Ήταν όλοι εκεί. Όσοι τουλάχιστον χρειαζόμουν στο οπτικό μου πεδίο για να μην νοιώθω καλά. Όλοι. Ή σχεδόν όλοι. Πείσμωσα όμως. Για χάρη φίλου παλιού βρισκόμουν εκεί, και δεν μπορούσα να παραιτηθώ. Έτσι στράφηκα να τους αντιμετωπίσω.
Σε ένα ασπρόμαυρο flash τους είδα απογυμνωμένους: Τόσο καθώς πρέπει. Τόσο απεγνωσμένα επιτηδευμένοι.Τόσο παγωμένοι μέσα στα καλά τους. Μερικά μοναχικά χαμόγελα που πήρε το μάτι μου, ήταν απλά γκριμάτσες. Από κείνες που μπορεί να σπάσουν, να θρυμματιστούν με μία λάθος κίνηση.
Προσεκτικά υπολογισμένες κινήσεις, μελετημένη συμπεριφορά: Μπλαζέ όπου δεν υπήρχε ενδιαφέρον και προοπτική, και σχεδόν δουλική όταν το γλείψιμο θα μπορούσε να αποσπάσει ένα χαμόγελο συγκατάβασης από τον Χ, Ψ, Ω «Υψηλά Ιστάμενο». Καλοβολεμένα ανδρείκελα, εποφθαλμιούντες τσανακογλύφτες, κακογαμημένες μεγαλοκυρίες, ματιές που κοστολογούσαν γοργά τα ρούχα και το ρολόι του διπλανού, εκφράσεις χωρίς καμία πλαστικότητα. Ανέκφραση. Υπολογιστικά βλέμματα και υπολογισμένα λόγια. Λεπτοδείκτες λασπωμένοι από αφόρητη πλήξη.
Ξαφνικά η σάλα μου φάνηκε εντελώς άδεια. Μ΄ένα σάλτο, άλλαξα γυάλα και βρέθηκα να κολυμπάω στη σιωπή της δικής μου. Θυμήθηκα ένα χαρτί που είχα γεμίσει κάποτε με κάτι λόγια που πολύ έντονα μου θύμιζαν όλα τούτα. Το ξέθαψα από ένα παλιό τετράδιο, και να το:
ΤΑ ΚΑΔΡΑΚΙΑ
Σκέψεις... Αναφορές σε τραγούδια... Ελεύθερη γραφή και δοκίμια... Λογοτεχνία Σκέψεις Στίχοι μου Στίχοι μου... σχόλια Χιούμορ χιούμορ Χιούμορ...