ΕΔΩ
16 Δεκεμβρίου 2008, 04:48
Ώρα Μηδέν
Απόψεις  Περιβάλλον  

 

«Εσωτερικό Κείμενο
Επαναπροσανατολισμού»:
Ζητήματα Ολοκλήρωσης Συστήματος:
Αντιεξουσιαστικός Χώρος

Ώρα Μηδέν

 

ΠΡΟΛΟΓΟΣ: “πήξαμε” στα αυτονόητα!

Κάθε σχεδόν φορά που συναναστρέφομαι με άτομα του “χώρου” με κάνουν να αισθάνομαι λιγάκι ρομποτάκι! Στον βαθμό που η παγκοσμιοποίηση ακατάσχετα προελαύνει, η απλή λογική και η διάθεση να ψάχνεις τα πράγματα μέχρι τη ρίζα τους δίνουν τη θέση τους σε μια χωρίς προηγούμενο υπνοβατική επιδερμικότητα, σε μια “βιτρινολαγνεία”, λες κι ό,τι είναι υπάρχει ακριβώς όπως φαίνεται… Κι από την ενδημική αυτή αρρώστια το αντιεξουσιαστικό κίνημα υποφέρει χρόνια τώρα, μιας και καταπίνει αμάσητο οτιδήποτε του σερβίρουν “προοδευτικά” ΜΜΕ και εταιρείες. Κι έτσι ανυποψίαστο άνοιξε την πόρτα, προσφέροντας άσκεφτα πολιτική στέγη σε μια σειρά από συντεχνιακά ιδεολογήματα που αφού γλίστρησαν στις γραμμές μας έχουν φέρει το κίνημα σε αδιέξοδο: που προκύπτει από το γεγονός πως όλα τους βρίσκονται μέσα στις “λογικές” συστήματος, που καλύπτοντας τα είτε τμηματικά είτε ολοκληρωτικά, εκθέτουν τον χώρο σε κίνδυνο μαζικής ενσωμάτωσης στο σύστημα. Το υπνωτικό χαπάκι του Μορφέα που ανεγκέφαλα κατάπιαμε μας μάγεψε: κι έτσι εθιστήκαμε να βλέπουμε τα ιδεολογήματα αυτά σαν να ήταν πραγματικά και με κάποιον άλλον τρόπο από το να αποτελούν πρακτικές ψευδαισθήσεις, απλές μόδες, αδειασμένες από κάθε άλλο περιεχόμενο, πέρα από αυτό που η αφέντρα τους η παγκοσμιοποίηση τους δίνει.
Κάπως έτσι φτάσαμε στο σημείο με βραχυκυκλωμένη την κριτική μας και με αυτοματοποιημένα, ανεγκέφαλα ρεφλέξ, να τα θεωρούμε σαν κεντρικά ζητήματα του κινήματος και να συσπειρωνόμαστε, γύρω από αυτά, κάθε φορά που κάποιος μετανάστης ή κάποια γυναίκα κακοποιείται: αγκαλιάζοντας έτσι απελπισμένα έναν χιονάνθρωπο, ένα πρακτικό ολόγραμμα, ένα θέαμα που αναπόφευκτα θα λιώσει, θα χαθεί από τη στιγμή που πολιτικοί και ΜΜΕ θα ανεβάσουν τις θερμοκρασίες της τεχνητής τους “επικαιρότητας”.

Το κείμενο “αντιεξουσιαστικός χώρος: ώρα μηδέν” που ακολουθεί, δεν εισάγει κάποια καινούργια λογική στο χώρο: επανεισάγει μιαν από καιρό ξεχασμένη τέτοια: και οι λόγοι αυτής της -ολότελα προσωρινής- επαναφοράς εξηγούνται ανάγλυφα στο τέλος του. Το κείμενο με δυο λόγια περιγράφει τα συντεχνιακά κι από δεκαετίες ξεφτισμένα αυτά ιδεολογήματα, που εξάλλου συνθέτουν το δικτατορικό “politically correct” της παγκοσμιοποίησης, σαν το θεαματικό της άλλοθι, σαν την φετιχική της πανοπλία!
Και σαν φυσικό συμπέρασμα προτείνει την άμεση αποσύνδεση του κινήματος από αυτά: την άμεση αποκαθήλωσή τους από κεντρικά, από αξονικά ζητήματα του αντιεξουσιαστικού κινήματος.

Κι εγώ προσωπικά δεν βρίσκω κανέναν λόγο να διαφωνήσω, ιδιαίτερα από την στιγμή που τελείωσα το διάβασμα του κειμένου που τώρα προλογίζω.

Ιδιαίτερα οι νεότεροι σε ηλικία αναγνώστες-τριες θα εκπλαγούν μαθαίνοντας πόσα από τα ιδεολογήματα που “κάποιοι” τους έμαθαν να τα θεωρούν σαν “αυτονόητα” ή σαν “επαναστατικά” έχουν προ πολλού ενσωματωθεί μαζί με τους φορείς τους στο σύστημα και χρησιμοποιούνται από αυτό για να αποπροσανατολίσουν και να “ξεφουσκώσουν”, να αποσυμπιέσουν το ανατρεπτικό μας κίνημα.

“Οι μεγάλοι πάντα κάτι κρύβουν”, όπως λέει ο λαός κι αυτό που τώρα κρύβουν στο μανίκι τους είναι τα ενσωματωμένα κι αδιέξοδα, συντεχνιακά ιδεολογήματα του αντιρατσισμού, του αντιφασισμού, του αντισεξισμού κ.ο.κ.

Ευτυχώς αρκετός κόσμος απ’ ό,τι φαίνεται και στις επιστολές που παίρνει η Εικονομία τους έχει “μυριστεί”.

Τέλος, όσοι δεν υπήρξαν ποτέ καταστασιακοί, ίσως να εκπλαγούν από το μυστικό που έφερε στην επιφάνεια η σκαπάνη της κριτικής “ανασκάπτοντας” τις φετιχικές ιδιότητες του οικολογικού εμπορεύματος.

Το κριτικό ξεμπρόστιασμα των αφομοιωτών-πρακτόρων του συστήματος άρχισε και η μάχη θα είναι σκληρή: εμείς οι φίλοι της κοινωνικής ανατροπής ας μην την παρακολουθούμε μονάχα, ας συμμετέχουμε σ’ αυτήν.

Κάποιοι “παλιοί” αποφάσισαν επιτέλους να μιλήσουν. Οι υπόλοιποι τι περιμένουν;

Σ. Ρουκουνάκη

 

Μύθος 3 - “Αντιφασισμός”

 

Απ’ ότι έγινε μέχρι τώρα κατανοητό, μέσα σ’ αυτό το κείμενο δεν προβαίνουμε σε κάποιες θεωρητικές κι ακαδημαϊκές διορθώσεις όρων, αλλά αντίθετα προσπαθούμε να απαλείψουμε κριτικά πρακτικές ολέθριες, όπως είδαμε, για το κίνημα και που ήδη κοντεύουν να το μετατρέψουν σε έναν ασυνάρτητο κι ακίνδυνο τομέα μόδας: το ίδιο σκοπεύουμε να κάνουμε με το ιδεολόγημα του “αντιφασισμού”, ενός αριστερής προέλευσης αναχρονισμού, που έχοντας εγκατασταθεί από καιρό τώρα στον χώρο σαν αξονική, συγκροτητική του φαντασίωση, τον μετατρέπει γοργά σε κάτι που ανησυχητικά αρχίζει να μοιάζει σε “νεολαία Λαμπράκη” ή σε μαοϊκό γκρουπάκι της μεταπολίτευσης.

Και η επαναφορά αυτού του πολιτικού νεαντερταλισμού από “κάποιους”, θα ‘μασταν αρκετά αφελείς να πιστέψουμε πως ανταποκρίνεται μονάχα στο πραγματικό πισωγυρισμένο και άθλιο κριτικό επίπεδο του χώρου: κι αυτό γιατί η χρήση τέτοιου είδους αρχαϊκού πολιτικού λεξιλογίου κρύβει πίσω της συγκεκριμένα συμφέροντα, που κυριολεκτικά τρέμουν μπροστά στο ενδεχόμενο ενός ριζοσπαστικού βαθαίματος του αντιεξουσιαστικού λόγου, όπως ακριβώς ο διάβολος μπροστά στο λιβάνι.

