ελληνική μουσική
    985 online   ·  210.857 μέλη

    Ποιό ποίημα θα ταίριαζε στη διάθεσή σου σήμερα?

    cello
    13.07.2006, 03:11
    Ειμαστε κατι ξεχαρβαλωμενες
    κιθαρες.Ο ανεμος οταν περναει
    στιχους,ηχους παραφωνους ξυπανει
    στις χορδες που κρεμονται σαν καδενες.

    Ειμαστε κατι απιστευτες αντενες.
    Υψωνονται σα δαχτυλα στα χαη,
    στην κορφη τους τ'απειρο αντηχαει,
    μα γρηγορα θα πεσουνε σπασμενες.

    Ειμαστε κατι διαχυτες αισθησεις,
    χωρις ελπιδα να συγκεντρωθουμε.
    Στα νευρα μας μπερδευεται ολη η φυσις.

    Στο σωμα,στην ενθυμηση πονουμε.
    Μας διωχνουνε τα πραγματα, κι η ποιησις
    ειναι το καταφυγιο που φθονουμε.

    ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΡΥΩΤΑΚΗΣ
    yokor
    13.07.2006, 21:47
    ΕΚΕΙΝΟ-Τάσος Λειβαδίτης

    Έρχονται ώρες, που ξαφνικά σε πλημμυρίζει ολάκαιρο
    η νοσταλγία του ανέκφραστου-σαν τη θολή, αόριστη ανά-
    μνηση απ΄τη γεύση ενός καρπού,
    πούφαγες κάποτε, πριν χρόνια, σαν ήσουνα παιδί,
    μια μέρα μακρινή, λιόλουστη-και θέλεις να τη θυμηθείς
    κι όλο ξεφεύγει. Τα μάτια σου
    γεμίζουν τότε απόνα θάμπος χαμένων παιδικών καιρών.
    Ή ίσως κι από δάκρυα.

    Γι΄ αυτό, σας λέω, πιστεύετε πάντοτε έναν άνθρωπο που
    κλαίει.
    Είναι η στιγμή που σας απλώνει το χέρι του,
    φιμωμένο και γιγάντιο,
    Εκείνο που ποτέ δε θα ειπωθεί.
    alicia0
    19.07.2006, 12:39
    Ο Βυθος

    Ενας ναυτης ψηλα
    στα κατασπρα ντιμενος
    τρεχει μεσ' στο φεγγαρι

    Κι η κοπελα απ' τη γης
    με τα κοκκινα ματια
    λεει ενα τραγουδι
    που δε φτανει ως το ναυτη

    Φτανει ως το λιμανι
    φτανει ως το καραβι
    φτανει ως τα καταρτια

    Μα δε φτανει ψηλα στο καραβι
    alicia0
    20.07.2006, 23:49
    Σου γραφω γεματη τρομο μεσα απο μια στοα
    νυχτερινη
    φωτισμενη απο μιαν ελαχιστη λαμπα σα δαχτυλιθρα
    ενα βαγονι περναει απο πανω μου προσεχτικα
    ψαχνει τις αποστασεις του μη με χτυπησει
    εγω παλι αλλοτε κανω πως κοιμαμαι αλλοτε
    πως μανταρω ενα ζευγαρι καλτσες παλιες
    γιατι εχουν ολα γυρω μου παραξενα παλιωσει

    Στο σπιτι
    χτες
    καθως ανοιξα την ντουλαπα εσβησε γινηκε
    σκονη μ' ολα τα ρουχα της μαζι
    τα πιατα σπαζουν μολις κανεις τ' αγγιξει
    φοβαμαι κι εχω κρυψει τα πηρουνια και τα
    μαχαιρια
    τα μαλλια μου εχουν γινει κατι σα στουπι
    το στομα μου ασπρισε και με ποναει
    τα χερια μου ειναι πετρινα
    τα ποδια μου ειναι ξυλινα
    με τριγυριζουν κλαιγοντας τρια μικρα παιδια
    δεν ξερω πως γινηκε και με φωναζουν μ α ν α

