Εκείνη η Άνοιξη , δεν ήρθε μόνη της…. Ήρθε μαζί με το καλοκαίρι, και θάμπωσε τη ματιά, πέρα από όσο εκείνη θα μπορούσε να αντέξει…
Όλα άνθισαν ταυτόχρονα… Αιχμάλωτα τής εξαίσιας αλληλουχίας, τα μάτια παραδόθηκαν χωρίς ενδοιασμό στην αγκαλιά τής μαγικής παραφοράς…. Χρώματα δένονταν με ήχους, άστρα χόρευαν σε πίστες ουράνιες…
-Αυτό είναι ο έρωτας λοιπόν; … Έτσι νοιώθει κανείς;….
…Ακόμα και οι σκέψεις, ξέφυγαν και πήγαν να ενωθούν με τους θεσπέσιους στροβίλους των μυστικών περασμάτων, που οδηγούν στα κρυφά δωμάτια της ψυχής…. …Στράτες φωτισμένες αναδύθηκαν, για να παρελάσουν λανθάνοντα όνειρα, όρκοι που δεν θα γίνονταν ποτέ τσέρκουλα σε ανεύθυνα χέρια… Τα χείλη τρεμούλιασαν και έκλαψαν ανήμπορα, κάτω από μάτια που χαμογελούσαν….. θίασοι υποσχέσεων που δεν εκπληρώθηκαν, ανέβασαν τις δικές τους μικρές παραστάσεις, με θαυμαστές εκστασιασμένους τα μικρά θαύματα που ποτέ δεν κατάφεραν να γίνουν πράξη….
Η ψυχή, τράβηξε ανυπόμονα το σώμα προς τα πάνω…
-ΕΛΑ , ΕΛΑ ΝΑ ΣΟΥ ΔΕΊΞΩ ΤΙ ΕΦΤΙΑΞΑ…
…και εκεί ψηλά, σε ένα φόντο ιδεατό, τα όνειρα με την πραγματικότητα γίνονταν μια πολύχρωμη πεταλούδα, με στιλπνά φτερά από μετάξι, με χρώματα ιριδίζοντα, με πέταγμα πιο ανάλαφρο κι από τη σκέψη, με προορισμό πέρα από τη μέρα και τη νύχτα… Οι μουσικές δυνάμωσαν, μαυλιστικές και ανελέητες…. Πήραν σχήμα και μορφή, και ζωγράφισαν τους ορίζοντές τους….. Το σώμα και η ψυχή, χαμογέλασαν, και έπαιξαν σαν τα παιδιά με το αεράκι που στεκόταν πιο πέρα…
-ΠΑΜΕ ΤΩΡΑ ΚΙ ΕΚΕΙ ΚΑΤΩ, είπε η καρδιά, μιλώντας για πρώτη φορά…. ΝΑ ΣΑΣ ΔΕΙΞΩ ΚΙ ΕΓΩ ΤΙ ΕΦΤΙΑΞΑ...
Βυθίστηκαν προς την θάλασσα… Το ακρογιάλι ήταν βγαλμένο από κάποιο καρτ-ποστάλ…Χιλιάδες μικρές χρυσίζουσες αντανακλάσεις, έστελναν τα στερνοπαίδια τους να φιλήσουν την άμμο… Έπειτα, ξανάφευγαν να βρουν τις δικές τους παρέες… οι γλάροι μικρές αναποφάσιστες πινελιές… Ένας αστερίας στα ρηχά, σκεφτικός κι αναποφάσιστος…τα χρώματα κάτι παραπάνω από χρώματα. Ο ουρανός, κάτι παραπάνω από ουρανός. Τα λόγια, κάτι παραπάνω από λόγια….
…. Η ψυχή η καρδιά και το σώμα, ξέσπασαν σε χαρούμενες φωνές και γέλια…. -Εδώ. Εδώ να μείνουμε….Να περιμένουμε το βράδι, και την Ανατολή, και τον χρόνο να έρθει να μας φέρει τα δώρα του….
Βάδισαν αγκαλιά, στην άμμο, και ζωγράφισαν ένα παγκάκι στην άκρη της θάλασσας… Κάθισαν πάνω του να ξεκουραστούν….. Ένα παγκάκι στην αμμουδιά, μικρό και ύστατο καταφύγιο μπροστά στην απεραντοσύνη του Γαλάζιου, κι ο ουρανός ένα σεντόνι με κρέπια κρυστάλλινα, και δρόσους και γιορντάνια….
Έμειναν πολύ καιρό εκεί…σαν μικρά παιδιά που παραδόθηκαν σε κάποια απροσδόκητη ευτυχία…
Έπειτα, ήρθε ο χρόνος….Μα…. Δεν έφερε δώρα.Πήρε τα χρώματα, και τα έκρυψε σε ένα μίζερο δισάκι.Έστειλε τα άστρα σε άλλους ουρανούς, σκέπασε τα αρώματα με λάσπη, έκανε τις μουσικές βουβή αγωνία…. Τα πάντα ερήμωσαν, κι απομείναν στείρα κι ορφανά…
…Από το πλάι, ξεπρόβαλλε διστακτικά ο μικρός οικοδεσπότης αυτής της άδοξης γιορτής…
Το χαμόγελο, κοίταξε με συντριβή το τοπίο… Όλα, έμοιαζαν ξένα και αλλοτινά, έρμαια αδιάφορων καιρών …
Και βάδισε ντροπαλό και κουρασμένο προς την ζοφερή θάλασσα.
Ο ίσκιος τού ήλιου προσπάθησε να του φωτίσει, μα δεν τα κατάφερε…Ένας μίζερος και παραιτημένος αέρας, του χάιδεψε για λίγο τα μαλλιά.Το παγκάκι στην ακροθαλασσιά ήταν ακόμα εκεί, άδειο, χαρακωμένο και σαθρό…
Έπειτα, προχώρησε προς τη θάλασσα.
Έπειτα, πέταξε το τελευταίο λουλούδι από τα μαλλιά του.
Έπειτα, βυθίστηκε στο τίποτα.
Κι έπειτα τίποτα.
8 σχόλια - Στείλε ΣχόλιοΣκέψεις... Αναφορές σε τραγούδια... Ελεύθερη γραφή και δοκίμια... Λογοτεχνία Σκέψεις Στίχοι μου Στίχοι μου... σχόλια Χιούμορ χιούμορ Χιούμορ...