Κι ας μην ξεχνάμε πως είναι μάλλον δύσκολο να κατηγορηθούν σαν “φασιστικές”, οι εταιρείες που πουλάν “προοδευτικό” εμπόρευμα, όσο και οι αρχηγίσκοι που ασύστολα το προμοτάρουν. Κι έτσι κρατούν με την προπαγάνδα τους το επίπεδο της κριτικής σε τέτοια επίπεδα, που θα ‘ναι προφανώς ακίνδυνη για τους ίδιους και τα συμφέροντά τους: και κάπου εδώ θα παραθέσω ελαφρά παραλλαγμένο ένα σύνθημα γραμμένο στους τοίχους της θεολογικής: πως “οι ιδεολόγοι έχουν μια βασική ομοιότητα με τις πυγολαμπίδες: και οι δυο για να λάμψουν, χρειάζονται σκοτάδι

Και μάλλον δύσκολα μπορεί να αντικρουστεί το γεγονός πως πάντα οι κάθε λογής και χρώματος αφεντάδες, θέλοντας να κυβερνήσουν τον λαό, δεν φρόντιζαν να ανεβάσουν το δικό τους επίπεδο νοημοσύνης: βλέπεις ήταν κατά πολύ ευκολότερο να κατεβάσουν αυτό του λαού…

Και μιας και οι “υπέροχες” εκείνες εποχές που η γνώση της γραφής και της ανάγνωσης ήταν θανάσιμο αμάρτημα για το “κοπάδι” έσβησαν οριστικά, οι επίδοξοι “ελευθεριακοί” ιδιοκτήτες μας στην θέση του μεσαιωνικού σκοταδισμού χρησιμοποιούν το σύγχρονο “ψηφιακό” ομόλογό του: την ενσωματωμένη σε εμπορεύματα ιδεολογία τους, το θέαμά τους. Έτσι λοιπόν φροντίζουν να κατεβάζουν το επίπεδο εκεί που συμφέρει τόσο στους ίδιους όσο και στο σύστημα που τους προσέλαβε.

Τα από δεκαετίες αδειασμένα από νόημα αυτά ιδεολογήματα, ο “αντιφασισμός”, ο “αντιρατσισμός”, κτλ., δεν κάνουν κάτι διαφορετικό από το να αποπροσανατολίζουν το αντιεξουσιαστικό κίνημα, και να το κρατούν μέσα στις λογικές συστήματος, αφήνοντας έτσι πάντα ανοιχτή την κερκόπορτα σε μια πανεύκολη πολιτική του υπερκέρωση.

Κάθε αντιφασιστική ή παρόμοια αναχρονιστική νότα, τραβά το κίνημα κάποιες δεκαετίες πίσω, τότε που ακόμα υπήρχαν φασίστες και ο αποπροσανατολισμός του είναι “ηλίου φαεινότερος”: γιατί περιγράφοντας τον σύγχρονο καπιταλισμό σαν ρατσιστικό, φασιστικό ή εθνικιστικό, το στρέφει όχι ενάντια στις εμπροσθοφυλακές του συστήματος, αλλά ούτε καν ενάντια στις οπισθοφυλακές του, το στρέφει ενάντια στο απόλυτο κενό, ακριβώς όπως τον Δον Κιχώτη ενάντια στους ανεμόμυλους.

Αλλά το κακό δεν σταματά εκεί, γιατί χρησιμοποιώντας συνθήματα μιας ξεχασμένης μέσα στην άβυσσο του χρόνου εποχής, και ζητώντας έτσι από τον καπιταλισμό να ολοκληρωθεί την στιγμή που από δεκαετίες τώρα το ‘χει ήδη κάνει, το κίνημα βάζει από μόνο του το κεφάλι του πάνω στον πάγκο της αφομοίωσης και η υπερκέρωσή του από κει και πέρα είναι απλά στην απόλυτη δικαιοδοσία του συστήματος, που παίζοντας πια εντός έδρας μπορεί με τα ΜΜΕ και τους πολιτικούς του να εκτονώσει ακαριαία την όποια κίνησή του.

Πρακτικά το ανατρεπτικό κίνημα χρησιμοποιώντας τα παρωχημένα αυτά ιδεολογήματα αυτοϋποβιβάζεται σε δημοκρατικό: ζητά ουσιαστικά δημοκρατία, το σύστημα τού πετά ένα ψίχουλο δημοκρατίας, η κατάσταση “ξεφουσκώνει”, αποσυμπιέζεται, τέλος…

Κι ας μην ξεχνάμε κάτι βασικό: ο καπιταλισμός σε φάση καλπάζουσας παγκοσμιοποίησης είναι βαθύτατα αντιφασιστικός, αντιρατσιστικός, αντισεξιστικός ή ό,τι άλλο, γιατί έτσι τον συμφέρει: χρησιμοποιεί τα ιδεολογήματα αυτά που από δεκαετίες τα ενσωμάτωσε μαζί με τους φορείς τους, για να διαλύσει τοπικισμούς κι αρχαϊσμούς που υψώνονται στο διάβα του, και το κίνημα εγκλωβισμένο μέσα στις αξονικές αυτές αλλοτριώσεις του, το μόνο που καταφέρνει είναι το να παίζει τον ρόλο ενός ουραγού υπό διάλυση: εγείροντας δημοκρατικά ιδεολογήματα “ενάντια” στο σύγχρονο σύστημα, ο χώρος προσπαθεί μάταια να “κομίσει” γλαύκας εις Αθήνας, ή αλλιώς μοιάζει καταπληκτικά με τον εγγονό που θέλει να δείξει στον παππού πού είναι “το έτσι” της γιαγιάς.

Το σύστημα είναι εχθρός μας όχι επειδή δεν είναι δημοκρατικό αλλά, ακριβώς, επειδή είναι.

Κάποια στιγμή οι ελευθεριακοί, οι αντιεξουσιαστές και όσοι τέλος πάντων επιθυμούν την επαναστατική μετατροπή της κοινωνίας, πρέπει να καταλάβουν πως οι εργοδότες και τα ΜΑΤ που συναντούν μπροστά τους στην δουλειά και στον δρόμο, καμία δεν έχουν σχέση με κάποιον “φασισμό”, που έτσι κι αλλιώς “βούτηξε” στο χρονοντούλαπο της ιστορίας ήδη από το 1974: τα ΜΑΤ είναι τα όργανα καταστολής της σύγχρονης κοινωνίας του θεάματος, που έχει τόση σχέση με τον φασισμό, όσο το internet με κάποιο ταχυδρομικό περιστέρι: και δεν φαντάζομαι να ‘χει κανείς αντίρρηση, πως αν στα γεγονότα του Μαρτίου [σ. Θ&Δ: 2007] αντί για τα ΜΑΤ είχαμε μπροστά μας τους μελανοχίτωνες του Μουσολίνι ή τα εσ-ντε του Χίτλερ, στην περίπτωση αυτή τα κοφίνια μας ούτε η πλατεία Συντάγματος δεν θα τα χωρούσε…

Είναι ίσως λοιπόν “καλύτερη” η δημοκρατία από τον φασισμό; ΟΧΙ, είναι μονάχα διαφορετική, γιατί η κυριαρχία της δεν βασίζεται στην ανοιχτή βία, είναι πολύ έξυπνη για να κάνει κάτι τέτοιο: είμαστε άραγε κι εμείς έστω και λίγο ξύπνιοι για να καταλάβουμε τελικά πως η δημοκρατία κυριαρχεί βασισμένη στο θέαμα, στην τεχνολογικά εξοπλισμένη παραπλάνηση;