    Θελησα να σου γραψω για τις παλιες μας τις χαρες
    ομως εχω ξεχασει να γραφω για πραγματα
    χαρουμενα

    Να με θυμασαι
    justin
    21.07.2006, 01:41
    Καβάφης:
    (...)μήνας περνά κ φέρνει άλλο μήνα
    αυτά πυ έρχονται κανείς εύκολα τα εικάζει
    είναι τα χθεσινά τα βαρετά εκείνα
    κ καταντά το αύριο πια σαν αύριο να μη μοιάζει...!
    yokor
    23.07.2006, 11:10
    Εκ βαθέων-ΝΑΠΟΛΕΩΝ ΛΑΠΑΘΙΩΤΗΣ

    Λυπήσου με, Θέ, στο δρόμο που πήρα,
    χωρίς, ως το τέλος, να ξέρω το πως,
    -χωρίς να χω μάθει, με μια τέτοια μοίρα,
    ποιό κρίμα με δένει, και ποιός ο σκοπός.

    Λυπήσου τα χρόνια που πάνε χαμένα,
    προτού η νύχτα πάλι βαριά απλωθεί,
    ζητώντας τους άλλους, ζητώντας και μένα,
    ζητώντας εκείνο που δε θα βρεθεί!

    Λυπήσου όλα εκείνα που πάνε του κάκου,
    γιατί έτσι τους είπαν πως είναι γραφτό,
    και γίνουνται χώμα, στα βάθη ενός λάκκου,
    χωρίς να γυρέψουν το λόγο γι΄ αυτό!

    Λυπήσου και κείνα, λυπήσου και μένα,
    -και μένα που πάω με καρδιά στοργική,
    ζητώντας μια λύση σε πράγματα ξένα,
    που δεν έχουν, Θέ μου, καμιά λογική...

    Λιγάκι να κάνω πως κάτι με σέρνει,
    λιγάκι να φέξει μες στα σκοτεινά,
    ΚΙ ΑΜΕΣΩΣ Η ΜΟΙΡΑ ΜΟΥ ΤΟ ΞΑΝΑΠΑΙΡΝΕΙ,
    ΚΙ ΑΜΕΣΩΣ Η ΝΥΧΤΑ ΓΥΡΙΖΕΙ ΞΑΝΑ...

    Λυπήσου με, Θέ μου, στην απόγνωσή μου,
    λυπήσου τη φλόγα που μάταια σκορπώ,
    -λυπήσου με μες στη αγανάκτησή μου,
    να ζω δίχως λόγο και δίχως σκοπό...
    tzoy
    23.07.2006, 11:20
    Στη γωνιά του δρόμου σε καρτερώ.
    Στη γωνιά του δρόμου,
    διασταυρώνονται οι άνθρωποι
    και δεν μιλούν.
    Σε ποιόν να πω την ευτυχία μου που τόσο σ' αγαπώ;
    Σε ποιόν να πω πως ξέρω πως δε θάρθεις,
    και καρτερώ;
    Απόψε η νύχτα είναι γλυκιά.
    Είπες πως θάρθεις όταν μπορέσεις,
    μπορεί και σήμερα,
    μπορεί και αύριο,
    ...μπορεί ποτέ.
    Απόψε η νύχτα έχει τρελάνει ένα παιδί.
    Απόψε η νύχτα θα κάνει φόνο.
    Να το φεγγάρι μισό προβάλει,
    γυμνό σπαθί.
    Οι φίλοι ξέρουν,
    κάτι έχει πάθει,
    πάλι δεν τρώει,
    πάλι κοιτάζει πάνω από τους ώμους τους,
    χωρίς να βλέπει.
    Κάτι έχει πάθει.
    Μην του μιλάτε.
    Πάλι θα αργήσει το βράδυ,
    ξέρουν,
    την περιμένει,
    κι αυτή δεν θάρθει.
    Είναι η αγάπη
    γυμνό σπαθί,
    σαν το φεγγάρι.
    belma
    23.07.2006, 12:58
    Μνήμη μου, φύλαξέ τα συ όπως ήταν.
    Και, μνήμη, ό,τι μπορείς από τον έρωτά μου αυτόν,
    ό,τι μπορείς φέρε νου πίσω απόψε.
    hey-you
    23.07.2006, 13:01
    Making Time

