ελληνική μουσική
    644 online   ·  210.833 μέλη

    Mεγαλη συνεντευξη του Edge

    GL
    14.02.2006, 02:26
    Συνέντευξη: Mark Ellen, Απόδοση: Αλέξανδρος Πρωτοπαπάς.
    Απο το mad.tv

    Με το βουητό των χειροκροτημάτων να γεμίζει ακόμα τον νυχτερινό αέρα, η αυτοκινητοπομπή αποχωρεί. Ουρλιαχτά από σηρείνες, μια μεταλική πύλη ανοίγει και οκτώ μαύρα οχήματα κατεβαίνουν από μία ράμπα από μπετόν και βρίσκονται στον αυτοκινητόδρομο. Προσπερνάμε τα stop με τη συνοδεία από τις μηχανές που μας ακολουθεί, ενώ τα περιπολικά μας κάνουν σινιάλο με τους κατακόκκινους φάρους τους. Διασχίζουμε γέφυρες τρέχοντας και περνάμε από τούνελ, η λάμψη του neon είναι σαν κηλίδα στα τζάμια, ο ήχος ενισχύεται από την βροχή...Είναι σαν εφηβική φαντασίωση, το The Italian Job συναντά το Miami Vice. Είναι εντελώς εξωφρενικό και πραγματικά συναρπαστικό. U2 "το παίζουν δρομείς".


    Από το γήπεδο μπάσκετ της Βοστώνης μέχρι το αεροδρόμιο μέσα σε έξι λεπτά. Δεν είναι καλός χρόνος για έναν δρομέα?


    "Είναι φανταστικός χρόνος," επιβεβαιώνει ο The Edge. "Θα τον βαθμολογούσα με... χμ, εννέα κόμμα δύο. Καλύτερα από την Barcelona, όπου τρέχουν με ταχύτητες που πραγματικά θέτουν ζωές σε κίνδυνο. Και καλύτερα από την Ιταλία, όπου οι μπάτσοι χτυπάνε την σκεπή σου με γκλομπ." Καλύτερα, επίσης, από την Γαλλία, όπου, τελικά, είναι απλά υπερβολικά χαλαροί. Ένας από τους σεκιουριτάδες στις μηχανές μια φορά τους προειδοποίησε οδηγώντας παράλληλα μ' αυτούς για να τους εξηγήσει τα ακριβή σημεία της απόδρασης και μετά ακούμπησε τον αγκώνα του τυχαία πάνω στην πόρτα του οδηγού.


    O The Edge σκουπίζει τους υδρατμούς από το παράθυρο και επεξεργάζεται τα θολά φώτα που αναβοσβήνουν. Ανασηκώνει τους ώμους του ενσυνείδητα μ' έναν τρόπο που δείχνει ότι το όλο πράγμα είναι εξωφρενικό, αλλά, στο επίπεδο που βρίσκονται, είναι ο μόνος τρόπος με τον οποίο μπορούν να λειτουργήσουν. "Κατά κάποιον τρόπο, υπολογίζεις την ποσότητα της τρυφερότητας που υπάρχει σε μια πόλη με βάση την ποιότητα της υποστήριξης που δέχεσαι," προσθέτει, με επαγγελματισμό. "Και έχουμε αποκτήσει μια καταπληκτική σχέση με την Βοστώνη με τα χρόνια. Πάντα μας πρόσεχαν."


    Ο Dave Evans ζει έτσι για σχεδόν 30 χρόνια, ένας κύκλος συνθέσεων, ηχογραφήσεων και εμφανίσεων που ξεκίνησε όταν ήταν 17 χρονών. Δεν έχει μάθει να ζει διαφορετικά. Και τα τελευταία 20 χρόνια έχει μάθει να λειτουργεί σε τέτοιο επίπεδο, ταξιδεύοντας με ένα team τριών τεχνικών και 60μελές crew για να παρουσιάσει όσο πιο πιστά γίνεται τη μουσική που δημιουργεί στο studio. Γεννήθηκε στο Essex, από Ουαλούς γονείς, μετακόμισε στο Βόρειο Δουβλίνο όταν ήταν ενός χρόνου -"ολική κρίση ταυτότητας!"- και τώρα είναι 44 χρονών, με τρεις κόρες από το sweetheart των παιδικών του χρόνων και άλλη μία κόρη και έναν γιο από την δεύτερη σύζυγό του, την πρώην χορογράφο της μπάντας. Έχει βοηθήσει στη δημιουργία μιας φόρμουλας, που πουλάει και δίσκους και εισιτήρια μέχρι και στο τελευταίο σημείο της παγκόσμιας αγοράς. Είναι ο αφανής ήρωας που ενορχηστρώνει τον ήχο του σπουδαιότερου success story της Rock'n'roll, της μπάντας που έχει ως κεντρικό δημόσιο πρόσωπο τον παλιό του φίλο απ' το σχολείο.



    "Ο Bono είναι ακόμα πεινασμένος και αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η μπάντα έχει αντέξει τόσο πολύ," μου είπε ο αδελφός του The Edge, Dik Evans. "Ο Bono κάνει το κομμάτι του -κι αυτό είναι ζωτικό- αλλά κανένας τους δεν κάνει όσα κάνει ο αδελφός μου. Βασικά, ο Edge είναι η κύρια μηχανή, που δουλεύει κάθε μέρα στο studio για να γίνονται οι δίσκοι. Και δεν θα γίνονταν χωρίς αυτόν."


