ανορθοδόξως ορθόδοξα
"κι όποιος δεν καταλαβαίνει ,δεν ξέρει που πατά και που πηγαίνει..."
24 Οκτωβρίου 2008, 16:01
βατοπέδια , βατοπαιδία,βατοπαιδεία και βατοπαιδιές


 «πάντα ματαιότης τα ανθρώπινα

όσα ουχ υπάρχει μετά θάνατον

ου παραμένει ο πλούτος,ου συνοδεύει η δόξα

επελθών γαρ ο θάνατος ταύτα πάντα εξηφάνισται»

 

Επανέρχομαι μετά από πολύ καιρό κάνοντας μια μικρή αναφορά στο θέμα των ημερών.

Μια χώρα άνω κάτω,ένα σκάνδαλο απίστευτης  διαπλοκής και πηγή  μέγιστης απογοήτευσης για τους φιλαθωνίτες.

Χαρωπά και πρόθυμα βατο-παιδία,εκπαιδευμένα στο ιδιότυπο και πολυπλόκαμο εκπαιδευτκό σύστημα διαπλοκής «Βατο-παιδεία»,επιδίδονται σε χρηματοπιστωτικές και κτηματομεσιτικές «βατο-παιδιές» χαρίζοντας  28 δις ευρω στος τραπεζίτες και μερικές εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ στα ποικίλα Βατο-πέδια.

Μαϊμούδες πολιτικοί,χρηματοδοτούν τους μαϊμούδες -εμπόρους φρέσκου αέρα (τραπεζικό σύστημα) και τους μαϊμού καλόγερους-εμπόρους μεταφυσικής παρηγοριάς.

Βοήθεια μας!

 

 

Τα βατοπαίδια

Του ΓΙΑΝΝΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΥ από την Ελευθεροτυπία

Η Μονή Βατοπεδίου μπήκε για τα καλά στη ζωή μας. Μοναχισμός με λάιφ στάιλ, καλόγεροι στα σαλόνια, πλήρης εκκοσμίκευση της πνευματικής ζωής, πολιτικές επαφές, ίντριγκες, διεθνής διπλωματία, κοσμοπολιτισμός και κατασκοπία, παραγοντισμός με επιχειρηματίες και κρατικούς λειτουργούς, όλα αυτά μέσα από τα κελιά της προσευχής, της αυτοσυγκέντρωσης και της κοινωνίας με το Θείο. Η εξαΰλωση υλοποιείται και η αποπνευμάτωση παίρνει σάρκα και οστά.

Εκτός από τα άλλα μυστηριώδη, μία συγκλονιστική σημειολογική περιπέτεια εξυφαίνεται γύρω από τη διττή ονοματολογία της Μονής. Υπάρχουν δύο ορθογραφικές εκδοχές του τοπωνυμίου «Βατοπέδιο», μία πεζή και δηλωτική, η δεύτερη με μυθολογικές καταβολές και πλήθος υπαινιγμούς και υποδηλώσεις.

Εχουμε θεολογική και φιλολογική διαμάχη γύρω από τις δύο ορθογραφίες του «Βατοπεδίου», οι οποίες παραπέμπουν σε δύο διαφορετικές ετυμολογικές ερμηνείες.

Εκτός Μονής έχει επικρατήσει η γραφή «Βατοπέδιο». Πεδίον (δηλαδή πεδιάδα) με βάτα, και αυτό ήταν όλο. Πεζός και τετριμμένος βοτανολογικός χαρακτηρισμός, δίχως συνειρμούς και φαντασιακά άλματα. Οπως ακριβώς κάποια γραφειοκρατική υπηρεσία ή κάποια δασική αρχή θα επέλεγε να ονοματίσει μία περιοχή που η χλωρίδα της αποτελείται κατά κύριο λόγο από πόες.

Ο ευφάνταστος και δημιουργικός όμως ηγούμενος της Μονής, ο αρχιμανδρίτης Εφραίμ, επιμένει διακαώς στην άλλη γραφή, τη σαφώς ποιητικότερη και αλληγορική, «Βατοπαίδιο». Η δεύτερη εκδοχή αίρει την ετυμολογική καταγωγή της στον θρύλο και επιφορτίζεται με το θαύμα, την επιβίωση και το δίδαγμα. «Βάτα του παιδιού» είναι ονομασία που ερεθίζει το πνεύμα και ξεσηκώνει τη φαντασία. Ο μύθος λέει ότι κάποιο παιδί ή παιδιά, μάλλον ευγενικής καταγωγής, ναυάγησαν στις ακτές της περιοχής και σώθηκαν αρπάζοντας τα σωτήρια βάτα που φύτρωναν δίπλα στη θάλασσα, κυριολεκτικά πάνω από τα κύματα. Σύμφωνα με μία εκδοχή του θρύλου, το σωσμένο παιδί, το βατοπαίδι, ήταν γιος του αυτοκράτορα Θεοδόσιου, ενώ αλλού καταγράφεται ότι επρόκειτο για γιους του Μεγάλου Κωνσταντίνου. Προς τιμήν λοιπόν των βατοπαίδων και της σωτήριας παρουσίας των βάτων, η Μονή, που εξακολουθεί και στις μέρες μας τη θαυματουργή της δράση, ιδίως στο πεδίο της πολιτικής, της χρηματοδότησης και των οικονομικών επενδύσεων, ονομάστηκε Μονή Βατοπαιδίου.

Τασσόμεθα λοιπόν υπέρ της ονομασίας «Βατοπαίδιον» επειδή προκρίνουμε το μυστήριο και την αίγλη έναντι της περιγραφικής πεζότητας. Ακόμη, αν η ηγεσία της ομώνυμης Μονής δεν είναι η κατ' εξοχήν αρμόδια να αποφασίσει για την ίδια της την ταυτότητα, τότε ποιος είναι;

Αλλά και η σύγχρονη δράση της Μονής μαρτυρά υπέρ της μυθολογικής ονοματοποιίας. Ο κ. Κώστας Λαλιώτης, άλλοτε γνωστότερος και ως «Θείον βρέφος», ο κ. Γιάννης Αγγέλου, ο κ. Γιάννης Ανδριανός, ο κ. Θεόδωρος Ρουσόπουλος, μηδέ και του Καρόλου της Αγγλίας εξαιρουμένου, καθώς και πολλά άλλα καλόπαιδα, αναβιώνοντας την αρχαία διάσωση, κατέφυγαν και αυτά στους ίδιους ιερούς τόπους, πιστεύοντας στη θαυματουργή δράση των βάτων και στη σωτήρια και εξαγνιστική επίδραση της περιβόητης πλέον Μονής. Αν αυτά δεν είναι τα βατοπαίδια των καιρών μας, τότε ποια είναι;

2 σχόλια - Στείλε Σχόλιο
14 Απριλίου 2008, 18:35
το κάλλος που θα σώσει τον κόσμο


ΤΟ ΚΑΛΛΟΣ ΘΑ ΣΩΣΗ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ

 

ΜΙΑ ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ

 

Από το βιβλίο του Αρχιμ. Βασιλείου Γοντικάκη

Πρώην Ηγουμένου Ιεράς Μονής Ιβήρων

ΤΟ ΚΑΛΛΟΣ ΘΑ ΣΩΣΗ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ

«Οτιδήποτε έχει ταπείνωσι είναι θεϊκά ωραίο»

(Αββάς Ισαάκ ο Σύρος)

 

* Εισήγησι που έγινε στις 5 Μαρτίου του 2005 σε συνέδριο πού διεξήχθη στο Καίμπριτζ της Μ. Βρεταννίας με θέμα: «Το κάλλος θα σώση τον κόσμο».

 

 

Όταν μιλούμε για κάλλος δεν είναι απλώς θέαμα εξωτερικό και πρόσ­καιρο ή αισθητικό κατηγόρημα, αλλά δύναμι που σώζει τον κόσμο, τότε το Άγιον Όρος, με την ύπαρξι και τη ζωή του, έχει κάτι να μας πη· για­τί ονομάζεται Περιβόλι της Παναγίας και ορός της Μεταμορφώσεως.

Και η Παναγία, κατά την υμνολογία της Εκ­κλησίας, είναι:

Η πάναγνος και κεχαριτωμένη Κόρη η «ωραϊζομένη τω κάλλει των αρετών» που υπεδέχθη «τη αίγλη του Πνεύματος» «την καλλοποιόν ευπρέπειαν» (τον Θεάνθρωπον Κύριον)«τον τα σύμπαντα καλλωπίσαντα». Άλλα, για να πλησιάσωμε με το απαιτούμενο δέος και να κατανοήσωμε το μυστήριο του κάλ­λους που σώζει, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι δεν εί­ναι άλλο το κάλλος, άλλο η αγάπη και άλλο το α­γαθόν.

 

«Τάγαθόν υμνείται προς των ίερών θεολόγων και ως καλόν, και ως κάλλος, και ως αγάπη και ως αγαπητόν... και ως πάντα προς εαυτό καλούν, όθεν και κάλλος λέγεται».

Δηλαδή ο Θεός, πού είναι αγάπη και κάλλος αμήχανον, δημιουργεί τα πάντα «καλά λίαν»3. Και καλεί δια του κάλλους σε μετοχή ζωής όλη τη δημιουργία.

Ακούγοντας την κλήσι του θείου κάλλους ο άνθρωπος γίνεται κοινωνός της μακαριάς Τριαδικής ζωής.

Αντιστεκόμενος και μη υπακούων δημιουργεί την κόλασι της μη κοινωνίας, την κατάρα της πα­ρά φύσιν ασχήμιας, πού δεν σώζει, αλλά καταστρέ­φει τον άνθρωπο και τη δημιουργία.

Και δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι, εκτός από το αληθινό κάλλος πού καλεί και σώζει, υπάρχει και κά­ποιο άλλο κίβδηλο, πού προκαλεί και καταστρέφει, γιατί δεν είναι φανέρωσι καλοσύνης αλλά επίφασι κάλλους και λειτουργεί ως δέλεαρ. Ζαλίζει και πα­γιδεύει τον άνθρωπο και τον οδηγεί στην τελική υποδούλωσι και καταστροφή, υποσχόμενο μια, ως δια μαγείας εύκολη, σωτηρία.

Μέσα σ' αυτόν τον αγώνα και στη δοκιμασία της εκλογής κάποιου κάλλους, εξελίσσεται η ιστο­ρία του ανθρώπου και της ανθρωπότητας: Ποιο κάλλος θα μας έλκυση περισσότερο; Σε ποιο θα υποταχθούμε;

Από την πρώτη στιγμή μας παρέσυρε κάποιο κάλλος πού μας κατέστρεψε, επειδή το χωρίσαμε από την αγάπη και την υπακοή στον Θεό. Κινηθήκαμε βιαστικά και απερίσκεπτα.

«Ωραίος ην εις όρασιν και καλός εις βρώσιν, ο έμέ θανατώσας καρπός».

Αλλά και στην αρχαία μυθολογία αναφέρεται ηή μαγεία κάποιου παραπλανητικού κάλλους. Στο νη­σί των Σειρήνων ακουγόταν τέτοια μαγευτική μελωδία, πού οι περαστικοί ζαλίζονταν, έχαναν τα λογικά τους. Έπεφταν θύματα, και τους κατασπάραζαν τα μυθικά εκείνα οντά πού ήσαν κατά το ή­μισυ γυναίκες και κατά το ήμισυ πουλιά, χωρίς να μπορούν να αντισταθούν, ενώ έβλεπαν σωρούς από πτώματα να σαπίζουν και σωρούς από οστά να α­σπρίζουν μέσα στην πολυκαιρία.