    Της Κυριακής το πρωινό
    θα βαδίσω εις το πάρκο
    με τον σκύλ μου τον Μάρκο

    Δίχως να'χω φράγκο ένα
    θα καθίσω εις το χορτάρι
    όλο στυλ και όλο χάρη...

    Οικογένειες με παιδάκια
    ανεμέλως θα κοιτάζω
    κι αν εκείνες στέκουν μόνες,
    άχρωμες και αμελείς
    "Μάρκο σήκω" θα φωνάζω...

    Φάει εκείνο το μπαμπά
    διωξε εκείνη τη μαμά
    σπρώξε εκείνο το παιδάκι...
    γαυγισε να τους φοβίσεις
    μπας κι αγαπηθούν λιγάκι...

    Δεν γουστάρω να τους βλέπω
    αδιαφόρως ασφαλείς
    άβουλους και βολεμένους
    ταϊσμένους, ποτισμένους,
    και πρωτίστως αφελείς...

    Με τον Μάρκο εις το πάρκο
    κάθε Κυριακή πρωί
    τους αλλάζω τη ροή...

    Μ΄ένα σμπάρο δυο τρυγόνια:
    τους απαίδευτους παιδεύω
    και τον σκύλο μου εκπαιδεύω...


    Κυριακή 23 Ιουλίου 2006








    tzoy
    24.07.2006, 16:35
    «Θέλω τον ήλιο
    να τον κάνω χρυσάφι
    και να τον μοιράσω
    στους στερημένους.
    Θέλω το νερό
    να το κάνω φάρμακο
    και να το μοιράσω
    στους ανήμπορους.
    Θέλω τον αγέρα
    να τον κάνω αναπνοή
    και να τη μοιράσω
    στους σκλάβους.
    Θέλω το Σύμπαν
    να το κάνω καλοσύνη
    και να τη σκορπίσω παντού.»

    yokor
    24.07.2006, 21:22
    Το μέλος tzoy στις 24-07-2006 στις 16:35 έγραψε...
    Παράθεση:

    «Θέλω τον ήλιο
    να τον κάνω χρυσάφι
    και να τον μοιράσω
    στους στερημένους.
    Θέλω το νερό
    να το κάνω φάρμακο
    και να το μοιράσω
    στους ανήμπορους.
    Θέλω τον αγέρα
    να τον κάνω αναπνοή
    και να τη μοιράσω
    στους σκλάβους.
    Θέλω το Σύμπαν
    να το κάνω καλοσύνη
    και να τη σκορπίσω παντού.»




    Τι όμορφο.....
    alicia0
    28.07.2006, 13:26
    Απο τον κοσμο των γριφων
    φευγω ησυχη.
    Δεν εχω βλαψει στη ζωη μου αινιγμα:
    δεν ελυσα κανενα.
    Ουτε κι αυτα που θελαν να πεθανουν
    πλαι στα παιδικα μου χρονια:
    εχω ενα βαρελακι που 'χει δυο λογιων κρασακι.
    Το κρατησα ως τωρα
    αχαλαστο ανεξηγητο,
    γιατι ως τωρα
    δυο λογιων κρασακι
    εχουν λυμενα κι αλυτα που μου τυχαινουν.
    Συμβιωσα σκληρα
    μ 'εναν ψηλο καλογερο που κοκαλα δεν εχει
    και δεν τον ρωτησα ποτε
    ποιας φωτιας γιος ειναι
    σε ποιο θεο ανεβαινει και μου φευγει.

