ελληνική μουσική
    580 online   ·  210.870 μέλη
    antonLOrd
    12.08.2005, 13:58
    Ο Νίκος Καββαδίας γεννήθηκε το 1910 σε μια μικρή πόλη της Μαντζουρίας κοντά στο Χαρμπίν, από γονείς Κεφαλλονίτες. Πολύ μικρός πρωτοταξίδεψε, όταν οι γονείς του αποφάσισαν να επιστρέψουν στο νησί τους, αν και η οικογένεια Καββαδία θα ζήσει ελάχιστα εκεί και τελικό της λιμάνι θα είναι ο Πειραιάς, στον οποίο μετοικεί το 1921, όταν ο Νίκος είναι μόλις 11 ετών. Στον Πειραιά ο ποιητής τελειώνει Δημοτικό και Γυμνάσιο. Μαθητής ακόμη του δημοτικού, γράφει τα πρώτα του ποιήματα. Το 1928 έδωσε εξετάσεις στην Ιατρική Σχολή αλλά την ίδια χρονιά αρρώστησε βαριά ο πατέρας του και αναγκάστηκε να δουλέψει. Το 1929 μπαίνει υπάλληλος σε ένα ναυτικό γραφείο. Αντέχει μόνο λίγους μήνες να βλέπει τους άλλους να ταξιδεύουν. Τα καράβια κι η θάλασσα είναι το όνειρό του. Tον επόμενο χρόνο, αμέσως μετά το θάνατο του πατέρα του, μπαρκάρισε ναύτης στο φορτηγό ¶γιος Νικόλαος και για μερικά χρόνια συνεχίζει να φεύγει με τα φορτηγά, γυρίζοντας πίσω μονίμως ταλαιπωρημένος και αδέκαρος... Η ανέχεια τον κάνει ν' αποφασίσει να πάρει το δίπλωμα του ασυρματιστή. Στην αρχή σκεφτότανε να γίνει καπετάνιος, μα τα χρόνια είχαν περάσει, τα είχε φάει η λαμαρίνα, και το δίπλωμα του ασυρματιστή ήταν ο μόνος σύντομος και αξιοπρεπής δρόμος για τα καράβια. Παίρνει το δίπλωμά του το 1939, αλλά αντί να μπαρκάρει βρίσκεται στρατιώτης στην Αλβανία και κατόπιν ξέμπαρκος στην Αθήνα με την γερμανική Κατοχή. Μόλις τελείωσε ο πόλεμος , το 1944, ξαναμπαρκάρει, αδιάκοπα πια , ως ασυρματιστής, γυρίζοντας όλο τον κόσμο, ως το Νοέμβρη του 1974. Έτσι είχε την ευκαιρία να γυρίσει όλο τον κόσμο και να γνωρίσει τις ανοιχτές θάλασσες , τα εξωτικά λιμάνια και να αντλήσει από τις άμεσες εμπειρίες του το υλικό για την ποίησή του. Επιστρέφοντας απ' το τελευταίο του ταξίδι κι ενώ ετοίμαζε την έκδοση της τρίτης συλλογής του πέθανε ξαφνικά από εγκεφαλικό επεισόδιο στις 10 Φεβρουαρίου του 1975. Τρεις μήνες άντεξε μακριά από τη θάλασσα.



    Ο Νίκος Καββαδίας είναι ίσως ο μόνος που αξίζει τον χαρακτηρισμό του απόλυτα βιωματικού στην ποίησή του. Μιλάει πάντα για τα καράβια που έζησε, τους ναυτικούς που γνώρισε, τους έρωτες, τους καυγάδες και τους θανάτους στα λιμάνια , με την γλώσσα των καραβιών , αλλά και κάποιους ιδιωματισμούς της Κεφαλλονιάς, να μπλέκονται στα γνήσια λαϊκά ελληνικά του. Ο έρωτάς του για τα ταξίδια και τη θάλασσα, πάθος τρομερό, σχέση αγάπης και μίσους, ο ίδιος έρωτας που τον οδήγησε να μπαρκάρει μικρός, μόλις 19 ετών, αφήνοντας την σίγουρη δουλειά του ναυτικού γραφείου, είναι ορατός σε κάθε στίχο του, και τόσο δυνατός που διαπερνά τον αναγνώστη , τον κάνει να ξεχάσει τις άγνωστες λέξεις και τους ναυτικούς όρους , και να συνεπαρθεί απόλυτα από την αλήθεια του λόγου του ποιητή. Από παιδί ένιωσε ακατανίκητη έλξη για τη θάλασσα γι' αυτό και έγινε ναυτικός. Τα ποιήματά του έχουν έχουν πλαίσιο τη θάλασσα και θέμα τη σκληρή ζωή των ναυτικών. Ωστόσο για τον Καββαδία, που είναι ιδανικός εραστής <<των μακρυσμένων θαλασσών και των γαλάζιων πόντων>> , η θάλασσα είναι ένας μαγικός κόσμος. Από αυτή αντλεί δύναμη και αγάπη για τον άνθρωπο.



