Επί ώρες περίμενε στην άκρη του λιμανιού μέχρι να φανεί το καράβι από τον Πειραιά.
Η Επιστολή που είχε λάβει ήταν σαφής.
"Ο Στόχος θα έρθει με το πρώτο καράβι την τετάρτη το μεσημέρι.
Να είσαι εκεί και να μην τον χάσεις από τα μάτια σου".
Η ώρα έχει πάει 15.00 και το καράβι δεν έχει φανεί ακόμα.
Οι σκέψεις στο μυαλό της γυρίζουν σαν σβούρα για το πως θα τον αναγνωρίσει.
Ο ήλιος καίει αυτό το μεσημέρι και είναι μόλις Απρίλιος.
Το Καράβι τελικά φάνηκε και ήδη δένει στο λιμάνι.
Όταν πλέον όλος ο κόσμος είχε κατεβεί από το πλοίο ένας Ψηλός μελαχρινός άντρας με λεύκα ρούχα την πλησίασε. Η ματιά της σαν μαγνήτης τον έφερε κοντά της.
"καλησπέρα μήπως μπορείτε να με βοηθήσετε;"
"Παρακαλώ τι θα θελατε;"
"Ξέρετε ψάχνω για ένα καλό ξενοδοχείο για λίγες μέρες."
"Υπάρχει ένα λίγο έξω από την πόλη εάν θέλετε μπορώ να σας πάω"
Ενα χαμόγελο έσκασε στο μελαψό του πρόσωπο και ξεκίνησαν.
Λίγες ώρες μετά και οι δυο καθισμένοι στην άκρη της πισίνας μιλούσαν ασταμάτητα κοιτάζοντας ο ένας στα μάτια του άλλου.
Το χρυσό μενταγιόν με τον Κρύσταλλο που είχε κρεμασμένο στο λαιμό της έπρεπε να γίνει δικό του.
Η παγίδα ήταν έτοιμη και ο θύτης έγινε θύμα και το αντίστροφο.
Έξι μέρες μετά την βρήκανε νεκρή μέσα σε ένα λιβάδι με μαργαρίτες.
"Το νήμα της ζωής της διεκόπη στα 28 χρόνια" σχολίασε ο ιατροδικαστής που την εξέτασε......