Ξύπνησε με το κεφάλι της βαρύ. Πονοκέφαλος απίστευτος, το στόμα «παντόφλα» όπως έλεγε κι ο Πάνος, ο κολλητός της που έλλειπε για αιώνιες σπουδές στην Ιταλία και μία παραζάλη... αλλού να πατάς αλλού να βρίσκεσαι!
Θολά θυμόταν την προηγούμενη νύχτα. «Μπόμπες θα ήταν οι τεκίλες» σκέφτηκε καθώς έριχνε παγωμένο νερό στο μουδιασμένο της σώμα για να συνέλθει. Βγήκε από τη ντουζιέρα τουρτουρίζοντας ελαφρά και τυλίχτηκε στο μπουρνούζι της. Ήδη αισθανόταν καλύτερα.
Έριξε μια ματιά την οθόνη του υπολογιστή της. «Αχ, βρε Πάνο. Τώρα που σε θέλω βρήκες κι εσύ να λείπεις!» Άνοιξε τη μονάδα και ταυτόχρονα χτύπησε αναπάντητη στο κινητό του κολλητού! Ήταν το συνθηματικό για να μπουν και οι δύο στο ίντερνετ. Σε λίγο ήταν και οι δυο συνδεδεμένοι!
«Τι έπαθες, μικρή;»
«Δε θα σας καταλάβω ποτέ εσάς τους άντρες! Μπορείς να μου πεις γιατί σας είναι τόσο δύσκολο να παραδεχτείτε ότι σας αρέσει μία γυναίκα; Γιατί σας πιάνει πανικός όταν τα πράγματα είναι λίγο διαφορετικά από ότι συνήθως; »
«Πρώτον δεν είμαστε όλοι οι άντρες ίδιοι, δεύτερον η περίπτωσή σας δεν είναι ό,τι ευκολότερο μπορεί να τύχει σε κάποιον και τρίτον ηρέμησε και πάρ’ τα με τη σειρά να καταλάβω τι έγινε πάλι»
Με συνοπτικές διαδικασίες του διηγήθηκε την προηγούμενη βραδιά. Πως τελικά συναντήθηκε και πάλι τυχαία – ας το πούμε καλύτερα μοιραία - με το γνωστό πρόσωπο, πως οι δύο παρέες έγιναν μία, πως τα ήπιαν και πάλι στο γνωστό στέκι και πως τελικά κατέληξαν να επιστρέφουν με το ίδιο ταξί σπίτι γιατί δεν ήθελε να την αφήσει μόνη της, αλλά η κατάληξη η ίδια… Καληνύχτα και αμήχανα βλέμματα.
«Λοιπόν το αποφάσισα θα πάω από το σπίτι του και ό,τι βρέξει ας κατεβάσει».
«Κοριτσάκι, πρόσεξε. Μην κάνεις καμιά πατάτα. Άσε τα πράγματα να κυλήσουν μόνα τους και μην πιέζεις καταστάσεις.»
«Τέλος, Πάνο. Ντύνομαι και φεύγω»
Η φωνή του Πάνου δεν πρόλαβε να ακουστεί.
Σε δυο λεπτά έμπαινε στο αυτοκίνητό της και σε λίγο χτυπούσε το κουδούνι του.
Άνοιξε την πόρτα και την κοίταξε ξαφνιασμένος. Δεν τον άφησε να μιλήσει. Μπήκε σίφουνας στο μικρό δωμάτιο και του φώναξε σχεδόν:
«Πες μου τι γίνεται με μας τους δυο!»
Δεν της απάντησε. Ανάσανε βαθιά, την αγκάλιασε και τη φίλησε. Η γεύση του πλημμύρισε όλες τις αισθήσεις. Το πάθος της στιγμής γέμισε όλο το χώρο και ο χρόνος σταμάτησε εκεί. Τίποτα πια δεν είχε σημασία…. Τίποτα και κανείς.
Η ιστορία είναι της MARGOT και την ευχαριστούμε πάρα πολύ!!
Παίζαμε με τις λέξεις
ΠΑΤΑΤΑ ΠΑΘΟΣ ΓΕΥΣΗ ΠΑΝΙΚΟΣ ΠΑΝΤΟΦΛΑ
8 σχόλιαΑν θεωρήσω τον εαυτό μου μαγνήτη... με ανησυχεί το ΤΙ ελκύω!!!!
ON AIR ΑΣΤΕΙΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΚΑΙ ΑΛΛΑ... ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΟ ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΑ ΒΙΒΛΙΑ ΠΟΥ ΑΓΑΠΗΣΑΜΕ ΒΙΝΤΕΟ-ΦΩΤΟ ΕΓΩ ΕΣΥ ΚΑΙ ΤΟ ΚΟΚΚΑΛΟ ΜΟΥ ΕΜΠΕΙΡΙΩΝ ΣΟΦΙΕΣ ΕΣΕΙΣ ΚΙ ΕΓΩ Η ΓΩΝΙΑ ΤΟΥ ΦΙΛΟΣΟΦΟΥ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΛΑΙΚΑ ΑΠΟΦΘΕΓΜΑΤΑ ΜΕΤΑΛΛΙΑ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ "Μουσικό Ονειροδρόμιο" ΜΟΥΣΙΚΟ ΟΝΕΙΡΟΔΡΟΜΙΟ ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