    Ο Νίκος Καββαδίας άφησε πολύ λίγα πίσω του , μόλις τρεις ποιητικές συλλογές, ένα μυθιστόρημα και τρία μικρά πεζά. Ταπεινά παρουσιάστηκε στα ελληνικά γράμματα, κι η ταπεινότητά του αυτή, μαζί με την μελοποίηση πολλών ποιημάτων του , τον έφερε κοντά στη μεγάλη πλειοψηφία των Ελλήνων , κάνοντάς τον έναν από τους πιο δημοφιλείς μας ποιητές, δυστυχώς μετά τον θάνατό του. Την ποιητική του εμφάνιση πραγματοποιεί το 1933 με τη συλλογή <<Μαραμπού>>. Το 1947 κυκλοφορεί το δεύτερο ποιητικό του έργο <<Πούσι>>. Το 1975, λίγο μετά το θάνατό του κυκλοφόρησε η τρίτη και τελευταία ποιητική συλλογή του <<Τραβέρσο>>. Έγραψε κι ένα σύντομο μυθιστόρημα από τη ζωή των ταξιδεμένων Ελλήνων , τη <<Βάρδια>> (1954). Τα μικρά πεζά <<Λι>>, <<Του πολέμου>> και <<Στο άλογό μου>> κυκλοφόρησαν το 1987. Το <<Λι>> γυρίστηκε σε κινηματογραφική ταινία το 1995 με τίτλο <>.Το σύνολο του έργου του Νίκου Καββαδία κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις <<¶γρα>>.



    Και για να μην καταντήσω γραφικός.......: "Ποια η άποψή σας για τον Νίκο Καββαδία"..?

    πηγή: www.geocities.com/nikos_kavvadias

    Πρόκειται για μια ερασιτεχνική/μη- κερδοσκοπική ιστοσελίδα, με πολύ πλούσιο περιεχόμενο για το έργο και τη ζωή του ποιητή...
    malastrana
    15.08.2005, 15:57
    Όταν πιστεύω θάλασσα μονάχα και βυθό
    και προσκυνάω για κόνισμα έναν παλιό αστρολάβο,
    πές μου, στην ¶για πίστη σου, πώς να προσευχηθώ,
    σε ποιόν να ξομολογηθώ και πού να μεταλάβω?

    "Κοσμά του Ινδικοπλέυστη", από το Τραβέρσο.

    Λατρεμένος ο Καββαδίας, μοναδικός...
    Aiolos_m
    19.08.2005, 11:43
    Θα μείνω πάντα ιδανικός κι ανάξιος εραστής
    των μακρυσμένων ταξιδιών και των γαλάζιων πόντων
    και θα πεθάνω μια βραδιά σαν όλες τις βραδιές,
    χωρίς να σχίσω τη θολή γραμμή των οριζόντων...
    Aiolos_m
    21.08.2005, 18:13
    Δεν είναι λίγες οι φορές που άκουσα πως ο Νίκος Καββαδίας δεν είχε ταξιδέψει σε όλα αυτά εξοτικά τα μέρη που παρουσιάζονται στα ποιήματά του, αλλά ήταν περισσότερο "της Μεσογείου". Αληθεύει; Όπως για παράδειγμα το γεγονός ότι ο Γκάτσος ποτέ του δεν ταξίδεψε στην Αμοργό...
    antonLOrd
    21.08.2005, 22:28
    Όντως, το έχει πει δημόσια και ο Μικρούτσικος... Αυτή είναι η μαγκιά του ποιητή.. Και ο Καββαδίας ήταν ποιητής... Φανταζόταν τα μέρη,και τώρα μέσω των στίχων του ταξιδεύουμε εμείς σ'αυτά..
    antonLOrd
    21.08.2005, 22:33
    Να και ένα δείγμα της μοναδικότητάς του....

