Ο άνεμος στο χωριό δεν είχε αφήσει τίποτα όρθιο. Ραδιόφωνο δεν έπιανε. Ούτε τηλεόραση. Μόνο ΝΕΤ κι αυτή με χιόνια. Καθόμασταν με τις ώρες κοντά στο τζάκι περιμένοντας να κοπάσει ο άνεμος, βλέποντας Τσαπανίδου…
Εκείνη, όπως συνήθιζε άλλωστε, καθόταν στο κρεβάτι οκλαδόν. Εγώ προτιμούσα την πολυθρόνα. Γιατί έβλεπε έξω. Άναβα ένα τσιγάρο και ταξίδευα. Το καθημερινό μου ταξίδι όμως, τελείωνε πάντα πριν ακόμα βγάλω τα εισιτήρια…
- Καλά χριστιανέ μου, δεν καταλαβαίνεις πια? Σβησ’ το! Έχω άσθμα!
- Κι εγώ έχω τα νευροφυτικά μου!
- Τελικά είμαι χαζή, δεν άκουγα τις φίλες μου που μου τα λέγανε για σένα!
- Δεν είσαι χαζή τότε, είσαι κουφή.
Τα βράδια μας όμως ήταν ξεχωριστά, καθώς ξεχειλίζανε από ρομαντισμό και ευαισθησία. Η ΝΕΤ να παίζει σ’ επανάληψη το «έχεις γούστο» με χιόνια. Εκείνη, πιο κρύα κι απ’ τη χιονισμένη Μπήλιω Τσουκαλά…
- Δεν αντέχω άλλο! Κάνει κρύο!
- Και τι μου το λες? Ο γιος του ανέμου είμαι?
- Το κωλοχώρι σου μέσα!
- Ενώ εσύ ας πούμε είσαι γέννημα-θρέμμα του Μονπελιέ!
Μια αγαπημένη ασχολία στις λίγες μέρες ξεκούρασης ήταν βολτούλες μέσα στα έλατα. Εκεί η αγάπη βάραγε κόκκινο…
- Έλεος, θα μας φάνε τα τσακάλια!
- Σώπα βρε, δεν έχει τσακάλια πια…
- (ουφ)
- Τα φάγανε οι αρκούδες.
- Ε?
Ένα μεσημέρι πήγαμε να φάμε στο μοναδικό «εστιατόριο» του χωριού στην Κυρά-Μαρία. Το καλό φαγητό έδενε «γάντι» με την απίστευτη θέα της φύσης…
- Καλέ, τι κιτσαριό είναι αυτό?
- Ούτε εδώ σ’ αρέσει δεσποινίς γκρίνια?
- Τι να μ’ αρέσει? Βρωμάνε τ’ αρνιά απ’ έξω.
- Δε ξέρανε ότι θα ‘ρθεις για να κάνουν μπάνιο!
Οι ελάχιστοι κάτοικοι που είχαν απομείνει ήταν κυρίως βοσκοί. Καθώς προχωρούσαμε στα δρομάκια του χωριού, πάντα μας καλημέριζαν μ’ ένα πλατύ χαμόγελο κι εμείς πάντα το ανταποδίδαμε, αν και όχι πάντα πετυχημένα…
- Αυτός ο αξύριστος σε μας μίλησε?
- Αν κρίνω ότι είμαστε τελείως μόνοι μας, έχουμε τις περισσότερες πιθανότητες…
- Συγνώμη, δηλαδή τον ξέρεις αυτόν τον… άθλιο βοσκό?
- Στο χωριό μου είμαι, όλους τους ξέρω! Μια χαρά άνθρωπος…
- Ωραίες γνωριμίες έχεις!
- Sorry που δεν κατάγομαι απ’ το χωριό του Καπουτζίδη!
- Δεν αντέχω άλλο, μιλάω με βοσκούς, παντού μυρίζω αρνίλα, θέλω να πάω επειγόντως να πιω ένα καφέ! Έχει?
- Εννοείται πως έχει! Τι μας πέρασες?
- Επιτέλους, λίγος πολιτισμός…
- Πάμε πίσω.
- Πού?
- Στην κυρά-Μαρία, κάνει και καφέ…
Το διήμερο ξεκούρασης με τα πολλά, πέρασε. Ένα δάκρυ έτρεξε από τα μάτια μας καθώς αποχωριζόμασταν με το αυτοκίνητο το ήσυχο χωριουδάκι πάνω στον Ερύμανθο και επιστρέφαμε στην απάνθρωπη Αθήνα…
- Πώς πας έτσι? Πάτα το γκάζι λίγο να ξεκουμπιστούμε πια από δω!
- Έχει στροφές και κοπάδια που περνάνε το δρόμο, δε γίνεται να τρέξω. Πάντως εσύ μπορείς να απολαύσεις τη διαδρομή, όπως καθετί άλλωστε απ’ αυτόν τον επίγειο παράδεισο…
- Θα μας τρελλάνεις? Μόνο καρχαρίες δε συναντήσαμε! Αυτός δεν είναι επίγειος παράδεισος, η κιβωτός του Νώε είναι!
- Είδες? Έζησες το μύθο σου…
- Έλεος! Πάτα γκάζι!!!
18 σχόλια - Στείλε ΣχόλιοΖω ένα δράμα...
50 χρόνια μπροστά... Grande Bretagne Haute-culture... see through συντακτικό τζιβάνες ααα... αλλαξοκωλιές Βζζζζουμ Γκόρτσος! Γκόρτσος! Δρακουμέλ Ελλάδα- Αχ πατρίδα μου γλυκειά! Επίκαιρα: Ούτε που τα θυμάμαι Ευτυχισμένοι μαζί Ήταν ωραία στη Μοζαμβίκη... θου κύριε καλλιγραφία αδερφή γιαπί κάργες Καρχαρίες Κοκό κουλτούρα μας να φύγουμε Λίγο καλύτεροι από μένα... λοίμωξη Μάγια η μέλισσα καραμπουζουκλής τσόντα Μελέτη σκιάχτρο Συγγρού Μόγλης μπατανόβουρτσες μπουρμπουλήθρες Μπουτάκια Ντάμπο το ελεφαντάκι ξενΕΡΩΤΩΝ διάλογοι... Οι ηττημένοι της ιστορίας... Όταν ήμουνα παθιάρης... πηγάδι μεγιεμελέ juventus πολυμίξερ αστροφεγγιές captain-Iglo προφήτης Ηλίας φάλαινα Τσε σαμιαμίδι φουλ της ντάμας αστερίας Τις πταίει Ψώνια στο καμπαναριό