    Δεν του λιγοστεψα του κοσμου
    τα πισωπιδοφορα πλασματα του,
    του αναθρεψα του κοσμου το μυστηριο
    με θυσια και με στερηση.
    Με το αιμα που μου δοθηκε
    για να τον εξηγησω.
    Ο,τι ηρθε με δεμενα ματια
    και σκεπασμενη προθεση
    ετσι το δεχτηκα
    και ετσι τ' αποχωριστηκα:
    με δεμενα ματια και σκεπασμενη προθεση.
    Αινιγμα δανειστηκα,
    αινιγμα επεστρεψα.
    Αφησα να μη ξερω
    πως λυνετε ενα χθες,
    ενα εξαρταται,
    το αινιγμα των ασυμπτωτων.
    Αφησα να μη ξερω τι αγγιζω
    ενα προσωπο ή ενα βιαζομαι.

    Ουτε κι εσενα σε παρεσυρα στο φως
    για να σε διακρινω.
    Σταθηκα Πηνελοπη
    στη σκοτεινη ολιγωρια σου.
    Κι αν ρωτησα καμια φορα πως λυνεσαι
    πηγη αν εισαι ή κρηνη,
    θα 'ταν καποια καλοκαιριατικη μερα
    που, Πηνελοπες και οχι,
    μας κυριευει αυτος ο δαιμων του νερου
    για να δοξαζεται το αινιγμα
    πως μενουμε αξεδιψαστοι.
    Απο τον κοσμο των γριφων
    φευγω ησυχη.
    Αναμαρτητη:
    αξεδιψαστη.
    Στο αινιγμα του θανατου
    παω ψυχωμενη.
    alicia0
    28.07.2006, 13:30
    και ακομα ενα...


    ΤΑ ΝΗΣΙΑ

    Ο ερωτα ειναι ο θανατος
    καθως περιμενω μερες και μερες
    για να γυρισεις
    ετσι που τριγυριζεις τα νησια
    νησια θανατου καθως περιμενω
    τοσες ημερες κι ωρες θανατου
    για να γυρισεις
    γιατι ερωτας ειναι ο θανατος
    απ' του θανατου τα νησια
    να ξαναρθεις.
    yokor
    29.07.2006, 20:23
    ΓΙΑ ΤΗ ΖΩΗ
    του Ναζίμ Χικμέτ

    απόδοση Γιάννης Ρίτσος


    Η ζωή δεν είναι παίξε-γέλασε
    Πρέπει να τηνε πάρεις σοβαρά,
    Όπως, να πούμε, κάνει ο σκίουρος,
    Δίχως απ' όξω ή από πέρα να προσμένεις τίποτα.
    Δε θα 'χεις άλλο πάρεξ μονάχα να ζεις.

    Η ζωή δεν είναι παίξε-γέλασε
    Πρέπει να τηνε πάρεις σοβαρά
    Τόσο μα τόσο σοβαρά
    Που έτσι, να πούμε, ακουμπισμένος σ' έναν τοίχο
    με τα χέρια σου δεμένα
    Ή μέσα στ' αργαστήρι
    Με λευκή μπλούζα και μεγάλα ματογυάλια
    Θε να πεθάνεις, για να ζήσουνε οι άνθρωποι,
    Οι άνθρωποι που ποτέ δε θα 'χεις δει το πρόσωπό τους
    και θα πεθάνεις ξέροντας καλά
    Πως τίποτα πιο ωραίο, πως τίποτα πιο αληθινό απ' τη ζωή δεν είναι.