Κι όμως, τα ΟΛΕΘΡΙΑ αποτελέσματα που παράγονται από την χρήση που υφίσταται ο χώρος από τα αντιφασιστικά ιδεολογήματα, παν ακόμα μακρύτερα: γιατί επαναφέροντας ιδεολογήματα μιας παρωχημένης εποχής, φετιχικά και υποσυνείδητα ταυτόχρονα, επαναφέρεις και τις αντίστοιχες, εξίσου παρωχημένες πρακτικές τους: αντιφασισμός λοιπόν: Βαρκελώνη ‘36, συνεπώς μαθηματικά και άκριτα, ηρωικά κατά μέτωπο γιουρούσια και οδοφράγματα: το πόσο μάταια κι αναχρονιστική είναι η “μαγεμένη” επαναφορά της πρακτικής που αντιστοιχούσε στον αντιφασισμό της εποχής εκείνης το διαπιστώνεις άμεσα, συγκρίνοντας τις κραυγαλέες πολεοδομικές διαφορές του 1936 με το σήμερα: για όποιον έχει περπατήσει στις “ράμπλας” και στα “μπάριος” της Βαρκελώνης, που σαν διατηρητέα έμειναν απαράλλακτα μέσα στο πέρασμα του χρόνου, γίνεται αμέσως φανερό πως για ένα εξαιρετικά αποτελεσματικό οδόφραγμα που θα κόψει την πόλη στα δύο, ένα αναποδογυρισμένο διπλό κρεβάτι και δύο καρέκλες είναι αρκετά: το ίδιο και στην Σεβίλλη, ή στο παρισινό Καρτιέ Λατέν, όπου απλώνοντας τα χέρια σου δίχως καμιά υπερβολή, ακουμπάς τους οριοθετικούς του δρόμου τοίχους των σπιτιών: κι ας μην ξεχνάμε πως τον “παλιό εκείνο τον καιρό” πέρα από τις τεράστιες, τις πλατιές σύγχρονες λεωφόρους, ήταν εξίσου ανύπαρκτα τα δακρυγόνα, τα ελικόπτερα και τα τανκς.

Και συνυπολογίζοντας το βασικότερο, το γεγονός δηλαδή πως οι εξεγερμένοι ήσαν και πολλαπλάσιοι, αλλά και άπειρες φορές πιο αποφασισμένοι σε σύγκριση με τους σημερινούς, γίνεται ολοφάνερο το πόσο μάταιη είναι η υποσυνείδητη, η υπνωτική, επαναφορά των αντίστοιχων στον αντιφασισμό πρακτικών στις σύγχρονες συνθήκες. Γεγονός που κάθε άλλο παρά στενοχωρεί το σύστημα, που, όπως απέδειξε τα τελευταία 20 με 25 χρόνια, μπορεί λίγο-πολύ άνετα να χειριστεί στρατηγικά κάθε περίπτωση ανεγκέφαλης και μετωπικής με αυτό αντιπαράθεσης.

Λυπάμαι που σας κακοκαρδίζω φίλοι μου, δεν ξέρω αν τελικά νικήσει ο “τρόμος”, αλλά το μόνο σίγουρο είναι πως δεν θα νικήσει ο “δρόμος”, απλά γιατί διαπλατύνθηκε…

Σαν συμπέρασμα το αντιφασιστικό αξονικό του χώρου ζήτημα, το μόνο που καταφέρνει είναι να τον αφοπλίζει κριτικοπρακτικά, βάζοντάς τον να “παίξει” σε τομείς που από κάθε άποψη κι από πολύν καιρό έχει κυριαρχικά “ρεζερβάρει” το σύστημα.

Εχθρός από δεκαετίες τώρα δεν είναι πια ο ανύπαρκτος εξάλλου φασισμός αλλά ο σύγχρονος θεαματικός καπιταλισμός, και αν κάποιοι είναι κριτικά ανεπαρκείς να τον αναλύσουν ώστε να τον πολεμήσουν, ή απλά απρόθυμοι να το κάνουν, πρέπει τουλάχιστον άμεσα να σταματήσουν να καλύπτουν την προσωπική τους ανικανότητα ή τις πονηρές τους business πίσω από τον απλοϊκό αποπροσανατολισμό του χώρου, που οι ίδιοι, χρόνια τώρα, επιχειρούν, πετώντας τον από το ένα αδιέξοδο ιδεολόγημα στο άλλο.

“Καθαρές” έννοιες, όπως “φασισμός”, “ελευθερία” και “καταπίεση”, δεν υπάρχουν σαν διαχρονικές, αλλά μονάχα σε άμεση συνάρτηση με την εποχή τους: κάθε εποχή δημιουργεί την δική της επανάσταση και τους λεκτικούς όρους που την περιγράφουν: ο φασισμός είναι ένα συγκεκριμένο ιστορικό συμβάν που ξετυλίχτηκε σε εξίσου συγκεκριμένους τόπους και χρόνους, και ο όρος αυτός δεν μπορεί να χρησιμοποιείται για να περιγράψει σύγχρονα φαινόμενα, γιατί, όπως είδαμε, μονάχα σύγχυση η χρήση αυτή εγγυάται: κι άμα καμιά φορά ακούμε όρους όπως “ελευθερία” ή “καταπίεση” να αναφέρονται γενικά, διαχρονικά και αόριστα, ας είμαστε σίγουροι πως δεν προστίθενται στο μαργαριταρόστεμμα της επαναστατικής διαλεκτικής, αλλά σαν μια ακόμα φτυσιά στην σιχαμερή σαλιάρα της παπαδίστικης μεταφυσικής της ιδεολογίας.

Τα αξονικά του χώρου αυτά ιδεολογήματα αποτελούν ξεκάθαρα κομμάτια του συστήματος, που υιοθετώντας τα κινδυνεύει άμεσα, αν δεν έχει ήδη συμβεί, να ενσωματωθεί αμετάκλητα σ’ αυτό: το να υποβαθμίζεις το κίνημα σε ρόλο ψαριού-πιλότου, που ζει από τις τροφές που απομένουν στα δόντια του καρχαρία, ενέχει ακριβώς τον ίδιο κίνδυνο μιας βαρκούλας που βρίσκεται στα απόνερα ενός Τιτανικού: πρακτικά, όποιος τρέφεται από τις βραχυπρόθεσμα υπό εξαφάνιση δευτερεύουσες ανεπάρκειες του συστήματος, η ολοκλήρωση του τελευταίου de facto τον καταδικάζει σε εξαφάνιση, κάτω από τις σωρευτικές συνέπειες της διαλεκτικής του “ασιτίας”.

 

Οικολογία: μια σκοτεινή πραγματικότητα, σε μύθο διασκευασμένη

Εδώ κάποιος, και με το δίκιο του σε πρώτη ανάγνωση, θα αναρωτηθεί: τι είδους «μύθος» μπορεί να ‘ναι το οικολογικό πρόβλημα, αφού μπροστά στα μάτια μας ο πλανήτης μολύνεται και καταστρέφεται με γεωμετρική πρόοδο και σε άμεση συνάρτηση με τα ολοένα αυξανόμενα κέρδη των πολυεθνικών. Κάτι απόλυτα σωστά που το επαυξάνουμε διαπιστώνοντας το προφανές: το σύστημα σε αντίθεση με τα υπόλοιπα ιδεολογήματα-μύθους που κριτικά παρουσιάσαμε, αδυνατεί ολοφάνερα να επιλύσει το οικολογικό πρόβλημα μέσα στα όριά του. Ίσως όμως να μπορεί «μαγικά» να το ρυθμίσει, να φανεί πως το λύνει, παρουσιάζοντάς το σαν μόδα, σαν μια ακόμα ψεύτικη ανάγκη και η γέφυρα αυτή, που υπεραισθητά ταυτίζει την οικολογική ευαισθητοποίηση με την ψευδαισθητοποίηση, ονομάζεται «οικολογικό» εμπόρευμα. Παραφράζοντας κάπως μάλιστα «παλιά λόγια ξεχασμένα», όπως παρακάτω θα φανεί, «ο κυβερνοχώρος της οικολογικής μόδας είναι ο φρουρός του οικολογικού μας ύπνου».

