Go Louisiana Go
Tá UFO åßíá ößëïé ìáò, ãé
25 Éïõëßïõ 2007, 23:07
O Èåñìïóßöïõíáò ôçò Ðçãçò - Ïëïêëçñùìåíï


Οριστε ολοκληρωμενο το μονοπρακτο της Πηγης μας!


O Θερμοσßφουνας (μονüπρακτο) της Πηγης Καφετζοπουλου

ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ


ΣΟΦΙΑ
ΑφρÜτη καλοστεκοýμενη εβδομηντÜρα. ΜαυροφορεμÝνη με Ýνα κßτρινο καπÝλο περιπÜτου στο κεφÜλι

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ
ΣαρανταπεντÜρης με αθλητικü στυλ. Γιος της Σοφßας

ΕΛΕΝΗ
ΣαραντÜρα κοντοýλα με πολýχρωμες τοýφες στα μαλλιÜ και παρδαλÜ ροýχα. Νýφη της Σοφßας

ΣΩΤΗΡΗΣ
ΔεκÜχρονος με πυτζÜμες. Εγγονüς Σοφßας

ΧΟΥΑΝΙΤΟ
ΦωνÞ πρωταγωνιστÞ μεταγλωττισμÝνης σαπουνüπερας

ΜΑΡΙΑΝΙΤΑ
ΦωνÞ πρωταγωνßστριας μεταγλωττισμÝνης σαπουνüπερας


Λιτü μικροαστικü καθιστικü. Σε μπροστινü σημεßο της σκηνÞς Ýνα τραπÝζι με μαζεμÝνο το μισü τραπεζομÜντιλο προς τα πßσω. Η Σοφßα κÜθεται και καθαρßζει φακÝς. Που και που ισιþνει το καπÝλο της και αφαιρεßται κοιτÜζοντας ψηλÜ.
Στο κÝντρο της σκηνÞς ο Παναγιþτης κÜθεται σε Ýναν καναπÝ και διαβÜζει εφημερßδα πßνοντας καφÝ. ΚοντÜ του ο ΣωτÞρης παßζει με Ýνα μικρü ηλεκτρονικü παιχνßδι χασκογελþντας.
Πßσω τους η ΕλÝνη σιδερþνει μια τερÜστια στοßβα ροýχων, ρßχνοντας ματιÝς στην τηλεüραση που παßζει σε μßα Üκρη. ( Οι θεατÝς βλÝπουν μüνο το πßσω μÝρος της συσκευÞς ).
Η παρÜσταση αρχßζει με τους ηθοποιοýς αμßλητους. Ακοýγεται μüνο Ýνας ερωτικüς διÜλογος απü την τηλεüραση.

ΧΟΥΑΝΙΤΟ με πÜθος:
Σ’ αγαπþ Μαριανßτα! Φως του μεσονυκτßου μου…

ΜΑΡΙΑΝΙΤΑ:
Κι εγþ σ’ αγαπþ Χουανßτο!

ΧΟΥΑΝΙΤΟ:
Αχ, τι καλÜ! Ας σκοτþσουμε τον παλιüγερο τον Üντρα σου κι ας παντρευτοýμε! ΘÝλω να γßνεις ολοκληρωτικÜ δικιÜ μου!

ΜΑΡΙΑΝΙΤΑ:
Τρελüπαιδο! Οýτε που να το συζητÜς! Τον αγαπÜω τον κακομοßρη. ¼πως… üπως και τον κηπουρü μας, αλλÜ και τον τυφλü ακορντεονßστα της πλατεßας.

ΧΟΥΑΝΙΤΟ:
Εßσαι πρüστυχη Μαριανßτα! Θα σε εκδικηθþ! Τον ακορντεονßστα θα σου τον φÜω! Θα τον πÜω στη ΝÝα Υüρκη να βρει το φως του και μετÜ θα ζÞσω μαζß του…

ΜΑΡΙΑΝΙΤΑ ναζιÜρικα:
Μη μου το κÜνεις αυτü Üκαρδε! Δεν θÝλω να χÜσω κανÝνα σας. ¸λα να κυλιστοýμε και πÜλι στο γρασßδι…

Απüτομα ακοýγεται δυνατÜ γλυκανÜλατη μουσικÞ λÜτιν. Η ΕλÝνη κλεßνει την τηλεüραση με το τηλεχειριστÞριο. Η μουσικÞ σταματÜει με την κßνησÞ της.
ΕΛΕΝΗ σιδερþνοντας βαριεστημÝνη:
Με τüσες διαφημßσεις δε δεßχνουνε τßποτα!

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ειρωνικÜ:
Ναι! Τþρα κÜτι μας εßπες κι üταν δεν Ýχει διαφημßσεις δεßχνουνε τüσο σπουδαßα πρÜγματα… ¼ταν σε γνþρισα θεωροýσες τα αμερικÜνικα προúüντα σιχÜματα και τþρα καταπßνεις τα σκουπßδια τους. Θα μου πεις, τüτε φοροýσες μαýρα ροýχα και εßχες λιγδιασμÝνα μαλλιÜ, ενþ τþρα πληρþνεις επþνυμα τσüλια και τοýφα τοýφα, Ýχεις καταντÞσει το κεφÜλι σου ουρÜνιο τüξο!

ΕΛΕΝΗ:
¢λλες μüδες τüτε Üλλες τþρα, Παναγιþτη μου.

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ:
¢λλα μυαλÜ να λες καλýτερα ΕλÝνη…

ΣΟΦΙΑ:
ΜυαλÜ πανÝ! ΜÜλιστα… Η πρωτευουσιÜνα η κουμπÜρα, μας τÜισε μυαλÜ πανÝ. ¼ταν εßχε πρωτüρθει στο χωριü της ξßνισε το κεφαλÜκι στο γιουβÝτσι. ¸χει ο καιρüς γυρßσματα…

ΣΩΤΗΡΗΣ σηκþνει το κεφÜλι του και κοιτÜει γýρω:
Ευτυχþς τελεßωσε η σαχλαμÜρα να ξεζαλιστοýμε!

ΕΛΕΝΗ ενοχλημÝνη:
¢μα θες να ξεζαλιστεßς παρÜτα αυτüν το διÜολο αγορÜκι μου. Δε βαρÝθηκες πια!

ΣΩΤΗΡΗΣ επιθετικÜ:
Α, για να σου πω! Τα δικαιþματÜ μου τα ξÝρω καλÜ! ΣÜββατο εßναι, Ýχω διαβÜσει για τη ΔευτÝρα και μπορþ να κÜνω üτι θÝλω. Δεν ακοýω κουβÝντα!