* * *

Στην καινή κτίσι πάλι μία γυναίκα γίνεται α­φορμή της σωτηρίας.

Η άγνωστη και ασήμαντη κοσμικά, αλλά τα­πεινή και ακήρατη Κόρη της Ναζαρέτ, αναδεικνύ­εται η «εν γυναιξίν ευλογημένη», πού δέχεται τον αρχαγγελικό ασπασμό και συλλαμβάνει τον Υιό και Λόγο του Θεού.

Το κάλλος της αρετής των δικαίων, ο ζήλος των Προφητών και η προσδοκία όλης της ανθρωπότητος ετοιμάζουν και κυοφορούν το κάλλος και την αρετή της Παρθένου.

Και το κάλλος όλης της δημιουργίας φανερώ­νει και φωτίζει την ανέκφραστη αρετή της «καλλο­νής του Ιακώβ». Όταν «είδεν ο Θεός τα πάντα, ό­σα εποίησεν, και ιδού καλά λίαν», δι' αυτού του κάλλους διέβλεπε το κάλλος της Παρθένου ή διαφορετικά, το κάλλος της «καλής εν γυναιξί» -δη­λαδή τον Υιό και Θεό της- που κατεκάλυνε και έδωσε νόημα σε όλη τη δημιουργία.

Η Παρθένος, με την αγία ταπείνωσι και την εκούσια υπακοή της στο θέλημα του Θεού, ανεδεί­χθη το όργανο της σωτηρίας όλου του κόσμου. Είναι το «μεθόριον της κτιστής και ακτίστου φύσεως». Η «κλίμαξ, δι' ης κατέβη ο Θεός». Και η γέφυρα η «μεταγουσα τους εκ γης προς ουρανον» . Το παι­δί της είναι Θεός (ο Θεός Λόγος). Και ο Θεός είναι το παίδι πού η ίδια εγέννησε. Ως «υπέρ φύσιν μη­τέρα και κατά φύσιν παρθένος», ζη την δια Πνεύ­ματος Αγίου μητρότητα της αειπαρθενίας και α­πολαμβάνει την παρθενικότητα της Θεοτοκίας. Ενώνει τον ουρανό και τη γη.

Και ενώ είχαμε αμαυρώσει το κάλλος της εικόνος του Θεού, γίνεται ο Θεός Λόγος, δια των αχράν­των αιμάτων της Αειπαρθένου, τέλειος άνθρωπος και «την ρυπωθείσαν εικόνα τω θείω κάλλει συγκατέμιξε».

Δεν παρουσιάστηκε εξωτερικά ο Θεός Λόγος, άλλα συγκατέμιξε ολόκληρη τη φύσι μας «τω θείω κάλλει».

Η σωτηρία του ανθρώπου νοείται και βιούται ως συμμετοχή και αναμόρφωσι εις το αρχαΐον κάλλος.

Το θείον κάλλος σώζει τον άνθρωπο όχι μαγι­κά, εν αγνοία του, ούτε έξωθεν, δια της βίας· έτσι, θα τον υποτιμούσε. Αντιθέτως, ο άνθρωπος σώζε­ται τιμώμενος, με το να γίνη ο ίδιος καλλιτέχνης, πηγή κάλλους και σωτηρίας για τους πολλούς· «πηγή ύδατος αλλομένου εις ζωήν αιώνιον». Να γεννηθή απ' όλη του την υπαρξι, ως ευχαριστία, ή δοξολογία προς τον Θεό.

Και η Παρθένος, ως Θεογεννήτρια, ανέδειξε την ανθρώπινη φύσι Θεοτόκο. Με το παράδειγμα και τη βοήθεια της Παναγίας κάθε ψυχή πού ησυ­χάζει και καθαρεύει, υποτασσόμενη στο θείο θέλη­μα, μπορεί να γίνη κατά χάριν Θεοτόκος. Να συλ­λαβη και να γέννηση μια μικρή χαρά που ξεπερνά τον θάνατο.

Τότε ζη ο άνθρωπος την επίσκεψι της Χάριτος σε όλη του την υπαρξι, την επίσκεψι της Παναγί­ας στον εσωτερικό του κόσμο. Και διερωτάται, όπως η Ελισάβετ: «πόθεν μοι τούτο, ίνα ελθη η μήτηρ του Κυρίου μου προς με;»

Αυτή η παρουσία της Θεοτόκου παραμένει ως προστασία και τροφός του Αγίου Όρους.

Γι΄ αυτό, δικαιολογημένα έλεγε κάποιος απλός μοναχός ότι το "Άξιον εστίν" είναι ο εθνικός ύμνος του Αγίου Όρους.

* * *

Ταυτόχρονα το Περιβόλι της Παναγίας είναι και γνωρίζεται ως όρος της Μεταμορφώσεως. Στην υψηλότερη κορυφή του όρους βρίσκεται ο ναός της Μεταμορφώσεως. Από το πρόσωπο του Υιού του Θεού και Υιού της Παρθένου αενάως προχέεται η χάρις, «το κάλλος το φωσφόρον του καλλωπίσαντος των ανθρώπων το γένος».

Ο Κύριος, για να ενίσχυση την πίστι των μαθη­τών Του, και να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν τη δοκιμασία του πάθους Του, πήρε τους τρεις κορυφαίους Αποστόλους, τους «ανήγαγεν εις ορός υψηλόν». «Μετεμορφώθη έμπροσθεν αυτών»16. Άνοιξε τα μάτια της ψυχής και του σώματος, και Τον εί­δαν μέσα στη θεϊκή δόξα πού είχε «προ του τον κόσμον είναι».

Παρουσιάστηκαν μέσα σ' αυτή την άχρονη δό­ξα ο Μωυσής και ο Ηλίας και συνομιλούσαν για

το πάθος πού επρόκειτο να ύπομεένη ό Κύριος.

Οι Απόστολοι συγκλονίζονται από το ανέκφρα­στο κάλλος πού φανερώνεται μπροστά τους. Βρί­σκονται μέσα στον Παράδεισο για τον όποιο δημι­ουργήθηκε ο κόσμος. Γνωρίζουν δια μιας τα πα­ρελθόντα και τα μέλλοντα, με την παρουσία των Προφητών και τη συζήτησί τους.

Και η αυθόρμητη αντίδρασί τους είναι: «Καλόν εστίν ημάς ώδε είναι». Φτάσαμε στο τέλος, πού είναι το «παρά Θεώ απηρτισμένον». Εδώ να μείνωμε.

Αλλά ενώ έτσι ένοιωσαν, δεν ήσαν σε θέσι να γίνουν όντως κοινωνοί αυτού του κάλλους, να το ζήσουν στην πληρότητα του, ως προσφορά αγά­πης, και να το μεταδώσουν σ' όλους τους άλλους. Βρίσκονται μακριά. Έχουν δρόμο να διανύσουν.

Και αυτό φαίνεται από την πρότασι πού κά­νουν. Προτείνει ο Πέτρος προς τον Κύριο: Να φτιάξωμε τρεις σκηνές· μία για σένα, μία για τον Μωυσή και μία για τον Ηλία, «μη ειδώς ο λέγει». Δεν ήξερε τι έλεγε.

Προτείνουν να κάνουν σκηνές, για να καλύ­ψουν τον Θεάνθρωπο και τους Προφήτες· ενώ αυ­τοί είχαν ανάγκη να ζητήσουν από τον Κύριο της δόξης σκέπη αχειροποίητη και προστασία.

Γι' αυτό, ενώ μιλούσε ο Πέτρος, χωρίς να πη τί­ποτε ο Κύριος, ως απάντησι ήλθε νεφέλη φωτεινή,

που τους κάλυψε. Και ακούστηκε φωνή από τη νεφέλη που έλεγε: «Ούτος εστίν ο Υιός μου ο αγαπη­τός, εν ω ηύδόκησα· αυτού ακούετε».

Και οι Μαθητές έπεσαν αμέσως κατά γης: «εφοβήθησαν σφόδρα». Δεν άντεξαν την πλησμονή της φωτοχυσίας, πού ξεπερνούσε την αντοχή τους. «Εφοβήθησαν σφόδρα»· γιατί δεν καταλάβαιναν τη φωνή πού έλεγε: «αυτού ακούετε»· δηλαδή σ' Αυ­τόν να υπακούετε, σ' Αυτόν να εμπιστεύεστε τη ζωή σας.

Αυτή είναι η προτροπή του Θεού Πατρός - αυτό πρέπει να κάνετε. Όχι να φτιάξετε σκηνές, για να στεγάσετε τον Κύριο και τους Προφήτες· ούτε θεωρίες, για να λύσετε τα προβλήματα σας. Άλλα να πιστεύετε στον Θεάνθρωπο, να εγκαταλείπετε σ' Αυτόν ολόκληρο τον εαυτό σας, παίρνοντας δύναμι και ζωή. Γιατί Αυτός είναι η άμπελος και σεις τα κλήματα.

Ο Κύριος αμέσως τους πλησιάζει και τους ξυ­πνά. Αυτοί δεν βλέπουν κανέναν άλλο, παρά τον Ι­ησού μόνο.

Και συνεχίζεται η μυσταγωγία στο μυστήριο της πίστεως. Συνεχίζεται η δια των πραγμάτων διδασκαλία του Κυρίου. Όχι πλέον με την άνοδο «εις ορός υψηλόν», για να δουν τη θεϊκή Του δόξα, αλλά με την κάθοδο στον βασανισμένο λαό, για να συναντήσουν την πραγματικότητα της ζωής και τα προβλήματα του ανθρώπου.

Και ενώ κατέβαιναν από το βουνό, τους διευ­κρίνισε ότι δεν πρέπει να πουν σε κανένα τίποτε άπ' όσα είδαν, «ει μη όταν ό υιός του ανθρώπου εκ νεκρών άναστή». Αυτά πού είδαν δεν είναι θέμα για απλες διηγήσεις, αλλά δώρο προσωπικό του Κυρίου πού πρέπει να το κρατήσουν μέσα τους· να το αφομοιώσουν και να μετατραπή σε δύναμι πί­στεως, πού θα φανερωθή στις δύσκολες ώρες του Πάθους.

Συνεχίζοντας την κάθοδο τους από το ορός συναντούν μέσα στον όχλο τον πατέρα με το βασανιζόμενο από ακάθαρτο πνεύμα παιδί του. Απευ­θυνόμενος δε προς τον Κύριο Του λέγει: Έφερα το παιδί μου άρρωστο στους μαθητές Σου. Αυτό! δεν μπόρεσαν να το θεραπεύσουν. Εσύ, αν μπορής να κάνης κάτι, βοήθησε μας, σπλαγχνίσου μας. Και ο Κύριος του είπε: το θέμα είναι αν μπορής να πιστέψης. «Πάντα δυνατά τω πιστεύοντι»25. Ευθύς ο πα­τέρας, «κράξας μετά δακρύων», έλεγε: «πιστεύω, Κύριε· βοήθει μου τη απιστία».