Η αγορά έχει γεμίσει με κάθε λογής «οικολογικά» μαγαζιά κι εμπορεύματα, από συνθετικές γούνες και ρούχα από κάνναβη, μέχρι υγιεινές τροφές, φίλτρα για τις βρύσες, χαπάκια χημικής απολύμανσης νερού και τόνους ατέλειωτους έντυπης οικολογικής φιλολογίας, συνθέτοντας έτσι έναν ανθηρό τομέα μόδας. Στην διάρκεια του προθεαματικού καπιταλισμού η πολιτική όπως είδαμε κάλυπτε την οικονομία. Μέσα στους σύγχρονους θεαματικούς καιρούς η σχέση αυτή έχει αντιστραφεί: η οικονομική «πραγματικότητα» καλύπτει πίσω της την πολιτική, δημιουργώντας μια ψευδαισθητική παγίδα που θα πρέπει να προσπεράσεις, μόνο και μόνο για να αντικρύσεις το φανερό πρόσωπο, την φαινομενικότητα του οικολογικού ζητήματος, που με την σειρά της κρύβει στην σκιά της την ζοφερή, σχολαστικά συγκαλυμμένη πραγματικότητά του. Το ίδιο ακριβώς «χάκινγκ», η ίδια ακριβώς μέθοδος κριτικής διάτρησης των ζωνών της φαινομενικότητας, ισχύει στην ανάλυση του συνόλου των σύγχρονων εμπορευμάτων.

Όλα επικεντρώνονται στην κριτική του σύγχρονου εμπορεύματος και των φετιχικών του ιδιοτήτων, που από την εποχή του Μαρξ και του Κεφαλαίου έχουν «αναβαθμιστεί». Οι πλαστές ανάγκες, οι μόδες, αντικατέστησαν τις φυσικές διαμορφώνοντας τις δύο αυτές ζώνες άμυνας μέσα στο κλασματικής, φράκταλ διάστασης «φετιχικό» φωτοστέφανο των σύγχρονων προϊόντων: δύο ζώνες άμυνας που πίσω τους κρύβεται η πραγματικότητα.

Η εξωτερική ζώνη κάλυψης, η σχετική με την εμπορευματοποίηση των πάντων και τον εθισμό σ’ αυτήν, είναι βέβαια πανομοιότυπη με αυτήν την προθεαματικών εμπορευμάτων της εποχής του Μαρξ: με την σημαντικότατη όμως διαφορά πως πίσω της δεν καλύπτει, δεν ανταποκρίνεται σε μια φυσική, αλλά σε μια κατασκευασμένη από το σύστημα πλαστή ανάγκη, που στην περίπτωσή μας είναι η μόδα της οικολογίας. Σαν να λέμε, πως για να μπορείς σήμερα να είσαι fashion victim του «οικολογικού» τομέα πρέπει αφενός να μπορείς να πληρώσεις τα «μαγεμένα» εμπορεύματα, κι αφετέρου να εθιστείς στην ψευδαίσθηση πως η αγορά τους είναι ο μοναδικός «φυσιολογικός» τρόπος απόκτησής τους.

Σ αυτό το σημείο τελειώνει η κλασσική, η μαρξική κριτική της αλλοτρίωσης: έχοντας διαπεράσει κριτικά τον πρώτο «φλοιό», την εξωτερική ζώνη παραπλάνησης, αντικρύζουμε μπροστά μας την μόδα, εν προκειμένω της οικολογίας, που σαν κάθε θέαμα έχει πάντα δύο πρόσωπα: το φανερό, που φυσικά μαζικά προπαγανδίζεται από κόμματα και ΜΜΕ, με κεντρικό του στόχο μέσα από την εκθαμβωτική του διαφημιστική δημοσιοποίηση να πείσει το κοινό να αποσύρει την ματιά του από το υπόρρητο, το συγκαλυμμένο πρόσωπο, που δεν είναι παρά η ζοφερή πραγματικότητα του οικολογικού ζητήματος. Και διαπιστώνουμε πως η κάλυψη της τελευταίας είναι διπλή: η οικονομία, η εξωτερική ζώνη κρύβει πίσω της την δημοσιοποιημένη και λειψή «πραγματικότητα» του οικολογικού ζητήματος που το σύστημα κρίνει πως μπορεί ακίνδυνα για το ίδιο, να μας την γνωστοποιήσει. Κι αυτή η ακρωτηριασμένη «πραγματικότητα» των ΜΜΕ με την σειρά της συγκαλύπτει τα επικίνδυνα για την εξουσία ποσοστά της, που πρέπει με την χρήση από την μεριά της των κανόνων της «κοινωνικής μηχανικής», με κάθε θυσία να αποκρυβούν. Ήδη έχουμε μπροστά μας τον παλιό μας γνώριμο, που πάνω του στηρίζεται η αυτοκρατορία του θεάματος, την πλαστοποίηση.

Το τι ακριβώς κρύβεται πίσω από τα ντοκιμαντέρ του Ντι Κάπριο, πίσω από τον ποδηλάτη με το σακίδιο στον ώμο και πίσω από τις χαζοχαρούμενες διαφημιστικές «artificial personalities» που προμοτάρουν τα «οικόφιλα» εμπορεύματα, δεν είναι τίποτα διαφορετικό από την «γκρίζα ζώνη», από την πραγματικότητα του ζητήματος, και η συγκάλυψή της από την μόδα της σαν στόχο έχει την αποφυγή μιας μαζικής εξέγερσης, ή γενικευμένου πανικού. Και το υπόρρητο αυτό, γκρίζο πρόσωπο, εμπεριέχεται σε λίγες λέξεις: αν οι πολυεθνικές και τα κέρδη τους δεν σταματήσουν άμεσα, χτες, να υπάρχουν, τότε μαθηματικά σε πολύ λιγότερο διάστημα απ’ όσο πιστεύουμε, ο πλανήτης και οι ιθαγενείς του, δηλαδή εμείς, απλά game over… Κι ας πάρουμε σοβαρά υπόψιν πως πολλοί διακεκριμένοι επιστήμονες πιστεύουν ακράδαντα πως το φαινόμενο δεν είναι πια αναστρέψιμο…

Κάπου εδώ, όμως, μπαίνει ένα ερώτημα: τι είδους «συγκάλυψη» και «μυστικό» είναι αυτό, που έχει ήδη δημοσιοποιηθεί και λεπτομερειακά μάλιστα, σε μια σειρά έγκυρων και πλατειάς κυκλοφορίας εντύπων; Η ερώτηση αυτή στα σίγουρα θα είχε κάποιο νόημα, αν ο πληθυσμός δεν είχε ολοκληρωτικά ταυτιστεί με το θέαμα και την «κοινωνική μηχανική» του. Γιατί όσο περίεργο κι αν φαίνεται σε πρώτο χρόνο, το καλύτερα προφυλαγμένο μυστικό είναι αυτό που δημοσιοποιείται σε έντυπα ή και σε ηλεκτρονικά εμπορεύματα, περνώντας έτσι ακριβώς απαρατήρητο!

