Σε σημαδεύουν οι πληγές της μάχης που αποφεύγεις
ποτέ σου δεν την έδωσες κι αιωρείσαι στο κενό
την ταραχή σου τη βουβή μονίμως αναδεύεις
έχασες τον ορίζοντα και μπλέχτηκες σε ιστό.
Αγκάθι τριαντάφυλλο στο ίδιο το κλωνάρι
έξω βροχή και σπαραγμός κι ήλιου αναμονή
γιατί πετάνε τα πουλιά φυτρώνει το βλαστάρι
ποτέ σου δεν κατάλαβες στο σάβανο βουβή.
Σκιές τα χέρια κρύβουνε τα μάτια που δακρύσαν
μπροστά στη Νέα Βηθλεέμ στέκονται οι πληγές
η αγάπη είναι ο φόβος σου που οι σκέψεις διαχύσαν
την άκρη ψάχνουν για να βρουν οι χαμένοι ποιητές.
Σε κόσμο ανακυκλώσιμο κατάσταση παρθένα
έτσι τα φέρνει ο καιρός κι η αδάμαστη ζωή
το έλεος καιόμενο ξυπνάει κοιμισμένα
όνειρα που ξεχάστηκαν στο δρόμου τη στροφή.
Αν η καρδιά σκεφτότανε τότε θα σταματούσε
μπροστά στον πόνο τον φριχτό τον βασανιστικό
του λυτρωμού το αίσθημα για πάντα θα αγνοούσε
και του καπρίτσιου τον γλυκό αντιπερισπασμό.