ΣΟΦΙΑ φωνÜζει:
ΣωτÞρηηη! (Το παιδß πετÜγεται τρομαγμÝνο). ΠÜλι κÜνεις μπÜνιο με αναμμÝνο θερμοσßφουνα; (Χαμηλþνει τη φωνÞ της). Που να σε τινÜξει το ρεýμα Παναγßα μου να ησυχÜσουμε… (ΚÜνει το σταυρü της). Θεüς να με συγχωρÝσει!
Το παιδß χτυπÜει με την παλÜμη του το μÜτι του και κÜθετε.

ΣΟΦΙΑ φωνÜζει πÜλι:
¢ντε τελεßωνε! ¸χουν Ýρθει οι γονεßς σου να μας δοýνε… (στον εαυτü της), με Üδεια χÝρια κακü χρüνο να χουνε… (Απευθýνετε στον ΣωτÞρη που την κοιτÜζει σκασμÝνος στα γÝλια). ΠαναγιωτÜκη, φßλησες βρε τον παπποý και τη γιαγιÜ να σου πÜρουνε παποýτσια τις γιορτÝς;

ΣΩΤΗΡΗΣ κοροúδευτικÜ:
Τους φßλησα, τους φßλησα!

ΣΟΦΙΑ:
Ξαναφßλα τους, να σου πÜρουνε και κÜλτσες…

ΕΛΕΝΗ θιγμÝνη:
Που να σκÜσεις κωλüγρια που θα με πεις γιαγιÜ!

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ:
¸λα τþρα αγÜπη μου… Μα να ξεσυνορßζεσαι την Üρρωστη γυναßκα;

ΣΩΤΗΡΗΣ αθþα:
Η γιαγιÜ Σοφßα εßναι μαλακισμÝνη ε; H κακομοßρα!

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ θυμωμÝνος:
Δεν ντρÝπεσαι, τι λüγια εßναι αυτÜ;

ΣΩΤΗΡΗΣ απολογητικÜ:
Μα ο γιατρüς το εßπε, εγþ τι φταßω;

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ:
ΜαλÜκυνση εγκεφÜλου εßπε ο γιατρüς, Ýξυπνε!

ΣΩΤΗΡΗΣ:
Ε, τι, δεν εßναι το ßδιο;


Η ΕλÝνη σκÜει στα γÝλια και ο Παναγιþτης την αγριοκοιτÜζει.

ΕΛΕΝΗ:
Τι κοιτÜς ε; Τι κοιτÜς; ΜÜνα σου εßναι δε λÝω αλλÜ ησυχßα δεν Ýχει, üλο αυτÝς τις φακÝς καθαρßζει κι üτι θυμÜται χαßρεται… ΝισÜφι αδερφÝ μου! Κι αφοý το ξÝρει, κανÝνας σε αυτü το σπßτι δεν τρþει φακÝς…

ΣΟΦΙΑ σηκþνεται και κοιτÜει τους Üλλους:
Θα Ýπρεπε! Θα Ýπρεπε να μην τον αφÞνω να κÜνει μπÜνιο μ’ αναμμÝνο θερμοσßφουνα… ΞÝρετε πüσα θα μας γυρÝψει η ΔΕΗ; Αχ, πεθερικÜ μου εßστε και σας σÝβομαι, αλλÜ τον κανακÜρη σας τον Ýχετε κακομÜθει… (ΞανακÜθετε)

ΕΛΕΝΗ:
Να τα πÜλι, αμÜν! ΠÝθανα πια… (ΑκουμπÜει το σßδερο στη σανßδα και κÜθεται στον καναπÝ).
Μια χαρÜ εßναι αυτÞ, οýτε πßεση, οýτε ζÜχαρο μüνο ασυναρτησßες τσαμπουνÜει… ¸να χερÜκι να βοηθÞσει δε βÜζει. ΑλλÜ ξÝρω εγþ… στο λαιμü της κÜθομαι! BλÝπεις δεν εßχα προßκα. ¸να δυαρÜκι στα προσφυγικÜ, το Ýδωσε ο πατÝρας στη μεγÜλη μας που Þταν κακÜσχημη… Της ξινßσαμε της κυρÜ Σοφßας!

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ τρυφερÜ:
Μα γλυκιÜ μου, αυτÞ δε θυμÜται οýτε το üνομÜ της. Δεν την απασχολεßς, ζει στον κüσμο της!

ΕΛΕΝΗ:
ΜωρÝ εßναι αυτÞ μßα! ΑλλÜ βρßσκει και τα κÜνει, η γεροπαραλυμÝνη.

ΣΟΦΙΑ:
Εκεß που Þσουν Þμουνα κι εδþ που εßμαι θα ’ρθεις! ¸λεγε η μÜνα μου… Την κορüιδευα την Ýρμη. Τσακιζüτανε να προλÜβει τις δουλειÝς κι εßχα μια ανυπομονησßα να παντρευτþ. (Φασκελþνει τον εαυτü της). Την τýφλα και τη μοýντζα μου! Αμ, δε φταιν οι Üλλοι για τα λÜθη μας… πÞρα τον ΣωτÞρη γιατß Þταν ο μüνος που με Ýπαιρνε ακüμα κι üταν Ýμαθε πως Þμουν δοκιμασμÝνη… ¼χι πως δεν εßχα τις επιτυχßες μου…
ΕΛΕΝΗ (στον εαυτü της):
¼λα τα γαúδοýρια του χωριοý…

ΣΟΦΙΑ:
Αχ! ¸ρωτα που ζοýσα τüτε! Ο Φßλιππος… ΠοιητÞς και Üντρας με τα üλα του! Μου μιλοýσε με τις þρες για τα συρματοπλÝγματα της ΧιλÞς του Νεροýδα, για τον Λüρκα, τον Τσε… Δεν καταλÜβαινα πολλÜ απü üσα Ýλεγε και τßποτα απ’ αυτÜ που Ýγραφε ο ßδιος.

ΣΩΤΗΡΗΣ:
¼πως δεν καταλαβαßνω αυτÜ που λÝνε στις ειδÞσεις. ¿στε ποιÞματα λÝνε λοιπüν; ¢μα δεν ουρλιÜζανε πÜντως θα Þταν καλýτερα…

ΣΟΦΙΑ:
Μαγευüμουνα απü τα λαμπερÜ του μÜτια και μετÜ, κÜναμε Ýρωτα… ¸ρωτα βρε καταλαβαßνεις; Τι να καταλÜβεις τρομÜρα σου; Με σÝνα αρχßζαμε μαζß κι εßχες τελειþσει απü την προηγοýμενη. ΑνÜθεμα σε!

ΣΩΤΗΡΗΣ:
ΜαμÜ η γιαγιÜ ενüς συμμαθητÞ μου, φορÜει πÜμπερς για γÝρους… ΤουλÜχιστον η δικιÜ μας πηγαßνει στην τουαλÝτα. ΥπÜρχουν και χειρüτερα!