Εάν ο απόστολος Πέτρος προηγουμένως δεν ήξερε τι έλεγε, ο πατέρας του άρρωστου παιδιού ξέρει τι λέει, γιατί υποφέρει. Είναι ολόκληρος ένας πόνος αβάστακτος. Και ο πόνος κάνει τον άνθρω­πο αληθινό. Αν θέλετε, και καλλιτέχνη.

Η μετά δακρύων κραυγή του είναι μια αυθόρ­μητη εξομολόγησι και καθαρή αλήθεια, πού βγαί­νει από τα πονεμένα του σπλάγχνα. Φανερώνει

την τραγικότητα του ανθρώπου και τον αγώνα της πίστεως και της απιστίας πού τον βασανίζει. Και εγκαταλείπει τον άρρωστο εαυτό του και το παιδί του στα πόδια Αυτού πού είναι «ο ιατρός των ψυχών και των σωμάτων».

Τότε ο Κύριος διατάζει το ακάθαρτο πνεύμα να φυγή και να μην ξαναμπή στο παιδί. «Και κράξαν και πολλά σπάραξαν αυτόν εξήλθεα. Και έπεσε κάτω σαν νεκρό, ώστε πολλοί να λένε ότι πέθανε. Αλλά ο Κύριος το πήρε από το χέρι, το σήκωσε και το έδωσε στον πατέρα του.

Το θέμα είναι να πιστέψης σ' Αυτόν πού είναι η ζωή· να εγκαταλειψης τον εαυτό σου ολόκληρο σ' Αυτόν τον εαυτό σου, με την πίστι και την απιστία σου· τον εαυτό σου, ζωντανό ή πεθαμένο.

Δεν έχει τελικά σημασία εάν νοιώθω ότι ζω ή ό­τι είμαι νεκρός· ή εάν και οι άλλοι νομίζουν ότι πέθανα. Σημασία έχει να βρίσκωμαι εγκαταλελειμμένος κοντά σ' Αυτόν πού είναι αγάπη.

Καλύτερα να είμαι άρρωστος και νεκρός κοντά σ' Αυτόν πού είναι ηή ζωή, παρά ζωντανός κατά φαντασία, μακριά Του.

Σημασία έχει η τόλμη της πίστεως και η δύναμι της υπομονής, πού ξεπερνά τη λογική. «Πάντα δυνατά τω πιστεύοντι».

Αυτό πού μας σώζει δεν είναι αυτό πού κάνομε η μπορούμε να κάνωμε εμείς· αλλά αυτό πού ανατέλλει από την τόλμη της πίστεως και της υπομο­νής, από την τόλμη της θυσίας του εαυτού μας (έ­στω και άρρωστου).

Μπορούμε να πούμε ότι και η δημιουργία του κόσμου όλου είναι μια πράξι τόλμης και θυσίας του Θεού.

Δημιουργηθήκαμε από αγάπη, πού είναι θυσία και προσφορά. Σωζόμαστε με την ίδια κίνησι της αγάπης και της προσφοράς του εαυτού μας από ευγνωμοσύνη σ' Αυτόν πού πρώτος μας αγάπησε.

Στην καρδιά της θείας Λειτουργίας λάμπει αυ­τή η αλήθεια της θείας δόξης και αγάπης· της θυ­σίας του Υιού του Θεού και! της πίστεως πού σώζει τον κόσμο.

Άγιος ει και πανάγιος και μεγαλοπρεπής η δόξα σου·

ος τον κόσμον σου ούτως ηγάπησας

ώστε τον Υιόν σου τον μονογενή δούναι,

ίνα πας ο πιστεύων εις αυτόν μη απόληται,

άλλ' έχη ζωήν αίώνιον.

Αυτή η έκρηξι της θείας αγάπης δημιουργεί και συντηρεί το μυστήριο της ζωής και της σωτη­ρίας του κόσμου. Αυτή καταυγάζει τα σύμπαντα. Αυτή σφραγίζει το Άγιον Όρος και κάνει θεία Λει­τουργία όλη του τη ζωή, καθιστώντας τη μονολόγιστη ευχή («Κύριε, Ιησού Χριστέ, ελέησόν με») α­ναπνοή των μοναχών.

Με την ευχή ομολογούμε την πίστι μας σ' Αυ­τόν και ζητούμε το έλεος Του: Κύριε, Ιησού Χρι­στέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με, τον αμαρτωλόν.

Εσύ είσαι ο Υιός του Θεού, ο Θεός, ο δυνατός (σε γνωρίζω και δεν σε γνωρίζω, είσαι απερινόητος).

Εγώ είμαι αδύνατος και αμαρτωλός. Ομολογώ την αδυναμία μου (πού τη γνωρίζω και δεν τη γνωρίζω). Ζητώ το έλεος Σου. Βοήθει μου τη απιστία. Ελέησόν με.

Κύριε, Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με, τον αμαρτωλόν.

Αυτό λέγεται με τα χείλη, με τον νου και την καρδιά. Λέγεται με το σημείο του τιμίου σταυρού, με τις μετάνοιες. Όσο πιο πολύ συνειδητοποιώ αυ­τό πού λέω, αυτό πού συμβαίνει: ότι Αυτός είναι ο δυνατός, ο Θεός της αγάπης και εγώ είμαι αδύνατος, τόσο και η ενέργεια της ευχής προχωρεί ως ευλογία και εμποτίζει τον νου και την καρδιά μου. Με κρατά στη ζωή. Και με χαροποιεί η αίσθησι ό­τι, ενώ είμαι αδύνατος και αμαρτωλός, είμαι αντικείμενο της αγάπης του Δυνατού.

Και εγκλιματίζεται ο άνθρωπος σ' αυτόν τον χώρο της αγάπης και ησυχίας. Γίνεται ένα με την ευχή. Ενώνεται φυσιολογικά η αναπνοή και ο χτύ­πος της καρδιάς του με αυτήν. Και με κάθε κίνησι των σπλάγχνων του δεν αναπνέει μόνο το οξυγόνο του αέρα, αλλά και τη χάρι του Πνεύματος, ως παράκλησι θεία. Βρίσκεται στο φυσικό του κλίμα και περιβάλλον, πού τον γεμίζει με χαρά.

Τα πάντα φωτίζονται έσωθεν:

Όπως το πρόσωπο του Κυρίου και τα ιμάτια Του έλαμψαν από την άχτιστη και προαιώνια δό­ξα της Θεότητος,

- το κάλλος της Παρθένου λάμπει έσωθεν, εί­ναι ο της κοιλίας αυτής καρπός,

- παρόμοια, οι ταπεινοί και δοσμένοι στον Θεό λάμπουν από μια εσωτερική χάρι και ελευθερία. Δοξολογούν αυθόρμητα, εκούσια και ακούσια, τον Θεό μέρα και νύχτα.

Και ή πλησμονή της αναπαύσεως, ως δύναμι πού τους τρέφει και φως πού τους φωτίζει, παρουσιάζεται σ' όλα τους τα έργα και τις κινήσεις.

Κάτι το αληθινό, αχειροποίητο και ελεύθερο, αναδύεται ακόπως ως θεία δωρεά απ' όλη τους την ύπαρξι. Αλλά, για να γίνη αυτό, πρέπει κανείς πολύ να κουραστή, να πέραση δοκιμασίες, να πεθάνη ατέλειωτες φορές -«καθ' ημέραν αποθνή­σκω». Να γίνη (συχνά) μαρτύριο η ζωή του και "κρανίου τόπος" η διαμονή του. Να το αποδεχθή χωρίς δυσανασχέτησι. Τότε μία αίγλη ακτίστου δόξης ανατέλλει γι' αυτούς τους πονεμένους και σφαγμένους, πού χαρίζει την ελευθερία του μέλλον­τος αιώνος από σήμερα, προς όφελος των πολλών.

Το κάλλος αυτής της πνευματικής ανέσεως, πού δεν είναι απλώς καρπός κόπου και θυσίας αλλά δωρεά της Χάριτος, πλάθει μέσα στο πέρα­σμα των αιώνων το ήθος, το πρόγραμμα, τις ακολουθίες, την αρχιτεκτονική των ναών των μονών και όλου του Όρους. Κάτι το αόρατο και άκτιστο διαμορφώνει τα ορατά και κτιστά.

Ολόκληρο το μυστήριο της Εκκλησίας, που εί­ναι απόδειξι της μεθ' ημών παρουσίας του Κυρίου, φανερώνεται ως κάλλος αμήχανον μέσα απ' όλη τη λειτουργική θεολογία και λατρευτική ζωή, με τα τυπικά, τις προσευχές, τα λειτουργικά σκεύη, τις εικόνες και την υμνολογία, όπου ψάλλεται σε όλους τους ήχους η δογματική αλήθεια πού έγινε ποίησι.

Και όπως το κάλλος της θείας καλοσύνης σώ­ζει, η αληθινή σωτηρία μέσα στην Εκκλησία γεννά αγίους-καλλιτέχνες. Και συνεχίζεται η ζωή, ως φιλοκαλία Παραδείσου.

Όταν τον δέκατο τέταρτο αιώνα συκοφάντη­σαν τους ησυχαστές του Αγίου Όρους ως πεπλανημένους, ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς και οι συνασκητές του υπερασπίσθηκαν τη γνησιότητα της μοναχικής εμπειρίας, μιλώντας για το φως της Με­ταμορφώσεως. Η θεολογία του ακτίστου φωτός είναι αυτή πού ορίζει τον χαρακτήρα και το περιεχόμενο της ζωής των μοναχών.

Είπαν ότι το φως της Μεταμορφώσεως δεν εί­ναι ούτε κτιστό ούτε η αμέθεκτη ουσία του Θεού. Δεν είναι λάμψι υλική, πού μια στιγμή φαίνεται και μετά χάνεται. Δεν είναι ίνδαλμα φαντασίας, πού ρίχνει τον άνθρωπο «πολλάκις ... εις το πυρ και πολλάκις εις το ύδωρ». Είναι η άκτιστη χάρι και ενέργεια πού προΐεται αχωρίστως από τη θεία ουσία. Είναι η φυσική δόξα της Θεότητος. Είναι Θεότης. Είναι «κάλλος δε αληθινόν και εράσμιον περί την θείαν και μακαρίαν φύσιν». Είναι η βασιλεία του θεού.

Και γίνονται κοινωνοί αυτής της χάριτος όχι οπωσδήποτε οι διανοητικά ισχυροί ή οι θεολογικά καταρτισμένοι, αλλά οι πνευματικά κεκαθαρμένοι, με την ταπείνωσι, τη συντριβή της καρδιάς, την πίστι και την αγάπη. Αυτοί πού διαρκώς μετανοούν, ζητούν το έλεος του Κυρίου και παρακαταθέτουν τον εαυτό τους και όλους τους άλλους Χριστώ τω Θεώ.

Αυτοί δέχονται μέσα τους τη Χάρι και τη βιώ­νουν ως ανάπαυσι ψυχής, Βασιλεία του Θεού και δύναμι αγάπης.

Ζης το γεγονός ότι «η βασιλεία του Θεού εντός ημών εστί». Πιστεύεις όχι επειδή κάποιος κάτι σου είπε, αλλά επειδή γεννιέται μέσα σου η πίστι, γεννιέται μέσα σου η ζωή. Αντανακλάται από παντού μια χάρι άκτιστη. Και ακούγεται από την ησυ­χία «φωνή αύρας λεπτής».

