Κοντεύει τρείς. Δεν είναι που με ξέχασες. Μα να τεράστιοι μοιραίοι όγκοι χρόνων στέκονται μπρος μου. Πως άρχισε τάχατις το παραμύθι τούτο και πια η προσδοκία για τον τελειωμό του?
Δεν έχω λόγια. Περιμένω απλά στην γωνία .Όχι,όχι να φανείς μα να να ‘κούσω πάλι το ρυθμός σου να ξεκινά απ τα ακρογιάλι και να ‘ναιβενει μέσα απ τα στενά ,τα ποτισμένα με την αύρα του καλοκαιριού.
Σαν να γέρασε απότομα, με μιας μέσα μου το αίσθημα του φόβου. Κει που με κοιτούσε σαν μωρό μες απ την κούνια του τώρα πως γέρασε και σουφρωσε, απαίσια ποταπένια .Να ταν να σωθώ…
Κι ύστερα ο μινώταυρος με χει πάρει στο κατόπι και μέσα στον ατέλειωτο λαβύρινθοι της σκέψεις που τόσο πεισματικά αρνείται την λησμονιά. Ζυγώνουν τα προβλήματα. Στέκεις και με κοιτάς και σου μιλώ. Δεν απαντάς μα που να βρω τα λόγια να σε πείσω? Που να βρω τις άρτιες εκείνες συμφωνίες και αν τις με ποιο τρόπο να τις ποτίσω με τα αθάνατο νερό του πόθου? Ρωτώ μια ζωή αν ρωτώ να μαθαίνω. Μα όταν δεν παίρνω απόκριση? Τι να γυρέψω στα στενά τόσο πια που ξεμάκρυνα? Μια επιθυμία μου μείνε ακόμη λίγο χώρο μες στο χρόνο για να σε θυμάμαι
Πέρασε η ώρα . Ξέρω δεν θα κοιμηθώ μα έρχονται ώρες και σε πετάνε στον γκρεμό
Να τώρα, τώρα τι να κάνεις? Τρέχω στα στλενα, γκρεμίζομαι στα καταγώγια με παίρνουν ξοπίσω τα σκυλιά…
’Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας,
τον άγριο Ποσειδώνα δεν θα συναντήσεις,
αν δεν τους κουβαλείς μες στην ψυχή σου,
αν η ψυχή σου δεν τους στήνει εμπρός σου’
Να το θυμάσαι μην μες στη ψυχή σου και ξεθωριάσει το σημάδι του θανάτου
- Στείλε Σχόλιοmetallika-18 καθημερινότητα καθημερινοτητα καθημερινότιτα πολιτική