ΕΛΕΝΗ:
Αυτü μας Ýλειπε να χÝζεται πÜνω της η βλαμμÝνη. Δεν φτÜνει που την Ýχουμε μες τη μÝση και μας πορδßζει μÝρα νýχτα.

ΣΟΦΙΑ δεßχνει ειρωνικÜ την ΕλÝνη:
Κοßτα μια πινÝζα που Ýκανα πεθερÜ! ΚατÜντια! Ο Φßλιππος βλÝπεις καλüς και χρυσüς, αλλÜ Þταν αλλεργικüς με τις βÝρες και τις παρενÝργειÝς τους, üπως Ýλεγε. Δεν εßχε και μια μüνιμη δουλßτσα βρε παιδß μου. Χορταßνει η πεινÜλα η ζωÞ με την ποßηση; Τι να κÜνω η αμαρτωλÞ;

ΣΩΤΗΡΗΣ:
ΑρματωλÞ και κλÝφτρα δηλαδÞ; (ΓελÜει)


ΣΟΦΙΑ:
¼ταν σε Ýφερε ο θειος σου με τη στολÞ του αστυφýλακα, θαμπþθηκα. ¹σουνα και λεβÝντης… ¼ταν τσακþθηκες για χÜρη μου με δυο ρÝμπελους που με γλυκοκοιτοýσαν, εßπα μÝσα μου «αυτüς εßναι Üντρας για σπßτι και οικογÝνεια». Και στηρßχτηκα επÜνω σου να γκρεμοτσακιστοýμε παρÝα…

ΣΩΤΗΡΗΣ κουνÜει το χÝρι του στον αÝρα:
Τþρα θα μας πει πÜλι για την τελευταßα της συνÜντηση με τον γκüμενο… (χαχανßζει).

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ αυστηρÜ:
Βρε συ, κλεßσε το βρωμüστωμÜ σου!

ΣΟΦΙΑ σηκþνεται και κÜνει μικρÜ βÞματα γýρω απü το τραπÝζι:
ΘυμÜμαι σαν να Þταν χτες, μαýρη η þρα κι η στιγμÞ, που εßπα στον Φßλιππο πως θα σε παντρευτþ. ΚÜλλιο να Üνοιγα το λÜκκο μου… ΣοβÜρεψε üσο ποτÝ, αστρÜψανε τα μÜτια του και γýρισε απü την Üλλη.
«ΠοτÝ δε θα αξιωθεß τη δικαιοσýνη του κομμουνισμοý ετοýτος ο Ýρμος τüπος. Ο ΟδυσσÝας βλÝπεις δεν Þθελε να βολευτεß, ο ¼μηρος φασιστικÜ τον γýρισε στη ΙθÜκη, εκεßνος ζοýσε για το ταξßδι! ΛιμÜνια και κουραφÝξαλα»! Εßπε στον καφετζÞ που Üκουγε με γουρλωμÝνα μÜτια… (ΚÜθετε)
Εγþ, πÜλι δεν Ýβγαζα νüημα απü τα λεγüμενÜ του. Εßχα ανατριχιÜσει, καταλÜβαινα πως με εßχε ξεγρÜψει. Δεν υπÞρχα πια για εκεßνον. Σηκþθηκα να φýγω με κατεβασμÝνο κεφÜλι. Βοýβα! Οýτε κιχ!
Μα το Θεü! Αν μου ζητοýσε να μεßνω, να κλεφτοýμε, ακüμα κι αστεφÜνωτη θα κοýρνιαζα κοντÜ του. ΑλλÜ αυτüς μüνο γýρισε, κοßταξε τη σκιÜ μου και γλυκÜ μου ευχÞθηκε « η þρα η καλÞ »! Ε, μα την πßστη μου Þταν σαν να με Ýστελνε στο διÜολο. Δεν ξαναβρεθÞκαμε. Κι üλα αυτÜ για την αφεντιÜ σου… Μα τι κÜνεις τüση þρα μες το μπÜνιο ΧριστιανÝ μου;

ΚρυφοκοιτÜζει τους Üλλους, ο Παναγιþτης Ýχει γεßρει στον þμο της ΕλÝνης, ο μικρüς ξεφυλλßζει την εφημερßδα του πατÝρα του κι η ΕλÝνη παρατηρεß τα νýχια των χεριþν της.

ΣΟΦΙΑ:
¢ντε τελεßωνε! Τον πατÝρα σου τον πÞρε πÜλι ο ýπνος… (Αρχßζει να ανακατεýει τις φακÝς της, βγÜζει μερικÝς πÜνω στο τραπÝζι και μετÜ τις ξαναβÜζει στο ταψß που Ýχει μπροστÜ της).
Το καλýτερο δþρο του γÜμου μου, Þταν Ýνα ποßημα του ΧικμÝτ, αντιγραμμÝνο απü το ΦιλιππÜκι.
Μου το Ýστειλε κρυφÜ με μια ξαδÝρφη μου κι απü τüτε το κρýβω στο εικονοστÜσι και το διαβÜζω στις δýσκολες στιγμÝς.
Σþνει με μια πανÝμορφη ευχÞ αυτü το τραγοýδι, (με ενθουσιασμü), «εγþ εßμαι που χτυπÜω την πüρτα σας, ακοýστε με. ΦιλÝψτε με μονÜχα την υπογραφÞ σας.
(Ο ΣωτÞρης απαγγÝλλει μαζß της). ¸τσι που τα παιδÜκια να μη σκοτþνονται και να μποροýν να τρþνε καραμÝλες»… (Τρßβει τα μÜτια της, ο ΣωτÞρης κι η ΕλÝνη γελοýν).

ΕΛΕΝΗ:
Δε βαριÝται πια üλο τα ßδια και τα ßδια. ¸τσι που μας πιπιλßζει με τα παραμýθια της, θα αποβλακωθοýμε στο φινÜλε…

ΣΟΦΙΑ αφηρημÝνη:
Αχ, πρÝπει να χεις μυαλü για να το χÜσεις! Μα απü τüτε που γεννÞθηκα δεν Ýβρεξε λιγουλÜκι ο ουρανüς…

ΕΛΕΝΗ σκουντÜει τον Παναγιþτη που τινÜζεται τρομαγμÝνος:
Να δεις που μας δουλεýει η παλιüγρια. ΘÝατρο παßζει η ýπουλη για να μας στολßζει κανονικÜ.