Δεν υπάρχει κάτι πού να το συνηθίζης. Όλα εί­ναι μια ειρηναία έκπληξι, ανατολή φωτός πού ταυτίζεται με τη ζωή και σωτηρία του κόσμου. Όλα τροφοδοτούν μια πηγή παρακλήσεως, πού νοιώ­θεις μέσα σου να ενοποιή τα πάντα.

Μένεις μόνος και βρίσκεις όλους. Χάνεις δυνά­μεις με το πέρασμα του χρόνου και χαίρεσαι μυστικώς, γιατί χάνεται κάτι το πρόσκαιρο και φθειρόμενο, ενώ μένει το αιώνιο και ανανεούμενο, που λέει καλά για όλο τον κόσμο.

Ξεκουράζεσαι με τον κόπο. Αγαπάς τους τα­πεινούς. Αδελφώνεσαι με τους βασανισμένους. Εντυπωσιάζεσαι από τους ανύπαρκτους. Αυτοί, ως οι τολμηροί της πίστεως και ελεύθεροι, δόθηκαν στον Δυνατό. Δεν ζήτησαν τίποτε για τον εαυτό τους. Δέχθηκαν το πλήρωμα της ζωής. Έζησαν το «αρ­κεί σοι η χάρις μου» που είπε ο Κύριος στον Παύλο. Και σου μεταδίδουν δωρεάν, χωρίς να ζητούν κανένα αντάλλαγμα, τη χάρι που πήραν από την πηγή της ζωής.

Έτσι, ο απλός και αληθινός αγιορείτης είναι αυτός που σε βοηθά με μόνη την παρουσία του. Δεν θέλει να κατάπληξη κανένα με τις αρετές και τις γνώσεις του. Δεν θέλει να επίπληξη κανένα για τα ελαττώματα ή τις ελλείψεις του. Ο ίδιος κατα­κρίνει τον εαυτό του ολοχρονίς. Και φανερώνεται δι' όλης της συμπεριφοράς του η εύσπλαγχνία του Θεού, που του μαλάκωσε την καρδιά και τον κα­τέπληξε, κατά τη φράσι του αγίου Ιγνατίου: «καταπέπληγμαι την επιείκειαν» του Θεού.

Η αγάπη πού συναντάς, η λεπτότης πού βρί­σκεις, σου κάνουν καλό.

Και η επίθεσι πού δέχεσαι αργότερα από πειρασμούς και συμφορές πού πέφτουν επάνω σου, η μία μετά την άλλη, με πρόθεσι να σε εξαφανίσουν κυριολεκτικά, σε ευεργετούν περισσότερο.

Τότε βρίσκεις μια θεία επίσκεψι και ξένη παρη­γοριά. Σαν να είχε μαζευτή πολύ πουρί γύρω σου. Σαν να ήσουν φασκιωμένος, γυψωμένος από γεγο­νότα και αισθήσεις πού σε πνίγανε. Και ενώ εσύ δεν μπορούσες να ελευθερωθής, ήλθαν άλλοι έξω­θεν και σε χτύπησαν, θέλοντας να σε σκοτώσουν. Χτύπαγαν μετά μανίας. Έριχναν τα τείχη πού σε είχαν φυλακίσει. Έσπαζαν τη γερή κρούστα από κάποιο ψέμα πού σε είχε περιβάλει· ενώ αυτόι χτύπαγαν μανιασμένα, εσύ άκουγες έντρομος.

Εν τέλει, αυτόι πού θέλησαν να σε εξαφανίσουν σε ελευθέρωσαν από μια ψευτιά και αορασία καταχνιάς, πού σε χώριζε από την αλήθεια. Σ' αφήσα­νε μόνο, «ημιθανή τυγχάνοντα», αλλά σκεπασμέ­νο από τη φροντίδα κάποιου καλού Σαμαρείτη, πού τον ένοιωσες δίπλα σου.

Και αποδείχθηκαν βοηθοί σου οι πειρασμόι πού θέλησαν να σε εξαφανίσουν. Έκαναν αυτό πού εσύ έπρεπε να κάνης, και δεν το μπορούσες. Έζησες την αλήθεια του Γεροντικού: «Έπαρον τους πειρασμούς, και ουδείς ο σωζόμενος».

Κατέστρεψαν ό,τι χρειαζόταν καταστροφή. Και φάνηκε μέσα σου κάτι πού δεν καταστρέφεται, γιατί έχει άλλη αντοχή και φύσι· «χαίρει εν τοις παθήμασι».

Τελικά μας σώζει αυτό πού μας καταστρέφει, όπως σώζει τον σπόρο ο θάνατος του μέσα στη γη, όταν έλθη η ώρα του. Σωτηρία δεν είναι οι επι­τυχίες και η σταδιοδρομία μας στον χώρο της φθοράς αλλά η κατάργησι του θανάτου και η βα­σιλεία της αγάπης.

Και θέωσι δεν είναι η άπόκτησι των αρετών αλλά η ύπ' αυτών θεία αλλοίωσι και μεταμόρφωσι.

Και το βραβείο στους αγίους δεν δίδεται, κατά τον αββά Ισαάκ, για τις αρετές ούτε για τον κόπο των αρετών, αλλά για την ταπείνωσι πού άπ' αυ­τές γεννιέται. Με την ταπείνωσι ο άνθρωπος συστέλλεται. Χάνεται. Γίνεται «ως μη ελθών εις το είναι»· και ταυτόχρονα διαστέλλεται, γινόμενος κατά χάριν χώρα του Αχώρητου.

Όλα αυτά αποκτούν υπόστασι και αξία όταν τα βλέπης σαρκούμενα στη ζωή των Αγίων, δη­λαδή στη ζωή και στο ήθος των όντως ταπεινών.

Στις μέρες μας είχαμε μια μεγάλη ευλογία, ως λάμψι θείου κάλλους και χαράς, στο πρόσωπο ε­νός γέροντα πού από παιδί δόθηκε ολοκληρωτικά στον Θεό.

Γεννήθηκε το 1906. Σε ηλικία δώδεκα ετών ήλ­θε στο Όρος μόνος του, εν αγνοία των γονέων του. Η Παναγία τον οδήγησε στα Καυσοκαλύβια, σ' έ­να καλύβι με καλούς γέροντες. Έζησε μέσα στον παράδεισο του Αγίου Όρους.

Με την καθαρή του καρδιά, σύντομα εντόπισε τη μοναδική χάρι των μυστικών ασκητών, των περιφρονημένων, των αγνώστων και ανύπαρκτων. Και θέλησε να χαθή μαζί τους· να χαθή μέσα στις χοροστασίες των Αγγέλων. Και είπε: «Θέλω να φύγω, να χαθώ, να μην υπάρχω». Είχε τέτοια αγάπη προς τον Χριστό. Ζούσε και μίλαγε ως παράφορα ερωτευμένος. Και ο Θεός δεν αγνόησε τον πόθο του αγνού αυτού πλάσματος.

Ένα βράδυ πού πήγε στο Κυριάκο της Σκήτης, πριν αρχίση η ακολουθία, κάθισε στον πρόναο κά­τω από μια σκάλα. Μετά από λίγο μπαίνει στον ίδιο σκοτεινό χώρο ο Γερο-Δημάς, ένας ασκητής πού έμενε μόνος πάνω από τη Σκήτη, σε μια πρω­τόγονη καλύβη. Κοιτάζει γύρω του. Δεν βλέπει κα­νένα. Παίρνει το κομποσχοίνι και αρχίζει τις μετά­νοιες. Λέει την ευχή. Δεν ελέγχει τον εαυτό του και τις κινήσεις του. Βγάζει μια κραυγή ευαρέσκειας. Λάμπει μέσα στο φως. Αυτό μεταδίδεται αμέσως στην εύφλεκτη ύλη του νέου μοναχού, πού συγκλο­νίζεται και κλαίει ασυγκράτητα. Μπήκε δια μιας στον κόσμο της χάριτος του περιφρονημένου α­σκητή.

Και γίνεται ό Γερο-Δημάς ο αρχάγγελος Γαβρι­ήλ για τον ευαγγελισμό του μικρού και άγνωστου μονάχου, που θα ονομαστή αργότερα Πορφύριος και θα αναδειχθή ο πυρφόρος άγγελος της χαράς για όλο τον κόσμο.

Όταν τέλειωσε η ακολουθία, δεν μπορούσε να μιλήση σε κανένα. Πάει στο δάσος. Ξεσπάει σε κραυγές: Δόξα σοι, ο Θεός! Δόξα σοι, ο Θεός!

Ήδη έχουν ανοιχθή οι αισθήσεις του. Βλέπει, ακούει, οσφραίνεται από μακριά. Διακρίνει τι γίνεται στην ψυχή του κάθε ανθρώπου. Του μιλούν τα βράχια, του λένε όλη την Ιστορία και τα μυστικά των Καυσοκαλυβίων.

Ομολογεί:

«Από τότε που έγινα μοναχός, κατάλαβα ότι δεν υπάρχει θάνατος».

«Όλα τα έβλεπα, αλλά δεν μιλούσα».

Ενώ δέχθηκε το πλήρωμα της ανεκλάλητης χαράς και της υγείας του Πνεύματος, ο Θεός του στέλνει μια αρρώστια. Δεν μπορεί να μείνη στα Καυσοκαλύβια. Βγαίνει στον κόσμο. Χειροτονείται ιερεύς 20 ετών. Γίνεται πνευματικός στα 22.

Είναι αυτός πού φώτισε, δρόσισε και χαροποί­ησε με το θειο χαμόγελο του την καρδιά του εικο­στού αιώνα. Έμεινε από το 1940 έως το 1973 στην Ομόνοια, ως εφημέριος της Πολυκλινικής Α­θηνών, και ουσιαστικά δεν έφυγε ποτέ από τα Καυσοκαλύβια.

Εκοιμήθη στο Άγιον Όρος, εκεί πού έγινε μο­ναχός, τον Δεκέμβριο του 1991. Στα καλογέρια

του παρήγγειλε μετά την εκταφή να πάνε τα οστά του στο δάσος της Κερασιάς και ούτε οι ίδιοι να ξέρουν πού βρίσκονται.

Τα τελευταία του λόγια ήσαν: «ίνα ώσιν εν». Η διδασκαλία και η παρουσία του εκπέμπουν φως και ευωδία παραδείσου.

Είπε: «Είμαστε ένα, ακόμα και με τους ανθρώ­πους πού δεν είναι κοντά στην Εκκλησία... Το παν είναι ο έρωτας στον Χριστό».

Υπάρχει κάτι μικρό, ελάχιστο, πού έχει τον πολύ δυναμισμό και ρυθμίζει τα πάντα.

Όταν το βρης, τα δίδεις όλα γι' αυτό το ένα. Και έτσι, τα βρίσκεις όλα, συλλειτουργούντα και χαρούμενα.

Από το ένα οδηγείσαι στα πολλά. Και από τα πολλά και μπλεγμένα φτάνεις στο ένα και καθαρό -αρχικό και τελικό- χωρίς να ταραχθής.

Ο π. Πορφύριος δεν ταράχθηκε ποτέ. Αλλά μετέδιδε σε όλους τη θεία αγάπη και χαρά, επειδή είχε τον Χριστό μέσα του.