    Η αυτοκινητοπομπή φτάνει στο απόμακρο σημείο του αεροδρομίου Logan στο οποίο πρόσβαση έχουν μόνο όσοι έχουν ιδιωτικά αεροσκάφη. Στον διάδρομο είναι παρκαρισμένα μικρά και λαμπερά Lear jets. Καινούρια και αστραφτερά Gulfstreams βρίσκονται ακριβώς δίπλα τους. Και κάπου εκεί πίσω, τα επισκιάζει όλα ένα Airbus 320 60 θέσεων, διακοσμημένο με τα μωβ και πορτοκαλί διακριτικά της Vertigo tour και το logo των τεσσάρων υιοθετημένων γιων της πόλης.


    Τα τέσσερα μέλη της μπάντας περνούν άνετα από την ιδιαίτερα σκληρή ασφάλεια. Οι υπόλοιποι περνάμε τις αποσκευές μας από το scanner. Ανεβαίνουμε τα σκαλιά και οδγούμαστε στον ουρανό.


    Η Αμερική έχει υιοθετήσει τους U2 και πιο πολύ απ' όλες η πόλη που αφήνουμε πίσω μας τώρα. Σε μια χώρα που ακόμα αναζητά τις ρίζες της και έχει επίγνωση της απουσίας της ιστορίας της, οι άνθρωποι νιώθουν τώρα ότι έλκονται από μια Ιρλανδική καταγωγή - στην ουσιά, από τους στροβιλισμούς της γκάιντας στο soundtrack του Titanic και μετά, πρέπει να ψάξεις πολύ για να βρεις μια ταινία με συναισθηματική τεχνική που δεν βασίζεται σε σφυρίγματα ή στους πνιχτούς ήχους του bodhran. H Βοστώνη έχει τη μεγαλύτερη συγκέντρωση Ιρλανδών μεταναστών στις Ηνωμένες Πολιτείες, σχεδόν 400.000 μαθητές και ήταν ένας κολλεγιακός ραδιοφωνικός σταθμός της Ανατολικής Ακτής που πρώτος ξεκίνησε να παίζει μουσική των U2, πίσω στο '81.


    Στο τέλος της κουρτίνας πο χωρίζει την μπάντα από το crew της, ο Edge και εγώ έχουμε μόλις κατεβάσει δύο ποτήρια κρασί, ένα εκ των οποίων εκείνος το πίνει στην υγειά του μέρους που τους έβαλε στον χάρτη. Θυμάται να παίζει σε ένα bar στην Βοστώνη, μπροστά σε μόλις 300 άτομα, κάνοντας opening για μια μπάντα που λεγόταν Malooga. Όταν τελείωσε το support set τους, ολόκληρο το κοινό εγκατέλειψε το μαγαζί. 25 χρόνια μετά, οι ίδιοι 300 άνθρωποι επέστρεψαν για να ανανεώσουν την γνωριμία τους με την μπάντα, αλλά αυτή τη φορά έφεραν μαζί τους 19.700 φίλους τους. Το βουητό που υποδέχτηκε τους U2 ήταν εκκωφαντικό, ειδικά από την πλευρά των Ιρλανδών fan. Ένας από το κοινό κρατούσε ένα πανό που έγραφε GOD'S COUNTRY. Ένας άλλος εκτόξευσε την ποδοσφαιρική του μπλούζα πέρα από το διαχωριστικό και ο Edge την φόρεσε ενώ ο τραγουδιστής έκανε παρέλασε μέχρι τα όρια του catwalk. Ο Bono κοίταξε πίσω του, έκπληκτος. "Ωραία μπλούζα, The Edge." Γυρνάει στο κοινό. "Είναι τέλεια που επιστρέψαμε στην οικογένειά μας!"


    Η pre-show μουσική της βραδιάς για σήμερα περιλαμβάνει Franz Ferdinand με Modest Mouse, The Killers, The White Stripes και, τέλος, το Spiritual Wake Up των Arcade Fire, που θα ανοίγουν τις συναυλίες των U2, στο καναδέζικο σκέλος της περιοδείας τους, και η μπάντα καταφθάνει στη σκηνή με το City Of Blinding Lights και το Vertigo. Τα νέα singles ενός ονόματος που διανύει την τρίτη του δεκαετία συνήθως λαμβάνουν ευγενικά χειροκροτήματα -ή ουρλιαχτά τύπου "παίξτε τα παλιά σας!", στην Αμερική- έχουν καταφέρει το ακατόρθωτο, να θεωρούνται ακόμα σύγχρονοι. Σε ένα show των U2 πολύ σπάνια συνειδητοποιείς ότι σε μεταφέρουν στο παρελθόν. Το πρόσφατο υλικό τους είναι τόσο δυνατό που δεν νιώθεις καν την ανάγκη να ακούσεις τα παλιά τους κομμάτια.