ΣΟΦΙΑ:
Αν εßχα μυαλü, δεν θα παντρευüμουνα μüνο για την κοινωνßα. Ποý Þταν η κοινωνßα να με βοηθÞσει üταν τη χρειÜστηκα;
Αú σιχτßρ! (Δßνει μια στο ταψß και ρßχνει κÜτω αρκετÝς φακÝς, μετÜ κοιτÜζει το πÜτωμα, βγÜζει το καπÝλο της και κλαßει).



ΣΩΤΗΡΗΣ:
Μη στεναχωριÝσαι γιαγιÜ μου, θα σου τις μαζÝψω εγþ τις φακÝς σου. (ΤρÝχει πρüθυμα, γονατßζει κι αρχßζει να μαζεýει τις φακÝς).

ΣΟΦΙΑ:
ΣωτηρÜκη μου! Γýρισες ψυχÞ μου απü το σχολειü σου;
ΣΩΤΗΡΗΣ σηκþνει το κεφÜλι του και την κοιτÜζει:
Δεν Ýχουμε σχολεßο καλÝ γιαγιÜ, ΣÜββατο σÞμερα το ξÝχασες;

ΣΟΦΙΑ:
Αχ αγορÜκι μου, ξεκοýτιανα η Ýρμη τüσα που Ýχω περÜσει… (ΑναστενÜζει βαθιÜ). Αχ, παιδÜκι μου!

ΣΩΤΗΡΗΣ κÜθεται οκλαδüν στα πüδια της Σοφßας και της τραβÜει το φουστÜνι:
¸λα γιαγιÜκα πες μου πÜλι την ιστορßα… πως πÝθανε ο παπποýς μου ο ΣωτÞρης;

Ο Παναγιþτης με την ΕλÝνη κÜθονται χÜμω γýρω απü το τραπεζÜκι του σαλονιοý και αρχßζουν να παßζουν χαρτιÜ

ΕΛΕΝΗ καθþς κüβει την τρÜπουλα:
Τι να κÜνουμε; ΧαρτÜκι πÜλι. Οýτε Ýνα σινεμÜ, οýτε μια βüλτα. ¸χε χÜρη! Μοßραζε τþρα και μην κλÝβεις!

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ:
Δεν το Ýχω ανÜγκη! Εßμαι απü εκεßνους που ξÝρουν να κερδßζουν αλλÜ και να χÜνουν.

ΕΛΕΝΗ:
ΚαλÜ!

ΣΟΦΙΑ:
Ζοýσαμε ακüμα στο Βελεστßνο. Ο πατÝρας σου Þτανε δεν Þτανε πÝντε χρονþν. ¸να κρýο χειμωνιÜτικο απüγευμα ο παπποýς σου Ýφαγε τη σοýπα του φüρεσε τις φρεσκογυαλισμÝνες του μπüτες και ξεκßνησε να βρει τους φßλους του, για να ξενυχτÞσει με τσßπουρο και τραγοýδια στη ΛÜρισα. Στο σπßτι βλÝπεις Ýκανε οικονομßα, αλλÜ üταν Þταν για πιοτß και üργανα…
ΣΩΤΗΡΗΣ:
ΓιαγιÜ, Þταν κακüς Üνθρωπος ο παπποýς;

ΣΟΦΙΑ σηκþνοντας τους þμους:
Τι να σου πω παιδß μου; Κακü δεν Ýκανε σε κανÝνα, αλλÜ οýτε και καλü. ΦτÜνει üμως αυτü για να τον πει κανεßς καλü; Δεν ξÝρω… ¹θελε να ναι σωστüς, αλλÜ üριζε μüνος του ποιο το σωστü και ποιο το λÜθος. Δεν σου Üφηνε περιθþρια… ¼λα περνοýσαν απü τον Ýλεγχü του!

ΣΩΤΗΡΗΣ:
Α πα πα! ΕμÝνα δεν μου αρÝσει καθüλου να με ελÝγχουνε. Μερικοß Üνθρωποι δεν κοιτÜζουν ποτÝ τον εαυτü τους, üλο ανακατεýονται στις δουλειÝς των Üλλων…

ΣΟΦΙΑ:
Πες το ψÝματα!

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ καθþς κατεβÜζει τα χαρτιÜ του:
Ωραßα τετÜρτη! ¹ρωας Þταν ο παπποýς σου ΣωτηρÜκη μου, μεγÜλος Þρωας!

ΕΛΕΝΗ:
Και μüνο που Üντεξε τüσο καιρü δßπλα της!

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ:
Πας γυρεýοντας για καυγÜδες… Μοßραζε να τελειþνουμε.

ΣΟΦΙΑ:
ΥπÜρχουν Üνθρωποι που θεωροýν τον εαυτü τους σπουδαßο, Üλλοι πÜλι το παßζουν θýμα, τÝλος πÜντων üλοι Ýχουμε τα κουσοýρια μας…

ΣΩΤΗΡΗΣ ανυπüμονα:
ΕντÜξει, εντÜξει! Πες μου τþρα για τον παπποý.

ΣΟΦΙΑ:
Θες να σου πω ε; ΕντÜξει, (παßρνει βαθιÜ ανÜσα).
Θα σου πω üμως üλη την αλÞθεια. ΜεγÜλωσες πια!

ΣΩΤΗΡΗΣ:
Ποια αλÞθεια; Ο παπποýλης κυνÞγησε κÜτι κακοýς ληστÝς και τον σκοτþσανε οι αλÞτες, αλλÜ θÝλω να μου πεις üλη την ιστορßα üπως τη λÝνε οι γÝροι στο χωριü.

ΣΟΦΙΑ κοιτÜει αριστερÜ δεξιÜ, φορÜει το καπελÜκι της κι ανακατεýει τις φακÝς:
Παναγιþτη μου, σýρε πες του πατÝρα να κλεßσει το θερμοσßφουνα μüλις βγει απü το μπÜνιο.

ΣΩΤΗΡΗΣ:
Α καλÜ κατÜλαβα! ¢λλαξε πÜλι η κασÝτα. Τι Þθελα και μιλοýσα; Δεν την Üφηνα που εßχε πÜρει φüρα… Ας το καλü (πÜει στον καναπÝ), ας παßξω λßγο με το ηλεκτρονικü μου.
Η ΕλÝνη μαζεýει νευριασμÝνη τα χαρτιÜ της τρÜπουλας και τα βÜζει στο κουτß τους

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ χαμογελþντας:
ΝευρÜκια, νευρÜκια;

ΕΛΕΝΗ πικαρισμÝνη:
ΚαλÜ, μα πως γßνεται üταν κλεßνω να γρÜφεις μüνο Üσσους κι üταν κλεßνεις να καßγομαι;

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ:
Αφοý εßμαι εξπÝρ!

