο απλός μανάβης !!
Αδειανή - Αρειανή
Καρδιά μου πληγωμένη
πονάς αν κι αδειανή
Κι εσύ έγινες πια ξένη
Σα να σουν αρειανή
ρωτάς,πατάς
Που βγάζει ο δρόμος
κάθε μέρα με ρωτάς
κακός ο πολεοδόμος
και συνέχεια την πατάς.
Εκφέρω - Περιφέρω
Τη οργή μου περιφέρω
και το δίκιο μου θωρώ
Με πυγμή γνώμη εκφέρω
για ένα σύστημα σαθρό
σίδερο,μίζερο
Βρήκε ο σκουπιδιάρης ένα σίδερο
με κάρβουνα αναμμένα που γεμίζαν
σε δρόμο σκοτεινό,βρώμικο,μίζερο
μα θύμισες στη σκέψη του γυρίζαν.
Δοξολογία - Ψυχαγωγία
Του Θεού δοξολογία
Κυριακής το άκουσμά μου
Κι ύστερα ψυχαγωγία
Με μπιτάκια στα αυτιά μου
Όλα,αμόλα
Πανέμορφα τα χρώματα
του αετού μας όλα
ας πάμε στα υψώματα
και την καλούμπα αμόλα.
Φλουρί - Μπουρί
Κόψε σου λέω τα σιγκαρέταπιάσαν τα πνευμόνια σου μπουρίπαίζεις τη ζωή σου στη ρουλέταμ' ένα κάλπικο φλουρί
Μπαγκέτα - μπιλιέτα
Θα γράψω σε μπιλιέτα
για πάθη ανομολόγητα
Κι απ τα έβερεστ μπαγκέτα
Θα φάω με τη χυλόπιτα
Παττακός,αστακός
Μια λιχουδιά που αγάπαγε
στη χούντα ο Παττακός
κι όπου έβρισκε τον άρπαγε
ήταν ο αστακός.
Θαυμαστικά - Φρικιαστικά
Το χάος και ο τρόμος
πολύ φρικιαστικά
Στα τέμπη είχαν όμως
κι επτά θαυμαστικά
θωρηκτό,ορυκτό
Οι βίδες στην καρίνα
σ΄ αυτό το θωρηκτό
παράγονται στην Κίνα
απο σπάνιο ορυκτό.
Βουκολικά - Πολικά
Τα ζώα τα πολικά
αντέχουνε στο κρύο
μα αν ζεις βουκολικά
είσαι κι εσύ θηρίο
Άρκτος,κάκτος
Πάνω μου χίλιοι αστερισμοί
και η μεγάλη Άρκτος
φρέσκοι οι δικοί μας χωρισμοί
οι ανθοί μας γίναν κάκτος.
Τσιγκουνιά - Σπιουνιά
Τη φτώχεια δε τη διώχνεις
αν ζείς με τσιγκουνιά
Κι ευθύνες δε γλυτώνεις
αν κάνεις σπιουνιά
φίλος,ήλος
Στην αγορά μας την παλιά
ταβέρνα άνοιξε φίλος
στον τοίχο είχε μια προβειά
που συγκρατούσε ήλος.
Σοβάς - Χαλβάς