Δεν έδωσε σημασία στα χαρίσματα. Ούτε τα ζήτησε, ούτε τα καλλιέργησε, ούτε τα πρόβαλε. Δεν ήθελε να παρουσιαστή ως θαυματουργός και χαρισματούχος. Ήθελε να φανέρωση αυτό πού έζησε και γνώρισε: το πόσον ο Θεός είναι αγάπη και έλεος προς όλους.

Είχε τον θείο ερωτά και τη δύναμι του Χρίστου μέσα του. Γι΄ αυτό, τα χαρίσματα ήσαν απλώς βοηθητικά για τη φανέρωσι της αγάπης του Θεού στους ανθρώπους.

Όποιος δεν έχει αυτή τη θεία παρουσία ως δύ­ναμι ζωής, φροντίζει για τα χαρίσματα του και την προβολή τους. Για να αυξηθή η φήμη και το κύρος του.

Και ενώ προσπαθεί να φανή ότι όλο αυτό γίνε­ται εν αγνοία του και παρά τη θέλησί του, όλοι αντιλαμβάνονται τι συμβαίνει.

Όποιος, σαν τον π. Πορφύριο, έχει τα θεία χαρίσματα, αγωνίζεται να τα κρύψη, και να φανή μό­νο ο Χριστός.

Τελικά όμως δεν μπορεί κανείς να κρυφτή· και οι δυο φανερώνονται:

- Φαίνεται η ελευθερία και η χάρι αυτού πού μέσα του σκιρτά η θεία χαρά.

- Και φανερώνεται, αντίστοιχα, η επώδυνη μέ­ριμνα του άλλου πού θέλει να τιμηθή.

Όποιος θέλει να σώση το κύρος του υποφέρει. Δεν μπορεί να κρύψη την αρρώστια πού τον κατα­τρώει. Κολακεύεται ενδόμυχα (έως συγκλονισμού), όταν επαινήται. Και καταθλίβεται (έως καταρρακώσεως), όταν θίγεται και αμφισβητήται η ιδέα πού έχει για τον εαυτό του.

Γι' αυτό, παρουσιάζει μεγάλες μεταπτώσεις. «Πίπτει πολλάκις εις το πυρ και πολλάκις εις το ύδωρ». Άλλοτε χαίρεται και ευφραίνεται, και άλλοτε ταράζεται και σκοτίζεται. Άλλους αγαπά και δέχεται. Και άλλους αποπαίρνει και αρνείται.

Αλλά έχει ο Θεός για όλους μας, δικαίους και αδίκους.

Ο π. Πορφύριος είναι άλλη περίπτωσι. Δεν έχει κύρος να σώση· έχει τον Χριστό μέσα του, πού τον σώζει.

Δεν ζη αυτός. Ζη εν αυτω ο Χριστός. Και αυτό φανερώνεται πάνω στα πράγματα.

Είναι πέρα από τα πάθη και τα χαρίσματα· πέ­ρα από τις κολακείες και τους ψόγους. Όλα τα δέ­χεται, αλλά από τίποτε δεν ταράζεται και σε τί­ποτε δεν υποτάσσεται. Έχει τον Χριστό μέσα του, ως φως και ελπίδα για τον εαυτό του και όλο τον κόσμο.

Αυτό τον κράτησε μακριά από κάθε ταραχή και ψευδοπροβληματισμό, πού θα μπορούσε να σκότιση την ψυχή του και όσους βρίσκονταν κοντά του.

Ενώ έζησε μέσα στον κόσμο, δεν έχασε τη γα­λήνη και τη χάρι της έρημου.

Ενώ έζησε κατά την περίοδο της αλλαγής του εκκλησιαστικού ημερολογίου, πού τόσους κούρα­σε και έμπλεξε, αυτός έμεινε ανενόχλητος, ασχολούμενος με άλλα θέματα.

Ενώ τα τελευταία χρόνια πολλή σύγχυσι και φοβία απλώθηκε παντού με τον αριθμό του αντί­χριστου και την ελευσί του, ο π. Πορφύριος έμεινε ατάραχος και γελαστός. Είπε: όταν έχω τον Χριστό μέσα μου, δεν φοβάμαι και δεν ασχολούμαι, με κανένα αντίχριστο.

Μετέδωσε σε όλους την ειρήνη και τη σιγουριά της πίστεως που έχουν οι ταπεινοί και θεοφόροι.

Παρέπεμψε όλους στον Χριστό και στην Εκ­κλησία, όχι στην αυθεντία η στην αρετή του.

Αυτός τρεφόταν από τον θείο έρωτα του Χρί­στου. Θαύμαζε το κάλλος όλης της δημιουργίας και σκιρτούσε σαν παιδί.

Έβλεπε τα βάθη της ανθρώπινης ψυχής και συνέπασχε.

Εκεί πού ένας ηθικολόγος θα εκνευριζόταν βλέποντας κάποια παρεκτροπή, ο π. Πορφύριος ταυτόχρονα έβλεπε τον πόνο της ευαίσθητης ψυ­χής του παρασυρμένου ανθρώπου, πού ζητούσε βοήθεια.

Μόνο αγαπούσε, ευλογούσε και θεράπευε. Δεν απόπαιρνε, δεν καταριόταν κανένα.

Όσο και αν προσπάθησε να διάλυση τον εαυτό του, να πετάξη τα οστά του, να κρύψη τα χαρί­σματα του, το φως της θεϊκής του καλοσύνης τον πρόδωσε· έλαμψε και έγινε σε όλους αισθητό. Η αλήθεια του θείου κάλλους και της αγάπης πού έκρυβε στην ψυχή μένει ζωντανή και μετά την κοίμησί του.

Η μορφή του δεν περιγράφεται με την ανα­φορά θαυμάτων και χαρισμάτων. Πιο πολύ η πα­ρουσία του εντοπίζεται ως πύλη φωτός. Και αγαλλίασι ψυχής, πού προσφέρεται δωρεάν σε όλους.

Κανένα δεν πλήγωσε, μέχρι τέλους της ζωής του.

Όλων μαλάκωσε τον πόνο και γλύκανε την ψυχή. Είπε: «Όταν φύγω, θα είμαι πιο πολύ μαζί σας». Και έτσι συμβαίνει.

Η βασιλεία του Θεού μοιάζει με κόκκο σινάπεως και με το λίγο προζύμι πού κρύβει μέσα του τον πολύ δυναμισμό.

Ταυτόχρονα, η βασιλεία του Θεού μοιάζει με τη συγκεχυμένη κατάστασι της καθημερινής ζωής πού όλοι γνωρίζομε. Μοιάζει με τη σαγήνη πού μάζεψε τα «καλά και τα σαπρά» μοιάζει με το χωράφι πού έχει τον καλό σπόρο και τα ζιζάνια. Και -όχι τώρα, αλλά στο τέλος- γίνεται το ξεκα­θάρισμα. Εκείνος όμως πού ζη εν Χριστώ βρίσκε­ται από τώρα στο τέλος. Τα βλέπει όλα καθαρά και γαλήνια. «Πάντα ... καθαρά τοις καθαροίς»

Είναι μια αίσθησι πού βλέπει, και ένα φως πού φωτίζει· μας μεταδίδει την αρχική και τελική σιγουριά της αγάπης πού σώζει.

Εάν είσαι Πορφύριος, γνωρίζεις τον δρόμο του θείου έρωτα.

Εάν είσαι σαν τον Πέτρο, πού ήταν αυθόρμη­τος και συμπαθής, αλλά έφτασε μέχρι την άρνησι, μπορείς να μιμηθής τη διαγωγή του, που «εξελθών έξω έκλαυσε πικρώς». Έτσι μπήκε μέσα στον

Παράδεισο και γεύτηκε τη γλύκα της σωτηρίας.

Εάν είσαι σαν τον πατέρα με τη λίγη πίστι και την απιστία, με τις πολλές αρρώστιες και τις συμ­φορές· χωρίς αναλύσεις, εγκατάλειψε τον εαυτό σου και τους άλλους Χριστώ τω Θεώ. Και τότε μυ­στικά θα λάμψη μέσα σου το φως που θα σου λέη ότι ο Θεός είναι αγάπη και «καλά λίαν» εποίησε τα πάντα και ποιεί.

Αυτώ η δόξα και το κράτος εις τους αιώνας. Αμήν.

- Στείλε Σχόλιο
30 Μαρτίου 2008, 23:47
εγώ σάς αγαπώ κι εσείς με σκοτώνετε




του επισκόπου και χειρουργού ANTONY BLOOM διήγηση για το νόημα του Σταυρού

 

 

 

Είναι ο σταυρικός θάνατος του Χριστού που μας έχει σώσει από τον αιώνιο θάνατο, που μας έχει δώσει τη δύναμη να υπερνικούμε την αμαρτία και ν’ αρχίζουμε από τώρα πάνω στη γη μια καινούργια ζωή, τη ζωή του Θεού. Πώς να φανταστούμε όμως τη δολοφονία του Θεού από τους ανθρώπους να φέρνει τη συμφιλίωση των δύο μερών; Θα ήθελα να σας το εξηγήσω αυτό με ένα παράδειγμα παρμένο από την ιστορία, που δείχνει τον τρόπο με τον οποίο η αγάπη που εκφράζεται ως θυσία της ζωής μας έχει τη δύναμη να φέρνει τη συμφιλίωση.

Το 1192, το δωδέκατο δηλαδή αιώνα, ένας από τους πρίγκιπές μας, ο πρίγκιπας του Μούρομ ήταν σε πόλεμο με ένα μικρό πριγκιπάτο το οποίο δεν είχε ακόμα ασπαστεί το Χριστιανισμό. Με ένα γρήγορο πόλεμο κατάφερε να περικυκλώσει τους αντιπάλους του μέσα στο κάστρο τους. Αυτό που απέμενε, αν ήθελε να κερδίσει μια εύκολη και αποφασιστική νίκη, ήταν να αποκλείσει τη μικρή πόλη και να περιμένει μέχρις ότου η πείνα και η μιζέρια τους σκοτώσουν ή διαφορετικά τους υποχρεώσουν να παραδοθούν. Ο πρίγκιπας όμως ήταν Χριστιανός και δεν μπορούσε ούτε να διανοηθεί πως θα γινόταν αίτιος ενός τέτοιου βασανισμού, μιας τέτοιας κακομεταχείρισης και του θανάτου τόσων ανθρώπων τους οποίους ο Θεός είχε δημιουργήσει με αγάπη και ελπίδα, κι έτσι τους πρόσφερε ειρήνη. Ειρήνη χωρίς κανένα όρο, ειρήνη για χάρη του Θεού. Όμως εκείνοι ήταν ειδωλολάτρες, δεν πίστευαν στο Θεό των Χριστιανών. Δεν μπορούσαν να πιστέψουν πως δεν υπήρχε κάποιο στρατήγημα, κάποιο ύπουλο παιχνίδι κρυμμένο πίσω από την εισήγηση αυτή, και αφού έκαναν μια συνεδρίαση αποφάσισαν να δεχτούν την προσφορά του πρίγκιπα με τον όρο ότι θα τους έστελνε για όμηρο στο κάστρο τους έναν από τους γιους του ώστε, αν εκείνος τους πρόδωνε, να πάρουν εκδίκηση με το να σκοτώσουν το παιδί μπροστά στα ίδια του τα μάτια.