    Και ανάμεσα στη δική τους μουσική - άλλη μία δυνατή επικοινωνιακή συσκευή - έχουν έξυπνα τοποθετηθεί ψήγματα από σπουδαίους αμερικάνικους ύμνους και παραδοσιακά τραγούδια, που ο Edge ταιριάζει άψογα με μια ακολουθία συγχορδιών ή ένα συναίσθημα...Ol' Man River, The Black Hills Of Dakota, Send In The Clowns, Many Rivers To Cross, Blackbird και Across The Universe (από δύο υιοθετημένους γιους της χώρας επίσης) και το When Johnny Comes Marching Home τοποθετημένο στο Bullet The Blue Sky. Κάθε νύχτα ένα ψυχαγωγικό δράμα χτίζεται γύρω από την αινιγματική αρχιτεκτονική της μπάντας. Ενώ ο The Edge παίζει κάποιες νότες που παραπέμπουν στο close sign από το Close Encounters, o Bono σκύβει στο μικρόφωνο. "Αυτός," λέει και δείχνει το αριστερό μέρος της σκηνής, "είναι ο ίδιος ήχος με αυτόν που έκανε το διαστημόπλοιο του The Edge όταν έφτασε στο βόρειο μέρος του Δουβλίνου. Ο Larry και εγώ και ο Adam απλά στεκόμασταν εκεί και παρακολουθούσαμε. 'Ανοιξε μια πόρτα και βγήκε αυτός ο άνδρας με την καταπληκτική εμφάνιση. Ο Larry είπε 'Ποιος είσαι?' και αυτός απάντησε 'Είμαι ο The Edge'. Και μετά ο Adam είπε 'Από που είσαι?' και αυτός απάντησε 'Από το μέλλον'. Και μετά εγώ ρώτησα 'Πώς είναι?' και εκείνος απάντησε 'Είναι καλύτερο!' "


    Μισή ώρα μετά έρχεται το υπέρτατο θεατρικό κομμάτι του show. O Bono ζητάει από το κοινό να κρατήσει ψηλά τα κινητά του τηλέφωνα σε μια ψηφιακή ανοικοδόμηση του Great Cigarette Lighter Scale των '70s - στην πραγματικότητα αυτό είναι ένα πανέξυπνο τέχνασμα για να τους δώσει τον αριθμό της One campaign για την εξάλειψει του χρέους του Τρίτου Κόσμου, ώστε να εκφράσουν την υποστήριξή τους. Σε όλο το αμφιθέατρο, και στα έξι levels, χιλιάδες μπλε φωτάκια λαμπυρίζουν προς τον ουρανό. Όλοι, ακόμα και η μπάντα, φαίνονται έκπληκτοι από το θέαμα. "The Edge," αναρωτιέται ο Bono, "αυτός είναι ο γαλαξίας σου?"


    Ο Edge γελάει μ' αυτό αργότερα, στο αεροπλάνο. "Όντως έχω κάτι σαν κλίση στην επιστήμη, και χειρίζομαι πιο εύκολα την τεχνολογία σε σχέση με τα άλλα μέλη του group. Αυτός είναι ο ρόλος μου. Αλλά το group έχει να κάνει με τέσσερις διαφορετικές προσωπικότητες και το τι μπορούμε να κάνουμε μαζί. Όλοι έχουν μια τάση να υπερεκτιμούν τη δική τους αξία και να υποτιμούν την αξία όλων των άλλων αλλά έτσι σκέφτεται ο κόσμος, είναι κάτι δεδομένο. Το ζήτημα της εμπιστοσύνης είναι πολύ σημαντικό. Είμαστε μια οικογένεια. Ο Bono κι εγώ αγοράσαμε μαζί ένα σπίτι στην Νότια Γαλλία, περίπου 10 χρόνια πριν, και ο Adam και ο Larry μετά αγόρασαν σπίτι στην ίδια περιοχή, από τη μία για να μπορούμε να δουλεύουμε, αλλά και επειδή θέλουμε να βγαίνουμε μαζί. Πηγαίνω σε party με αυτούς τους τύπους και καταλήγω να κάθμομαι στην γωνία και να τους μιλάω. Είναι περίεργο. Είναι πραγματικά περίεργο. Είναι το πιο περίεργο πράγμα. Έχω και άλλους κολλητούς φίλους - δεν λέω ότι είναι οι μοναδικοί μου φίλοι, αλλά είναι οι καλύτεροί μου φίλοι."


    Είναι έτοιμος να εξηγήσει το πως αυτός ο συγκεκριμένος συνδυασμός έχει επιζήσει σχεδόν 30 χρόνια και έχει γίνει το line-up που έχει μείνει απαράλλαχτο για περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο στην ιστορία του Rock'n'roll, αλλά το κόκκινο κρασί πρέπει να τελειώσει, η προσγείωση στο αεροδρόμιο La Guardia που δεν έχει ανακοινωθεί πρέπει να διαπραγματευτεί και 13 οχήματα μας περιμένουν στον διάδρομο προσγείωσης για να μας οδηγήσουν γρήγορα στο Manhattan, για την τηλεοπτική εμφάνιση της Πέμπτης, στην οποία ο κιθαρίστας πρόκειται να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο.


    Το επόμενο απόγευμα ο Edge βρίσκεται στο Soho, σε ένα διαμέρισμα στον 12ο όροφο, ανακατεύει ένα παγωμένο τσάι και χαζεύει το New Jersey από έναν γυάλινο τοίχο. Είναι καλή παρέα - σκεπτικός, αρκετά σοβαρός και πολύ ψυχρός κάποιες φορές - "αυτό για το οποίο είμαι περισσότερο περήφανος είναι η ταπεινοφροσύνη μου," μου λέει σε κάποια φάση. Οι άψογα συγκροτημένες προτάσεις του προδίδουν τις ισχυρές δυνάμης συγκέντρωσης που απαιτούνται για να λειτουργήσει το γιγαντιαίο ηχοσύστημα που στην σκηνή λειτουργεί για τις ανάγκες μόνο ενός trio με έναν τραγουδιστή.