    Πρέπει να τηνε πάρεις σοβαρά
    Τόσο μα τόσο σοβαρά
    Που θα φυτέυεις, σα να πούμε, ελιές ακόμα στα εβδομήντα σου
    Όχι καθόλου για να μείνουν στα παιδιά σου
    Μα έτσι γιατί το θάνατο δε θα τονε πιστεύεις
    Όσο κι αν τον φοβάσαι
    Μα έτσι γιατί η ζωή θε να βαραίνει πιότερο στη ζυγαριά.


    Marial
    03.08.2006, 00:20
    Η νύχτα στο νησί. (Πάμπλο Νερούντα)

    Ολη τη νύχτα κοιμήθηκα μαζί σου
    κοντά στη θάλασσα, στο νησί.
    Ήσουν άγρια και γλυκιά ανάμεσα στην ηδονή και στον ύπνο
    ανάμεσα στη φωτιά και στο νερό.


    Ίσως πολύ αργά
    ενώθηκαν τα όνειρά μας,
    στα ψηλά ή στα βαθιά,
    στα ψηλά σαν κλαδιά που κουνάει ο ίδιος άνεμος,
    στα χαμηλά σαν κόκκινες ρίζες που αγγίζονται.


    Ίσως το όνειρό σου
    χωρίστηκε από το δικό μου
    και στη σκοτεινή θάλασσα
    με έψαχνε
    όπως πρώτα
    υπήρχες όταν δεν ακόμα,
    όταν χωρίς να σε διακρίνω
    έπλεα στο πλάι σου,
    και τα μάτια σου έψαχναν
    αυτό που τώρα
    - ψωμί, κρασί, έρωτα και θυμό -
    σου δίνω με γεμάτα χέρια,
    γιατί εσύ είσαι το κύπελλο
    που περίμενε τα δώρα της ζωής μου.


    Κοιμήθηκα μαζί σου
    όλη τη νύχτα, ενώ
    η σκοτεινή γη γυρίζει
    με ζωντανούς και νεκρούς,
    και σαν ξύπνησα ξάφνου
    καταμεσής στη σκιά
    το μπράτσο μου τύλιγε τη μέση σου.
    Ούτε η νύχτα, ούτε ο ύπνος
    μπόρεσαν να μας χωρίσουν.


    Κοιμήθηκα μαζί σου
    και ξύπνησα με το στόμα σου
    βγαλμένο από τον ύπνο
    να μου δίνει τη γεύση από τη γη,
    από τη θάλασσα, από τα φύκια,
    από το βάθος της ζωής σου,
    και δέχτηκα το φιλί σου
    μουσκεμένο από την αυγή
    σαν να έφθανε
    από τη θάλασσα που μας περιβάλλει.

    alicia0
    06.08.2006, 22:32
    "τα νησια" του Σαχτουρη
    η διαθεση παραμενει ιδια...
    altamira
    10.08.2006, 08:00
    .......Αχ, να μπορούσα να'χα έναν ουρανό
    γεμάτο από ψεύτικα τέτοια πουλιά.
    Και να τα'χυνα στο διάστημα..
    Για να'ρχονται κι όταν εγώ δεν θ' ανασαίνω.
    Να'ρχονται και να ραμφίζουνε το τζάμι του σπιτιού μας.
    Αύτό που κοιτάζει κατά την θάλασσα.
    Και να κελαιδούνε. Να κελαιδούνε σμήνη τις ψευτιές.
    Είμαι καλά.

    altamira
    11.08.2006, 08:17
    Πενθώ τόν ήλιο καί πενθώ τά χρόνια που έρχονται
    Χωρίς εμάς καί τραγουδώ τ’άλλα πού πέρασαν
    Εάν είναι αλήθεια

    Μιλημένα τά σώματα καί οί βάρκες πού έκρουζαν γλυκά
    Οί κιθάρες πού αναβόσβησαν κάτω από τα νερά
    Τά "πίστεψέ με" και τα "μή"
    Μιά στόν αέρα μιά στή μουσική