ΕΛΕΝΗ:
¸χεις üρεξη τþρα για λßγη σοβαρÞ κουβÝντα;

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ απρüθυμα:
ΕξαρτÜται…

Ο ΣωτÞρης χτυπÜει παλαμÜκια και σηκþνει τα χÝρια ψηλÜ με θριαμβευτικü ýφος

ΕΛΕΝΗ:
Τι Ýπαθες παιδß μου;

ΣΩΤΗΡΗΣ:
¸κανα νÝο ρεκüρ!
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ:
ΜπρÜβο σου και σ’ ανþτερα!

ΕΛΕΝΗ:
Παßξε τþρα Þσυχα γιατß θÝλω να συζητÞσω με τον πατÝρα σου.

ΣΩΤΗΡΗΣ:
ΕντÜξει, αλλÜ πρþτα θÝλω να σε ρωτÞσω κÜτι. ¸να παιδß στο σκολεßο με εßπε μπÜσταρδο, εßναι κακü αυτü;
Οι γονεßς του δεν μιλοýν. Η Σοφßα ξεκαρδßζεται και μουρμουρßζει ανÝμελα μια μελωδßα.

ΕΛΕΝΗ:
Λοιπüν, δεν πÜει Üλλο. Το σκÝφτηκα πολý και πιστεýω πως η λýση εßναι μßα!

ΣΟΦΙΑ:
Ποιος σε ρþτησε μωρÞ;

Η ΕλÝνη κÜνει να σηκωθεß αγριεμÝνη αλλÜ ο Παναγιþτης τη συγκρατεß. Εκεßνη κÜθεται αλλÜ αγριοκοιτÜζει τη Σοφßα.

ΣΟΦΙΑ:
Ποιος σε ρþτησε; ¸λεγε ο πατÝρας μου üποτε πÞγαινα να πω μια γνþμη για τα πολιτικÜ γεγονüτα. Εßσαι κερßα κÜποιου που υπηρετεß το κρÜτος και το νüμο…
ΤσιμουδιÜ εγþ, αλλÜ κρυφÜ μÜζευα δραχμοýλες κι üταν πÝρναγε απü το χωριü ο ξÜδερφüς μου ο ΠÜρις του τις Ýδινα για το κüμμα. Μια φορÜ üμως που κατεβÞκαμε για το γÜμο του στο ΔιμÞνι, ο προκομμÝνος μου εßδε τις παρÝες του και μετÜ το γλÝντι, μου δÞλωσε πως τα αντßχριστα κουμοýνια εßναι ανεπιθýμητα στο σπßτι μας.
ΣκÝφτηκα να του πω πως θα Ýπρεπε να φýγω κι εγþ, αλλÜ το βοýλωσα…
Μüνο Ýκανα πως Ýλειπα üποτε Üκουγα το ξαδερφÜκι στην αυλÞ μας. Ξýπνιο αυτü χτýπησε μια χτýπησε δυο, κατÜλαβε και αραßωσε… ¹μουν Ýγκυος βλÝπεις…

ΕΛΕΝΗ Ýκπληκτη:
Δεν εßχα καταλÜβει πüσο κομμουνßστρια Þταν η γριÜ σου…

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ:
¢μα δεν ταιριÜζατε δε θα συμπεθεριÜζατε… Τι να σου πω, δεν ξÝρω πüσο κομμουνßστρια Þταν η μÜνα μου, αλλÜ αυτü δεν Üλλαξε την ιστορßα του κüσμου. Τι το συζητÜμε;

ΕΛΕΝΗ:
Λοιπüν üπως σου εßπα το σκÝφτηκα καλÜ. Το συζÞτησα και με την κουμπÜρα. Η μÜνα σου να μεßνει μüνη στο σπßτι δεν μπορεß. Και μας κρατÜει δεμÝνους και δεν ξÝρουμε πþς να την φροντßσουμε. Εßχαμε πει να κÜνουμε υπομονÞ για να μας μÝνει η σýνταξÞ της μα τþρα με την προαγωγÞ που πÞρες, δεν πÜει Üλλο.

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ:
Και τι να κÜνουμε δηλαδÞ;

ΣΟΦΙΑ:
Στα σκουπßδια! ¼λη η ζωÞ μου στα σκουπßδια!

ΕΛΕΝΗ:
ΥπÜρχουν στις μÝρες μας καταπληκτικοß οßκοι ευγηρßας. Σαν κομψÜ ξενοδοχεßα. Σ’ εμÜς δεν θα στοιχßσει τßποτα και για την ßδια θα εßναι πολý καλýτερα. Θ’ αλλÜξει περιβÜλλον, θα αποκτÞσει κÜποια νÝα ενδιαφÝροντα…

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ:
ΚαααλÜ, θα δοýμε…

ΕΛΕΝΗ οργισμÝνη:
¼χι θα δοýμε! Με το θα δοýμε περνÜει üλη μας η ζωÞ…

ΣΩΤΗΡΗΣ:
Πüσο θα ζÞσουμε μαμÜ; Οι κακοß ζουν λιγüτερο απü τους καλοýς; Και πüσα χρüνια εßναι καλü να ζÞσει κανεßς;
ΣΟΦΙΑ:
Το καλýτερο εßναι να ζει ο Üνθρωπος üσο αντÝχει, üσο μπορεß να σταθεß αξιοπρεπþς… ¸τσι νüμιζα μικρüτερη. ΑλλÜ ποý; ΣπÜνια συμβαßνει αυτü. ¸ρχεται η αλÞθεια του χρüνου και σε σμπαραλιÜζει. Δßνει μια και τα ανατρÝπει üλα. Τα üνειρα, τις ελπßδες, τις αγÜπες, τα πιστεýω σου… ΚομματÜκια στα βρÜχια της ζωÞς και πþς να ξανοιχτεßς πÜλι; Πως ν’ αρμενßσεις;
Παλεýεις με νýχια και με δüντια για να καταφÝρεις τι; Μια τρýπα στο νερü! ΑλλÜ τελικÜ η ζωÞ εßναι ωραßα!

ΕΛΕΝΗ αρχßζει πÜλι το σιδÝρωμα:
Πολý ωραßα! ΑλÞθεια… ας απολαýσω λοιπüν Üλλη μια απ’ τις χαρÝς της!

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ:
Μην εßσαι αχÜριστη! Τι σου λεßπει;

ΕΛΕΝΗ:
Η ζωÞ μου, μου λεßπει, μπορεßς να το καταλÜβεις;

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ:
Εγþ ξÝρω πως δουλεýω σαν το μουλÜρι για να τα Ýχετε üλα, αλλÜ βÝβαια εσεßς θÝλετε πÜντα περισσüτερα! (Ξαπλþνει μπροýμυτα στον καναπÝ και κοιμÜται).