    "Το καραντί"

    Μικρούτσικος Θάνος

    Μουσική/Στίχοι: Μικρούτσικος Θάνος/Καββαδίας Νίκος


    Μπάσσες στεριές ήλιος πυρρός και φοινικιές

    Ένα πουλί που ακροβατεί στα παταράτσα

    Γνέφουνε δυο στιγματισμένα μαύρα μπράτσα

    Που αρρώστιες τα ‘χουνε τσακίσει τροπικές


    Παντιέρα κίτρινη σινιάλο του νερού

    Φούντο τις δυο και πρίμα βρέξε το πινέλο

    Τα δυο φανάρια της νυκτός και ο Pissanello

    Ξεθωριασμένος απ’ το κύμα του καιρού


    Το καραντί... Το καραντί θα μας μπατάρει

    Σάπια βρεχάμενα τσιμέντο και σκουριά

    Από νωρίς δεξιά στη μάσκα την πλωριά

    Κοιμήθηκεν ο καρχαρίας που πιλοτάρει


    Όρτινα δίνει ο παπαγάλος στον ιστό

    Όπως και τότε απ’ του Κολόμβου την κουκέτα

    Χρόνια προσμένω να τυλίξεις τη μπαρκέτα

    Χρόνια προσμένω τη στεριά να ζαλιστώ


    Φωτιές ανάβουνε στην άμμο ιθαγενείς

    Κι άχος μας παίρνει καθώς παίζουν τα όργανα τους

    Της θάλασσας κατανικώντας τους θανάτους

    Στην ανεμόσκαλα σε θέλω να φανείς


    Φύκια μπλεγμένα στα μαλλιά στο στόμα φύκια

    Έτσι ως κοιμήθηκες για πάντα στα βαθιά

    κατάστιχτη, πελεκημένη από σπαθιά

    Διπλά φορώντας των Ίνκας τα σκουλαρίκια


    Το καραντί... Το καραντί θα μας μπατάρει

    Σάπια βρεχάμενα τσιμέντο και σκουριά

    Από νωρίς δεξιά στη μάσκα την πλωριά

    Κοιμήθηκεν ο καρχαρίας που πιλοτάρει...





    XeniaRodo
    22.08.2005, 09:41
    Tο έχω ακούσει κι εγώ αυτό, συγκεκριμμένα, -αν θυμάμαι καλά γιατί πάνε και χρόνια- σε μια συναυλία οι Kατσιμιχαίοι είπαν ότι έγραφε γι' αυτά τα μέρη πριν πάει ο ίδιος εκεί...
    Aiolos_m
    22.08.2005, 10:24
    Πώς ακριβώς το λές όμως...μαγκιά ή γνώση;
    Μαγκιά στο να καταγράφει μέσω της φαντασίας του τις περιπλανήσεις που παρουσιάζονται στα ποιήματά του ή γνώση της τεχνικής που συνδιάζει ταλέντο, φαντασία και κατοχή των αρχών της νεοελληνικής ποίησης;
    Υπάρχει βρε παιδιά κάποιος γνώστης και μελετητής να μας κατατοπίσει πέρα από τις δικές μας γνώμες;
    vouliakis
    11.03.2006, 00:18
    Με τα μάτια στραμμένα στη στεριά



    Μ' ένα ντοκιμαντέρ, της Κατερίνας Πατρώνη, εμπνευσμένο από το έργο του Νίκου Καββαδία, που εντάσσεται στον κύκλο προβολών με τίτλο "Ο σύντομος εικοστός αιώνας" συνεχίζεται στο ΑΠΟΛΛΩΝ Filmcenter την Κυριακή 12 Μαρτίου 2006 (ώρα 1 μ.μ.) το αφιέρωμα "Κυριακάτικες Συναντήσεις της Λογοτεχνίας με το Σινεμά" που διοργανώνουν από κοινού το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου και το Εθνικό Κέντρο Βιβλίου.

    Με τα μάτια στραμμένα στη στεριά


    Σκηνοθεσία: Κατερίνα Πατρώνη,
    Σενάριο: Κατερίνα Πατρώνη, Vuokko Rajala,
    Φωτογραφία: Laurentiu Calciu, Κατερίνα Πατρώνη,
    Ήχος: Vuokko Rajala,
    Μοντάζ: Γιώργος Διαλεκτόπουλος,
    Παραγωγός: Κώστας Λαμπρόπουλος,
    Παραγωγή: CL Productions
    (Έγχρωμο, 99', 2003).

    Το ντοκιμαντέρ είχε τιμηθεί με το 1ο Βραβείο στο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης "Εικόνες του 21ου αιώνα", 2003, από κοινού με την ταινία Υπάρχουν λιοντάρια στην Ελλάδα; της Ιρίνας Μπόικο.