    Περιέργως, είναι οι άνθρωποι-κλειδιά - και όχι τα γεγονότα ή οι ηχογραφήσεις - που αποτελούν τα ορόσημα στην δική του εκδοχή για την ιστορία των U2. Θυμάται τον 17χρονο Adam Clayton (ο πρώτος manager της μπάντας) να παίρνει τηλέφωνο τον Phil Lynott στις δύο το πρωί για να του ζητήσει συμβουλές για την εξασφάλιση ενός δισκογραφικού συμβολαίου, ευγνώμων που δεν του το έκλεισε κατευθείαν. Ανακαλεί με τρυφερότητα τον Nick "The Captain" Stewart, προϊστάμενο της A&R στην Island Recordings, που υπέγραψε με την μπάντα το 1980, αφού όλες οι υπόλοιπες μεγάλες δισκογραφικές εταιρείες τους είχαν απορρίψει. Είχαν ξοδέψει όλα τους τα λεφτά για την προώθησή τους στο Λονδίνο και είχαν γυρίσει απένταροι για να προσπαθήσουν για μια τελευταία φορά, ενώ ο Edge σκεφτόταν να ξεκινήσει σπουδές για να γίνει γιατρός. Η μπάντα πήρε ένα τεράστιο ρίσκο και νοίκιασε ένα venue στο Δουβλίνο, χωρητικότητας 1.200 ατόμων, που λεγόταν The Boxing Stadium, επειδή είχαν παίξει εκεί οι Thin Lizzy κάποτε, και το διαφήμισαν ως την "θριαμβευτική επιστροφή στην πατρίδα". Αυτό, φυσικά, ήταν μόνο εν μέρει αληθινό - ήταν όντως επιστροφή στην πατρίδα, αλλά δεν ήταν και τόσο θριαμβευτική. Πουλώντας εκατοντάδες εισιτήρια, κατάφεραν να αποκτήσουν ένα κοινό 1.000 ατόμων και η αίσθηση που σχημάτισε κατευθείαν ο Stewart ήταν ότι επρόκειτο για μια μπάντα που δεν βρισκόταν ακόμα στο σημείο της εκτόξευσης, αλλά ήταν έτοιμη.


    Πριν από αυτό, είχαν προσπαθήσει σκληρά. O Edge είχε γνωρίσει τους υπόλοιπους τρεις όταν ο 14χρονος Mullen εκδήλωσε το ενδιαφέρον του για τη δημιουργία μιας νέας μπάντας στον πίνακα ανακοινώσεων του Dublin's Mount Temple Comprehensive. Την πρώτη φορά, 29 χρόνια πριν, συγκεντρώθηκαν στην κουζίνα του σπιτιού των γονιών του drummer, με πολλά παραπάνω μέλη, μεταξύ των οποίων και ο μεγαλύτερος αδελφός του Edge, Dik, αργότερα μέλος των The Virgin Prunes.


    "Την θυμάμαι αυτή την κουζίνα," θυμάται ο Edge. "O Larry μας έβαλε μια κασέτα με το Don't Believe A Word των Thin Lizzy και νομίζω ότι το κάναμε πρόβα αυτό εκείνη τη νύχτα. Ίσως και το Show Me The Way του Peter Frampton. Ο Adam έλεγε σε όλους ότι οι Juda's Priest ήταν πολύ καλοί, αλλά δεν νομίζω ότι κατάφερε να πείσει κανένα. Πολλές μπάντες έχουν αυτό το μύθο γύρω από τη δημιουργία τους, ότι και καλά έπιασαν στα χέρια τους τις κιθάρες και όλα έγιναν από μόνα τους με ένα μαγικό τρόπο, αλλά και οι τέσσερις ήταν υπερβολικά φιλόδοξοι και όλοι δούλεψαν πολύ σκληρά γι' αυτό. Σε κάποια φάση του Rattle And Ham, συσκέπτονται στα παρασκήνια, κάνουν κάτι σαν ομαδική συγκέντρωση και έτσι είναι στην πραγματικότητα."


    "Ήμασταν τόσο αφελείς," παραδέχεται ο Edge, "δεν γνωρίζαμε απολύτως τίποτα. Όλους σχεδόν μας έντυναν οι μαμάδες μας εκείνες τις μέρες [ήταν 15 χρονών, ενώ ο Adam και o Bono 16]. Την περισσότερη ώρα μιλούσαμε, κάτι που δεν έχει αλλάξει ουσιαστικά."


    "Τον είδα για πρώτη φορά στον πράσινο διάδρομο του Mount Temple School," θυμάται ο Bono. "Ήταν σαν Ινδιάνος Απάτσι. Ήταν fan του Neil Young και μπορούσε να παίξει το Needle And The Damage Done καλύτερα από οποιονδήποτε άλλο - ή μάλλον, εννοώ, καλύτερα από μένα. Ήταν στην τάξη της Ali. Ήξερα ότι ήταν έξυπνος - και οι δύο ήταν - και νομίζω ότι έβγαιναν μαζί για μια εβδομάδα. Θα την έκανε με την μελλοντική μου σύζυγο και την θέση που εγώ έπρεπε να έχω δικαιωματική, αυτήν του βασικού κιθαρίστα."


    Ο Edge είχε γράψει κάποια κομμάτια, μεταξύ των οποίων το Cartoon World και το Life On A Distant Planet, και άρχισαν να τα παίζουν live, μαζί με την πρώτη σύνθεση του Bono, το Alone In The Night και την ομαδική προσπάθεια Shadows And Tall Trees. Αυτό που κρατούσε και τους τέσσερις ενωμένους ήταν η άποψη ότι το Rock 'n' roll της προηγούμενης γενιάς "είχε χάσει κάθε συνεκτικό δεσμό και δυνατότητα επικοινωνίας με το κοινό του," όπως το θέτει ο Edge. "Δεν είναι ανάγκη να είσαι οι Emerson Lake And Palmer. Η μπάντα και το κοινό είναι στην ουσία το ίδιο πράγμα και δεν θα έπρεπε να υπάρχει διάκριση. Αν βρεις ανθρώπους με τη σωστή συμπεριφορά, πρέπει να βρεις τρόπους επικοινωνίας. Αν είσαι πάνω στη σκηνή, καλύτερα θα ήταν να έχεις κάτι αξιόλογο να πεις."


