Όχι εγώ δεν γράφω παραμύθια, όμως η φίλη μας που έχει μια τέτοια συνήθεια σε αυτές τις ιστορίες, μου άφησε πριν λίγες μέρες κάτι για σας. Κι επειδή δεν μου πάει η καρδιά να χαλάσω το χατίρι σε ένα αξιολάτρευτο άτομο σαν αυτή, πριν παω για δουλίτσα σας στέλνω την παρακάτω ιστοριούλα που νομίζω θα την ευχαριστηθείτε όπως και εγώ.
AlienP said:
Κόκκινη κλωστή δεμένη, θα τη λύσω απ’ την ανέμη και με τον καλό καιρό παραμύθι θα σας πω! Μια νύχτα πολύ κρύα μπήκα σε μια μπυραρία, που χε μάτσο μεθυσμένους όμορφα μερακλωμένους. Βρε ποιοι είστε εσείς ρωτάω και θερμά τους χαιρετάω, είμαστε μια παρέα που περνάμε πάντα ωραία. Μου είπανε με μια φωνή και τσούγκρισαν στη στιγμή. Όπως κύλαγαν οι μπύρες γύρω χόρευαν οι μοίρες και χωρίς να το σκεφτώ τσούγκριζα τρελά κι εγώ. Άντε εβίβα βρε παιδάκια του παράδεισου αστεράκια κι αν μακριά σας ξενυχτάω ‘γω σας γλυκομελετάω και σας στέλνω ένα φιλάκι κι ένα μου παραμυθάκι!
"Μα δεν έχεις τίποτα καλό να θυμηθείς;"
Το καλοκαίρι εκείνο δεν το ξέχασε κανείς τους. Ο καημός της μοναξιάς, τους είχε οδηγήσει στην παραλία. Χαράματα, όταν οι άλλοι τουρίστες κοιμόντουσαν του καλού καιρού, ο Τάσος και η Ελπίδα άγνωστοι μεταξύ τους, από διαφορετικά μέρη, διαφορετικούς κόσμους σχεδόν, συναντήθηκαν σε μια αγουροξυπνημένη αμμουδιά και αντάλλαξαν μια τσιγκούνικη καλημέρα, μέσα από τα δόντια τους.
Η ευχή έπιασε. Μετά από μια γρήγορη βουτιά στα παγωμένα νερά που χόρευαν με τέμπο επτά μποφόρ, κάθισαν στην ακρογιαλιά και άρχισαν να μοιράζονται τις ζωές τους. Άγνωστοι μεταξύ τους, από διαφορετικά μέρη, διαφορετικούς κόσμους, εκείνος στα 24 του, εκείνη στα 22, δεν δίστασαν να ανοίξουν την καρδιά τους και να τα πουν όλα.
Ακόμα και για τις αποπνιχτικές σκοπιές του Τάσου στη Μυτιλήνη, που έβαζε την ξιφολόγχη στο πιγούνι του για να μην τον πάρει ο ύπνος, που όλο νόμιζε πως άκουγε βήματα και που του την είχε πέσει ένας ανώτερός του, αδερφή, παντρεμένος με 2 παιδάκια, τάζοντάς του τρελές άδειες και τσάμπα κόκα. Μα και για την έκτρωση που αναγκάστηκε να κάνει η Ελπίδα, όταν την άφησε ο φίλος της μόλις ανακάλυψε την εγκυμοσύνη της στα 19 της χρόνια. Για μια χαζή απόπειρα αυτοκτονίας της. Όπως και για τον αγώνα που έδωσε για να καταφέρει να σπουδάζει δουλεύοντας, μιας και ο πατέρας της την είχε διώξει από το σπίτι.
Αν τους άκουγε κανείς θα πίστευε πως και οι δυο τους είχαν περάσει μια φριχτή ζωή γεμάτη μόνο βάσανα και πόνους και είχαν γονατίσει στο βάρος των κακών στιγμών. Ευτυχώς που άκουγαν ο ένας τον άλλον γιατί γρήγορα μπόρεσαν να ξεμπλοκάρουν με την απορία κλειδί:
Μα δεν έχεις τίποτα καλό να θυμηθείς;
Η απάντηση δεν ήρθε εύκολα. Για λίγο βυθίστηκαν στη σιωπή. Ο Τάσος άρχισε να πετάει βοτσαλάκια στη θάλασσα και ξαφνικά ξέσπασε σε γέλια. Κάποτε λεει είχε πετάξει ένα μπουκάλι με ένα σημείωμα στη θάλασσα, δεν είχε γράψει τίποτα στο χαρτί εκτός από «σ’ αγαπάω»! Του έφτιαχνε τη διάθεση η ιδέα να το είχε βρει μια κοπέλα και να έκανε όνειρα, περιμένοντας τον άγνωστο αποστολέα. Τέτοιο φρούτο ήταν ο Τάσος, μα και η Ελπίδα δεν πήγαινε πίσω! Κάποτε, στο πεζοδρόμιο της καφετέριας που εργαζόταν, είχε κολλήσει με ισχυρή κόλλα ένα κέρμα των εκατό δραχμών και είχε γελάσει αφάνταστα με τις προσπάθειες των περαστικών να το ξεκολλήσουν. Τέτοιο μούτρο η Ελπίδα!
Κάθε ανάμνηση έφερνε μια άλλη και αν τους άκουγε κανείς θα έλεγε πως η ζωή τους ήταν γεμάτη γέλιο και χαρά. Ευτυχώς εκείνο το καλοκαίρι, τους βρήκε με καρδιές ανοιχτές. Έτοιμους να συγχωρήσουν, να ξεχάσουν, να προχωρήσουν, να προσπαθήσουν, να κερδίσουν. Κι αν άνθρωποι που είχαν πιστέψει, γονείς, φίλοι, έκαναν λάθος και τους φέρθηκαν άσχημα, εκείνοι κατάλαβαν πως μεγαλύτερο λάθος είναι να κολλάς στην ιδέα πως τα έχεις δει όλα και το χειρότερο, πως δεν έχεις να ελπίζεις σε τίποτα.
Η αρχή είχε γίνει με μια απλή ερώτηση, ένα καλοκαιρινό ξημέρωμα σε μια αγουροξυπνημένη παραλία, στην πιο έρημη στιγμή της ζωής τους, συναντήθηκαν και λίγο πριν χαθούν, ηττημένοι από το δύστροπο παρελθόν τους, αποφάσισαν να ζήσουν ευτυχισμένοι, παραδέχτηκαν πως είχαν πολλά καλά να θυμηθούν τόσα που δύο χρόνια μετά ακόμα λένε… και ακόμα δημιουργούν στοκ χαρούμενων στιγμών…
Κι αν καμιά φορά στεναχωρηθούν από τα απρόοπτα της ζωής και φλερτάρουν με τη θλίψη, λυτρώνονται με την παλιά χρυσή μαγική ερώτηση:
«Μα δεν έχεις τίποτα καλό να θυμηθείς;» Ε;
Καληνύχτα πουλάκια! Καλό Σαββατοκύριακο!
Alien-Πηγή