Μπορείτε να φανταστείτε το πώς ένιωσε ο πατέρας: δεν εμπιστευόταν την τιμή και το λόγο των ανδρών εκείνων κι όμως ένιωθε πως είχε καθήκον να κάνει ό,τι περνούσε από τις δυνάμεις του για να φέρει την ειρήνη και τη συμφιλίωση εν ονόματι του Χριστού, χωρίς όρους, για χατίρι της αγάπης. Ο βίος του Αγίου Μιχαήλ του Μούρομ μας λέει ότι ο πατέρας του βημάτιζε τη νύχτα πάνω και κάτω μέσα στη σκηνή του άυπνος, όλος αγωνία. Το ένα από τα παιδιά του που ήταν γύρω στα δεκατέσσερα κοιμόταν βαθιά, το μικρότερο όμως, που ήταν εννιά χρονών, παρακολουθούσε τον πατέρα του κι ύστερα τον φώναξε και κάνοντας τη μία ερώτηση ύστερα από την άλλη τον κατάφερε με πολύ κόπο να του πει την αλήθεια. Όταν έγινε αυτό κάθισε καλά στη θέση του και είπε στον πατέρα του : «Πατέρα μου, δεν το βλέπεις πως μπορούμε τώρα κι εμείς να κάνουμε αυτό που είχαν κάνει ο Θεός και ο Ιησούς Χριστός; Αν με στείλεις σ’ εκείνη την πόλη, ακόμη κι αν με σκοτώσουν, εσύ θα έχεις μιμηθεί το Θεό κι εγώ τον Ιησού Χριστό, εσύ δε με έχεις μάθει πως πρέπει να μιμούμαστε όλες τις πράξεις του Ιησού του Σωτήρα μας;»

Ύστερα απ’ αυτό ο πατέρας δέχτηκε την απόφαση του παιδιού. Την επόμενη μέρα με την ανατολή του ήλιου μπορούσες να δεις αυτό το εννιάχρονο αγόρι, μόνο του, όλο εμπιστοσύνη, προετοιμασμένο για να θυσιαστεί όπως και ο Χριστός, ν’ αφήνει το σκοτεινό δάσος στο οποίο καθόταν ο πολιορκητής στρατός και να κατευθύνεται προς το ειδωλολατρικό φρούριο. Μεγάλη γαλήνη βασίλευε στο δάσος και οι ματιές όλων ήταν καρφωμένες στο μικρό πρίγκιπα. Οι άνθρωποι είχαν συγκινηθεί από την ομορφιά και από την απλοχωριά της καρδιάς του. Ήταν όμως και κάποιος που δεν είχε συγκινηθεί, που είχε μίσος στην καρδιά. Πήρε το τόξο του, έριξε ένα βέλος και το παιδί έπεσε πληγωμένο θανάσιμα. Τη στιγμή εκείνη όλοι οι άνδρες του πρίγκιπα κι ολόκληρος ο λαός της πόλης, ξεχνώντας πως ήταν εχθροί έτρεξαν για να δουν αν το παιδί είχε πεθάνει ή αν υπήρχε ακόμα ελπίδα. Το παιδί πέθαινε.

Όταν οι ειδωλολάτρες και οι Χριστιανοί ξαφνικά θυμήθηκαν πως ήταν σε πόλεμο είδαν τους στρατούς τους αναμιγμένους και κατάλαβαν τότε πως δεν ήταν πια εχθροί: ήταν απλώς άνθρωποι, βαθιά συγκινημένοι, με δάκρυα στα μάτια και πόνο στην καρδιά, που στεκόντουσαν με φρίκη μπροστά στην ασπλαχνία και το μίσος. Το παιδί με το θάνατό του τους είχε ενώσει, τους είχε φέρει την ειρήνη.

Κάτι παρόμοιο μπορούμε όλοι να κάνουμε, από το μικρότερο στο μεγαλύτερο. Όταν γίνονται τσακώματα και συζητήσεις, στο σχολείο ή το σπίτι, δεν μπορεί το παιδί να πει στον πατέρα του, τη μητέρα του, το μεγαλύτερο αδελφό: «Μην το κάνετε αυτό. Εγώ αγαπώ και τους δυο σας, κι όμως εσείς με πληγώνετε, με σκοτώνετε»;

Η αγάπη φέρνει τη συμφιλίωση, την ειρήνη, την αγάπη κι είναι δυνατότερη από ο,τιδήποτε άλλο στον κόσμο.

Αυτός είναι ο λόγος που στο μέσο του ταξιδιού της Μεγάλης Τεσσαρακοστής η εκκλησία μάς δείχνει τον Σταυρό: είναι η ελπίδα μας, η μόνη αληθινή μας ελπίδα, είναι η χαρά μας, είναι η απόδειξη πως ο Θεός μάς αγαπά και πως τα πάντα είναι δυνατά με τη δύναμη του Χριστού.

3 σχόλια - Στείλε Σχόλιο
28 Μαρτίου 2008, 13:19
χτύπα στη ρίζα αυτή τη λέπρα.....


 

 

 

Αυτή είναι η προσευχή μου για σένα, Κύριέ μου,
χτύπησε,χτύπησε στη ρίζα αυτή τη λέπρα μέσα στην καρδιά μου.


Δώσε μου τη δύναμη να υποφέρω με ευχαρίστηση
τις λύπες μου και τις χαρές μου.
Δόσε μου τη δύναμη να κάνω την αγάπη μου μια
αφθονία από υπηρεσίες.


Δώσε μου τη δύναμη να μην αρνηθώ ποτέ το φτωχό,
ούτε να γονατίσω μπροστά στη γεμάτη αυθάδεια ισχύ.


Δώσε μου τη δύναμη να μεγαλύνω το πνεύμα μου,
μακρυά απ' τις εφήμερες ματαιότητες.
Και δόσε μου τη δύναμη να υποτάξω τη δύναμή μου
στη θέλησή σου με αγάπη.



 

Ραμπιτρανάθ Ταγκόρ-

Λυρικές Προσφορές,


μετάφραση:Άννα Κουντουριώτου, Εκδόσεις Γερ.Αναγνωστίδη

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 


2 σχόλια - Στείλε Σχόλιο
20 Μαρτίου 2008, 12:11
Οταν παύουν να σ’ αγαπούν, γίνεσαι αόρατος


 

της Αγγελικής Σιδηρά

Οταν παύουν να σ’ αγαπούν, γίνεσαι αόρατο



Μνήμη Νανάς Ησαϊα

 




Καθότανε πάντα παράμερα.
Εβηχε, κάπνιζε
κι έστρωνε τα λιγοστά μαλλιά της.

Εκείνη η γυναίκα
που αγαπήθηκε παράφορα.

Ολοι την αποφεύγανε.
Είχε πεθάνει από καιρό
μα δεν ήξερε.
Οι αγκαλιές τους πνίξαν
το υπέροχο κορμί της
γίνανε τα φιλιά τους μαύρα στίγματα
τα χάδια τους άγριες χαρακιές
στο πρόσωπό της.

Εκείνη η γυναίκα
που αγαπήθηκε παράφορα.

Μην την κοιτάζετε καλύτερα.
Καλύτερα
αφού μπορεί διόλου να μην τη δείτε.
Εχει πεθάνει.
Κατά λάθος και σπανίως εμφανίζεται.

Αυτό που βλέπετε
αν κάτι ακόμη βλέπετε
είναι μόνο τ’ αόρατα μέρη του εαυτού της:
η σιωπή, η μοναξιά, η λύπη.

- Στείλε Σχόλιο
08 Μαρτίου 2008, 15:00
ο Θεός και το ψέμα


"Τα μεσανυχτα ο ανθρωπος που ηθελε να γινει ασκητης ειπε:

"Ηρθε η ωρα να παρατησω το σπιτι μου και να παω να βρω το Θεο. Αχ, ποιος με κρατουσε τοσον καιρο μεσα σ'αυτο το ψεμα;"

Ο Θεος ψιθυρισε: Εγω. Μα τα αυτια του ανθρωπου ητανε κλειστα.

Με ενα μωρο αποκοιμισμενο στην αγκαλια της κειτονταν η γυναικα του και κοιμοταν ησυχη διπλα του στο κρεβατι τους...

Ο ανθρωπος ειπε: "Ποιοι ειστε εσεις που με πλανουσατε τοσον καιρο;"

Η φωνη ξαναμιλησε: "Αυτοι ειναι ο Θεος".

Μα εκεινος δεν ακουσε.

Το μωρο εβγαλε μια φωνη μεσα στον υπνο του και σφιχτηκε πιο κοντα στη μητερα του.

Ο Θεος προσταξε: "Στασου ασυλλογιστε, μην αφηνεις το σπιτι σου!". Μα εκεινος δεν ακουσε τιποτε.

Ο Θεος αναστεναξε και ειπε θλιμενος: "Γιατι ο δουλος μου με παρατα και πηγαινει αλλου να με γυρεψει;"

 

Ραμπιτρανάθ Ταγκόρ ,Νόμπελ Λογοτεχνίας. 

6 σχόλια - Στείλε Σχόλιο
28 Φεβρουαρίου 2008, 23:02
..κι άφησα ότι δεν είν΄αγάπη...



 

 

«Νοστάλγησα μιαν έρημο
να περπατήσω σε μιαν άδεια απεραντοσύνη
ειρήνη χωρίς καμιάν εξήγηση.
Η αγάπη μού άναψε φωτιά
κι άφησα ό,τι δεν είναι αγάπη
διανόηση φιλοσοφία βιβλία και σχολές.
Ποίηση θέλω τώρα μόνον.
Ο μύστης χορεύει σε μουσική
που δεν ακούν οι άλλοι».

Τζαλαλουντίν Ρούμι

3 σχόλια - Στείλε Σχόλιο
20 Φεβρουαρίου 2008, 21:37
η φιλοσοφία των λουλουδιών
λουλούδια  ποίηση  Βρεττάκος  

τρία αγαπημένα ποιήματα από τις υπώρειες του Ταυγέτου για τις τρεις κυρίες που, όλως τυχαίως , είναι ανθέων φερώνυμες.

Νεκταρία (Πύλη) ,Νεκταρία (Ηλιόφτερη) και Μαργαρίτα (Μάργκο)


ΓΕΝΕΣΗ

Αυτό το γαρύφαλλο, που κρατώντας το
ανάμεσα στα τρία μου δάχτυλα
το σηκώνω στο φως, μου μίλησε και
παρά τον κοινό νου μου το κατανόησα.
Μι' αλυσίδα από ατέλειωτους γαλαξίες συνεργάστηκαν,
διασταύρωσαν κάτω στη γη φωταψίες
- το σύμπαν ολόκληρο πήρε μέρος στη γέννηση
αυτού του γαρύφαλλου.

Κι' αυτό που ακούω είναι οι φωνές
των μαστόρων του μέσα του.


ΣΕΜΙΝΑΡΙΟ

Aν με βλέπουν να στέκομαι
όρθιος, ακίνητος, μες
στα λουλούδια μου, όπως
αυτή τη στιγμή,
θα νόμιζαν πως τα διδάσκω. Ενώ
είμαι εγώ που ακούω
κι αυτά που μιλούν.
Έχοντάς με στο μέσο
μου διδάσκουν το φως.


ΤΑ ΛΟΥΛΟΥΔΙΑ ΠΡΟΣΕΥΧΟΝΤΑΙ ΓΙΑ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ

Αναδύθηκε δάσος ζοφερό
απ' το πνεύμα μας
κι εκάλυψε τον ορίζοντα.
Μόνο ατραποί τρυπώνουν
και χάνονται μέσα στο φόβο.
Μέλλον δεν φαίνεται.