    Είχαν δημιουργήσει ένα παράλληλο σύμπαν γνωστό ως Lypton Village, που ήταν το φανταστικό κέντρο του γενναίου νέου κόσμου τους. Ο φίλος τους Guggi (επίσης μέλος των The Virgin Prunes) τους ξαναβάφτισε. Ο Paul Hewson ήταν ο T'Einrich Van Hewsonole Bangbangbangbang, και τότε - παίρνοντας έμπνευση από το όνομα ενός μαγαζιού για άτομα με προβλήματα ακοής και με μια σαρκαστική αναφορά στην παράδοση του Δουβλίνου που θέλει να αποκαλείς τους ανθρώπους με την ιδιότητα και τη διεύθυνσή τους - έγινε ο "Bono Vox Of O'Connell Street". Λιγότερο γνωστό είναι ίσως το ότι ο Larry ήταν ο "Jam Jar" και ο Adam Clayton o "Mrs Burns". O Dave Evand ήταν πάντα ο The Edge.


    "To μυαλό του με ενθουσίαζε, το χρώμα, τα τελειώματα, η επιφάνεια," θυμάται ο Guggi. "Προσπαθούσαμε να βρούμε μια λέξη ανάλογα με το τι έμοιαζε ο καθένας - ο Bono πίστευε ότι μοιάζω με 'guggi' και μου κόλλησε - και εγώ νόμιζα ότι ο Dave θύμιζε τη λέξη 'Inchicore,' που είναι ένα μικρό χωριό στη δυτική πλευρά του Δουβλίνου. Αντικατόπτριζε αυτό που συνέβαινε μέσα στο κεφάλι του. Μετά του κόλλησε το 'The Edge' και μετά το 'Edge'. Τώρα υπάρχουν κάποιοι που τον φωνάζουν 'Reg'."


    "Οι μητέρες τους τούς πήγαιναν με το αυτοκίνητο στα περισσότερα gigs τις πρώτες μέρες, αλλά εγώ κατέληξα ως ο βασικός οδηγός. Ο Edge ήταν πάντα επί των οικονομικών και πάντα είχε το βάρος της επόμενης ηχογράφησης στους ώμους του. Ήταν σοβαρός αλλά είχε μια ουσιαστική ηρεμία. Θα ήθελα πολύ να πω ότι είχα καταλάβει τις δυνατότητές τους, αλλά δεν είναι έτσι. Μόνο όταν τους είδα σε στάδιο για πρώτη φορά με συγκίνησαν. Είναι ευλογημένοι μάλλον, έχουν ένα χάρισμα που έρχεται από ψηλά."


    Στις προσπάθειές τους να κατοχυρώσουν μια νέα ταυτότητα, έγιναν μέλη μιας χριστιανικής ομάδας με το όνομα Shalom, εν μέρει, λέει ο Edge "λόγω ενός εφηβικού ενδιαφέροντος για τα μυστικά του σύμπαντος και εν μέρει λόγω της άποψης ότι ο σεχταρισμός ήταν το αποτέλεσμα τόσης κακίας στην χώρα μας, ειδικά στην Βόρεια Ιρλανδία, που προσπαθούσαμε να καταλάβουμε αν υπήρχε έστω και μία πλευρά του χριστιανισμού που να είναι αξιόλογη." (Με πίεση από άλλα μέλη της Shalom για τον περίεργο συνδυασμό της πίστης του και του Rock 'n' roll lifestyle, o Edge εγκατέλειψε τους U2 ακριβώς πριν την ηχογράφηση του War - "αλλά μόνο για δυόμιση ώρες.")


    Ως Feedback άνοιγαν, αρχικά, συναυλίες των The Arthur Phibes Band. Ως Hype (ακόμα χειρότερο) άνοιγαν τα shows του νέου Pop απόκτηματος της EMI, τους Advertising, και ως U2 έκαναν support στους The Stranglers, στο Top Hat του Δουβλίνου. Το 1978 κέρδισαν σε έναν διαγωνισμό ταλέντων στο Limerick. Παρά τα άστατα live shows τους, δημιούργησαν μια αίσθηση ανορθόδοξης αυτοεκτίμησης.


    Και δούλεψε. Δεν ήταν σαν τα άλλα group. Αυτή η μυθολογία τούς ακολουθούσε από τις πρώτες τους μέρες. Θυμάμαι τη συνέντευξη που πήρα από τους U2 στα τέλη του '81, ενώ γυρνούσαν την χώρα για να παρουσιάσουν το δεύτερο album τους, October. Αντιθέτα με τους περισσότερους κιθαρίστες εκείνης της εποχής, ο Edge ήταν πολύ σοβαρός και απίστευτα ντροπαλός και αγχωμένος για τον ήχο σε ένα μισογεμάτο αθλητικό κέντρο στο Bracknell του Surrey. Ήταν μόλις 20 χρονών. Με οδήγησαν σε ένα μικρό γυμναστήριο που χρησιμοποιούσαν ως καμαρίνι και βρήκα τον Bono, με μακριά μαλλιά, να ζεσταίνει την φωνή του. Οι τραγουδιστές ήταν τα μέλη της μπάντας που συνήθως είχαν πιει αρκετά ώστε να παίξουν τον κεντρικό ρόλο πάνω στη σκηνή. Δεν ήταν άνθρωποι που θεωρούσαν την φωνή τους ένα λεπτεπίλεπτο όργανο που απαιτεί συντήρηση και κούρδισμα.