    Η Ιστορία

    Ο Γουίλκι το καμαρωτάκι, ο Λευτέρης ο μάγειρας, ο Δημήτρης ο υποπλοίαρχος, ο Μπακσί ο ναύτης, ο Μανώλης ο καπετάνιος, ο Νίκος κάτω στις μηχανές κι ο Γιάννης ο ναύτης, έχουν μπαρκάρει σ' ένα εμπορικό πλοίο που σαν βαλμένο σε γραμμές τρένου, κάνει το δρομολόγιο από την Ευρώπη στη μακρινή Κορέα και πίσω πάλι, σε ένα ταξίδι που δεν έχει τέλος.
    Τα λιμάνια είναι μόνο για να φεύγουν, και μέσα στο καράβι ο χρόνος μοιάζει παχύρευστος και θολός.
    Μέσα στο πλοίο, συντροφιά τους μόνη, η μοναξιά και τα όνειρα.
    Μαζί τους άλλοι 18 ναυτικοί, μοιρασμένοι Έλληνες και Φιλιππινέζοι, και γύρω τους πάντα η θάλασσα, μαγική τρομακτική και άγνωστη.

    Μετά την ταινία η σκηνοθέτης θα συζητήσει με το κοινό...

    (Πηγή: CINEMA.ERT.GR)





    [ Το μήνυμα τροποποιήθηκε από τον/την : vouliakis στις 11-03-2006 00:23 ]
    Nafpaktos___
    11.03.2006, 13:32
    Φάτα Μοργκάνα

    Θα μεταλάβω με νερό θαλασσινό
    στάλα τη στάλα συναγμένο απ’ το κορμί σου
    σε τάσι αρχαίο, μπακιρένιο αλγερινό,
    που κοινωνούσαν πειρατές πριν πολεμήσουν.

    Πανί δερμάτινο, αλειμμένο με κερί,
    οσμή από κέδρο, από λιβάνι, από βερνίκι,
    όπως μυρίζει αμπάρι σε παλιό σκαρί
    χτισμένο τότε στον Ευφράτη στη Φοινίκη.

    Σκουριά πυρόχρωμη στις μίνες του Σινά.
    Οι κάβες της Γερακινής και το Στρατόνι.
    Το επίχρισμα. Η άγια σκουριά που μας γεννά,
    Μας τρέφει, τρέφεται από μας, και μας σκοτώνει.

    Πούθ’ έρχεσαι; Απ’ τη Βαβυλώνα.
    Πού πας; Στο μάτι του κυκλώνα.
    Ποιαν αγαπάς; Κάποια τσιγγάνα.
    Πώς τη λένε; Φάτα Μοργκάνα.


    Haroulinda
    13.03.2006, 10:14
    Επεσε το πούσι αποβραδίς
    το καραβοφάναρο χαμένο
    κ' έφτασες χωρίς να σε προσμένω
    μές στην τιμονιέρα να με δείς.

    Κάτασπρα φοράς κ' έχεις βραχεί,
    πλέκω σαλαμάστρα τα μαλλιά σου.
    Κάτου στα νερά του Port Pegassu
    βρέχει πάντα τέτοιαν εποχή.

    Μας παραμονεύει ο θερμαστής
    με τα δυό του πόδια στις καδένες.
    Μην κοιτάς ποτέ σου τις αντένες
    με την τρικυμία· θα ζαλιστείς.

    Βλαστημά ο λοστρόμος τον καιρό
    κ' είν' αλάργα τόσο η Τοκοπίλλα.
    Από να φοβάμαι και να καρτερώ
    κάλλιο περισκόπιο και τορπίλλα.

    Φύγε! Εσέ σου πρέπει στέρεα γη.
    Ηρθες να με δεις κι όμως δε μ' είδες
    έχω απ' τα μεσάνυχτα πνιγεί
    χίλια μίλια πέρ' απ' τις Εβρίδες.




    Γραμμένο και Υπογραμμένο από μένα, την Χαρουλίντα... και για όσους δεν με ξέρετε? TOUGH! Εγώ με ξέρω!