Μια μικρή παρένθεση: όταν αναφερόμαστε σε ηλεκτρονικά εμπορεύματα εννοούμε πρώτα απ’ όλα τις εκπομπές της t.v. κι όχι μονάχα της καλωδιακής, που είναι προφανώς προϊόντα για κατανάλωση, αλλά και σ’ αυτές της κοινής t.v., που φαίνονται να διανέμονται δωρεάν χωρίς χρηματικό αντίτιμο. Σε αυτές τις περιπτώσεις τα προγράμματα των καναλιών χρηματοδοτούνται, ουσιαστικά αγοράζονται από τις εταιρείες που διαφημίζονται σ’ αυτά: και στην συνέχεια τα προγράμματα αυτά διανθισμένα με διαφημίσεις επανακατανέμονται, πουλιούνται στο κοινό, με αντίτιμο την προσδοκία αγοράς των διαφημιζομένων προϊόντων, και με μέσο φυσικά την συσκευή και την κεραία της. Έτσι η t..v. είναι στην πραγματικότητα η ηλεκτρονική βιτρίνα των εταιρειών και οι εκπομπές της εμπορεύματα οπτικά καταναλώσιμα, με κόστος αγοράς τους από μας τις προσδοκίες των εταιρειών. Γεγονός που η σημασία του θα φανεί αμέσως παρακάτω, αφού αναγκάζει τον οπτικό καταναλωτή μιας εκπομπής που λεπτομερειακά αναφέρεται στην τελειωτική οικολογική καταστροφή, να υπόκειται στις ίδιες ακριβώς αλλοτριώσεις με έναν καταναλωτή ενός εντύπου εμπορεύματος που διαπραγματεύεται εξίσου λεπτομερειακά στις σελίδες του το ίδιο θέμα. Πιο απλά μέσα στο προτσές διαμόρφωσης ενός εντύπου σε εμπόρευμα, ακόμα και μια πέρα για πέρα αληθινή πληροφορία του, θα εκληφθεί από τους αναγνώστες του σαν μια ακόμα φετιχική του ιδιότητα, σαν «μια ακόμα άποψη», σαν μια ακόμα πλαστοποιημένη πραγματικότητα, σαν μια ακόμα μόδα που «στολίζει» το έντυπο, ώστε αυτό να πουλήσει: οι αναγνώστες της Εικονομίας μάλλον θα «γελάνε κάτω από τα μουστάκια τους», έχοντας αναγνωρίσει το φαινόμενο που ονομάσαμε «πρόκληση τεχνητής εντροπίας τομέα»: Αλλά ας τα πάρουμε τα πράγματα ένα-ένα, μιας κι έφτασε η στιγμή να λύσουμε το «μυστήριο» της γενικευμένης παθητικότητας, να μιλήσουμε για τους πανίσχυρους μηχανισμούς της υπνωτικής επιβολής του εφησυχασμού, χρησιμοποιώντας τόσο την καταστασιακή κριτική της αλλοτρίωσης, όσο και την γενικής εφαρμογής αρχή της κοινωνικής εντροπίας.

Μέσα στους μηχανισμούς αναπαραγωγής του σύγχρονου «εμπορευματικού λόγου», μια πληροφορία, μια πραγματικότητα που πλαστοποιημένη σε μόδα «φορτώνεται» στον σκληρό δίσκο των εμπορευμάτων σαν φετιχική, υπεραισθητική τους ιδιότητα, ουσιαστικά ακυρώνεται: η ακύρωση αυτή διενεργείται στην περίπτωσή μας με την αυθαίρετη απάλειψη από την «μεγάλη εικόνα» της οικολογικής μόδας κάθε επικίνδυνου για το σύστημα ανατρεπτικού στοιχείου: του γεγονότος δηλαδή, πως η οικολογία και ο καπιταλισμός είναι στην πραγματικότητα μεγέθη ασύμβατα μεταξύ τους. Από το σημείο αυτό και μετά η πραγματικότητα του οικολογικού ζητήματος ακινητοποιείται ακρωτηριασμένη σε τομέα μόδας, που το μοναδικό του πια διέξοδο, όπως κι όλα τα θεάματα, είναι η αναδίπλωση στον ίδιο του τον εαυτό, η αυτοσυσσώρευσή του. Και μ’ αυτόν τον τρόπο, η αρχική πλαστοποίηση της εικόνας του ζητήματος παραχωρεί την σκυτάλη στον άλλο παλιό μας γνώριμο: στην ταυτολογία. Ο κυβερνοχώρος της οικολογικής μόδας εξειδικεύεται πολλαπλασιάζοντας τις εμπορευματικές του εκδοχές: κι όπως σε κάθε περίπτωση μπλοκαρίσματος της φυσιολογικής χωροχρονικής ροής και «ανέγερσης» ενός θεαματικού τομέα, στην ρίζα του φαινομένου ανακαλύπτουμε μια εξωλογική αναστροφή της αιτιακής ροής, που επιχειρείται από τις πολυεθνικές και τους προπαγανδιστικούς τους πράκτορες: αφού με τον α’ ή τον β’ τρόπο και φυσικά ολότελα αυθαίρετα, η ύπαρξη του καπιταλισμού και των πολυεθνικών θεωρείται σαν «αυτονόητη» και σαν πέρα από κάθε συζήτηση, το σύστημα καλείται να συνυπάρξει με την οικολογία, συνθέτοντας έτσι ένα ντουέτο ταυτολογικά νομιμοποιημένης παραφροσύνης! Και καθώς η αιτία της μόλυνσης, ο καπιταλισμός, έχει ταχυδακτυλουργικά εξαφανιστεί, η μόλυνση του περιβάλλοντος από «φυσιολογικό» αποτέλεσμα της ύπαρξης των πολυεθνικών, μετατρέπεται σε μια παράλογη, μεταφυσική και κυριολεκτικά ουρανοκατέβατη αιτία, που προσπαθεί, στα όρια φυσικά του συστήματος, να αναιρέσει τα «αποτελέσματά» της ταυτίζοντάς τα με τα διάφορα «οικολογικά» εμπορεύματα γιατροσόφια, αναπαράγοντας έτσι την πραγματική της αιτία: τον καπιταλισμό: κάπως έτσι:

◄ Αναστροφή αιτιακού process

α) Ισχυρισμοί πραγματικότητας:
αιτία: ο καπιταλισμός 
αποτέλεσμα: η μόλυνση

β) Ισχυρισμοί συστήματος:
αιτία: η μόλυνση
αποτέλεσμα: πάλι ο καπιταλισμός

Ο καπιταλισμός και πάλι, η αναπαραγωγή του, μέσω της δημιουργίας εκατομμυρίων «οικολογικών» εμπορευμάτων που υποτίθεται πως κλείνουν τις πληγές που ο ίδιος άνοιξε! «Γιάννης κερνά και Γιάννη πίνει», και η περιβαλλοντική μόλυνση βοηθά το κεφάλαιο να συσσωρευτεί ταυτόχρονα με αυτήν! Το σύστημα αυξάνεται ταυτολογικά νομιμοποιημένο από την ίδια την «εξιδανικευμένη» του εικόνα, που στην περίπτωσή μας ας μην νομιστεί πως η εικόνα αυτή είναι ένας καθαρός πλανήτης! Αντίθετα, η εξιδανίκευση της εικόνας αυτής, η μόδα της οικολογίας, είναι το παρανοϊκό αποτέλεσμα της εξωλογικής, της «ανίερης» συνύπαρξης καπιταλισμού και οικολογίας: ένας δηλαδή περιβαλλοντικά αποδομημένος, πλέρια μολυσμένος κι ακατοίκητος τελικά πλανήτης, φουλαρισμένος την ίδια στιγμή από τηλεοπτικές ή άλλες διαφημίσεις εξύμνησης «οικολογικών» προϊόντων: από φίλτρα για το νερό και λοσιόν που δήθεν «εξουδετερώνουν» τις θανατηφόρες ακτινοβολίες που εξαιτίας της ολοένα αυξανόμενης «τρύπας του όζοντος» ήδη μας σαρώνουν, μέχρι, γιατί όχι με την ευκαιρία της τήξης των πολικών πάγων, και ετοιμοπαράδοτων πλωτών σπιτιών για κάθε ενδεχόμενο… και αυτό το φετιχικά, το ταυτολογικά νομιμοποιημένο, παράλογο τερατούργημα φτάνει σε παροξυσμό από δύο αντίστοιχες παραμέτρους: α) οι ίδιες οι πολυεθνικές που ασύστολα καταστρέφουν τον πλανήτη έχουν παραρτήματα παραγωγής «οικολογικών» προϊόντων, που υποτίθεται πως θα καθυστερήσουν την καταστροφή αυτή, ή που θα μετριάσουν (!) τα αποτελέσματά της και β) τα ίδια αυτά τα παραρτήματα επίσης μολύνουν το περιβάλλον, έτσι ώστε να κάνουν εκ νέου απαραίτητη την αύξηση της παραγωγής «οικογιατρικών» προϊόντων, κι ο φαύλος κύκλος της θεαματικής ταυτολογίας επαναλαμβάνεται σωρευτικά, σαν αυτοτροφοδοτούμενη κρίση, μέχρι βέβαια την αμεσομελλοντική ολοκληρωτική οικολογική κατάρρευση…