    Ένα βασικό σημείο-σταθμός, λίγους μήνες πριν, ήταν η εμφάνισή τους στο Lyceum ballroom, στο The Strand, ως support στους Echo And The Bunnymen και τους The Teardrop Explodes. Και σ' αυτό ήμουν ανάμεσα στο κοινό. Απελπισμένος στην προσπάθειά του να κλέψει την παράσταση από τους λιγότερο θεατρικούς Bunnymen, o Bono είχε σκαρφαλώσει πάνω στο set των ηχείων στη μία πλευρά της σκηνής και, κατά τη διάρκεια, κατάφερε να σκίσει το fake δερμάτινο παντελόνι του. "Αλήθεια, χρειαζόμαστε άλλον έναν Rod Stewart?" έγραφε το New Musical Exprees την επόμενη Τετάρτη.


    "Το θυμάμαι πολύ καθαρά αυτό," παραδέχεται ο Edge. "Τα πράγματα δεν πήγαιναν σωστά. Απλά φρίκαρε και έγινε εντελώς υπερβολικός, αλλά η cool λονδρέζικη σκηνή το θεώρησε εντελώς όχι cool. Αντί να μας κυνηγήσει, το κυνηγήσαμε εμείς και κατέληξε με τον χειρότερο τρόπο. Αλλά πολλοί άνθρωποι ενθουσιάστηκαν από αυτό το performance γιατί είχε πολλή ένταση. Υπήρχε μια σπίθα σ' εμάς, μια πραγματική αφοσίωση."



    Ήταν περισσότερο ανταγνωστικό το να προσπαθείς να βρεις ένα πάτημα, ως μια μπάντα από την Ιρλανδία? "Δεν ήταν θέμα τύπου 'πρέπει να τους κερδίσουμε αυτούς τους τύπους', ήταν κάτι του τύπου 'ακούστε αυτό που κάνουμε'. Βλέπαμε τη δουλειά τους σαν πρόκληση: μπορούμε να φτάσουμε την ποιότητα της μουσικής τους? Και ήταν σπουδαία μουσική - το Crocodiles των Bunnymen είναι πολύ καλό album, το Kilimanjaro των Teardrops είναι πολύ καλό album, όπως και ο πρώτος δίσκος των The Skids. Οι The Skids μας ενέπνευσαν πολύ. Και οι The Associates και οι Simple Minds. Τους σεβόμασταν πραγματικά. Jim Kerr, Stuart Adamson...όλοι περνούσαμε τα ίδια στις δικές μας επαρχιακές περιοχές, βλέπαμε τους The Jam στο Top Of The Pops και σκεφτόμασταν ότι μπορούμε να το κάνουμε κι εμείς αυτό γ*μώτο!"


    Ακόμα και τότε, ένιωθες το επίπεδο της φιλοδοξίας των U2. H γενιά των Stones είχε γράψει τραγούδια σχεδιασμένα για Blues bars, που τότε είχαν εξαρθρωθεί και είχαν προσαρμοστεί με βάση την αναδυομένη περίοδο των μεγάλων σταδίων των '70s. Αλλά η μουσική των U2 ήταν εξαρχής φτιαγμένη για αρένες.


    "Βασικά δεν πιστεύω ότι το κάνουμε ενσυνείδητα, αλλά η μουσική μας δεν έχει στέγη. Δεν ήταν εμπνευσμένη από την juke-joint Blues νοοτροπία, ξεκινούσε από ένα διαφορετικό σημείο. Λατρεύω αυτό που κάνουν οι Stones, αλλά είναι μια εντελώς διαφορετική αισθητική. Δεν έχει να κάνει με εμάς. Παίζουμε με βάση αυτό που μπορούμε να κάνουμε καλά, και αυτό που μπορούμε να κάνουμε καλά είναι να κάνουμε τη μουσική μας εντελώς γυμνή και απλή."


    Αλλά το θέμα προφανώς είναι να δημιουργήσεις μια αίσθηση οικειότητας, ακόμα και σε έναν τεράστιο χώρο.


    "Έχω δει μπάντες σε μικρά venues και δεν μπορούν να επικοινωνήσουν και έχω δει shows σε στάδια όπου όλοι είναι εντελώς ενωμένοι, οπότε δεν έχει να κάνει με το μέγεθος του χώρου στην ουσία. Έχει να κάνει κυρίως με τα τραγούδια. Είδα τον Bob Marley στο Dalymount Park του Δουβλίνου το '79, στην τελευταία του περιοδεία νομίζω, και ήταν ακαταμάχητος. Έχω δει τον Springsteen σε διάφορες φάσεις όπου ήταν απίστευτος, αυτή η σχέση που καταφέρνει να δημιουργεί. Δεν είδα ποτέ τους The Clash σε μεγάλο venue, αλλά ήταν από τις μπάντες με τα καλύτερα live όλων των εποχών, όπως και οι Stiff Little Fingers. Είδα τους The Waterboys στο Top Hat του Dun Laoghaire, περίπου στην περίοδο του The Whole Of The Moon, ήταν μία από αυτές τις νύχτες που απλά ξεφεύγει - η πρόθεση, η θέληση, η επιθυμία για να επικοινωνήσεις, να γίνεις ένα με το κοινό! O Mike Scott ήταν εξαιρετικά ταλαντούχος. Όλα αυτά μου δημιούργησαν ένα ένστικτο για το τι χρειάζεται για να δώσεις μια καταπληκτική συναυλία, όπου δεν υπάρχει ούτε μια βαρετή στιγμή όλη τη νύχτα."