    [ Το μήνυμα τροποποιήθηκε από τον/την : Haroulinda στις 13-03-2006 10:21 ]
    dimi589
    13.03.2006, 15:24
    ΓΡΑΜΜΑ ΣΤΟΝ ΠΟΙΗΤΗ ΚΑΙΣΑΡΑ ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ



    «Φαίνεται πια πως τίποτα – τίποτα δεν μας σώζει…»
    ΚΑΙΣΑΡ ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ



    Ξέρω εγώ κάτι που μπορούσε, Καίσαρ, να σας σώσει.
    Κάτι που πάντα βρίσκεται σ’ αιώνια εναλλαγή,
    κάτι που σχίζει τις θολές γραμμές των οριζόντων,
    και ταξιδεύει αδιάκοπα την ατέλειωτη γη.

    Κάτι που θα ‘κανε γοργά να φύγει το κοράκι,
    που του γραφείου σας πάντοτε σκεπάζει τα χαρτιά.
    να φύγει κρώζοντας βραχνά, χτυπώντας τα φτερά του,
    προς κάποιαν ακατοίκητη κοιλάδα του Νοτιά.

    Κάτι που θα’ κανε τα υγρά, παράδοξά σας μάτια,
    που αβρές μαθήτριες τ’ αγαπούν και σιωπηροί ποιηταί,
    χαρούμενα και προσδοκία γεμάτα να γελάσουν
    με κάποιο τρόπο που, ως λεν, δε γέλασαν ποτέ.

    Γνωρίζω κάτι, που μπορούσε, βέβαια, να σας σώσει.
    Εγώ που δε σας γνώρισα ποτέ… Σκεφτήτε… Εγώ.
    Ένα καράβι… Να σας πάρει, Καίσαρ… Να μας πάρει…
    Ένα καράβι, που πολύ μακριά θα τ’ οδηγώ.

    Μιά μέρα χειμωνιάτικη θα φεύγαμε.
    – Τα ρυμουλκά περνώντας θα σφυρίζαν,
    τα βρωμερά νερά η βροχή θα ράντιζε,
    κι’ οι γερανοί στους ντόκους θα γυρίζαν.

    Οι πολιτείες ξένες θα μας δέχονταν,
    οι πολιτείες οι πιό απομακρυσμένες
    κι’ εγώ σ’ αυτές αβρά θα σας εσύσταινα
    σαν σε παλιές, θερμές μου αγαπημένες.

    Τα βράδια, βάρδια κάνοντας, θα λέγαμε
    παράξενες στη γέφυρα ιστορίες,
    γιά τους αστερισμούς ή γιά τα κύματα
    γιά τους καιρούς, τις άπνοιες, τις πορείες.

    Όταν πυκνή ομίχλη θα μας σκέπαζε,
    τους φάρους θε ν’ ακούγαμε να κλαίνε
    και τα καράβια αθέατα θα τ’ ακούγαμε,
    περνώντας να σφυρίζουν και να πλένε.

    Μακριά, πολύ μακριά να ταξιδεύουμε,
    κι’ ο ήλιος πάντα μόνους να μας βρίσκει.
    εσείς τσιγάρα «Κάμελ» να καπνίζετε,
    κι εγώ σε μια γωνιά να πίνω ουϊσκυ.

    Και μιά γριά στο Αννάμ, κεντήστρα στίγματος,
    – μιά γριά σ’ ένα πολύβουο καφενείο –
    μιά αιμάσσουσα καρδιά θα μου στιγμάτιζε,
    κι’ ένα γυμνό, στο στήθος σας, κρανίο.

    Και μιά βραδιά στη Μπούρμα, ή στη Μπατάβια
    στα μάτια μιάς Ινδής που θα χορέψει
    γυμνή στα δεκαεφτά στιλέτα ανάμεσα,
    θα δήτε – ίσως – τη Γκρέτα να επιστρέψει.

    Καίσαρ, από ένα θάνατο σε κάμαρα,
    κι’ από ένα χωμάτινο πεζό μνήμα,
    δε θα ‘ναι ποιητικώτερο και πι’ όμορφο,
    ο διάφεγγος βυθός και τ’ άγριο κύμα;

    Λόγια μεγάλα, ποιητικά, ανεκτέλεστα,
    λόγια κοινά, κενά, «καπνός κι αθάλη»,
    που ίσως διαβάζοντας τα να με οικτείρετε,
    γελώντας και κουνώντας το κεφάλι.

    Η μόνη μου παράκληση όμως θα ‘τανε,
    τους στίχους μου να μην ειρωνευθήτε.
    Κι’ όπως εγώ για έν’ αδερφό εδεήθηκα,
    για έναν τρελόν εσείς προσευχηθήτε.



    Νίκος Καββαδίας, Μαραμπού, Κέδρος 1982
    (πρώτη έκδοση, Περιοδικό «Ο Κύκλος» 1933)