Αυτός είναι σε γενικές γραμμές ο τρόπος που το σύστημα μέσω του «οικολογικού» τομέα μόδας του και μέσω των εμπορευμάτων του φαίνεται να λύνει το πρόβλημα. Γεγονός στο οποίο καμιά αντίρρηση δεν μοιάζουν να έχουν τα διάφορα εναλλακτικά, ελευθεριακά και λοιπά νεοαριστερίστικα έντυπα, που ήδη διαφημίζουν στις σελίδες τους μια σειρά ολάκερη «οικογιατρικών» εμπορευμάτων, θέλοντας την ίδια ώρα να μας μεταμορφώσουν σε φιλειρηνικούς «κηπουρούς του πλανήτη»! Και βέβαια επιλεκτικά «ξεχνώντας» να μας ενημερώσουν σχετικά με το ποιος ακριβώς είναι ο ιδιοκτήτης του, όσο κι ο δικός τους… Με άλλα λόγια, μας προτρέπουν να μετατραπούμε σε κάτι ακόμα χειρότερο από νοσοκόμες του συστήματος, σε εθελοντικούς δηλαδή βοθροκαθαριστές του: μέχρις ότου ασφαλώς η ανισότητα μεταξύ των εισροών και των εκροών των τελευταίων, να μας εξασφαλίσει τον ελάχιστα τιμητικό τίτλο αυτών που πνίχτηκαν μέσα στην σκατόμαζα του νεοαριστερίστικου τομέα ψευδαισθήσεων, προσπαθώντας μέχρι την τελευταία τους πνοή να δώσουν το «οικολογικό» φιλί της ζωής, στον κώλο των ιδιοκτητών αυτού του κόσμου…

Και φτάνουμε τελικά στο ζητούμενο: πώς λειτουργεί υποσυνείδητα στον καταναλωτή η αγορά του «οικολογικού» εμπορεύματος; Ή, αλλιώς, με ποιον τρόπο αυτή η δεύτερη ζώνη άμυνας, το «εξιδανικευμένο» φανερό πρόσωπο της οικομόδας, αλλοτριώνει την οπτική του; Ποια είναι η πολιτική λειτουργία των οικοπροϊόντων, και σε τι ακριβώς η κατανάλωσή τους φετιχικά εθίζει τον αγοραστή τους, ποιο αφύσικο πράγμα, ποια κατάσταση «μαθαίνουν» τους καταναλωτές τους να θεωρούν σαν «φυσιολογική»; Κάποιοι μάλλον θα έχουν μαντέψει την απάντηση: αυτό που επιδερμικά περιγράφηκε σαν «εφησυχασμός», δεν είναι παρά το αποτέλεσμα της αντικατάστασης της όποιας πρακτικής, στο εσωτερικό της θεαματικής οικονομίας: μέσα στους κυβερνοχώρους μόδας η πραγματικότητα εξορίζεται κι αντικαθίσταται ολοκληρωτικά από το ψευδαισθητικό τους ολόγραμμα: σαν φυσική συνέπεια η καταναλωτική δραστηριότητα τείνει συνεχώς να εκτοπίσει και να αντικαταστήσει οποιανδήποτε άλλη: κάποιοι υποθέτω πως θα θυμούνται το σύνθημα του γαλλικού Μάη πως «όσο περισσότερο καταναλώνεις, τόσο λιγότερο ζεις», κι ακριβώς αυτό συμβαίνει στην περίπτωσή μας. Μέσα στον οικοτομέα-κυβερνοχώρο όσο καταναλώνεις τα εμπορεύματά σου, τόσο σου περνά η διάθεση για πραγματική, για ανατρεπτική οικολογική δράση. Απλά το θεωρείς περιττό, βαριέσαι να «οικολογήσεις» παραπάνω, γιατί μέσα στον κυβερνοχώρο της οικομόδας που κυριαρχικά αντικαθιστά κάθε άλλη πρακτική, μέσα στην πρακτική ψευδαίσθηση του θεαματικού τομέα, το έχεις ήδη κάνει! Πώς; Μα… αγοράζοντας «οικολογικό» εμπόρευμα, μιας κι η οικονομική σου δραστηριότητα τείνει να αντικαταστήσει πλέρια τις υπόλοιπες! Ουσιαστικά κάθε τέτοια περίπτωση «παθητικότητας» ή «εφησυχασμού» κρύβει από πίσω της την χρήση του θεάματος της εντροπίας από το σύστημα, που μέσω αυτής «παγώνει», ακινητοποιεί και τελικά εξαφανίζει κάθε εξωκαταναλωτική δραστηριότητα. Όπως έχουμε πει, η κοινωνική εντροπία που φωλιάζει στην μνήμη μας, εμποδίζει κυριολεκτικά κι αμετάκλητα την επαναληψιμότητα των κοινωνικών σχηματισμών και συμπεριφορών, είτε εξαιτίας της συνειδητής δυσαρέσκειας, είτε εξαιτίας της δυσφορίας που προξενεί η πλήξη, ο κορεσμός: έτσι λοιπόν το σύστημα παρεμβάλλει ανάμεσα στον άνθρωπο και στην δραστηριότητά του ένα ψευδαισθητικό ολόγραμμα, μια καταναλωτική «twilight zone» που η συμμετοχή σ’ αυτήν, όχι βέβαια αυτοματικά αλλά σωρευτικά, απαγορεύει εντροπικά την επανάληψη της ανάλογης συμπεριφοράς στον πραγματικό κόσμο, ή καλύτερα σε όσον απ’ αυτόν έχει απομείνει… Πιο πρακτικά το άτομο θεωρεί πληκτικό το να επαναλάβει αυτό που νομίζει πως έχει ήδη κάνει. Αυτή ακριβώς η χρήση από το σύστημα του θεάματος της εντροπίας, είναι η βαθύτερη αιτία της κάθε λογής παθητικότητας του πληθυσμού.

Το αποτέλεσμα λοιπόν της κατανάλωσης των «οικολογικών» προϊόντων είναι η αλλοτρίωση, η αποξένωση από κάθε οικολογική ευαισθησία ή πραγματική τέτοιου είδους δραστηριότητα.: και το «σπάσιμο» αυτής της δεύτερης ζώνης άμυνας του «οικοεμπορεύματος», φανερώνει το βαθύτερο φετιχικό του μυστικό:η διαλεκτική διάτρηση της πρώτης ζώνης άμυνας, εκεί που όπως είδαμε, η οικονομία καλύπτει την πολιτική, μας έδωσε σαν συμπέρασμα κάτι λίγο-πολύ γνωστό, που προέκυψε από την απλή μεταφορά της μαρξικής οπτικής στον σύγχρονο κόσμο: τον υποσυνείδητο δηλαδή εθισμό του ατόμου στην ψευδαίσθηση πως ο μοναδικός «φυσιολογικός» τρόπος απόκτησης ενός εμπορεύματος της «οικολογικής» μόδας είναι η αγορά του. Τώρα, προχωρώντας στην δεύτερη ζώνη άμυνας της «οικολογικής» αλλοτρίωσης, και «χακεύοντας» κριτικά την κάλυψη της υπόρρητης, της συγκαλυμμένης ζοφερής πραγματικότητας της οικολογίας, από την μόδα, το λειψό φανερό της πρόσωπο, ανακαλύπτουμε το βαθύτερό του μυστικό: πως δηλαδή όσο περισσότερο καταναλώνεις οικοεμπορεύματα, τόσο περισσότερο ταυτίζεσαι υποσυνείδητα με την «οικομόδα», με την «εξιδανικευμένη», την ακρωτηριασμένη εικόνα του οικολογικού ζητήματος. Και η ταύτιση αυτή σημαίνει πως το άτομο σιγά μα σταθερά εθίζεται στο να θεωρεί σαν «φυσιολογική» την εξιδανικευμένη αυτή εικόνα, που, όπως είδαμε, είναι ένας παρανοϊκός, περιβαλλοντικά κατεστραμμένος κόσμος, ολότελα μολυσμένος και ταυτόχρονα γεμάτος από γελοία οικοπροϊόντα που μετριάζουν (!) τα αποτελέσματα της ήδη ολοκληρωτικής καταστροφής! Ή, αλλιώς, όσο περισσότερο καταναλώνεις «οικοεμπορεύματα», τόσο το λιγότερο αντιλαμβάνεσαι το μέγεθος, την σπουδαιότητα του οικολογικού ζητήματος.