    Αλλά ένα μεγάλο μέρος όλου αυτού είναι καθαρά θέατρο.


    "Πήραμε μια γεύση από αυτό στην πρώτη μας περιοδεία στην Αμερική, όταν κάναμε support στους The J Gelis Band - o Peter Wolf είχε έρθει να μας δει στην Βοστώνη, όπως ξέρεις. Το Punk Rock δεν είχε φτάσει στην Βόρεια Καρολίνα, απ' όπου ξεκινούσε η περιοδεία, και είμαστε έτοιμοι να βγούμε και ο υπεύθυνος της συναυλίας μάς λέει (παίρνει μια καλιφρονέζικη προφορά) 'Παιδιά, κάποιες φορές ένα opening όνομα περνάει δύσκολες στιγμές πάνω στη σκηνή. Μην το πάρετε προσωπικά. Μην τσατιστείτε. Είχαμε τους Tom Petty And The Heartbreakers να ανοίγουν το show του Bob Seger πριν έξι μήνες και, ε, o Tom έπρεπε να φύγει απ' την σκηνή λόγω των μπουκαλιών.' Και εμείς ήμασταν, ξέρεις, okaaay. Αλλά, για καλή μας τύχη, οι The J Gelis Band είχε ένα τεράστιο πανό, μια κουρτίνα, που ήταν κρεμασμένη στο μπροστινό μέρος της σκηνής και είχε πάνω της το logo του τελευταίου τους album, του Freeze Frame. Έτσι, για να παίξουμε εμείς, έπρεπε να σηκώσουν αυτήν την κουρτίνα. Βασικά, ήταν σαν να βγαίνει το κεντρικό όνομα. Όλοι χειροκροτούσαν. Δεν περιμέναμε ούτε για ένα δευτερόλεπτο μέχρι να καταλάβουν ότι δεν είμαστε οι The J Gelis Band, απλά δεχτήκαμε το χειροκρότημα - Yeah! Είναι τέλεια που είμαστε ξανά εδώ! - και συνεχίσαμε. Εντελώς νταηλίκι. Ξεσκίσαμε τη σκηνή. Κρατήσαμε αυτή την ορμή. Κάναμε encore κάθε βράδυ."


    "Και ήταν όντως καθαρά θέατρο. Ο Springsteen έκανε θέατρο. Ο Jimi Hendrix έκανε θέατρο. Οι The Clash έκαναν θέατρο. Αλλά αν αυτό είναι το μόνο που κάνεις, τότε έχεις πρόβλημα. Πρέπει να έχεις έναν αυθορμητισμό όταν δεν ξέρεις τί πρόκειται να συμβεί. Ένα ρίσκο. Μια αλληλεπίδραση ανάμεσα στον performer και το κοινό."



    Πώς γράφουν τα τραγούδια τους οι U2?


    Κάνουμε διαφορετικά πράγματα κάθε φορά. Πάντα σκεφτόμαστε διαφορετικούς ανθρώπους στο μυαλό μας. Θα μπορούσε να είναι ο Bob Marley. Θα μπορούσε να είναι ο John Lennon. Θα μπορούσαν να είναι οι The Clash. Στην αρχή μάλλον ήταν οι The Fall, οι Bunnymen, οι Magazine. Όλες αυτές οι επιρροές υπάρχουν στο πίσω μέρος του μυαλού σου όταν δουλεύεις πάνω σε κάτι και, κατά κάποιον τρόπο, ανατρέχεις σ' αυτές τις αναφορές. Αλλά ποτέ δεν έχουμε κυκλοφορήσει κάτι επειδή μας θυμίζει κάποιον. Στο τέλος, πρέπει να είναι κάτι μοναδικό. Πίστευα ότι το Out Of Control θύμιζε υπερβολικά The Skids, αλλά τελικά ήταν ο δικός μας ήχος. Για το Running To Stand Still ήμουν προβληματισμένος επειδή νόμιζα ότι έμοιαζε υπερβολικά πολύ με τη μουσική του Lou Reed. Για την αρχική version του One, που έφτιαξα με μια ακουστική κιθάρα κι ένα πιάνο μόνο, νόμιζα ότι θύμιζε πάρα πολύ τον John Lennon. Όλοι οι άλλοι έλεγαν 'Θα πρέπει να του δώσεις ένα νεύρο σε ένα άλλο σημείο.' Μετά ήρθε ο Brian (Eno) και ο Danny (Lanois, οι συμπαραγωγοί) και του έδωσαν μια άλλη στροφή και μετά μου ήρθε το κομμάτι με την ηλεκτρική κιθάρα."


    "Ο Edge είναι αρκετά έξυπνος, όλοι τους είναι," λέει ο Lanois, "ώστε να παίρνουν ιδέες συνεχώς από όλες τις διαδικασίες στο studio. Πρέπει να είσαι ισχυρή προσωπικότητα για να το παραδεχτείς αυτό. Αλλά ο Brian Eno είναι μεγάλο μυαλό και εγώ είμαι μεγάλη καρδιά και η καρδιά και η ψυχή είναι ένα μεγάλο μέρος αυτού που είναι οι U2. Φώναζα στον Edge - αυτό είναι καλό, όχι αυτό, καν'το ξανά αυτό! - και ο Bono έκανε νοήματα με τα χέρια του ως συνήθως. Έχουν αρκετά πολύ όμορφα τραγούδια που βασίζονται σε συγχορδίες που επαναλαμβάνονται τέσσερις φορές, αλλά εκείνος είναι ο βασιλιάς των αυτοσχεδιασμών, μία από τις σπουδαίες μουσικές δυνάμεις. Είναι ο βασικός τροχός, είναι, λίγο-πολύ, υπεύθυνος για οτιδήποτε γίνεται αρμονικά."