ΣΟΦΙΑ:
Ο Φßλιππος Ýλεγε πως ο κυριüτερος λüγος που ζοýμε εßναι για να μÜθουμε πþς να πεθαßνουμε… Το τÝλος εßναι σßγουρο, αλλÜ θÝλει προετοιμασßα. ΦυσικÜ δεν τον καταλÜβαινα κι αυτü που μου κοστßζει πιο πολý δεν εßναι η χαζομÜρα, αλλÜ η ανημπüρια μου. Δßσταζα να ρωτÞσω, να κÜνω μια μικρÞ προσπÜθεια να βγω απü τη ριμÜδα τη βολÞ μου…

Ξανασκýβει στις φακÝς της. Ο ΣωτÞρης αφÞνει το παιχνßδι του και αρχßζει να περπατÜει βαριεστημÝνα στο χþρο, στÝκεται κοντÜ στη Σοφßα.


ΣΟΦΙΑ:
Καλþς το καλü μου το παιδß!

ΣΩΤΗΡΗΣ χαριτωμÝνα:
Ποιες φακÝς πετÜς και ποιες üχι;

ΕΛΕΝΗ ειρωνικÜ:
¼λες για πÝταμα εßναι, μÞνες τþρα τις παιδεýει…

ΣΩΤΗΡΗΣ φωνÜζει θυμωμÝνος:
Σþπα εσý! Δε σε ρωτÞσαμε.

ΣΟΦΙΑ:
Τι φωνÜζεις ΣωτηρÜκη μου; Κι η μαμÜ σου κι εγþ ακοýμε μια χαρÜ!

ΕΛΕΝΗ μελιστÜλαχτα:
Ακοýς τι σου λÝει η γιαγιοýλα;

ΣΩΤΗΡΗΣ:
Εγþ ξÝρω να πω, πως εσεßς μαζß δεν κÜνετε και χþρια δεν μπορεßτε. Που λÝει κι η δασκÜλα μου για μÝνα και τη συμμαθÞτρια μου την ΑνθÞ.
ΑλλÜ τþρα δε με νοιÜζει τι κÜνετε…
(ΓυρνÜει στη γιαγιÜ του)
ΞÝρεις ποιος εßμαι;

ΣΟΦΙΑ γελþντας:
ΠαλÜβωσες παιδÜκι μου; ¢κου ποιος εßσαι! Ο εγγονüς μου ο ΣωτηρÜκης εßσαι.

ΣΩΤΗΡΗΣ πονηρÜ:
Α μπρÜβο σου! ΒλÝπω λειτουργεß το μυαλουδÜκι σου… Λοιπüν τι θα γßνει θα μου πεις καμιÜ ιστορßα Þ να πÜω να δω τηλεüραση;

ΣΟΦΙΑ βÜζει στην Üκρη τις φακÝς και ανοßγει τα χÝρια της για να αγκαλιÜσει τον ΣωτÞρη που τρυπþνει στην αγκαλιÜ της:
¸λα παραπονιÜρικü μου. ¢τυχü μου εσý που μεγαλþνεις μες τα ντουβÜρια παιδÜκι πρÜμα. Πως θ’ ανθßσεις χαδεμÝνο μου;

ΣΩΤΗΡΗΣ:
Τι εßμαι καλÝ γιαγιÜ, λουλοýδι εßμαι;

ΣΟΦΙΑ γλυκÜ:
ΤριανταφυλλÜκι εßσαι, μπουμποýκι üμορφο σαν üλα τα παιδÜκια. Κι εμεßς οι γνωστικοß και οι σπουδαßοι κÜνουμε τα αδýνατα δυνατÜ για να σας μαντρþσουμε μες τα μπετÜ. Δεν λÝω, üλα τα καλÜ τα Ýχετε και τα ροýχα σας και τις νοστιμιÝς σας, τη ζεστασιÜ, τους θερμοσßφουνες, τα παιχνιδÜκια σας…
Αχ! Δεν Ýχετε üμως την αλÜνα, την ελευθερßα… Αφýσικα πρÜματα φως μου!

ΣΩΤΗΡΗΣ:
ΣιγÜ βρε γιαγιÜ, τþρα θα μας πεις πως εßμαστε και οýφο…

ΣΟΦΙΑ:
Οýφα, πüκιμον δεν τα ξÝρω εγþ αυτÜ. ¢ντε να Ýρθει το καλοκαιρÜκι να κÜνουμε κατÜ το χωριü. Λßγος χειμþνας μας Ýμεινε και τον φÜγαμε.

ΕΛΕΝΗ γκρινιÜζοντας:
Ναι üλη μας τη ζωÞ στο χωριü θα τη χαραμßσουμε… Στην αυλÞ με κουτσομπολιü και ψýλλους απü τα ζþα.

ΣΟΦΙΑ στον εαυτü της:
Μßλησε κι η αρχικουσκουσιÜρα!

ΕΛΕΝΗ καχýποπτα:
Τι εßπατε μητÝρα;

ΣΟΦΙΑ:
Τßποτα κοýκλα μου, παραμιλÜω.

ΣΩΤΗΡΗΣ:
ΘÝλεις τþρα γιαγιοýλα να μου πεις καμιÜ ιστορßα; ΜπÜφιασα πια üλο τα ßδια και τα ßδια…

ΣΟΦΙΑ:
Εßσαι πολý απαιτητικüς μικρÝ μου. Για να χουμε καλü ρþτημα γιατß δεν μου λες εσý κÜτι; Μια ιστορßα με τους φßλους σου, κÜτι που μÜθατε στο σχολεßο…
ΣΩΤΗΡΗΣ:
Α, μα αυτÜ που κÜνουμε στο σχολεßο εßναι για παιδιÜ εσÝνα δεν θα σε ενδιαφÝρουν… Εσý εßσαι η γιαγιÜ, εσý πρÝπει να μου πεις!

ΣΟΦΙΑ:
ΚÜτσε λοιπüν Üνοιξε καλÜ τ’ αυτιÜ σου και Üκου πως γßνανε τα πρÜματα. Αφοý πÞγανε εφτÜ Üντρες στη ΛÜρισα, Þπιανε νταμιτζÜνες ολüκληρες και φÜγανε χιλιüμετρα λουκÜνικα. ΜετÜ ξεκßνησαν λßγο πριν χαρÜξει να γυρßσουν σπßτια τους.
Καθþς Ýμπαιναν στο χωριü ο Ýξυπνος ο παπποýς σου μÝσα στο μεθýσι του, Üρχισε να πυροβολεß…

ΣΩΤΗΡΗΣ ενθουσιασμÝνος:
Και τüτε φÜνηκαν οι ληστÝς!