Τελειώνοντας την ανάπτυξη, ας δώσουμε την απάντηση που λίγες πριν σελίδες υποσχεθήκαμε, στο ερώτημα: πώς είναι δυνατόν, ακόμα κι όταν το ζήτημα λεπτομερειακά και δίχως πλαστοποιήσεις, είναι δημοσιοποιημένο σε έγκυρα, μεγάλης κυκλοφορίας έντυπα ή ηλεκτρονικά εμπορεύματα, πώς διάβολο γίνεται, ακόμα κι έτσι, να περνά απαρατήρητο; Και η απάντηση στο κομβικό αυτό ερώτημα, έρχεται από τρεις κατευθύνσεις:

α) Μέσα στην «εξιδανικευμένη» ψεύτικη εικόνα της οικολογικής μόδας, έχουμε εθιστεί στην «αυτοματική ταυτολογία»: ή, αλλιώς, συνηθίσαμε στην ψεύτικη και ευρύτατα προπαγανδισμένη από το σύστημα κατάσταση σύμφωνα με την οποία κάθε «πληγή» αυτοματικά σχεδόν συνοδεύεται από κάποιο «οικογιατρικό» εμπόρευμα: το σύστημα υποσυνείδητα έχουμε πειστεί, πως είναι πάντα σε θέση να συγκρατήσει την οικολογική μέσα στα όρια και τις «λογικές» του, εφευρίσκοντας κάποια ακόμα εμπορεύματα-αντίδοτα. Το αποτέλεσμα αυτού του εθισμού είναι πως κι η λεπτομερειακή ακόμα, πλέρια τεκμηριωμένη και αληθινή πέρα για πέρα προαναγγελία του αναπόδραστου οικολογικού ολοκαυτώματος, φιλτράρεται στην συνείδησή μας σαν «ένα ακόμα πρόβλημα», που «μαγικά», με κάποιον καινούργιο πάλι τρόπο, το σύστημα θα διευθετήσει: η πληροφορία του ΤΕΛΟΥΣ περνά απαρατήρητη μπροστά από τα μάτια μας, μόνο και μόνο επειδή μας τύφλωσε η φετιχική, η ταυτολογική αυτοσυσσώρευση του «οικολογικού» τομέα: δεν την βλέπουμε, αφενός γιατί το θέαμα έχει ολοκληρωτικά ίσως απορρυθμίσει την κριτική μας ικανότητα, κι αφετέρου γιατί δεν θέλουμε να την δούμε: απλά έτσι μας διαμόρφωσαν.

β) η τεκμηριωμένη σφαιρικά κι αληθινή αυτή πληροφορία για το οικολογικό μας τέλος, δεν είναι επίτηδες ακρωτηριασμένη, και μιας και δεν υπάρχει συγκάλυψη κάποιου υπόρρητου από κάποιο φανερό πρόσωπο, δεν είναι μόδα, και συνεπώς δεν μπορεί να αποτελέσει φετιχική ιδιότητα κάποιου οικοεμπορεύματος: κι όμως! Αν και προφανώς δεν είναι φετιχική ιδιότητα, δηλαδή ψέμα, θα εκληφθεί σαν τέτοια γιατί εμπεριέχεται στο έντυπο εμπόρευμα! Δηλαδή, θα θεωρηθεί σαν ένα ακόμα υπεραισθητό κόλπο του εντύπου ώστε αυτό να πουλήσει, χάνοντας έτσι την εγκυρότητά της, κι υποβαθμιζόμενη έτσι «σε μιαν ακόμα άποψη»… Και, τελικά, σε μια ακόμη φήμη από τις χιλιάδες που κυκλοφορούν.

γ) Στο ίδιο ακριβώς συμπέρασμα καταλήγει και η χαοτική κριτική αντίληψη, αναγάγοντας την «ορατή αορατότητα» της εν λόγω πληροφορίας του οικολογικού ολοκαυτώματος, σε αποτέλεσμα του φαινομένου που ονομάζεται «πρόκληση τεχνητής εντροπίας πεδίου»: η πληροφορία αυτή, όσο σημαντική κι αληθινή κι αν είναι, πνίγεται κυριολεκτικά ανάμεσα σε εκατοντάδες άλλες, καταστροφολογικές ομόλογές της, που προκύπτουν από πραγματικά ανάξιες λόγου και «εκ κατασκευής» σχεδόν ελαχιστοποιημένου ειδικού βάρους θεωρίες συνωμοσίας: κι έτσι σε κάθε περίπτωση που η πληροφορία αυτή γίνει επικίνδυνη για το σύστημα, αυτό δεν έχει παρά να επικαλεστεί την προφανή αναξιοπιστία των «υπόλοιπων» θεωριών συνωμοσίας: που μ’ αυτόν τον τρόπο συμπαρασύρουν στο «άδειασμα», στην εντροπική τους, δεδομένη έτσι κι αλλιώς εκροή και τελικά κατάρρευση, και την συγκεκριμένη μας πληροφορία που υποσυνείδητα, υπεραισθητά και φυσικά αυθαίρετα κατατάχτηκε στον ίδιο τομέα-πεδίο μ’ αυτές: με αποτέλεσμα αυτής της «συμπαράσυρσης» της πιστότητας του κύρους της πληροφορίας μας στο ναδίρ και πάλι το ίδιο, τον εκ νέου εφησυχασμό του πληθυσμού.

Κλείνοντας, προσθέτω πως αυτή ακριβώς η ανάλυση που μας οδήγησε στην ανακάλυψη του βαθύτερου φετιχικού μυστικού του «οικολογικού» εμπορεύματος, μπορεί να εφαρμοστεί στο σύνολο των σύγχρονων εμπορευμάτων: και φυσικά και στα προϊόντα που συγκροτούν τα προηγούμενα τέσσερα ιδεολογήματα- παγίδες [σ.σ. «αντιρατσισμός», «ποινικοί κρατούμενοι», «αντιφασισμός», «αντισεξισμός»] που παραπάνω κριτικά παρουσιάσαμε: πραγματικά, όσο περισσότερο καταναλώνεις αντισεξιστικά (φεμινιστικά), ή αντιφασιστικά κ.τ.λ. εμπορεύματα, τόσο το λιγότερο στ’ αλήθεια ενδιαφέρεσαι, τόσο το λιγότερο στην πραγματικότητα ευαισθητοποιείσαι στα φεμινιστικά ή αντιφασιστικά ζητήματα: γεγονός ωστόσο μηδαμινής σημασίας, γιατί όπως είδαμε τα ζητήματα αυτά και το ποσοστό της πραγματικότητάς τους είναι επίτηδες εξαιρετικά υπερτιμημένο, αλλά και σαν τμήματα, σαν συστατικά του δικτατορικού «political correct» της παγκοσμιοποίησης, σαν η φετιχική της ασπίδα παραπλάνησης, ρυθμίζονται εν μέρει ή κι ολοκληρωτικά από την ίδια.

Κι όμως, η ανάλυση, η «κριτική διάτρηση» του εμπορεύματος που μόλις άρχισε, θα συνεχιστεί στο β’ τεύχος της Εικονομίας με αποτελέσματα πιστεύω ενδιαφέροντα. Ως τότε απλά θα βοηθήσουμε όσους ενδιαφέρονται να «χακέψουν» τελειωτικά το βαθύτερο μυστικό των προϊόντων του καπιταλισμού της μόδας, παραθέτοντας μιαν από τις δεκάδες φράσεις που ενώ σιγοψιθυρίζονται, σπάνια αναδύονται στην επιφάνεια της «επικαιρότητας» για λόγους ολότελα ευνόητους: κι η φράση αυτή, που σημειωτέον δεν λέχτηκε από κάποιον «επαγγελματία οικολόγο» είναι η εξής: «για κάθε καινούργιο αυτοκίνητο που αγοράζουμε, ένα τετραγωνικό χιλιόμετρο της θάλασσας μολύνεται ανεπανόρθωτα». Κατά τα άλλα, η «βαλίτσα» της οικολογίας πάει πολύ μακριά: σαν ασύμβατη με τον καπιταλισμό αποτελεί de facto κεντρικό, αξονικό ζήτημα κάθε επαναστατικού κινήματος: και όπως αποδείξαμε, «η οικολογία είναι ανατρεπτική, αλλιώς είναι ένα τίποτα».