Τρέχουν, χορεύουν ανύποπτα
για ό,τι γίνεται πάνω τους
τα παιδια, ενώ γέρνοντας γύρω
και κάτω απ' τα πόδια τους, (ως
ν' ακούν τη βοή και να βλέπουν
το σύννεφο) σαν ένα απέραντο
υπαίθριο εκκλησίασμα
τα λουλούδια προσεύχονται.

 

 

Νικηφόρος Βρεττάκος

5 σχόλια - Στείλε Σχόλιο
11 Φεβρουαρίου 2008, 22:34
Δηθεν-ισμού το εγκώμιον
δήθεν  χριστιανοί  χριστόδουλος  

δεν γράφω στον ιστοχώρο τούτο παρά αραιά και που.

η αιτία αυτής της αποχής είναι η αδικία που διαπράχθηκε προς τον semplice(Kωνσταντίνο),ο οποίος αποκλείστηκε μεροληπτικά κι αναίτια από τον ιστοχώρο.

γιατί τα θυμήθηκα ξανά θα μου πείτε;...μόλις είδα το blog της Νεκταρίας (gate) περί ηλιθίων,γραμμένο στα τέλη Γενάρη και οι συνειρμοί μ έφεραν πίσω,τότε που μετά από μια ανάλογου περιεχομένου κουβέντα στο φόρουμ έβαλα το κείμενο του Λεμπέση για την χρησιμότητα των βλακών.

δεν μπήκα στο φόρουμ να δω τι γράφτηκε μετά την ¨αναχώρηση¨ του αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου για ν αποφύγω τον πειρασμό της συμμετοχής μου στη συζήτηση .

εξάλλου τι να συζητήσεις με ανθρώπους που αδυνατούν να σεβαστούν τον θάνατο και τον πόνο;;;

μού αρεσε ο όρος ΔΗΘΕΝίλα της Νεκταρίας και της Μαργαρίτας.

πράγματι γίναμε δήθεν άνθρωποι σε ένα περιβάλλον απόλυτης και ξυνής δηθενίλας υπό το κράτος της δικτατορίας των "προοδευτικών" δηθενιστών.

αντίδοτο στην ηλιθιότητα και τον δηθεν-ισμό;

σαν παλιό καλό γλυκό κρασί όσα γράφει ο Ερμείας του 2ου αιώνα στον Διόγνητο

" Οι Χριστιανοί δεν διακρίνονται των άλλων ανθρώπων, ούτε κατά την πατρίδα, ούτε κατά τη φωνή, ούτε κατά τα ήθη και τα έθιμα. Διότι ούτε σε ιδιαίτερες πόλεις κατοικούν, ούτε διαφορετική γλώσσα χρησιμοποιούν, ούτε διαφορετικό βίο ζουν. Η διδασκαλία τους δεν είναι εφεύρεση πολυπραγμόνων ανθρώπων, ούτε προΐστανται συστημάτων όπως μερικοί φιλόσοφοι.

Κατοικούν πόλεις Ελληνικές ή και άλλων εθνών, όπως έτυχε ο κλήρος στον καθένα και ακολουθούν τα τοπικά ήθη και έθιμα, ως προς την ενδυμασία και την τροφή και την υπόλοιπη ζωή τους, αποδεικνύουν όμως ομολογουμένως θαυμαστή και παράδοξο την ζωή και την πολιτεία τους. Πατρίδες κατοικούν τις δικές τους αλλά σαν να είναι πάροικοι. Συμμετέχουν σε όλα ως πολίτες και υπομένουν τα πάντα ως ξένοι. Κάθε ξενιτιά είναι πατρίδα τους και κάθε πατρίδα τους είναι ξένη γι’ αυτούς.

Παντρεύονται όπως όλοι, αλλά ποτέ δεν εγκαταλείπουν τα παιδιά τους. Τράπεζα κοινή έχουν, αλλά τη θεωρούν αγία. Έχουν και αυτοί σάρκα αλλά δεν ζουν κατά τη σάρκα. Ζουν στη γη αλλά συμπεριφέρονται σαν να μένουν στον ουρανό. Πείθονται και υπακούουν στους καθορισμένους νόμους αλλά με την ενάρετη ζωή τους, νικούν τους νόμους.

Όλους ανεξαιρέτως τους αγαπούν και σχεδόν από όλους διώκονται. Αγνοούνται και κατακρίνονται. Θανατώνονται και ζωοποιούνται. Ζουν λιτά σαν να είναι πτωχοί, αλλά τους άλλους ελεούν πλούσια. Τα πάντα στερούνται και τους περισσεύουν τα πάντα. Ατιμώνονται και μέσα στις ατιμίες δοξάζονται. Ενώ κακοπαθούν χαίρονται σαν να παίρνουν ζωή.

Από τους Ιουδαίους πολεμούνται ως εχθροί και από τους Έλληνες καταδιώκονται και την αιτία του μίσους τους δεν μπορούν να την εξηγήσουν ούτε οι ίδιοι οι διώκτες τους.

Για να το πούμε με απλά λόγια ότι είναι η ψυχή μέσα στο σώμα το ίδιο οι Χριστιανοί μέσα στον κόσμο.Η ψυχή είναι σπαρμένη μέσα σε όλα τα μέλη του σώματος και οι χριστιανοί μέσα σε όλες τις πόλεις του κόσμου. Και κατοικεί μεν η ψυχή στο σώμα, αλλά δεν είναι σωματική. Και οι Χριστιανοί κατοικούν στον κόσμο αλλά δεν είναι κοσμικοί.

Ενώ είναι αόρατη η ψυχή, φρουρείται από το ορατό σώμα.Και οι Χριστιανοί φαίνεται ότι είναι μέσα στον κόσμο, αλλά η θεοσέβειά τους μένει αόρατη.

Μισεί την ψυχή η σάρκα και την καταπολεμεί χωρίς να αδικείται από αυτήν, αλλά μόνο διότι εμποδίζεται από την ψυχή να απολαμβάνει τις ηδονές. Μισεί και τους Χριστιανούς ο κόσμος χωρίς να αδικείται, αλλά μόνο διότι αντιτάσσονται στις ηδονές.

Η ψυχή αγαπά τη σάρκα και τα μέλη που τη μισούν. Και οι Χριστιανοί αγαπούν τους ανθρώπους που τους μισούν.

Η ψυχή είναι κλεισμένη μέσα στο σώμα, αλλά αυτή συγκρατεί το σώμα. Και οι Χριστιανοί κατέχονται και φρουρούνται υπό του κόσμου, αλλά αυτοί συνέχουν και διατηρούν τον κόσμο.

Ενώ είναι αθάνατη η ψυχή, σε φθαρτή σκηνή κατοικεί. Και οι Χριστιανοί ζουν ανάμεσα από φθαρτά πράγματα, ελπίζοντας και περιμένοντας την αφθαρσία των ουρανών. Ενώ ταλαιπωρείται και βασανίζεται η ψυχή με τα υλικά πράγματα, αυτή όλο και γίνεται καλύτερα. Και οι Χριστιανοί ενώ τιμωρούνται και κολάζονται, αυτοί όλο και περισσότεροι γίνονται.

Σε τέτοια κατάσταση τοποθέτησε τους Χριστιανούς ο Θεός, από την οποία δεν επιτρέπεται σε αυτούς να παραιτηθούν."

 

Β.Ε.Π. 5-7, τομ. 2, 253.

 

το πικρό ποτήρι του θανάτου θα έρθει η ώρα που θα το πιούμε όλοι...

και την δύσκολη εκείνη ώρα όσοι φερθήκαμε σαν πτωματοφάγοι γύπες και ύαινες θα δούμε τους πολλαπλούς μας εαυτούς να μάς περικυκλώνουν χαιρέκακα,χλευαστικά κι απειλητικά,ακριβώς όπως φερόμασταν όσο νοιώθαμε δυνατοί κι απέθαντοι...

 

 

5 σχόλια - Στείλε Σχόλιο
29 Οκτωβρίου 2007, 09:36
γιορτάζοντας το θάνατο του θανάτου


.....θανάτου εορτάζομεν νέκρωσιν...

 

Ο Μάρκος, ένα παιδί πανέμορφο στην κυριολεξία, με μια πολύ καλή δουλειά, παντρεμένος με μια κοπέλα τη Μ. επίσης πολύ όμορφη, μορφωμένη, με μία πολύ καλή δουλειά. Ζουν τον έρωτα τους, ο οποίος πολύ σύντομα πρόκειται να ολοκληρωθεί με τον ερχομό ενός παιδιού. Και εδώ, καλό είναι να αναφέρουμε, πως ο Μάρκος είναι πάρα πολύ συνειδητός και πιστός Χριστιανός, συμμετέχει δε πολύ ενεργά στη λειτουργική ζωή της Εκκλησίας.

 

 

Όταν η Μ. ήταν σε προχωρημένη εγκυμοσύνη, μαθαίνουν ότι ο Μάρκος πάσχει από μία μορφή μη ιάσιμου καρκίνου. Σε μία εβδομάδα περίπου, η Μ. αποβάλλει, και μένουν οι δυο τους να παλεύουν με τις χημειοθεραπείες, τις ακτινοβολίες, και τα πήγαινε έλα στα νοσοκομεία.

Μετά περίπου από ένα χρόνο, ο Μάρκος πεθαίνει στην ηλικία των 30 ετών, αφήνοντας μόνη και άκληρη την πολυαγαπημένη του γυναίκα τη Μ.

Βλέποντας, επιφανειακά τα γεγονότα ένας άθεος, θα αναφωνήσει:

-Δεν σας τα είπα εγώ; Δεν υπάρχει Θεός. Αν υπήρχε, δεν θα επέτρεπε ποτέ αυτήν την αδικία, και μάλιστα σε έναν ‘δικό’ του.

Είναι προτιμότερο όμως να αφήσουμε, να μας αναφέρει τα γεγονότα η ίδια η γυναίκα του, ώστε να μπορέσουμε να καταλάβουμε καλύτερα. Ακολουθούν κάποια αποσπάσματα από μερικά email που μας έστειλε.

«Ο καημένος ο Μάρκος Γιώργο μου, με τις τόσες ειρωνείες που του έκανα, δε μου έλεγε πάντα τι διαβάζει..
Θυμάμαι είχε ένα σκληρόδετο μπορντό προσευχητάριο, τώρα που το βλέπω, γράφει Ιερά Μονή Προφήτου Ηλία Πρεβέζης, ούτε ξέρω πού το βρήκε, έξι χρόνια που ήμασταν μαζί, ουδέποτε πήγε στην Πρέβεζα..
Μετά το απόγευμα, που γυρίζαμε στο σπίτι και τρώγαμε, για να ξεκουραστεί, διάβαζε εσπερινό, απόδειπνο και άλλα.
Περνούσα από το καθιστικό, τον κοιτούσα και του κουνούσα το κεφάλι. Του έλεγα ''τι λες, την ευχή ,την ευχή;''
Ο γλυκός μου, γελούσε και μου έλεγε ''ναι την ευχή, μόνο που λέω, Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησε τη Μ.''

Το πόσο αγαπούσε το Χριστό, το πόσο ασκείτο σε πράγματα αδιανόητα σε μένα, μέσα στον ελάχιστο χρόνο του πόσο διάβαζε Πατερικά κείμενα.