ΣΟΦΙΑ:
Παραμýθια αγορÜκι μου. ΠαλαβομÜρες που αρÜδιασαν οι γεροντüμαγκες για να μη ξεφτιλιστοýνε.
Η αλÞθεια εßναι πως το üπλο του παπποý Ýπαθε κÜτι, λεπτομÝρειες μη μου γυρÝψεις γιατß δεν τα κατÝχω αυτÜ τα πρÜματα. ¸γινε Ýνα μπαμ κι Ýσκασε πÜνω του. Παρ τον κÜτω τον ΣωτÞραρο δυο μÝτρα μπüι…
Και μετÜ για να μη τον ντροπιÜσουν οι συγχωριανοß Ýβγαλαν την ιστορßα με τους ληστÝς. Ο καθÝνας πρüσθετε κι απü κÜτι κι Ýγινα χÞρα Þρωα.
ΚÝρδος ουδÝν! Μüνο προβλÞματα και στεναχþρια. ΤουλÜχιστον περπατοýσα με το κεφÜλι ψηλÜ. ¿σπου κÜποιο βρÜδυ μετÜ απü λßγα χρüνια, ο καλýτερος φßλος του συχωρεμÝνου με κÜλεσε σπßτι του γιατß Þταν στα στερνÜ του. ¸τρεξα αλαφιασμÝνη και τι μαθαßνω η δüλια;
¹θελε ο Üνθρωπος να ξαλαφρþσει και μου τα φüρτωσε εμÝνα. Απü εκεßνη τη νýχτα δυο φορÝς τα χω πει σε Üλλον. Μια λßγο πριν παντρευτεß ο πατÝρας σου και Üλλη μια απüψε. Αχ!

Ο ΣωτÞρης βÜζει τα κλÜματα και τρÝχει προς τους γονεßς του. Η ΕλÝνη κÜνει να τον αγκαλιÜσει κι ο Παναγιþτης πετÜγεται αναστατωμÝνος. Το παιδß κλαßει απαρηγüρητο.

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ νευριασμÝνος:
ΑμÜν ρε παιδιÜ μια στιγμÞ εßπα να κλεßσω τα μÜτια μου και λυσσÜξατε!

ΕΛΕΝΗ:
Στη σκρüφα τη μÜνα σου να το πεις. ΚÜτι εßπε του παιδιοý κι Ýχει βαλαντþσει το καημÝνο.

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ σηκþνεται κι αγκαλιÜζει τον ΣωτÞρη:
Τι τρÝχει για Ýλα να μιλÞσουμε σαν Üντρες. (ΚÜθονται στον καναπÝ)

ΣΩΤΗΡΗΣ:
Τι Üντρες μου λες κι εσý τþρα; Οι Üντρες δε λÝνε ψÝματα! Εßναι σοβαροß κι εσý με κορüιδευες τüσα χρüνια και μου Ýλεγες πως εßμαι απüγονος ενüς γενναßου παλικαριοý.

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ:
ΤιμÞ σου και καμÜρι σου, γιατß διαμαρτýρεσαι;

ΕΛΕΝΗ:
Δεν καταλαβαßνεις του τα εßπε üλα αυτÞ!

ΣΩΤΗΡΗΣ:
Ναι αμÝ γιατß μüνο αυτÞ μ αγαπÜει και δε με δουλεýει. ¸νας μεθýστακας Þταν ο παπποýς και τßποτα Üλλο. Κι εσý εßσαι Ýνας χαζüς που θÝλει να ζει με παραμýθια.

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ πλησιÜζει αναστατωμÝνος τη μÜνα του:
Τι κατÜλαβες τþρα, για πες μου! Γιατß το πßκρανες το παιδß; Εßδες τι Ýκανες πÜλι;

ΕΛΕΝΗ:
Μα δεν μπορεßς να κρατÜς το στüμα σου κλειστü; Εßδες τι Ýκανες με τις εξυπνÜδες σου;



ΣΟΦΙΑ:
Τι Ýκανα! ¸λα μου ντε! ΠÜλεψα με νýχια και με δüντια για να μεγαλþσω το γιο μου. ΝÝα κοπÝλα Þμουνα και γÝρασα μÝσα σε λßγες þρες… Οýτε στον εχθρü μου!
Εκεßνα τα χρüνια περνοýσαν οι þρες και δεν προλÜβαινες να κοιτÜξεις μÝσα σου. ¸τρεχες μüνο κι αγωνιοýσες για το πþς θα βγÜλεις την επüμενη μÝρα. Ο μüνος που μου στÜθηκε Þταν ο ΠÜρις, πüτε μ’ Ýνα μπουκÜλι λÜδι, πüτε μ’ Ýνα παντελüνι για να μην υστερεß το παιδß στο σχολεßο, μια κουβÝρτα… ¼τι περνοýσε απü το χÝρι του το Ýκανε ο φτωχüς. Δεν εßχε βλÝπεις παιδιÜ και λßγο πριν τελειþσεις το σχολεßο, σου αγüρασε αυτü το σπßτι στην ΑθÞνα για να σπουδÜσεις και να Ýχεις Ýνα καλýτερο μÝλλον.
Κι εσý τι Ýκανες; ΤÝλειωσες το στρατιωτικü και βιÜστηκες να παντρευτεßς. ¸τσι απü Ýνα καπρßτσιο, λες και σε πÞραν τα χρüνια. ¸να κουτÜβι Þσουν που μπÞκε στο χορü και δεν μποροýσε να σýρει τα πüδια του. Και τρÝξε πÜλι κυρÜ Σοφßα. Να τσοντÜρεις στα ψþνια, να νταντÝψεις το μωρü. ΤρÝξε και σκÜσε! ΣκÜσε και κολýμπα…

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ:
Τι σχÝση Ýχουν üλα αυτÜ με το παιδß; Φαγþθηκες να του πεις την αλÞθεια. Γιατß; Για να σου ποýνε μπρÜβο;

ΣΟΦΙΑ:
Τι εßναι αυτÜ που λες; Πüτε ζÞτησα εγþ μπρÜβο στη ζωÞ μου; Πüτε ζÞτησα οτιδÞποτε; Απλþς δεν Þθελα το παιδß να μεγαλþνει με ψÝματα.

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ:
Βρε Üστα αυτÜ! Τον αρχηγü Þθελες να κÜνεις πÜλι! Γιατß Üμα εßναι να ποýμε αλÞθειες να τα βγÜλουμε üλα στη φüρα… Που το βρÞκαμε μητÝρα το θερμοσßφωνο στο χωριü; Τι παραπονιÝσαι συνÝχεια και φωνÜζεις αφοý ο πατÝρας δεν Ýκανε ποτÝ μπÜνιο με ζεστü νερü.