    Τα δυό μικρά ζώα,τά χέρια μας
    Πού γύρευαν ν’ανέβουνε κρυφά τό ένα στό άλλο
    Η γλάστρα μέ τό δροσαχί στίς ανοιχτές αυλόπορτες
    Καί τά κομμάτια οί θάλασσες πού ερχόντουσαν μαζί
    Πάνω απ’τίς ξερολιθιές,πίσω άπ’τούς φράχτες
    Τήν ανεμώνα πού κάθισε στό χέρι σού
    Κι έτρεμες τρείς φορές τό μώβ τρείς μέρες πάνω από
    τούς καταρράχτες

    Εάν αυτά είναι αλήθεια τραγουδώ
    Τό ξύλινο δοκάρι καί τό τετράγωνο φαντό
    Στόν τοίχο μέ τή Γοργόνα μέ τά ξέπλεκα μαλλιά
    Τή γάτα πού μάς κοίταξε μέσα στά σκοτεινά

    Παιδί μέ τό λιβάνι καί μέ τόν κόκκινο σταυρό
    Τήν ώρα πού βραδιάζει στών βράχων τό απλησίαστο
    Πενθώ τό ρούχο πού άγγιξα καί μού ήρθε ο κόσμος.

    altamira
    11.08.2006, 08:30
    Θαρρούσα ως τώρα -φίλοι μου καλοί-
    θαρρούσα ως τώρα...
    πως όλα τα πράματα
    βαδίζουν στη γη
    με το αληθινό τους χρώμα.
    Η Χαρά άσπρη.
    Η Θλίψη χλωμή.
    Ο Έρωτας ρόδινος
    Ο Θάνατος μαύρος.
    Έτσι θαρρούσα...

    Και περνούσα τις μέρες μου,
    με τα χρώματά μου τακτοποιημένα.
    Με τα όνειρά μου συγυρισμένα.
    Με τα ποιήματά μου καθαρογραμμένα...
    Γιατί έτσι τα 'βλεπα.
    Έτσι νόμιζα.

    Μα μιά μέρα...
    Μιά μέρα -φίλοι μου καλοί-
    ένα σταχτύ σύννεφο άφησε τον ουρανό του
    κι έπεσε στη κάμαρά μου.
    Και τότε... όλα... έχασαν το χρώμα τους.
    Η Θλίψη έγινε σταχτιά.
    Σταχτιά κι η χαρά.
    Σταχτύς κι Έρωτας.
    Και σταχτύς -αλίμονο- κι ο Θάνατος.

    Ω Σειρήνα, εσύ...
    Εσύ που τα 'βαψες όλα.
    Που τ' άλλαξες όλα,
    γιατί δεν άφηνες το Θάνατο
    -τουλάχιστον αυτόν-
    να με πάρει με τ' αληθινό του χρώμα;

    altamira
    14.08.2006, 04:01
    Εκεί που φύτρωνε φλισκούνι κι άγρια μέντα
    κι έβγαζε η γη το πρώτο της κυκλάμινο
    τώρα χωριάτες παζαρεύουν τα τσιμέντα
    και τα πουλιά πέφτουν νεκρά στην υψικάμινο.

    Εκεί που σμίγανε τα χέρια τους οι μύστες
    ευλαβικά πριν μπουν στο θυσιαστήριο
    τώρα πετάνε αποτσίγαρα οι τουρίστες
    και το καινούργιο πάν να δουν διϋλιστήριο.

    Κοιμήσου Περσεφόνη
    στην αγκαλιά της γης
    στου κόσμου το μπαλκόνι
    ποτέ μη ξαναβγείς.

    Εκεί που η θάλασσα γινόταν ευλογία
    κι ήταν ευχή του κάμπου τα βελάσματα
    τώρα καμιόνια κουβαλάν στα ναυπηγεία
    άδεια κορμιά σιδερικά παιδιά κι ελάσματα.