Όλοι μας και σε κάθε στενή συναισθηματική μας σχέση -είτε το γνωρίζουμε είτε όχι- προσπαθούμε πάντα να βρούμε μια ισορροπία ανάμεσα στις δύο θεμελιακές πανανθρώπινες ανάγκες μας που είναι η εγγύτητα και η αυτονομία. Αυτό σημαίνει να μπορούμε να νιώθουμε ταυτόχρονα και κοντά στον άλλον αλλά και ελεύθεροι να ακολουθήσουμε τις βασικές προσωπικές μας επιλογές.
Αυτή η βασική σύγκρουση ενυπάρχει σε κάθε στενή συναισθηματική σχέση -όπως η ερωτική, η φιλική, η σχέση γονιών-παιδιού κ.ά.- που περιλαμβάνει αναπόφευκτα και μία ανάγκη προσαρμογής μας, την οποία είναι δυσκολότερο να αγνοήσουμε όσο σημαντικότερη είναι η σχέση αυτή για εμάς τους ίδιους. Αυτό που καθορίζει το βαθμό ισορροπίας που θα επιτύχουμε ανάμεσα στις ανάγκες μας για εγγύτητα και αυτονομία είναι η ικανότητα διαφοροποίησής μας, δηλαδή, η ικανότητα του καθενός μας να μπορεί να παραμένει ο αληθινός του εαυτός στις στενές συναισθηματικές του σχέσεις.
Το αντίθετο της ικανότητας αυτής είναι εκείνο το είδος συναισθηματικής εξάρτησης που σημαίνει πως οι δύο σύντροφοι δεν μπορούν να ρυθμίσουν αυτόνομα την προσωπική τους συναισθηματική διάθεση, η οποία, στην περίπτωση αυτή, είναι εξαρτώμενη από τις αντιδράσεις του άλλου. Είναι, δηλαδή, σαν να είναι ο άλλος ο καθρέφτης του εαυτού μας και οι όποιες αντιδράσεις του να καθορίζουν το πόσο «καλοί», επαρκείς ή αποδεκτοί νιώθουμε.
Στην περίπτωση που δεν έχουμε κατακτήσει εκείνον το βαθμό διαφοροποίησης, που να μας δίνει τη δυνατότητα να λειτουργούμε αυτόνομα και με μεγαλύτερη αίσθηση ασφάλειας, τότε βιώνουμε την κάθε σχέση μας είτε ως σανίδα σωτηρίας είτε ως φυλακή. Οι αντιδράσεις μας, στις περιπτώσεις αυτές, είναι είτε να γαντζωνόμαστε είτε να αποστασιοποιούμαστε συναισθηματικά από τον άλλον. Και στις δύο αυτές περιπτώσεις, οι αντίδρασή μας είναι το αποτέλεσμα της αδυναμίας μας να ρυθμίζουμε αυτόνομα τη συναισθηματική μας ισορροπία, η οποία είναι εξαρτώμενη από το πώς μας κάνει ο άλλος να νιώθουμε.
Οι περισσότερες ερωτικές σχέσεις εμπεριέχουν, λιγότερο ή περισσότερο, τέτοιου είδους προβλήματα, που είναι ανάλογα του βαθμού διαφοροποίησης των δύο συντρόφων, δηλαδή της προσωπικής αίσθησης αυτονομίας ή συναισθηματικής εξάρτησης του καθενός. Όσο καλύτερα νιώθουμε εκ των προτέρων με τον εαυτό μας τόσο μεγαλύτερες είναι και οι πιθανότητες να βρούμε το σύντροφο εκείνο με τον οποίο η σχέση μας θα μας δίνει τη δυνατότητα να λειτουργούμε αυτόνομα μέσα σε αυτήν, δηλαδή να είμαστε ο εαυτός μας. Ο όποιος δε συμβιβασμός στην κοινή σχέση με τον άλλον θα γίνεται οικειοθελώς, θα βιώνεται, δηλαδή, ως συνειδητή προτίμηση και επιλογή και όχι ως εξαναγκασμός.