ΕΛΕΝΗ:
¸νσταση! Τι να το κÜνει το ζεστü νερü ο κακομοßρης, εßχε τη μÝγαιρα να τον τσουρουφλßζει…

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ (της γνÝφει να σωπÜσει):
ΑλλÜ τÝρμα τα ψÝματα ! Τη ΔευτÝρα το πρωß τα μαζεýεις και δρüμο. Στο γηροκομεßο, εκεß εßναι η θÝση σου. ¼χι να μας φας τη ζωÞ. (Προς τον ΣωτÞρη) Κι εσý τι Þθελες üλη την þρα και την τσιγκλοýσες;

ΣΩΤΗΡΗΣ:
¢μα φýγει η γιαγιÜ απü το σπßτι, Ýφυγα κι εγþ. ΑλλÜ ßδιοι εßστε κι εσý κι η μÜνα μου. Για üλα σας φταßνε οι Üλλοι. (ΧτυπÜει το πüδι του στο πÜτωμα). Κι Üμα δεν μας θÝλετε σπßτι, παßρνω τη γιαγιÜ και πÜμε στο χωριü… Εκεß θα Ýχουμε ησυχßα και θα εßμαστε ελεýθεροι σαν το ΡÞγα!

ΕΛΕΝΗ:
Ναι σαν τους γýφτους στο τσαντßρι!

ΣΟΦΙΑ:
ΞÝρεις απü τσαντßρια βλÝπω!

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ:
ΜητÝρα!

ΕΛΕΝΗ:
Ας την, ας την να βγÜλει τη χολÞ της. Εκεßνη Üλλωστε εßναι Παναγßα!

ΣΟΦΙΑ:
Μην πιÜνεις την Παναγßα στο στüμα σου!

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ αγκαλιÜζει την ΕλÝνη:
Μη στεναχωριÝσαι αγÜπη μου, απü την Üλλη βδομÜδα θα εßσαι η αρχüντισσα εδþ μÝσα!

ΣΟΦΙΑ στον εαυτü της:
Αρχüντισσα του κþλου! Βρε Üμα εßσαι μßζερος και σε παλÜτι να σε βÜλουνε μßζερος παραμÝνεις!

Ο ΣωτÞρης τρÝχει και αγκαλιÜζει τη γιαγιÜ του, εκεßνη τον χαúδεýει και τον φιλÜει.

ΕΛΕΝΗ:
ΜÞπως πρÝπει να πετÜξουμε αυτÝς τις φακÝς; Θα πιÜσουμε μυρμÞγκια εδþ μÝσα!

ΣΟΦΙΑ:
Δεν μας καταδÝχονται τα μυρμÞγκια. Ποιος μου τις Ýδωσε αυτÝς τις φακÝς; Αφοý δεν τρþμε φακÝς. Μüνο ο μακαρßτης ο Üντρας μου τις Ýτρωγε και με υποχρÝωνε να τις φτιÜχνω κÜθε βδομÜδα. ΕλενÜκι θÝλεις να φτιÜξουμε φακÝς;

ΕΛΕΝΗ:
Τι λÝει τþρα!

ΣΩΤΗΡΗΣ:
Ναι γιαγιÜ μου, ας φτιÜξουμε μια μÝρα φακÝς, δεν Ýχω δοκιμÜσει ποτÝ μου.

ΣΟΦΙΑ:
ΕντÜξει χρυσü μου, την ΤετÜρτη θα σου φτιÜξω.

ΕΛΕΝΗ στον εαυτü της:
¼σο εßσαι εσý εδþ την ΤετÜρτη Üλλο τüσο θα εßμαι εγþ στην Αυστραλßα!

ΣΟΦΙΑ:
Εßπες τßποτα παιδß μου;

ΕΛΕΝΗ:
Τßποτα μανοýλα!

ΣΟΦΙΑ φωνÜζει:
ΠÜω με το παιδß να πÜρω λßγο κρασß. Μη ξεχÜσεις το θερμοσßφουνα…

ΣΩΤΗΡΗΣ μυστικÜ στη γιαγιÜ του:
ΑλÞθεια μοιÜζει το χαμüγελü μου με του Φßλιππου;
Η Σοφßα γνÝφει καταφατικÜ και κÜνει μερικÜ βÞματα γýρω απü το τραπÝζι. Ο ΣωτÞρης την ακολουθεß.

ΣΟΦΙΑ:
Παναγιþτη μου να με κρατÜς απü το χÝρι. Εδþ εßναι ξÝνη πüλη, μη χαθοýμε στους μεγÜλους δρüμους!

Το παιδß της δßνει το χερÜκι του και συνεχßζουν να βηματßζουν. ΚÜθε λßγο η Σοφßα σταματÜει και φτιÜχνει το καπελÜκι της.
Ο Παναγιþτης κÜθεται στον καναπÝ και αρχßζει να ξεφυλλßζει πÜλι την εφημερßδα του. Η ΕλÝνη σιδερþνει και ανοßγει την τηλεüραση με το τηλεχειριστÞριο. Ακοýγεται Ýνα ισπανüφωνο ερωτικü τραγοýδι…


Τ Ε Λ Ο Σ

1 ó÷üëéá - Óôåßëå Ó÷üëéï

movflower (28.07.2007)
Ôñáãùäßá íá åßóáé ãéïò ðïéçôÞ êáé íá êïõâáëÜò ìõáëÜ ìðÜôóïõ.

ÌðñÜâï óïõ Ãéþñãï ðïõ ôïðïèÝôçóåò åäþ ôï ìïíüðñáêôü ôçò Ðõèßáò!

Ãéá íá óôåßëåôå ó÷üëéï ðñÝðåé íá Ý÷åôå óõíäåèåß ùò ìÝëïò. ÐáôÞóôå åäþ ãéá íá óõíäåèåßôå Þ åäþ ãéá íá åããñáöåßôå.

ÅðéóôñïöÞ óôï blog
ÓõããñáöÝáò
gl
ÃÉÙÑÃÏÓ
ÌÁÍÁÔÆÅÑ ÔÑÁÃÏÕÄÉÙÍ....
áðü ÐÅÉÑÁÉÁÓ


Ðåñß Blog
blogs.musicheaven.gr/gl

Êáèüëïõ ëßãá äåí åßíáé áõôÜ ðïõ óôç øõ÷Þ ìïõ åßäá



Åðßóçìïé áíáãíþóôåò (6)
Ôá ðáñáêÜôù ìÝëç åíçìåñþíïíôáé êÜèå öïñÜ ðïõ áíáíåþíåôáé ôï blogÃßíå åðßóçìïò áíáãíþóôçò!

Ðñüóöáôá...
ÄçìïöéëÝóôåñá...
Áñ÷åßï...

Links
Photo courtesy of Sotiris Kouvopoulos - www.cadu.gr
Template design by Jorge