Διαβάζω τώρα τη Θεολογία του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, και βλέπω υπογραμμισμένα από το Μάρκο, τόσα και τόσα που με ξενίζουν: άκτιστο φως, ουσία αμέθεκτος, ενέργειες...

Τώρα τράβηξα άλλο του βιβλίο υπογραμμισμένο παντού, λέει Άγιου Μάξιμου Ομολογητού, 400 Λόγοι περί Αγάπης.
Αυτό, πλην της εισαγωγής, που είναι λίγο στριφνή, φαίνεται βατό ακόμα και για αδαείς όπως εγώ..

Και τώρα, πλάι στα σχετικά με το αντικείμενό του, βλέπω τόσα Πατερικά και μένω έκπληκτη.
Φιλοκαλία, που ούτε ξέρω τι είναι, πολλά Αγιορειτών, και αρκετά, κι αυτό μου κάνει εντύπωση γιατί δεν τον γνωρίζω, του Μητροπολίτη Ναυπάκτου, ενός Ιερόθεου..

Ευτυχώς που πρόλαβα και σε βρήκα πριν μονάσεις του έλεγα. Και απαντούσε ''ο ιερός Χρυσόστομος, λέει πως δεν υπάρχει διαφορά .Ό,τι κάνουν οι μοναχοί ισχύει και για μας στον κόσμο''
Γιώργο, τώρα που δε μας ακούει, σκέφτομαι γιατί;
Γιατί του φύλαγε τέτοιο θάνατο κι εγώ το τέρας ζω;
Δεν λέω πως ήμουν καμιά άθεη, μα ούτε τυπική με την εκκλησία ήμουν, πλήρη άγνοια από τέτοια βιβλία είχα, άρα;

Όπως σου είχα γράψει, ξέραμε από την αρχή πως δεν υπάρχουν ελπίδες, στον ίδιο είπαμε πως ήταν μια ιάσιμη μορφή.
Δεν ξέρω αν το είχε πιστέψει. Πάντως, τρεις μήνες πριν το τέλος, νοσηλευόμασταν στο ………... Τον πήραν για μια τομογραφία. Ρώτησε το γιατρό κι εκείνος του απάντησε ''είναι πάρα πολύ δύσκολη η περίπτωσή σου, μα στην Ιατρική ποτέ δε λέμε ποτέ''. Από τότε ήταν σίγουρος. Κι αυτή τη στιχομυθία τη μάθαμε από το γιατρό όχι από τον ίδιο..
Ο Μάρκος ήταν η περίπτωση που ο πάσχων στήριζε το περιβάλλον κι όχι το περιβάλλον τον πάσχοντα.

Ο Μάρκος ήταν πάντα πολύ ήρεμος, δεν αγχωνόταν κι όταν τον ρωτούσα από πού αντλεί τη σιγουριά του, μου έλεγε διάφορα που δεν θυμάμαι, και το ''και πάσαν την ζωήν ημών Χριστώ τω Θεώ παραθώμεθα''.
Είχε πίστη, κι όταν του έλεγα, γιατί εγώ δεν μπορώ να ‘δω’, μου έλεγε '
'όταν προσεύχεσαι να λες, Κύριε φώτισόν μου το σκότος''.

Όταν κατέρρεα κι έβγαζα τη ''μάσκα'' της ψύχραιμης, μου έδειχνε μια εικόνα της Παναγίας του …….. που είχε δίπλα του, και μου έλεγε: ''Μη στενοχωριέσαι, η Παναγία, των θλιβομένων η χαρά, δε θα σε αφήσει. Εγώ θα γίνω καλά, μη φοβάσαι''

Ένα βράδυ, έσπασα και του είπα ''εγώ θα δώσω τέλος, αν συμβεί κάτι, θα δώσω τέλος''
Και ξέρεις Γιώργο, σαν να τον χτύπησε ηλεκτρικό ρεύμα, τα μάτια του γίναν ζωηρά και μου είπε ''τέλος; μην την ξαναπείς αυτή τη λέξη! θα δώσουμε τέλος, να χάσουμε τον Παράδεισο;''

Φορούσε πάντα έναν ξύλινο σταυρό με ένα πέτσινο λουράκι, δεν τον έβγαζε ποτέ, ούτε στη θάλασσα.
Μέσα στα νοσοκομεία, κρατούσε στην παλάμη του κι άλλον έναν. Ούτε όταν αποκοιμιόταν δεν του έπεφτε.
Όταν έκλαιγα, μου έλεγε, κράτα το σταυρό και λέγε, ''σταυρέ του Χριστού σώσον ημάς τη δυνάμει σου'', λέγε, ''χαίρε ξύλο μακάριο'', και άλλα που δεν τα είχα ακούσει ποτέ ούτε σε λειτουργίες.

Εξουθενωμένος από τον πυρετό και τις θεραπείες, έλεγε ''συ ει η υπομονή μου Κύριε'' και μου έλεγε να το λέω κι εγώ.
Θυμάμαι ξεκάθαρα τις τελευταίες του φράσεις, μεσημέρι Δευτέρας 13 Σεπτέμβρη.
Ήδη από την Κυριακή, μας είπαν οι γιατροί πως πέρασε σε γενικευμένη πολυοργανική ανεπάρκεια, μόνο η καρδιά του τον κρατούσε. Λίγες ώρες ή λίγες μέρες μας είπαν..

Το μεσημέρι της Δευτέρας άνοιξε τα μάτια του και μου είπε: ''Να ξαναπαντρευτείς, ν' αποκτήσεις τον/την ………...(το παιδί που δεν απέκτησαν) και να τον/την κάνεις ν' αγαπήσει την …………(την ιδιαίτερη πατρίδα του)'.

Όταν άρχισα να έχω λυγμούς, μου κρατούσε το χέρι αδύναμα, και μου είπε ''μη φοβάσαι, είμαι καλά, ΕΙΚΩΝ ΕΙΜΙ ΤΗΣ ΑΡΡΗΤΟΥ ΔΟΞΗΣ ΤΟΥ''

Αυτά ήταν τα τελευταία του λόγια. Έπεσε σε κώμα.
Τρίτη 14 του Σεπτέμβρη,5:42 το απόγευμα έφυγε...
Οχτώ περίπου μήνες μετά, όταν στοιχειωδώς επανεντάχτηκα, τα είπα αυτά τα λόγια στο γέροντα στη μονή Μ………….
''Αχ παιδάκι μου, μου λέει, να ήξερες τι σημαίνει αυτό, να ήξερες πού είναι τώρα, κι εσύ κλαις..''

Αυτός ήταν ο ΜΑΡΚΟΣ!!! Και για να καταλάβουμε λίγο καλύτερα τι ακριβώς συνέβη, ας σκεφτούμε τα εξής: Ο Μάρκος μέσα σε μια εβδομάδα είδε μπροστά του να ξετυλίγεται ένα προσωπικό δράμα. Είδε, ο απόγονος του να χάνεται. Όσοι έχουν κάποια εμπειρία από αποβολές σε τέτοιο στάδιο εγκυμοσύνης, γνωρίζουν για τι πράγμα μιλάμε. Και σαν να μην έφτανε αυτό, πρόβαλλε, απειλητικά μπροστά του το πρόσωπο του θανάτου, με μία λίαν επώδυνη μορφή. Στη συνέχεια, είδε το τέλος να έρχεται και σιγά - σιγά να αποχωρίζεται από οτιδήποτε τον συνδέει με τη ζωή. Και μάλιστα αυτό να γίνεται μέσα σε πόνους. Είδε ακόμη και αυτή του την ομορφιά να χάνεται, να πνίγεται μέσα στα ‘σχήματα’ της χημειοθεραπείας. Και όλα αυτά, ενόσω τα ‘είχε’ καλά με το Θεό, ήταν σωστός στις υποχρεώσεις του. Και όμως.

Ο Μάρκος, όμως δεν λύγισε. Δέχτηκε τον σταυρό που μας υποσχέθηκε ο Χριστός. Τον αγάπησε τον σταυρό του, τον αγκάλιασε, τον φίλησε και τον κουβάλησε πρόθυμα μέχρι το τέλος. Άραγε είναι τυχαίο που ο Μάρκος ‘έφυγε’ την ημέρα της υψώσεως του Σταυρού, σταυρού που τόσο αγάπησε ώστε να λέει κατά τη διάρκεια της δοκιμασίας του τους Χαιρετισμούς του Σταυρού; Και τι έγινε στο τέλος; Απλά, για εμάς, ένα θαύμα!

Τα τελευταία του λόγια ήταν ένα απόσπασμα από τη νεκρώσιμη ακολουθία, που υποδήλωνε με σαφέστατο τρόπο, πως έφθασε το καθ’ ομοίωσιν, ότι αγίασε. Θα μπορούσε κάποιος να πει πως παραληρούσε. Ναι θα μπορούσε να είναι και έτσι.

Αλλά, ξυπνώντας κάποιος από κώμα προερχόμενο από πολυοργανική ανεπάρκεια, εφόσον άρχιζε να παραληρεί, το πιο λογικό θα ήταν να χρησιμοποιεί στο παραλήρημα του φράσεις και εικόνες που χρησιμοποιούσε κάθε μέρα, και να τα συνδέει αυτά με τρόπο ασυνάρτητο αρκετές φορές.

Μόνο, που στην προκειμένη περίπτωση, αυτά τα λόγια ‘Εικών ειμί της αρρήτου δόξης Του’ δεν περιέχονται σε ΚΑΝΕΝΑ προσευχητάριο, δεν λέγονται από κανέναν Χριστιανό, στις προσευχές που κάνει κατά τη διάρκεια της ημέρας. Το πιο λογικό, εφόσον παραληρούσε, θα ήταν να λέει διάφορες προσευχές που συνήθιζε να διαβάζει κάθε μέρα.

Βέβαια, όλα όσα έλεγε ο Μάρκος ήταν απολύτως λογικά, και έβγαζαν νόημα. Δεν παραληρούσε ο Μάρκος. Τι συνέβη; Τίποτα το ιδιαίτερο…

Απλά έτσι ‘φεύγουν’ οι άντρες, έτσι κοιμούνται οι άγιοι, έτσι παίρνει σάρκα και οστά το:

«Χριστός ανέστη εκ νεκρών, θανάτω θάνατον πατήσας…»

(κείμενο του Γιωργου Μ. από τον ιστοχωρο της ΟΟΔΕ)

8 σχόλια - Στείλε Σχόλιο
Συγγραφέας
prosilios
Προσήλιος
free rider
από ΥΠΟΛΟΙΠΗ ΑΤΤΙΚΗ


Περί Blog
blogs.musicheaven.gr/prosilios

"αυτό το μικρό σκαθάρι που τρικλίζει φορτωμένο κάτω απ΄τον ήλιο του Αυγούστου,γνωρίζει περισσότερα από μένα.Γνωρίζει αλάνθαστα τον δρόμο της Επιστροφής"

Tags

δήθεν χριστιανοί χριστόδουλος λουλούδια ποίηση Βρεττάκος



Επίσημοι αναγνώστες (4)
Τα παρακάτω μέλη ενημερώνονται κάθε φορά που ανανεώνεται το blogΓίνε επίσημος αναγνώστης!

Πρόσφατα...
Δημοφιλέστερα...
Αρχείο...


Φιλικά Blogs

Links