Αυτό το βιντεάκι δεν το ήξερα... πρώτη φορά έπεσε στην αντίληψή μου αυτή η ηχογράφηση που απ΄ότι λένε είναι -ίσως- διαφημιστικό ποτ-πουρί και θέλησα να το μοιραστούμε
Παναγιώτης Τούντας Έτος ηχογρ. 1931
Μοναδικό και σπάνιο δείγμα δίσκου με αποσπάσματα από διάφορα τραγούδια. Ακούγονται οι φωνές του Γ. Βιδάλη, Δ. Χριστοδούλου, της Μαρ. Πολίτισσας, του Κ. Νούρου και του Στ. Περπινιάδη.
Το μέλος dimitris1965 στις 04.03.2013, 00:48 έγραψε...
Τούτ’ οι μπάτσοι που `ρθαν τώρα, βρε τούτ’ οι μπάτσοι που `ρθαν τώρα, βρε τούτ’ οι μπάτσοι που `ρθαν τώρα, ουά τι γυρεύουν τέτοιαν ώρα; Ήρθανε να μας ρεστάρουν, βρε ήρθανε να μας ρεστάρουν, βρε ήρθανε να μας ρεστάρουν και τα ζάρια να μας πάρουν. Και μας ψάξανε για ζάρια ρε, και μας ψάξανε για ζάρια, ρε και μας ψάξανε για ζάρια, και μας βρίσκουν οχτώ ζευγάρια. Παίζω ζάρια και κερδίζω, ρε, παίζω ζάρια και κερδίζω, ρε παίζω ζάρια και κερδίζω, και στην πόκα τα τοκίζω. Έρχομαι το φράχτη, φράχτη, βρε, έρχομαι το φράχτη, φράχτη, ρε έρχομαι το φράχτη, φράχτη, και σε βρίσκω μ’ ένα ναύτη.
ΕΧΩ ΛΟΥΛΟΥΔΑΚΙ
Εχω λουλουδακι πουναι τεφαρικι
και αργιλε καρυδα ισα με ενα μπρικι
ΖΕΙΜΠΕΚΙΚΟ που ελεγαν στους τεκεδες του 1920 εχουν χαθει οι αλλοι στιχοι!!
Καλησπέρα. Καιρό έχει να γραφτεί κάτι σε αυτό το topic του forum. Λοιπόν, ας ακούσουμε ένα ερωτικό τραγούδι που ταρακούνησε τα νερά των Ελλήνων με την φράση "μπιρ Αλλάχ", αλλά αγαπήθηκε και τραγουδιέται ακόμη. Σύνθεση: Σταμούλης Γιάννης. Τραγουδάει η Στέλλα Χασκήλ.
Η πανέμορφη ΕλληνίδαΓκιούλ Μπαχάρ που καταγόταν από το χωριό Λιβαράς, στη Τραπεζούντα του (Πόντου), έζησε περί το δεύτερο ήμισυ του 15ου αιώνα και υπήρξε σύζυγος του Σουλτάνου.
Ήταν κόρη του ιερέα του χωριού και την έλεγαν Μαρία. Κατά την περί αυτής παράδοση που επιβεβαιώνει και ο Κ. Παπαρρηγόπουλος, διερχόμενος κάποτε από το χωριό, κατάκοπος ο Σουλτάνος με την ακολουθία του και βλέποντας το δροσερό τοπίο της ποντιακής εκεί περιοχής ξεπέζεψε για να ξεκουρασθεί δίπλα στη πηγή του Ναού του Αγίου Κωνσταντίνου. Εκείνη τη στιγμή είδε να έρχεται η ωραία εκείνη κόρη του ιερέα με το κοπάδι της και της οποίας το κάλλος τόσο κατέθελξε τον Σουλτάνο που της ζήτησε να του προσφέρει εκείνη νερό από το χρυσό κύπελο που της έδωσε. Εκείνη αμέσως του έφερε, αλλά κρατούσε το κύπελλο τόσο αδέξια που κάποια δάκτυλά της βρέχονταν στο νερό. Ο Σουλτάνος το παρατήρησε και άδειασε το νερό ζητώντας της νέο καθαρότερο. Εκείνη έσπευσε αλλά αυτή τη φορά μέσα στο κύπελλο έπλεαν φύλλα και χόρτα. Ο Σουλτάνος επέπληξε την Μαρία αλλά επειδή ήταν πολύ διψασμένος συνέχισε και ήπιε το νερό ζητώντας να το ξαναγεμίσει. Την στιγμή που έπινε η Μαρία του απολογήθηκε ότι επίτηδες το έκανε, επειδή το νερό είναι πολύ κρύο και εκείνος ήταν ιδρωμένος, έτσι έπρεπε να καθυστερήσει λίγο για να του προφυλάξει την υγεία του.
Ο Σουλτάνος ξεδιψασμένος πλέον και ακούγοντας τα λεγόμενα της Μαρίας συγκινήθηκε από τη λεπτή φροντίδα της ωραίας αυτής κόρης και αμέσως την ζήτησε από τον πατέρα της, την έφερε με τιμές στη Κωνσταντινούπολη, την έκανε σύζυγό του και την ονόμασε Γκιούλ Μπαχάρ που σημαίνει "το ρόδο της Άνοιξης" ), την οποία και κράτησε επί μακρόν στα ανάκτορά του. Αργότερα όταν αντελήφθη ότι είχε επισύρει το φθόνο των άλλων γυναικών του χαρεμιού του, προκειμένου να την προφυλάξει από τις έντονες ανακτορικές μηχανορραφίες, την έστειλε στην πατρίδα της με τον γιο της και με όλες τις απολαβές και τιμές βασιλικής συζύγου. Εκεί παρέμεινε και ως Βασιλομήτωρ, Βαλιντέ Σουλτάνα, όταν ο γιος της ανέλαβε αργότερα Σουλτάνος.
Η Γκιούλ Μπαχάρ βοήθησε πολύ την πατρίδα της τόσο ώστε τα ιδιαίτερα προνόμια των κατοίκων διατηρήθηκαν μέχρι της εποχής του τουρκικού Συντάγματος. Φάνηκε όμως ευεργέτης και στους Τούρκους της περιοχής για χάρη των οποίων έκτισε το "Ιμαρέτ" (στη Τραπεζούντα) που λειτουργούσε ως ιεροσπουδαστήριο (θεολογική σχολή μουσουλμάνων). Σ΄ αυτό δε το τέμενος θάφτηκε η Μαρία όταν πέθανε το 1495 όπου επί του μαυσωλείου της φέρεται επιγραφή στην αραβική και περσική και στην οποία αποκαλείται "Ρωμαία Δέσποινα".
Το όνομα "Γκιούλ Μπαχάρ" έγινε περισσότερο όμως γνωστό στους νεοέλληνες από το ομώνυμο ρεμπέτικο τραγούδι που έγραψε ο Βασίλης Τσιτσάνης το 1950 και που το ερμήνευσε η μεγάλη ρεμπέτισσα της εποχής Ρένα Ντάλια σε αργό ανατολίτικο ρυθμό και που υπήρξε μεγάλη επιτυχία, που επανέλαβε και συμπεριέλαβε τελευταία (1985) η Αθηναϊκή κομπανία στο ρεπερτόριό της.