    "Είπα 'Ας το προσπαθήσουμε για κανά μισάωρο," αναπολεί ο Edge, "και επιστρέψαμε στον κεντρικό χώρο του Hansa - αυτό το τεράστιο δωμάτιο, μια φανταστική αίθουσα χορού από τα '20s, στο Βερολίνο. Ο Bowie έφτιαξε το Low εκεί, εκεί έχει ηχογραφήσει και ο Nick Cave. Μπήκαμε και οι τέσσερις μέσα, άρχισα να παίζω, ο Bono έπιασε το μικρόφωνο και είχε αυτήν την ιδέα για το One από την πρώτη πρόβα σχεδόν, και είχε αυτό το καταπληκτικό συναίσθημα. Μείναμε εκεί για περίπου τρεις ώρες! Ήταν πραγματικά ανακουφιστικό για εμάς, αφού, μέχρι τότε, τα sessions ήταν εξαιρετικά μη παραγωγικά."


    "Τελικά, αν το Rock 'n' roll πρόκειται να υπάρχει ακόμα μετά από 500 χρόνια, αυτό θα γίνει γιατί γράφονται ακόμα εξαιρετικά τραγούδια. Ο Bob Dylan έχει πει 'Δεν μπορώ να γράφω τέτοια τραγούδια πια, δεν μπορώ να γράφω όπως έγραφα στα '60s.' Δεν είμαι σίγουρος ότι συμφωνώ μαζί του - παρόλο που αυτός ξέρει καλύτερα τον εαυτό του από εμένα - αλλά αυτό που κάνουμε αλλάζει συνεχώς. Ακόμα μαθαίνουμε πράγματα σαν μπάντα, μετά από 25 χρόνια, και δεν υπάρχει καλύτερο πράγμα από αυτό."


    Στο after show party της πέμπτης πτέρυγας του Madison Square Garden, o Edge μιλάει για τη μουσική που γράφει μαζί με τον Bono για το Spiderman musical, που θα ανέβει στο Broadway σε περίπου δύο χρόνια. Και για την γυναίκα του και το ότι εκείνη λέει ότι είναι ανυπόφορος κατά τον πρώτο μήνα, αφού έχει γυρίσει από περιοδεία - στις οχτώ κάθε βράδυ παθαίνει αυτή την τρομερή έκρηξη αδρεναλίνης. Για την ακρίβεια, δεν μπορεί να ακούσει το Wake Up των Arcade Fire χωρίς τον πανικό που έχει τρία λεπτά πριν ανέβει στη σκηνή. Αλλά κυρίως μιλάει για την σχέση του με τα άλλα τρία αγόρια από το Mount Temple Comprehensive και την τύχη, την σκληρή δουλειά και την εύθραστη συγκατάβαση που έχουν συντελέσει ώστε να επιβιώσει η σχέση τους.


    "Δεν συμφωνώ απαραίτητα με οτιδήποτε κάνει ο Bono, αλλά πρέπει να αναγνωρίσεις ότι καθένας έχει τη δική του συγκεκριμένη άποψη. Δεν γίνεται να μας αρέσει οτιδήποτε κάνουν οι άλλοι, οπότε πρέπει να κάνεις συμβιβασμούς για να λειτουργούν όλα σωστά. Κανένας δεν έχει προδώσει την αρχική του δέσμευση στο group και σε αυτό που είναι καλύτερο γι' αυτό. Όλα έχουν να κάνουν με τα τραγούδια. Αν είναι άψογο, είναι άψογο ανεξάρτητα από εμάς, όχι επειδή υπάρχουμε εμείς. Ειλικρινά πιστεύω ακόμα πως μας βλέπω σαν τέσσερις τυχοδιώκτες από το Βόρειο Δουβλίνο."


    Οι άλλοι τρεις τυχοδιώκτες συγκινούνται λίγο όταν τους ζητείται η γνώμη τους.


    "Ο Edge, απ' όταν τον γνώρισα, έχει αυτήν την απερίγραπτη ποιότητα," λέει ο Adam, "μαζί με διασκεδαστικά, απόμακρα, cool στοιχεία. Η εντύπωσή μου τώρα είναι ακριβώς η ίδια."


    "Μέσα σε σχεδόν 30 χρόνια," λέει ο Larry, "έχω μάθει να μην τον υποτιμώ ποτέ. Σε κανένα επίπεδο. Η επίμονη, αδυσώπητη έρευνά του για το τέλειο τραγούδι, τον τέλειο ήχο, την τέλεια ιδέα. Έχει τόσα πολλά θετικά χαρακτηριστικά που ζηλεύω."


    Η ποιητική πλευρά του Bono εκφράζεται με έναν άγριο μορφασμό.


    "Κάτω από την υπερβολική ηρεμία και τις προσεκτικά επιλεγμένες κρυστάλλινες νότες, υπάρχει ένας θυμός, μια εκρηκτική πλευρά, όπως έχω μάθει μέσα από αρκετές καταστάσεις. Ποτέ μην μαλώνεις με έναν άνθρωπο που βγάζει το ψωμί του μέσα από άψογο και προσεκτικό συντονισμό."



    πηγη:Mad.tv