 

  Πρόλογος ή Επίλογος [Αποσπάσματα]

 [...] Απέναντι σε όλα αυτά που στα υπόψιν, σιγοψιθυρίζονται όχι μονάχα στις σελίδες της “Εικονομίας”, αλλά εδώ και πολύ καιρό σε πολλούς άλλους χώρους, το αντιεξουσιαστικό κίνημα κρατά “άκραν του τάφου σιωπήν”…

Ίσως όχι μόνο γιατί δεν μπόρεσε καθηλωμένο από την κριτική του ανεπάρκεια να τα διακρίνει, αλλά και γιατί εμποδίστηκε από κάποιους να το κάνει: το γεγονός ωστόσο παραμένει, πως εξακολουθεί να αντιδρά σε αναχρονιστικούς, ανύπαρκτους εχθρούς του, με τρόπο που μονάχα σαν γραφικός μπορεί να χαρακτηριστεί:

Μόλις λίγες μέρες πριν ακούστηκαν σε πορεία, εν έτει 2007, αντιχουντικά (!!!) συνθήματα:

Αλλά εκεί που ο αποπροσανατολισμός του τομέα της “αντιεξουσιαστικής” μόδας στ’ αλήθεια “χτύπησε τα κόκκινα”, ήταν η πρόσφατη σύνοδος του G8 στην Γερμανία: κάποιοι με σύνθημα “no border”, την στιγμή που εδώ και χρόνια τα “borders” έχουν ήδη καταργηθεί από την ίδια την παγκοσμιοποίηση, συνασπίστηκαν με κάποιες χιλιάδες κλασικά ανεγκέφαλους νεοαριστεριστές, συνθέτοντας έτσι το ταυτολογικά νομιμοποιημένο θέαμα της σύγκρουσης: ποιο ήταν αυτό, ποιο τελικά είναι και θα είναι η κούφια πραγματικότητα, το θέαμα όλων των συνόδων της G8;

Δεν νομίζω πως πρέπει να ‘σαι κάποιος αρσιβαρίστας της κριτικής για να το διατυπώσεις: το φανερό του πρόσωπο δεν είναι διαφορετικό, απ’ αυτό που μας επέτρεψαν να δούμε:

Οκτώ παράσιτα συγκεντρώθηκαν για να αποφασίσουν για το μέλλον του πλανήτη:

Κι απ’ έξω κάποιες χιλιάδες fashion victims του νεοαριστερίστικου τομέα μόδας συγκρούστηκαν με τους “φασίστες” και με τους “φασίστες μπάτσους”, απλά γιατί έτσι επέβαλλε το τελετουργικό της επετείου:

Εξάλλου, λογικό δεν φαίνεται να δείρω τον μπάτσο επειδή είμαι αναρχικός, νεοαριστεριστής ή ότι άλλο, κι από την άλλη ο μπάτσος να βαρέσει εμένα επειδή είμαι αναρχικός, νεοαριστεριστής ή ό,τι άλλο;

Και τονίζω πως αναφέρομαι σε ψευδαισθητικές συλλογικές συναντιλήψεις κι όχι σε μεμονωμένες περιπτώσεις.

Κάπως έτσι διαδραματίστηκε η φαινομενικότητα του πράγματος, που με την αντιφασιστική του έξαψη μπορεί και να ενθουσίαζε την γιαγιά μου, που αν βέβαια ζούσε ακόμα θα άγγιζε τα 118 της χρόνια:

Έλα όμως που ο διαβολάκος της κριτικής, σηκώνει μιαν ιδέα το τραπεζομάντηλο, για να βλεφαρίσουμε στα πεταχτά τι κρύβεται από κάτω από το τραπέζι και το υπόρρητο, το εξαφανισμένο, επίτηδες φυσικά από την “επικαιρότητα” πρόσωπο, λέει μιαν άλλην ιστορία:

Τίποτα απολύτως δεν συμφωνήθηκε στην G8, όπως και σε καμιά από αυτές τις συνόδους, απλά γιατί όλες οι αποφάσεις έχουν παρθεί καιρό πριν αλλού, κι από πανίσχυρα κέντρα εξουσίας:

Το G8 και τα οχτώ παράσιστα που φαίνονται να κυβερνούν τον πλανήτη, δεν είναι παρά οι μαριονέτες, τα ανδρείκελα, το ανίσχυρο καμουφλάζ της πανίσχυρης “μυστικής” υπερκυβέρνησης:

Ένα εξαιρετικά χρήσιμο καμουφλάζ γιατί δίνει στην βαθύτατα δικτατορική παγκοσμιοποίηση ένα άρωμα, μια ψευδαισθητική επικάλυψη δημοκρατίας:

Και πώς θα μπορούσε να ‘ναι αλλιώς, αφού τα 8 αυτά παράσιτα μοιάζουν με δημοκρατικά παράσιτα, δήθεν εκλεγμένα από τους λαούς τους, και στην πραγματικότητα βέβαια από τις πολυεθνικές, τα ΜΜΕ τους, και την συνακόλουθη μαζική πλύση εγκεφάλου…

Έτσι η παγκοσμιοποίηση παίρνει το δημοκρατικό της χρίσμα, και νικά, θριαμβεύει έστω και υποσυνείδητα μέσα στη “μεγάλη”, μέσα στην λειψή εικόνα που η ίδια κατασκεύασε για τον εαυτό της:

Η κάθε σύγκριση είναι μάταια: τι βαρύτητα θα μπορούσαν να ‘χουν μπροστά σε 8 ηγέτες εκλεγμένους από ένα δις ψυχές, τριάντα-σαράντα χιλιάδες κολλημένοι, που φωνάζουν συνθήματα ενάντια σ’ έναν εδώ και 50 χρόνια για την Ευρώπη, και 30 για μας, οριστικά πεθαμένο και θαμμένο, δηλαδή ανύπαρκτο φασισμό;

Με άλλα λόγια κι ανακεφαλαιώνοντας, κάποιοι που νόμιζαν πως είναι κάτι που δεν υπήρχε πια, πλακώθηκαν με κάποιους που νόμιζαν πως ήταν κάτι που επίσης δεν υπήρχε πια, με φαινομενική, σχεδόν ξεχασμένη πια αιτία της σύγκρουσης μια σύνοδο που οι αποφάσεις της είχαν παρθεί μήνες ή και χρόνια πριν, από κάποιους άλλους, κάπου αλλού, άγνωστο που…

Κι αν ετούτη η αναχρονιστική παλάβρα, επινοημένη στην βάση κάποιου αρχαιόπληκτου “σκεπτικού” (!), θα πρέπει να θεωρείται σαν μια “κομβική στροφή” του αντιεξουσιαστικού κινήματος, στα σίγουρα θα προτιμούσα να αγνοώ την καινούργια του κατεύθυνση…

http://amvlysofa.wordpress.com/2007/11/05/eikonomiaf/
- Στείλε Σχόλιο


Για να στείλετε σχόλιο πρέπει να έχετε συνδεθεί ως μέλος. Πατήστε εδώ για να συνδεθείτε ή εδώ για να εγγραφείτε.

Επιστροφή στο blog
Συγγραφέας
mnk

Περί Blog
blogs.musicheaven.gr/mnk

Ο,τι βγάλουν τα δίχτυα απ΄το δίκτυο. Μαρίδες και Ορκες. Μαργαριτοφόρα όστρακα και γαλότσες.

Tags

Brave New World Επιστήμη-Τεχνολογία Τρέχοντα θέματα Περιβάλλον Ανθρωποι Αθλητισμός Κλαυσίγελως Απόψεις Μουσική Ατάκτως Ιστορία Τέχνες Φιλοζωία



Επίσημοι αναγνώστες (3)
Τα παρακάτω μέλη ενημερώνονται κάθε φορά που ανανεώνεται το blogΓίνε επίσημος αναγνώστης!

Πρόσφατα...
Δημοφιλέστερα...
Αρχείο...

Links